Αρχική » Άδηλο το μέλλον για το κόμμα του Ερντογάν

Άδηλο το μέλλον για το κόμμα του Ερντογάν

από Άρδην - Ρήξη

raid-on-occupy-taksim-park-in-istambul-turkey-b_01

Του Κώστα Ράπτη από το capital.gr

Διεκδικεί τα περισσότερα, αλλά κινδυνεύει να μην εξασφαλίσει ούτε τα στοιχειώδη. Το κυβερνών κόμμα της Τουρκίας, παρουσίασε, δια στόματος του πρωθυπουργού Αχμέτ Νταβούτογλου, το προεκλογικό του μανιφέστο ενόψει της αναμέτρησης της 7ης Ιουνίου – με κύριο στόχο την κατάκτηση ενισχυμένης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας για την μετατροπή του πολιτεύματος και τυπικά σε προεδρικό.

Όμως την ίδια στιγμή πέντε διαφορετικές δημοσκοπήσεις εμφανίζουν το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) να αποδυναμώνεται σε σημείο ώστε να μην έχει σίγουρη ούτε την απλή πλειοψηφία του 50%+1 των εδρών, που του επέτρεπε να κυβερνά αυτοδύναμα από το 2002 μέχρι σήμερα.

Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι: το ΑΚΡ χρειάζεται να αποσπάσει 330 έδρες (από 312 σήμερα) ώστε να μπορέσει να κινήσει διαδικασία συνταγματικής αναθεώρησης χωρίς τη σύμπραξη άλλου κόμματος και 367 έδρες (επί συνόλου 550), για να την ολοκληρώσει χωρίς να χρειαστεί δημοψήφισμα. Όμως η πρόθεση ψήφου υπέρ των “ισλαμοδημοκρατών” φέρεται να έχει υποχωρήσει κατά 1 έως 8 ποσοστιαίες μονάδες, σε σύγκριση με το εντυπωσιακό 49,8% των εκλογών του 2011 – με αποτέλεσμα να διακυβεύεται ακόμη και ο “μαγικός αριθμός” των 276 εδρών.

Το εκλογικό αποτέλεσμα αναμένεται να κριθεί από δύο αλληλένδετες εξελίξεις: η πρώτη αφορά τις επιδόσεις του Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών (HDP), ήτοι του σχηματισμού-ομπρέλα που συγκρότησε το κουρδικό Κόμμα Ειρήνης και Δημοκρατίας με δυνάμεις της τουρκικής Αριστεράς. Το παράλογα υψηλό ισχύον όριο κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης του 10% αποβλέπει ακριβώς στον αποκλεισμό αυτού του πολιτικού χώρου – όμως οι δημοσκοπήσεις φέρουν το HDP να το ξεπερνά, έστω και οριακά, όπως άλλωστε έπραξε και ο ηγέτης του, Σελαχατίν Ντεμιρτάς κατά τις προεδρικές εκλογές του περασμένου καλοκαιριού.

Το δεύτερο καθοριστικό στοιχείο είναι η παρατηρούμενη διαρροή πρώην ψηφοφόρων του ΑΚΡ προς το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (MHP), το οποίο βρίσκει απήχηση σε συντηρητικά στρώματα, καχύποπτα προς την διαδικασία επίλυσης του Κουρδικού που έχει δρομολογήσει η κυβέρνηση, με συνομιλητή τον έγκλειστο ηγέτη του ΡΚΚ Abdullah Öcalan και μεσολαβητή την κοινοβουλευτική αντιπροσωπεία του HDP.

Για τον λόγο αυτό, οι εντάσεις που συσσωρεύονται στη γείτονα ξεπερνούν κατά πολύ τις αναμενόμενες για προεκλογική περίοδο.

Ο ρητορικός πόλεμος με τον Πάπα (για τον οποίο ο Νταβούτογλου διαπίστωσε ότι εντάχθηκε στον “άξονα του κακού που συνωμοτεί εναντίον του ΑΚΡ και της Τουρκίας”) ή το Ευρωκοινοβούλιο, σχετικά με την αναγνώριση της Αρμενικής Γενοκτονίας, εντάσσεται σε αυτό το κλίμα. Πολύ χειρότερα, η ένοπλη σύγκρουση με αντάρτες του ΡΚΚ που σημειώθηκε το Σάββατο στην επαρχία Agri, αφήνοντας πίσω της δύο νεκρούς, υπογραμμίζει τους φόβους ότι το “κουρδικό χαρτί” μπορεί να χρησιμοποιηθεί “βρώμικα”, ώστε οι κυβερνώντες να επιτύχουν την απαιτούμενη εθνικιστική έξαρση. Άλλωστε, ο “πόλεμος” του Ερντογάν με τους πρώην συμμάχους του στο δίκτυο του ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν είχε ως παράπλευρο αποτέλεσμα την επαναπροσέγγιση των κυβερνώντων με τους στρατηγούς και την κατάρρευση της δικαστικής διερεύνησης της υπόθεσης “Βαριοπούλα”, που είχε στείλει στη φυλακή τον ανθό του σκληρού κεμαλισμού.

Σε περίπτωση, μάλιστα, μη επίτευξης αυτοδυναμίας οι εθνικιστές του ΜΗΡ αποτελούν τους μόνους πιθανούς κυβερνητικούς εταίρους του ΑΚΡ- ό,τι και αν αυτό συνεπάγεται για τη διεθνή συμπεριφορά της Τουρκίας.

Υπενθυμίζεται ότι ο AKP δεν έχει θητεύσει ποτέ στην αντιπολίτευση, καθώς αναδείχθηκε νικητής των πρώτων μετά την ίδρυσή του εκλογών, ενώ στις δύο επόμενες αναμετρήσει κατάφερε να αυξήσει ακόμη περισσότερο τα ποσοστά του (αν και οι “καραμπόλες” του εκλογικού νόμου του απέδιδαν κάθε φορά όλο και λιγότερες έδρες!).

Το γάντζωμα του ΑΚΡ στην εξουσία επιτείνεται από την θρησκευτική ρητορική με την οποία επενδύει την “υπόθεσή” του, αλλά και την πιο πεζή μέριμνα να προστατευτεί από ενδεχόμενη διερεύνηση των καταγγελιών για κυβερνητική διαφθορά.

Στην παρούσα φάση, το κυβερνών κόμμα της Τουρκίας βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι: η απαγόρευση από το κομματικό καταστατικό περισσότερων των τριών βουλευτικών θητειών επιφέρει μια ριζική ανανέωση του ηγετικού δυναμικού, με απόσυρση της ιδρυτικής γενιάς, ενώ η εμμονική επικέντρωση του μηνύματος του AKP στην ανάγκη μετατροπής του πολιτεύματος, κατά τις επιθυμίες του ιδρυτή του και νυν προέδρου της Δημοκρατίας Ταγίπ Ερντογάν, απωθεί σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων, που φοβάται αυταρχική παρεκτροπή. Αποτελεί άλλωστε κοινό μυστικό ότι ούτε τα στελέχη του ΑΚΡ δείχνουν στο σύνολό τους τον ίδιο ενθουσιασμό για τις ναπολεόντειες φιλοδοξίες του Ερντογάν, ενώ τυχόν απογοητευτικό εκλογικό αποτέλεσμα θα θέσει σε δοκιμασία τη συνοχή των διαφορετικών κομματικών “φυλών”.

Αυτές τις εσωτερικές τριβές αποτυπώνει και η ηχηρή παρέμβαση του παραγκωνισμένου συνιδρυτή του κόμματος και πρώην προέδρου της Δημοκρατίας, Αμπντουλάχ Γκιούλ, ο οποίος προβάλλοντας και πάλι ως φορέας διαφορετικού πολιτικού ύφους δήλωσε, σε συμπόσιο των Financial Times στην Κωνσταντινούπολη, ότι η Τουρκία χρειάζεται ένα καλύτερο κοινοβουλευτικό σύστημα, ελέγχων και ισορροπιών, “όπως συμβαίνει στις ανεπτυγμένες χώρες”, όχι μία ισχυρότερη προεδρία.

Ιδιαίτερη πτυχή των πεπραγμένων του ΑΚΡ αποτελεί και η πλήρης αποξένωσή του από την αλεβιτική κοινότητα, που αριθμεί τουλάχιστον 20% του πληθυσμού. Το γεγονός ότι όλοι οι νεκροί των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων του 2013 ήσαν Αλεβίτες είναι εύγλωττο. (Η δε ανακάλυψη της μέρες αυτές στην επαρχία του Tunceli 24 σκελετών, που πιθανότατα ανήκουν σε θύματα της μαζικής “σφαγής του Dersim” για την καταστολή εξέγερσης Αλεβιτών το 1938, εξηγεί γιατί η συζήτηση περί αρμενικής γενοκτονίας αφορά την καρδιά της οικοδόμησης του σύγχρονου τουρκικού έθνους-κράτους…).

Τα προβλήματα πολλαπλασιάζει το τέλος του “οικονομικού θαύματος” του AKP, με την ανεργία να σημειώνει τον Ιανουάριο υψηλό πενταετίας (11,3% και 20% στις ηλικίες κάτω των 20 ετών, καθώς η δημιουργία θέσεων εργασίας δεν ανταποκρίνεται στον ρυθμό αύξησης του εργατικού δυναμικού), την λίρα να χάνει 13% της ισοτιμίας της έναντι του δολαρίου εντός του 2015 και τον ρυθμό ανάπτυξης να περιορίζεται στο 2,9% το 2014, έναντι επίσημου στόχου 4%.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ