Αρχική » Η καπιταλιστική απειλή, Άρδην τ. 11

Η καπιταλιστική απειλή, Άρδην τ. 11

από admin

Ο ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΣ ΕΧΘΡΟΣ του George Soros

Ο Popper κατέδειξε  ότι ο κομμουνισμός και ο φασισμός έχουν πολλά κοινά, παρ’ όλο που  ο ένας αποτελούσε την εξτρεμιστική αριστερά και ο άλλος την εξτρεμιστική δεξιά. Και οι δύο βασίζονταν στην δύναμη του κράτους για να καταπνίξουν την ελευθερία του ατόμου. Θέλω να αναπτύξω περαιτέρω αυτό το επιχείρημα. Ισχυρίζομαι ότι μια ανοιχτή κοινωνία μπορεί να απειληθεί από την αντίθετη κατεύθυνση – από έναν υπερβολικό ατομισμό. Υπερβολικός ανταγωνισμός και απουσία συνεργασίας μπορούν να προκαλέσουν ανυπόφορες ανισότητες και αστάθεια.

Στο βαθμό που υπάρχει ένα κυρίαρχο πιστεύω στην σημερινή κοινωνία είναι αυτό που υποστηρίζει την μαγεία της αγοράς. Το δόγμα του καπιταλισμού της ελεύθερης αγοράς πρεσβεύει ότι το κοινό καλό υπηρετείται καλύτερα με την απρόσκοπτη επιδίωξη του ατομικού συμφέροντος. Αν όμως αυτό το σύστημα δεν μετριάζεται από την αναγνώριση ενός κοινού συμφέροντος, που θα πρέπει να έχει προτεραιότητα απέναντι στα ιδιαίτερα συμφέροντα, το παρόν σύστημα – που αν και ατελές μπορεί να χαρακτηριστεί ως ανοιχτή κοινωνία – είναι πιθανόν να καταρρεύσει.

Θέλω όμως να τονίσω ότι δεν θέτω στην ίδια κατηγορία τον καπιταλισμό της ελεύθερης αγοράς με τον κομμουνισμό και τον ναζισμό. Οι ολοκληρωτικές ιδεολογίες προσπαθούν σκοπίμως να καταστρέψουν την ανοιχτή κοινωνία. Η ελεύθερη αγορά μπορεί να τη θέτει σε κίνδυνο, αλλά αθέλητα. Ο Friedrich Hayek, ένας από τους αποστόλους του ελεύθερου καπιταλισμού, ήταν επίσης ένθερμος οπαδός της ανοιχτής κοινωνίας. Εντούτοις, επειδή κομμουνισμός και ναζισμός θεωρούνται πια τελείως αναξιόπιστα συστήματα, θεωρώ ότι ο κίνδυνος από τον καπιταλισμό της ελεύθερης αγοράς είναι πολύ πιο υπαρκτός σήμερα από τον κίνδυνο των ολοκληρωτικών ιδεολογιών. Απολαμβάνουμε μια πραγματικά παγκόσμια οικονομία της αγοράς στην οποία αγαθά, υπηρεσίες, κεφάλαιο και άνθρωποι κινούνται ελεύθερα, αλλά, αποτύχαμε να αναγνωρίσουμε την ανάγκη διατήρησης των αξιών και των θεσμών της ανοικτής κοινωνίας.

Η παρούσα κατάσταση μπορεί να συγκριθεί με αυτή στο γύρισμα του αιώνα. Η χρυσή εποχή του καπιταλισμού χαρακτηρίζονταν από τις αρχές της ελεύθερης αγοράς. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα. Η προηγούμενη περίοδος ήταν, από κάποια άποψη, πιο σταθερή. Υπήρχε μια αυτοκρατορική δύναμη, η Αγγλία, που ανά πάσα στιγμή ήταν διατεθειμένη να στείλει πολεμικά πλοία και στα πιο απομακρυσμένα μέρη, διότι ως ο κυρίως ωφελημένος από το σύστημα είχε συμφέρον στη διατήρηση του. Σήμερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θέλουν να γίνουν ο χωροφύλακας του κόσμου. Η παλιότερη περίοδος είχε την ισοδυναμία σε χρυσό. Σήμερα τα κυριότερα νομίσματα συγκρούονται το ένα με το άλλο σαν τεκτονικές πλάκες. Το καθεστώς της ελεύθερης αγοράς που κυριάρχησε έναν αιώνα πριν, κατεστράφη από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι ολοκληρωτικές ιδεολογίες ήρθαν στο προσκήνιο και με το τέλος του Δεύτερου Παγκόσμιου Πόλεμου δεν υπήρχε καμιά κίνηση κεφαλαίων μεταξύ χωρών. Είναι πιθανόν το σύγχρονο καθεστώς να διαλυθεί και πάλι αν δεν διδαχτούμε από την παλιότερη εμπειρία.

Οι λογικές της ελεύθερης αγοράς δεν συγκρούονται με τις αρχές της ανοιχτής κοινωνίας έτσι όπως κάνουν ο μαρξισμός-λενινισμός ή οι ναζιστικές ιδέες της φυλετικής καθαρότητας. Αλλά όμως όλα αυτά τα δόγματα έχουν  ένα σημαντικό κοινό χαρακτηριστικό: χρησιμοποιούν την επιστήμη για να αποδείξουν ότι κατέχουν την απόλυτη αλήθεια. Στην περίπτωση των ολοκληρωτικών καθεστώτων, μπορούμε πολύ εύκολα να ανατρέψουμε αυτό το επιχείρημα. Ο Popper έδειξε ότι θεωρίες σαν τον μαρξισμό δεν μπορούν να χαρακτηριστούν επιστήμη. Στην περίπτωση της ελεύθερης αγοράς αυτό είναι πιο δύσκολο να γίνει, γιατί είναι βασισμένη σε οικονομικές θεωρίες και τα οικονομικά είναι μια από τις επιστήμες με μεγάλο κύρος. Δεν μπορούμε να εξισώσουμε έτσι απλά μαρξιστικά οικονομικά με οικονομικά της ελεύθερης αγοράς. Ισχυρίζομαι ότι η ιδεολογία της ελεύθερης αγοράς – όπως και ο μαρξισμός-λενινισμός – αποτελεί διαστρέβλωση της επιστημονικής αλήθειας.

Η βασική θεωρία της ιδεολογίας της ελεύθερης αγοράς είναι ότι οι ελεύθερες και ανταγωνιστικές αγορές φέρνουν προσφορά και ζήτηση σε ισορροπία και έτσι συνεισφέρουν στην καλύτερη χρήση των πλουτοπαραγωγικών πόρων. Αυτό έχει γίνει αποδεκτό ως μια αιώνια αλήθεια και κατά κάποιο τρόπο είναι. Η οικονομική θεωρία είναι αξιωματική. Στο βαθμό που οι βασικές υποθέσεις στέκονται, τα συμπεράσματα ακολουθούν. Αν αναλύσουμε όμως αυτές τις προϋποθέσεις, βλέπουμε ότι στον πραγματικό κόσμο δεν εφαρμόζονται. Η αρχική διαμόρφωση της θεωρίας του τέλειου ανταγωνισμού  – της φυσικής ισορροπίας μεταξύ ζήτησης και προσφοράς – προϋποθέτει τέλεια γνώση, ομογενή και εύκολα διαιρετέα προϊόντα, και ένα μεγάλο αριθμό συμμετεχόντων στην αγορά έτσι ώστε κανένας να μην μπορεί να επηρεάσει την τιμή αγοράς. Η προϋπόθεση της  τέλειας γνώσης αποδείχτηκε αδύνατη. Γι’ αυτό αντικαταστάθηκε με έναν αφελή μηχανισμό. Προσφορά και ζήτηση θεωρήθηκαν ως δεδομένες και ανεξάρτητες η μια από την άλλη. […]

Όπως έχω δείξει και αλλού, αυτή η συνθήκη  δεν μπορεί να συμβιβαστεί με την πραγματικότητα, τουλάχιστον όσον αφορά τις χρηματιστηριακές αγορές – και αυτές παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στον καθορισμό της διάθεσης πόρων. Αγοραστές και πωλητές ζητούν να χειραγωγήσουν ένα μέλλον

το οποίo εξαρτάται από τις αποφάσεις τους. Το σχήμα των καμπύλων προσφοράς και ζήτησης δεν μπορεί να είναι δοσμένο μιας και εμπεριέχει προσδοκίες για γεγονότα που διαμορφώνονται από αυτές τις προσδοκίες. Ένας μηχανισμός διπλής αλληλεπίδρασης αναπτύσσεται μεταξύ των συμμετεχόντων στην αγορά: Ο στοχασμός αλληλεπιδρά με την κατάσταση πάνω στην οποία στοχάζεται – ‘επαναστοχασμός’. Σ’ αυτό τον μηχανισμό μπορούμε να προσθέσουμε την ατελή κατανόηση της πραγματικότητας από τους συμμετέχοντες (αναγνώριση που είναι η βάση μιας ανοιχτής κοινωνίας) και την ακαθοριστία της διαδικασίας στην οποία συμμετέχουν.

Αν οι καμπύλες προσφοράς και ζήτησης δεν είναι ανεξάρτητα δοσμένες, πώς καθορίζονται οι τιμές αγοράς; Αν κοιτάξουμε την συμπεριφορά των χρηματιστηριακών αγορών θα δούμε ότι αντί να τείνουν σε ισορροπία οι τιμές συνεχίζουν να κυμαίνονται σχετικά με τις προσδοκίες των αγοραστών και των πωλητών. Οι τιμές για παρατεταμένες περιόδους κυμαίνονται πέρα από κάθε θεωρητική ισορροπία. Ακόμα και όταν έχουν την τάση να επιστρέψουν, η ισορροπία ποτέ δεν είναι η ίδια , όπως θα ήταν αν δεν είχε μεσολαβήσει η ενδιάμεση περίοδος.  Παρ’ όλα αυτά η έννοια της ισορροπίας χρησιμοποιείται ακόμα. Είναι εύκολο να βρούμε την αιτία. Χωρίς αυτή την έννοια η οικονομική επιστήμη δεν θα μπορούσε να εξηγήσει πως καθορίζονται οι τιμές.

Αν δεν υπάρχει η έννοια της ισορροπίας ο ισχυρισμός ότι η ελεύθερη αγορά οδηγεί στην καλύτερη διάθεση των πόρων δεν έχει νόημα. Η υποτιθέμενα επιστημονική θεωρία αποδεικνύεται ότι είναι απλά  μια αξιωματική δομή τα συμπεράσματα της οποίας εμπεριέχονται στις προϋποθέσεις της και δεν στηρίζονται σε εμπειρικά δεδομένα. Η ομοιότητα με τον μαρξισμό, ο οποίος ισχυρίζεται ότι οι αρχές του είναι επιστημονικές, είναι μεγάλη.

Δεν ισχυρίζομαι ότι η οικονομική θεωρία έχει διαστρεβλώσει την πραγματικότητα για πολιτικούς λόγους. Αλλά προσπαθώντας να μιμηθεί τα επιτεύγματα (και να κερδίσει για τον εαυτό της το κύρος) των φυσικών επιστημών, προσπάθησε το ακατόρθωτο. Οι θεωρίες των κοινωνικών επιστημών σχετίζονται μεταξύ τους με έναν «αναστοχαστικό» τρόπο. Με άλλα λόγια μπορούν να επηρεάσουν τα γεγονότα πράγμα που δεν συμβαίνει στις φυσικές επιστήμες. Η ‘αρχή της αβεβαιότητας’ που διατύπωσε ο Ηeisenberg λέει ότι η παρατήρηση μπορεί να επεμβαίνει στην συμπεριφορά των κουάρκ σωματιδίων. Αλλά είναι η παρατήρηση που δημιουργεί τα αποτελέσματα, και όχι η αρχή της αβεβαιότητας από μόνη της. Στην κοινωνική σφαίρα, οι θεωρίες έχουν την ιδιότητα να τροποποιούν το αντικείμενο με το οποίο σχετίζονται. Η οικονομική θεωρία έχει σκόπιμα αποκλείσει από τον ορίζοντά της τον αναστοχασμό. Έτσι, όχι μόνο διαστρέβλωσε το  αντικείμενο μελέτης αλλά προσέφερε έδαφος για εκμετάλλευση στην ιδεολογία της ελεύθερης αγοράς. .

Η οικονομική θεωρία μπορεί να μετατραπεί σε ιδεολογία επειδή παίρνει ως δεδομένο την ιδέα της απόλυτης γνώσης – στην αρχή ανοιχτά και μετέπειτα μεταμφιεσμένη στη μορφή του μεθοδολογικού εργαλείου. Μπορούμε να επιχειρηματολογήσουμε σθεναρά υπέρ του μηχανισμού της αγοράς, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η αγορά είναι τέλεια. Σημαίνει ότι σε ένα  κόσμο που κυριαρχείται από ατελή κατανόηση οι αγορές προσφέρουν έναν αποτελεσματικό μηχανισμό ανάδρασης ικανό να αποτιμά τα αποτελέσματα των αποφάσεων μας και να διορθώνει τα λάθη.

Η ιδέα της κατοχής της απόλυτης γνώσης έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την με την έννοια της ανοικτής κοινωνίας (η οποία αναγνωρίζει ότι κατανόηση μιας κατάστασης είναι ενδογενώς ατελής). Μιας και αυτό είναι πολύ αφηρημένο θέλω να περιγράψω συγκεκριμένους τρόπους με τους οποίους η ιδεολογία της ελεύθερης αγοράς μπορεί να αποτελέσει απειλή για μια ανοικτή κοινωνία. Θα επικεντρώσω το ενδιαφέρον μου σε τρία ζητήματα: οικονομική σταθερότητα, κοινωνική δικαιοσύνη, και διεθνές σχέσεις.

 

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑ

 

[…] Η σύγκρουση μεταξύ των αρχών της αγοράς και άλλων πιο παραδοσιακών αρχών είναι συνεχής. Καθώς ο μηχανισμός της αγοράς επεκτείνει την κυριαρχία του, η ψευδαίσθηση ότι οι άνθρωποι δρουν πάνω στη βάση αρχών που δεν εξαρτώνται από αυτήν καταρρέει. Διαφήμιση, μάρκετινγκ, ακόμα και ο τρόπος συσκευασίας, στοχεύουν στη διαμόρφωση των προτιμήσεων των ανθρώπων παρά στο να ανταποκριθούν σε αυτές, όπως ισχυρίζεται η θεωρία της ελεύθερης αγοράς. Όσο πιο αβέβαιοι είναι οι άνθρωποι για τις αξίες τους τόσο πιο πολύ βασίζονται στο χρήμα ως κριτήριο αξίας. Ότι είναι πιο ακριβό θεωρείται και καλύτερο. Η αξία ενός έργου τέχνης μπορεί να εκτιμηθεί με βάση τα λεφτά που αποφέρει. Οι άνθρωποι γίνονται αντικείμενο σεβασμού και θαυμασμού επειδή είναι πλούσιοι. Κάτι που παλιότερα ήταν απλά μέσο ανταλλαγής έχει καταχρηστικά πάρει τη θέση θεμελιώδους αξίας, αντιστρέφοντας την διακηρυγμένη θέση της οικονομικής θεωρίας. Ότι ήταν επάγγελμα σήμερα έχει γίνει μπίζνες. Η λατρεία της επιτυχίας έχει αντικαταστάσει την πίστη σε αρχές. Η κοινωνία έχει χάσει την άγκυρά της.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΔΑΡΒΙΝΙΣΜΟΣ

[…] Μπορεί να συμφωνήσω στο ότι όλες οι προσπάθειες αναδιανομής επεμβαίνουν στην αποτελεσματικότητα της αγοράς, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι καμία παρέμβαση δεν πρέπει να γίνει. Η λογική της ελεύθερης αγοράς βασίζεται, όπως και ο κομμουνισμός, στην αρχή της τελειότητας. Ισχυρίζεται ότι εφόσον η αναδιανομή είναι αναποτελεσματική και δημιουργεί διαταραχές, το πρόβλημα μπορεί να λυθεί με το να καταργήσουμε την αναδιανομή. Με τον ίδιο τρόπο οι κομμουνιστές ισχυρίζονταν ότι η αναπαραγωγή που εμπεριέχεται στον ανταγωνισμό είναι σπάταλη, και γι’ αυτό θα πρέπει να έχουμε μια κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία. Αλλά η τελειότητα είναι αδύνατο να καταχτηθεί. Ο πλούτος πράγματι συσσωρεύεται στα χέρια των ιδιοκτητών του, και αν δεν υπάρχει κανένας μηχανισμός αναδιανομής, οι ανισότητες μπορούν να γίνουν ανυπόφορες. […]

Το επιχείρημα της ελεύθερης αγοράς ενάντια  στην αναδιανομή του εισοδήματος επικαλείται το δόγμα της επικράτησης του πιο ευπροσάρμοστου. Το επιχείρημα όμως ανατρέπεται από το γεγονός ότι ο πλούτος περνάει στην επόμενη γενιά δια μέσου της κληρονομιάς, και η δεύτερη γενιά σπάνια είναι τόσο ευπροσάρμοστη όσο η πρώτη.

Όπως και να είναι, είναι λάθος να κάνεις την αρχή της επιβίωσης του πιο ευπροσάρμοστου, αρχή λειτουργίας μιας πολιτισμένης κοινωνίας. Αυτός ο κοινωνικός δαρβινισμός βασίζεται σε μια ξεπερασμένη θεωρία της εξέλιξης, όπως και η θεωρία της ισορροπίας στην οικονομία παίρνει στοιχεία από την φυσική θεωρία του Νewton. H αρχή που καθοδηγεί την εξέλιξη του είδους είναι η αρχή της μετάλλαξης.  Η μετάλλαξη λειτουργεί  με έναν πιο εκλεπτυσμένο τρόπο. Τα είδη και το περιβάλλον αλληλεπιδρούν και κάθε είδος αποτελεί περιβάλλον για κάποιο άλλο. Υπάρχει ένας μηχανισμός ανάδρασης παρόμοιος με τον επαναστοχασμό στην ιστορία, με την διαφορά ότι στην ιστορία ο μηχανισμός λειτουργεί όχι δια μέσου της μετάλλαξης αλλά δια μέσου παρανοήσεων. Το αναφέρω αυτό για να δείξω ότι ο κοινωνικός δαρβινισμός είναι μια από τις παρανοήσεις που κινούν τα ανθρώπινα πράγματα σήμερα. Το κύριο σημείο σε όλα αυτά είναι ότι η συνεργασία και ανταγωνισμός αποτελούν αναπόσπαστα κομμάτια του συστήματος και το σλόγκαν της «επιβίωση του προσαρμοστικότερου» διαστρεβλώνει τα γεγονότα.

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

[…] Μετά την διάλυση του κομμουνισμού, η σημερινή κατάσταση πραγμάτων μπορεί να περιγραφεί ως μια ανοικτή κοινωνία – αν και ατελής. Η κατάσταση αυτή δεν απειλείται από τα έξω, από κάποια ολοκληρωτική ιδεολογία που αποζητά την κυριαρχία. Η απειλή έρχεται από τα μέσα, από τοπικούς τυράννους που αναζητούν να σταθεροποιήσουν την κυριαρχία τους διαμέσου εξωτερικών συγκρούσεων. Μπορεί να προέλθει επίσης από δημοκρατικά αλλά κυρίαρχα κράτη που θέλουν να προωθήσουν το συμφέρον τους εις βάρος του κοινού συμφέροντος. Ο χειρότερος εχθρός της παγκόσμιας ανοικτής κοινωνίας είναι ο εαυτός της.

Ο Ψυχρός Πόλεμος ήταν μια εξαιρετικά σταθερή διευθέτηση. Τα δυο μπλοκ, εκπροσωπώντας αντίθετες αντιλήψεις κοινωνικής οργάνωσης, πάλευαν για κυριαρχία, αλλά έπρεπε να σέβονται τα ζωτικά συμφέροντα του άλλου, μιας και με έναν ολοκληρωτικό πόλεμο η μια πλευρά μπορούσε να καταστρέψει ολοσχερώς την άλλη. Αυτό περιόριζε το επίπεδο της σύγκρουσης. Κατά συνέπεια, όλες οι τοπικές συγκρούσεις περιορίζονταν  από την κύρια. Αυτός ο εξαιρετικά σταθερός κόσμος τελείωσε καθώς η μια από τις δυο υπερδυνάμεις κατέρρευσε. Ένας καινούργιος δεν τον έχει διαδεχθεί. Έχουμε εισέλθει σε μια περίοδο αταξίας.

Η ιδεολογία της ελεύθερης αγοράς δεν είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει την καινούργια κατάσταση. Δεν αναγνωρίζει την ανάγκη για μια παγκόσμια τάξη. Θεωρεί ότι η τάξη θα προκύψει από την αναζήτηση του ιδιαίτερου συμφέροντος από κάθε κράτος. Αλλά τα κράτη, καθοδηγούμενα από αρχή της επιβίωσης του πιο ευπροσάρμοστου, αφοσιώνονται στο πως θα διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητα τους και δεν προτίθενται να κάνουν καμιά θυσία για το κοινό καλό.

Δεν υπάρχει ανάγκη να κάνουμε δυσοίωνες προβλέψεις για την κατάρρευση του διεθνούς εμπορικού συστήματος για να δείξουμε ότι η οικονομία της ελεύθερης αγοράς είναι ασυμβίβαστη με την αντίληψη της ανοικτής κοινωνίας. Αρκεί να δούμε την αποτυχία του ελεύθερου κόσμου να δώσει ένα χέρι βοηθείας  μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού. Το σύστημα του ληστρικού καπιταλισμού που διαδέχτηκε τον κομμουνισμό στην Ρωσία είναι τόσο άδικο που ο κόσμος μπορεί εύκολα να καταφύγει σε έναν χαρισματικό ηγέτη που θα υπόσχεται εθνική αναγέννηση σε βάρος των πολιτικών ελευθεριών.

Εάν υπάρχει ένα δίδαγμα από αυτήν την ιστορία είναι ότι η κατάρρευση ενός καταπιεστικού καθεστώτος δεν οδηγεί αυτόματα στην εγκαθίδρυση μιας ανοικτής κοινωνίας. . Η ανοικτή κοινωνία δεν είναι απλά και μόνον απουσία κυβερνητικής παρέμβασης και καταπίεσης.  Είναι μια πολύπλοκη, εκλεπτυσμένη δομή, και χρειάζεται πολύ προσπάθεια για να υλοποιηθεί. Μιας και είναι πιο πολύπλοκη  από το σύστημα που αντικαθιστά, μια ταχεία μεταλλαγή απαιτεί βοήθεια από τα έξω. Αλλά ο συνδυασμός ιδεών της ελεύθερης αγοράς, κοινωνικού δαρβινισμού και γεωπολιτικού ρεαλισμού που κυριαρχεί στις ΗΠ και το Ηνωμένο Βασίλειο στάθηκαν εμπόδιο στην ελπίδα για την δημιουργία ανοικτής κοινωνίας στην Ρωσία. Αν οι ηγέτες αυτών των χωρών είχαν μια άλλη λογική για τον κόσμο, θα μπορούσαν να είχαν δημιουργήσει σταθερές βάσεις για μια παγκόσμια ανοικτή κοινωνία.

Τη στιγμή της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης υπήρχε η ευκαιρία για τα Ηνωμένα Έθνη να λειτουργήσουν όπως είχαν αρχικά σχεδιαστεί. Ο Γκορμπατσόφ επισκέφτηκε τα ΗΕ το 1988 και σκιαγράφησε την οπτική του για την συνεργασία των δυο υπερδυνάμεων έτσι ώστε να φέρουν ειρήνη και ασφάλεια στον κόσμο.  Αλλά αυτή η ευκαιρία χάθηκε. Τα ΗΕ είναι πια τελείως αφερέγγυα ως ειρηνευτικός θεσμός.  Η Βοσνία αποτέλεσε για τα ΗΕ ότι η Αβησσυνία για την Ένωση των Εθνών το 1936.

Η παγκόσμια ανοικτή κοινωνία στερείται θεσμών και μηχανισμών για την διατήρησή της, και δεν υπάρχει πολιτική βούληση για την δημιουργία τους. Κατηγορώ την κυρίαρχη λογική που πρεσβεύει ότι η ανεμπόδιστη αναζήτηση του ατομικού συμφέροντος θα επιφέρει – μακροπρόθεσμα – ισορροπία. Πιστεύω ότι αυτή η πεποίθηση είναι λάθος. Πιστεύω ότι η έννοια της ανοικτής κοινωνίας χρειάζεται θεσμούς προστασίας και μπορεί να αποτελέσει έναν καλύτερο οδηγό δράσης. Όπως είναι σήμερα τα πράγματα δεν χρειάζεται να έχει κανείς πολύ φαντασία για να καταλάβει ότι η παγκόσμια ανοικτή κοινωνία που κυριαρχεί σήμερα είναι πολύ πιθανόν να αποδειχτεί ένα προσωρινό φαινόμενο.

 

Η ΥΠΟΣΧΕΣΗ ΤΟΥ «ΟΥΔΕΙΣ ΑΛΑΝΘΑΣΤΟΣ»

Είναι πιο εύκολο να καταδείξεις τους εχθρούς της ανοικτής κοινωνίας από το να δώσεις μια θετική περιγραφή αυτής της έννοιας. Αλλά χωρίς την τελευταία, η ανοικτή κοινωνία είναι εύκολο να πέσει θύμα των εχθρών της.  Είναι αναγκαίο να υπάρχει ένα κοινό συμφέρον για να κρατάει μια κοινότητα μαζί, αλλά η ανοικτή κοινωνία δεν είναι μια κοινότητα με την παλιά έννοια της λέξης.  Είναι μια αφηρημένη ιδέα, μια καθολική έννοια.  Πράγματι, υπάρχει κάτι που μπορούμε να αποκαλέσουμε ‘παγκόσμια κοινότητα’. Υπάρχουν κοινά συμφέροντα σε παγκόσμιο επίπεδο, όπως η προστασία του περιβάλλοντος και η αποτροπή του πολέμου. Αλλά αυτά τα συμφέροντα είναι σχετικά αδύναμα σε σύγκριση με τα ειδικά συμφέροντα. Σε έναν κόσμο που απαρτίζεται από κυρίαρχα κράτη, τα κοινά συμφέροντα δεν βρίσκουν πολλούς υποστηρικτές. Επιπλέον, η ανοικτή κοινωνία, ως καθολική έννοια υπερβαίνει όλα τα όρια. Οι κοινωνίες αντλούν την συνοχή τους από κοινές αξίες. Αυτές οι αξίες είναι ριζωμένες στην κουλτούρα, την ιστορία, και την παράδοση. Όταν μια κοινωνία δεν έχει όρια, που μπορούν να βρεθούν οι κοινές αξίες; Πιστεύω ότι υπάρχει μια και μόνον δυνατή πηγή: η έννοια της ανοικτής κοινωνίας καθαυτή.

Για να εκπληρώσει αυτό τον ρόλο η έννοια της ανοικτής κοινωνίας θα πρέπει να ξαναοριστεί. Αντί να υπάρχει μια βαθιά τομή μεταξύ ανοικτής και κλειστής, βλέπω την ανοικτή κοινωνία να κινείται σε ένα ενδιάμεσο χώρο, όπου τα δικαιώματα του ατόμου υπερασπίζονται αλλά όπου επίσης υπάρχουν κάποιες κοινές αξίες που κρατούν την κοινωνία μαζί. Αυτός ο ενδιάμεσος χώρος απειλείται από πολλές πλευρές. Από την μια μεριά κομμουνιστικά και εθνικιστικά δόγματα οδηγούν στην κυριαρχία του κράτους. Από την άλλη, ο καπιταλισμός της ελεύθερης αγοράς θα οδηγήσει σε μεγάλη αστάθεια και τελικά σε διάλυση. Υπάρχουν και άλλες πιθανότητες. Ο Lee Kuan Yew από την Σιγκαπούρη προτείνει ένα ασιατικό μοντέλο που συνδυάζει οικονομία της αγοράς και καταπιεστικό κράτος. Σε πολλά μέρη του κόσμου ο έλεγχος από το κράτος είναι στενά συνδεδεμένος με την δημιουργία ατομικού πλούτου έτσι ώστε μπορούμε να μιλάμε για ληστρικό καπιταλισμό, ή για ‘κράτος-γκάνγκστερ’, ως μια νέα απειλή για την ανοικτή κοινωνία.

Οραματίζομαι την ανοικτή κοινωνία ως μια κοινωνία ανοικτή στην βελτίωση. Ξεκινώ με την αποδοχή ότι όλοι κάνουμε λάθη, το οποίο ισχύει καλύπτει και τις νοητικές μας δομές και τους θεσμούς μας. Ότι είναι ατελές μπορεί να βελτιωθεί με τη διαδικασία δοκιμής-λάθους. Η ανοικτή κοινωνία όχι μόνο επιτρέπει αυτή τη διαδικασία αλλά την ενθαρρύνει με το να εμμένει στην ελευθερία της έκφρασης και στην προστασία της διαφωνίας. Η ανοικτή κοινωνία ανταποκρίνεται στο όραμα της συνεχούς προόδου. Από αυτή την άποψη έχει σχέση με την επιστημονική μέθοδο. Αλλά, η επιστήμη έχει στην διάθεση της αντικειμενικά κριτήρια – δηλαδή γεγονότα με τα οποία η πρόοδος μπορεί να κριθεί.  Δυστυχώς, όσον αφορά τις ανθρώπινες καταστάσεις τα γεγονότα δεν μπορούν να προσφέρουν κάποιο αξιόπιστο κριτήριο αλήθειας. Χρειάζεται βέβαια να συμφωνήσουμε σε κάποια αποδεκτά κριτήρια με βάση τα οποία θα μπορούμε να κρίνουμε τι είναι σωστό ή λάθος. Όλες οι κουλτούρες και οι θρησκείες παρέχουν τέτοια κριτήρια. Οι ανοικτές κοινωνίες δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς αυτά. Ο νεωτερισμός της ανοικτής κοινωνίας είναι το ότι ενώ οι περισσότερες κουλτούρες και θρησκείες βλέπουν τις αξίες τους ως απόλυτες, μια ανοικτή κοινωνία, η οποία έχει επίγνωση ότι υπάρχουν πολλές κουλτούρες και θρησκείες, είναι επιτακτικό να αντιμετωπίζει  της δικές της κοινές αξίες ως ένα ζήτημα διαλόγου και επιλογής. Για να γίνει όμως αυτός ο διάλογος εφικτός θα πρέπει να υπάρχει γενική συμφωνία σε ένα τουλάχιστον σημείο: ότι η ανοικτή κοινωνία είναι μια επιθυμητή οργάνωση κοινωνίας. Οι άνθρωποι θα πρέπει να είναι ελεύθεροι να σκεφτούν και να δρουν υποκείμενοι μόνο σε όρια καθοριζόμενα από το κοινό καλό.  Ακόμα και εκεί τα όρια είναι αναγκαίο να καθορίζονται μέσω δοκιμής-λάθους.

[…]

Εάν η απόλυτη αλήθεια δεν είναι δυνατόν να κατακτηθεί, πώς μπορούμε να αποδεχτούμε την αρχή «ουδείς αλάνθαστος» ως μια απόλυτη αλήθεια;

Αυτό μοιάζει με παραδοξολογία αλλά μπορεί να επιλυθεί.  Η πρώτη πρόταση, δηλαδή ο γεγονός ότι η κατανόηση του κόσμου είναι πάντα ατελής συνδυάζεται με την δεύτερη πρόταση: δηλαδή θα πρέπει να δεχτούμε την πρώτη πρόταση ως ένα άρθρο πίστης. Η ανάγκη μας για άρθρα πίστης γεννιέται από την αδυναμία μας να έχουμε απόλυτη γνώση. Εάν κατακτούσαμε την απόλυτη γνώση, δεν θα υπήρχε ανάγκη για διαφορετικές πίστεις. Αλλά για να αποδεκτούμε ένα τέτοιο τρόπο σκέψης θα πρέπει να αλλάξουμε εκ βαθέων το ρόλο της πίστης.

Οι πίστεις, ιστορικά, υπάρχουν για να δικαιολογούν συγκεκριμένους τρόπους συμπεριφοράς. Η λογική του «ουδείς αλάνθαστος» προσφέρει μια διαφορετική προσέγγιση. Η πίστη θα έπρεπε να αποτελεί ένα βοήθημα για να διαμορφώνουμε τη ζωή μας και όχι να μας υποχρεώνει να υπακούμε μια σειρά από δοσμένους κανόνες. Αν νομίζουμε ότι τα πιστεύω μας είναι εκφράσεις επιλογών μας, και όχι η ύστατη αλήθεια, είναι περισσότερο πιθανόν να ανεχθούμε τα πιστεύω των άλλων και να αναθεωρήσουμε τα δικά μας κάτω από το φως της εμπειρίας μας. Αλλά, βέβαια οι περισσότεροι άνθρωποι δεν χρησιμοποιούν τα πιστεύω τους με αυτό τον τρόπο. Τείνουν να αναγάγουν τα πιστεύω τους σε απόλυτες αλήθειες.  Αυτή η ταύτιση διαμορφώνει την ίδια τους την ταυτότητα. Η εμπειρία του να ζεις σε μια ανοικτή κοινωνία τους υποχρεώνει να απαρνηθούν την πίστη σε μια απόλυτη αλήθεια. Γι’ αυτό αισθάνονται χαμένοι.

Αν η ιδέα ότι «ουδείς είναι αλάνθαστος» είναι πολύ δύσκολο να γίνει αποδεκτή, τι την κάνει τόσο θελκτική; Το πιο δυνατό επιχείρημα υπέρ της είναι τα αποτελέσματα της. Οι ανοικτές κοινωνίες τείνουν να είναι πιο πλούσιες, περισσότερο νεωτεριστικές, και να δίνουν πιο πολλά κίνητρα από τις κλειστές. Ο κίνδυνος που υπάρχει στο να έχεις την επιτυχία ως την μόνη βάση για μια πίστη είναι, αν η θεωρία μου για τον αναστοχασμό είναι έγκυρη, το ότι επιτυχία και δίκιο δεν είναι ταυτόσημα. Στις φυσικές επιστήμες οι θεωρίες πρέπει να είναι σωστές (υπό την έννοια ότι οι προβλέψεις και οι εξηγήσεις  αντιστοιχούν στα γεγονότα)  για να είναι ικανές να λειτουργήσουν (υπό την έννοια της παραγωγής χρήσιμων προβλέψεων και εξηγήσεων). Αλλά στη σφαίρα του κοινωνικού αυτό που είναι αποτελεσματικό δεν είναι αναγκαία και σωστό […] Όπως είπα και προηγουμένως, η λατρεία της επιτυχίας έχει γίνει πηγή αστάθειας για την ανοικτή κοινωνία, γιατί είναι ικανή να υπονομεύσει την αίσθηση του τι είναι σωστό ή λάθος. Αυτό συμβαίνει σήμερα.[…]

Πιστεύω στην ανοικτή κοινωνία γιατί μας επιτρέπει να αναπτύξουμε τις δυνατότητές μας καλύτερα από άλλα συστήματα που ισχυρίζονται ότι κατέχουν την απόλυτη αλήθεια. Το να παραδέχεσαι ότι η αλήθεια είναι αδύνατη προσφέρει περισσότερες δυνατότητες ελευθερίας και ευημερίας.  Αλλά εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα. Είμαι αρκετά αφοσιωμένος στην αναζήτηση της αλήθειας και γι’ αυτό πιστεύω στην ανοικτή κοινωνία, αλλά δεν είμαι σίγουρος ότι άλλοι άνθρωποι μοιράζονται τις ίδιες απόψεις με μένα. […] Η αλήθεια δεν είναι απαραίτητη για την επιτυχία. Είναι δυνατόν να επιτύχεις διάφορους σκοπούς με το να διαστρέψεις ή να αρνηθείς την αλήθεια. Οι άνθρωποι κοιτούν πως να επιτύχουν τους σκοπούς τους παρά το πως θα αποκτήσουν την αλήθεια. Μόνο σε ένα υψηλό επίπεδο αφαίρεσης, όταν αναρωτιόμαστε για το νόημα της ζωής, η αλήθεια γίνεται πολύ σημαντική. Ακόμα και τότε η αυταπάτη μπορεί να είναι προτιμότερη από την αλήθεια, μιας και η ζωή συνεπάγεται τον θάνατο και ο θάνατος είναι πολύ δύσκολο να γίνει αποδεκτός. Μπορούμε να πούμε ότι η ανοικτή κοινωνία είναι η καλύτερη μορφή κοινωνικής οργάνωσης για να αντλήσεις ότι καλύτερο υπάρχει στη ζωή, ενώ η κλειστή κοινωνία είναι η μορφή κοινωνίας που ταιριάζει καλύτερα στο θάνατο. Σε τελική ανάλυση το να πιστεύεις στην ανοικτή κοινωνία είναι ζήτημα επιλογής, και όχι ζήτημα λογικής αναγκαιότητας.

Επιπλέον, ακόμα και αν οι έννοιες της ανοικτής κοινωνίας γίνονταν αποδεκτές από όλους αυτό δεν θα ήταν αρκετό για να διασφαλίσει ότι η ελευθερία και η ευημερία θα κυριαρχήσουν. Η ανοικτή κοινωνία προσφέρει απλώς ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο διαφορετικές απόψεις πάνω σε κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα μπορούν να συμβιβαστούν. Δεν προσφέρει κοινωνικούς στόχους. Εάν το έκανε, δεν θα ήταν μια ανοικτή κοινωνία. Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι θα πρέπει να έχουν και άλλα πιστεύω εκτός από αυτό της ανοικτής κοινωνίας. Μόνο σε μια κλειστή κοινωνία η πίστη σε μια ανοικτή κοινωνία προσφέρει κίνητρο για πολιτική δράση. Σε μια ανοικτή κοινωνία δεν μπορείς να είσαι απλά δημοκράτης. Μπορείς να είσαι φιλελεύθερος, σοσιαλδημοκράτης, χριστιανοδημοκράτης ή κάποιο άλλο είδος δημοκράτη. Κοινή πίστη στην ανοικτή κοινωνία είναι μια αναγκαία αλλά όχι απαραίτητη συνθήκη για ελευθερία και ευημερία και όλα τα άλλα καλά που μια ανοικτή κοινωνία προσφέρει.

Είναι εμφανές ότι η έννοια της ανοικτής κοινωνίας είναι μια ανεξάντλητη πηγή προβλημάτων. Αυτό πρέπει να το περιμένουμε. Γιατί τελικά μια ανοικτή κοινωνία βασίζεται στο ότι οι άνθρωποι αναγνωρίζουν ότι κάνουν λάθη. Πράγματι είναι πολύ λογικό το ότι το ιδεώδες της ανοικτής κοινωνίας δεν μπορεί να κατακτηθεί ποτέ. Θα ήταν αντιφατικό να υπήρχε μπούσουλας για το τι σημαίνει ανοικτή κοινωνία. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα πρέπει να παλεύουμε γι αυτήν. Στην επιστήμη επίσης η απόλυτη αλήθεια είναι κάτι το αδύνατο. Όμως δείτε τι πρόοδος έχει γίνει αναζητώντας την. Παρόμοια, η ανοικτή κοινωνία μπορεί είτε να προσεγγιστεί σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό.

Η δημιουργία μιας πολιτικής και κοινωνικής ατζέντας με βάση ένα φιλοσοφικό και επιστημολογικό επιχείρημα μοιάζει αδύνατη. Αλλά μπορεί να γίνει. Υπάρχει ένα ιστορικό προηγούμενο. Ο διαφωτισμός υπήρξε η εξύμνηση της δύναμης του Ορθού Λόγου, και υπήρξε η έμπνευση  για την Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας και της Χάρτα των Δικαιωμάτων . Η πίστη στον Ορθό Λόγο οδηγήθηκε στα άκρα με την γαλλική επανάσταση, με δυσάρεστα επακόλουθα. Εντούτοις ήταν η αρχή του μοντερνισμού. Έχουμε πίσω μας μια εμπειρία διακοσίων χρόνων με την Εποχή του Ορθού Λόγου και ως λογικοί άνθρωποι θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ο Ορθός Λόγος έχει περιορισμούς. Ο καιρός είναι ώριμος για την ανάπτυξη ενός νοητικού πλαισίου βασισμένου στην ιδέα του «ουδείς αλάνθαστος». Όπου ο Ορθός Λόγος  απέτυχε, το «ουδείς αλάνθαστος» μπορεί να επιτύχει.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ