του Ανδ. Μακρίδη*
Η γλώσσα των Κυπρίων παρουσιάζεται σήμερα μαστιζόμενη από ποικίλες ασθένειες, οι οποίες, πραγματοποιώντας συνεχείς μεταλλάξεις, την παραμορφώνουν και την τερατοποιούν.
Σε άρθρο του, ο καθηγητής της φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, κ. Δημήτρης Παπαδής, διαπιστώνει τα πιο κάτω:”Τα ελληνικά της Κύπρου – οι εξαιρέσεις δεν μεταβάλλουν τον κανόνα- πάσχουν από έλλειψη λεξιλογικού πλούτου, δομικής ευελιξίας και πλαστικότητας, συνθετικής ευχέρειας και γραμματικής και συντακτικής πειθαρχίας” (Φιλελεύθερος: 12.11.1994)
Παραφράζοντας τον στίχο του Σεφέρη, ο Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος έγραφε σε άρθρο του στην κυπριακή εφημερίδα Ελευθεροτυπία (28.10.1994): “ Όπου και να ταξιδέψει κανείς στην Κύπρο, η Αγγλική τον πληγώνει”.
Οι νηφάλιες και ειλικρινείς αυτές διαπιστώσεις βρίσκονται σαφώς σε οξεία αντιπαράθεση με κάποιες προερχόμενες από Ελλαδίτες, κυρίως, που άκριτα και αστόχαστα, κατά την άποψή μου, κολακεύουν τους Κύπριους για την γλώσσα τους, ίσως “γοητευμένοι” από τους ήχους της διαλέκτου μας, είτε λόγω άλλων σκοπιμοτήτων και, κάποτε, ιδιοτελών υπολογισμών.
Είναι σε όλους γνωστές, για παράδειγμα, οι κολακείες του καθηγητή Δημήτρη Μαρωνίτη: “Σίγουρα μιλάτε μια χαρά και ακούγεσθε μια χαρά”, “δεν υπάρχει κανείς λόγος ανησυχίας για την εισβολή της αγγλικής στην ελληνική γλώσσα της Κύπρου. Είναι μάλιστα απαράδεκτη και σχεδόν επικίνδυνη η δραματοποίηση της εν λόγω εισβολής” (εφημερίδα ΣΗΜΕΡΙΝΗ, 1.10.1994).
Δυστυχώς η πραγματικότητα πληγώνει. Οι Κύπριοι έχουν πετάξει την γλώσσα τους στα σκουπίδια. Εγγράματοι και αγράμματοι συναμιλλώνται στις ξενογλωσσίες, στις ασυνταξίες και στη φθορά της γλώσσας μας, με την αδιαφορία και τη φυσικότητα τραυλίζοντος παπαγάλου! Αρνούνται τα ελληνικά προτιμώντας να μιλούν σε γλώσσα μιξοβάρβαρη, όπου κυριαρχεί η χρήση των αγγλισμών. Η εκποίηση του αδιαπραγμάτευτου αγαθού της γλώσσας μας, βλάπτουσα αδιακρίτως την Πανελλήνια Κοινή, όσο και την διάλεκτό μας, αποτελεί, βεβαίως, μόνο την κορυφή του παγόβουνου. Κάτω από τα έκδηλα γλωσσικά πταίσματα υποκρύπτεται η τραγική έκλυση του εθνικού φρονήματος, που απεμπολεί τον ελληνικό πολιτισμικό τρόπο, υποβαθμίζει την ελληνική μας κουλτούρα, αποποιείται το …ελληνικώς “σκέπτεσθαι” και απορρίπτει το ελληνικό ήθος.
Πριν δυόμισι χιλιάδες χρόνια, ο Ισοκράτης σημείωνε ότι “Έλληνας καλείσθαι τους της παιδεύσεως της ημετέρας μετέχοντας”. Δυστυχώς, οι σύγχρονοι Κύπριοι, θύματα της μαζικής ψύχωσης της αγγλολατρείας και του καταναλωτισμού, αδυνατούν να αντιληφθούν ότι, υιοθετώντας ή παπαγαλίζοντας την Αγγλική, μετέχοντας στον αγγλικό τρόπο και αγγλοποιούμενοι παντοιοτρόπως, αντιστρέφουν την Ισοκράτεια ρήση, η οποία θα μπορούσε να διατυπωθεί έτσι: “Άγγλους καλείσθαι τους Έλληνας, της παιδεύσεως της υμετέρας μετέχοντας”!
Η υποτίμηση της γλώσσας
Το γλωσσικό πρόβλημα στην Κύπρο θεμελιώνεται πρωτίστως πάνω σε μια βαθιά αντίληψη και νοοτροπία υποτίμησης της γλώσσας. Οι πλείστοι Κύπριοι θεωρούν την γλώσσα απλώς ως επικοινωνιακό μέσο και τίποτα περισσότερο. Η χρησιμότητα της γλώσσας περιορίζεται στη χρηστική της αξία, στο επίπεδο της συνεννόησης. Ως εκ τούτου, εάν οι χειρονομίες, οι γκριμάτσες, τα νεύματα, οι μορφασμοί, ή και οι ξένες λέξεις, υποκαθιστώντας την γλώσσα, επιτυγχάνουν τη …συνεννόηση, ουδεμία ανάγκη καθιστά απαραίτητη τη γλωσσική καλλιέργεια.
Η συνείδηση αυτή, σε συνάρτηση και με άλλους παράγοντες, ωθούν τον Κύπριο στον γλωσσικό εφησυχασμό, πρώτα, και ακολούθως στην γλωσσική αλλοτρίωση, που σταδιακά μετατρέπει τον άνθρωπο σε άγλωσσο ζώο.
Αξιομνημόνευτη είναι η θέση του καθηγητή της γλωσσολογίας Γ. Μπαμπινιώτη επί τούτου: “Ανήκω σ’ αυτούς, οι οποίοι πιστεύουν βαθιά πως η μητρική γλώσσα κάθε ανθρώπου και κάθε λαού δεν είναι απλό εργαλείο συνεννόησης, αλλά πολιτισμική κοινωνική και ατομική αξία, στοιχείο καθοριστικό της πολιτισμικής ύπαρξης του ανθρώπου. Αφού η συνείδησή μας για τον κόσμο, για τους άλλους και για τον εαυτό μας περνάει μέσα από έννοιες γλωσσικά δοσμένες και εκφρασμένες, η βαθύτερη ουσία του ανθρώπου είναι το πνεύμα και η γλώσσα του” (Ελευθεροτυπία: 28.10.1994)
Η υποτίμηση της γλώσσας, ως κληροδότημα της κοινωνίας των μεγάλων προς τους νέους, εμφανίζεται από την παιδική ηλικία και συνοδεύει τον άνθρωπο μέχρι τέλους.
Η μολυσματική γλωσσική επιδημία που μαστίζει την Κύπρο, σήμερα, εδράζεται στην υποτίμηση και στην ασέβεια προς την γλώσσα μας.
Κορυφαίο παράδειγμα υποτίμησης και περιφρόνησης της ελληνικής γλώσσας αποτελεί ο ίδιος ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, κ. Γλαύκος Κληρίδης (χωρίς να ήσαν καλύτεροι και άλλοι, τέως, Πρόεδροι). Ανθολογώ μερικά τεκμήρια:
✓ Ο Πρόεδρος Κληρίδης, σε διάσκεψη που οργάνωσε το Υπουργείο Εξωτερικών της Κύπρου για το Κοινοτικό Δίκαιο, μίλησε στα Αγγλικά. Όταν ερωτήθηκε γιατί, απάντησε το γνωστό: “Είναι ολίγον ντεμοντέ να γίνεται η γλώσσα εθνικό σύμβολο και παντιέρα”!!!
✓ Όπως συνήθως συμβαίνει στους πλείστους λόγους του, ο Πρόεδρος Κληρίδης, στην Σύνοδο Κορυφής της ΔΑΣΕ, ήταν, μαζί με ορισμένους τριτοκοσμικούς ηγέτες, οι μόνοι που μίλησαν στην Αγγλική, ή πιο σωστά σε άλλη γλώσσα από τη μητρική τους. Αυτό έγινε πιο προκλητικό, αφού λίγο προηγουμένως μίλησε στα ελληνικά ο Έλληνας υπουργός, κ. Παπούλιας.
✓ Ως γνωστόν, η οικογενειακή γλώσσα του προέδρου της κυπριακής Δημοκρατίας είναι η Αγγλική. Συνέπεια αυτού είναι ότι η Ινδή σύζυγος του κ. Κληρίδη, ζώντας στην Κύπρο περισσότερα από τα 40 χρόνια δεν έμαθε καθόλου ελληνικά, ενώ η κόρη του, βουλευτής Καίτη Κληρίδου, μόλις τα τελευταία χρόνια έμαθε να τραυλίζει λίγα ελληνικά.
✓ Στα γενέθλια του προέδρου, ολόκληρο το Υπουργικό Συμβούλιο, Βουλευτές και πολιτικοί ηγέτες, του τραγούδησαν ανερυθριάστως το Happy Birthday to you. Η σκηνή μετεδόθη και από την τηλεόραση, για να μάθει ολόκληρος ο κόσμος ότι οι Κύπριοι μιλούν στα Αγγλικά.
✓ Ο Πρόεδρος ονόμασε την νέα θαλαμηγό του “Kety” – LIMASSOL.
Το αρχαίο γνωμικό, “ιχθύς εκ της κεφαλής αυτού όζειν άρχεται”, βρίσκει εδώ την πλήρη δικαίωσή του. Εάν ο Πρόεδρος ενός λαού τόσο προκλητικά περιφρονεί την γλώσσα του έθνους, κατά μοιραίο τρόπο και ο λαός συμπορεύεται στην οδό της γλωσσικής ασχημοσύνης.
Οι γλωσσικές πληγές των Κυπρίων
1) Κυρίαρχο γλωσσικό πρόβλημα, το οποίο καταλογίζεται στο εθνικό και πολιτισμικό παθητικό των Κυπρίων είναι η ξενογλωσσία και πρωτίστως ο εξαγγλισμός της γλώσσας. Ο Κύπριος, κατά τον επιτυχέστατο όρο του Ανδρέα Παστελλά, συμπεριφέρεται γλωσσικώς ως “homo coloniensis”. Παρά την ανεξαρτησία του από τους Άγγλους, εξακολουθεί να συμπεριφέρεται ως εκούσιος δούλος της αγγλικής αποικιοκρατίας. Ευστόχως θα μπορούσε να παρατηρήσει κάποιος, ότι η Κύπρος δουλώθηκε στην Αγγλία μετά την απελευθέρωσή της από αυτήν και την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας!
Οι αγγλισμοί εισέρχονται και υιοθετούνται κατά χιλιάδες, ιδιαίτερα, στον χώρο των τεχνοκρατών, των μορφωμένων, των μικροαστών και μεγαλοαστών, όμως δυστυχώς και στον υπόλοιπο κόσμο. Πρόκειται για επονείδιστο φαινόμενο, εναντίον του οποίου ουδεμία αντίσταση προβάλλεται.
2) Δεύτερο στη σειρά γλωσσικό πρόβλημα είναι, κατά την άποψή μου, η φτώχεια του λεξιλογίου των Κυπρίων. Η λεξιπενία διογκώνεται από γενιά σε γενιά, με αποτέλεσμα ο σύγχρονος τελειόφοιτος των λυκείων, να μιλά με 2- 2 1/2 χιλιάδες λέξεις και λιγότερες τα αγροτικά κοινωνικά στρώματα.
Οι μαθητές του Γυμνασίου και του Λυκείου διδάσκονται στο μάθημα των ελληνικών “άγνωστες” λέξεις, όμως ως εκ θαύματος τις αποβάλλουν από τη μνήμη τους, συγκρατώντας ελάχιστες ή καθόλου. Αυτό οφείλεται, βεβαίως, σε μιαν αυτόματη εκκαθαριστική λειτουργία του συνειδησιακού τους μηχανισμού, που θεωρεί τον λεξιλογικό πλούτο άχρηστο γνωσιολογικό φορτίο.
Τις τελευταίες δεκαετίες εμφανίζεται, στα πλαίσια ενός μυθοποιημένου και θεοποιημένου λαϊκισμού, μια τεχνητή οργή ή μια περίχυση ειρωνείας εναντίον… λέξεων που θεωρούνται αρχαίες, καθαρευουσιάνικες ή λόγιες, κατά την άποψη του κάθε μουγγού και άγγλωσσου, δήθεν υποστηρικτή της… Δημοτικής. Και πράγματι, πολλοί Κύπριοι εννοούν τη χρήση της Δημοτικής μας γλώσσας ως μια δικτατορία, η οποία πραγματοποιεί αμείλικτες προγραφές και εκκαθαρίσεις εις βάρος κάθε παλαιότερης λέξης. Στην πραγματικότητα, πίσω από το φαινόμενο αυτό υποκρύπτεται η απροθυμία των Κυπρίων, να προσφέρουν χρόνο και κόπο, για την εκμάθηση της γλώσσας τους.
3) Τα γλωσσικά λάθη έχουν την τρίτη θέση, ανάμεσα στις γλωσσικές ασθένειες, που μαστίζουν του Κυπρίους. Υπό μορφήν καταρρακτώδους γλωσσικής καταιγίδας πλήττεται κανείς από λάθη της γλώσσας. Ο Τύπος, τα τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά κανάλια υποφέρουν κυριολεκτικά από δημοσιογράφους και εκφωνητές ανίκανους να αρθρώσουν σωστά την ίδια την γλώσσα τους. Οπωσδήποτε, το πρόβλημα δεν περιορίζεται στους πιο πάνω. Υπουργοί, Βουλευτές, πολιτικοί, Διευθυντές και εν γένει η πλειοψηφία της κυπριακής “αφρόκρεμας” συναγωνίζονται στα γλωσσικά λάθη, χωρίς ίχνος εντροπής!
Γραφικοί, πραγματικά, γίνονται κάποιοι που προσπαθούν προ του φακού της τηλεοράσεως, να εμφανισθούν ως περισπούδαστοι και παρα-μορφωμένοι διανοούμενοι. Εις το στόμα τους, τα αρχαία ρητά κατακρεουργούνται, οι τύποι της καθαρεύουσας ακρωτηριάζονται και γενικά η γλώσσα (στο στόμα τους) αισθάνεται ως να ευρίσκεται στον θάλαμο αερίων.
4)Πολύ σοβαρά προβλήματα προκαλεί και η ανάμεικτη χρήση της Πανελλήνιας Κοινής με το κυπριακό (διαλεκτικό) ιδίωμα.
Πλείστες τόσες φορές ακούς πολιτικούς και άλλους να χρησιμοποιούν ανάμεικτη την γλώσσα και την διάλεκτό μας. Πολλοί, πολιτικοί και μη, όταν στριμωχθούν από τις ερωτήσεις των δημοσιογράφων, ξαφνικά, εγκαταλείπουν την Πανελλήνια Κοινή και χρησιμοποιούν την διάλεκτο, ως έσχατο, ίσως, όπλο για να αντεπεξέλθουν. Η ψυχολογική ερμηνεία της μεθόδου αυτής είναι ολοφάνερη και δεν χρειάζεται επεξήγηση.
5) Οι κωμικές ασυνταξίες, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο των Κυπρίων, αναρίθμητες ποσοτικά και θλιβερές ποιοτικά, αποτελούν την… γαρνιτούρα της τούρτας! Πολλοί Κύπριοι, μιλώντας ή γράφοντας, έχουν καταντήσει γελωτοποιοί, οι οποίοι ψυχαγωγούν όσους αντιλαμβάνονται τα γλωσσικά τους ολισθήματα.
6) Πέραν των πιο πάνω, η γλωσσική μιζέρια πτώχευσε τόσο την γλώσσα των Κυπρίων, ώστε να χάσει ολοκληρωτικά την μουσικότητα και την αρμονία της, την πλαστικότητα και τον δυναμισμό της, τη δομική και συνθετική της άνεση, την αισθητική της αξία. Εν ολίγοις, ευρίσκεται σε στάδια προχωρημένης αποσύνθεσης, ενώ έχει αποξενωθεί από την τέχνη του λόγου και τις λογοτεχνικές ή ρητορικές καταβολές της, έχει γίνει μια γλώσσα ξερή, άκομψη και απειθάρχητη, σαν ανθώνας που ερημώθηκε!
Τα αίτια
Ο εντοπισμός των αιτίων της γλωσσικής δυσπραγίας και ανέχειας των Κυπρίων παρουσιάζεται αρκετά δύσκολος. Φαίνεται ότι πολλοί λόγοι, συνεργώντας ως παράνομη συμμορία, υποσκάπτουν και διαβρώνουν την γλώσσα μας. Ανάμεσα σε πολλά άλλα αίτια σημειώνω τα πιο κάτω:
α) Βασική αιτία, κατά την άποψή μου, αποτελεί η ανεξέλεγκτη τεχνολογική ανάπτυξη της εποχής και ο αχαλίνωτος και απερίσκεπτος ευδαιμονισμός, που τείνουν να μετατρέψουν τον άνθρωπο σε πρότυπο καταναλωτικής ηλιθιότητας. Ο υλικός ευδαιμονισμός σάρωσε σαν λαίλαπα, συλλήβδην, όλες τις αξίες της ζωής και μαζί τους και την αξία της γλώσσας. Οι φιλοδοξίες και οι πόθοι των ανθρώπων υποτάχθηκαν και περιορίσθηκαν στον πλουτισμό και στην απόκτηση των τεχνολογικών αγαθών, αφήνοντας στο περιθώριο τη γλώσσα και τα πολιτισμικά ιδεώδη. Η κενότητα και η στειρότητα που προκαλεί η τεχνολογική έξαρση πληρούνται αποκλειστικά, όχι με πνευματικότητα και δημιουργικότητα, αλλά με απαστράπτοντα υλικά αγαθά, τα οποία σήμερα επικυρώνουν και σηματοδοτούν την προσωπικότητα και την καταξίωση του ανθρώπου!
Ο άνθρωπος έχει μετατραπεί από “homo sapiens” σε “homo consumes”, κατά τον χαρακτηρισμό του Έριχ Φρομ, προσπαθώντας να “εξισορροπήσει το εσωτερικό του κενό με μια συνεχή και αυξανόμενη κατανάλωση” .
Ο βούρκος αυτός της χλιδής, που κάνει τον άνθρωπο “παρανάλωμα του πιο χοντρού ευδαιμονισμού” (Άγγελος Τερζάκης), έκαψε κυριολεκτικά και τη γλώσσα των Κυπρίων, αφήνοντας στη συνείδησή τους μόνο γλωσσικά κάρβουνα και ατάκες.
β) Η εισβολή της εικόνας αποτελεί άλλη μιαν έκφραση της τεχνολογικής εποχής και άλλη μιαν αιτία της γλωσσικής παρακμής. Η εικόνα, στη σύγκρουσή της με τον λόγο, έχει θριαμβευτικά κυριαρχήσει και απωθήσει τον λόγο. Τον έχει απομονώσει και περιορίσει σ’ ένα απογυμνωμένο επικοινωνιακό ρόλο, που φθίνει και αποστεώνεται όλο και περισσότερο.
Η εικόνα είναι κι αυτή προϊόν του τεχνολογικού πολιτισμού και της διαφήμισης. Παρουσιάζεται ακαταμάχητη, γιατί μαγεύει το αισθητήριο της όρασης, πρωτίστως όμως, γιατί απαιτεί μόνο πρόσληψη από τον άνθρωπο και όχι επιστροφή ή χρήση από κάποιο καλλιεργημένο αισθητήριο. Αντιθέτως, ο λόγος συνεπάγεται πρόσληψη, επεξεργασία και μάθηση και στη συνέχεια ορθή και καλλιεργημένη εξωτερίκευση.
Η “κοινωνικοποίηση” αυτή του έντεχνου λόγου προϋποθέτει χρόνο, κόπο και προσπάθεια, δεδομένα αντίθετα με το πνεύμα της εποχής. Ως εκ τούτου η εικόνα κυριαρχεί οικοδομώντας τη δυναστεία της στην παθητικότητα και αδράνεια του ανθρώπου, αλώνοντας και πυρπολώντας τον λόγο, αφού τον καθιστά σχεδόν άχρηστο.
Συμπερασματικά, θα έλεγα ότι μια κοινωνία, όσο πιο βαθειά βουλιάζει στη λάσπη του καταναλωτισμού, τόσο περισσότερο αλλοτριώνεται από το γλωσσικό αγαθό της. Αν φαντασθούμε ότι ο καταναλωτισμός και η τεχνολογία θα μετατρέψουν στο τέλος τον άνθρωπο σ’ έναν ευδαίμονα και τρισμακάριο “χοίρο” (χαρακτηρισμός του Άγγελου Τερζάκη), αυτός θα απολαμβάνει αποκλειστικά τα… χρυσά του βαλανίδια, τη βρόμικη λάσπη του και κυλιόμενος νυχθημερόν σ’ αυτή, θα γρυλλίζει υπερβλακωδώς, χωρίς ουδεμίαν ανάγκη λόγου.
γ) Μέγιστην απειλή εναντίον της γλώσσας συνεπάγεται και η ιλιγγιώδης εισβολή των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Βαθμηδόν καθιστούν άχρηστους και εξουδετερώνουν όλους τους μηχανισμούς της σκέψης και όλες τις λειτουργίες του εγκεφάλου, που αποτελούν το υπόβαθρο της γλώσσας. Η σκέψη, ιδιαιτέρως η σύνθετη σκέψη, η μνήμη, η κρίση, η φαντασία, η ανάπλαση και ανάκληση καταχωρίσεων στον εγκέφαλο, ο στοχασμός και όλες οι άλλες βουλητικές λειτουργίες του μυαλού αποδεκατίζονται, περιοριζόμενες σε ένα όλο και περισσότερο υποβαθμισμένο ρόλο. Είναι σαφές ότι μακροπροθέσμως θα περιορισθούν και αδρανοποιηθούν τόσο, όσο χρειάζεται για να πέσουν στον πιο μοιραίο, οργανικό μαρασμό και στην …αφασία.
Ο λόγος και η γλώσσα είναι εποικοδόμημα της σκέψης, είναι επιγέννημα του εγκεφάλου. Τα φωνήματα και οι λέξεις σχηματίζονται στον εγκέφαλο. Το φωνητικό σύστημα του ανθρώπου είναι το όργανο το οποίο αρθρώνει, δίνει φωνή στις εγκεφαλικές γλωσσικές επιθυμίες. Μοιραία και ανέκκλητα, λοιπόν, η συρρίκνωση και ο μαρασμός του μυαλού μας, οδηγεί στη γλωσσική καχεξία και αποστέρηση, αφαιρώντας από τον άνθρωπο το γλωσσικό του κεκτημένο και σέρνοντάς τον πίσω στην πρωτόγονη φύση του άναρθρου πιθηκανθρώπου.
Αυτό είναι το τίμημα της …”προόδου” και της …κομπιουτερομανίας που, ως εκσυγχρονιστική ψύχωση, πλήττει σήμερα τον άνθρωπο, εάν βεβαίως δεν συνέλθουμε και αν δεν αξιοποιήσουμε ορθότερα τις θετικά ανυπολόγιστες προοπτικές των ηλεκτρονικών υπολογιστών.
δ) Θύμα της τεχνολογικής ισοπέδωσης, ο Κύπριος υπέκυψε άνευ όρων και στην ψευδαπάτη της πολιτισμικής παγκοσμιοποίησης, θυσιάζοντας, στο όνομά της, τα αναφαίρετα και αδιαπραγμάτευτα πολιτιστικά του αγαθά.
Βεβαίως, η παγκοσμιοποίηση είναι φαινόμενο καθολικό, συνέπεια της ανάπτυξης των μέσων μαζικής επικοινωνίας, των μέσων επικοινωνίας, του τουρισμού, της τεχνολογίας και της αυξανόμενης επαφής των πολιτισμών. Αυτό όμως δεν πρέπει να σημαίνει ταυτόχρονα ριζική αποξένωση και αλλοτρίωση, άνευ όρων, από τις πολιτισμικές μας ρίζες και ιδιαιτερότητες.
Ο Κύπριος αντιμετωπίζοντας, με παρεξηγημένο τρόπο, την παγκοσμιοποίηση του πολιτισμού, νομίζει ότι για να ενταχθεί σ’ αυτόν πρέπει να προσφέρει ως θυσία την εθνική του κουλτούρα, την εθνική του παράδοση, το εθνικό του ήθος και πρωτίστως τη γλώσσα του! Ουσιαστικά αρνείται την εθνική του προσωπικότητα, υιοθετεί ένα ξένο και αταίριαστο εαυτό, νομίζοντας ότι με τη νέα αυτή παραχαραγμένη και πλαστή ταυτότητά του, θα ενταχθεί και θα ενσωματωθεί στον επικαλούμενο παγκόσμιο, ενιαίο πολιτισμό!
Αντιθέτως όμως, η αυταπάτη αυτή τον αποστασιοποιεί περισσότερο και τον απομονώνει. Για να γίνει ένας λαός αποδεκτός στη διεθνή κοινωνία, πρέπει να διαθέτει και να προσφέρει πολιτισμό, όπως ακριβώς, για να γίνει κάποιος συνέταιρος σε μιαν εταιρεία, πρέπει να μπορεί να προσφέρει στον συνεταιρισμό τα δικά του κεφάλαια!
Δυστυχώς, η ατελέσφορη και καταστροφική αυτή “παρεξήγηση” οδηγεί τον Κύπριο στην τραγική ευτέλεια της πολιτισμικής και γλωσσικής αυτογύμνωσης και αυτοκαταστροφής, γιατί νομίζει ότι, αυτοκτονώντας, γίνεται… παγκόσμιος πολίτης. Ασίγαστη και αιώνια είναι η ρήση του μουσικοσυνθέτη μας Βαγγέλη Παπαθανασίου ότι “Όσο πιο Έλληνας είσαι, τόσο πιο Οικουμενικός είσαι”.
Δυστυχώς, οι Κύπριοι εννοούν τον …διεθνισμό, ως εθνική παραίτηση, την ξενογλωσσία ως ένδειξη διεθνισμού, τη μίμηση των ξένων και τον πιθηκισμό, ως παγκοσμιοποίηση, την αλλοτρίωση, ως διαβατήριο εισόδου στην παγκόσμια κοινωνία! Το μόνο που κατορθώνουμε μ’ αυτά είναι να γινόμαστε ο φτωχός Λάζαρος, που επαιτεί στο κατώφλι των Ευρωπαίων και των Αμερικάνων, ή, πιο σωστά, ο χιμπατζής με τον σκούφο και την κόκκινη γραβάτα, που διασκεδάζει τους… “πολιτισμένους” πατρικίους της γης!
ε) Η παραίτηση του Κυπρίου από τον αγώνα της εθνικής πραγμάτωσης και η ανεπίγνωστη υποταγή του στους νέους θεούς της παγκοσμιοποίησης, του κοσμοπολιτισμού και του καταναλωτισμού, πέραν από κάθε προϋπόθεση αυτογνωσίας, αποτελούν τα βαθύτερα αίτια που οδήγησαν στο κατακουρέλιασμα των εθνικών μας χαρακτηριστικών, στην εξαχρείωση και στην πτώχευση της γλώσσας μας. Όπως διακηρύσσει και ο Κώστας Ζουράρις: “…Οι αριστοκράτες μιλούν ελληνικά, αγγλικά μιλούν οι μικρομεσαίοι ηλίθιοι” (Εβδομαδιαία Λεμεσός, 13-6-1998).
Ως εκ τούτου, το πρόβλημα δεν είναι απλώς γλωσσικό, αλλά πολιτικό και κοινωνικό. Το κιτρίνισμα και η καλπάζουσα ξήρανση του γλωσσικού μας δένδρου, οφείλεται στην απονέκρωση των ριζών, των εθνικών μας ριζών.
Ο Νίκος Φωκάς, εξετάζοντας ανάλογα γλωσσικά προβλήματα στον ελλαδικό χώρο, στο βιβλίο του ‘’Το γλωσσικό μας πρόβλημα είναι εξωγλωσσικό”, φθάνει στο ίδιο ακριβώς συμπέρασμα: “Το γλωσσικό μας πρόβλημα δεν είναι δυνατό να αυτονομηθεί από το γενικότερο εθνικό μας πρόβλημα, το πρόβλημα δηλαδή της εθνικής μας ταυτότητας, αλλά είναι αυτό τούτο το εθνικό μας πρόβλημα στη γλωσσική του έκφραση” (σελ. 120).
Η παρακμή του εθνικού φρονήματος και εκείνης της πηγαίας εθνικής υπερηφάνειας, που χαρακτήριζε άλλοτε τους Κυπρίους, ευθύνεται και για την εμφάνιση του Κυπριωτισμού, ο οποίος φθάνει στην ανιστόρητη ακρότητα να επιζητεί την …απέλαση της Πανελλήνιας Κοινής και την αναγωγή της κυπριακής διαλέκτου, σε νέα εθνική γλώσσα των Κυπρίων!
στ) Οι πιο πάνω συνιστώσες του γλωσσικού προβλήματος στην Κύπρο, σε συνάρτηση με την έλλειψη ιστορικής μνήμης και εθνικής αυτογνωσίας, προκαλούν τα σοβαρά προβλήματα της μειονεξίας και κατ’ ακολουθία της ασύστολης ξενομανίας. Ο Κύπριος, παρά την οικονομική ανάπτυξη του τόπου, το πέρασμα από τη γεωργική στη μικροβιομηχανική παραγωγή, την τουριστικοποίηση και τον νεοπλουτισμό, δεν τα κατάφερε ακόμη να αποβάλει την επίκτητη μειονεξία, που του προκάλεσε η σκλαβιά τόσων αιώνων, η οικονομική του μιζέρια, η γεωργοκτηνοτροφική του παράδοση και η απαιδευσιά. Το σύνδρομο του ραγιαδισμού, με κάποια πιο εκκομψευμένη μορφή, υποβόσκει στη συνείδησή του και επικρέμαται στην πλάτη του ως σάμα, που τον καθιστά ελεύθερο ραγιά.
Η παθολογική αυτή μειονεξία εκδηλώνεται ως μια ανήκεστη αγγλολατρεία και ξενολατρεία, η οποία τραυματίζει συνεχώς τον φιλελευθερισμό και την προσωπικότητά του, κρατώντας τις αποικιοκρατικές πληγές ανοικτές και εμποδίζοντας την πραγματική απελευθέρωση και χειραφέτησή του. Εκφράσεις της συνειδησιακής αυτής παθολογίας είναι και οι πιο κάτω:
✓ Θεοποίηση κάθε τι αγγλικού, ιδιαίτερα σε θέματα πολιτισμού και βιομηχανίας.
✓ Έκδηλη παραδοχή της πνευματικής ανωτερότητας των Άγγλων και των ξένων από τον δυτικό κόσμο.
✓ Μίμηση και υιοθέτηση αγγλόφερτων και ξενόφερτων πολιτισμικών και άλλων στοιχείων.
Τεκμήρια που καταδεικνύουν την απαράδεκτη αυτή νοοτροπία, ανάμεσα σε πολλά άλλα, είναι και τα εξής:
➡ Πλήρες ξεπούλημα της ελληνικής μας γλώσσας και γλωσσικός αφελληνισμός, δια της χρήσεως Αγγλισμών που, ως καταιγίδα, εισβάλλουν πανταχόθεν.
➡ Αγγλικές εμπορικές πινακίδες σε όλες τις πόλεις, ακόμα και στα χωριά.
➡ Μανιακή εκμάθηση της αγγλικής γλώσσας.
➡ Απεριόριστη αύξηση των αγγλικών σχολών και κολεγίων.
➡ Η αγγλική, απαραίτητο προσόν για διορισμό στη δημόσια υπηρεσία και προαγωγή.
➡ Ανεξέλεγκτη μετάκληση εμπειρογνωμόνων για κάθε θέμα στην Παιδεία, Οικονομία, Βιομηχανία κ.λπ.
➡ Αναγνώριση των αγγλικών Πανεπιστημίων ως των ανώτερων στον κόσμο.
➡ Υιοθέτηση αγγλικών συστημάτων και προγραμμάτων σε όλα τα επίπεδα, κ.ά.
Αν και υπάρχουν οπωσδήποτε και εξαιρέσεις, οι αγγλολαγνεία αυτή καταβασανίζει και μαστίζει όλα τα κοινωνικά στρώματα, κορυφούται όμως στους τεχνοκράτες, στους μικρομεσαίους, στους νεόπλουτους και στους πολιτικούς. Έτσι ο Κύπριος παραμένει έρπων ουραγός και αγγλολιγούρης, που αίρει τον αποικιοκρατικό σταυρό μιας καταθλιπτικής, καραγκιοζίστικης μοίρας!
Ασφαλώς η σύντομη αυτή εργασία δεν αναλύει, ούτε και ψηλαφεί όλα τα αίτια του σοβαρού γλωσσικού προβλήματος των Κυπρίων. Θα μπορούσε κανείς να επεκταθεί και σε πλείστα άλλα. Επιγραμματικά σημειώνω και τα πιο κάτω:
➡ Η κοσμοπολίτικη σύνθεση της σύγχρονης πληθυσμιακής γεωγραφίας της Κύπρου, όπου συμβιούν: Έλληνες, Άγγλοι, άλλοι δυτικοί, Τουρκοκύπριοι, Μαρωνίτες, Αρμένιοι, αλλά και Άραβες, Ρώσοι, Βούλγαροι, Ρουμάνοι, Φιλιππινέζοι, Σριλανκέζοι κ.ά.
➡ Η παράδοση της αγωγής, και ιδιαιτέρως της γλωσσικής αγωγής των παιδιών μας, σε Φιλιππινέζες και άλλες οικιακές βοηθούς.
➡ Η υποβάθμιση των Ελληνικών και της Ιστορίας στο αναλυτικό πρόγραμμα της Μέσης Εκπαίδευσής μας.
➡ Η κατάργηση των Αρχαίων Ελληνικών στα σχολεία μας.
➡ Η μείωση του αριθμού των Κυπρίων που φοιτούν σε ελληνικά Πανεπιστήμια.
➡ Η καθιέρωση της αγγλικής ως γλώσσας διδασκαλίας σε σχολές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
➡ Η κάκιστη αντιμετώπιση του αυξανόμενου τουρισμού.
➡ Η εμπαθής χρήση της διαλέκτου σε επίπεδα διδασκαλίας και επισήμων βημάτων, από Κυπριωτιστές και ημιμαθείς, ανυποψίαστους φολκλοριστές.
➡ Η καθίζηση της ελληνικής κουλτούρας και η αντικατάστασή της από τη δυτικοευρωπαϊκή.
➡ Ο ανυπόφορος λαϊκισμός, που μαστίζει τον κυπριακό πληθυσμό κ.ά.
Εν κατακλείδι, ο Κύπριος, τουλάχιστον στο γλωσσικό και ευρύτερα στον πολιτισμικό τομέα, έχασε τη γλωσσική του αυτοπεποίθηση και υπερηφάνεια, έχασε εκείνο το αγέρωχο και εκρηκτικό ταμπεραμέντο, που τον χαρακτήριζε σε αρχαιότερες φάσεις της ζωής του σ’ αυτό το νησί, με αποτέλεσμα να συμπεριφέρεται ως γλωσσικός ζήτουλας, που ζητιανεύει τα γλωσσικά αποφάγια των Άγγλων και των δυτικών. Από …αριστοκράτης της γλώσσας εξέπεσε σε γλωσσικό πληβείο και γλωσσορακένδυτο, πειναλέο επαίτη!
Λεμεσός, Αύγουστος 1998.
*Φιλόλογος – Ιστορικός