Του Νίκου Εγγονόπουλου από το ‘Αρδην τ. 92 με αφιέρωμα στο ελλνικό θέατρο σκιών
Ο Καραγκιόζης είναι ο γνήσιος θεατρικός εκπρόσωπος της λαϊκής ψυχής, των λαϊκών τάσεων και διαθέσεων, των λαϊκών πόθων κι επιθυμιών. Με πολλή κομψότητα, με πολλή διακριτικότητα, αλλά και με αρκετή, ενίοτε, δύναμη. Μ’ αυτή τη συνήθεια που έχουμε, του «ποιος είσαι συ και ποιος είμαι γω», εδώ όπου ο καθείς έχει μια τόσο βαθειά, και πόσο εύθικτη, συνείδηση της «ανθρωπίνης του αξιοπρεπείας», κι’ όπου στο ίδιο μέρος είναι πολύ φυσικό να εμφανισθούν, ταυτόχρονα, πλάι πλάι, ένας δισεκατομμυριούχος εφοπλιστής ή μεγαλοβιομήχανος και διακόσιοι τόσοι φουκαράδες, τα επεισόδια του Καραγκιόζη διατραγωδούν τα μαρτύρια του κοσμάκη και τις βασανισμένες του προσπάθειες «ναν τά βγάλη πέρα», «ναν τα ξεκεφαλώση». Ας μη μας γελούν οι μορφές του πασσά, των θυγατέρων του (οι βεζυροπούλες), οι αυλικοί του (αυλοκόλακες) και οι λοιποί που τον ακολουθούν. Δεν είναι κανένα κατάλοιπο, όπως είναι φυσικό να το φανταστή κανείς, της «προελεύσεως» τού Καραγκιόζη. Απλούστατα συγκαλύπτουν τη μορφή του «κακού πλουσίου» του Ευαγγελίου, του σκληρού, του άκαρδου, του φιλάργυρου, του ακαταλόγιστου, που βασανίζει τους αδυνάτους που είχαν την ατυχία να πέσουν στα νύχια του, ενώ πιστεύει, και το διαλαλεί μεγαλόφωνα, πως είναι δίκαιος και αλάνθαστος, αγαθός και πονόψυχος!
Ο ελληνικός Καραγκιόζης είναι βαθύτατα πατριώτης, γνώστης των αρετών και των παραδόσεων της Φυλής. Όμως αδιαφορεί για την πατρίδα και την καταγωγή του δυνάστη, αρνείται να του αναγνώριση, με κάθε τρόπο, οποιαδήποτε ειδική εθνικότητα και τον απωθεί, απλούστατα, στη γενική συνομοταξία των «Τούρκων». Δίχως να είναι μισαλλόδοξος ή ξενόφοβος, ο Καραγκιόζης μας εφαρμόζει, με τον τρόπο του, τη ρήση του παλαιού φιλοσόφου: «Να αντιτάσσεται η βία στη βία».
Ο Καραγκιόζης, σαν κάθε λαϊκή τέχνη, εξελίσσεται σύμφωνα με τη δύναμη του εκάστοτε τεχνίτου που τον δουλεύει. Προχώρησε, και πλούτισε και τράνεψε, χάρις στους μεγάλους καραγκιοζοπαίχτες του παρελθόντος, σαν τον μεγάλο Δεδούσαρο, τον Μίμαρο, και τόσους άλλους. Τώρα περνάει μια κρίση «ακαδημαϊσμού». Ακόμη κι ο καραγκιοζοπαίχτης Μόλλας, που δεν ήταν κι από τους χειρότερους, δεν κατάφερε να ενσωματώσει απόλυτα τους νέους τύπους που δημιούργησε στο σύνολο του κλασσικού, πια, Καραγκιόζη. Κι ενώ ο Καραγκιόζης, παλαιότερα, αντλούσε πλούσια από την επικαιρότητα, ούτε νέο τύπο προσάρτησε πλέον, ούτε γεγονότα, σαν την εμφάνιση μέσα στην ιστορία της Ελλάδος του επάρατου Χίτλερ, μπόρεσε ν’ αξιοποιήση.
Στις τόσο δύσκολες συνθήκες που αντιμετωπίζει πάντα κάθε πνευματική επιδίωξη, τιμή ιδιαίτερη αρμόζει στους ελαχίστους σήμερα Καραγκιοζοπαίχτες, που διατηρούν ανιδιοτελώς, ηρωικά, πεισματάρικα, την παράδοση του ελληνικού θεάτρου σκιών. Οι θυσίες τους αξίζουν ιδιαίτερη έξαρση, γιατί κι αυτή η πρόσφατη ανταπόκριση των «κοσμικών κύκλων» στη γοητεία της οθόνης του Καραγκιόζη δε σημαίνει και σπουδαία πράγματα.
Απόσπασμα από το ομώνυμο βιβλίο (εκδ. Ύψιλον, 1981). Πρωτοδημοσιεύθηκε στο περιοδικό Λωτός, το 1969.