Αρχική » Η διδασκαλία της Ιστορίας στη Ρωσία

Η διδασκαλία της Ιστορίας στη Ρωσία

από admin
Συγγραφέας:

Τ. Βολόντινα

Οι δραματικές συγκρούσεις και οι ιδεολογικές μεταβολές που έχουν συντελεστεί κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας στη Ρωσία, αναπόφευκτα επηρέασαν την εκπαίδευση της χώρας και ειδικότερα τη διδασκαλία της Ιστορίας. Μπορούμε να εντοπίσουμε έναν αριθμό σχετικών προβλημάτων, που ξεκινούν από  την εμφάνιση νέων ιδεολογικών συμβόλων και φθάνουν μέχρι τις ανισότητες που παρουσιάζονται μεταξύ των σχολείων για πλουσίους και των σχολείων για φτωχούς. Η παρούσα έκθεση όμως θέλει να επικεντρωθεί σε δύο θέματα: Το πρώτο αφορά στη δημοτικότητα της Ιστορίας στη μαθητιώσα νεολαία της Ρωσίας, ενώ το δεύτερο εστιάζει στο πρόβλημα της εθνικής ταυτότητας και στο πώς τη διαχειρίζεται η διδασκαλία της1.
Η στάση των Ρώσων μαθητών απέναντι στην ιστορική εκπαίδευση παρουσιάζει  αξιοσημείωτες διαφορές από αυτήν της αμερικανικής και ευρωπαϊκής νεολαίας. Μελετώντας τα αμερικάνικα σχολεία, ο James W. Loewen παρατήρησε ότι οι γυμνασιόπαιδες μισούν την Ιστορία. «Στην κατάταξη των μαθημάτων τους με σειρά προτίμησης, η Ιστορία έρχεται πάντα τελευταία».  Ακόμη κι αν θεωρήσουμε ότι υπάρχει μια τάση υπερβολής στην άποψη αυτή του Loewen, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τη σημασία της παρατήρησής του. Ανάλογα φαινόμενα έχουν διαπιστωθεί σε πολλές χώρες της Δυτικής Ευρώπης.  Κατά τη δεκαετία του ’90, το γερμανικό Ινστιτούτο Koerber εκπόνησε μια ευρεία μελέτη με τίτλο «Νεολαία και Ιστορία: Πρόγραμμα συγκριτικής ευρωπαϊκής έρευνας για την ιστορική αυτοσυνειδησία των εφήβων»2.  Από ένα δείγμα 35.000 μαθητών, από είκοσι επτά χώρες της Δυτικής, Ανατολικής και Βόρειας Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένων της Τουρκίας, του Ισραήλ και της Παλαιστίνης, η μελέτη απέδωσε πλήθος πληροφοριών για τη διαπολιτισμική σύγκριση των κοινών αλλά και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της ιστορικής συνείδησης των νέων ανθρώπων3.  Στον ακόλουθο πίνακα, που βασίζεται στη μελέτη, παρατηρούμε ότι υπάρχει μεγάλη ποικιλία στο είδος της σχέσης των μαθητών με την Ιστορία συγκρίνοντας τις γενικές συμπεριφορές ως προς αυτήν4.  Οι θετικές (+) τιμές καταδεικνύουν ισχυρό παράγοντα, ενώ οι αρνητικές (-) ασθενή.

Όπως δείχνουν τα στοιχεία, οι μαθητές στη Σκωτία και στην Αγγλία/Ουαλία είναι μάλλον επιφυλακτικοί ως προς τις δυνατότητες που παρέχει η Ιστορία για να εξηγηθεί η σύγχρονη κοινωνία. Μάλιστα, πολλοί μαθητές στις χώρες αυτές βρίσκουν το αντικείμενο αντιπαθές. Μήπως οι διαφορές αυτές αντικατοπτρίζουν τη συσχέτιση διδακτικής μεθόδου και σημασίας του μαθήματος για τους μαθητές; Η μελέτη παρέχει άφθονες μαρτυρίες ότι οι Άγγλοι καθηγητές χρησιμοποιούν ένα πλήθος από μέσα, δραστηριότητες και εξεζητημένες μεθόδους διδασκαλίας, σε αντίθεση με τους Ρώσους συναδέλφους τους, οι οποίοι διηγούνται ιστορίες και χρησιμοποιούν κιμωλία, μαυροπίνακα και χάρτες. Οι χρησιμοποιούμενες μέθοδοι διδασκαλίας φαίνεται να εξηγούν τις διαφορές. Θεωρείται, επομένως, ότι η Ιστορία παρουσιάζεται ελκυστικότερη για τους Ρώσους μαθητές λόγω των πολιτισμικών συνθηκών, ειδικότερα αυτών της περασμένης δεκαετίας.
Το παρακάτω διάγραμμα εκφράζει σχηματικά τον βαθμό αισιοδοξίας στην αντιμετώπιση της Ιστορίας του ρωσικού έθνους, κατά το χρονικό διάστημα που περικλείεται ανάμεσα στα έτη 1985 και 1991. Η περίοδος από το 1988 έως το 1991, που παρουσιάζεται εδώ, ήταν ένα διάστημα ευφορίας, κατά το οποίο ο λαός ανακάλυπτε ξανά το παρελθόν του.

Η συζήτηση για την Ιστορία και την αναθεώρησή της γενικεύτηκε στις εφημερίδες, τα περιοδικά, τα τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά προγράμματα. Το σύνολο της χώρας διάβαζε, συζητούσε και σκεπτόταν γύρω από την Ιστορία, που είχε πρόσφατα αποσφραγισθεί. Μπορούσε να ακούσει κανείς ιστορικές αντιπαραθέσεις σε κάθε λεωφορείο, σε κάθε δρόμο. Παρά τις παθιασμένες συζητήσεις, οι περισσότεροι Ρώσοι πίστευαν ότι η μέθοδος για να ξαναγραφεί η Ιστορία ήταν απλή. Αρκούσε να συμπληρωθούν τα «κενά» του παρελθόντος με τη προσθήκη της δημοκρατίας, της ιδιωτικής περιουσίας και των ατομικών δικαιωμάτων – τα τρία θέματα που, προηγουμένως, υποτιμώνταν και που είχαν πια ανοίξει τον δρόμο για τη μελλοντική εξέλιξη της χώρας.
Με την γκλάσνοστ και την περεστρόικα, οι ιστορικές σπουδές άρχισαν να παρουσιάζουν σαρωτικές αλλαγές. Αναφερόμενος στα σχολικά βιβλία της σοβιετικής περιόδου, ένας φημισμένος Ρώσος ιστορικός απεφάνθη: «Σας διαβεβαιώ ότι δεν υπάρχει ούτε μία σελίδα χωρίς πλαστογράφηση.  Είναι ανήθικο οι νέοι άνθρωποι να εξετάζονται σε τέτοια βιβλία»5. Οι καθηγητές ήταν υπό αμφισβήτηση. Απολυτήριες εξετάσεις της Ιστορίας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση χρειάστηκε να αναβληθούν. Η κρισιμότητα της κατάστασης παρουσιάσθηκε σε ένα απολαυστικό γράμμα καθηγητή της Ιστορίας προς το περιοδικό Επιθεώρηση του Εκπαιδευτικού, στο οποίο περιέγραφε μια συνάντηση με πρώην μαθητές του. Κάποιος απ’ αυτούς του είπε: «Θα έπρεπε να σε κρεμάσω, Σεμιόν Μωύσεβιτς, και μαζί σου όλους τους καθηγητές Ιστορίας! Μας έφτιαξες ένα παραμύθι για ένα λαμπρό μέλλον και τώρα εμείς θα πρέπει να το πληρώσουμε»6. Οι μαθητές του Λυκείου μπορεί να κατηγόρησαν τους καθηγητές τους για τα ψέματα που τους δίδαξαν, αλλά την ίδια στιγμή ήθελαν να καταβροχθίσουν τη νέα ιστορική γνώση.
Η περίοδος της ευφορίας τελείωσε με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης.  Το γράφημα, από το 1992 και εντεύθεν, αποδίδει την πτώση του ηθικού και την άνοδο της σύγχυσης, της ενοχής, της ταπείνωσης και του φόβου για το οικονομικό μέλλον. Σχετικά λίγοι από τους πολίτες της Σοβιετικής Ένωσης ενδιαφέρονταν για τα σοβιέτ, αλλά οι περισσότεροι από αυτούς ενδιαφέρονταν πραγματικά για την Ένωση.  Είναι οδυνηρό να βλέπεις φίλους και συγγενείς στην Ουκρανία σαν ξένους (ίσως πιθανούς εχθρούς), και οικείες περιοχές σαν τμήματα ξένων χωρών. Οι άνθρωποι ξαφνικά ανακάλυψαν ότι, κάτω από τις νέες συνθήκες, η εθνική ζωή και μνήμη αχρηστεύθηκαν. Μια κοινωνιολογική μελέτη του 1995 έδειξε ότι το 30% του πληθυσμού της βορειοανατολικής Ουκρανίας έδωσε απαντήσεις που εκπλήσσουν αναφορικά με την ταυτότητά τους. Δεν θεωρούσαν τους εαυτούς τους Ρώσους ή Ουκρανούς, αλλά Σοβιετικούς7. Η αντίδραση αυτή δεν σημαίνει ότι επιθυμούν την επιστροφή στις κομμουνιστικές αξίες αλλά ότι, παρ’ όλα αυτά, αντιτίθενται στη διάλυση της ΕΣΣΔ.
Στη Ρωσία, κατά τα χρόνια της μετάβασης, δεν παρατηρήθηκε το κύμα της κοινωνικής αλληλεγγύης που χαρακτήρισε τη μετα-κομμουνιστική μεταρρύθμιση στην Ανατολική Ευρώπη και τις άλλες πολιτείες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Οι κάτοικοι των χωρών αυτών έβλεπαν ότι ξέφευγαν από την κυριαρχία της Μόσχας και πάλευαν για την αυτοδιάθεσή τους. Η Γεωργία, η Ουγγαρία, οι Βαλτικές Δημοκρατίες και τα άλλα κράτη, που κατηγορούσαν την ΕΣΣΔ ότι τους καταπίεζε, έστρεφαν τη δυσαρέσκειά τους κατά της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Οι Ρώσοι, αντιθέτως, θεωρούσαν ότι η χώρα τους χάνει το διεθνές κύρος και την επιρροή της.
Τα νέα βιβλία Ιστορίας που παρουσιάστηκαν στα ρωσικά σχολεία, στα μέσα της δεκαετίας του 1990, είχαν ένα επιτιμητικά αντικομμουνιστικό ύφος. Τα παιδιά θα έπρεπε να καταπιούν πικρές αλήθειες. Έγινε αποκαθήλωση των ηρώων της επανάστασης, που δεν περιορίστηκε μόνο στους μπολσεβίκους. Όλοι οι Ρώσοι επαναστάτες ηγέτες εκθρονίστηκαν. Τα κείμενα διαφήμιζαν τη δημοκρατία, την ιδιοκτησία και τα ατομικά δικαιώματα ως τις θετικές ιστορικές αξίες, παρόλο που το ρωσικό παρελθόν προσφέρει ελάχιστες μαρτυρίες γι’ αυτές.  Η δημοκρατία δεν ήταν ποτέ το δυνατό σημείο της προεπαναστατικής Ιστορίας, για να μην αναφερθούμε στη σοβιετική περίοδο.  Τα νέα βιβλία πληροφορούσαν τους μαθητές, ότι ο συντηρητισμός του τελευταίου των Ρώσων τσάρων οδήγησε τη χώρα στην επανάσταση, την οποία και κατέκριναν. ότι η πολιτική ολόκληρης της σοβιετικής περιόδου ήταν τρομοκρατική, στον ένα ή τον άλλο βαθμό. ότι όλοι οι κομμουνιστές ηγέτες ήταν είτε τύραννοι, όπως ο Λένιν και ο Στάλιν, είτε στενόμυαλοι γραφειοκράτες, όπως ο Χρουστσώφ και ο Μπρέζνιεφ.
Μελετώντας τα βιβλία αυτά, οι μαθητές κατέληγαν πολύ εύκολα στο συμπέρασμα ότι, όπως λέει η παροιμία, κάθε έθνος έχει την κυβέρνηση που του αξίζει. Με άλλα λόγια, ίσως το κύριο πρόβλημα να μην ήταν η κυβέρνηση αλλά ο ίδιος ο ρωσικός λαός. Ο τρόπος που τα νέα βιβλία αντιμετώπιζαν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, για παράδειγμα, εισήγαγε ένα αίσθημα εθνικής κατωτερότητας. Κατά τη σοβιετική περίοδο, το θέμα αυτό αποτελούσε, αντίθετα, πηγή υπερηφάνειας. Οι Ρώσοι συνέτριψαν τον φασισμό και δεν υπολόγισαν τις θυσίες για να πετύχουν την νίκη. Στα σχολικά βιβλία της δεκαετίας του 1990, όμως, η προσοχή στράφηκε στον αριθμό των θυμάτων του πολέμου8. Ανέφεραν ότι σκοτώθηκαν πενήντα εκατομμύρια άνθρωποι όλων των εθνικοτήτων. Η Ρωσία έχασε εικοσιοκτώ εκατομμύρια, ενώ η Γερμανία δεκαπέντε, παρ’ ότι πολέμησε για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και σε περισσότερα μέρη. «Άξιζε η στρατιωτική επιτυχία το ανθρώπινο κόστος;», θα αναρωτηθεί εύλογα ο μαθητής. Μήπως ήταν μια νίκη ηρωικών αλλά ανόητων ανθρώπων;  Επιπλέον, ως αποτέλεσμα του πολέμου στην Ανατολική Ευρώπη, ήρθαν στην εξουσία τα κομμουνιστικά καθεστώτα, αντικαθιστώντας το κτήνος του φασισμού με το τέρας του σταλινισμού.  Οι Ρώσοι ίσως σκεφτούν πως ο σταλινισμός ήταν μια πρόοδος σε σχέση με τον ναζισμό, αλλά ελάχιστοι θα συμφωνήσουν εύκολα με κάτι τέτοιο.
Από τα μέσα της δεκαετίας εκείνης, αρκετοί Ρώσοι άρχισαν να αντιδρούν έντονα στους αυτο-οικτιρμούς της μετασοβιετικής περιόδου. Οι ερωτήσεις για τη σχέση της Ρωσίας με την «Ευρώπη» και τη «Δύση» πέρασαν ξανά στο προσκήνιο. Ανήκουν ή όχι οι Ρώσοι στην Ευρώπη; Θέλουν άραγε να ανήκουν σ’ αυτήν; Καθώς οι Ρώσοι αντιμετώπιζαν για ακόμη μία φορά κριτικά το παρελθόν τους, οι διαφωνίες ανάμεσα στις αντιτιθέμενες πολιτικές ομάδες των «δυτικόφιλων» και των «πανσλαβιστών» ήρθαν στο προσκήνιο.  Η κοινή γνώμη μετακινήθηκε ξανά προς την κατεύθυνση του εθνικισμού και κάποιοι ηγέτες χρησιμοποίησαν ξανά στον πολιτικό τους λόγο θεωρίες για την ιστορική μοναδικότητα της Ρωσίας, ως αντίδοτο στη μετασοβιετική ασθένεια της ενοχής και του εξευτελισμού.
Την ίδια στιγμή, εμφανίστηκε μια ευρύτερη γκάμα ιστορικών εγχειριδίων για όλες τις σχολικές βαθμίδες, μια και όποιος είχε αρκετά χρήματα, μπορούσε να εκδώσει ένα και να το διαθέσει στην αγορά. Ένα τέτοιο βιβλίο, με τον ευδιάκριτο υπότιτλο «Βιβλίο Ιστορίας για την εμπέδωση της ρωσικής εθνικής συνείδησης», δεν ήταν παρά ένα μείγμα ξενοφοβίας και σωβινισμού9. Από την άλλη πλευρά, μόνο τα βιβλία που έχουν υποστεί αυστηρή επιστημονική αξιολόγηση έχουν το δικαίωμα να φέρουν την ένδειξη «Εγκεκριμένο από το Υπουργείο Παιδείας».
Όλα τα εγκεκριμένα σύγχρονα εγχειρίδια μπορούν να χωρισθούν σε δύο ομάδες, αυτά που τυπώθηκαν δημοσία δαπάνη και εκείνα που δημοσιεύθηκαν με ιδιωτική χρηματοδότηση. Τα δημόσια εγχειρίδια προσπαθούν να συνδυάσουν έναν μετριοπαθή εθνικισμό με την υψηλή εκτίμηση για τη δυτική κουλτούρα και Ιστορία.  Δίνουν έμφαση στις εθνικές πνευματικές αξίες και στα ρωσικά πολιτιστικά επιτεύγματα, αλλά, την ίδια στιγμή, αξιολογούν θετικά τις δυτικές οικονομικές επιδόσεις και τη δημοκρατική διακυβέρνηση. Κατ’ αντιδιαστολή, στα περισσότερα δυτικότροπα ιστορικά εγχειρίδια, που έχει εκδώσει το Ίδρυμα Σόρος, ο σεβασμός στο εθνικό παρελθόν ουσιαστικά απουσιάζει. Για παράδειγμα, τα παιδιά της Πέμπτης Δημοτικού μαθαίνουν ότι, κατά τον 18ο αιώνα, «κανείς δεν έκανε τίποτα άνευ διαταγής στη Ρωσία». Διδάσκονται ότι «οι Ρώσοι κολλήγοι δεν δούλευαν σκληρά, σε αντίθεση με τους δυτικούς αγρότες και εργάτες, που γνώριζαν ότι όσο πιο σκληρά δουλέψουν τόσο περισσότερα θα κερδίσουν».  Επί πλέον, λένε στους μαθητές ότι «τα δυτικά έθιμα είναι καλά, ενώ τα ρωσικά, πρωτόγονα»10. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τα βιβλία που παρήχθησαν με χρήματα του Ιδρύματος Σόρος προσέβαλαν πολύ κόσμο και ξεσήκωσαν δημόσιες διαμαρτυρίες.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Η συγγραφή του άρθρου αυτού χρηματοδοτήθηκε από την Russian Humanities National Foundation. Για τις αντιπαραθέσεις πάνω στην ιστορική εκπαίδευση στις ΗΠΑ και Αγγλία, βλέπε αντίστοιχα, Gary B. Nash, Charlotte Crabtree, και Ross E. Dunn, History on Trial: Culture Wars and the Teaching of the Past (New York: Alfred A. Knopf, 1997), και Robert Phillips, History Teaching, Nationhood, and the State: A Study in Educational Politics (London: Cassell, 1998).
2. James W. Loewen, Lies My Teacher Told Me: Everything Your American History Textbook Got Wrong (New Press, 1995), 1.
3. Magne Angvik and Bodo von Borries, eds., Youth and History: A Comparative European Survey on Historical Consciousness and Political Attitudes among Adolescents, Vols. A and B. (Hamburg, 1997).
4. Sharon Macdonald, ed., Approaches to European Historical Consciousness. Reflections and Provocations (Hamburg, 2000), 69.
5. Iurii Afanas’ev, «Perestroika i istoricheskoe znanie», Literaturnaia Rossia, 8 (June 1988).
6. Uchitelskaia Gazeta, October 10, 2000, 10.
7. Etnicheskie i Regional’nye Konflikty v Evrazii, vol. 2 (Moscow, 1997), 201.
8. Για παράδειγμα, Aleksandr Danilov, Liudmila Kosulina, Istoria Rossii, XX vek. 9th grade (Moscow, 1996), 249-250.
9. Oleg Platonov, Russkaia Tsivilizacia. Uchebnoe Posobie dlia Formirovania Russkogo Natsionalnogo Samosoznania (Moscow, 1995).
10. Βλέπε Elena Lisovskaya, «Analyzing New Russian Textbooks: Governmental Programs and Private Initiatives», International Journal of Education Reform, 6 (October 1997), 428-433.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ