Όταν μητέρα, νοικοκυρά και ναζί δολοφόνος είναι ένα και το αυτό
Του Κωνσταντίνου Μαυρίδη από τη Ρήξη φ. 113
Δεν έχει υπάρξει ιστορική περίοδος που να έχει εξεταστεί τόσο εξονυχιστικά και σε βάθος χρόνου όσο ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Το Ολοκαύτωμα των Εβραίων και η εκστρατεία εξολόθρευσης των σλαβικών πληθυσμών της Ανατολικής Ευρώπης έχουν καταγραφεί αναλυτικά και ο μηχανισμός εξόντωσης που δημιούργησαν οι ναζί είναι, πλέον, γνωστός σε κάθε ενδιαφερόμενο, ως και σε επίπεδο επιμέρους στρατοπέδων συγκέντρωσης και κινητών μονάδων θανάτου. Παρ’ όλα αυτά, οι περισσότεροι σύγχρονοι ιστορικοί πιστεύουν ότι έχει αγνοηθεί παντελώς η πραγματικότητα της συμμετοχής των Γερμανίδων γυναικών στο όργιο γενοκτονίας στην Ανατολική Ευρώπη και ειδικά του ρόλου τους ως εν ψυχρώ δολοφόνων.
Πραγματικά, στα χρόνια που ακολούθησαν τον Β΄ Π.Π. κατασκευάστηκε μια τεχνητή εικόνα της ταλαίπωρης Γερμανίδας «χάουσφραου», η οποία είχε μείνει στα μετόπισθεν ως πιστή σύζυγος και μαζορέτα του φύρερ, για να αντιμετωπίσει τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς και τις καθημερινές ελλείψεις σε είδη διατροφής. Η επίπλαστη αυτή εικόνα έχει αποδειχθεί εξαιρετικά ανθεκτική στον χρόνο, καθώς, μόλις τα τελευταία δέκα χρόνια ήρθαν στο φως νέα ιστορικά στοιχεία, που στοιχειοθετούν τη μαζική συνενοχή στο έγκλημα άνω των πεντακοσίων χιλιάδων νέων γυναικών μέσω της άμεσης συμμετοχής τους σε θέσεις-κλειδιά του μηχανισμού εθνοκάθαρσης του Γ’ Ράιχ.
Οι νέες αυτές Γερμανίδες ήταν δασκάλες, νοσοκόμες, γραμματείς, σύζυγοι και ερωμένες, που είδαν την αναδυόμενη ναζιστική αυτοκρατορία ως μια ανεπανάληπτη ευκαιρία για καλή καριέρα και γαμήλια ευτυχία στην «άγρια ανατολή». Τα ιστορικά στοιχεία δείχνουν ότι οι συγκεκριμένες γυναίκες υπήρξαν κάτι παραπάνω από «δολοφόνοι των γραφείων», ή παρηγορήτριες των φονιάδων ερωτικών τους συντρόφων και έπαιρναν ανοιχτά μέρος σε επιδρομές λεηλασίας και εκφοβισμού των κατοίκων στα γκέτα της Πολωνίας, της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας. Επίσης, ήταν παρούσες στις υπαίθριες συνεστιάσεις που λάβαιναν χώρα ταυτόχρονα με τις μαζικές εκτελέσεις πληθυσμών, όχι μόνο για να παρέχουν αναψυκτικά και φαγητό στους εκτελεστές, αλλά για να παίρνουν και οι ίδιες μέρος στις δολοφονίες. Ίσως, η χειρότερη κατηγορία από τις παραπάνω γυναίκες ήταν αυτή των συζύγων μελών των Ες Ες, ειδικά αυτών που, αν και είχαν μικρά παιδιά, ήταν ικανές για τις πλέον αποκρουστικές κτηνωδίες. Μία από τις γυναίκες αυτές ήταν η Έρνα Πέτρι.
Γεννημένη στο Χέρεσεν, ένα απομονωμένο, οπισθοδρομικό χωριό της Θουριγγίας, η Έρνα Κερμπς έβγαλε μόνο το δημοτικό και θα παρέμενε για πάντα στο πληκτικό χωριό της, αν το 1936, σε κάποια τοπική χοροεσπερίδα, δεν γνώριζε τον Χορστ Πέτρι, έναν αθυρόστομο νταή, στέλεχος των Ες Ες και του ναζιστικού κόμματος. Ο Πέτρι ήταν προστατευόμενος του δρα Βάλτερ Νταρέ, διευθυντή του Γραφείου Φυλής και Επανεγκατάστασης του Γ’ Ράιχ, που οραματιζόταν τον εποικισμό των σλαβικών εδαφών της Ανατολής από στρατιώτες-αγρότες τύπου Χορστ Πέτρι, με τη συνοδεία των γόνιμων, φυλετικά καθαρών, φαρδυκάπουλων συζύγων τους. Το 1938, το ζεύγος Πέτρι, έλαβε την πολυπόθητη άδεια γάμου από το γραφείο του Χάινριχ Χίμλερ με δώρο, για τη δεκαοκτάχρονη Έρνα, μια γυναικεία ποδιά κουζίνας στολισμένη με πολύχρωμες σβάστικες. Το δωράκι του Χίμλερ, αν και φαινομενικά κιτς, δεν ήταν σύμβολο οικιακής γαλήνης, αλλά συμβόλιζε τη θηλυκή έκφραση της γερμανικής υπεροχής υπό τη μορφή της τάξης και της καθαριότητας. Ο ρόλος των Γερμανίδων, κατά τα Ες Ες, ήταν να εκτελέσουν μια εκπολιτιστική αποστολή που εμπεριείχε την επιβολή «ανωτέρων» μεθόδων οικοκυρικής και οικιακής τάξης στα πρωτόγονα εδάφη της Ανατολής. Το καλοκαίρι του 1942, ο Χορστ και η Έρνα Πέτρι, μαζί με τα δυο τους παιδιά, αναχώρησαν για την Γκρζέντα της Πολωνίας, όπου τους δόθηκε προς εκμετάλλευση η κατασχεμένη φυτεία και το υποστατικό κάποιου Πολωνού γαιοκτήμονα. Η περιπέτεια στην «Άγρια Ανατολή» άρχιζε!
Η πολυτελής έπαυλη που θα στεγάζονταν οι Πέτρι δεν είχε καμία σχέση με την καταπιεστική οικογενειακή φάρμα στην Θουριγγία και το έδαφος ήταν πλούσιο και γόνιμο. Παρά τη χαρά της έναρξης της νέας τους ζωής, δύο μόλις μέρες από την άφιξή τους η Έρνα είδε τον σύζυγό της να δέρνει ανηλεώς δύο από τους εργάτες. Φαίνεται πως η βία ήταν καθημερινό στοιχείο της βουκολικής ζωής στο αγρόκτημα και εντεινόταν, καθώς η νίκη κατά της ΕΣΣΔ άρχισε να φαντάζει απίθανη. Από το 1943 και μετά ο Χορστ Πέτρι άρχισε να κάνει αυθαίρετες επιδρομές στα γειτονικά χωριά και να κυνηγά Εβραίους που κατάφερναν να το σκάσουν από τα τρένα που κατευθύνονταν στα στρατόπεδα εξόντωσης. Τα πτώματα μεταφέρονταν σε ένα αλσύλιο κοντά στο αγρόκτημα όπου θάβονταν σε χαντάκια που είχαν ανοίξει οι εργάτες. Η Έρνα Πέτρι, ακολουθώντας το παράδειγμα του συζύγου της, άρχισε να κακοποιεί κι αυτή τους εργάτες του υποστατικού και να χαστουκίζει τις υπηρέτριες για ασήμαντη αφορμή.
Κάποια μέρα, το καλοκαίρι του ’43, η Έρνα Πέτρι επέστρεφε με την άμαξα από την κοντινή πόλη όπου είχε πάει να αγοράσει προμήθειες. Ήταν μια ηλιόλουστη μέρα και κάποια στιγμή ο αμαξάς πρόσεξε κάτι στην άκρη του δρόμου. Ήταν έξι μικρά παιδιά ντυμένα με κουρέλια. Κατά την Πέτρι, «ήταν παιδιά που είχαν ξεφύγει από τον σταθμό του Σάσκοου»… «ήταν σίγουρα Εβραιόπουλα, γιατί ήταν γυμνά»… «τους Εβραίους τους ξεγύμνωναν για να ξεχωρίζουν από τους Πολωνούς και τους Ουκρανούς». Τα παιδιά ήταν φοβισμένα και πεινούσαν. Η Πέτρι τους έγνεψε να πλησιάσουν και τα πήγε στο αγρόκτημα όπου κέρδισε την εμπιστοσύνη τους δίνοντάς τους φαγητό. Αφού τα τάισε και ο σύζυγός της δεν φαινόταν, αποφάσισε να τα εκτελέσει η ίδια. Έτσι τα οδήγησε στο αλσύλιο με τα ανοιγμένα χαντάκια, τα παρέταξε με την πλάτη γυρισμένη και «τα πυροβόλησα ένα ένα στο πίσω μέρος του κεφαλιού, όπως έκαναν τα Ες Ες. Κανένα δεν προσπάθησε να ξεφύγει, γιατί ήταν εξουθενωμένα… αφού σκότωσα τα πρώτα δύο, τα υπόλοιπα άρχισαν να κλαίνε, αλλά δεν σταμάτησα να πυροβολώ». Μέχρι να εγκαταλείψουν οι Πέτρι την Γκρζέντα, τον Μάρτιο του 1944, λόγω της προέλασης του Κόκκινου Στρατού, η Έρνα θα σκότωνε άλλους τέσσερις ανθρώπους, ανάμεσά τους και δύο νεαρές γυναίκες.
Αν με το τέλος του πολέμου, το 1945, οι Πέτρι βρίσκονταν στη Δυτική Γερμανία, η ιστορία τους στην Γκρζέντα θα είχε ξεχαστεί, στα πλαίσια της μαζικής αμνηστίας που δόθηκε στα πρώην χαμηλόβαθμα μέλη των Ες Ες. Είχαν όμως την ατυχία να εγκλωβιστούν στην Ανατολική Γερμανία και εκεί οι αρχές ήταν αμείλικτες απέναντι στους πρώην ναζί με εγκληματικό παρελθόν. Έτσι, με βάση τις μαρτυρίες δεκαεπτά μαρτύρων κατηγορίας από την Πολωνία και την Ουκρανία, το ζεύγος Πέτρι κρίθηκε ένοχο για πολλαπλές ανθρωποκτονίες και ο μεν Χορστ καταδικάστηκε σε θάνατο διά απαγχονισμού, η δε Έρνα σε ισόβια κάθειρξη.
Το 1989, χρονιά της πτώσης του Τείχους του Βερολίνου, η Έρνα Πέτρι, που βρισκόταν ακόμη στη φυλακή, άδραξε την ευκαιρία της αλλαγής καθεστώτος για να πετύχει την αποφυλάκισή της, η οποία έγινε το 1992 για λόγους υγείας. Δημοσιεύματα της εποχής κάνουν λόγο για παρέμβαση υπέρ της Πέτρι της Stille Hilfe (Σιωπηρής Βοήθειας), της μυστικής οργάνωσης αλληλοβοήθειας των Ες Ες. Η ίδια οργάνωση πλήρωνε και το ενοίκιο του σπιτιού που παραχωρήθηκε στην Πέτρι μέχρι τον θάνατό της, αλλά και για τις διακοπές της στις Άλπεις, όπου παραθέριζε φιλοξενούμενη της Γκούντρουν Μπούρβιτς, κόρης του Χάινριχ Χίμλερ. Η Έρνα Πέτρι πέθανε τον Ιούλιο του 2000 σε ηλικία ογδόντα ετών. Στην κηδεία της παρέστησαν πάνω από διακόσια άτομα, όλοι οι κάτοικοι του χωριού και κάποιες δεκάδες τελείως άγνωστοι στην οικογένειά της. Ήταν η μία και μόνη Γερμανίδα που καταδικάστηκε για φόνο κατά τη διάρκεια του Β’ Π.Π
2 ΣΧΟΛΙΑ
Ο συγγραφέας βλέπει μόνο την μια πλευρά του νομίσματος. Στα νομίσματα υπάρχει όμως και μια άλλη πλευρά, η οποία την σήμερον δεν θεματοποιείται, γιατί κάποιοι αποφάσισαν, ότι οι Ναζί φταίνε για όλα. Δυστυχώς για τον συγγραφέα τα πράγματα δεν είναι έτσι και καλά θα έκανε, να δεί το θέμα λιγο πιο σφαιρικά. Και τότε, αν ήθελε, θα κατέληγε σε μια διαφοροποίηση του άρθρου του.
Δηλαδη πως ειναι το πιο σφαιρικά ; 500.000 γυναίκες Γερμανίδες υπηρέτησαν τους ναζί και συμμετείχαν αλλες περισσότερο και αλλες λιγότερο σε εγκλήματα κατα της ανθρωπότητας και έμειναν ατιμώρητες . Αυτές έζησαν καλα και αλλαγές καλύτερα ενω λαοί ολόκληροι υποφέρουν ακομα απο τις πληγές που δεν έκλεισαν ακομα .