Πρέπει κάποτε να το καταλάβουμε πως η θρησκεία αποτελεί μια πραγματικότητα ανεξάρτητα από τη δική μας βούληση και άσχετα εάν μας αρέσει ή όχι.
Προσωπικά (από οικογενειακή παράδοση) δεν πιστεύουμε σε κανένα θρησκευτικό δόγμα. Όμως σεβόμαστε αυτούς που πιστεύουν. Κι αυτοί δεν είναι η οποιαδήποτε αμελητέα ποσότητα.
Στα θέματα της θρησκείας, ιδιαιτέρως, οι διορατικοί ηγέτες κατά κανόνα κρατούσαν μία αιδήμονα ουδετερότητα. Ενώ όσοι νόμισαν ότι με βίαια μέσα είτε με άλλες μεθόδους ήταν δυνατόν να εξαλείψουν το θρησκευτικό αίσθημα έφεραν ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσματα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι γνωστές διώξεις της Σταλινικής Εποχής. Με αποτέλεσμα η επωδός της μακρόχρονης και σκληρής αυτής διαμάχης να καταγράψει με πανηγυρικό τρόπο ως κερδισμένες, αλλά και δεσπόζουσες σήμερα στο κοινωνικό προσκήνιο, την θρησκεία και την Εκκλησία!
Τα ιστορικά διδάγματα, όμως, για τους ανιστόρητους παλληκαράδες του “εκσυγχρονισμού” –τύπου Σηφουνάκη–, θα γίνουν κατανοητά όταν θα ’ρθει η ώρα του “λογαριασμού” και θα βρεθούν στον “εκλογικό πάτο”.
Ο βασικός και μαχόμενος αντίπαλος όλων των Δογμάτων πρέπει να θεωρείται, γενικά, μόνον η Επιστήμη. Η οποία, όπως είναι γνωστό, αγωνίζεται ασταμάτητα επί αιώνες για την αποκάλυψη της “αντικειμενικής” Αλήθειας. Και, κατά δεύτερο λόγο, οι διάφορες φιλοσοφικές Σχολές.
Ενώ τα κόμματα και τα πολιτικά ρεύματα, αντίθετα από την Επιστήμη, το καθένα από την σκοπιά του έχει ως δεδομένη τη δική του Αλήθεια για την συγκεκριμένη κοινωνική διαστρωμάτωση που εκπροσωπεί. Την οποία αλήθεια διατυπώνουν, όπως είναι γνωστό, συνήθως στα προγράμματά τους. Και αγωνίζονται να τα εφαρμόσουν.
Η απροσδόκητη και χονδροκομμένη παρέμβαση του Υπουργού Αιγαίου Νίκου Σηφουνάκη κατά του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου και υπέρ του Πατριάρχη Βαρθολομαίου κανένα καλό δεν προοιωνίζεται για τον τόπο μας. Δείχνει πόσο επικίνδυνη είναι η λεγομένη “εκσυγχρονιστική” ομάδα του Σημίτη για την πατρίδα μας. Και πόσο είναι ικανή να την βάλει σε θρησκευτικές περιπέτειες αν κατορθώσουν και ξυπνήσουν τον “κοιμώμενο” θρησκευτικό “Γίγαντα”, (παίρνοντας υπόψη μας πόσο ευαίσθητα είναι τα θρησκευτικά θέματα) και πόσο γεμάτη από αιματηρές συγκρούσεις είναι η ανθρώπινη ιστορία. Συνήθως από θρησκευτικούς εξοντωτικούς πολέμους και αλληλοσπαραγμούς.
Χρησιμοποιούν, ωστόσο, απροκάλυπτα τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο ως αντιπολίτευση στον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο. Γιατί ο Χριστόδουλος προβάλλει Αντίσταση στον εθνικό ξεπεσμό μας και στη διάλυση του ελληνισμού. Και αγωνίζεται να μην αναδειχτεί η Τουρκία (συνεπικουρούμενη κι από τον φιλοτουρκικό προσανατολισμό της Κυβέρνησης Σημίτη) σε περιφερειακή υπερδύναμη. Και η Ελλάδα σε δορυφόρο της Τουρκίας, είτε ως κατεχόμενα εδάφη της.
Εάν οι εκσυγχρονιστές διάβαζαν λίγο την ιστορία μας, θα “έβλεπαν” πως η σημερινή πολιτική εικόνα πολύ προσεγγίζει εκείνην πριν από την άλωση της Κων/λεως. Οι ίδιες αυταπάτες για την τουρκική “φιλία”. ως και μισθοφόρους τους χρησιμοποιούσαν. Μέχρι και την κόρη του αυτοκράτορα έδωσαν για γυναίκα στον Οχράν, γιο του Οσμάν (Οθμάν), ιδρυτή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Όμως εκείνο που τους ενδιαφέρει περισσότερο είναι το πώς να πλήξουν τον Χριστόδουλο βαφτίζοντάς τον χουντικό κι ας μην ήτανε χουντικός ο άνθρωπος.
Αν ο Χριστόδουλος ήτανε χουντικός επειδή λειτουργούσε ως απλός κληρικός επί χούντας, τότε όλοι οι δημόσιοι και θρησκευτικοί λειτουργοί επί χούντας, ίσως και οι περισσότεροι Έλληνες, θα έπρεπε, κατά τον Ν. Σηφουνάκη, να είναι χουντικοί!
Από την άλλη, προβάλλουν με όλα τα μέσα την “υψηλή” προσωπικότητα του Βαρθολομαίου. Και τον υποκινούν ως πολιτικό “αντίπαλο” της ελληνικής εκκλησίας με στόχο να την διασπάσουν. [Ήδη προσχώρησαν δέκα (10) ιεράρχες με το μέρος του Βαρθολομαίου]. Τον χρησιμοποίησαν μέχρι και για “αντιπερισπασμό” για να υποβαθμιστεί η επίσημη επίσκεψη του Πάπα στην Αθήνα, και για να μειωθεί ο εμπνευσμένος αντίλογος του Χριστοδούλου, κι ας ήτανε ο Ποντίφικας καλεσμένος από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Και ξεχνούν ότι ο μεν Χριστόδουλος, ως Αρχιεπίσκοπος, είναι θεσμός του ελληνικού κράτους. Εκλεγμένος δημοκρατικά από την ελληνική Ιερά Σύνοδο. Και άρρηκτα συνδεδεμένος με τα πεπρωμένα του ταλαίπωρου ελληνισμού.
Ενώ ο Βαρθολομαίος (όχι φυσικά από δική του υπαιτιότητα) δεν είναι εκλεγμένος από πουθενά. Είναι απλώς διορισμένος ως Πατριάρχης από τον Τούρκο Νομάρχη Κων/λεως. Τυγχάνει επίσης και Τούρκος υπήκοος. Και υπήρξε στο παρελθόν, όπως είναι γνωστό, και αξιωματικός του τουρκικού στρατού. Είναι ως ένα βαθμό και εκφραστής της τουρκικής πολιτικής. Κατηγορήθηκε για συκοφάντης του κουρδικού έθνους και του Α. Οτσαλάν. Ετάχθη υπέρ των βασανισμών και κατά των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (βλέπε Αθηναϊκή 26-12-1998). Μ’ αυτές όμως τις προϋποθέσεις είναι δυνατόν το Οικουμενικό Πατριαρχείο να παίξει τον ρόλο της κεφαλής και της συσπείρωσης των Ορθοδόξων Εκκλησιών;!
Αντί, δηλαδή, η κυβέρνηση Σημίτη και οι Σηφουνάκηδες να θέσουν θέμα απεξάρτησης του οικουμενικού πατριαρχείου από την τουρκική κηδεμονία –που προήλθε από κάποιες δυσμενείς “Συμφωνίες” του παρελθόντος– για να μπορέσει (το Πατριαρχείο) να παίξει τον ρόλο του ηγέτη της Ορθοδοξίας (σήμερα, μάλιστα, που αυτοί οι λαοί διατρέχουν τη μεγαλύτερη ηθικο-πολιτική κρίση από τις πιέσεις της Αμερικής και της “ρωμαιοκαθολικής” Ευρώπης και είναι έτοιμοι να “προσκυνήσουν” την “παγκοσμιοποίηση” του ΝΑΤΟ), στέλνουν για μικροπολιτική τον Βαρθολομαίο στη Μυτιλήνη να ευλογήσει την ελληνο-τουρκική “φιλία”. Γεγονός που προκάλεσε την οργή του γενναίου πατριώτη Δημήτρη Βουνάτσου, Νομάρχη της Λέσβου.
Ξεσηκώνουν και τον Μητροπολίτη Θηβών Ιερώνυμο να αμφισβητεί ως Αρχιεπίσκοπο ολόκληρης της Ελλάδας τον Χριστόδουλο. Διότι οι εκκλησίες των “Νέων Χωρών” δεν ανήκουν στην ελλαδική Εκκλησία σύμφωνα με τον Ιερώνυμο. (Νέες Χώρες θεωρούν: Κρήτη, Δωδεκάνησα, Άγιον Όρος κ.λπ). Διότι κάποια Ιερά Σύνοδος το 1850, όπως ισχυρίζεται, είχε αποφασίσει ότι η Εκκλησία της Ελλάδος θα διοικείται Αυτόνομα. (Της Ελλάδας, φυσικά, του 1850.)
Οι εκσυγχρονιστές, των οποίων ένθερμος θιασώτης τυγχάνει και ο Ν. Σηφουνάκης, αφού διέσπασαν πρώτα το Κίνημα και διέρρηξαν όλους τους ιδεολογικούς δεσμούς που ένωναν τα μέλη του Κινήματος, αφού “σνομπάρισαν” και τον ίδιο τον Ανδρέα, άνοιξαν το “ασκό του Αιόλου” και έφεραν την ελληνική κοινωνία στα μέτρα τους, δηλαδή στα σημερινά χάλια της. Όμως, για να ολοκληρωθεί το έργο της πολυδιάσπασης του ελληνικού λαού και για να παραλύσει κάθε ίχνος θέλησης για Αντίσταση, έβαλαν σε ενέργεια τη διάσπαση και της εκκλησίας.
Αλλά οφείλουμε ακόμα κάτι να προσθέσουμε σχετικά με τον “μεγάλο” κ. Σηφουνάκη. Πριν από ένα χρόνο επιτέθηκε δημόσια στον Χριστόδουλο: “Κύριε Χριστόδουλε”, έλεγε, “στα χρόνια της χούντας, όταν κάποιοι κατεβάσατε την ελληνική σημαία και ανεβάσατε τη σημαία με το πουλί, εμείς δώσαμε μάχες για τη δημοκρατία”. Επειδή έδωσε μάχες για τη Δημοκρατία, όπως λέει, σημαίνει ότι έχει το δικαίωμα να βρίζει χυδαία τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο και το Νομάρχη Δημήτρη Βουνάτσο;
Γιατί δεν βρίζει όμως ο κ. Σηφουνάκης και κάποιον άλλον που ήταν πρόσφατα Υπουργός Δικαιοσύνης; Ο οποίος επί χούντας υπήρξε και διώκτης των μαρξιστικών βιβλίων; Και κατέδωσε ενώπιον των χουντικών δικαστών δημοσιογράφο ως επικίνδυνο Κομμουνιστή. Ο οποίος, επί πλέον, πήρε επί χούντας και δάνειο και σύνταξη πρώην Ανθυπασπιστή! (Εδώ όμως καταπίνει τη γλώσσα του ο “παλληκαράς” και κάθεται φρόνιμα στο ίδιο υπουργικό τραπέζι).
Ο αναφερόμενος πρώην Υπουργός όμως, έχει πολύ πιο βεβαρημένο παρελθόν, διότι στην περίοδο της κατοχής υπήρξε ένστολος συνεργάτης των ξένων Κατακτητών. (Ούτε εδώ τολμάει να βγάλει γλώσσα ο κ. Σηφουνάκης διότι ο άλλος έχει… μεγαλύτερη γλώσσα)!
Μετά τιμής
Γεώργιος Μανδίκος
Αντιστασιακός
Αθήνα, 2.7.2001