Το να ρωτάει κάποιος τους ηγέτες του G8 τι πρέπει να γίνει για το χρέος του αναπτυσσόμενου κόσμου μοιάζει σα να ρωτάει τους φυλακισμένους στις φυλακές υψίστης ασφαλείας τι πρέπει να γίνει για το έγκλημα. Το χρέος είναι η άμεση συνέπεια της τραπεζικής δομής από την οποία πλουτίζουν οι χώρες του G8. Οι ηγέτες του είναι οι τελευταίοι άνθρωποι στη γη που θα έπρεπε να αναλάβουν την αντιμετώπισή του.
Το ίδιο ισχύει για τη φτώχεια στην Αφρική. Για 150 χρόνια, κάποια πλούσια κράτη αποφάσιζαν πώς θα έπρεπε να “βοηθήσουν” την Αφρική. Το νέο “Σχέδιο Μάρσαλ” του G8 για την ήπειρο δεν είναι πιο πεφωτισμένο από τα σχήματα που απεργάζονταν κάποια από τα μέλη του το 1860.
Το πρόβλημα δεν είναι οι αποφάσεις που λαμβάνει το G8. Το πρόβλημα είναι ότι τις αποφάσεις λαμβάνει το G8. Αυτό είναι τόσο προφανές που φαίνεται πως δεν χρειάζεται καν να αναφερθεί, αλλά μερικές από τις Οργανώσεις για την Ανάπτυξη που ασκούν κριτική στα νέα σχέδια του G8 δεν διαμαρτύρονται επειδή αυτά αποτελούν μια νέα μορφή αποικιοκρατίας, αλλά επειδή αυτή η αποικιοκρατία δεν χρηματοδοτείται επαρκώς. Διαβάζοντας τις αντιδράσεις μερικών από τις Οργανώσεις που για πολύ καιρό θαύμαζα, δεν μπορούσα να μην αναρωτηθώ με ποιον είναι.
Η σύγχυση επιτείνεται από την διαπίστωση, όσο οδυνηρή κι αν είναι, ότι οι ηγέτες του G8, ο τύπος και εκατομμύρια ανθρώπων για τους οποίους αυτά τα θέματα δεν είχαν νόημα ως ένα ή δυο χρόνια πριν, τα συζητούν τώρα επειδή έγιναν συγκρούσεις στους δρόμους. Δεν μπορεί να είναι αλήθεια το ότι ο Κάρλο Τζουλιάνι πέθανε άδικα.
Αντίθετα με εκείνους που περνούν τη ζωή τους κάνοντας ευγενικά διαβήματα, ο Κάρλο ανάγκασε τους οκτώ άνδρες στο Παλάτι των Δουκών να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους όπως ποτέ πριν στο παρελθόν, απέναντι στην κατηγορία ότι οι πράξεις τους είναι αθέμιτες.
Είναι μια θεμελιώδης πολιτική πραγματικότητα που πολλοί από αυτούς που ζουν σε μια άνετη μετριοπάθεια τείνουν να ξεχάσουν: η σύγκρουση είναι αναγκαία προϋπόθεση για την αλλαγή.
Το πρόβλημα βέβαια με τις συγκρούσεις στη Γένοβα είναι πως δεν ήταν πάντοτε καθαρό για ποιο λόγο κάποιοι χτυπιόντουσαν
Ο Ισλαμιστής ακτιβιστής Χάμζα Γιουσούφ Χάνσον διακρίνει δύο μορφές πολιτικής δράσης. Ορίζει την αραβική λέξη χαμάς ως ενθουσιώδη, αλλά έξυπνη, οργή.
Και τη λέξη Χαμόκ ως εκτός ελέγχου, ανόητη οργή. Η λέξη αμόκ προέρχεται από τη δεύτερη λέξη. Και αυτό κατέλαβε το μαύρο μπλοκ. Την Παρασκευή και το Σάββατο, οι “λευκές φόρμες” εφάρμοσαν την “χαμάς”, προσπαθώντας να γκρεμίσουν τους φράκτες γύρω από την κόκκινη ζώνη, χωρίς να απαντούν στα χτυπήματα της αστυνομίας. Το γεγονός αυτό έστρεψε το “μαύρο μπλόκ” σε εκδηλώσεις “Χαμόκ”.
Το σημαντικό σε σχέση με την “Χαμάς” είναι ότι γίνεται εύκολα κατανοητή. Ο κόσμος μπορεί να καταλάβει αμέσως τι κάνεις και γιατί.
Από την άλλη, το “Χαμόκ” αφήνει τους θεατές του εμβρόντητους. Η “Χαμάς”, για παράδειγμα, θα μπορούσε να είχε καταστρέψει τα Μακντόναλτς στο Γουάιτχολ, την Πρωτομαγιά του 2000, αλλά θα άφηνε άθικτα το Πορτογαλικό εστιατόριο και το κατάστημα σουβενίρ.
Η χαμάς εξηγείται. Είναι μια διαδήλωση, με την πλήρη έννοια της λέξης: μια κινητοποίηση και μια έκθεση των λόγων που οδήγησαν στην κινητοποίηση. Το αμόκ, αντίθετα, δεν επιζητεί τον δημόσιο διάλογο. Η χαμάς είναι ριζοσπαστική. Το αμόκ είναι αντιδραστικό.
Αν κάποιος δεν μπορεί να κάνει τη διάκριση, όπως κάποια μέλη του μαύρου μπλοκ με τα οποία συνομίλησα, θα πρέπει να δει πώς αντέδρασε η αστυνομία στα δύο είδη οργής.
Την Παρασκευή, αν και η αστυνομία ήταν οπλισμένη μέχρι τα δόντια και ξεπερνούσε κατά πολύ αριθμητικά το μαύρο μπλοκ, το άφησε ανενόχλητο να τριγυρνάει γύρω από τον σταθμό του Μπρινιόλε, σπάζοντας κάθε βιτρίνα και αυτοκίνητο που έβρισκε μπροστά του.
Στη συνέχεια, το Σάββατο το βράδυ, στις έρευνες για τον εντοπισμό των υπευθύνων των ταραχών, η αστυνομία εισέβαλε στα σχολεία όπου διέμεναν τα μέλη του μη-βίαιου Κοινωνικού Φόρουμ της Γένοβα και τους επιτέθηκε. Η αστυνομία, όπως και οποιοσδήποτε άλλος στη Γένοβα, γνώριζε καλά πως το μαύρο μπλοκ κατασκήνωνε σε ένα πάρκινγκ, χιλιόμετρα μακριά.
Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς ποιες εκδηλώσεις ενοχλούν το ιταλικό φασιστικό κράτος και ποιες δέχεται ή ακόμα και ενθαρρύνει.
Αν ο Κάρλο Τζουλιάνι δεν πέθανε άδικα, ήταν επειδή το Κοινωνικό Φόρουμ της Γένοβας είχε καταστήσει τόσο σαφή τον σκοπό που επιθυμούσε. Το “χαμόκ” του πυροδότησε μια τόσο βιαία αντίδραση επειδή άλλοι άνθρωποι εκδήλωναν ενέργειες “χαμάς”.
Η “χαμάς” μας οδηγεί στο να επιλέγουμε τους εχθρούς μας προσεκτικά. Και αν υπάρχει κάτι στο οποίο οι ετερόκλητες συλλογικότητες που παρεβρέθηκαν στην Γένοβα συμφωνούν, αυτό είναι η ταυτότητα μερικών από τους αντιπάλους μας.
Υπάρχουν, για παράδειγμα, κάποιες πολυεθνικές επιχειρήσεις τις οποίες ακτιβιστές και μη θεωρούν επικίνδυνες για την κοινωνία.
Σχεδόν όλοι συμφωνούν ότι ο κόσμος θα ήταν καλύτερος χωρίς τις επιχειρήσεις που ασκούν πίεση εναντίον της δράσης για την αλλαγή του κλίματος, υπέρ της δημιουργίας της πυραυλικής άμυνας του Μπους, της παραγωγής βομβών θραυσμάτων, των εταιριών οι οποίες απαιτούν τον έλεγχο των υπηρεσιών υγείας και της εκπαίδευσης, που ιδιωτικοποιούν το νερό σε πόλεις του τρίτου κόσμου και το πωλούν στους κατοίκους τους σε πολλαπλάσια τιμή, που κατακρεουργούν τα δάση του Αμαζονίου, που δημιουργούν φυτά με στείρους σπόρους.
Κάποτε το κράτος είχε τη δύναμη να αντιμετωπίζει τέτοιες απειλές. Τώρα το κράτος εγκαταλείπει τις δικαιοδοσίες του και αρνείται, ό,τι κι αν λεει ο λαός, να διαλύσει τα ορμητήρια απ’ όπου οι ληστές του παγκόσμιου βασιλείου επιδράμουν στις ζωές μας. Η χαμάς λέει ότι θα πρέπει να τις ανατρέψουμε μόνοι μας.
Είναι προφανές ότι τα κράτη δεν μπορούν να αναχαιτίσουν την υπερβολική δύναμη των πολυεθνικών, ενώ άλλοτε μπορούσαν να ρίξουν το τείχος του Βερολίνου που οι ίδιοι έχτισαν.
Και υποψιάζομαι ότι οι περισσότεροι Βρετανοί πολίτες θα χαιρόντουσαν να δουν τις έδρες της Μονσάντο ή της Μπάλφορ Μπίττυ κατεστραμμένες από μη-βίαιους διαδηλωτές της άμεσου δράσης, όπως χάρηκαν όταν είδαν τον Λόρδο Άρτσερ να πηγαίνει στη φυλακή.
Τέτοια πράγματα μπορούν να γίνουν, όπως έδειξαν οι ειρηνικοί διαδηλωτές που διαδήλωσαν στα χωράφια της GM, σε πυρηνικά εργαστήρια και στρατιωτικές βάσεις σε όλη χώρα. Όταν η δράση έχει σαφείς στόχους, τότε είναι λιγότερο πιθανό να ξεσπάσει βία, και είναι δυσκολότερο να αποπροσανατολιστείς από τους στόχους σου.
Αν και μια τέτοια λογική πιθανώς θα εξωθήσει τους φιλελεύθερους υποστηρικτές μας να αποτραβηχτούν, θα προσελκύσει ωστόσο το μαζικό ενδιαφέρον της κοινής γνώμης, χωρίς το οποίο καμιά πολιτική αλλαγή δεν μπορεί να συμβεί.
Το κίνημά μας είναι, από αριθμητική άποψη, το μεγαλύτερο κίνημα στην ιστορία του κόσμου. Έχουμε την καλύτερη δυνατότητα για δημοκρατικές αλλαγές, σε σύγκριση με τα προηγούμενα 50 χρόνια.
Αλλά, αν και με φοβίζει που το διαπιστώνω, είναι τώρα προφανές ότι δεν μπορούμε να νικήσουμε δίχως να ανεβάσουμε τη θερμοκρασία. Το αποπροσανατολιστικό και ενοχλητικό μάθημα της Γένοβας είναι το ίδιο, πανάρχαιο μάθημα της πολιτικής: τα λόγια από μόνα τους δεν αρκούν.
Πέμπτη, 24 Ιουλίου 2001,
εφημερίδα Γκάρντιαν
George Monbiot
Μετάφραση:
Γιώργος Ρακκάς