Αρχική » Η αβάσταχτη ελαφρότητα του Eλληνισμού

Η αβάσταχτη ελαφρότητα του Eλληνισμού

από Άρδην - Ρήξη

Συγγραφέας: Κώστας Κύρρης

Άρδην τ. 07

(Το Κυπριακό σε μια νέα περιπέτεια)

Συνέντευξη με τον Κώστα Κύρρη

Σε μια μοναχική κατοικία στην Αγλαντζιά, στα περίχωρα της Λευκωσίας, ζει ένας από τους διαπρεπέστερους Έλληνες ιστορικούς, ανατολιστές και βυζαντινολόγους, οΚώστας Π. Κύρρης. Ο Κώστας Π. Κύρρης γεννήθηκε το 1927 στη Λάπηθο της κατεχόμενης σήμερα επαρχίας Κερύνειας. Σπούδασε Ιστορία-Αρχαιολογία και Αγγλική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Γαλλική Φιλολογία στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών. Συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, όπου ειδικεύτηκε στην Βυζαντινή Ιστορία και τις Ανατολικές Σπουδές με έμφαση στην Τουρκολογία, λαμβάνοντας το πτυχίο του Master of Arts. Ο τίτλος του Διδάκτορος της Φιλοσοφίας του απονεμήθηκε από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων για τον Α’ τόμο του εξάτομου έργου του Το Βυζάντιον κατά τον 14ον Αιώνα.

Από το 1962, ο Κώστας Κύρρης εργάστηκε στο Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών Κύπρου, του οποίου διετέλεσε και διευθυντής από το 1981 μέχρι της αφυπηρετήσεώς του το 1987. Έχει διατελέσει επιστημονικός συνεργάτης τηςFondation Européene de Recherche Scientifique, του Γαλλικού Εθνικού Κέντρου Επιστημονικής Έρευνας (CNRS) και του Collège de France. Είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Ιστορίας των Βρυξελλών, έχει διδάξει σε πολλά Πανεπιστήμια και Ακαδημίες Επιστημών της Ευρώπης, έχει συγγράψει δεκάδες βιβλία και άρθρα στα ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά για την Κοινωνική, Οικονομική και Πολιτιστική Ιστορία του Βυζαντίου, της Εγγύς και Μέσης Ανατολής, των Βαλκανίων και για την Μεσαιωνική και Νεώτερη Ιστορία της Κύπρου. Πέραν του επιστημονικού του έργου, ο Κώστας Κύρρης ασχολείται με την ποίηση, τη συγγραφή θεατρικών έργων και τη μαχόμενη δημοσιογραφία. Το σύνολο της επιστημονικής και πνευματικής του εργασίας έχει βραβευθεί από την Ακαδημία Αθηνών το 1980.

Αρχές Δεκέμβρη, εν μέσω συζητήσεων για κυοφορούμενες λύσεις του Κυπριακού και μορατόρια πτήσεων, λίγο πριν από την «κρίση των πυραύλων», συναντηθήκαμε με τον κ. Κώστα Κύρρη στο σπίτι του στην Αγλαντζιά για μια συνέντευξη-συζήτηση, αποσπάσματα της οποίας θα παρουσιαστούν σε δύο συνέχειες.

Μάριος Δικαιάκος

Κύριε Κύρρη, έχετε ασχοληθεί επιστημονικά με την ιστορία της Κύπρου πάνω από 40 χρόνια. Έχετε μελετήσει σε βάθος την πορεία του Βυζαντίου, Μ. Ανατολής, Βαλκανίων, Κυπριακού Ελληνισμού ανά τους αιώνες, επί δεκαετίες διατυπώνετε προτάσεις, επισημαίνετε κινδύνους. Kάθε πρωί, βγαίνοντας από το σπίτι σας στην Αγλαντζιά, αντικρύζετε την ημισέληνο ζωγραφισμένη στον Πενταδάκτυλο: μια απειλή για το μέλλον, μια υπενθύμιση των λαθών του παρελθόντος. Γιατί φθάσαμε σε αυτό το σημείο; Ποιοι λόγοι ώθησαν τον Ελληνισμό να διαπράξει τόσα εγκληματικά λάθη στρατηγικής και τακτικής, σε ένα θέμα τόσο σοβαρό;

Ημιμάθεια, που είναι πολύ χειρότερη από την άγνοια· κάποτε και πλήρης άγνοια στα ηγετικά κλιμάκια της ελληνικής πολιτικής ζωής, ελλαδικής και κυπριακής. Δεύτερος βασικός λόγος των λαθών μας ήταν η υποταγή σε ξένα κέντρα. Κάτι που συμβαίνει ίσως ακόμα και σήμερα. Αυτά τα δύο στοιχεία της πολιτικής μας είναι οι κυριότεροι λόγοι των λαθών μας. Το τραγικό είναι ότι τα λάθη αυτά που έγιναν είχαν προβλεφθεί με μαθηματική ακρίβεια. Επιτρέψτε μου να πω ότι ένας από τους ελάχιστους που έκαναν αυτές τις προβλέψεις ήμουν κι εγώ. Και ο μακαρίτης ο Κ. Σπυριδάκης, διευθυντής του Παγκυπρίου Γυμνασίου Λευκωσίας, με Διδακτορικό Φιλοσοφίας από το Βερολίνο, βαθύς γνώστης της ιστορίας της Κύπρου και των γύρω χωρών.

Υπήρχε άγνοια του πέριξ χώρου, όχι μόνο της Τουρκίας αλλά και των άλλων πέριξ λαών, εθνών και πολιτισμών. Όπως έλεγε ο Σπυριδάκης, έπρεπε να αρχίσουμε τους αγώνες μας με γνώση επιστημονική των γύρω χώρων. Αφ’ ης στιγμής η Τουρκία ξυπνήσει κι αντιληφθεί τι πάμε να κάνουμε με τον αγώνα αυτό της ΕΟΚΑ, τον ένοπλο αγώνα κατά των Άγγλων, θα αντιδρούσε. Τα έλεγα κι εγώ, ανεξαρτήτως του Σπυριδάκη, από το ‘49-‘50, αλλά δεν μας άκουσε κανείς. Εγώ επέμενα με πείσμα στην οργάνωση Επιστημονικού Επιτελείου Ειδικών, ιδίως Ανατολιστών, και επιμένω μέχρι σήμερα, εις μάτην.

Λόγω της μακαρίτισσας συζύγου μου, που ήταν Μικρασιάτισσα, γνώριζα πάρα πολλούς Μικρασιάτες με τους οποίους συζητούσα. Θυμάμαι, μου έλεγε ο Χρ. Σολομωνίδης, γιος του Σωκράτη Σολομωνίδη, που έβγαζε την εφημερίδα «Αμάλθεια» στη Σμύρνη: «Η Τουρκία είναι ο πραγματικός καθοριστικός παράγων του Κυπριακού. Μην δοκιμάσετε να κτυπήσετε τους Άγγλους, αδιαφορώντας και αγνοώντας τους Τούρκους. Προσέξτε πάρα πολύ τη συνειδητοποίηση των Τούρκων, των Τουρκοκυπρίων: τη σταδιακή δημιουργία εθνικής συνείδησης». Παρόμοια έλεγε οΒλάσης Γαβριηλίδης σε διαλέξεις στην Κύπρο κατά τον Μάρτιο του 1911 (εκδόθηκαν στα 1921).

Όταν ήμασταν παιδιά η συνείδηση αυτή δεν υπήρχε ή ήταν πάρα πολύ αμυδρή και υπνώττουσα. Η δική μας εθνική κινητοποίηση τους ξυπνούσε. Στην αρχή όχι όλους αλλά κάποιους ηγετικούς πυρήνες. Αυτοί όμως επηρέαζαν και κόσμο· κόσμο παλαιότερα αδιάφορο. Μου ‘λεγαν οι δικοί μου το 1948/49, όταν σπούδαζα στην Αθήνα, ότι στα περιβόλια φώναζαν τουρκάλες χωριανές μας, εργάτριες, να μαζέψουν τα λεμόνια, τα χαρούπια, τις ελιές. Μερικές χάραζαν τα αρχικά τους στους κορμούς των δένδρων κι όταν τις ρωτούσαν γιατί, έλεγαν: «αυτά κάποτε θα γίνουν δικά μας, θα σας τα πάρουμε».

Στη Λάπηθο;

Στη Λάπηθο και αλλού συνέβαιναν αυτά. Από εκεί τα έμαθα εγώ και τα έμαθα κι απ’ αλλού ύστερα. Είχα κι εγώ τότε ιδέες επαναστατικές για την αποτίναξη της αποικιοκρατίας, γρήγορα όμως άρχισα να συνειδητοποιώ πού μας οδηγεί η απρόσεκτη πορεία προς αυτόν τον αγώνα. Δεκάδες άρθρα έγραψα από το ‘50-‘51 και εξής για την ανάγκη προσεκτικής μελέτης της πορείας που θα ακολουθούσαμε. Πληροφόρησα την ηγεσία για την εντολή της Άγκυρας προς τους Τουρκοκυπρίους(1950/1951) μετά το Δημοψήφισμα να γεννούν πολλά παιδιά, και όλοι γέλασαν!

Τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας του Μακεδονικού, των προκλήσεων στο Αιγαίο, της αιματοχυσίας στην Κύπρο, παρατηρείται μια αφύπνιση, ένας προβληματισμός των Ελλήνων γύρω από την συλλογική τους πορεία. Πιστεύετε ότι υπάρχει ελπίδα η αφύπνιση αυτή να μας βοηθήσει να αποφύγουμε την επανάληψη των λαθών του παρελθόντος;

Η αφύπνιση είναι σπουδαίος παράγων για την κινητοποίηση των εθνικών μαζών, των λαϊκών μαζών του έθνους. Δεν αρκεί όμως η αφύπνιση. Δεν υπάρχει ακόμη, σχεδόν καθόλου, η επιστημονική γνώσις των προβλημάτων που ταλανίζουν το έθνος. Τα κέντρα αποφάσεων και στην Ελλάδα και στην Κύπρο ζουν και κινούνται στα πλαίσια των παλαιών τρόπων σκέψεως, δηλαδή κυριαρχεί η πρόχειρη επικαιρική αντιμετώπιση των πολιτικών και εθνικών προβλημάτων. Χωρίς επιτελεία επιστημονικά με εμβριθείς, μόνιμους ερευνητές, επίλεκτους καθηγητές Πανεπιστημίων και διδάκτορες που συνεχώς και αδιαλείπτως να παρακολουθούν, να μελετούν και να εντάσσουν στο ιστορικό υπόβαθρο-παρελθόν τα σημερινά προβλήματα. Να βλέπουν τις σχέσεις, τις συχνά αόρατες διασυνδέσεις και να μπορούν να δημιουργούν προγράμματα, να συνθέτουν προτάσεις εφικτές, πραγματοποιήσιμες, λογικές και στηριζόμενες στις πραγματικές μας δυνάμεις.

Δεύτερον, σημαντικό, όπως είπα και πριν, είναι ότι ακόμη δεν έχουμε τελείως απαγκιστρωθεί από τις επιρροές των ξένων κέντρων αποφάσεων και είμαστε ακόμη δέσμιοι από πολλών απόψεων στα ξένα κέντρα. Υπάρχουν και οικονομικές δεσμεύσεις. Υπάρχουν ακόμη κατάλοιπα εξαρτήσεων και έλλειψη πολυδιάστατης επιστημονικής επιτελικής γνώσεως: Καταστάσεις ολέθριες. Δεν βλέπω να αρκεί ο λαϊκός παράγων και η αφύπνιση.

Αυτά τα θέματα, τα έχετε θέσει στις πολιτικές ηγεσίες. Τί απαντήσεις έχετε λάβει;

Καμιά. Σιωπή ιχθύος ή «μην ανησυχείτε, …μην ανησυχείτε, όλα πάνε καλά». Το τρομερό αυτό «μην ανησυχείτε». Όταν βλέπεις το φίδι να σε δαγκώνει, σου λένε «μην ανησυχείς, δεν θα πάθεις τίποτα». Το ‘50-‘57, προσπάθησα να πείσω με άρθρα και υπομνήματα: δεν μπόρεσα να κάνω τίποτα. Δικηγόροι, γιατροί, έμποροι, φιλόλογοι, επιχειρηματίες, αυτοί νόμιζαν πως ξέρουν τα πάντα και αυτοί οργάνωναν και «σχεδίαζαν» την πορεία μας. Λοιπόν, όταν άρχισε η ΕΟΚΑ, πλέον δεν μπορούσα να προλάβω να κάνω τίποτα. Ήμουν στην Αμμόχωστο καθηγητής Γυμνασίου τότε ‘51-‘57. Υπήρχαν ακόμη και μερικές ελληνικές οικογένειες στην παλαιά, μεσαιωνική εντός των τειχών Αμμόχωστον, όπου ζούσαν οι πλείστοι Τούρκοι της περιοχής, σχεδόν όλοι απόγονοι εξισλαμισμένων από το 1571 Χριστιανών, Βενετών κυρίως και γενικώς Φράγκων, όπως διαπίστωσα γρήγορα από πλήθος τεκμηρίων. Όταν πήγαινα βόλτες με το γιο μου να του δείξω αρχαία και μεσαιωνικά μνημεία, στους ελαιώνες κοντά στα τείχη και σε απόμερες πλατείες και δρομάκια μέσα στην πόλη, έβλεπα Τούρκους νέους να ασκούνται από Άγγλους στα όπλα και ειδοποιούσα τα παιδιά της ΕΟΚΑ, στην οποία δεν ανήκα για διάφορους λόγους: και επειδή διαφωνούσα και επειδή αυτοί δεν ήθελαν να είμαι στα πόδια τους γιατί οι απόψεις μου δεν τους άρεσαν και φοβόντουσαν μήπως διεκδικήσω πολιτικά αξιώματα αργότερα. Όμως είχα φίλους στην ΕΟΚΑ αρκετούς, συγγενείς στη Λάπηθο, και κυρίως μαθητές μου. Με εμπιστεύονταν, με εκτιμούσαν. Τους έλεγα: «Παιδιά, όπου να ‘ναι θα ‘ρθουν Τούρκοι ένοπλοι με την βοήθεια των Άγγλων. Οι Τούρκοι ένοπλοι που θα έρθουν, θα σφάξουν, θα κάψουν, κι αν δεν πάρουν το μάθημά τους, απάντηση ένοπλη, έστω και με θυσίες δικές μας και δικές τους, θα αποθρασυνθούν. Ο τούρκικος όχλος είναι θρασύδειλος, πρέπει να φοβηθεί. Αν δεν φοβηθεί, αλίμονό μας». Όπερ ακριβώς και εγένετο. Ήρθαν, μας χτύπησαν, χωρίς καμιά απάντηση. Και άρχισαν πια να αποθρασύνονται.

Υπήρχαν και Τούρκοι πολύ διαλλακτικοί, με τους οποίους μιλούσα και μου ‘λεγαν: «Ρε παιδιά, προσέχετε, έχουμε τρελούς από δω». Ήταν αρκετοί Τούρκοι φίλοι μου: ένας αστυνομικός, ένας Χότζας, στην Αμμόχωστο, κ.ά. Σε κάποιο μνημείο, τζαμί, ανέβαινα επάνω και έβλεπα τις ασκήσεις. Ο Χότζας μου έλεγε: «Παιδί μου, φύγε, αυτοί είναι τρελοί, αυτοί που κάνουν άσκηση πίσω από δω. Προσέχετε!». Ο Τούρκος χότζας, ποιος ξέρει τι, κρυπτοχριστιανός ήταν, ήταν καλός άνθρωπος.

Μαθηταί μου, στελέχη της ΕΟΚΑ, όπως μου απεκάλυψαν ύστερα, είχαν στήσει ενέδρες πάνω σε οροφές, σε στέγες σπιτιών, κοντά στην τουρκική συνοικία την ημέρα της πρώτης τουρκικής επιθέσεως, ακολουθώντας τη δική μου φιλοσοφία. Πήραν όμως εντολή από τους ανωτέρους τους, «προσέξτε μήπως τους χτυπήσετε, διότι θα σας εκτελέσουμε, θα τιμωρηθείτε αυστηρά για παράβαση εντολών. Μην τους χτυπήσετε». Και δεν τους κτύπησαν. Είχαν την αυταπάτη ότι ανεχόμενοι τις βιαιότητες θα δείξουν φιλικό πρόσωπο, θα τους καλμάρουν. Ήταν λάθος. Μιας και αρχίσανε τον αγώνα, δυστυχώς δεν μπορούσανε να αποφύγουν την σύγκρουση με τους επιτιθέμενους Τούρκους. Όχι όλους τους Τούρκους, αλλά τις ένοπλες ομάδες. Και αυτές οι πρώτες ένοπλες ομάδες έπρεπε να χτυπηθούν. Αν και εγώ τους είχα συμβουλέψει από πριν πως να μην φτάσουμε εκεί. Αφού φτάσαμε πια εκεί, δεν υπήρχε άλλη λύσις.

Όταν αρχίζαμε τον αγώνα του 1955, τα βρετανικά κέντρα αποφάσεων είχαν ήδη από καιρό σχεδιάσει και πραγματοποιούσαν τη μεταμόρφωση της Αυτοκρατορίας τους, ουσιαστικά την διάλυσή της σε χώρες ανεξάρτητες υπό Βρετανική επιρροή: αυτό εμείς το αγνοούσαμε (βλ. το βιβλίο μου History of Cyprus, 1985, σελ. 373-375). Κάναμε τρομερά λάθη στις σχέσεις μας με τους Τουρκοκύπριους, που τους αντιμετωπίζαμε ως Τούρκους και όχι ως Κρυπτοχριστιανούς, που πράγματι ήσαν οι πλείστοι. Φερθήκαμε αψυχολόγητα στους θλιβερούς αυτούς ανθρώπους, όπως και στους Μουσουλμάνους της Δυτικής Θράκης που με διαταγή του Παπάγουβαφτίστηκαν Τούρκοι, και στους Σλαβόφωνους της Μακεδονίας και Θράκης, στις αρχές του αιώνα.

Τον τελευταίο χρόνο, μετά την κρίση των Ίμια, την έναρξη της διακυβερνητικής διάσκεψης της Ε.Ε. και τις δολοφονίες της Δερύνειας, παρατηρείται μια αυξημένη διεθνής κινητικότητα γύρω από το Κυπριακό. Πιστεύετε ότι έχει αναπτυχθεί στην Κύπρο και στην Ελλάδα σοβαρός προβληματισμός όσον αφορά το επιθυμητό, το αποτρεπτέο και το εφικτό στο Κυπριακό, με βάση τους νέους γεωπολιτικούς συσχετισμούς στον μεταδιπολικό κόσμο;

Βρισκόμαστε στο σημείο αυτό που λέτε. Στηριζόμαστε όμως στις ξένες πρωτοβουλίες που τις θεοποιούμε. Κακώς. Οι όποιες ξένες πρωτοβουλίες συνεχίζουν διαχρονικά κάποιους σχεδιασμούς για την Κύπρο και για την περιοχή που αρχίζουν από την δεκαετία του ’50: Πριν από την ΕΟΚΑ, την εποχή του δημοψηφίσματος στην Κύπρο και κατά και μετά την ΕΟΚΑ. Οι σχεδιασμοί αυτοί αποβλέπουν το λιγότερο σε διχοτόμηση της Κύπρου και ισορροπημένη παρουσία τουρκικής και ελληνικής επιρροής. Δεν αποβλέπουν σε λύση δίκαιη, σοβαρή, λογική και συμφέρουσα για μας. Οποιαδήποτε λύση θα έρθει τώρα, θα είναι στη βάση των παλαιών σχεδίων που αρχίζουν από την δεκαετία του ‘50, κυρίως από το ‘55.

Ούτε καν διπλή Ένωση. Πρόκειται για δύο επιρροές εδώ, και όταν λέμε δύο επιρροές, αντικειμενικά ισχυρότερη είναι η τουρκική επιρροή, που είναι πλάι μας και έχει τεράστιες δυνατότητες. Γεωπολιτικές, γεωγραφικές, στρατιωτικές. Φυσικά, το αμυντικό δόγμα είναι πολύ σπουδαίος παράγων αποτρεπτικός. Δεν αρκεί όμως το αμυντικό δόγμα. Πρέπει να είναι μέρος γενικότερου, μακροπρόθεσμου, μεθοδικού σχεδιασμού που πρέπει να γίνει, και δεν έγινε. Φοβούμαι ότι κι η ασυλλόγιστη δημοσιοποίηση του δόγματος και των πιο απορρήτων πτυχών του το έχει ζημιώσει και μειώνει την αξία του. Παρά τις υψηλής τεχνολογίας μεθόδους κατασκοπείας, πάντα κάποια πράγματα ουσιώδη μπορούν να μείνουν μυστικά. Ή να δημοσιοποιούνται μόνο όταν είναι πια τετελεσμένα γεγονότα και δεν ημπορούν να αναιρεθούν καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Παράδειγμα η μεραρχία του 1964 που ήρθε απαρατήρητη, αν και με αμερικάνικη έγκριση, ήταν πανίσχυρη, και κατορθώσαμε να την διώξουμε με άστοχες, βλακώδεις ενέργειες δικές μας! Καταστρέψαμε το μόνο τετελεσμένο που είχαμε επιτύχει στην Ανατολική Μεσόγειο κατά τα τελευταία χίλια χρόνια!

Δηλαδή πιστεύετε ότι η λύση στην οποία αποβλέπουν οι ξένοι δεν βασίζεται σε ένα ενιαίο κράτος;

Ακριβώς. Και αν υπάρξει κάποια χαλαρή σύνδεση, δεν θα ‘χει πραγματική αξία, ούτε θα συνιστά στοιχείο ενιαίου κράτους ή ενιαίας δημοκρατίας. Κάθε άλλο. Από δεκαετίες προετοιμάζουν σταδιακά και μεθοδικά αυτού του είδους «λύση» και αυτήν έρχονται τώρα να επιβάλουν. Αυτό ήταν φανερό το 1955 για όσους έβλεπαν με ιστορικό φακό τα πράγματα. Και το έγραφα κατά κόρον στις εργασίες μου.

Τί κινδύνους εμπεριέχει μια τέτοια λύση;

Η Τουρκία με τη λύση που κυοφορείται θα αποκτά και νέα δικαιώματα στο ελεύθερο κομμάτι της Κύπρου, πολιτικά, οικονομικά, στρατηγικά. Και να προσπαθήσουμε να το αποφύγουμε είναι δύσκολο πια να το πετύχουμε. Διότι μια λύση όπως η σχεδιαζόμενη θα φέρει τις υπογραφές και των δύο, και με αυτήν θα έχει και η Τουρκία δικαιώματα στο σύνολο της δημοκρατίας, που θα παραμένει διχοτομημένη στην πράξη. Η Τουρκία θα έχει εγγυήσεις για το βόρειο τμήμα αλλά και για όλη την Κύπρο. Θα μπορεί πολύ εύκολα να επεκτείνει, να προεκτείνει τα δικαιώματα αυτά και τις εγγυήσεις σ’ όλη την Κύπρο και να επέμβει στρατιωτικά στην κατάλληλη στιγμή, όταν θα είναι βέβαιη για την επιτυχία.

Θα θέλατε να σκιαγραφήσετε τα χαρακτηριστικά μιας επιθυμητής για τους Έλληνες λύσης του Κυπριακού, η οποία να εξασφαλίζει ταυτόχρονα τις ανησυχίες και τις αιτιάσεις της τουρκοκυπριακής πλευράς;

Ό,τι, ό,τι κάνουμε τώρα και στο εξής με τα σημερινά δεδομένα και μυαλά είναι κατ’ αρχήν λάθος. Ό,τι και να κάνουμε δεν μας παρέχεται ευκαιρία για διόρθωση των λαθών που έχουν διαπραχθεί. Θα κτίσουμε πάνω σε πλήθος από λάθη. Πάνω σε λάθη δεν μπορούμε να κτίσουμε τίποτε σωστό, όταν μάλιστα εξακολουθούμε να είμαστε αμαθείς και επιπόλαιοι, προχειρολόγοι, δοκησίσοφοι και αδιάβαστοι. Κυνηγούμε πονηρά άγρια θηρία που δεν έχουμε μελετήσει, σε θεοσκότεινο δάσος που δεν γνωρίζουμε επαρκώς και το φωτίζουμε με λάμπες ασετιλίνης… Δυστυχώς. Ο εμφύλιος πόλεμος που προηγήθη στην Κύπρο, η εισβολή, έχουν δημιουργήσει τετελεσμένα τα οποία η Τουρκία εκμεταλλεύεται και θα εκμεταλλεύεται για πάρα πολλά χρόνια.

Η πλαστότητα των τουρκικών αιτιάσεων και η τεχνητότητα του προβλήματος έχουν σχεδόν λησμονηθεί λόγω των αδικαιολογήτων διαρκών υποχωρήσεών μας και της ανεξήγητης απροθυμίας μας να αξιοποιήσουμε ως τις άκρες συνέπειές τους όλες τις ευνοϊκές για μας αποφάσεις Διεθνών Οργανισμών (ΟΗΕ κ.ά.), Δικαστηρίων (Στρασβούργου 1976, Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων 1996 – Τιτίνα Λοϊζίδου) κ.ά. Τις λησμονούμε ή τις παραμερίζουμε κατά τρόπον αφασικό. Και επιδιδόμαστε σε καταστροφικές διακοινοτικές συνομιλίες που αλλοιώνουν την ουσία (εισβολή-κατοχή) του προβλήματος όπως ζητούν τα ξένα κέντρα αποφάσεων. Λες και μόνοι μαζοχιστικά, επιδιώκουμε την αυτοκαταστροφή μας.

Ο R. Denktash ομολόγησε το 1982 και το 1984 ότι αυτός έθεσε τις βόμβες που προκάλεσαν τις «διακοινοτικές ταραχές» στις 7 Ιουνίου 1958 (βλ. δηλώσεις του ιδίου στο έργο μου History of Cyprus, 1985, σελ. 370). Το υπέδειξα και το έγραψα επανειλημμένα και προς τους κρατούντες: σιγή ιχθύος! Με αυτές τις δηλώσεις μπορούμε να κατεδαφίσουμε την τουρκική επιχειρηματολογία διεθνώς, αν τις χρησιμοποιήσουμε αδιακόπως, παντού, πάντοτε. Όμοια με την διαρκή χρήση των πιο πάνω αποφάσεων. Με ομαδική προσφυγή όλων των προσφύγων κατά το πρότυπο της Τιτίνας Λοϊζίδου θα μπορέσουμε να προκαλέσουμε την υπόσκαψη και τον τερματισμό της κατοχής. Αλλ’ αυτό θέλει πείσμα, διάρκεια, επιμονή, μέθοδο, νεύρο. Δεν μπορεί να γίνει από ανθρώπους έτοιμους να υποχωρήσουν και να παραδοθούν κατά τις υποδείξεις των ξένων ολετήρων μας.

Δεν είναι εύκολο η Τουρκία να δεχτεί την εγκατάλειψη των δικαιωμάτων που έχει τώρα χωρίς πιέσεις σαν αυτές. Εκτός και αν σε μια λύση υποχρεωθεί να δεχτεί μείωση των δικαιωμάτων, ή εγκατάλειψη τους. Μακάρι να μπορέσει να γίνει αυτό. Για να γίνει αυτό όμως, χρειάζονται επίμονες πιέσεις όπως οι πιο πάνω και ανατροπές στα διεθνή ισοζύγια δυνάμεων. Δεν βλέπω να γίνονται αυτές οι ανατροπές.

Χρειάζονται, επίσης, ριζικές αλλαγές στο εσωτερικό της Τουρκίας, δομικές και λειτουργικές, που δεν είναι ορατές παρά τα συσσωρευμένα προβλήματά της που θα οδηγούσαν κάποτε σε τέτοιες αλλαγές* σ’ αυτό δεν πρέπει να τρέφουμε αυταπάτες. Εξ άλλου δεν ξέρουμε, με ακρίβεια επιστημονική και σε βάθος, τη φύση, τον χαρακτήρα και την έκταση των εσωτερικών προβλημάτων της Τουρκίας ώστε να τα αξιοποιήσουμε αποτελεσματικά εντάσσοντάς τα στους ανύπαρκτους σχεδιασμούς μας.

Ειδικά στους τομείς της οικονομίας και της εξωτερικής πολιτικής όλες οι μεγάλες και μικρές δυνάμεις, ακόμα και οι τέως ανατολικές, φανερά ή κρυφά συνεργάζονται με την Τουρκία. Ακόμη και η Ρωσία, που έχει μαζί της τρομερές διαφορές, αιώνες τώρα, και αυτή συνεργάζεται οικονομικά με την Τουρκία, όπως συνέβαινε και κατά τη διάρκεια του κομμουνιστικού καθεστώτος. Έχει οικονομικές σχέσεις στενές και δεν μπορεί να στραφεί αποφασιστικά σε μια λύση που θα μας βοηθάει, παρά μόνο θεωρητικά. Η Ρωσία κινείται με ελιγμούς στα πλαίσια των εθνικών συμφερόντων της, όχι των δικών μας. Μας πουλά όπλα όπως και στην Τουρκία. Πάντως με μεθοδική αξιοποίηση των κοινών πολιτιστικών και θρησκευτικών στοιχείων και με την ισορροπημένη αναζήτηση κοινών συμφερόντων οι σχέσεις μας με την Ρωσία παρέχουν πολλές δυνατότητες.

Και οι βαλκανικές χώρες Βουλγαρία, Γιουγκοσλαβία, Ρουμανία οι οποίες διατρέχουν κινδύνους από την Τουρκία, και αυτές για τους ίδιους λόγους δεν μπορούν να ακολουθήσουν πολιτική που θα βοηθούσε επαρκώς εμάς* δυστυχώς. Κι εμείς δεν επράξαμε ό,τι έπρεπε στις κρίσιμες μεταβατικές ώρες της αλλαγής καθεστώτων για την εμπέδωση ουσιαστικής συνεργασίας με αυτές. Αυτό κυρίως από ανεπαρκή γνώση και των σημερινών δεδομένων και των ιστορικών παραμέτρων που ακόμη λειτουργούν.

Η ελληνική στρατηγική στο Κυπριακό, από την εποχή της τελευταίας κυβέρνησης Παπανδρέου, στηρίζεται σε δύο άξονες: στην πορεία της Κύπρου προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και στο Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα. Πώς κρίνετε την στρατηγική αυτή και την πορεία υλοποίησής της;

Πολιτικά είναι σωστοί άξονες, παρ’ όλο που το φοβερό Νταβός κατέστρεψε ένα μέρος της πολιτικής του Ανδρέα, τον στόχο που ξεκίνησε αρχικά. Παρ’ όλα αυτά το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα και η πορεία προς την Ευρώπη είναι μόνο, ή κυρίως, θεωρητικά ορθοί πολιτικοί άξονες. Όμως δεν αρκούν και δεν είναι βέβαιο ότι θα υλοποιηθούν αποφασιστικά και αποτελεσματικά -ιδιαίτερα η πορεία προς την Ευρώπη. Δεν είμαι καθόλου μα καθόλου βέβαιος ότι θα μπούμε στην Ευρώπη. Η πορεία μας προς αυτήν ήταν εξ αρχής υπονομευόμενη. Και αν ακόμη γίνουμε δεκτοί υπό σκληρούς όρους, τίποτε δεν θα εμποδίζει μια τουρκική προέλαση, που την βλέπω να προδιαγράφεται και να προετοιμάζεται στους κυοφορούμενους σκληρούς όρους εισδοχής μας και στα ρεύματα πολιτικής σκέψεως στην Τουρκία που επηρεάζονται από τους μόνιμους πυρήνες του στρατογραφειοκρατικού κατεστημένου.

Δηλαδή, η Αγγλία και η Αμερική και οι άλλες δυνάμεις, όπως η Γερμανία, ομιλούν για ανάγκη προτέρας λύσεως του Κυπριακού προτού μπει η Κύπρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλιώς θα είναι πάρα πολύ δύσκολο έως αδύνατο να μπει. Αυτή η προειδοποίηση είναι πολιτική σαφής. Δεν είναι απλή προειδοποίηση αλλά στόχος, για να επιτύχουν την λύση που επιθυμούν: της διχοτόμησης, της ισορροπίας Ελλάδος-Τουρκίας, που είναι εις βάρος μας. Αυτή η ισορροπία τελικά μπορεί να ανατραπεί από την Τουρκία προς όφελός της. Είναι ικανότατη σε αυτά. Αλλά για να προϋπάρξει η λύση αυτή που επιθυμούν θα πρέπει εμείς να κάνουμε τρομακτικές υποχωρήσεις, που δεν θα κάνουμε, δεν μπορούμε, δεν πρέπει να κάνουμε. Όμως, και αν δεν κάνουμε νέες υποχωρήσεις, δεν έχουμε μακροπρόθεσμα επιτελικά σχέδια που θ’ ανατρέπουν τις ως τώρα ολέθριες υποχωρήσεις μας που συχνά τις κάναμε και χωρίς να μας ζητηθούν!

Επομένως, αν δεν κάνουμε νέες υποχωρήσεις, πώς θα μπούμε στην Ευρώπη με λύση, αφού δεν θα υπάρχει λύση, δεν μπορεί να υπάρξει λύση, δεν πρέπει να υπάρξει λύση όπως τη θέλουν οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί. Δηλαδή, φαύλος κύκλος… φαύλος κύκλος.

Το καλοκαίρι παρακολουθήσαμε τα δραματικά γεγονότα στη Δερύνεια, με τις δολοφονίες των Ισαάκ και Σολωμού. Ακούστηκαν αργότερα διαφορετικές απόψεις για τις κινητοποιήσεις που οδήγησαν στα γεγονότα. Άλλοι στάθηκαν επικριτικοί στα παιδιά, άλλοι τα χειροκρότησαν. Ποια είναι η άποψή σας;

Θαυμάζω τα υπέροχα παιδιά και τους μοτοσικλετιστές για την θαρραλέα διαμαρτυρία τους. Πραγματικά έκλαψα πολύ βλέποντάς τους και ακούγοντάς τους. Όμως δεν υπήρξε η δέουσα προετοιμασία για αυτά τα ηρωικά κινήματα, για μεθοδικές ηρωικές αντιστάσεις. Κίνημα εθνικό απελευθερωτικό προϋποθέτει προετοιμασία και μέθοδο σε πολλά επίπεδα.

Δεν δέχομαι καθόλου την ηττοπάθεια: κάθε άλλο, είμαι εναντίον της ηττοπάθειας και φοβάμαι ότι η ηττοπάθεια διακατέχει αρκετούς ισχυρούς παράγοντες της κυπριακής ζωής. Διαφωνώ με αυτή την ηττοπάθεια. Όμως, διαφωνώ εξίσου με την έλλειψη ορθής προετοιμασίας που θα πρέπει να έχουν τέτοιες ενέργειες. Δεν φταίνε καθόλου τα παιδιά, ήταν έξοχος ο ηρωισμός, το ήθος, η εθνική τους ανάταση: αλλά φταίνε οι ηγετικές ομάδες που δεν έχουν μελετήσει σωστά και προετοιμάσει τον κόσμο σε μια οργανωμένη, μακρόπνοη, θεμελιωμένη επιστημονικά προσπάθεια. Όλες σχεδόν οι ηγεσίες κινούνται σπασμωδικά και με πλήθος αντιφάσεων. Όλες σχεδόν κολυμπούν στην ευμάρεια και στην αυταπάτη ότι αυτή είναι αιώνια. Γι’ αυτό και οι ηρωικές εκδηλώσεις παραμένουν σειρά μεμονωμένων πράξεων.

Πιστεύετε ότι έφυγαν αυτά τα μηνύματα προς τα έξω;

Τα μηνύματα ότι η κατάσταση στην Κύπρο δεν είναι η σωστή κατάσταση, ότι υπάρχει αδικία, υπάρχει καταπίεση, υπάρχει κατάκτηση εστάλησαν κατά τρόπο υπέροχο, σίγουρα. Αλλά επειδή γνωρίζω αρκετά καλά, ίσως πολύ καλά, την διεθνή κοινή γνώμη -την ευρωπαϊκή- δεν πιστεύω καθόλου ότι αυτοί οι άνθρωποι θα κάνουν κάτι για μας: έχουν τα δικά τους συμφέροντα, μην αυταπατόμεθα ότι υπάρχει διεθνής κοινή γνώμη αποτελεσματική, προς όφελος των δικών μας συμφερόντων και επιδιώξεων. Ξέρουμε τα κέντρα αποφάσεων που επηρεάζουν τα Πανεπιστήμια, τις Ακαδημίες, τους δημοσιογράφους, τις εφημερίδες, κ.λπ. Πώς θα είναι υπέρ των συμφερόντων μας; Είναι γνωστόν ότι η Τουρκία γι αυτούς είναι το άλφα και το ωμέγα, το στήριγμά τους στην περιοχή. Επομένως, αν και τα μηνύματα εστάλησαν, έχουν κάποια επίδραση, ξύπνησαν κάποιο κόσμο, δεν αρκεί όμως αυτό το ξύπνημα, ούτε ο θαυμασμός που ένιωσαν για μας.

Εξ άλλου η Τουρκία δαπανά τεράστια ποσά για προπαγάνδα κι επηρεάζει γι’ αυτό ευρύτατα στρώματα και κέντρα αποφάσεων, ανατρέποντας σε μεγάλο βαθμό τα αισθήματα των Ευρωπαίων και των Αμερικανών. Το κυριότερο, έχει προσβάσεις στα κέντρα αποφάσεων που καθοδηγούν ηγεσίες και λαούς. Πάντως, κι εμείς δεν αξιοποιούμε σχεδόν καθόλου τα λίγα αλλά καίρια κέντρα δικαίου που λειτουργούν στην Ευρώπη (Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης), ΟΗΕ (ψηφίσματα από το 1964, που τα βάλαμε στο ράφι, ΟΑΣΕ, κ.λπ.). Συχνάκις αγνοούμε μηνύματα μέσω υπαινιγμών ή νύξεων από την ίδια την Τουρκία σε ώρες ίσως αδυναμίας ή δισταγμών της. Δεν τα αναλύουμε σε βάθος ούτε τα εκμεταλλευόμεθα. Π.χ. στις 11/12/1996 (βλ. τον τουρκικό τύπο της Λευκωσίας 12/12/96) ο Ινάλ Μπατού, βοηθός Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, μαζί με απειλές και παρατηρήσεις διάφορες, εδήλωσε ότι η Τουρκία δεν θέλει τίποτε πέραν του ισοζυγίου δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο και την Κύπρο που επετεύχθη με τις συνθήκες του 1960, που καθόριζαν για την Κύπρο καθεστώς «συγκαλυμμένης ομοσπονδίας», όπως είπε. Η δήλωση αυτή πέρασε απαρατήρητη και ασχολίαστη από τον τύπο, τους πολιτικούς, την Κυβέρνηση και τα κόμματα.

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ