Αρχική » Γεννάτε γιατί… χανόμαστε

Γεννάτε γιατί… χανόμαστε

από Άρδην - Ρήξη
Γεννάτε γιατί... χανόμαστε - Media

Χαριστική βολή στη γεννητικότητα των Ελλήνων η οικονομική κρίση

Η δημογραφική βόμβα εξελίσσεται σε μείζονα απειλή για το αύριο της Ελλάδας, με τις παρενέργειες από την οικονομική κρίση να δίνουν τη χαριστική βολή. Τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν πρόσφατα από την Ελληνική Γεροντολογική και Γηριατρική Εταιρεία δείχνουν ότι η Ελλάδα είναι μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τον υψηλότερο ρυθμό γήρανσης του πληθυσμού, ενώ και αυτά της ΕΛΣΤΑΤ για τις γεννήσεις και τους θανάτους του 2014 είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά και δύσκολα αναστρέψιμα.
Το διάστημα 2001-2006 αυξήθηκε ο αριθμός των ηλικιωμένων στη χώρα μας κατά 21,4% έναντι 17,2% που ήταν ο μέσος όρος στην Ε.Ε., με την Ελλάδα να είναι 5η παγκοσμίως χώρα στην ταχύτητα δημογραφικής γήρανσης. Η τάση δείχνει να έχει επιδεινωθεί μετά την ύφεση.
Σύμφωνα με τα επικαιροποιημένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο φυσικός πληθυσμός στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 21.592 άτομα για το έτος 2014.
Οι γεννήσεις ανήλθαν σε 92.148 άτομα κατά το περασμένο έτος, μια μείωση της τάξης του 2,1% σε σχέση με το 2013 (94.134). Να σημειωθεί ότι το 2012 οι γεννήσεις ήταν 100.400! Οι θάνατοι, όμως, παρουσίασαν αύξηση κατά 1,7% και ανήλθαν σε 113.740 το 2014 έναντι 111.794 το 2013.
Ο πληθυσμός μεγαλώνει (ηλικιακά), οι οικογένειες δυσκολεύονται, ειδικά επί μνημονίων, να φέρουν παιδιά στον κόσμο, την ίδια στιγμή η ανεργία παραμένει σε δραματικά υψηλά ποσοστά, η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού περνάει όλο και μεγαλύτερες φουρτούνες, ενώ μόνο το 2012 έφυγαν από την Ελλάδα προς άλλες χώρες 44.000 κάτοικοι. Ένα κοκτέιλ εκρηκτικό και για το σήμερα, αλλά κυρίως για τις επόμενες δεκαετίες.
Πτώση – ρεκόρ
Η Ελλάδα μοιάζει με όλο και πιο αφιλόξενη χώρα και δεν προκαλεί εντύπωση ότι βρίσκεται πια στην 199η θέση μεταξύ 220 χωρών στον δείκτη γεννητικότητας.
Από το 2008 έως το 2011 οι γεννήσεις στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 10%, καταγράφοντας πτώση – ρεκόρ για την ευρωζώνη! Η τάση αυτή συνεχίζεται και τα επόμενα χρόνια. Αιτίες, σύμφωνα με τους επιστήμονες, η δυσκολία στην κύηση που αντιμετωπίζουν οι μέλλουσες μητέρες με το αυξανόμενο άγχος, οικονομικό και μη, στα χρόνια της βαθιάς ύφεσης, η αύξηση των αμβλώσεων, η πλημμελής παρακολούθηση της εγκύου λόγω οικονομικών δυσχερειών και η διαρκώς μειούμενη δυνατότητα πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας για ζευγάρια με προβλήματα γονιμότητας.
Το Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας παρουσίασε τον Αύγουστο τον πίνακα με τις γεννήσεις, τους θανάτους και το φυσικό ισοζύγιο στην Ελλάδα από το 1951 έως το 2012. Η εικόνα δραματική κι ακόμα δραματικότερη η εξέλιξη με το πέρασμα των δεκαετιών:
  •  Το 1951 οι γεννήσεις στη χώρα μας ήταν 155.422 (20,3 γεννήσεις ανά 1.000 κατοίκους) και οι θάνατοι 57.508 (7,5 ανά 1.000 κατοίκους).
  •  Το 1971 οι γεννήσεις έπεσαν στις 144.126 (16/1.000) και οι θάνατοι αυξήθηκαν σε 73.819 (8,4/1.000).
  •  Το 1991 οι γεννήσεις ήταν 102.620 (10/1.000) και οι θάνατοι 94.152 (9,3/1.000).
  •  Το 2011 οι γεννήσεις ήταν 106.428 (9,6/1.000) και οι θάνατοι 111.099 (10/1.000).
Τα επόμενα χρόνια οι γεννήσεις έπαψαν πια να ξεπερνάνε τις 100.000 τον χρόνο κι έχουν σταθερά φθίνουσα πορεία.
Ενδιαφέρον έχει να δούμε, όμως, και την εξέλιξη της μέσης ηλικίας στη χώρα μας μεταπολεμικά, έτσι ώστε να υπάρχει μια πιο σαφής και ολοκληρωμένη εικόνα:
  •  Το 1951, με συνολικό πληθυσμό 7,54 εκατ., η μέση ηλικία στην Ελλάδα ήταν τα 30,1 έτη.
  •  Το 1971, με πληθυσμό 8,82 εκατ., η μέση ηλικία ήταν 34,9 έτη.
  •  Το 1991, με πληθυσμό 10,26 εκατ., η μέση ηλικία αυξήθηκε σε 38,1 έτη.
  •  Και το 2011, με πληθυσμό στα 11,12 εκατ., η μέση ηλικία έφτασε στα 42,3 έτη. Κάθε χρόνο και πιο… ηλικιωμένοι, όπως καταδεικνύουν και όλες οι σχετικές έρευνες.
Οι μετανάστες
Η αύξηση του πληθυσμού είναι φανερό ότι οφείλεται στις ροές μεταναστευτικών κυμάτων την τελευταία 25ετία κι όχι στη μείωση της υπογεννητικότητας. Οι ειδικοί θεωρούν εύλογα ότι η περίοδος της οικονομικής κρίσης θα επιταχύνει κι άλλο αυτήν την τάση, που πέρα από τις κοινωνικές της διαστάσεις προκαλεί ασφυξία στα ασφαλιστικά ταμεία, αφού οι συνταξιούχοι αυξάνονται, σε αντίθεση με το εργατικό δυναμικό.
Η πρόβλεψη της Eurostat είναι ότι το 2050 το 40,8% του ελληνικού πληθυσμού θα είναι άνω των 60! Σήμερα αυτό το ποσοστό είναι στο 27%. 
Ουσιαστικά, πρόκειται για έναν φαύλο κύκλο. Σε ολόκληρη τη Δύση παρατηρείται έτσι κι αλλιώς υπογεννητικότητα μεταπολεμικά. Αυτό έχει ήδη αρχίσει να προκαλεί τριγμούς στα ασφαλιστικά συστήματα των κρατών. Οι οικονομικές κρίσεις που προκύπτουν κατά διαστήματα προκαλούν υφέσεις και κύματα ανεργίας, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας. Που με τη σειρά τους, λόγω της οικονομικής ανασφάλειας, αποτελούν αιτία για να μειωθούν κι άλλο οι γεννήσεις, επιβαρύνοντας εκ νέου το ασφαλιστικό και, ταυτόχρονα, δοκιμάζοντας τις κοινωνικές αντοχές πολυεπίπεδα και σε βάθος χρόνου.
Το δημογραφικό, όμως, αρχίζει ήδη να αποτελεί μείζον πρόβλημα για όλη την Ευρώπη, που τείνει να εξελιχθεί σε μια… γηραιά ήπειρο με όλη τη σημασία των λέξεων. Η παραγωγικότητα, η ανταγωνιστικότητα –ειδικά απέναντι στην Κίνα και την Ινδία–, τα δημόσια έσοδα, αλλά και το ασφαλιστικό ναρκοθετούνται από την ολοένα κι αυξανόμενη έλλειψη «νέου αίματος» στην κοινωνία και την αγορά εργασίας. Η οικονομική κρίση από το 2008, μάλιστα, επιδεινώνει ραγδαία την κατάσταση.
Ένας σημαντικός αριθμός ευρωπαϊκών χωρών αναμένεται να βρεθεί ανάμεσα σε στάσιμους ή και σε μειούμενους πληθυσμούς φορολογουμένων σε ηλικία εργασίας και στην ανάγκη να καλυφθούν οι συνταξιοδοτικές και προνοιακές υποχρεώσεις.
Στην Ε.Ε. ζουν 506 εκατομμύρια άνθρωποι, αριθμός που αντιστοιχεί στο 7% του παγκόσμιου πληθυσμού. Στην πρώτη θέση είναι η Κίνα με ποσοστό 19,1% και ακολουθεί η Ινδία με 17,6%. Το 2060, όμως, οι Ευρωπαίοι θα αντιπροσωπεύουν το 5,3% του παγκόσμιου πληθυσμού! Κάτι αναπόφευκτο αφού η Γηραιά Ήπειρος – όνομα και πράγμα πια – δεν γεννά, γηράσκει, ενώ το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται και φθάνει πλέον τα 80 χρόνια.
Η Γερμανία 
Η Γερμανία μπορεί να παραμένει η ατμομηχανή της Ευρώπης στον παραγωγικό τομέα, όμως τις επόμενες δεκαετίες θα βρεθεί μπροστά σε ένα τσουνάμι δυσχερειών, αν δεν αλλάξει κάτι δραματικά. Στην πιο ισχυρή χώρα της Ε.Ε. υπολογίζεται ότι θα υπάρχουν 15 εκατομμύρια λιγότεροι εργαζόμενοι ως το 2050 συγκριτικά με το 2015.
Στη φετινή έκθεση της Κομισιόν υπολογίζεται ότι ο συνολικός πληθυσμός της Γερμανίας, από 81,3 εκατομμύρια το 2013, θα έχει μειωθεί σε 70,8 εκατ. το 2060. Κατά συνέπεια, το Ινστιτούτο McKinsey προβλέπει ότι ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης της χώρας θα πέσει στο μισό τα επόμενα 50 χρόνια.
Επίσης, η λεγόμενη «αναλογία εξάρτησης», δηλαδή η ψαλίδα μεταξύ των «ακριβών» συνταξιούχων σε σχέση με τους νεότερους εργαζόμενους φορολογουμένους, σε ευάλωτες συνθήκες εργασίας και με χαμηλότερους μισθούς πια, μεγαλώνει με ραγδαίους ρυθμούς.
Το ποσοστό των κατοίκων ηλικίας άνω των 65, συγκριτικά με αυτούς ηλικίας 15-64, αναμένεται να εκτιναχθεί στη Γερμανία από 32% που είναι τώρα στο υψηλότατο 59% μέχρι το 2060. Με άλλα λόγια, ως το 2060 κάτι λιγότερο από δύο Γερμανοί κάτω των 65 ετών θα δουλεύουν για να πληρώνουν φόρους και να συντηρούν τον κάθε Γερμανό άνω των 65.
Αυτός είναι και ένας από τους «σιωπηρούς» λόγους για τους οποίους η Γερμανία αφήνει ανοιχτά παράθυρα σε μετανάστες και πρόσφυγες. Η Μέρκελ, μάλιστα, «ξαφρίζει» τους «καλύτερους» και τους πιο «οικονομικά χρήσιμους» από τους αιτούντες άσυλο.
Σε κάποια χρόνια από τώρα, ειδικοί εκτιμούν ότι μπορεί να αποδειχθεί πως η Γερμανία ήταν τελικά από τους νικητές στη σύγκρουση της Μ. Ανατολής, έχοντας εξασφαλίσει ένα μεγάλο κομμάτι από τη νεαρή μεσαία τάξη της σπαρασσόμενης περιοχής.
Αυτήν τη στιγμή, υπάρχουν σχεδόν 46 εκατομμύρια άνθρωποι στη Γερμανία σε ηλικία εργασίας, δηλαδή που είτε εργάζονται είτε είναι θεωρητικά ικανοί για εργασία πλην όμως άνεργοι ή άεργοι. Υπολογίζεται ότι χωρίς τη μετανάστευση αυτός ο αριθμός από ικανά χέρια και μυαλά θα συρρικνωθεί σε μόλις 29 εκατομμύρια μέσα σε τρεις δεκαετίες. Ακόμη κι αν η ηλικία συνταξιοδότησης ανέβαινε στα 70 χρόνια, αυτό θα αύξανε τους εργαζομένους κατά μόνο 4,4 εκατομμύρια!
Το ασφαλιστικό 
Ένα συρρικνωμένο εργατικό δυναμικό μεταφράζεται για κάθε χώρα σε λιγότερους ανθρώπους που συνεισφέρουν στα ασφαλιστικά ταμεία, που καταναλώνουν και παράγουν αγαθά, που πληρώνουν φόρους για σχολεία, υποδομές κ.ά. Λιγότεροι εργαζόμενοι, επίσης, σημαίνει μικρότερες πιθανότητες για οικονομική ανάπτυξη.
Η Γερμανία θεωρεί πως δεν θα καταφέρει να καλύψει τις ανάγκες της μόνο μέσω της ευρωπαϊκής αγοράς εργασίας, με την ελεύθερη διακίνηση εργαζομένων στο πλαίσιο της Ε.Ε. Επιπλέον, όλες οι ευρωπαϊκές χώρες υποφέρουν από την ίδια ασθένεια, από τη γήρανση και τη συρρίκνωση των πληθυσμών τους.
Οι Γερμανοί οικονομολόγοι υπολογίζουν ότι ο μέσος αριθμός μεταναστών από ευρωπαϊκές χώρες θα μειωθεί σε 70.000 μέχρι το 2050. Γι’ αυτό το γερμανικό κράτος θα εξαρτάται όλο και πιο πολύ από ανθρώπους που καταφθάνουν από τρίτες χώρες για να εργαστούν, ανθρώπους που σήμερα έρχονται στην Ευρώπη κυρίως ως πρόσφυγες.
Αυτός είναι και ο λόγος που ο πρόεδρος του γερμανικού συνδέσμου εργοδοτών Ίνγκο Κράμερ αποκάλεσε «ευλογία» τους μετανάστες σε συνέντευξη που παραχώρησε πρόσφατα στη γερμανική εφημερίδα «Suddeutsche Zeitung»: «Η παροχή βοήθειας στους μετανάστες είναι πρωτίστως ηθικό ζήτημα, όμως θα πρέπει έτσι κι αλλιώς να λαμβάνονται μέτρα ώστε οι αιτούντες άσυλο να μη μένουν έξω από την αγορά εργασίας για πολλούς μήνες. Μέχρι τώρα σχεδόν τους φυλακίζουμε στα κέντρα υποδοχής. Τι αποτέλεσμα περιμένουμε να έχουμε; Τροφοδοτούμε διαμάχες και βανδαλισμούς».
Ωστόσο, ειδικά σε χώρες με υψηλή ανεργία εν καιρώ κρίσης η κατάσταση γίνεται σαφώς πιο πολύπλοκη. Κατά μέσο όρο, στα κράτη-μέλη του ΟΟΣΑ, τα ποσοστά ανεργίας στους ανθρώπους που γεννήθηκαν στο εξωτερικό, δηλαδή τους μετανάστες, είναι υψηλότερα.
Τομείς όπως οι κατασκευές, οι υπηρεσίες και η αγροτική παραγωγή, που προσφέρουν συνήθως αρκετές θέσεις εργασίας σε μετανάστες, χτυπήθηκαν άγρια από την οικονομική κρίση σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Ισπανία. Όμως σε άλλες, που δεν ισοπεδώθηκαν από την ύφεση, αρχίζουν πάλι να δημιουργούνται δουλειές.
Το ποσοστό απασχόλησης μεταναστών στον ΟΟΣΑ αυξήθηκε κατά 1,3 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ 2011-2014, γρηγορότερα δηλαδή από ό,τι αυξήθηκε το αντίστοιχο ποσοστό των γηγενών. Στις ΗΠΑ, το ποσοστό ανεργίας ξένων, κυρίως ανδρών μεταναστών χαμηλών δεξιοτήτων, ήταν μικρότερο το 2014 από το ποσοστό ανεργίας των Αμερικανών, λόγω άνθισης που σημειώθηκε σε τομείς όπως οι κατασκευές.

ΣΧΕΤΙΚΑ

3 ΣΧΟΛΙΑ

Common sense 21 Οκτωβρίου 2015 - 19:37

Σωστή η διάγνωση του προβλήματος αλλά προσωπικά στο μυαλό μου διατηρώ αναπάντητο ένα πολύ βασικό ερώτημα:
Πως γίνεται σήμερα να είναι δυσκολότερη η κύηση κι η γέννα όταν ακόμα και στην εποχή των μνημονίων (όχι ότι τα πράγματα ήταν ιδιαίτερως καλύτερα και πριν) οι συνθήκες και παγκοσμίως τουλάχιστον στον ανεπτυγμένο κόσμο και στην Ελλάδα ειδικότερα είναι σαφώς πιο βελτιωμένες από προηγούμενες εποχές π.χ. αμέσως μετά τον Εμφύλιο, προπολεμικά ή ακόμα και τον 19ο αι.; Και παράγωγο αυτού: πως γίνεται σε χώρες υπανάπτυκτες, πάμπτωχες, με επιδημίες, οικονομική ένδεια κλπ. στην Αφρική ή την Ασία ή τη ΛΑτινική Αμερική η γεννητικότητα αλλά ακόμα κι η αριθμητική ενίσχυση του πληθυσμού να είναι θεαματικά μεγαλύτερη από την Ελλάδα αλλά κι άλλες χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Χρίστος 22 Οκτωβρίου 2015 - 21:53

Από που προκύπτει ότι η κύηση είναι δυσκολότερη; Απλώς – σε όλο το δυτικό κόσμο – υπάρχουν πολλοί παράγοντες που οδηγούν σε μείωση των γεννήσεων: μικρός αριθμός παιδιών [συχνά, πλέον, ένα] ανά ζευγάρι, καθυστέρηση στην έναρξη τεκνοποίησης ή καθόλου τεκνοποίηση. Εκτός από αυτούς τους προσωπικούς λόγους όμως, στην Ελλάδα των μνημονίων αφενός δημιουργούνται εμπόδια σε όσους έχουν κάποιο πρόβλημα υγείας αλλά θέλουν να τεκνοποιήσουν, αφετέρου οι χαμηλοί μισθοί, η επαγγελματική ανασφάλεια και η απουσία υποδομών [π.χ. θέση σε παιδικό σταθμό, υγειονομική ασφάλιση τέκνων κλπ] αποθαρρύνουν ακόμη περισσότερους.
Σ’αυτό να προστεθεί ότι τα τελευταία χρόνια ξανααυξήθηκε η νεογνική και βρεφική θνησιμότητα, από εκεί που συστηματικά μειωνόταν. Λίγο, αλλά αυξήθηκε.

Στο τρίτο κόσμο επιλέγουν να γεννούν παιδιά αβέρτα και από νωρίς – γι’ αυτό υπερπληθύνονται.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Common sense 29 Οκτωβρίου 2015 - 17:25

Υπάρχουν σχετικές μελέτες που τουλάχιστον στατιστικά ότι οι νεώτερες γυναίκες είναι λιγότερο ανθεκτικές στις δυσκολίες της κύησης. Πέραν αυτού το βασικό πρόβλημα, κι ίσως εκεί η φράση μου να μην ήταν απόλυτα ακριβής, είναι η σύλληψη και οφείλεται στην εξασθένηση του ανδρικού σπέρματος όπως τουλάχιστον καταδεικνύει μεγάλη ομάδα μελετών. Η αιτία ακόμα δεν έχει προσδιορισθεί αν κι υπάρχουν αρκετές εικασίες που δεν έχουν όμως οριστικά επαληθευθεί καθόσον γνωρίζω τουλάχιστον.
Τέλος να αναφέρω ότι δεν είναι κατ’εμέ τουλάχιστον ικανοποιητική εξήγηση του προβλήματος ο μικρός αριθμός παιδιών [συχνά, πλέον, ένα] ανά ζευγάρι, καθυστέρηση στην έναρξη τεκνοποίησης ή καθόλου τεκνοποίηση ή αντίστοιχα ότι στον τρίτο κόσμο επιλέγουν να γεννούν παιδιά αβέρτα και από νωρίς και γι’ αυτό υπερπληθύνονται. Είναι μάλλον αναδιατύπωση της καρδιάς του προβλήματος. Δηλ. το ζήτημα είναι γιατί ο αριθμός ανά ζεύγος έχει μειωθεί τόσο δραματικά ή γιατί η τεκνοποίηση αργεί στις ανεπτυγμένες χώρες ή γιατί στον τρίτο κόσμο αρχίζουν από νωρίς την τεκνοποίηση κλπ.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ