του Κ. Δημητρόπουλου
Ένα όμως μεγάλο, περίπλοκο αλλά όχι τόσο γνωστό πρόβλημα, είναι αυτό που αφορά τις ιδιοκτησίες. Οι Χιμαριώτες δεν είναι σύμφωνοι και δεν αποδέχθηκαν ποτέ τον νόμο με τον οποίο προσπάθησε να λύσει το “ιδιοκτησιακό”, αρχικά η κυβέρνηση του Δημοκρατικού Κόμματος του Σαλή Μπερίσα και τώρα αυτή του Σοσιαλιστικού Κόμματος των Ιλίρ Μέτα και Φάτος Νάνο. Ένας νόμος που σε γενικές γραμμές ακούγεται πολύ δημοκρατικός μιας και οι εμπνευστές του διαλαλούν πως λέει: “μερίδια σε όλους τους κατοίκους”.
Ένα από τα χαρακτηριστικά του καθεστώτος Ενβέρ Χότζα είναι και αυτό της συστηματικής δημογραφικής αλλοίωσης των περιοχών στις οποίες κατοικεί ιστορικά η Ελληνική Κοινότητα. Στο πλαίσιο αυτό, αλλά εξυπηρετώντας παράλληλα και άλλους σκοπούς που δεν είναι του παρόντος, εγκαταστάθηκαν στη Χιμάρα εκατοντάδες κρατικών υπαλλήλων μαζί με τις οικογένειές τους. Για την στέγασή τους αλλοιώθηκε το φυσικό, πολιτιστικό και ιστορικό περιβάλλον στο επίνειο της Χιμάρας, τα Σπήλια, ώστε να χτιστούν οι γνωστές κακόγουστες και επικίνδυνες ενβερικές πολυκατοικίες. Οι υπάλληλοι αυτοί και οι οικογένειές τους κατά ένα μέρος δεν επέστρεψαν ποτέ στους τόπους καταγωγής τους ενώ ενισχύονται και με νέους. Άρα, σύμφωνα με το νόμο, δικαιούνται και λαμβάνουν μέρος της λεηλατημένης από το κράτος γης της Χιμάρας.
Οι ίδιοι οι Χιμαριώτες αντιδρούν όλα αυτά τα χρόνια και αρνούνται να δεχθούν μια τέτοια εξέλιξη, αντιπροτείνοντας να πάρει η κάθε οικογένεια και η Εκκλησία την περιουσία που είχαν πριν την αναγκαστική κρατικοποίηση.
Το κράτος δεν έλαβε ποτέ υπ’ όψιν του τις απόψεις του λαού. Απεναντίας τα όργανά του στην επαρχία προσπάθησαν να αναμοχλεύσουν τα πάθη και να προκαλέσουν διχόνοια:
1. Νομιμοποιώντας τίτλους ιδιοκτησίας σε άτομα που εποφθαλμιούν προνομιούχα μέρη, τα οποία ανήκουν σε οικογένειες που έχουν μεταναστεύσει στην Ελλάδα ή δεν έχουν αρκετή δύναμη για να αντισταθούν.
2. Εκποιώντας το μεγαλύτερο μέρος της εκτεταμένης περιουσίας της Εκκλησίας, με συνέπεια να δυσκολεύεται η τελευταία ακόμα και στην οικοδόμηση ναού.
Οι Χιμαριώτες βλέπουν χρόνο με το χρόνο να πολλαπλασιάζονται οι καταπατητές και να δημιουργούνται έριδες εκεί που δεν υπήρχαν. Εκτιμούν δε, πως η όλη κατάσταση χρησιμοποιείται εντέχνως εναντίον τους. Από τη μια πλευρά ευνοείται μια ομάδα Αλβανών μα και ντόπιων Ελλήνων η οποία χρησιμοποιείται ως στήριγμα κάποιων αλαζόνων, με αντάλλαγμα την καταπάτηση της παραλιακής ζώνης, ενώ από την άλλη εμποδίζονται οι Χιμαριώτες να εκμεταλλευτούν τις περιουσίες τους και να δημιουργήσουν οικονομική ζωή στην ιδιαίτερη πατρίδα τους.
Κάποιοι κύκλοι, οι οποίοι δεν εμφορούνται από δημοκρατικές αρχές ούτε επιθυμούν την ειρηνική συμβίωση των λαών, θεωρούν πως είναι προτιμότερο να κρατούν το “ιδιοκτησιακό” σαν χαρτί ενάντια στους Χιμαριώτες. Έτσι, εκτός της τακτικής που αφορά την διασπάθιση των ιδιοκτησιών τους, εκφοβίζουν υπενθυμίζοντας στους κατοίκους τις εκδηλώσεις τους κατά τη διάρκεια των γνωστών πια “δημοτικών εκλογών” του 2000, αλλά και την εν γένει “διαγωγή” τους όσον αφορά το θέμα της εθνικής καταγωγής και της επαναλειτουργίας των σχολείων.
Η επίσημη αλβανική πλευρά διαφωνεί σε κάθε γνώμη που λεει πως ο χαρακτηρισμός ακινήτων σαν αυθαίρετα και η επιβολή του νόμου έχουν ρεβανσιστικά κίνητρα. Απεναντίας, επιρρίπτει τις ευθύνες σε κάποιους ντόπιους οι οποίοι με αυθαίρετο τρόπο έκτισαν και λειτουργούν μικρές επιχειρήσεις και τους προειδοποιεί για τις συνέπειες. Διατείνεται μάλιστα πως η ανάγκη ανάπλασης της περιοχής, τα έργα υποδομής και η τουριστική εν τέλει αξιοποίηση, είναι αυτά που κάνουν επιτακτική την ανάγκη του ξεκαθαρίσματος της κατάστασης.
Στα μέσα του 2001, το κράτος μέσω των δημοτικών αρχών προειδοποιεί μερικούς Χιμαριώτες ότι τα κτίσματά τους θα κατεδαφιστούν μιας και είναι παράνομα. Προκαλείται αναστάτωση και οι τοπικές οργανώσεις της ΟΜΟΝΟΙΑΣ και του κόμματος “Ένωση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων” αποστέλλουν διαμαρτυρία προς τον πρωθυπουργό της Αλβανίας όπου, μεταξύ άλλων, αναρωτιούνται γιατί δεν λαμβάνονται μέτρα “τα οποία θα παραχωρήσουν στον λαό της Χιμάρας τα δικαιώματα για τις περιουσίες του, οι οποίες δημιουργήθηκαν με τόσο κόπο;” Και παρακάτω αναφέρει τις περιπτώσεις των αυθαιρέτων:
1. Πώς είναι δυνατόν ο κ. Περικλής Μιμηζώτος να ενημερώνεται ότι θα του κατεδαφίσουν το μαγαζί του, όπου εργάζεται με την οικογένειά του και το οποίο είναι κτισμένο σε οικόπεδο που του έχει επιστραφεί από την “Επιτροπή Επιστροφής Περιουσιών”, ως ακίνητη Περιουσία, σύμφωνα με την υπ’ αριθ. 236/07.02.1995 Απόφαση, Αριθ. Πρωτοκόλλου 38.
2. Επίσης, υπάρχει και η περίπτωση του κ. Πάνου Γιώργη Βεΐζη στον οποίον η “Επιτροπή Επιστροφής Περιουσιών”, με την υπ’ αριθ. 37/29.10.1993 Απόφαση, αναγνωρίζει το δικαίωμα ιδιοκτησίας του πατρός του Γιώργη Βεΐζη, ενώ για το μαγαζί, το οποίο λειτουργεί επί 68 χρόνια περίπου και είναι και αυτό εντός του οικοπέδου, αφού το ανακαίνισε, του ζητούν να κατεδαφιστεί με την αιτιολογία ότι είναι αυθαίρετο κτίριο.
3. Στον κ. Νίκο Σωκράτη Κολήλια, βάσει της υπ’ αριθ. 1865/38.01.1995 “Βεβαίωσης Περί Ιδιοκτησίας” από το Υποθηκοφυλακείο Αυλώνας (υπ’ αριθ. 222.06.82.1994 Απόφαση της “Επιτροπής Επιστροφής Περιουσιών”με υπ’ αριθ. 36 Πρωτόκολλο, υπ’ αριθ. 2528/Αριθμός Πράξεως 3633 Απόφαση “Στο όνομα του λαού” του Δικαστηρίου Αυλώνας), του αναγνωρίζεται η ιδιοκτησία την οποία κληρονόμησε από τον πατέρα του, Σωκράτη Κολήλια. Οι αποφάσεις αυτές για την επιστροφή της περιουσίας του δεν εφαρμόστηκαν μέχρι στιγμής από το Δημαρxείο. Αντιθέτως, ζητείται vα κατεδαφιστεί το μαγαζί που βρίσκεται σ’ αυτό το οικόπεδο, το οποίο έκτισε πριν από 3 χρόνια.
4. Όσον αφορά τον κ. Χερκούλ (Ηρακλής) Πέτρος, με την υπ’ αριθ. 289/13.07.2001 απόφαση του Δημάρxου κ. Mato, αναστέλλεται η υπ’ αριθ. 10/5/19.09.2880 Άδεια Οικοδόμησης της ΚΚΤ Αυλώνας (Συμβουλίου Χωροταξίας) με προθεσμία εφαρμογής μέχρι στις 19.05.2002.
5. Επίσης, το Δημαρxείο δεν σέβεται την ιδιοκτησία του κ. Θωμά Λέκο Σύμα, η οποία, βάσει την υπ’ αριθ. 434 “Βεβαίωση του Τμήματος της πολεοδομίας” Αυλώνας, του αναγνωρίζεται.
6. Στον κ. Σπύρο Ζούπα, με την υπ’ αριθ. 105/31.83.1994 απόφαση της “Επιτροπής Επιστροφής Περιουσίων” Αυλώνας, Φάκελος υπ’ αριθ.22 1, αναγνωρίζεται το δικαίωμα ιδιοκτησίας στο οικόπεδο όπου έχει κατεδαφιστεί το παλαιό κτίριο και πάνω στο οποίο κτίστηκε το νέο παραθεριστικό κέντρο των Δρυμάδων. Το Δικαστήριο της Αυλώνας, με την υπ’ αριθ. 152/88.86.2000 Απόφαση, Αριθμός Πράξεως 152, διατάσσει την εκτέλεση της Απόφασης αυτής. Το Δημαρxείο όμως αρνείται την εκτέλεση αυτής της Απόφασης.”2
Οι διαμαρτυρίες για την κατάσταση στο ιδιοκτησιακό δεν έπαψαν ούτε στιγμή. Την 1η Δεκεμβρίου 2001, και κατά τη διάρκεια του Β΄ συνεδρίου του σύλλογου “Μπρεγκντέτι” (Παραλία)3 στα Τίρανα, ο πρόεδρός του, Λάζαρης Ευάγγελος, κατηγόρησε στελέχη της κυβέρνησης αλλά και των πολιτικών κομμάτων, μεταξύ των οποίων τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Σκεντέρ Γκινούσι, για καταπατήσεις ιδιοκτησιών που ανήκουν σε Χιμαριώτες. Ο κύριος Λάζαρης τόνισε ότι μέχρι τώρα οι κυβερνήσεις αρνούνται να ικανοποιήσουν τα αιτήματα των Χιμαριωτών που αφορούν την επιστροφή των περιουσιών τους που κρατικοποιήθηκαν από το 1945 και ύστερα. Με την καταγγελία αυτή γίνεται κατανοητό πως “το τερπνόν (“κρατικό συμφέρον), συνδυάζεται μετά του ωφελίμου (ιδιωτικό συμφέρον)”4.
Στις 3 και 4 Δεκεμβρίου του 2001, ένα συνεργείο με ειδικά μηχανήματα, συνοδευόμενο και από δυνάμεις ασφαλείας, πραγματοποίησε κατεδαφίσεις έξι κτηρίων στα Σπήλια της Χιμάρας. Η ενέργεια αυτή προκάλεσε αρκετές αντιδράσεις και επεισόδια από Χιμαριώτες οι οποίοι είχαν συγκεντρωθεί για συμπαράσταση μπροστά από τα κτήρια που θα γκρεμίζονταν. Κάποια άτομα τραυματίστηκαν ελαφρά, μεταξύ των οποίων ο αντιπρόεδρος της τοπικής ΟΜΟΝΟΙΑΣ και πρώην υποψήφιος δήμαρχος, Β. Μπολάνος5. Οι Χιμαριώτες θεώρησαν πως οι κατεδαφίσεις είναι επιλεκτικές και δεν πειράχθηκε κανένα άλλο “αυθαίρετο” που ο ιδιοκτήτης του έχει καλές σχέσεις με τους ανθρώπους της εξουσίας. “Επισήμως, ο σκοπός της δοτής δημοτικής αρχής είναι η δημιουργία μιας πλατείας. Όμως η τοποθέτηση των κτιρίων που βρέθηκαν στο επίκεντρο του κυκλώνα φανερώνει πως αυτή η πλατεία θα είναι αποσπασματική και θα έχει το πρωτοποριακό σχήμα ζιγκ – ζάγκ6”.
Η ΟΜΟΝΟΙΑ και οι Χιμαριώτες διαμαρτυρήθηκαν και γι’ αυτό τους συμπαραστάθηκαν μέλη του ελληνικού κοινοβουλίου. Η ίδια η κυβέρνηση θέλησε να κρατήσει χαμηλούς τόνους. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, κ. Πρωτόπαππας, σε σχετική ερώτηση δήλωσε πως: “η κατεδάφιση ορισμένων σπιτιών Ελλήνων της μειονότητας δεν φαίνεται να συνιστά διακριτική μεταχείριση σε βάρος τους” και υπογράμμισε ότι η Ελλάδα δεν υπήρχε περίπτωση να δεχτεί διακριτική μεταχείριση σε βάρος της μειονότητας και ότι ερεύνησε το θέμα πολύ προσεκτικά7. Την ίδια μέρα, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας κύριος Παπαντωνίου βρισκόταν στην Αλβανία. Ο Αλβανός ομόλογός του, κύριος Μάικο, απαντώντας σε ερώτημα για τη θέση της αλβανικής κυβέρνησης απέναντι στις καταγγελίες ότι στην περιοχή της Χιμάρας καταστρέφονται περιουσίες Ελλήνων, παραδέχθηκε ότι έχουν υπάρξει μερικές καταστροφές. “Ως υπουργός Άμυνας έχω δώσει εντολή στις δυνάμεις του μηχανικού να ανοίξουν ένα σύγχρονο δρόμο προς τη Χιμάρα, ο οποίος θα βγάλει την περιοχή από, την κατά κάποιο τρόπο, απομόνωση, η οποία είναι συνέπεια της υποβαθμισμένης υποδομής, στην οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή. Αυτό είναι το σχόλιο που έχω να κάνω”8.
Οι βουλευτές και οι ευρωβουλευτές των ελληνικών κομμάτων ήταν περισσότερο σαφείς στις απόψεις τους. Ο ευρωβουλευτής της Ν.Δ. κύριος Χρ. Ζαχαράκης δήλωσε πως το Ευρωκοινοβούλιο πρέπει “να λάβει υπόψη του αυτά τα γεγονότα εν όψει της προετοιμασίας των διαπραγματεύσεων για τη σύναψη Συμφώνου Σταθερότητας και Συνεργασίας μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Αλβανίας”9. Σχετικές επερωτήσεις έκαναν μέλη του ελληνικού κοινοβουλίου και των δύο μεγάλων κομμάτων10.
Τα γεγονότα που διαδραματίζονται κάθε λίγο στη Χιμάρα αποκαλύπτουν πως ο χώρος αυτός αντιμετωπίζεται ως ένα μεγάλο ταμπού. Η συνεχής και με φανατισμό άρνηση των αρχών να αναγνωρίσουν αυτό που οι κάτοικοι διαλαλούν στα πέρατα της οικουμένης φανερώνει μια μεταφυσική αντίληψη των πραγμάτων. Η Αλβανία, για λόγους που ο μέσος Ευρωπαίος θα αδυνατούσε να κατανοήσει, δείχνει να έχει παρασυρθεί σε έναν πόλεμο ενάντια σε μια επαρχία της. Και είναι σφάλμα βαρύ και κανένα κράτος δεν απεργάζεται το ίδιο την αυτοαναίρεσή του. Την εποχή που η πορεία της Αλβανίας προς την Ευρώπη είναι μονόδρομος και το ενδιαφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Χιμάρα υπαρκτό και δεδηλωμένο, η μόνη λύση είναι η αποδοχή της πραγματικότητας και ο σεβασμός της ιστορίας.
1. Δ. Δημαλέξης, Χιμάρα 1935 – Αθήνα 1999. Πρόεδρος της Ένωσης Χειμαρριωτών “Η Χειμάρρα”.
2. Επιστολή της Δ.Ε.Ε.Ε.Μ “ΟΜΟΝΟΙΑ” Χιμάρας και του Κ.Ε.Α.Δ. Χιμάρας προς τον πρωθυπουργό της Αλβανίας Ιλίρ Μέτα και τον υπουργό επικρατείας για τα ανθρώπινα δικαιώματα Νικόλαο Κατσαλίδα (η επιστολή κοινοποιήθηκε στον πρέσβη των Η.Π.Α., Ι. Λίμπρεχτ, τον πρέσβη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Περέτι, τον πρέσβη του Ο.Α.Σ.Ε. Άρενς, τον Ζ. Ζολύ της E.U.M.M., τον πρέσβη της Γαλλίας Μ. Μενασέμωφ και τον Δ. Ηλιόπουλο, πρέσβη της Ελλάδας.
3. Περιλαμβάνει τους κατοίκους των χωριών από τους Αγίους Σαράντα έως τον Αυλώνα, δηλαδή την παλιά επαρχία Χιμάρας.
4. Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2001.
5. Τηλεοπτικός δίαυλος “Ήπειρος”, Τρίτη, 4 Δεκεμβρίου 2001 & εφημερίδα “Έντυπο Ηπείρου”, Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2001, φ. 1.
6. Εφημερίδα “Έντυπο Ηπείρου”, Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2001, φ. 1.
7. Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2001.
8. Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2001.
9. Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2001.
10. Χαϊτίδης και Γιακουμάτος από τη Ν.Δ. και Κοντομάρης, Κρητικός και Παπαθεμελής από το ΠΑ.ΣΟ.Κ.