Μια Αγία και Μεγάλη Σύνοδος που κινδυνεύει να μην είναι ούτε «Αγία» ούτε «Μεγάλη»
Του Γιώργου Ρακκά από τη Ρήξη φ. 124
Σε μεγάλο φιάσκο κινδυνεύει να εξελιχθεί η Αγία Μεγάλη Σύνοδος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που πραγματοποιείται στην έδρα της Ορθόδοξης Ακαδημίας Κρήτης, μεταξύ 20-25 Ιουνίου. Κι αυτό, παρ όλο που προετοιμαζόταν μεθοδικά επί… ενενήντα τρία χρόνια.
Επίκεντρο των αντεγκλήσεων και της εσωτερικής έριδας που έχει ξεσπάσει μεταξύ των ορθόδοξων Εκκλησιών είναι ο τρόπος τον οποίον μεθόδευσε τη Σύνοδο το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης.
Μέσα σε λιγότερο από ένα χρόνο, ο Πατριάρχης κατάφερε να παροξύνει όλες τις αντιθέσεις στο εσωτερικό της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και ήδη μια σειρά Εκκλησιών, της Αντιοχείας, της Γεωργίας, της Ρωσίας και της Βουλγαρίας δήλωσαν ότι δεν θα συμμετάσχουν. Την ίδια στιγμή, η ελλαδική Εκκλησία και η Κοινότητα του Αγίου Όρους ζητούν ριζικές αναθεωρήσεις των προσυνοδικών κειμένων, ενώ δεκάδες μητροπολίτες, και καθηγητές της ορθόδοξης δογματικής έχουν διατυπώσει σοβαρότατες ενστάσεις.
Ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος και ο Μητροπολίτης Μεσογαίας Νικόλαος επέκριναν λιγότερο ή περισσότερο έντονα τους τις μεθοδεύσεις του Πατριαρχείου που κατηύθυνε την προσυνεδριακή διαδικασία έτσι ώστε να απαλειφθούν από τα κείμενά της αναφορές που στοιχειοθετούν και αναδεικνύουν την δογματική και ιστορική ιδιαιτερότητα της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας.
Για εκείνους που νομίζουν ότι τα παραπάνω αποτελούν ανούσιες δογματικές αντιπαραθέσεις, σε μια εποχή ολικής εκκοσμίκευσης, αξίζει να σημειώσουμε ότι, οι στιγμές της ρήξης μεταξύ του δυτικού και του ανατολικού σκέλους της Εκκλησίας, υπήρξαν οι στιγμές που η ορθοδοξία ανέδειξε την ιδιαιτερότητα του πνεύματος και της κοσμοαντίληψής της –πιο ουμανιστικής σε σύγκριση με τη δυτική θεολογία.
Στα κείμενα της Συνόδου, η παπική Εκκλησία αναγνωρίζεται για πρώτη φορά ως τέτοια και όχι ως κοινότητα πιστών παρεκκλίνουσα από τη Μία, Αγία και Καθολική Ορθόδοξη Εκκλησία – όπως είναι το ορθόδοξο τυπικό. Ρητώς δε αναφέρεται ότι ο διαχριστιανικός διάλογος που βρίσκεται σε εξέλιξη έχει δογματική διάσταση – γεγονός που θέτει υπό διαπραγμάτευση την ίδια τη θεολογική έριδα.
Ο Πατριάρχης μεθοδεύει, μέσω του διαχριστιανικού διαλόγου, την εγκατάλειψη της ορθόδοξης παράδοσης στον βωμό ενός νέου modus vivendi με την Καθολική Εκκλησία, πυροδοτώντας έριδες με τη Ρωσική Εκκλησία και τους δορυφόρους της (Γεωργία, Βουλγαρία, εν μέρει Σερβία) οι οποίες αντιτίθενται σθεναρά σε κάθε επαναπροσέγγιση με τον καθολικισμό.
Βεβαίως, σε αυτές της ενέργειες εμπλέκονται και γεωστρατηγικοί σχεδιασμοί, καθώς ο αμερικανικός παράγοντας επιθυμεί την απομόνωση της Ρωσικής Εκκλησίας. Είναι γνωστή η εμπλοκή του Πατριάρχη στην εκκλησιαστική έριδα της Ουκρανίας, όπου ο πρόεδρος Ποροσένκο και οι Αμερικάνοι προωθούν την αυτοκεφαλία της Εκκλησίας της Ουκρανίας: Τελευταίο επεισόδιο, αυτής της εμπλοκής, είναι η επίσκεψη του Ποροσένκο στην Κωνσταντινούπολη, όπου ο Βαρθολομαίος δήλωσε ότι Μητέρα Εκκλησία της Ουκρανικής είναι το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.
Ο ρόλος του Πατριαρχείου
Γιατί το Πατριαρχείο και προσωπικά ο Βαρθολομαίος έχουν υιοθετήσει αυτήν τη στρατηγική και προσπαθούν να φέρουν προ τετελεσμένων τους υπολοίπους προκαθήμενους της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας;
Το Πατριαρχείο, επιλέγοντας να παραμείνει στην Κωνσταντινούπολη σε συνθήκες ομηρίας από το τουρκικό κατεστημένο, βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο: Προκειμένου να επιβιώσει μεσιτεύει τη συμβολική του αξία τόσο έναντι της τουρκικής πολιτικής, όσο και στο πλαίσιο της παγκόσμιας γεωπολιτικής σκακιέρας. Έτσι, πλειοδοτεί στη θρησκευτική επαναπροσέγγιση με την Παπική Εκκλησία και μεταβάλλεται σε συνιστώσα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.
Αναμοχλεύοντας δε το ζήτημα των Νέων Χωρών, καθίσταται ιμάντας μεταβίβασης της τουρκικής επιρροής στον ελλαδικό χώρο, στα πολύ ευαίσθητα σημεία της Βόρειας Ελλάδας, της Κρήτης και των Δωδεκανήσων. Και πράγματι, το Πατριαρχείο βρίσκεται στην πρωτοπορία της ελληνοτουρκικής επαναπροσέγγισης. Ο Πατριάρχης προτίμησε να σιωπήσει μπρος στην πρωτοφανή κίνηση του Ερντογάν, να επιτρέψει να χρησιμοποιηθεί η Αγία Σοφία ως τζαμί. Αξίζει να θυμηθούμε τη –γραπτή– δήλωσή του στη φερόμενη ως οικία του Κεμάλ Ατατούρκ στη Θεσσαλονίκη: «Είμαστε χαρούμενοι που επισκεπτόμαστε την ανακαινισμένη οικία του ιδρυτή της Τουρκικής Δημοκρατίας, Ατατούρκ. Ευχόμενοι, ο Θεός να αναπαύει την ψυχή του, ικετεύουμε τον Μεγαλοδύναμο, οι μεταρρυθμίσεις του να ζουν για πάντα και ο λόγος του “Ειρήνη στη χώρα, ειρήνη στην Οικουμένη”, όσο περνάει ο χρόνος, να γίνεται πραγματικότητα. Με τις ευλογίες μας».
Οι ΗΠΑ ως επίδοξοι προστάτες
Ταυτόχρονα, ο Βαρθολομαίος βρίσκεται πολύ κοντά στους Αμερικάνους και σπεύδει να συνδράμει στην πολιτική τους, όπου αυτό είναι δυνατόν. Δεν είναι τυχαίο, ότι οι αμερικανοί αξιωματούχοι μιλάνε με τα καλύτερα λόγια για την προσωπικότητα και τη δράση του «Πράσινου Πατριάρχη».
Πολύ στενές είναι και οι σχέσεις του με το επιτελείο της Χίλαρυ Κλίντον, όπως αποκαλύπτεται και από ηλεκτρονικές συνομιλίες που είχε η ίδια με συνεργάτες της το 2009, τις οποίες και δημοσίευσε ο Εθνικός Κήρυκας της Νέας Υόρκης τον Σεπτέμβριο του 2015, όπου ένας τρομοκρατημένος Βαρθολομαίος συζητά για μια μια ενδεχόμενη βολιδοσκόπηση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ στην τουρκική πρεσβεία των ΗΠΑ για την προστασία του.
Αυτή η στρατηγική, τέλος, διαπλέκει το Πατριαρχείο με τα συμφέροντα της αφρόκρεμας του αποεθνικοποιημένου ελληνικού κεφαλαίου –ιδίως του εφοπλιστικού– το οποίο σπεύδει να τον συνδράμει. Δεν είναι τυχαίο, ότι επιφανείς εκπρόσωποι του ελληνικού κεφαλαίου έχουν τιμηθεί από τον Πατριάρχη με οφίκια: ο Κώστας Καρράς, ο Σωκράτης Κόκκαλης, οι εφοπλιστικές οικογένειες Λεβέντη, Εμπειρίκου και Λαιμού, ο Μελισσανίδης, ο Κοντομηνάς, ο Αγγελόπουλος κ.ά.
Το τίμημα
Το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, ως απώτατος κληρονόμος του Βυζαντίου, αποτελεί τον τελευταίο ζώντα θεσμό του καταλυμένου, πλέον, ελληνικού κοσμοσυστήματος. Η περίοδος αυτή έχει αμετάκλητα τελειώσει, όμως η συμβολική διάσταση του Πατριαρχείου, ως του τελευταίου επιζήσαντα θεσμού της ελληνικής μεσαιωνικής οικουμένης, θα μπορούσε να αποτελέσει βήμα για την ανάπτυξη μιας περιφερειακής πολιτιστικής και πνευματικής στρατηγικής του ελληνισμού.
Υπό την προϋπόθεση ότι αυτό δεν τελούσε σε ομηρία και μεταφερόταν σήμερα στο Άγιο Όρος, θα μπορούσε να αποτελέσει την κύρια έκφραση της ορθόδοξης πνευματικής παρέμβασης σε μια εποχή όπου εξαλείφονται τα τελευταία προπύργια του χριστιανισμού στην ιστορική του εστία, την Εγγύς Ανατολή. Το Πατριαρχείο θα μπορούσε να ενεργοποιήσει την ιστορική του κληρονομιά για την άμβλυνση των αντιθέσεων με τον αραβικό κόσμο. Εξάλλου η ορθόδοξη κοσμοαντίληψη και πνευματικότητα είναι σε θέση να δώσει απαντήσεις στη βαθιά ανθρωπολογική κρίση μηδενισμού που κατατρώγει τον Δυτικό Κόσμο, και η οποία δυστυχώς έχει μετακενωθεί τόσο στην ελληνική κοινωνία όσο και στο ίδιο το σώμα της Εκκλησίας.
Η Αγία Μεγάλη Σύνοδος, μια ιστορική συνάντηση της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας, καθώς όπως είπαμε προετοιμάζεται σχεδόν επί έναν αιώνα, και συγκαλείται ως Μεγάλη Σύνοδος μετά από το 1872, θα μπορούσε να εκμεταλλευθεί αυτά τα πνευματικά πλεονεκτήματα ώστε να αποτελέσει μια μεγάλη επανεκκίνηση στον σύγχρονο ρόλο της Εκκλησίας. Θα μπορούσε να καταστεί και οδός παρέμβασης για την αποτροπή της οριστικής εξόντωσης του ιστορικού χριστιανισμού της Συρίας και του Ιράκ· αλλά και θα προσέφερε μια οδό καταλλαγής με τη Δυτική Εκκλησία, όχι σε θεολογική και δογματική βάση, όπου η διάσταση είναι ιστορικά τετελεσμένη, αλλά στη δυνατότητα να δημιουργηθεί χώρος για μια κοινή παρέμβαση – ιδίως στα ζητήματα της βάναυσης καταπάτησης της ιστορικής κληρονομιάς του Βυζαντίου από το τουρκικό κατεστημένο, αλλά και τη μεγάλη απειλή που αντιπροσωπεύει ο ισλαμικός φονταμενταλισμός.
Η απουσία αυτής της φωνής παροξύνει και τις εσωτερικές της αντιθέσεις: Η αυτοεξουδετέρωση του Πατριαρχείου, που υπονομεύει τη συνοχή της αυτοκέφαλης Ελλαδικής Εκκλησίας, αναπόφευκτα δημιουργεί συσχετισμούς υπέρ της «ρώσικης συνιστώσας», η οποία και αποπειράται να παίξει ανοιχτά ηγεμονικό ρόλο. Όμως το Πατριαρχείο της Μόσχας αποπνέει κάτι από την τραχύτητα της ισχύος που συνοδεύει παραδοσιακά τον «ρώσικο» τρόπο, καθώς λείπει από αυτόν η αίσθηση ισορροπιών που διακατείχε το ορθόδοξο ελληνικό πνεύμα.
Αυτό το πρόβλημα, ωστόσο, είναι σήμερα δευτερεύον. Το κυριότερο είναι ότι το Πατριαρχείο, μεθοδεύοντας μια Μεγάλη Σύνοδο, που εν τέλει δεν είναι ούτε μεγάλη, ούτε αναδίδει την ιδιαιτερότητα του ορθόδοξου πνεύματος, απειλεί να επιταχύνει την αλλοτρίωση της ορθόδοξης κοσμοαντίληψης και φέρει την πνευματικότητα του ορθόδοξου κόσμου μπροστά στο φάσμα της εκ νέου αποικιοποίησής του· όχι μόνον από τη Δύση, όπως σωστά αλλά μονόπλευρα καταγγέλλουν πιο παραδοσιοκεντρικές μερίδες της ελλαδικής Εκκλησίας, αλλά και από την (ισλαμική) Ανατολή…
6 ΣΧΟΛΙΑ
Επομένως: ζήτω η αυτοοργάνωση της ορθοδοξίας! Ορθοδοξία από τα κάτω! Για ποιον άλλον εκσυγχρονισμό, άλλωστε;
Μία άλλη εναλλακτική για τον Οικ. Πατριάρχη είναι να ορισθεί Αρχηγός της Αυτονόμου Μοναστικής Πολιτείας του Αγίου Όρους και ταυτόχρονα το Οικ. Πατριαρχείο κι όσα κτίρια ελέγχει ακόμα στην Τουρκία να μετατραπούν σε πρεσβείες ή προξενικό έδαφος της Αθωνικής Πολιτείας στην Πόλη και την Τουρκία. Είναι νομίζω η καλύτερη λύση ώστε ούτε ο Πατριάρχης να φύγει από την αρχέγονη εστία του (πράγμα που θα έπληττε το κύρος του) αλλά ούτε το Πατριαρχείο, η εκλογή του κλπ. να τελούν σε ομηρεία υπό την Τουρκία…
Το Άγιο Όρος είναι απλώς αυτοδιοίκητο τμήμα της ελληνικής επικράτειας, δεν είναι κράτος για να έχει πρεσβείες στην Τουρκία! Από νομικής πλευράς η πρότασή σου είναι τελείως εκτός πραγματικότητας.
Δε νομίζω. Είναι “Πολιτεία” κι υπάγεται στο Υπ. Εξωτερικών ενώ ο “φυσικός” ηγέτης του μπορεί να είναι μόνον ο Οικ. Πατριάρχης, βλ.:
http://www.inathos.gr/athos/el/
Αλλά ακόμα κι έτσι όπως λέτε να ήταν θα μπορούσε να γίνει το ίδιο για την Ελληνική Πολιτεία. Ο Πατριάρχης να είναι Πρόξενος ή Πρέσβυς ή έστω Θρησκευτικός Ακόλουθος της Ελλάδας επιφορτισμένος με θέματα της Αθωνικής Πολιτείας στην Πόλη και το Πατριαρχείο Προξενικό Έδαφος. Έτσι μόνον μπορεί να λυθεί το θέμα της λειψανδρίας κι ο εκάστοτε Πατριάρχης να απολαμβάνει της πραγματικής προστασίας του Ελλαδικού κράτους….
“…θα προσέφερε μια οδό καταλλαγής με τη Δυτική Εκκλησία, όχι σε θεολογική και δογματική βάση, όπου η διάσταση είναι ιστορικά τετελεσμένη, αλλά στη δυνατότητα να δημιουργηθεί χώρος για μια κοινή παρέμβαση – ιδίως στα ζητήματα της βάναυσης καταπάτησης της ιστορικής κληρονομιάς του Βυζαντίου από το τουρκικό κατεστημένο, αλλά και τη μεγάλη απειλή που αντιπροσωπεύει ο ισλαμικός φονταμενταλισμός.”
Κε Ρακκά κάνατε μια καλή ανάλυση και μετά δώσατε μια κλωτσιά στην καρδάρα και πάει όλο το γάλα. Πραγματικά μου ήρθε κεραμίδα! Πώς είναι δυνατόν να πιστεύετε πραγματικά ότι οι παπικοί θα παρενέβαιναν υπέρ ημών στα τουρκικά πράγματα; Πότε ακριβώς στην ιστορία μας έκαναν κάτι παρόμοιο; Την κληρονομιά του Βυζαντίου οι ίδιοι τη λεηλάτησαν πρώτοι το 1204, και αργότερα που ζητήσαμε τη βοήθειά τους κατά των Οθωμανών απαιτούσαν πρώτα να υποταχθούμε στην εξουσία του πάπα και τελικά βοήθεια γιοκ! Νομίζετε ότι αυτά ανήκουν απλώς στην ιστορία και ότι οι απόγονοί τους θα δείξουν άλλο ήθος; Εδώ επι ιταλοκρατίας στον 20ο αι. εμπόδιζαν τους νησιώτες μας να βαπτίζουν τα παιδιά τους και να τα διδάσκουν ελληνικά!
Και κυρίως πώς σας πέρασε από το μυαλό ότι το Βατικανό έχει οποιονδήποτε λόγο να χτυπήσει τον ισλαμικό φονταμενταλισμό;;! Αφού αυτός εξυπηρετεί στην ισλαμοποίηση της Ευρώπης, την πολτοποίηση των εθνών και την εγκαθίδρυση ακόμη πιο ανελεύθερων καθεστώτων γιατί να κάνει το Βατικανό οτιδήποτε για να τον σταματήσει; Αφού κάθε λίγο και λιγάκι αποδεικνύει ότι υπηρετεί τη Νέα Τάξη! Σε όλη την Ευρώπη βγαίνουν παπικοί επίσκοποι και καλούν τους ντόπιους να “καταπιούν” τις ληστείες, τις βιαιοπραγίες, τους βιασμούς και τους βανδαλισμούς των ναών τους από μουσουλμάνους και μάλιστα να τους ανοίξουν και τα σπίτια τους στο όνομα της “αγάπης” αλλιώς δεν είναι χριστιανοί! Και στο καπάκι βγαίνει κι ο Αλάθητος και λέει ότι το “μαθητεύσατε πάντα τα έθνη” του Χριστού ήταν μια μορφή θρησκευτικού επεκτατισμού όπως αυτός που εφαρμόζουν οι τζιχαντιστές σήμερα. Ένα και το αυτό το να βαπτίζεις με το να αποκεφαλίζεις (βέβαια η δική του “εκκλησία” με τα εγκλήματα που έχει κάνει -σταυροφορίες, ιερές εξετάσεις, γενοκτονίες ορθοδόξων κτλ- δε διαφέρει όντως και πολύ από το ισλάμ)!! Μ’ αυτούς θα συνεννοηθούμε; Όταν φτάνει στο σημείο μια “εκκλησία” να ανταλλάξει τη Βασιλεία του Θεού για ένα επίγειο βασίλειο (που κάνει εμπόριο όπλων, ξεπλένει χρήμα στις τράπεζές του και άλλα τέτοια ωραία και χριστιανικά) πού θα σταματήσει;
Η στρεβλή θεολογία και το λάθος δόγμα οδηγούν σε άρρωστο ήθος. Η βαθιά ανθρωπολογική κρίση μηδενισμού που διαπιστώνετε ότι κατατρώγει το Δυτικό Κόσμο έχει τη ρίζα της ακριβώς στην άρρωστη κοσμοαντίληψη που δημιούργησε ο δυτικός χριστιανισμός.
Τα ορθά δόγματα δεν είναι τόμοι προς φύλαξη στο μουσείο ή προς αντιπαράθεση με αλλόδοξους, είναι για να τα ζούμε.
Για το ανέκδοτο να μεταφερθεί το πατριαρχείο στο Άγιο Όρος τι να πω; Λες και δεν υποφέρει αρκετά το από την εκκοσμίκευση ο Άθως, να του δώσουμε και τη χαριστική βολή…
Προς τον ‘Με το συμπάθειο’.
α) Νομίζω ότι διαβάσατε λάθος το κείμενο στο οποίο αναφέρεστε. Κατ’ αρχάς πρέπει να απαντήσουμε σε ένα προκαταρκτικό ερώτημα: Η Εκκλησία ως θεσμός, πρέπει να διαθέτει ή να αναπτύξει θρησκευτική διπλωματία ή όχι; Δηλαδή, πρέπει να αναπτύξει κάποια μορφή διαλόγου, όχι για δογματικά θέματα ή για την επίλυση των διαφορών που προκύπτουν από αυτά, αλλά για ευρύτερα θέματα που άπτονται της κατάστασης του πλανήτη μας ή όχι; Αν ναι, σε ποιό πλαίσιο πρέπει να το κάνει; Ποιά θα είναι η στρατηγική αυτής της θρησκευτικής διπλωματίας; Διότι προφανώς πρέπει να έχει την δική της ατζέντα, και πρέπει να αναδεικνύει ορισμένα ζητήματα. Ειδάλλως, θα είναι πάντοτε έρμαιο της ατζέντας των άλλων. Συνεπώς, πρέπει να υπάρξει μια συζήτηση γύρω από αυτό το ζήτημα. Εκτός αν θεωρούμε, ότι όλος ο καθολικός κόσμος, μέχρι τον τελευταίο πιστό στην Λατινική Αμερική είναι προσωπικά υπαίτιος για την πολιτεία του Πάπα από την πραγματοποίηση του σχίσματος κι έπειτα.
β) Το δεύτερο στο οποίο αναφέρεστε. Το κείμενο καταθέτει ένα σκεπτικό, ότι το Πατριαρχείο βρίσκεται σε ομηρία στην Κωνσταντινούπολη, και αυτό –πέραν των ευθυνών που έχει ο ίδιος ο πατριάρχης– δημιουργεί ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα για την αυτοτέλειά του. Επομένως, μπροστά σε αυτήν την κατάσταση πρέπει να έλθουμε αντιμέτωποι με ορισμένα ερωτήματα: Κατ αρχάς, επιθυμούμε να έχει συνέχεια ως θεσμός ή όχι; Το ερώτημα, προφανώς, είναι αυτονόητο. Επομένως, θα πρέπει να πάψει να είναι σε ομηρία. Δηλαδή να μεταφερθεί σε ελεύθερο έδαφος. Αυτή είναι η βάση του σκεπτικού της σχετικής με το Άγιο Όρος πρότασης, την οποία παλαιότερα είχε εκφράσει ο Χρ. Γιανναράς. Η πρόταση για το ‘Όρος’ είναι ενδεικτική. Θα μπορούσε να υπάρξει και καλύτερη -π.χ. η Θεσσαλονίκη, για το γεγονός ότι από ιστορικής άποψης, είναι η σημαντικότερη πόλη του Βυζαντίου που δεν τελεί υπό αιχμαλωσία. Εν πάσει περιπτώσει, όμως, το ζήτημα είναι να πάψει να τελεί υπό ομηρία.
Τέλος, δεν καταλαβαίνω την συσχέτιση του Πατριαρχείου με τον βαθμό εκκοσμίκευσης που επικρατεί στο Άγιο Όρος.