Αρχική » Για μια αειφόρο οικονομία

Για μια αειφόρο οικονομία

από Άρδην - Ρήξη

Από την Α΄ Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του Κινήματος Άρδην

του Δημήτρη Μπούσμπουρα

Η πρόσφατη οικονομική κρίση είναι, εκτός των άλλων, αποτέλεσμα και του ατομικού καταναλωτικού προτύπου που αναπτύχθηκε στην Ελλάδα στη μεταπολίτευση. Μέσα σε τέσσερις δεκαετίες φτάσαμε να προσεγγίσουμε το οικολογικό αποτύπωμα του Πρώτου Κόσμου, την ίδια στιγμή που υιοθετούσαμε άκριτα πρακτικές που απαντώνται στις υπό ανάπτυξη χώρες. Η ρύπανση των ποταμών, η συσσώρευση των σκουπιδιών, η εισροή χημικών στη γεωργία, η αλλοίωση των ακτών, η απάνθρωπη δόμηση στις πόλεις δημιούργησαν σοβαρά ζητήματα που υποβαθμίζουν την ποιότητα ζωής και απειλούν την υγεία των ανθρώπων.
Είναι γεγονός ότι το οικολογικό κίνημα στην Ελλάδα υπήρξε σε μεγάλο βαθμό εισαγόμενο ή επηρεαζόμενο από τα αντίστοιχα ρεύματα στο εξωτερικό. Αυτό φάνηκε στο τέλος της δεκαετίας του ’80, με την δημιουργία των Οικολόγων Εναλλακτικών σαν μια αντιγραφή από το αντίστοιχο Πράσινο Κόμμα στη Γερμανία και από τον τρόπο που αναπτύχθηκαν οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, συχνά ως παραρτήματα των μεγάλων διεθνών οργανώσεων. Δεν είναι όμως μόνο αποτέλεσμα μιμητισμού. Τα πραγματικά προβλήματα με την άσχημη πλευρά της ζωής στις πόλεις, με τον συνωστισμό και τη ρύπανση, ευαισθητοποίησαν και κινητοποίησαν τους ανθρώπους. Αυτή η κινητοποίηση βασίστηκε σε ένα όραμα, ένα πρότυπο, μια ανάμνηση μιας καλύτερης κατάστασης στη σχέση μας με τη φύση.
Για τους διανοούμενους, το ενδιαφέρον για το τοπίο και τη φύση ξεκινάει από τη γενιά του ’30. Που πρώτη αυτή αρχίζει να βλέπει το ελληνικό τοπίο και να ζωγραφίζει π.χ. ελαιώνες και μεσογειακά τοπία, αντί για βαθύσκια δάση, σαν τον Μέλανα Δρυμό της Γερμανίας. Η ίδια η δασολογική σχολή, από τις πρώτες που φτιάχτηκαν με τη δημιουργία του ελεύθερου ελληνικού κράτους, είχε γερμανική παιδεία και έπρεπε να περάσει περισσότερο από ένας αιώνας για να αντιληφθούν οι Έλληνες επιστήμονες τη δομή και τη λειτουργία των μεσογειακών οικοσυστημάτων.
Για τον πολύ κόσμο, όμως, η συνειδητοποίηση της αξίας του περιβάλλοντος γίνεται με την εγκατάσταση στην πρωτεύουσα και τις πόλεις και την απώλεια της επαφής με τη φύση, ιδιαίτερα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και τον Εμφύλιο. Αυτή η απώλεια της φύσης και η νοσταλγία μιας ζωής στην ύπαιθρο λειτούργησε για τα λαϊκά στρώματα ως κίνητρο για δραστηριοποίηση σε περιβαλλοντικά ζητήματα και ζητήματα ποιότητας ζωής ακόμα και όταν το βασικό όραμα παρέμενε ένα διαμέρισμα στην Αθήνα ή την πρωτεύουσα του νομού.
Ένα βασικό στοιχείο που διέπει τη σχέση των Ελλήνων με τον κόσμο είναι το μέτρο, η αυτάρκεια και η εγκράτεια, ένας μάλλον ασκητικός τρόπος ζωής, συμβατός με την κοινοτική παράδοση. Μια στάση ζωής που αναγνωρίζει την ύβρη στην ανατροπή των φυσικών διεργασιών και τη ληστρική εκμετάλλευση της φύσης. Η ελληνική στάση απέναντι στον κόσμο και την οικονομία συνοψίζεται από τον Αριστοτέλη: «Τό ζητεῖν ἁπανταχοῦ τό χρήσιμον, ἥκιστα ἁρμόζει τοῖς μεγαλοψύχοις καί ἐλευθερίοις». Στάση που διαφέρει από τις ιδεολογίες που διέπονται από την επιδίωξη συνεχούς οικονομικής ανάπτυξης και την αυταπάτη ότι οι φυσικοί πόροι είναι ανεξάντλητοι.
Η Ελλάδα διαθέτει μια από τις μεγαλύτερες ποικιλίες οικοσυστημάτων χλωρίδας και πανίδας στην Ευρώπη. Το βασικό αίτιο είναι η μικρή κλίμακα, η εναλλαγή στο κλίμα και στο τοπίο. Η συνύπαρξη ανθρώπου και φύσης επί χιλιετηρίδες αποδεικνύει ότι μπορεί να διατηρηθεί ένα θαυμαστό εύρος βιοποικιλότητας. πενήντα χιλιάδε είδη ζώων, 6.300 είδη και υποείδη φυτών, ένα μεγάλο μέρος των οποίων είναι ενδημικά. Αυτή η ποικιλία απειλείται όμως σήμερα με την αλλαγή χρήσεων γης, τα μεγάλα έργα και με την άλωση και των πιο απρόσιτων οικοσυστημάτων.
Μια ελληνική οικολογική στάση δεν μπορεί παρά να συναντήσει το αίτημα της αποανάπτυξης, που αντιστρατεύεται την αδιάκοπη μεγέθυνση της οικονομικής δραστηριότητας με κάθε τίμημα. Με το αίτημα ο προσανατολισμός της οικονομίας να είναι στην εξυπηρέτηση του ανθρώπου και όχι να είναι αυτοσκοπός η συνεχής αύξηση της παραγωγής και της κατανάλωσης. Ανάπτυξη για τον άνθρωπο – αποανάπτυξη σε ό,τι υποβαθμίζει τη ζωή.
Αν η οικολογική διάσταση ενταχθεί σε όλους τους σχεδιασμούς και τις οικονομικές δραστηριότητες και αν η ποιότητα ζωής αποτελέσει τον κύριο στόχο, αντί για την αύξηση του ΑΕΠ, ο άνθρωπος ξαναγίνεται το κέντρο της οικονομίας και η σχέση του άνθρωπου με τη φύση μπορεί να αποκατασταθεί.
Σήμερα στην Ελλάδα, μερικές βασικές προτεραιότητες για μια αειφόρο οικονομία ευημερίας, που σέβεται τη βιοποικιλότητα και επιδιώκει τη φυσικότητα και το μέτρο, είναι:
α) Η στροφή προς την οικολογικά συμβατή παραγωγή και υπηρεσίες.
β) Η απορρύπανση θαλασσών, ποταμών και λιμνών, προστασία των ακτών και των οικοσυστημάτων με μεγάλη βιολογική αξία, αναβάθμιση των δασών – κάτι που επιπροσθέτως προσφέρει και επιπλέον θέσεις εργασίας.
γ) Η στήριξη των παραδοσιακών δραστηριοτήτων οικολογικής γεωργίας και αλιείας και καθολική εφαρμογή της ολοκληρωμένης γεωργίας. Η διατήρηση των ελληνικών ποικιλιών και φυλών.
δ) Ο περιβαλλοντικός εκσυγχρονισμός της λιγνιτικής παραγωγής ενέργειας και η στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μικρής και μεσαίας κλίμακας για τη χρήση τους σε τοπική βάση, με σκοπό τη βελτίωση της ενεργειακής αυτάρκειας.
ε) Ο οικολογικός εξορθολογισμός των κατασκευών, με την υιοθέτηση σύγχρονων αειφορικών πρακτικών, καθώς και ο παράλληλος εκσυγχρονισμός της ελληνικής αστικής και υπαίθριας αρχιτεκτονικής και κατασκευαστικής παράδοσης – που φέρει μέσα της την αρχή της συνύπαρξης του ανθρώπου με τη φύση.
στ) Η αναβάθμιση των δημόσιων, οικολογικών μέσων μεταφοράς και περιορισμός χρήσης του Ι.Χ.
ζ) Η εφαρμογή μέτρων για τον περιορισμό του οικολογικού αποτυπώματος της τουριστικής δραστηριότητας.
η) Η μείωση της παραγωγής απορριμμάτων μέσω της στροφής προς τις επαναχρησιμοποιούμενες συσκευασίες και ανακύκλωση.
θ) Η απαγόρευση χρήσης και κατανάλωσης όλων των μεταλλαγμένων σπόρων και προϊόντων που προέρχονται από αυτούς.
ι) Η προστασία του νερού ως ελεύθερου κοινωνικού αγαθού και η ειδική μέριμνα για τη χρηστή διαχείριση των υδάτινων πόρων.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ