«Ο πολιτισμός της σημερινής Αθήνας!»
Συχνά χαρακτηρίζουν την Αθήνα – και δικαίως – σαν «υπαίθριο μουσείο», τα εκθέματα του οποίου τεκμηριώνουν με λαμπρό τρόπο τη διαχρονικότητα μιας πόλης που «ξεχειλίζει από ερεθίσματα πολιτισμού» και ταυτίζεται με μια συναρπαστική Ιστορία. Τι γίνεται όμως με τον πολιτισμό της σημερινής Αθήνας; Αυτό το μεγάλο ερώτημα κυριάρχησε στη χθεσινοβραδινή πολύ ενδιαφέρουσα εκδήλωση του δημοτικού συνδυασμού «ΑΘΗΝΑ για την Ελλάδα». Παράλληλα παρουσιάστηκαν και οι προτάσεις του συνδυασμού για τον πολιτισμό και την ιστορία της Αθήνας από τον συγγραφέα Αλέξανδρο Ασωνίτη: Ίδρυση ενός πολιτισμικού πάρκου στον Ελαιώνα, κατασκευή Μουσείου Εθνικής Αντίστασης στις πρώην ναζιστικές φυλακές (Κοραή 4) κ.α.
Ο αειθαλής, έγκυρος κριτικός θεάτρου Κώστας Γεωργουσόπουλος συμφώνησε με όλα αυτά. Έβαλε όμως στη πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση μια σειρά «βασανιστικών» ερωτημάτων: «Να φτιάξουμε μουσεία; Ναι! Για ποιον όμως; Μπορούμε να μιλήσουμε για πολιτισμό με μια τέτοια εκπαίδευση των νέων; Είναι δυνατόν στην εποχή της επέλασης του διαδικτύου οι νέοι που έχασαν την αίσθηση της μαγείας του βιβλίου να γίνουν αποδέκτες πολιτισμού; Πως μπορεί να γίνει αυτό όταν καταργείται από τη γενική παιδεία ο Επιτάφιος και η Αντιγόνη, που ο Έγελος ομολογούσε στην «Ιστορία της Φιλοσοφίας» ότι πάντα «ξεκινάμε με την Αντιγόνη»; Να μιλήσουμε για πολιτισμό όταν καταργούνται τα «χορικά» από τους τραγικούς ποιητές και τα οποία αποτελούν την «ουσία της δημοκρατίας» και θέτουν το μέτρο και την κατανόηση ανάμεσα στο Δήμο και τους «αμαρτωλούς» (Οιδίπους, Αγαμέμνων, Κλυταιμνήστρα κ.α.); Πώς να μιλήσουμε για πολιτισμό όταν μια γκαλερί κλείνει μετά την άλλη και το θεατρικό μουσείο, ένα απέραντο αρχείο, παραμένει κλειστό;» Για να κλείσει την συναρπαστική ομιλία του με μια ανέκδοτη αναφορά στο Νικηταρά τον Τουρκοφάγο, που έλεγε το 1836 : «Τώρα που φτιάξαμε κράτος, σχολεία και νοσοκομεία είναι καιρός να φτιάξουμε και θέατρα». Όσο για το μέλλον, ομολόγησε ότι «προς το παρόν τουλάχιστον, δεν βλέπω πουθενά φως».
Στη συνέχεια, ο υποψήφιος Δήμαρχος Αθηναίων Γιώργος Καραμπελιάς ορμώμενος από την όντως «απαισιόδοξη» θεώρηση του κ. Γεωργουσόπουλου μίλησε για την «απαισιοδοξία της λογικής και την αισιοδοξία της βουλήσεως», αλλά και για το όραμα «μικρών σχημάτων», όπως η «ΑΘΗΝΑ για την Ελλάδα», για την αναγέννηση της Αθήνας και της Ελλάδας. Επισήμανε ότι χωρίς τα «βαριά μας χαρτιά», τον πολιτισμό, την εθνική ταυτότητα και παράδοση και την Ιστορία δεν αντιμετωπίζεται η κλιμακούμενη κρίση της Αθήνας αλλά και ότι σύντομα θα «βρεθούμε στα όρια της επιβίωσης ως έθνος». Η Αθήνα πρέπει να είναι η μητρόπολη του Ελληνισμού και όχι παράσιτο της παγκοσμιοποίησης. Καυτηρίασε επίσης τη «μεταφορά πολιτισμού» (Λυρική, Εθνική Βιβλιοθήκη κ.α.) από το κέντρο της Αθήνας, που μετεξελίσσεται ραγδαία σε γκέτο μεταναστών, προς την περιφέρεια και πρότεινε μια σειρά από πολιτιστικές παρεμβάσεις : Ανάδειξη του Μουσείου αρχαιοελληνικής τεχνολογίας, που υπάρχει «εν κρυπτώ» μέσα στο ΕΜ Πολυτεχνείο, το οποίο πρέπει να αποτελέσει συνέχεια του αρχαιολογικού μουσείου, παρεμβάσεις στον Ελαιώνα (Δημιουργία Κέντρου Ελληνικής Διαχρονίας), στα Στάγιρα (Παγκόσμιο Κέντρο Φιλοσοφίας), στην Επίδαυρο (Παγκόσμιο Κέντρο Ελληνικής τραγωδία και κωμωδίας, στο Άγιο Όρος (Παγκόσμιο Κέντρο Ορθοδοξίας), κ.α.
Τέλος, ο κ. Ασωνίτης επισήμανε πως μπορεί στον πολιτισμό να «αλληθωρίζουμε» προς το εξωτερικό και να χάθηκε «ο μίτος με την παράδοσή μας», όμως υπάρχει ακόμα αξιόλογη πολιτιστική δραστηριότητα και στην Ελλάδα και αλλοίμονο αν δεν υπήρχε.