του Γιώργου Καραμπελιά, από το Άρδην τ. 97, Ιούνιος-Σεπτέμβριος 2014
Πολλές δεκαετίες πριν την εμφάνιση της Φιλικής Εταιρείας, μαρτυρούνται απόπειρες των Ελλήνων για τη σύσταση επαναστατικών οργανώσεων, με σκοπό την απελευθέρωση της Ελλάδας. Το 1732, ο Μυτιληναίος κληρικός Σεραφείμ Μυτιληναίος (Πωγωνάτος), σε ανάκρισή του στη Ρωσία, υποστήριξε πως, πριν από το 1700, ήδη είχε δημιουργηθεί μυστική εταιρεία στην Ελλάδα με σκοπό την απελευθέρωσή της, ενώ ο ίδιος είχε έλθει σε επαφή με τον τσάρο Πέτρο τον Μεγάλο για τον ίδιο σκοπό. Μυστική εταιρεία θεωρείται ότι συγκρότησε στη Μόσχα, πριν τα ορλωφικά, ο Πέτρος Μελισσηνός (1726-1796), ο οποίος έφθασε μέχρι τον βαθμό του στρατηγού του ρωσικού πυροβολικού και μαζί με τον Κεφαλλονίτη μηχανικό Μαρίνο Χαρμπούρη και τον Γεώργιο Παπαζώλη έπεισαν τους αδελφούς Ορλώφ για την ανάγκη ανακίνησης επανάστασης στην Ελλάδα.
Μεταξύ των σημαντικότερων εταιριστικών κινήσεων μπορούμε να αναφέρουμε την εταιρεία «Αλέξανδρος», που ιδρύθηκε από τον ηγεμόνα της Βλαχίας Αλέξανδρο Μουρούζη το 1777, την Εταιρεία των Φίλων, που ιδρύθηκε το 1780 στο Βουκουρέστι (μέλος της υπήρξε ενδεχομένως και ο Ρήγας Φεραίος), την Ελληνοδακική Φιλολογική Εταιρεία, που ιδρύθηκε το 1780 στο Βουκουρέστι, καθώς και την εταιρεία Φοίνιξ, την οποία ίδρυσε, μετά τη φυγή του στη Ρωσία το 1787, ο ηγεμόνας της Βλαχίας Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, ο αποκαλούμενος Φιραρής (δηλ. φυγάς). […]
Εν τέλει, και καθόλου τυχαία, η Φιλική Εταιρεία θα ιδρυθεί στην Οδησσό, μια νέα πόλη που συνδύαζε το ελληνικό επαναστατικό πνεύμα –θα εγκατασταθούν πληθυσμοί με μεγάλη επαναστατική παράδοση, από την Πελοπόννησο και τα νησιά–, την ευνοϊκή για τους ομόδοξους Έλληνες ρωσική πολιτική και, τέλος, τα νεωτερικά ρεύματα – η πόλη δημιουργήθηκε κατά τα πρότυπα του Διαφωτισμού, με σημαντική παρουσία δυτικοευρωπαίων.
Ο «τρίτος πόλος» του ελληνισμού, μεταξύ Παρισίων και Κωνσταντινούπολης, ο πόλος Βιέννης-Βουκουρεστίου-Οδησσού, που οραματίζεται μια βαλκανική πολιτεία, ταυτοχρόνως ελληνική και πολυεθνική, ανεξίθρησκη και ορθόδοξη, διαφωτιστική και ρομαντική, ισχυροποιείται στα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα, μετακινείται αδιάκοπα προς τα ανατολικά, εν τέλει δε η έδρα της Φιλικής Εταιρείας θα μεταφερθεί το 1818 στο πληθυσμιακό, οικονομικό, πολιτικό και εκκλησιαστικό κέντρο του ελληνισμού, την Κωνσταντινούπολη.
Η ισχυροποίηση αυτού του πόλου εκφράζει και τη μετατόπιση του κέντρου βάρους του παροικιακού ελληνισμού, από τη δυτική, προς την κεντρική και ανατολική Ευρώπη. Σύμφωνα με το πρώτο υπόμνημα του Καποδίστρια προς τον τσάρο, το 1811, στη Ρωσία ζούσαν ήδη 45.000 Έλληνες και στην Αυστροουγγαρία 90.000, ενώ στις ηγεμονίες, σε άμεση επαφή με τον ρωσικό χώρο, οι Έλληνες ανέρχονται σε δεκάδες χιλιάδες. Την ίδια εποχή, στη Βενετία, την Αγκώνα, το Λιβόρνο και τη Νεάπολη ήταν μόλις 4.000, στην Ολλανδία 100 και στη Γαλλία 50 ενώ μεταξύ του 15ου και του 17ου αι., περισσότεροι ήταν οι Έλληνες έμποροι οι εγκατεστημένοι στη Βενετία και ασήμαντος ο αριθμός όσων βρίσκονται στη Ρωσία.
Το 1814, το έτος που εδώ θα ξεκινήσει η Φιλική Εταιρεία, θα ιδρυθεί και η Φιλόμουσος Εταιρεία, από τον Καποδίστρια και τον Ιγνάτιο Ουγγροβλαχίας, με στόχο την εκπαίδευση και τη μορφωτική ανύψωση των Ελλήνων..
Η Φιλόμουσος και ο αγγλορωσικός ανταγωνισμός
Η Φιλόμουσος Εταιρεία της Βιέννης ιδρύθηκε ως συνέχεια, αλλά και ως απάντηση στην ομώνυμη Φιλόμουσον Εταιρεία των Αθηνών, η οποία ιδρύθηκε την 1η Σεπτεμβρίου 1813. Έφοροί της υπήρξαν Αθηναίοι λόγιοι και πρόκριτοι με διακηρυγμένο στόχο «νὰ ἴδωσι τάς ἐπιστήμας νὰ ἐπιστρέψωσι πάλιν εἰς τὸ Λύκειον καὶ τὴν ἀρχαίαν Ἀκαδημίαν των» και τέθηκε υπό την αιγίδα των Άγγλων. Από τον κατάλογο των συνδρομητών της φέρονταν μέλη της πλήθος λογίων, αγωνιστών, εμπόρων και κληρικών, καθώς και επιφανείς ξένοι, όπως ο λόρδος Γκίλφορντ, που έγινε και πρόεδρής της, ενώ το 1816 επισκέφθηκε την Αθήνα η πριγκίπισσα της Ουαλίας Καρολίνα.
Μέλος της έγινε και ο Άνθιμος Γαζής, ο οποίος ανέπτυξε μεγάλη δραστηριότητα στη Βιέννη, έγραψε πολλά μέλη σε αυτήν και ενημέρωσε τον Ιωάννη Καποδίστρια, που βρισκόταν στην πόλη για να συμμετάσχει στις εργασίες του Συνεδρίου της Βιέννης (Φθινόπωρο του 1814), καθώς και τον Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιο. Αυτοί δημιούργησαν αμέσως μια ομώνυμη Φιλόμουσο Εταιρεία και την έθεσαν υπό την αιγίδα του Τσάρου, θέλοντας να απαντήσουν στην αγγλική επιρροή. Γράφει σχετικά ο Καποδίστριας για τις προτάσεις που έκανε στον τσάρο:
Οἱ Ἄγγλοι ἰδρυσαν ἤδη ἐν Αθήναις ἐταιρείαν μὲ τὸν φαινομενικὸν σκοπὸν τῆς συλλογὴς καὶ τῆς διατηρήσεως τῶν ἀρχαιοτήτων. Ἂς ἀκολουθησωμεν τὸ παράδειγμα τοῦτο, ἐφαρμοζοντες αὐτὸ οὐχὶ προκειμένου περὶ τοῦ παρελθόντος, ἀλλὰ περὶ τοῦ παρόντος καὶ τοῦ μελλοντος.
Συνδρομητές θα γραφτούν ο τσάρος Αλέξανδρος, η τσαρίνα, καθώς και άλλοι Ευρωπαίοι ηγεμόνες, υπουργοί, πρίγκιπες. Ανάμεσά τους και πολλοί Έλληνες της ανώτερης τάξης, η Ρωξάνη Στούρντζα, ο Γεώργιος Σταύρου, ο Αλέξανδρος Βασιλείου και ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ενώ θα δημιουργηθούν παραρτήματά της σε δεκάδες πόλεις, την Πάδοβα, το Μόναχο, το Ζεμούν (Σεμλίνο), τη Βουδαπέστη και στην Ελλάδα.
Η αυστριακή αστυνομία έσπευσε να ενημερώσει σχετικά τον Μέττερνιχ, που τη θεώρησε όργανο της ρωσικής πολιτικής για την προετοιμασία απελευθερωτικού κινήματος των Ελλήνων. Τόσο είχαν θορυβηθεί οι Αυστριακοί, ώστε ο γενικός πρόξενος των Αψβούργων στην Κέρκυρα, στρατηγός φον Πάουλιχ (von Paulich) έγραφε στις 15 Απριλίου 1818 ότι η Εταιρεία των Φιλομούσων της… Αθήνας στην πραγματικότητα ήταν «Εταιρεία των Φιλορώσων». […]
Η Εταιρεία των Φιλομούσων αποτελούσε την έκφραση της στρατηγικής των ανώτερων στρωμάτων της ελληνικής ελιτ για μια «εκπαιδευτικό-πολιτισμική στρατηγική» ενδυνάμωσης του ελληνισμού, που θα τον καθιστούσε ικανό, την κατάλληλη στιγμή, διαθέτοντας τα ανάλογα στελέχη, να ανασυστήσει ένα ελληνικό βασίλειο ή μια ελληνική «Αυτοκρατορία». Σε μια τέτοια κατεύθυνση συναινούσαν τόσο ο Καποδίστριας, όσο και το Πατριαρχείο, ο Αδαμάντιος Κοραής, ο Ιγνάτιος, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος. Εξάλλου ο πιστότερος οπαδός του Αδαμάντιου Κοραή, ο Αλέξανδρος Βασιλείου, διηύθυνε το κεντρικό ταμείο της Εταιρείας, αποτελώντας έτσι ένα σύνδεσμο μεταξύ Κοραή και Καποδίστρια. Όπως τονίζει ο Απ. Βακαλόπουλος:
Η ιδέα του εξελληνισμού των χριστιανικών λαών της Βαλκανικής και της Ανατολής ήταν κυρίως αντίληψη των συγχρόνων εκείνων, αλλά και μεταγενεστέρων Ελλήνων λογίων, που αποδοκίμαζαν την επανάσταση ως πρόωρη. Αυτοί ισχυρίζονταν ότι, αν οι Έλληνες εξακολουθούσαν να ζουν ειρηνικά με τους Τούρκους, θα επηρέαζαν ολοένα και περισσότερο την τουρκική διοικητική μηχανή και τελικά […] θα κατόρθωναν να υποσκελίσουν τους αφέντες τους, να τους αντικαταστήσουν σε θέσεις-κλειδιά και τελικά να τους επιβληθούν, χωρίς κανένα βίαιο κλονισμό. […] παραμερίζοντας από το ένα μέρος τους Τούρκους και αφομοιώνοντας από το άλλο τους αλλοεθνείς χριστιανούς, οι Έλληνες θα μπορούσαν να ξαναθεμελιώσουν στις ακτές του Βοσπόρου τη βυζαντινή αυτοκρατορία.
Από τη Γαλλία στο «μικρό Παρίσι» της Οδησσού
Ιδιαίτερη ιδεολογική και πολιτική σημασία έχει η σύσταση μιας ελληνικής οργάνωσης στα 1809, από τους Έλληνες του Παρισιού, με την ονομασία Ελληνόγλωσσον Ξενοδοχείον. Πρωτεργάτες της υπήρξαν ο Γρηγόριος Ζαλύκης ή Ζαλίκογλου (1776- 1827), που είχε εγκατασταθεί μετά το 1802 στο Παρίσι ως διπλωματικός εκπρόσωπος του ηγεμόνα της Βλαχίας Σκαρλάτου Καλλιμάχη, ενώ πρόεδρος της οργάνωσης ήταν ο φιλέλληνας κόμης Ωγκύστ ντε Σουαζέλ Γκουφιέ, αρχαιολόγος, πρώην πρέσβης της Γαλλίας στην Κωνσταντινούπολη. Σημαίνον μέλος της υπήρξε και ο Αθανάσιος Τσακάλωφ – ο όποιος αναχώρησε από το Παρίσι το 1814. Στον αρχικό πυρήνα της οργάνωσης συμμετείχαν ακόμα ο Πέτρος Ομηρίδης-Σκυλίτσης (μεγαλέμπορος στη Μασσαλία, Φιλικός, μετέπειτα δήμαρχος Πειραιά), και η γνωστή Ελληνοκύπρια λογία Ελισάβετ Σάντη Λουμάκη Σενιέ, μητέρα δύο φημισμένων Γάλλων ποιητών της εποχής, του Αντρέ (1762-1794), που καρατομήθηκε την παραμονή της πτώσης του Ροβεσπιέρου, και του Ζοζέφ Σενιέ (1764-1811).
Επειδή στο Ξενοδοχείο συμμετείχε και ένας απόγονος των Ελλήνων που είχαν καταφύγει στην Κορσική, ο Δημήτριος Κομνηνός, ο οποίος συνδεόταν με την οικογένεια Βοναπάρτη, πιστεύεται ότι ο Ναπολέων, τόσο μέσω του Σουαζέλ–Γκουφφιέ, όσο και του πρίγκιπα Κομνηνού, ήταν ενήμερος, ο δε Σάθας υποστηρίζει ότι η οργάνωση είχε συστηθεί «συνεργεία του Ναπολέοντος».
Ο Κοραής παρέμεινε έως το τέλος ορκισμένος εχθρός της οργάνωσης, την οποία γνώριζε ήδη από το 1810 και τη χαρακτήριζε «συνωμοσία δύο ἤ τριῶν πονηρῶν ἀνθρωπίσκων μὲ ἄλλους δύο ἤ τρεῖς ἠλιθίους», την οποία «ὁ μωροπαμπόνηρος (δηλ. ο Ζαλύκης) ἐσύστησε καθ’ αὐτό διὰ νὰ ἀτιμάσῃ καὶ νὰ βλάψῃ ἐμὲ, ἤγουν μὲ ἐλπίδα νὰ ἐμβάσῃ ὅλους τοὺς ἐδῶ Γραικοὺς εἰς αὐτὴν, πλὴν ἐμοῦ, καὶ οὕτω νὰ ἔχῃ πρόφασιν εὐλογοφανῆ νὰ κηρύττῃ, ὅτι μόνος ἐγὼ ἀποσκιρτῶ ἀπὸ τὴν μετὰ τοῦ γένους ὁμόνοιαν. Καὶ ἐνδἐχεται νὰ τὸ κατορθώσῃ…». Ωστόσο, παρά τους φόβους του, το Παρίσι, μετά την οριστική πτώση του Ναπολέοντα, θα πάψει να αποτελεί κέντρο ζύμωσης. Πάντως, το Ξενοδοχείον θα αποτελέσει όντως τον σημαντικότερο πρόδρομο της Φιλικής Εταιρείας, ένα ακόμα «κληροδότημα» της Γαλλικής Επανάστασης στην ελληνική.