Αρχική » Aίγυπτος, Βραζιλία, Τουρκία: Δίχως πολιτικοποίηση, τα κινήματα βρίσκονται στο έλεος των ελίτ

Aίγυπτος, Βραζιλία, Τουρκία: Δίχως πολιτικοποίηση, τα κινήματα βρίσκονται στο έλεος των ελίτ

από Άρδην - Ρήξη

του ΣΕΟΥΝΑΣ ΜΙΛΝΕ, από το Άρδην τ. 93, Μάιος-Ιούθλιος 2013

Α πό την Αίγυπτο μέχρι τη Βραζιλία, οι διαδηλώσεις ωθούν σε αλλαγές, αλλά το ζήτημα της οργάνωσης είναι ζωτικής σημασίας για να μην καπελωθούν ή εξουδετερωθούν. Δύο χρόνια αφότου οι αραβικές εξεγέρσεις τροφοδότησαν ένα κύμα διαμαρτυριών και καταλήψεων σε όλο τον κόσμο, οι μαζικές διαδηλώσεις επανήλθαν στο λίκνο τους, την Αίγυπτο. Όπως εκατομμύρια απέκρουσαν τη βάρβαρη καταστολή, το 2011, προκειμένου να ανατρέψουν τον υποστηριζόμενο από τη Δύση δικτάτορα, Χόσνι Μπουμπάρακ, έτσι και τώρα, εκατομμύρια έχουν καταλάβει τους δρόμους των αιγυπτιακών πόλεων, απαιτώντας την παραίτηση του πρώτου δημοκρατικά εκλεγμένου προέδρου της Αιγύπτου, Μοχάμεντ Μόρσι.

Όπως και το 2011, η αντιπολίτευση ήταν μια συμμαχία μεταξύ της αριστεράς και της δεξιάς, κυριαρχούμενη από τις μεσαίες τάξεις. Αυτή τη φορά, όμως, οι ισλαμιστές βρίσκονται στο αντίθετο στρατόπεδο, ενώ οι υποστηρικτές του καθεστώτος Μουμπάρακ βρίσκονται στην καρδιά των κινητοποιήσεων. Η αστυνομία, που πριν από δύο χρόνια χτυπούσε και σκότωνε διαδηλωτές, τώρα παραμέρισε, όταν οι διαδηλωτές έκαψαν τα κεντρικά γραφεία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας του Μόρσι. Και ο στρατός, που υποστήριξε τη δικτατορία μέχρι την τελευταία στιγμή, εγκαθιδρύοντας μια χούντα το 2011, τώρα στηρίζει την αντιπολίτευση.

Ανεξάρτητα από το εάν το τελεσίγραφο στον πρόεδρο (σ.τ.μ.: το κείμενο γράφτηκε πριν από την ανατροπή του Μόρσι) οδηγήσει σε ένα πραξικόπημα ή σε μια αλλαγή κυβέρνησης, ο στρατός –που χρηματοδοτείται πλουσιοπάροχα από την αμερικανική κυβέρνηση, και έχει στα χέρια του σημαντικά εμπορικά συμφέροντα– αποκτά και πάλι κυρίαρχο ρόλο. Και πολλοί αυτοαποκαλούμενοι επαναστάτες που προηγουμένως κατήγγελλαν τον Μόρσι ότι έχει υποκύψει στον στρατό, τώρα πανηγυρίζουν για την παρέμβασή του. Με βάση τις εμπειρίες του παρελθόντος, θα το μετανιώσουν.
Ασφαλώς, οι διαδηλωτές δεν στερούνται επιχειρημάτων εναντίον της μονοετούς διακυβέρνησης του Μόρσι: από τη δεινή κατάσταση της οικονομίας, την απόπειρα συνταγματικής ισλαμοποίησης και την υπερβολική συγκέντρωση της εξουσίας, μέχρι την αποτυχία της να θέσει τέλος στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές του Μουμπάρακ και την πολιτική κατευνασμού έναντι του Ισραήλ και των ΗΠΑ.

Αλλά η πραγματικότητα είναι ότι, ανεξάρτητα από το πόσο αναποτελεσματική υπήρξε η διακυβέρνηση του Μόρσι, πολλοί αποφασιστικοί βραχίονες της εξουσίας –από τη δικαστική εξουσία και την αστυνομία, μέχρι τον στρατό και τα ΜΜΕ– παραμένουν ακόμα στα χέρια των ελίτ του παλαιού καθεστώτος. Οι οποίες ελίτ αντιμετωπίζουν ανοιχτά τους Αδελφούς Μουσουλμάνους ως παρείσακτους, που στερούνται νομιμοποίησης, οι ηγέτες των οποίων θα πρέπει να επιστρέψουν στη φυλακή το συντομότερο δυνατό.

Ωστόσο, αυτοί είναι οι άνθρωποι που έχουν συμμαχήσει με τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης, οι οποίες επιθυμούν πραγματικά να δουν την αιγυπτιακή επανάσταση να οδηγείται τουλάχιστον σε ένα δημοκρατικό αποτέλεσμα. Εάν ο Μόρσι και η Μουσουλμανική Αδελφότητα εξαναγκαστούν να εγκαταλείψουν την εξουσία, είναι πολύ δύσκολο να δούμε αυτούς τους ανθρώπους να πραγματοποιούν ρήξεις με τη νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία και να εγγυώνται την εθνική ανεξαρτησία, όπως επιθυμεί η πλειοψηφία των Αιγυπτίων. Αντίθετα, το πιθανότερο είναι ότι οι ισλαμιστές, που διαθέτουν επίσης μαζική υποστήριξη, θα αντισταθούν στην ακύρωση της δημοκρατικής εντολής που έχουν λάβει, βυθίζοντας την Αίγυπτο σε βαθύτερες συγκρούσεις.

Η τελευταία αναταραχή στην Αίγυπτο διαδέχθηκε άμεσα τις μαζικές διαδηλώσεις στην Τουρκία και τη Βραζιλία (καθώς και μικρότερες στη Βουλγαρία και την Ινδονησία). Καμία δεν άγγιξε το επίπεδο μιας πάλης για την εξουσία, όπως στην Αίγυπτο, ακόμα και αν κάποιοι διαδηλωτές στην Τουρκία απαίτησαν την παραίτηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Αλλά υπάρχουν σημαντικές ενδείξεις που καταδεικνύουν ταυτόχρονα τη δύναμη και την αδυναμία αυτών των ξαφνικών ξεσπασμάτων λαϊκής οργής.

Στην περίπτωση της Τουρκίας, αυτό που ξεκίνησε ως διαδήλωση ενάντια στην ανάπλαση του πάρκου Γκεζί της Κωνσταντινούπολης, εξελίχθηκε σε μαζικές κινητοποιήσεις εναντίον της ραγδαία ισλαμοποιούμενης διακυβέρνησης του Ερντογάν, συσπειρώνοντας Τούρκους και Κούρδους, εθνικιστές, φιλελεύθερους και αριστεριστές, σοσιαλιστές και οπαδούς της ελεύθερης αγοράς. Η μαζικότητα ήταν η δύναμή τους, αλλά η ετερόκλητη φύση των αιτημάτων τους ενδέχεται να αποδυναμώσει την πολιτική τους επιρροή.

Στη Βραζιλία, μαζικές διαδηλώσεις ενάντια στις αυξήσεις εισιτηρίων στα λεωφορεία και τα τρένα μεταβλήθηκαν σε ευρύτερες κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας για την υστέρηση των δημόσιων υπηρεσιών και το υπέρογκο κόστος διοργάνωσης του Παγκόσμιου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου του 2014. Όπως στην Τουρκία και την Αίγυπτο, στο προσκήνιο βγήκε η μεσαία τάξη και μια απολίτικη νεολαία, τα πολιτικά κόμματα αποτράπηκαν από το να συμμετάσχουν, ενώ η δεξιά και τα ΜΜΕ προσπάθησαν να αποπροσανατολίσουν την ατζέντα και να τη στρέψουν προς τη διαφθορά και τις φορολογικές περικοπές.

Η κεντροαριστερή κυβέρνηση της Βραζιλίας έχει βγάλει εκατομμύρια από το όριο της φτώχειας, και οι διαδηλώσεις πυροδοτήθηκαν από αυτές τις νέες προσδοκίες. Αλλά σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στην υπόλοιπη Λατινική Αμερική, η κυβέρνηση του Λούλα ποτέ δεν ήλθε σε ρήξη με τη νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία και τις πλούσιες ελίτ. Η διάδοχός του, Ντίλμα Ρούσεφ –που ανταποκρίθηκε στις διαμαρτυρίες ανακοινώνοντας γενναιόδωρες επενδύσεις στις μεταφορές, την υγεία και την εκπαίδευση, καθώς και ένα δημοψήφισμα για πολιτικές μεταρρυθμίσεις– έχει τώρα μια ευκαιρία να αλλάξει πορεία.

Παρά τις διαφορές τους, αυτά τα τρία κινήματα διατηρούν εντυπωσιακές αναλογίες. Συσπειρώνουν αρκετά ετερογενείς πολιτικές ομάδες και έχουν αντιφατικά αιτήματα, ενώ ταυτόχρονα η βάση τους είναι απολίτικη και στερείται μιας συνεκτικής οργάνωσης. Τούτο μπορεί ν’ αποτελέσει πλεονέκτημα για μονοθεματικές κινητοποιήσεις, αλλά μπορεί επίσης να οδηγήσει σε ένα ρηχό, βραχύβιο κίνημα, εάν οι στόχοι των κινητοποιήσεων γίνουν πιο φιλόδοξοι – κάτι που διαπιστωμένα αποτέλεσε τη μοίρα του κινήματος Καταλάβετε τη Γουόλ Στρήτ.

Όλα αυτά τα κινήματα, βεβαίως, έχουν επηρεαστεί αποφασιστικά και έχουν διαμορφωθεί από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα αυθόρμητα δίκτυα που συστήνουν. Αλλά υπάρχουν αρκετά ιστορικά προηγούμενα για τέτοιου τύπου κινήματα αμφισβήτησης της εξουσίας – και σημαντικά διδάγματα σχετικά με το γιατί συχνά εκτροχιάζονται ή οδηγούν σε εντελώς διαφορετικά αποτελέσματα από εκείνα που ήλπιζαν οι πρωταγωνιστές τους.

Οι πιο προφανείς αναλογίες εντοπίζονται αναφορικά με τις ευρωπαϊκές επαναστάσεις του 1848, οι οποίες εξίσου καθοδηγούνταν από μεταρρυθμιστές της μεσαίας τάξης, και δημιούργησαν τις προσδοκίες για μια δημοκρατική άνοιξη, αλλά εν τέλει κατέρρευσαν μέσα σ’ ένα χρόνο. Η θυελλώδης εξέγερση του Μάη του ’68, στο Παρίσι, έδωσε τη θέση της σε μια εκλογική νίκη της γαλλικής Δεξιάς. Αυτοί που διαδήλωσαν για έναν δημοκρατικό σοσιαλισμό, το 1989, στο Ανατολικό Βερολίνο, κατέληξαν ν’ αντιμετωπίζουν μαζικές ιδιωτικοποιήσεις και ανεργία. Οι υποστηριζόμενες από τη Δύση πορτοκαλί επαναστάσεις της τελευταίας δεκαετίας χρησιμοποιούσαν τους διαδηλωτές ως μοχλό πίεσης για τη μεταφορά εξουσίας προς τους ευνοημένους ολιγάρχες και τις ελίτ. Το κίνημα των αγανακτισμένων ενάντια στη λιτότητα, στην Ισπανία, δεν μπόρεσε να αποτρέψει την επιστροφή της δεξιάς και την περαιτέρω κατάδυση σε βαθύτερη λιτότητα.

Σε μια εποχή νεοφιλελευθερισμού, όπου οι άρχουσες ελίτ έχουν υπονομεύσει τη δημοκρατία και έχουν διασφαλίσει ότι, όποιον κι αν ψηφίσεις, το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο, βρίσκονται σε άνθηση πολιτικά άπειρα κινήματα. Έχουν σημαντικές δυνάμεις: μπορούν να μεταβάλουν το κλίμα, να θάψουν πολιτικές και να ανατρέψουν κυβερνήσεις. Αλλά, δίχως μια οργάνωση ριζωμένη στην κοινωνία και ξεκάθαρη πολιτική ατζέντα, μπορεί να φουσκώνουν και να ξεφουσκώνουν, ή να είναι ευάλωτα σε εκτροπή ή αποπροσανατολισμό από πιο εδραιωμένες και ισχυρές δυνάμεις.
Το ίδιο συμβαίνει και με τις επαναστάσεις – και αυτό φαίνεται να γίνεται στην Αίγυπτο. Πολλοί ακτιβιστές θεωρούν ότι τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα και κινήματα είναι περιττά στην εποχή του διαδικτύου. Αλλά αυτό είναι ένα επιχείρημα για νέες μορφές πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης. Δίχως αυτή, οι ελίτ θα συνεχίζουν να έχουν τον έλεγχο – παρά τη θεαματικότητα των διαδηλώσεων.

εφ. Γκάρντιαν, 2 Ιουλίου 2013

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ