2,9K
Επειδή μεγάλη σπέκουλα γίνεται τις τελευταίες μέρες σχετικά με την μετάληψη, αναδημοσιεύουμε το παρακάτω κείμενο για τις οδηγίες του Νικόδημου Αγιορείτη πως να γίνεται η μετάληψη σε συνθήκες επιδημίας (πανώλη τότε).
Α-Ρ
ΤΟ “ΠΗΔΑΛΙΟΝ” ΓΙΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΜΕΤΑΛΗΨΗ “ΕΝ ΚΑΙΡΩ ΠΑΝΩΛΗΣ”
Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου από την ιστοσελίδα Ιδιωτική Οδός
Τo «Πηδάλιο» αποτελεί, ως γνωστόν, μια συλλογή κανόνων της Ορθόδοξης Εκκλησίας που εκπονήθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα από τους λόγιους αγιορείτες μοναχούς Νικόδημο Αγιορείτη και Αγάπιο, σε δημώδη γλώσσα, και περιέχει παράθεση, ερμηνεία και «συμφωνία» των κανόνων των Αγίων Αποστόλων, των Οικουμενικών συνόδων, των τοπικών συνόδων και των Πατέρων της Εκκλησίας, με σκοπό, όπως εξαγγέλλεται στο προοίμιο του βιβλίου, να ωφεληθούν οι χριστιανοί. Στις εκτεταμένες υποσημειώσεις, οι δύο μοναχοί ασχολούνται με πολλά σύγχρονά τους θέματα και συνήθειες, που κάποιες φορές υπερβαίνουν το κείμενο του κανόνα.
Το «Πηδάλιο» είναι ένα βιβλίο αναφοράς για την Εκκλησία, γέννημα της Τουρκοκρατίας. Αυτή η «σκοτεινή» περίοδος του Ελληνισμού, λόγω της σκλαβιάς, λησμονούμε πως μας έδωσε πολύ σημαντικά πονήματα, με τα οποία ασχολείται σήμερα ενδελεχώς η επιστημονική έρευνα.
Το «Πηδάλιο» έχει επικριθεί από πολλούς, ακόμα και θεολόγους, ως ένα «συντηρητικό και σχολαστικό» βιβλίο, που διέπεται από αυστηρό και νομικίστικο πνεύμα, αλλά σίγουρα θα πρέπει να το δούμε ως καρπό της εποχής του, μια συγκεκριμένης εποχής που ήταν η Τουρκοκρατία.
Θυμήθηκα τώρα ότι το «Πηδάλιο» γιατί έχει ενδιαφέρουσες υποσημειώσεις σε σχέση με το θέμα των ημερών, δηλαδή την μετάδοση της Θείας Ευχαριστίας σε συνθήκες επιδημίας, βλ. κορωνοϊό, εν προκειμένω.
Σε μια ερμηνευτική υποσημείωση, λοιπόν, πάνω στον ΚΗ΄ κανόνα της Στ’ Οικουμενικής Συνόδου, διαβάζουμε στο «Πηδάλιο» αυτολεξεί τα κάτωθι:
“Όθεν και Ιερείς και Αρχιερείς πρέπει εν καιρώ πανώλης να μεταχειρίζωνται τρόπον εις το να μεταλαμβάνουν τους ασθενούντας, όστις να μη παραβαίνη τον Κανόνα τούτον, ουχί βάλλοντες μέσα εις σταφίδα τον άγιον Άρτον, αλλά εις τι αγγείον ιερόν, και εκείθεν να τον λαμβάνουν, ή οι μόρται (μόρτης: άνθρωπος που είχε πάθει ανοσία στην πανούκλα και προσέφερε τις υπηρεσίες του στην κοινότητα θάβοντας τους νεκρούς και περιθάλποντας τους ασθενείς), η οι ασθενείς, δια λαβίδος. Το δε αγγείον συν τη λαβίδι να βάνεται εις ξύδι, και το οξύδι να ρίπτηται εις το χωνευτήριον, ή με όποιον άλλον τρόπον δυνηθώσι ασφαλέστερον και κανονικόν”.
Με άλλα λόγια οι ασθενείς από πανώλη δεν κοινωνούν από το κοινό άγιο ποτήριο, αλλά σε ξέχωρο σκεύος, στο οποίο δεν γίνεται κατάλυση από τον ιερέα και απλώς πλένεται με ξύδι.
Άραγε γιατί αυτή η πρακτική; Δεν είναι προληπτική και αποτρεπτική;
Στο πνεύμα, λοιπόν, της οικονομίας θα μπορούσε η Εκκλησία να βρει ένα τρόπο για να κατευνάσει τον λογισμό των πολλών, που την θεωρούν άκαμπτη και απροσάρμοστη στις σύγχρονες συνθήκες και απαιτήσεις.
Στην λογική της προσαρμογής και της ευελιξίας κινείται η πρόσφατη εγκύκλιος του Αρχιεπισκόπου Αμερικής Ελπιδοφόρου, με αφορμή την εμφάνιση της πανδημίας Covid-19.
Η ακαμψία και η ευκαιρία για «ομολογία πίστεως» είναι ανωφελείς και μάταιοι στην παρούσα συγκυρία.
_______________
Δείτε το παραπάνω κείμενο εμπλουτισμένο με τα της προετοιμασίας και της αποξήρανσης της Ιεράς Παρακαταθήκης κατά την Μεγάλη Πέμπτη, προς αποφυγήν αλλοιώσεως του αγίου άρτου, στο ΦΩΣ ΦΑΝΑΡΙΟΥ.
_______________
Δείτε το παραπάνω κείμενο εμπλουτισμένο με τα της προετοιμασίας και της αποξήρανσης της Ιεράς Παρακαταθήκης κατά την Μεγάλη Πέμπτη, προς αποφυγήν αλλοιώσεως του αγίου άρτου, στο ΦΩΣ ΦΑΝΑΡΙΟΥ.
16 ΣΧΟΛΙΑ
Αν μεταδίδονταν μικρόβια με τη θεία κοινωνία δεν θα υπήρχε εδώ και χιλιάδες χρόνια κανένας ορθόδοξος παπάς ζωντανός, επειδή μετά το τέλος της κάθε θείας λειτουργίας καταλύουν ό,τι έχει απομείνει (μαζί με όλα τα μικρόβια των πιστών – αν υπήρχαν). Επίσης υπάρχουν και ιερείς που υπηρετούν στο λοιμωδών και καταλύουν φυσικά πάντα, μετά από δεκάδες ασθενείς με μεταδοτικές ασθένειες και επίσης φυσικά δεν παθαίνουν τίποτα.
Αν μεταδίδονταν μικρόβια με τη θεία κοινωνία η συνήθεια του κοινού κουταλιού (λαβίδας) θα είχε καταργηθεί εδώ και αιώνες (όπως δεν υπάρχει σε κανένα άλλο δόγμα ή θρησκεία).
Μπορεί να ακούγεται σε πολλούς σοκαριστικό, αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα.
Το ίδιο ισχύει με τον αγιασμό, ο οποίος δεν βρωμίζει ποτέ, όσες φορές και να πιεις απευθείας από το μπουκάλι με το στόμα σου. Δοκιμάστε το. Δοκιμάστε μετά και με άλλο μπουκάλι που έχει νερό. Οι καθολικοί ρίχνουν αλάτι στον δικό τους αγιασμό.
Επίσης, αν πάρεις βασιλικό από τον Τίμιο Σταυρό την ημέρα του Τιμίου Σταυρού και το βάλεις σε ζυμάρι, αυτό φουσκώνει χωρίς να χρειάζεται μαγιά. Πάρε βασιλικό από τη γλάστρα σου και κάνε το ίδιο, δεν θα γίνει τίποτα.
Το λείψανο του Αγίου Σπυρίδωνα (αλλά και πολλά άλλα) είναι εκεί στην Κέρκυρα εδώ και 1700 χρόνια και ακόμα να σαπίσει. Πώς τα καταφέρνουν αυτοί οι παπάδες και κάνουν αυτά τα κόλπα κάτω από τη μύτη ολονών χωρίς να τους πάρουν χαμπάρι;
Το ίδιο και το Άγιο Φως, δεν βγαίνει στα κρυφά με τσακμάκι που έχει κρύψει ο Πατριάρχης κάτω από τα ράσα του, αλλά μπροστά στα μάτια δεκάδων χιλιάδων μέσα στην εκκλησία με ηλεκτρικές εκκενώσεις, μπροστά σε ανθρώπους από όλα τα δόγματα και τις θρησκείες του κόσμου, μπροστά σε Αρμένιους, Εβραίους και μουσουλμάνους που θα μας το είχαν σταματήσει το “έθιμο” εδώ και καιρό, αν οι δικοί μας κρύβανε τα τσακμάκια. Σήμερα πια μπορεί κανείς και να το δει στο youtube ότι τα πρώτα λεπτά είναι φωτιά που δεν καίει. Ούτε γένια ανάβουν, ούτε χαρτιά, ούτε ρούχα ούτε τίποτα. Μπορείτε και να το δείτε live σε λίγες μέρες μεταδίδεται από το 4Ε. Πέρυσι μια κυρία το έβαλε επί πολύ ώρα πάνω στο μανίκι της. Γι’ αυτό και είναι τόσο λίγο γνωστή αυτή η διαχρονική “απάτη” στη Δύση. Αν θέλαν να το τεστάρουνε, θα φέρνανε οι δημοσιογράφοι τις ίδιες τις εφημερίδες τους να δούνε αν ανάβουν. Αλλά δεν συμφέρει. Γι’ αυτό το αποσιωπούν.
Καταλαβαίνω ότι όλα αυτά είναι σοκαριστικά, αλλά είναι η οδυνηρή πραγματικότητα. Δυστυχώς δεν είμαστε το τυχαίο αποτέλεσμα φυσικών διεργασιών.
Προσυπογράφω
Αγαπητέ Μπάμπη,
Από τον καιρό που ο Παστέρ ανακάλυψε τα μικρόβια, μάθαμε πως μικρόβια και ιοί υπάρχουν σε όλη τη γη, βαθιά στο χώμα, και στους βυθούς των ωκεανών. Έχουν βρει μικρόβια σε υποβρύχια ηφαίστεια, που επιζούν στο ζεστό ρεύμα που αναδύεται απ’ αυτά, σε πολύ μεγάλη πίεση και θερμοκρασία 135 βαθμών.
Από μικρόβια είναι γεμάτο και το σώμα μας. Αυτά είναι πολλών χιλιάδων ειδών, και ορισμένες μελέτες δείχνουν πως οι συγκεντρώσεις αυτές των μικροβίων ξεχωρίζουν –δεν θυμούμαι αν ξεχωρίζουν σε κάθε πρόσωπο, ή σε κάθε σωματική κατηγορία (π.χ. υπέρβαρους, κλπ), ή ανάλογα με μιαν άλλη κατηγορία.
Γιατί δεν αρρωστούμε με όλα αυτά τα μικρόβια και τους ιούς; Διότι, δεν είναι όλα παθογόνα. Δεν είναι όλα ασθένειες. Και δεν είναι όλα ασθένειες για τις οποίες δεν έχουμε αντισώματα.
Υπάρχει κι άλλος λόγος: έχουμε το ανοσοποιητικό μας σύστημα.
Αυτή η γενικευμένη διάδοση των μικροβίων στον πλανήτη, αλλά και οι τρόποι με τους οποίους διαδίδονται, μας βεβαιώνει πως μετάδοση μικροβίων γίνεται και με τη Θεία Κοινωνία. Ο λόγος που δεν αρρωστούν όσοι μεταλαμβάνουν, ή ο ιερέας που καταλύει το υπόλοιπο, είναι αυτός που ανέφερα: δεν είναι όλα τα μικρόβια παθογόνα.
Στις περιστάσεις της επιδημίας αυτής, η ανταλλαγή υγρών με τη μετάληψη είναι ένας εξαιρετικός τρόπος για τη μετάδοση του ιού. Η φρόνηση λέει να μην το κάνουμε. Ή τουλάχιστον, να το περιορίσουμε.
Αυτό δεν αφορά ειδικά τη Θεία Κοινωνία. Παρόμοια μέτρα έχουν εξαγγελθεί για τον περιορισμό και άλλων τρόπων μετάδοσης, όπως είναι οι συγκεντρώσεις μεγάλου αριθμού προσώπων σε δημόσιες εκδηλώσεις, ιδίως σε κλειστούς χώρους, στις μεταφορές, και άλλα.
Είναι σωστό πως η επιδημία έγινε αφορμή ώστε ορισμένοι να στραφούν ξανά κατά της Εκκλησίας και της παράδοσης μας, με στόχους ιδεολογικούς και εκ των προτέρων. Αυτό συνέβη, μα δεν αλλάζει το ότι και η Θεία Κοινωνία είναι τρόπος μετάδοσης.
Είναι πολύ πιθανόν πως θα ξανάκουσες για τα παθογόνα μικρόβια. Για κάποιο λόγο, δεν εννόησες τη σημασία τους, ή δεν συγκράτησες ό,τι έμαθες, ή πάντως σχημάτισες την εντύπωση πως μικρόβιο σημαίνει οπωσδήποτε αρρώστεια. Ε, εντάξει, τούτη η λάθος εντύπωση δεν είναι και προς θάνατον, σημασία έχει να είμαστε καλοί άνθρωποι, να συνεννοούμαστε κάπως και, ευχής έργον, ν’ αγαπιώμαστε κιόλας.
Νομίζω πως για τις κρίσιμες περιστάσεις που δημιουργεί η επιδημία, αυτά είναι τα αναγκαία να επισημανθούν. Η επιδημία αυτή όμως δείχνει πως έχει σημασία και κάτι άλλο, και ΔΕΝ μπορεί στο όνομα της αγάπης να μην το σχολιάσουμε.
Χρειάζεται, λοιπόν, μια ορισμένη κατανόηση όσων συμβαίνουν στη κοινωνία και στο κόσμο μας, κι όσων μάθαμε στη πορεία μας με τη μελέτη του κόσμου. Για τις συναναστροφές μας με τους άλλους μπορεί και να προκρίνουμε τις αξίες που ανέδειξε η παράδοσή μας –και τη θεολογία της παράδοσης. Μα η θεολογία είναι απλώς **άσχετη** με τον τρόπο μετάδοσης και αντιμετώπισης μιας επιδημίας, και δεν πρέπει να εμποδίζει τα μέτρα προφύλαξης. Αν θες να φτιάξεις αεροπλάνο που να πετά, τα φτερά των αγγέλων είναι άσχετα.
Κατ’ ἀρχὰς, ὀφείλουμε νὰ είμαστε προσεκτικοὶ ἀπέναντι σὲ ὅ,τι γράφουμε, καθόσον εὔκολα δημιουργούνται εσφαλμένες εντυπώσεις. Ὁ συγγραφέας τοῦ παρόντος κειμένου προφανῶς λησμονεῖ δύο σημαντικώτατα πράγματα: ἀφ’ ἑνὸς ὁ κανόνας 28 (ΚΗ΄) δὲν ἀναφέρεται οὔτε ἐξετάζει κατὰ πόσο ἤ Θεία Κοινωνία πρέπει νὰ μεταδίδεται σὲ ξεχωριστὸ ποτήριο καὶ μέσῳ ξεχωριστῆς λαβίδας, σὲ περίπτωση ποὺ ὑπάρχει ἔξαρση λοιμώδους ασθενείας. Ὁ κανόνας αὐτὸς εἶναι σαφῆς καὶ δὲν ἀφορᾶ ‘πρακτικὴ’ τῆς Ἐκκλησίας απέναντι σὲ λοιμώδη νοσήματα. Γιὰ νὰ εἴμαστε δὲ ακριβέστεροι ΚΑΝΕΝΑΣ κανόνας ΚΑΜΜΙΑΣ Οἰκουμενικῆς Συνόδου δὲν ἀναφέρεται σὲ κάτι τέτοιο, ὅτι δηλ. γιὰ νὰ μὴν ‘κολλήσουν’ οἱ πιστοὶ δὲν πρέπει νὰ κοινωνοῦν ἀπὸ κοινὸ ποτήριο. Οὔτε βέβαια ὑπάρχει κανόνας οἰκουμενικῆς συνόδου ποὺ νὰ λέει ὅτι σὲ περίπτωση ἔξαρσης λοιμωδών ἀσθενειῶν, οἱ πιστοὶ νὰ μὴν …ἀσπάζονται εἰκόνες, …νὰ χρησιμοποιοῦν ξεχωριστὸ βαμβακάκι κατὰ τὸ Εὐχέλαιο, ἤ …νὰ μὴν πίνουν Ἁγιασμὸ. Τώρα βέβαια γεννᾶται τὸ ἐρώτημα πῶς ἤ γιατὶ ὁ Νικόδημος ὁ Αγιορείτης, ἕνας ἅγιοα ἀναγνωρισμένος ἐπίσημα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας προέβη σὲ τέτοια παρατήρηση, διότι περὶ παρατηρήσεως πρόκειται καὶ ὄχι γιὰ ἑρμηνεία τοῦ κανόνα σύμφωνα καὶ μὲ τὸν ἀριθμὸ 1 τῆς παραομπῆς ποὺ παραθέτει. Τὸ σχόλιο ποὺ κάνει ὁ Νικόδημος εἶναι ἄσχετο μὲ τὸ κείμενο του 28ου κανόνα. Ὁ κανόνας ἀναφέρεται σὲ ἄλλο θέμα καὶ ὁ Νικόδημος συμπεριλαμβάνει στὴν ἑρμηνεία του καὶ ἕνα ἄλλο θέμα ἐκτὸς ἀναφορᾶς τοῦ παρόντος κανόνος. Δὲν σημαίνει ὅτι τὸ σχόλιο τοῦ Νικοδήμου πὼς εἶναι καὶ πίστη τῆς Ἐκκλησίας. Πρόκειται γιὰ μία ἀκραιφνῶς προσωπικὴ παρατήρηση δικὴ του ποὺ εἶναι κατὰ τὴ γνώμη του καὶ τὴν προσωπικὴ του ἄποψη. Τὸ ὅτι εἶναι Ἅγιος δὲν σημαίνει πὼς ὅ,τι εἶπε ἤ ἔγραψε πὼς ὅλα εἶναι σωστὰ, καὶ αὐτὸ ἰσχύει βέβαια καὶ γιὰ ἄλλους ἁγίους. Δὲν ἦταν αλάνθαστοι ἤ ἀλώβητοι ἑρμηνειῶν ποὺ ἅπτονταν προσωπικῶν τους γνωμῶν καὶ ἀπόψεων. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ επισκόπους ποὺ φαίνεται νὰ διατυμπανίζουν ανάλογες ἀπόψεις. Οἱ γνῶμες ἱερῶν προσώπων, ἁγίων καὶ λοιπὼν, ἤ ἐπισκόπων, ποὺ εἶναι διαφορετικὲς τῆς Εκκλησίας ἐκφράζουν τοὺς ἴδιους καὶ ΜΟΝΟ τοὺς ἴδιους! Ὁ συγγραφέας τοῦ παρόντος ἄρθρου καλὸ θὰ ἦταν νὰ ἐπανορθώσει αὐτὸ ποὺ ἔγραψε μιὰ καὶ δημιούργησε ἐντυπώσεις ἀπὸ τὶς ὁποίες κάποιοι καὶ νὰ σκανδαλίσθηκαν. Τὸ μήνυμα εἶναι ἕνα: Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ κανένας κανόνας καμμιᾶς οἰκουμενικῆς συνόδου δὲν λέει τέτοια πράγματα γιὰ τὴ Θεία Εὐχαριστία, τὸ Σταυρὸ, τὸν Ἀσπασμὸ τῶν Εἰκόνων, τὰ ἄλλα Μυστήρια, τὸν Ἁγιασμὸ, αντίθετες ἀπόψεις ἐκφράζουν τοὺς συγγραφεῖς τους καὶ μόνον καὶ ΟΧΙ τὴν Ἐκκλησία!
Όπως πολύ σωστά λέτε αλάθητος δεν είναι κανείς, ούτε οι άγιοι!
Αυτό δεν ισχύει για τους συμμετέχοντες στις διάφορες οικουμενικές συνόδους;
Ή εκείνοι θεωρούνται για κάποιον άγνωστο λόγο αλάθητοι;
Όσο για το αν μεταδόθηκαν ποτέ ασθένειες μέσω της θείας κοινωνίας ή αν αρρώστησαν ιερείς που την κατέλυαν, κανείς δεν μπορεί να αποδείξει ότι δεν συνέβη!
Τόσες επιδημίες σάρωσαν την ανθρωπότητα, για τις οποίες ελάχιστα γνωρίζουμε τόσο για την προέλευσή τους όσο και για τους τρόπους μετάδοσής τους, καθώς δεν υπήρχαν τότε ούτε τα μέσα, ούτε οι γνώσεις για να αναλυθούν, καταγραφούν και ερμηνευθούν με τον επιστημονικό τρόπο που γίνεται σήμερα.
Πιστεύω ότι το παρόν άρθρο είναι ένα λάθος και δεν συμπλέει με το πνεύμα του κινήματος Άρδην. Καλό θα είναι να υπάρξει επανατοποθέτηση.
Στο βιβλίο του «Όταν ο κόσμος μας έγινε Χριστιανικός (312-394 μ.Χ.)», εκδ. βιβλιοπωλείου της «Εστίας», Αθήνα 2012, ο Πωλ ΒΕΪΝ (ΒΕΝ, Paul Veyne) εξετάζει τα γεγονότα και τις ιδεολογικές εξελίξεις που κατά τον Δ’ αιώνα οδήγησαν στην εξάπλωση και επικράτηση του Χριστιανισμού.
Είναι ενδιαφέρον, λοιπόν, πως ως ένα από τους λόγους αναφέρει και τη περίθαλψη από τους Χριστιανούς των ασθενών της επιδημίας (πανώλους, αν σωστά θυμούμαι), που ξέσπασε στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία προς το τέλος του Β’ αιώνα. Ενώ δηλαδή όλοι εγκατέλειπαν τους αρρώστους στη τύχη τους, οι Χριστιανοί τους περιέθαλπαν. Κι αυτό έκανε μεγάλη και προφανώς θετική εντύπωση στους ανθρώπους της εποχής εκείνης. Δυστυχώς, δεν μπορώ τώρα να ξαναβρώ τις σχετικές αναφορές –νομίζω όμως πως…. εκεί το διάβασα!!
Άλλο βιβλίο του Πωλ Βέϊν στα Ελληνικά:
«Οι Έλληνες πίστευαν στους μύθους τους;»
εκδόσεις «Ζαχαρόπουλος», Αθήνα 1993
Περιέχει πολλές αναφορές από τον Παυσανία και τον Στράβωνα.
Η μετάφραση είναι γεμάτη γαλλισμούς.
Καταρχας με τη Θεια Κοινωνια δεν μεταδιδεται καμια ασθενεια. Σε αντιθετη περιπτωση δε θα ηταν Θεια Κοινωνια αλλα σκετο κρασι, νερο και ψωμι οποτε καθομαστε σπιτι μας και τα τρωμε εκει. Οσον αφορα το θεμα που θιγει ο Αγιος Νικοδημος ο Αγιορειτης, δεν ξερω πως το ανακαλυψε αλλα ο Κανονας ΚΗ΄ δεν αναφερει πουθενα για επιδημια η΄ πανωλη αλλα, σαφεστατα, για σταφυλια τα οποια απαγορευεται αυστηρως να αναμμιγνυονται με τη Θεια Κοινωνια.
Το παρατιθέμενο κείμενο είναι ενδιαφέρον, αλλά έχει πολλά προβλήματα. Μόνο ένα θα αναφέρω, ότι δεν αναφέρεται στην Θεία Κοινωνία-μιλά για ιερό άρτο, οπότε το μυαλό μας, ειδικά όσων ξέρουν από παράδοση κειμένων και από άλλες χριστιανικές ομολογίες, πάει αλλού.
Η επιστήμη της κριτικής του κειμένου θα έλεγε ότι εδώ απλώς έχουμε μια άτσαλη προσπάθεια εμβόλιμου σχολίου από τρίτον, ο οποίος δεν εντάσσεται στην ορθόδοξη παράδοση.
«Ἡ ὑποσημείωση τοῦ Ἀγίου Νικοδήμου ἐξηγεῖται ὡς στηλίτευση τῆς κακῆς πρακτικῆς
νά χορηγῆται σέ ἀσθενεῖς ἀπό πανούκλα ἡ Θ. Κοινωνία μέσα σέ σταφίδες!
Ἡ ἀπολύμανση τῆς λαβίδος πού συνιστᾶ ὡς πρακτική, ἀφορᾶ στόν καθαρισμό της γιά
τή φύλαξή της, δεδομένου ὅτι μετά τήν κατάλυση τῆς Θ. Κοινωνίας ἀπό τόν ἀσθενῆ, ἡ
λαβίδα δέν ἔχει κάλυψη καί προστασία».
Αὐτὰ ἀπὸ ἕνα σεβαστὸν ἔγγαμον Ἱερέα.
Ἕτερος Ἱερεὺς εἰς ὁμιλίαν του εἶπεν ὅτι τὸ Πηδάλιον εἶχεν ἀλλοιωθεῖ κατὰ τὴν ἐκτύπωσίν του (αὐτὸ εἶνε γνωστὸν ἐκ τοῦ βίου τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου) καὶ πιθανὸν νὰ μὴ ἐγράφη αὐτὸ τὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸν Ἅγιον Νικόδημον.
Ἄλλη μία ἐξήγησις εἶνε ὅτι οὐδεὶς ἄνθρωπος ἀλάθητος, ἔστω καὶ Ἅγιος. Καὶ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν ἰσχύει ἡ κοινὴ γνώμην τῶν Πατέρων καὶ ὄχι ἡ γνώμη τοῦ ἑνός.
Θεωρώ ότι ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης το έγραψε για τους Ιερείς που φοβόντουσαν να Κοινωνήσουν ασθενείς… Ναι δυστυχώς λίγοι είναι οι Εκλεκτοί… Ο Άγιος Νικόλαος ο Πλανάς Κοινώνησε τον λεπρό… Γιατί λοιπόν τέτοια ακαταστασία στον κόσμο; Αν φοβάσαι Παπά μου, αν φοβάσαι Χριστιανε μου και Χριστιανή μου μην πλησιάζεις το Άγιον Ποτηριο διότι άδικος ο κόπος… Να δείτε που σε μας τους Ιερείς θα πούνε οι “μεγάλοι” να σας Κοινωνούμε με ξεχωριστά κουταλάκια σαν να μοιράζουμε χαλβά… Αισχος και ντροπή αντιχριστοι… Μας πήρατε στο λαιμό σας…
Το Πηδάλιον γράφει εκτενέστατα (βλ σελ 796-799) ότι δεν πρέπει κανένας Χριστιανός να ορκίζεται.
Ας μας απαντήσουν οι Ιεράρχες μας….
1. Εντυπωση προκαλει οτι οτι ο συντάκτης τπυ αρθρου επικαλείται τον Αγ.Νικοδημο τον Αγιορείτη, τον οποιο μεχρι προσφατα ειχε στη ” μαυρη λιστα ” ,εξαιτιας αλλου σχολιου του στο οποίο αναφέρει οτι ο Οικουμενικος Πατριαρχης δεν δύναται να εκδικαζει περαν του δικου του κληματος.(Ουκρανικο ζητημα)
2. Το σχόλιο αυτο του Αγ.Νικοδημου εχει ΠΛΗΡΩΣ ΠΑΡΕΡΜΗΝΕΥΘΕΙ, και δεν αφορα μετρα υγιεινής, αλλα τον σωστο τροπο ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ της θειας κοινωνιας ΚΑΤ’ ΟΊΚΟΝ .
Αναφέρω, καθότι έγινε αρκετός λόγος, δημοσία, την ταπεινή ανάγνωσή μου σε σχετική υποσημείωση του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη, όπως καταγράφεται στο «Πηδάλιον», η οποία αποτελεί, βεβαίως, όχι κανόνα οικουμενικής συνόδου ούτε καν ερμηνεία του Αγίου Νικοδήμου κάποιου κανόνα, αλλά, απλώς, σχολιασμό και πρόταση δική του (προσωπική του γνώμη, ορθή πιστεύω), επί επίκαιρου ζητήματος της εποχής του.
Εν πρώτοις, οι Χριστιανοί των πρώτων αιώνων του Χριστιανισμού έγιναν γνωστοί-διακριτοί στις κοινωνίες των εθνικών-ειδωλολατρών, μεταξύ άλλων και διότι έσπευδαν (οι πιο ένθερμοι από αυτούς) και συνέδραμαν τους ασθενούντες από (θανατηφόρες, τότε) λοιμικές νόσους.
Παράλληλα και ανεξάρτητα, από απλοϊκή πανηγυρική διάθεση, παρουσιάστηκε, κάποια στιγμή, το φαινόμενο, κατά και μετά την ευλόγηση των πρωτογεννημάτων της αμπέλου (της Μεταμορφώσεως, 6η Αυγούστου, για μας σήμερα) να προσφέρονται σταφύλια, μετά την ευλόγησή τους, ως προσκομισθέντα στην εκκλησία πρωτογεννήμματα, μαζί με την μετάδοση της θείας κοινωνίας.
Την πρακτική καταδίκασε και απαγόρευσε η Έκτη Οικουμενική Σύνοδος, με τον κη΄ κανόνα της, διακελεύσασα να κοινωνούν άπαντες οι πιστοί σώμα και αίμα Χριστού, χωριστά από οτιδήποτε άλλο.
Έτσι (μετά και την διαμόρφωση του τρόπου μεταδόσεως της θείας μεταλήψεως απάντων, υγιών και ασθενών, αδιακρίτως, από το Κοινό Ποτήριο) συνεχίστηκε η μεταλαβιά των πιστών επί αιώνες. Ουδέποτε ακούστηκε ή καταγράφηκε θάνατος ή νόσηση ιερέως ή πιστού από δήθεν μολυσμό από την θεία μετάληψη (παρότι «καλοθελητές-κακοθελητές» «άθεοι», αντίχριστοι κλπ. πάντοτε υπήρχαν, που ευκαιρία έψαχναν να βρουν κάτι, έστω προσχηματικό, για να συκοφαντήσουν).
Ωστόσο, φτάνοντας στα τέλη του 18ου αιώνα, πριν την Ελληνική Επανάσταση, όπως άριστα γνωρίζετε, το Ρωμαίϊκο ήταν σε πλήρη αποδιοργάνωση, εξουθένωση, εξαθλίωση, αμορφωσιά, πείνα, φτώχεια και υποχείριο σε ποικίλες πιέσεις και επηρεασμούς. Την ευάλωτη πνευματική του κατάσταση μεριμνώντας να θεραπεύσει, ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης φροντίζει ακόμη και για την μετάδοση της θείας κοινωνίας στους «μόρτες», δηλαδή στους επιβιώσαντες από πανώλη και έχοντες αναπτύξει ανοσία σ’ αυτήν, οι οποίοι, εξαιτίας της εν λόγω ιδιότητάς τους, ασχολούντο αφ’ ενός μεν με την απομάκρυνση των νεκρών (εξ ου και «μόρτες» = «θανατάδες»), αφ’ ετέρου δε και με την «προστασία», ακόμη και με την βία, των κοινωνιών των «σωματικώς υγιών» από τους αποκομμένους-απομονωμένους ασθενείς, αν τυχόν αυτοί οι τελευταίοι διενοούντο να αναμειχθούν με αυτές (εξ ου και «μόρτης» = «μάγκας» κλπ.), ζώντας και οι ίδιοι (οι μόρτες) σε μίαν ιδιότυπη αποκοπή-αποτείχιση από την κοινωνία, ως «μολυσμένοι» και «ταμιευτήρες μικροβίων», που αναμφίβολα ήσαν.
Η «κοινωνία των υγιών» τους είχε ξεγραμμένους (τους ασθενείς και τους μόρτες), δεν τους θεωρούσε τμήμα της και δεν ήθελε να ασχοληθεί με αυτούς. Όχι, όμως, και η Εκκλησία.
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, λοιπόν, στο «Πηδάλιον», αφού επιβεβαιώνει, ασφαλώς, τον ανωτέρω κανόνα της Έκτης Οικουμενικής Συνόδου, τον οποίο και ερμηνεύει, δράττεται της ευκαιρίας να προσθέσει, σε υποσημείωση, ένα σχόλιό του, αναφερόμενο, βεβαίως, ειδικά στην εποχή του, με το οποίο καταδικάζει μίαν αποκλίνουσα πρακτική, που είχε κάνει την εμφάνισή της, κάποιες φορές, σε καιρούς πανώλους, ήτοι ιερείς ή αρχιερείς, από φόβο (και με προφανές πρόσχημα και την «προστασία» των συνειδήσεων των… «απίστων» ή «ολιγοπίστων»), να κοινωνούν τους ασθενείς θέτοντας την θεία κοινωνία μέσα σε ρόγα σταφυλιού (σταφίδας), που είχαν προηγουμένως ανοίξει-«κουφώσει», ώστε να αναλωθεί από τον σωματικώς ασθενή πιστό, χωρίς οι ίδιοι να έρθουν σε άμεση επαφή με αυτόν.
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης τονίζει ότι αυτό δεν επιτρέπεται. Πρέπει οι ιερείς να μεταδώσουν, λέει, οι ίδιοι, την θεία μετάληψη αυτοτελώς, κανονικά, με λαβίδα, μεταφέροντάς την (καθότι οι νοσούντες και οι μόρτες δεν πλησίαζαν καν στις κοινωνίες των υγιών) με σκεύος ειδικό – όπως και σήμερα, άλλωστε, γίνεται, που υπάρχει ειδικά για τον λόγο αυτόν το μικρό (φορητό) άγιο αρτοφόριο, όταν ο ιερέας μεταβαίνει να μεταλάβει τους κλινήρεις ασθενείς, μετά την θεία λειτουργία ή όταν ο πιστός είναι ετοιμοθάνατος.
Σε αυτό το πλαίσιο συστήνει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στους (φτωχούς, εμπερίστατους και επί το πλείστον αγράμματους) ιερείς της εποχής του όσα αναφέρει στην υποσημείωσή του. Ασφαλώς και επικυρώνει περίτρανα την δογματική-θεσμική ισχύ του ενός και μόνου, κοινού, Αγίου Ποτηρίου, αποκλείοντας την «ίδρυση» χωριστού, ασφαλώς δεν επιτρέπει μετάδοση της θείας κοινωνίας χωρίς άμεση από τον ιερέα μετάδοσή της στον πιστό, ακόμη και τον εγνωσμένα ασθενή. Οι προτροπές του είναι δογματικά απολύτως ξεκάθαρες και, ως προς τις πρακτικές τους λεπτομέρειες, καταφανώς χρηστικές. Η δε εμβάπτιση (και όχι εσωτερικό πλύσιμο) των χρησιμοποιηθέντων σκευών σε ξίδι έχει χαρακτήρα καιρικό, όπως τότε το έκρινε σκόπιμο, σύμφωνα με τις συνθήκες και αντιλήψεις (κοινωνικές, μορφωτικές, πνευματικές), που επικρατούσαν.
Απόδειξη ότι οι προτροπές του Αγίου Νικοδήμου συν-αποτελούν την αντίληψή του περί «ευταξίας» και «καθαριότητος», μάλλον, και ΟΧΙ υγειονομική απολύμανση, από, δήθεν, «φόβο μολυσμού από την θεία κοινωνία», παρέχει η ίδια η λογική:
Είναι αδύνατον ο ιερέας, που περιήλθε ανά μέσων των ετοιμοθανάτων και των μορτών, τους οποίους και κοινώνησε, ερχόμενος σε άμεση επαφή με αυτούς, και καταλύοντας την θεία κοινωνία, μετά την μετάληψη των ασθενών, να θεωρείται υγειονομικά «ασφαλής» και να μη θεωρείται, τάχα, υγειονομικά «ασφαλές» το σκεύος μεταφοράς και το μέσο μεταδόσεως της θείας κοινωνίας (που, ως εκ της φύσεως της μεταδόσεως σε μακράν του ναού ευρισκόμενους μόρτες και ασθενείς πιστούς, χρησιμοποιείται, ειδικώς και κεχωρισμένως, αποκλειστικά γι’ αυτούς ή σχεδόν αποκλειστικά γι’ αυτούς). Δηλαδή, το σκεύος μεταφοράς και το μέσο μεταδόσεως θα ήταν, όντως, πρακτικά, «κεχωρισμένο» για ασθενείς και μόρτες, αφού μόνο γι’ αυτούς θα χρησιμοποιείτο (όχι λόγω δήθεν «κινδύνου μολυσμού», αλλά λόγω της πρακτικής ανάγκης μεταφοράς της θείας κοινωνίας στους αποκομμένους μόρτες-ασθενείς, η οποία δεν ίσχυε για τους λοιπούς πιστούς), ενώ, αντίθετα, ο ίδιος ο ζων ιερέας θα ερχόταν σε επαφή, ο ίδιος, τόσο με αυτούς, όσο και με τους σωματικά υγιείς.
Άρα, ουδόλως προκύπτει οποιοσδήποτε υπαινιγμός «μολυσμού από την θεία κοινωνία» από τα γραφόμενα του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη – το ακριβώς αντίθετο.
Η σύσταση του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη, περί εμβαπτισμού του σκεύους μεταφοράς και του σκεύους μεταδόσεως σε ξίδι, αν θεωρηθεί χωρίς προκατάληψη, διατρανώνει, ουσιαστικά, έτι μάλλον, την ευλάβεια και πίστη του στην θεία κοινωνία, την οποία συστήνει να σέβονται έτι μάλλον οι ιερείς, ακόμη και ως προς τις μικρότερες τελετουργικές λεπτομέρειες. Δηλαδή, καθώς είναι δεδομένη (και λογικά αναμφισβήτητη, όπως μόλις ανωτέρω εκτέθηκε) η αταλάντευτη πίστη του αγίου στην θεία θεραπευτικότητα και υπερουσιότητα της θείας κοινωνίας (αλλιώς δεν θα επέτρεπε στον ελθόντα σε επαφή με «μολυσμένους» ιερέα να έρχεται αμέσως κατόπιν σε επαφή με υγιείς, να καταλύει το άγιο ποτήριο και να κοινωνεί υγιείς-ασθενείς αδιάκριτα), καθώς, όμως, επίσης, ο οξυτάτης λογικής νους του Αγίου Νικοδήμου δεν είχε την παραμικρή αμφιβολία ότι ο επιτελών το έργο της μεταδόσεως της θείας μεταλήψεως σε μόρτες και ασθενείς ιερέας διερχόταν μέσω «νεφών και ποταμών» μικροβίων, για τους λόγους αυτούς, προκρίνει, ως δέουσα «καλή τάξη» της συνεχιζόμενης μετάδοσης της θείας κοινωνίας στους ασθενείς και μόρτες, την οποία πιστεύει ακράδαντα ασφαλή (αλλιώς θα συνιστούσε την διακοπή της), την τακτοποίηση των σκευών με προηγούμενο εμβαπτισμό σε ξίδι. Αν δεν το έλεγε αυτό και συνιστούσε να αφεθούν (ή αποθηκευθούν) τα χρησιμοποιηθέντα σκεύη χωρίς να επιληφθεί ο ιερέας του ευτρεπισμού τους ως προς τις εξωτερικές τους επιφάνειες, τότε, κατ’ ουσίαν, το «απολυμαντικό», που θα εξασφάλιζε την υγιεινότητα των σκευών (τα οποία, όπως ειπώθηκε, είχαν προηγουμένως διέλθει μέσα από «νέφη και ποταμούς» μικροβίων) θα ήταν η ίδια η θεία κοινωνία. Η θεία κοινωνία, όμως, λογικά, δεν είχε έρθει σε άμεση επαφή με τα τμήματα των σκευών, που δεν χρησιμοποιήθηκαν άμεσα κατά την μετάδοσή της. Ακόμη, δε, και αν δεν απαιτείται άμεση φυσική επαφή της θείας κοινωνίας με κάθε σημείο του χρησιμοποιούμενου σκεύους για τον συνολικό αγιασμό του (άρα και την συνολική απροσβλησία του από μικρόβια), ωστόσο είναι ανθρωπίνως ανεπιμελές και άτακτο να «εγκαταλείπεται» κάτι, που μπορεί ανθρωπίνως να προνοηθεί, στην θεία και μόνο επέμβαση και θεία και μόνο πρόνοια. Τέτοια ανεπιμέλεια-αταξία θα ενείχε (και αυτό, ίσως, είναι «θεολογικά» το κυριότερο) και ευθεία ανευλάβεια για την ίδια την θεία κοινωνία, διότι θα χρησιμοποιείτο μερικότερη ιδιότητα της (η απροσβλησία από μικρόβια) ως κύρια («απολυμαντική»), ανευλαβώς ως προς την αληθώς κύρια (της μεταδόσεως σώματος και αίματος Θεού στο χοϊκό πλάσμα).
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης ουδόλως λέει αυτά που του απέδωσαν περί, δήθεν, αποστείρωσης της θείας κοινωνίας, χωριστού Ποτηρίου κλπ., και, πάντως, όποιος θέλει, σώνει και καλά, να υποστηρίξει τέτοιες θέσεις, το κάνει ερήμην του Αγίου Νικοδήμου, μόνο και μόνο επειδή ο ίδιος έτσι θέλει, καθότι η εν λόγω υποσημείωση του Αγίου Νικοδήμου δεν επιδέχεται καλόπιστη έδραση τέτοιων θεωριών επάνω της.
Με δυο λόγια, ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης κάνει κάτι πάρα πολύ απλό: λέει ότι το θαύμα είναι θαύμα, το μυστήριο είναι μυστήριο και απαγορεύει ρητά οποιαδήποτε πράξη, οποιαδήποτε νύξη, ακόμη και την παραμικρή, που έστω και ακροθιγώς ή εμμέσως θα μπορούσε να θίξει την καθολική πεποίθηση και το ανάλογο βίωμα αυτής της πραγματικότητας, και –επί πλέον και παράλληλα– συστήνει στα αμιγώς πρακτικά θέματα, ανθρώπινη επιμέλεια τέτοια, ώστε έμπρακτα να αποκλείεται η αμέλεια-ακηδία-επανάπαυσή μας στην μόλις πριν διατρανωθείσα και εξακολουθητικώς επιβεβαιούμενη πίστη μας στο ακραιφνές του μυστηρίου.
Λίγο-πολύ, όπως, κατ’ αναλογίαν, με την ανάσταση του Λαζάρου, όπου, το ξετύλιγμά του από τους επιδέσμους, με ανθρώπινη-υλική-πεζή παρέμβαση, από συνανθρώπους του, δεν ακυρώνει, δεν απομειώνει, αλλά, αντίθετα, επιβεβαιώνει, το θαύμα της αναστάσεώς του, με ακραιφνή θεϊκή επέμβαση.
Αν υπήρχε κίνδυνος να «κολλήσει» κάποιος (ο ιερέας κλπ.) από την θεία κοινωνία, τότε, με αυτά που διακελεύει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, σίγουρα και αναπόφευκτα θα είχε «κολλήσει». Αφού, όμως, πρώτα ξεκαθάρισε ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης ότι ουδείς «κολλάει» από την θεία κοινωνία, διότι εντάλθηκε να μεταδίδουν την θεία μετάληψη οι ίδιοι, άμεσα, στους πιστούς, ακόμα και τους ασθενείς και μόρτες, ερχόμενοι, δηλαδή, σε άμεση επαφή αυτούς, οπότε οπωσδήποτε θα «κόλλαγαν», φυσικώ τω λόγω, τόσο οι ίδιοι, όσο και οι πιστοί, αν η θεία κοινωνία ήταν «κολλητική», μετά (όμως μόνο μετά από την εκτέλεση της εντολής, που, με μέτρα «φυσικού-χοϊκού» ανθρώπου, θα είχε αναπόδραστα καταλήξει στην «μόλυνση» του ιερέα κλπ.), τότε, παραγγέλλει να επιτελέσουμε με πληρότητα και τα πρακτικά-ανθρώπινα καθήκοντα υλικής επιμέλειας, εφ’ όσον αυτά δεν θίγουν έστω και την παραμικρή πτυχή της δογματικής ακεραιότητας, αντίθετα την ενισχύουν. Είναι, δηλαδή, σαν να λέει «δεν έχεις δικαίωμα -ιερέα κλπ.- να ‘‘επιστρατεύεις’’ το υπερούσιον κλπ. (π.χ. απροσβλησία από μικρόβια κλπ.) του μυστηρίου της θείας κοινωνίας (το οποίο μόλις προηγουμένως βίωσες, κοινωνώντας τους ασθενείς), για να παρακάμψεις ή να υπεκφύγεις της οφειλόμενης ανθρώπινης κηδείας (=φροντίδας) σε πρακτικά θέματα, αφού, όμως, πρώτα έχεις θέσει εμπράκτως τον εαυτό σου, τους συναλλήλους σου και πάσαν την ζωήν υμών σε εξάρτηση πάντων υμών από την ισχύ αυτού του μυστηρίου».
Η υποσημείωση του Αγίου Νικοδήμου δεν είναι νομικισμός περί υγειινισμού, αλλά αντίθετα εξισορροπεί -θαυμαστά νομίζω- το ανωτέρω βίωμα.
Ιδού, κατά την γνώμη μου, και άλλη μία εκδήλωση της σοφίας του Αγίου Νικοδήμου: Αν προηγουμένως δεν είχε ξεκαθαρίσει το μείζον, ότι, δηλαδή, είναι υποχρεωμένος ο ιερέας (ή αρχιερέας) να κοινωνήσει τους πιστούς ασθενείς και μόρτες ερχόμενος ο ίδιος σε άμεση επαφή με αυτούς, τότε θα μπορούσαν, ίσως, να παρερμηνεύσουν τα λεγόμενά του ως προς το έλασσον, ήτοι για καθαρισμούς και πλύσεις ευταξίας, σαν, τάχα, υγειονομικές οδηγίες απολύμανσης, που θέτουν εν αμφιβόλω, τάχα, την απροσβλησία της θείας κοινωνίας από μικρόβια κλπ.. Έτσι, όμως, που έχει θέσει τα πράγματα ο Άγιος Νικόδημος, δεν μπορούν.
Στα μάτια των Ορθοδόξων, η Ορθοδοξία δεν είναι θρησκεία.
Είναι, αντιθέτως, κατά την ρωμανίδεια σημασιοδότηση, η (μοναδική ασφαλής) ΘΕΡΑΠΕΙΑ από την ασθένεια της θρησκείας. Γιατί «μοναδική» ; Διότι είναι η μόνη απαραχάρακτη.
Ο άνθρωπος είναι εκ φύσεως μεταφυσικό ον και, πάντα, «θρησκεύει», παράγει, δηλαδή «τοτέμ», «φαντασιώσεις» (στην σύγχρονη εποχή, κατά κόρον, και «εκλογικεύσεις», προερχόμενες εκ του βαρέως πάσχοντος λογιστικού του νου, οι οποίες, ταυτόχρονα, υποκρύπτουν και λανθάνουσες φαντασιώσεις), που, κατά την ουσία τους, είναι αυτοείδωλα ή προβολές του αυτοειδώλου (τέτοιες θρησκείες είναι, π.χ., οι ποικίλοι -ισμοί, η αθεΐα, η πολιτική ορθότητα, η λατρεία του αθλητικού συλλόγου, το χρήμα, η δόξα, η ηδονή, η τέχνη, ο υγειινισμός, αλλά μπορεί να γίνει ακόμη και ο «ελληνισμός», καθώς και πλήθος «ιδέες», «ευσεβείς» ή μη, που έχουμε για τον εαυτό μας κλπ., κλπ.). Από την τέτοια ματαιότητα και φενάκη έρχεται να λυτρώσει ο ίδιος ο δημιουργός του σύμπαντος, που συγκατανεύει και συγκαταβαίνει, στοργικά, να ομοιωθεί με το αποστατημένο (και αχάριστο) πλάσμα του, να δεχτεί οικειοθελώς ταπεινώσεις, ευτελισμούς, μαρτύρια, ακόμη και θάνατο, προκειμένου να το καλέσει, ως οικείος και όμοιος, σε άμεση φιλία – δηλαδή, κοινωνία, μάλιστα θεία κοινωνία, ως συνοδοιπορία προς την αθανασία-θέωση.
Δεν είναι υποχρεωμένος κάποιος να τα δεχτεί αυτά ούτε να τα ακολουθήσει.
Περαιτέρω, δεν είναι έγκλημα να φοβάται κάποιος. Ο έλλογος φόβος είναι και θεμιτός, μέχρις ενός σημείου, και, εν πάση περιπτώσει, η ανθρώπινη αδυναμία του καθενός μας κάπου εκδηλώνεται. Δεν είναι όμως έντιμο την όποια φοβία μας ή αδυναμία μας να την ενδύουμε και προβάλλουμε ως «θρησκεία» (χρησιμοποιώ τον όρο «θρησκεία» με την ανωτέρω σημασία) και, μάλιστα, να επιζητούμε να την επιβάλλουμε καθολικά, ως υποκατάστατο της οντολογικής μεταφυσικής αναγωγής κάθε ανθρώπου (και ομάδων ανθρώπων) προς τον Θεό και ως αντικατάστατο της Ορθοδοξίας μας. (Όλα αυτά, προφανώς, είναι γνωστά…).
Εξ άλλου, απορεί κανείς και εξίσταται πώς, ειδικά οι επίσκοποι (που «έχουν εγκαταλείψει τα πάντα» για την αγάπη του Χριστού, που «δεν έχουν τίποτε να φοβηθούν», που «θέτουν την ζωή τους» υπέρ του ποιμνίου τους και που ελεύθερα επέλεξαν να γίνουν «έσχατοι και διάκονοι» καθενός αδελφού τους του ποιμνίου αυτού), δεν διαγιγνώσκουν κραυγαλέα σημάδια σκοπιμότητας, βαρείας και ασήκωτης, στις ένθεν-κακείθεν μεθοδεύσεις σχετικά με την ενσκήψασα επιδημία του (κατασκευασμένου ή μη) ιού… Η διοικούσα εκκλησία θα έπρεπε να μιμηθεί εκείνο που, κατ’ εξοχήν, κάνει και η Εκκλησία, ανά τους αιώνες, διά των Αγίων: απαντάει, όταν χρειαστεί, όταν προκύπτει ανάγκη, όταν υπάρχει απόκλιση, για να διατηρηθεί ανόθευτο, αναλλοίωτο, απαραχάρακτο το διαφυλασσόμενο. Αλλά ουδέποτε η Εκκλησία αυτό-αναστέλλεται, ουδέποτε αυτό-καταστέλλεται, ουδέποτε αυτό-αναιρείται, με πρόσχημα κάποια ευκαιριακή, έξωθεν επιβληθείσα, σκοπιμότητα του κόσμου τούτου.
Η υφέρπουσα υποσυνείδητη αμαύρωση, όσο και η συνειδητή κηλιδωτική «εκλογίκευση», για το πλήρωμα της Εκκλησίας, από τον ετεροπροσδιορισμό, ως προς το αυτόβουλο, από την διοικούσα εκκλησία, κλείσιμο των εκκλησιών, είναι διαβρωτικές, καταστροφικές, απαράδεκτες.
Η Εκκλησία είναι μάνα. Φροντίζει τα παιδιά της, ακόμα και με θυσία της ίδιας της ζωής της. Φροντίζει και τα ξένα παιδιά, αυτοθυσιαζόμενη. Ουδέποτε, όμως, δέχεται να αρνηθεί ή να ακυρώσει την ίδια την ουσιαστική ταυτότητά της, ως (της κατ’ εξοχήν) Μάνας, επειδή, π.χ., σκανδαλίζεται «το μάτι» του γειτονόπουλου (που εκείνο ούτε σέβεται ούτε θέλει να θηλάσει, αλλά και που εχθρεύεται την Μάνα μας και τον θηλασμό της), επειδή η Μάνα μας θηλάζει τα παιδιά της (γνήσια και υιοθετημένα, όλα η Μάνα τα βλέπει γνήσια). Αλλοίμονο αν ο κάθε «άθεος», ο κάθε «αντίθεος», ο κάθε «σατανοκίνητος» υπαγόρευε στην Μάνα την παύση ή την άρση της μητρότητάς της. Αλλοίμονό μας αν φτάσαμε σε τέτοια έλλειψη-κενό εσωτερικού φρονήματος, ώστε το «φρόνημα» των διοικούντων τα της διοικούσης εκκλησίας να έχει εξατμισθεί τόσο, ώστε (καθώς η φύση μισεί το κενό, τόσο στα υλικά, όσο και στα πνευματικά) να προσδιορίζεται από δεδηλωμένους «μη διοικούμενους» (=«απίστους») και από «αντιφρονούντες» (=«αντιθέους», αντιχρίστους). Μάλιστα, δε, ερήμην, εις βάρος και επ’ απειλή κυρώσεων και διωγμών κατά των στοϊκώς «διοικουμένων» (=πιστών) (που αποτελούν, συνήθως, τα πλέον πρόχειρα και πειθήνια υποχείρια-υποζύγια).
Διανοείστε τον Άγιο Ιγνάτιο, τον Άγιο Πολύκαρπο, τον Μέγα Βασίλειο, τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, τον Μέγα Αθανάσιο, τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, τον Άγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη, τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, τον Άγιο Μάρκο τον Ευγενικό, τον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό, τον Άγιο Νεκτάριο (ο κατάλογος είναι εντελώς, μα εντελώς, ενδεικτικός, όχι αντιπροσωπευτικός) να διατάζουν αυτοβούλως το κλείσιμο των εκκλησιών, επειδή ο τάδε ή ο δείνα εχθρός της Εκκλησίας είχε αυτήν ή την άλλην δοξασία περί του πώς η Εκκλησία πρέπει να είναι, τι να αντιπροσωπεύει, πώς να λειτουργεί; Διανοείστε όλους αυτούς, τους οποίους δόξασε ο πανάγαθος τριαδικός Θεός και η Εκκλησία μας τιμά επί αιώνες, να δέχονται αδιαμαρτύρητα να τους επιβάλει, ουσιαστικά, επιτίμιο ακοινωνησίας ένας κοσμικός άρχοντας και, ταυτόχρονα, να παραδίδουν αμαχητί τα παιδιά της Εκκλησίας στην πυρά, στον αποκλεισμό (αφορισμό, ουσιαστικά), βορά στις ιδιοτροπίες των (κάθε είδους) «αθέων», χωρίς να προτάξουν τα ίδια τα δικά τους στήθη, για θυσία αντίστασης, υπεράσπισης, διωγμών, ακόμη και αίματος, προκειμένου να τα προστατεύσουν; Φαντάζεστε ότι θα επιβίωνε, ποτέ, η Πίστις μας, ανά τους αιώνες, αν διοικούντες τα εκκλησιαστικά πράγματα διαπνέονταν από τέτοια κατάντια, τέτοια αλλοτρίωση, τέτοιον ετεροπροσδιορισμό;
Σημασία δεν είχε, τόσο, αν ο Καίσαρας (ο κάθε καίσαρας) «έκλεινε τις εκκλησίες». Σημασία είχε να μη το δεχόμαστε εμείς ασμένως, να μη συνεργούσαμε αυτοβούλως, αδιαμαρτύρητα, προσκυνημένα, χωρίς επίκληση-μνημόνευση του Χριστού μας (ίδετε, π.χ., δ.ι.σ. 16-3-2020 και τις αμέσως επόμενες μέχρι και σήμερα, ίδετε, επίσης, απειλή κυρώσεων διά του «εκπροσώπου τύπου» σε όποιον επίσκοπο, «ορθοτομούντα τον λόγο της αληθείας…», εκφράσει γνώμη περί της αληθείας και του πρακτέου – που, όμως, είναι όχι απλώς δικαίωμα, αλλά υποχρέωση του επισκόπου, εντός της επισκοπής του, ίδετε διώξεις κατά ιερέων που έκαναν το καθήκον τους κλπ., κλπ.), υποτάσσοντας την ιεράρχηση των προτεραιοτήτων σε εφήμερες και κοσμικές σκοπιμότητες. Σημασία είχε να μη παραλείψουν οι διοικούντες την εκκλησία να κηρύξουν την Εκκλησία εν διωγμώ. Αυτή, ήταν και η ελάχιστη έσχατη υπεράσπιση, που χρωστούσαμε, ακόμη και με το αίμα μας, να προβάλουμε, υπερασπιζόμενοι την (επιχειρούμενη να ατιμάσουν) Μάνα μας.
Ουδέποτε, σε καιρούς (πραγματικών) πανδημιών, δεινών, «λοιμών, λιμών, καταποντισμών», διωγμών κλπ., αυτο-ακύρωσε η Εκκλησία μας την μητρική, τεκνοτροφική και θεραπευτική υπόστασή της.
Μάλιστα, σε τέτοιες περιόδους επέτεινε έτι μάλλον και ενέτεινε το έργο της. Πολλαπλασιάζοντας λειτουργίες, δεήσεις, ακολουθίες, λιτανείες, εράνους, κηρύγματα, φιλανθρωπία κλπ., κλπ..
Τότε χρειάζεται καθένας το νοσοκομείο και τον ιατρό του σώματος, όταν υπάρχει εξάπλωση νόσου όταν υπάρχει κίνδυνος ασθένειας. Διανοείστε τον γιατρό, ο οποίος, σε καιρό επιδημίας, λέει: θα κλείσω το νοσοκομείο και θα κάτσω σπίτι μου, διότι, αλλιώς, υπάρχει κίνδυνος να έρθει ασθενής για θεραπεία;
Ο πνευματικός γιατρός τι λέει; «Θα κάτσω κλειδαμπαρωμένος στο υλικό σπίτι μου· θα κλείσω το πνευματικό σπίτι μου και το πνευματικό ιατρείο μου, από φόβο μη τυχόν και έρθει πνευματικά ασθενής, ζητώντας σωτηρία, του οποίου η αιώνιος και αθάνατος ψυχή πάσχει, και, μαζί με την πνευματική ασθένεια, μεταφέρει και κανένα σωματικό μικρόβιο και κολλήσω» ;
Πού είδατε τέτοιο παράδειγμα στην Ορθοδοξία;
16-3-2021
Πολυλογιες και μπερδέματα. Δεν κοινωνουσαν με οινο και αρτο απο κοινον ποτηριον. Ηταν εποχη που κοινωνουσαν κρυφα για αυτο αναφερει_-αν προσεξατε-αρτον μεσα εις την σταφιδα! Οποτε δεν αναφερεται στην Θεια Κοινωνια απο το Αγιο Δισκοποτηρο, αλλα πως θα μοιραζαν μεταξυ τους την Θεια Κοινωνια. Την πηγαιναν μεχρι στο σπιτι ο ενας του αλλου. Λυπαμαι που ελαφρα την καρδια λετε ο, τι δικαιολογει την ολιγοπιστια.