του Γιάννη Ταχόπουλου, από το Άρδην τ. 89, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2012
Πώς έμεινε στην ιστορία η οθωμανική πόλη της Σελανίκ; Με τις πολυεθνικές λιχουδιές της και το «Μπέη Χαμάμ», ή με το ότι κάποιες χριστιανές, ακόμη και στα 1930, άναβαν κεριά στον τάφο του «πασίγνωστου» δερβίση Μουσά Μπαμπά (σπάνιο φαινόμενο, γράφει ο Μαζάουερ[1], ο οποίος το επισημαίνει); Υπάρχει τίποτε αντίστοιχο στο σαλονικιώτικο ισλάμ και τον σαλονικιώτικο ιουδαϊσμό με το έργο των Κυρίλλου και Μεθοδίου, οι οποίοι άλλαξαν την πολιτισμική ιστορία της μισής Ευρώπης; Ποιος ισάξιος Εβραίος ή Οθωμανός λόγιος υπάρχει στη Σελανίκ με τον Θεσσαλονίκης Λέοντα τον Μαθηματικό (9ος αι.), ο οποίος αντέγραψε και σχολίασε τον Ευκλείδη, τον Αρχιμήδη, τον Διόφαντο, τον Πτολεμαίο, και χρησιμοποιούσε γράμματα του αλφαβήτου με αξία γενικών αριθμών για να παραστήσει γενικές αριθμητικές σχέσεις, ή τον Ευστάθιο (12ος αι.), ο οποίος σχολίασε τον Πίνδαρο και δημοσίευσε σχόλια στον Όμηρο, και στην εξιστόρησή του της άλωσης του 1185 από τους Νορμανδούς παρατίθενται εβδομήντα χωρία, θέματα ή φράσεις από τον Όμηρο, τη μυθολογία, τους προσωκρατικούς, τον Πίνδαρο, τον Αριστοφάνη, τον Αριστοτέλη, τον Πυθαγόρα, τη Σίβυλλα, τον Δημοσθένη, τον Αππιανό, τον Ηρόδοτο, την Παλατινή Ανθολογία, τον Λυκόφρονα, τον Σοφοκλή, τον Αισχύλο, τον Ευριπίδη, τον Θεόκριτο, τον Αισχίνη, τον Μένανδρο[2], ή τον Θωμά Μάγιστρο (14ος αι.), ο οποίος εξέδωσε και έγραψε σχόλια στον Πίνδαρο, στον Αισχύλο, στον Σοφοκλή, στον Ευριπίδη και στον Αριστοφάνη[3], τον Δημήτριο Τρικλίνιο (14ος αι.), για τον οποίο οι Χάνγκερ και Βιλάμοβιτς λένε ότι ήταν ο πρώτος φιλόλογος-κριτικός εκδότης αρχαίων κειμένων που αξίζει να καλείται μοντέρνος φιλόλογος των Νέων Χρόνων[4], τον Θεόδωρο Γαζή (15ος αι.), ο οποίος μετέφρασε πολλά έργα του Αριστοτέλη στα λατινικά, τον Δημήτριο Κυδώνη, ο οποίος μετέφρασε για πρώτη φορά στα ελληνικά την Summa theological, του Ακινάτη;
Κι ενώ ο Θεσσαλονίκης Γρηγόριος ο Παλαμάς με τη διδασκαλία του έδωσε στη δογματική της ορθοδοξίας τη σημερινή μορφή της, ενώ δηλαδή η βυζαντινή Θεσσαλονίκη ήταν επίκεντρο κοσμοϊστορικών εξελίξεων στην θρησκεία της μισής Ευρώπης, το Ισλάμ και ο ιουδαϊσμός της Σελάνικ δεν είχαν κατά κανένα τρόπο την αντίστοιχη ακτινοβολία και επίδραση, καθένα στη δική του θρησκεία (όπως είχε λ.χ. ο Μαϊμονίδης αλλού), δεν έδωσε –όπως το Άμστερνταμ– έναν Σπινόζα. Η θρησκευτική και εκπαιδευτική μητρόπολη του εβραϊσμού της Σελάνικ, το Ταλμούδ Τορά, είχε «ως πρωταρχικό στόχο τη διάδοση της γνώσης του Νόμου» και δίδασκε «τα βασικά στοιχεία της θρησκείας και της εβραϊκής γλώσσας»[5]: Στην καλύτερη περίπτωση, η Σελάνικ ήταν για έναν αιώνα κέντρο ταλμουδικής μόρφωσης και «φιλοσοφίας», με την πρωτοτυπία της να εξαντλείται στον μυστικισμό, τις προφητείες και τον μεσσιανισμό των τυχοδιωκτών οι οποίοι σπούδασαν στην πόλη κατά τον 16ο και 17ο αιώνα[6], με μηδενική γνώση των Αρχαίων και της αρχαιοελληνικής εκτός –ίσως– από έναν υποτυπώδη, «λατινικό» Αριστοτέλη, και ορισμένους αρχαίους ιατρούς-συγγραφείς, κι αυτά όλα ήταν προϊόντα της λαμπρής παρουσίας τους στην Ισπανία κι όχι δημιουργήματα της σαλονικιώτικης κοινότητας. Παρ’ όλο που ιδρύεται τυπογραφείο ήδη από το 1515, γεγονός αξιοθαύμαστο φυσικά, τα βιβλία που εκδίδονται είναι θρησκευτικά μόνον, και κανένα βιβλίο δεν εκδίδεται χωρίς την άδεια των ραβίνων[7]. Τον 19ο αι., ένας προσήλυτος πρώην Ελληνορθόδοξος συγγράφει στην πόλη το Abraham ha nokhi (Εγώ είμαι ο Αβραάμ), απάνθισμα από ραβινικές αποφάσεις[8]. Η «Μητέρα του Ισραήλ»[9] και όχι η Θεσσαλονίκη είχε το θλιβερό προνόμιο, ως «φωλιά των καβαλιστών», να αποκαλείται συχνά «eretz Kechef (τόπος μαγείας)»[10] από τους ίδιους τους Οθωμανούς Εβραίους. Ενώ στη Θεσσαλονίκη υπάρχει ο Πανσέληνος κι η Μακεδονική Σχολή, η οποία για ορισμένους[11] επηρέασε και τον Τζιότο και, πάντως, επηρέασε την αγιογραφία στα Βαλκάνια, δεν υπάρχει κάτι το αντίστοιχα σημαντικό στην προσφορά του σαλονικιώτικου ισλαμικού και ιουδαϊκού πολιτισμού στις τέχνες και τα γράμματα του ισλάμ και του ιουδαϊσμού αντίστοιχα.
Ακόμη κι αν κάποιος δεν θεωρεί σημαντική την πνευματικότητα της ορθοδοξίας, είναι αναγκασμένος να παραδεχτεί ότι η επιρροή της Θεσσαλονίκης στη διαμόρφωση της ορθοδοξίας και στις τέχνες είναι μεγάλη ενώ η επίδρασή της Σελάνικ στο παγκόσμιο ισλάμ και τον ιουδαϊσμό (δόγματα ή πολιτισμός) είναι μικρή έως ασήμαντη. Οι βυζαντινοί ναοί της πόλης επίσης δίνουν την εντύπωση της ανωτερότητας της Θεσσαλονίκης έναντι της Σελάνικ συγκρινόμενοι με τα –στην καλύτερη περίπτωση, πληκτικά αντίγραφα της βυζαντινής αρχιτεκτονικής ως τον 19ο αι.– τζαμιά, τα οποία (εξαιρουμένων των εκκλησιών που μετατράπηκαν σε τζαμιά) «δεν είχαν καμιά ιδιαίτερη ιστορική ή αρχιτεκτονική αξία» και «ήταν απλά κτίρια»[12], και τις συναγωγές, οι οποίες ήταν «απλά κτήρια χωρίς ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον»[13]· η σαλονικιώτικη οθωμανική συναγωγή ήταν κτήριο «χωρίς εξωτερικά στολίδια», «χωρίς καμιά προσωπικότητα», χτισμένη «κάτω από το δρόμο, όλο και πιο χωμένη σ’ ένα είδος τάφρου» και του οποίου η αρχιτεκτονική «είναι από τις πιο υποτυπώδεις», και εξωτερικά «είναι για λύπηση. Είναι συχνά χοντροκομμένες, χαμηλές και άχαρες… Για το χτίσιμό τους επιλέγεται, κατά προτίμηση, κάποιο κοίλωμα στο έδαφος, κάτι σαν βαθούλωμα»[14]. Ο Μαζάουερ αναφέρεται στις εξωτερικά απλώς «λιτές και μετρίων διαστάσεων συναγωγές»[15], ώστε να ωραιοποιήσει για μια ακόμη φορά την τουρκοκρατία, ή μάλλον να αποκρύψει τις θλιβερές συνθήκες της. Φυσικά, το ίδιο συμβαίνει με τους ελληνορθόδοξους ναούς της Σελάνικ: Η επίδραση των Τούρκων στον πολιτισμό των υποτελών τους.
Στη Θεσσαλονίκη εκδόθηκαν το Σύνταγμα κατά στοιχείων, του Ματθαίου Βλαστάρη, που επηρέασε τους λαούς της Αν. Ευρώπης, και στα 1345 η Εξάβιβλος του Αρμενοπούλου, η οποία ως το 1946 χρησιμοποιούνταν από τους υπόδουλους Έλληνες και το ελληνικό κράτος επέχοντας θέση αστικού δικαίου[16]: Τίποτε αντίστοιχο και σπουδαίο για τη νομική σκέψη του ισλάμ και του ιουδαϊσμού δεν δημιουργήθηκε από μουσουλμάνους και Εβραίους της Σελάνικ. Τι προσκόμισε στον πολιτισμό της πόλης το γεγονός ότι στη Σελάνικ εκδιδόταν το παντουρκιστικό περιοδικό Τουράν; Στη βυζαντινή Θεσσαλονίκη υπάρχει το κίνημα και το καθεστώς των Ζηλωτών, που θυμίζει τις δημοκρατικές απόπειρες των ιταλικών πόλεων του 14ου αιώνα. Τίποτα αντίστοιχο στην πολιτική σκέψη και πράξη δεν παρουσίασαν οι νέοι κάτοικοι και κυρίαρχοι της Σελάνικ, εκτός από ατελείωτους τεμενάδες και ενδοκοινοτικές και διακοινοτικές μηχανορραφίες, ενώ «οι ραβίνοι κυβερνούν εν ονόματι του Ταλμούδ»[17]. Τι το συναρπαστικό υπάρχει στην εισαγωγή ισπανικών μηχανισμών βασανισμού (προφανώς κατ’ απομίμηση της Ιεράς Εξέτασης) από τους ραβίνους για τους «ασεβείς» Εβραίους της Σελάνικ[18]; Ο πληθυσμός της βυζαντινής Θεσσαλονίκης έφθανε τις διακόσιες χιλιάδες τον 8ο και 9ο αιώνα[19], αριθμό του οποίου το μέγεθος για να καταλάβει κανείς πρέπει να τον συγκρίνει με τον ελάχιστο πληθυσμό των τοτινών ευρωπαϊκών πόλεων, και τις 50 με 100 χιλιάδες στα μέσα του 14ου αι. Αντίθετα, η τόσο ενδιαφέρουσα, αλλά «παραγνωρισμένη από τους εθνοκεντρικούς» Σελάνικ, μετά πολλών κόπων, βασάνων και αναρίθμητων εποικισμών, μόλις στις αρχές του 20ού αιώνα (1913) έφθασε τις 157 χιλιάδες, στα 1519 είχε 28 χιλιάδες και στα 1613, εποχή της παραδείσιας ακμής της, είχε πληθυσμό 18 χιλιάδες[20], ενώ ακόμη και στα 1423 η παρακμάζουσα Θεσσαλονίκη είχε πληθυσμό 20-25 χιλιάδες (40 χιλιάδες στις αρχές του 15ου αι.), μεγαλύτερο από εκείνον της ακμάζουσας Σελάνικ [21]· ίσως επειδή υπό τους Οσμανούς η πόλη ήταν μια πόλη των επιδημιών, μια «χολερούπολη», μια πόλη των σφαγών αμάχων.
Η Σελάνικ είναι εκείνη η πόλη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην οποία προαποφασίστηκε το 1911 η γενοκτονία των Αρμενίων και των χριστιανών Μικρασιατών. Κάθε σύγκριση μεταξύ της «παραγνωρισμένης λόγω εθνικισμού, αλλά σημαντικής Σελάνικ» και της βυζαντινής, ελληνικής Θεσσαλονίκης, είναι άνιση. Αν υπάρχει κάποιος χαρακτηριστικός εκπρόσωπος της πολυεθνικής Σελάνικ, ώστε να αποφανθούμε για την ιδιαίτερη αξία της και να θρηνήσουμε τον χαμό της, αυτός είναι ο σφαγέας Κεμάλ καθώς και οι καβαλιστές, καιροσκόποι, οπαδοί ενός δειλού, αρνησίθρησκου και αυτοανακηρυγμένου σε μεσσία, του Σαμπατάι Σεβή.