Αρχική » Μια συγκριτική προσέγγιση της πολεμικής προσπάθειας του Αγώνα της Εθνικής Παλιγγενεσίας

Μια συγκριτική προσέγγιση της πολεμικής προσπάθειας του Αγώνα της Εθνικής Παλιγγενεσίας

από Χρόνης Βάρσος

Πόλεμος των Βασιλικών: Μακρυγιάννη – Παναγιώτη Ζωγράφου (ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΑΡΧΕΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ)

του Χρόνη Βάρσου, Φιλολόγου-Ιστορικού Ερευνητή

Η ευρύτερη εθνο-αποδομητική τάση των τελευταίων δεκαετιών έχει οδηγήσει σταθερά σε μια μυωπική και εμμονική προσέγγιση των γεγονότων του 1821-1829 που τείνει να καταστεί κυρίαρχη, υποβαθμίζοντας συνειδητά τον στρατιωτικό παράγοντα στην εξέλιξη της Ελληνικής Επανάστασης. Έντονα – έως μονομερώς – προβάλλεται μέσω των μηχανισμών αναπαραγωγής της κυρίαρχης εθνομηδενιστικής ιδεολογίας (σχολική εκπαίδευση, πανεπιστήμια, ΜΜΕ και δημοσιογραφικό κόσμο) ο διπλωματικός και πολιτικός παράγοντας ως ο αποκλειστικά καθοριστικός για την ευτυχή κατάληξη του 9ετούς αιματηρού εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Αναδεικνύεται σε «σωτήρια» η παρέμβαση των δυτικών δυνάμεων που λίγο πολύ «χάρισαν» ως δώρο την ελευθερία στους «απολίτιστους και καθυστερημένους ραγιάδες», ιδίως με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου (8/20 Οκτωβρίου 1827). Ταυτόχρονα παραγνωρίζεται συστηματικά, για προφανείς λόγους, η καθοριστική συμβολή του Ρωσσο-τουρκικού πολέμου (Απρίλιος 1828-Σεπτέμβριος 1829) και η συνθήκη της Αδριανούπολης (2/14 Σεπτεμβρίου 1829) που επέβαλαν τελικά στον σουλτάνο την πολυπόθητη ανακωχή, σύμφωνα με την Ιουλιανή Συνθήκη του Λονδίνου (24 Ιουνίου/6 Ιουλίου 1827), κάτι που ισοδυναμούσε με οθωμανική παράδοση και αναγκαστική αναγνώριση της Ανεξαρτησίας της Ελλάδος.

Έτσι, για παράδειγμα, στο συλλογικό έργο «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821 – ΕΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΓΕΓΟΝΟΣ», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, Αθήνα 2009, διαβάζει κανείς στο οπισθόφυλλο του βιβλίου ότι «Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 υπήρξε ένα γεγονός μεγάλης πολιτικής σημασίας για τους κατακτημένους ελληνικούς πληθυσμούς, γεωπολιτικής εμπλοκής και ιδεολογικών κινητοποιήσεων για την Ευρώπη. Οι πρώτες μάχες την άνοιξη και το καλοκαίρι του ’21, αν και ελάχιστης στρατιωτικής σημασίας, εμπέδωσαν την πεποίθηση ότι οι Έλληνες μπορούσαν να νικήσουν τους Οθωμανούς. (…)».

Προφανώς η παρεμπόδιση και αναχαίτιση των πολλαπλών, πολυπληθών οθωμανικών εκστρατευτικών σωμάτων την περίοδο Απριλίου-Αυγούστου 1821 στην ανατολική Στερεά, που επεδίωκαν να φτάσουν στον Μοριά για να βοηθήσουν την πολιορκούμενη Τρίπολη (Ομέρ Βρυώνης, Κιοσέ Μεχμέτ, Δεμίρ, Χατζή Μεχμέτ Μπεϋράν, Μεμίς, Σιαχίν Αλή, Χατζή Μπεκήρ, Μαχμούτ Δράμαλης), δυνάμεως αθροιστικά τουλάχιστον 25.000, δεν αξίζει ιδιαίτερης μνείας. Πώς άραγε θα είχε εξελιχθεί η υπόθεση του Αγώνα αν σ’ εκείνες τις «ασήμαντες» μάχες στη Στερεά (Αλαμάνα, Γραβιά, Βασιλικά) ή τις αντίστοιχες στον Μοριά (Βαλτέτσι, Δολιανά, Γράνα) δεν είχαν επικρατήσει οι επαναστάτες; Τι θα είχε συμβεί αν όλες αυτές οι σουλτανικές δυνάμεις από τα Γιάννενα, τη Θεσσαλονίκη και τα μικρασιατικά παράλια έφταναν στην Πελοπόννησο και συνενώνονταν με τις εκεί – προφανώς κατά τους συγγραφείς – «ασήμαντες» τουρκικές δυνάμεις, που ανέρχονταν στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1821 σε περίπου άλλες 25.000 ενόπλους (Τρίπολη 14.000, Πάτρα 5.000, λοιπά φρούρια 4.000); Προφανέστατα, η Τρίπολη θα είχε σωθεί από τον ασφυκτικό αποκλεισμό του Κολοκοτρώνη και έως την Άνοιξη του 1822, σε συνδυασμό με την πτώση του Αλή πασά και την κάθοδο του Δράμαλη, θα είχε σβήσει κάθε επαναστατική εστία.

Λογικά «άνευ αξίας» (παρά το ότι απασχόλησαν τεράστιες σουλτανικές δυνάμεις τους πρώτους μήνες, στοιχείο απαραίτητο για τη στερέωση της επανάστασης στα πρώτα της βήματα) θα θεωρούνται από τους συγγραφείς του έργου και η επανάσταση στη Χαλκιδική (Μάιος-Οκτώβριος 1821) για την καταστολή της οποίας απαιτήθηκαν άλλες 20.000 Τούρκων υπό τον Μεχμέτ Εμίν Εμπού Λουμπούτ, καθώς και το τεράστιο οθωμανικό εκστρατευτικό σώμα των 30.000 στη Μολδοβλαχία (Μάιος-Σεπτέμβριος 1821) για την αντιμετώπιση του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Για να μην αναφερθούν οι τουλάχιστον 40.000 σουλτανικοί, υπό τον Χουρσίτ, που δρούσαν στην Ήπειρο εναντίον του Αλή πασά και των Σουλιωτών. Το ίδιο «ασήμαντη» θα είναι προφανώς και η δράση εντός του 1821 του ελληνικού επαναστατικού στόλου ή η πυρπόληση του τουρκικού δικρότου στην Ερεσσό από τον Παπανικολή που παρεμπόδισε την κυριαρχία του σουλτανικού στόλου στο Αιγαίο και τον ανεφοδιασμό των τουρκικών φρουρίων στον Μοριά στο πρώτο κρίσιμο στάδιο του Αγώνα.

Η γενική αυτή τάση απαξίωσης ή μη προβολής και ανάδειξης του πολεμικού φρονήματος και των μαχητικών επιδόσεων των Ελλήνων αγωνιστών σε ξηρά και θάλασσα, καθίσταται εντελώς εκτός πραγματικότητας, αν μελετήσει κανείς και τις αντίστοιχες αναμετρήσεις της ίδιας περιόδου λαμβάνοντας παραδείγματα από την ταυτόχρονη επανάσταση στη Λατινική Αμερική εναντίον των Ισπανών (1808-1829) με περίπου παρόμοιο οπλισμό και τεχνολογία αλλά και την προ 40ετίας Αμερικανική Επανάσταση (1775-1783) εναντίον της Βρετανικής Αυτοκρατορίας.

Η πολιορκία του Μεσολογγίου: Μακρυγιάννης – Παναγιώτη Ζωγράφου (ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΑΡΧΕΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ)

Το στρατιωτικό αποτέλεσμα στην ισπανική Λατινική Αμερική, μια έκταση από την Καλιφόρνια μέχρι τη Γη του Πυρός, κρίθηκε ουσιαστικά στις 3 μεγάλες καθοριστικές μάχες (Maipu 5/4/1818, Carabobo 24/6/1821 και Ayacucho 9/12/1824), που συγκρίνοντάς τες από την άποψη του μεγέθους των εμπλεκομένων (10-13.000) όσο και των εκατέρωθεν απωλειών (της τάξεως των περίπου 2.000 νεκρών εκάστη), υπολείπονται μακράν από τις αντίστοιχες του Αγώνα του 1821. Το ίδιο συμβαίνει και με την Αμερικανική Επανάσταση αφού αθροίζοντας τις απώλειες των Αμερικανών επαναστατών και των Άγγλων στις 25 πιο φονικές μάχες (από ένα σύνολο 240 μαχών) μετά βίας φτάνουμε στο μισό των απωλειών του Δράμαλη το καλοκαίρι του 1822 (!). Για παράδειγμα, στις μάχες Δερβενάκια – Αγ. Σώστης – Αγιονόρι στις 26-28 Ιουλίου 1822 χάθηκαν 4-5.000 Τούρκοι, περίπου 4.000 απώλειες είχε ο σουλτανικός στόλος μόνο από τα 3 δίκροτα που χάθηκαν το 1821-1822 σε Ερεσσό, Χίο και Τένεδο, σχεδόν 2.500 Τουρκο-Αιγύπτιοι εξοντώθηκαν στο νησάκι της Κλείσοβας έξω από το Μεσολόγγι, τον Μάρτιο 1826, ενώ στην άγνωστη για πολλούς, μάχη του Κόρακα Χανίων σκοτώθηκαν περίπου 2.000 Τούρκοι τον Μάιο 1828. Αντίστοιχα και οι Έλληνες ένοπλοι αγγίζουν υψηλούς αριθμούς απωλειών, όπως ενδεικτικά, στη 2η πολιορκία του Μεσολογγίου (περίπου 4.500), σε Κάσο και Ψαρά (περίπου 4.000) ή τους 1.700 περίπου στην καταστροφική μάχη του Ανάλατου (Φάληρο) τον Απρίλιο 1827. Επιπλέον, οι χερσαίες και ναυτικές συγκρούσεις αυτού του μεγέθους, με τις αντίστοιχες απώλειες, είναι για την περίοδο της Επανάστασης κάποιες δεκάδες (!)

Και να ληφθεί υπ’ όψιν ότι οι Λατινοαμερικάνοι επαναστάτες ευτύχησαν (σε αντίθεση μ’ εμάς) να έχουν μια ενιαία και στιβαρή πολιτικο-στρατιωτική ηγεσία επιπέδου Simon Bolivar και Jose de San Martin (όπως και οι Αμερικανοί τον Washington) που συντόνιζε τον αγώνα και δεν ετίθετο υπό ουδεμιάς αμφισβήτησης. Εξάλλου το πεδίο της μάχης απείχε από την Ισπανία (ή την Αγγλία)… έναν ολόκληρο Ατλαντικό ωκεανό, ενώ στην ελληνική περίπτωση η γειτνίαση με την Κωνσταντινούπολη, ως κέντρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αλλά και το διχαστικό πνεύμα που επεκράτησε με τους 2 εμφυλίους (1823-1825) δεν επέτρεψε από το 1822 και μετά την πλήρη στρατιωτική επικράτηση των επαναστατών έναντι των Τούρκων. Εξάλλου η ισχύς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το μέγεθος του στρατού και του στόλου που κινητοποίησε (π.χ στη ναυμαχία του Γέροντα 29 Αυγούστου 1824 ο ελληνικός στόλος αντιμετώπισε μια ενωμένη τουρκο-αιγυπτιακή αρμάδα μεγαλύτερη από αυτη στο Ναβαρίνο το 1827), οι σύμμαχοι που ενίσχυσαν τον σουλτάνο (οι πασάδες του Αλγερίου, της Τύνιδας, της Τρίπολης και φυσικά ο Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου), καθιστούσαν το ελληνικό επαναστατικό εγχείρημα απίστευτα πιο δύσκολο από αυτό των Λατινοαμερικάνων ή των βορειο-Αμερικάνων.

Οι συνολικές απώλειες των Ισπανών εκτιμώνται για όλη την περίοδο 1808-1829 σε λιγότερες από 40.000 άνδρες, ενώ στον πόλεμο της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας οι απώλειες μάχης για τους εμπλεκόμενους Αμερικανούς, Γάλλους, Άγγλους και Γερμανούς συμμάχους τους (εξαιρουμένων των ασθενειών) δεν ξεπέρασαν τις 25.000. Ενδεικτικά, στη δική μας περίπτωση, μόνο η στρατιά του Δράμαλη απώλεσε την περίοδο Ιουλίου 1822 – Φεβρουαρίου 1823 πάνω από 25.000 άνδρες, η τουρκική φρουρά της Τρίπολης περίπου 12.000 την περίοδο της πολιορκίας (Απρίλιος-Σεπτέμβριος 1821), οι Κιουταχής και Ιμπραήμ τουλάχιστον 15-20.000 στη 2η πολιορκία του Μεσολογγίου (Απρίλιος 1825-Απρίλιος 1826), ενώ το αποβατικό σώμα του Χοσρέφ στα Ψαρά τον Ιούνιο 1824 μεταξύ 4-8.000 (!) [Σημειωτέον, το παρόν άρθρο δεν υπεισέρχεται στις απώλειες του άμαχου πληθυσμού (νεκροί και αιχμάλωτοι) διότι απολύτως καμιά σύγκριση δεν υφίσταται με την αντίστοιχη επανάσταση στη Λατινική Αμερική ή τις ΗΠΑ, αρκεί μόνο να λάβουμε υπ’ όψιν μας τις σφαγές της Χίου, της Σαμοθράκης, των Ψαρών, της Κάσου, της Κωνσταντινούπολης, της Θεσσαλονίκης, της Νάουσας, της Χαλκιδικής, των Κυδωνιών ή του Μεσολογγίου με τις εκατόμβες νεκρών].

Ακόμη και τα ισπανικά εκστρατευτικά σώματα στην Αμερική της περιόδου 1812-1829 φαντάζουν μικροσκοπικά (αθροιστικά λιγότεροι από 45.000 Ισπανοί πολέμησαν στην Αμερική) σε σχέση με τα αντίστοιχα σουλτανικά που εξεστράτευαν κάθε Άνοιξη προς καλοκαίρι για να καταπνίξουν την Επανάσταση, πολλώ δε μάλλον συγκρινόμενα με αυτά του Δράμαλη το 1822, του Μουσταή το 1823, του Δερβίς το 1824, του Κιουταχή το 1825 ή του Ιμπραήμ το 1825-1828. Τα αριθμητικά μεγέθη της τιτάνιας σύγκρουσης που διεξήχθη την περίοδο 1821-1829 συγκρινόμενα με τις 2 αντίστοιχες επαναστάσεις στην Αμερική ήταν καταφανώς συντριπτικά.

Το στρατόπεδο του Καραϊσκάκη στην Καστέλλα από τον Θεόδωρο Βρυζάκη

 

Η ηθελημένη απαξίωση της ελληνικής πολεμικής κινητοποίησης στο χερσαίο και ναυτικό πεδίο μάχης της περιόδου 1821-1829 αποδεικνύεται και από το ότι ποτέ δεν γίνεται αναφορά από τους πανεπιστημιακούς μας (ή τουλάχιστον μερίδας αυτών) στις πολεμικές συγκρούσεις των επόμενων 2 ετών μετά το Ναβαρίνο (Οκτώβριος 1827 – Σεπτέμβριος 1829) που απελευθέρωσαν τη Στερεά αλλά και τις μεγάλες στρατιωτικές επιτυχίες των Κρητών επαναστατών το 1828-1829. Ποτέ δεν δίνεται για παράδειγμα, μια πειστική απάντηση στο ερώτημα αν θα χρειαζόταν το Ναβαρίνο και η ξένη επέμβαση, στο εφικτό σενάριο ήττας του Κιουταχή στην Αττική από τον Γ. Καραϊσκάκη την Άνοιξη του 1827 (στην περίπτωση που ο στρατηγός δεν πέθαινε) και καθόδου του στον Μοριά όπου σε συνεργασία με τον Θ. Κολοκοτρώνη θα αντιμετώπιζαν από κοινού τον Ιμπραήμ. Αντίθετα στη δική μας περίπτωση υπερτονίζεται, από τη γνωστή ομάδα των εθνομηδενιστών, ο ρόλος της διπλωματίας, των πολιτικών και η παρέμβαση των ξένων δυνάμεων, στη λογική ότι η ελευθερία μας «χαρίστηκε». Στο αντίστοιχο παράδειγμα της Λατινικής Αμερικής, φυσικά, δεν θεωρείται το «Δόγμα Μονρόε» ή η ουσιαστική άρνηση της Βρετανίας να μεταφέρει ισπανικό στρατό πέραν του Ατλαντικού, ως οι βασικοί παράγοντες που «χάρισαν» την ελευθερία στους Λατινοαμερικάνους (!)

Αλλά και στην περίπτωση της Αμερικανικής Επανάστασης, κανένας εχέφρων πολίτης, πανεπιστημιακός ή πολιτικός των ΗΠΑ δεν θεωρεί ότι η Ανεξαρτησία τους «χαρίστηκε» επειδή έφτασε σε βοήθεια των Αμερικανών επαναστατών γαλλικός στρατός στην Αμερική με τον Lafayette ή ο γαλλικός στόλος νίκησε τον βρετανικό στη ναυμαχία του Chesapeake το 1781 και απέκλεισε ναυτικά τον λόρδο Cornwallis στο Yorktown εξαναγκάζοντάς τον σε παράδοση ή πολύ περισσότερο επειδή η Ισπανία και η Ολλανδία κήρυξαν την ίδια περίοδο τον πόλεμο στην Αγγλία βοηθώντας προφανώς στο μέγιστο βαθμό την υπόθεση της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας (!). Το αντίθετο. Είναι υπερήφανοι για τους προγόνους τους και τους τιμούν, μνημονεύοντας με κάθε τρόπο τους αγώνες και τις θυσίες τους, εντάσσοντας σε όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης, της έρευνας και της ψυχαγωγίας την προσφορά και τον ηρωισμό τους.

Ακόμη και η 12μερη πολιορκία 260 Αμερικανών στο Alamo του Τέξας το 1836 από τους 2.000 Μεξικανούς του Antonio Lopez de Santa Anna έχει αναγορευτεί στο αμερικανικό «Μεσολόγγι» και έχει εξαχθεί στον πλανήτη προβαλλόμενη ποικιλοτρόπως μέσω κινηματογραφικών ταινιών, τηλεοπτικών σειρών, επιτραπέζιων και ηλεκτρονικών παιχνιδιών αλλά και σειρών ντοκιμαντέρ, πλούσιας βιβλιογραφίας, χαρτών και πλήθους διδακτορικών. Εξαίρετοι επιστήμονες και μελετητές της στρατιωτικής ιστορίας ασχολούνται με το Alamo, δηλαδή με μια στρατιωτική επιχείρηση όπου 212 Αμερικανοί θυσιάστηκαν για την ελευθερία του Τέξας από το Μεξικό και περίπου 400 στρατιώτες του Santa Anna έχασαν τη ζωή τους. Τα μεγέθη φυσικά από άποψη αναλογιών και απωλειών είναι μη συγκρίσιμα με τα αντίστοιχα της Γραβιάς όπου ο Ανδρούτσος με 118 άντρες αντιμετώπισε 7.000 Τούρκους ή της Κλείσοβας (150 υπερασπιστές με τον Κίτσο Τζαβέλα νίκησαν αποβατικά σώματα 6.000 Τουρκο-Αιγυπτίων επιφέροντάς τους απώλειες άνω των 2.500 ανδρών με κόστος 32 άνδρες (!!!)

Ακόμη και η νίκη της αποικιοκρατικής Βρετανίας στην πολυδιαφημισμένη μάχη του οχυρού Rorke’s Drift εναντίον 4.000 οπλισμένων με δόρατα (!) Ζουλού το 1879 από 150 στρατιώτες εξοπλισμένους με τυφέκια  Martini–Henry (!) προβάλλεται ως στρατιωτικός «θρίαμβος» λόγω της μεγάλης αναλογίας απωλειών (400 νεκροί Ζουλού έναντι μόλις 17 Βρετανών). Μια απλή σύγκριση με την περίπτωση της Κλείσοβας και τις απώλειες των επιτιθέμενων (όπου Έλληνες και Τουρκο-Αιγύπτιοι διέθεταν τον ίδιο σε γενικές γραμμές οπλισμό), αρκεί για να κατανοήσουμε τη μαχητική αξία των προγόνων μας σ’ εκείνο το νησάκι της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου την 25η Μαρτίου του 1826. Το ζήτημα είναι ότι το Rorke’s Drift είναι «βρετανικό» και άρα παγκοσμίως γνωστό μέσω ταινιών, παιχνιδιών, ντοκιμαντέρ και βιβλίων, ενώ η «ελληνική» Κλείσοβα παντελώς άγνωστη ακόμη και στην Ελλάδα στον απλό πολίτη ή μαθητή.

Δυστυχώς η τάση ολικής αποδόμησης του 1821 προωθείται συστηματικά στη νέα γενιά. Ο μαθητής ή ο φοιτητής αγνοούν σε μεγάλο βαθμό τη στρατιωτικο-πολιτική και διπλωματική ιστορία της Επανάστασης σε βαθμό ανησυχητικό. Η σύγχυση με το Έπος του 1940-41 έχει καταστεί ανέκδοτο πλέον στα media. Οι αγωνιστές όμως του 1821 και τα κατορθώματά τους δεν έχουν την ανάγκη αναγνώρισης (αυτό κρίθηκε όχι μόνο από την ελληνική αλλά την παγκόσμια ιστορία) αλλά προβολής και μελέτης. Δεν είναι δυνατόν καθώς πλησιάζουμε στα 200 χρόνια από την Εθνική Παλιγγενεσία να μην υπάρχουν αντίστοιχα θεματικά σχολικά βιβλία, μεταπτυχιακά, πλούσια βιβλιογραφία, παρουσιάσεις, ντοκιμαντέρ, ακόμη και παιχνίδια διαδικτυακά και επιτραπέζια που θα έχουν ως αντικείμενο τη ζωή, το έργο και τα κατορθώματα των ηρώων της Επανάστασης αλλά και την εξέλιξη της απελευθερωτικής προσπάθειας σε όλα τα επίπεδα με άξονα τον χρόνο και τον τόπο, ελληνικό και ευρωπαϊκό. Η Επιτροπή «Ελλάδα 2021» αν θέλει να δικαιολογήσει την ύπαρξή της, προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να κινηθεί, πράγμα απίθανο βέβαια με τη δεδομένη σύνθεση και τους εκπεφρασμένους ποικιλοτρόπως προσανατολισμούς της.

Εμείς οι νεοέλληνες όμως δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε τη φράση του Δημητρίου Βικέλα «η ελευθερία μας, κατεκτήθη δια της σπάθης και θυσιών ακαταλογίστων».

ΣΧΕΤΙΚΑ

3 ΣΧΟΛΙΑ

Σπύρος Καναβός 26 Μαρτίου 2020 - 12:00

Εξαιρετικό άρθρο! Οι αναφορές και οι συγκρίσεις του Ελληνικού Αγώνα Ανεξαρτησίας με τον Αμερικανικό και Λατινοαμερικανικό Αγώνα είναι ιδιαίτερα χρήσιμες.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Βασιλειος 26 Μαρτίου 2020 - 15:17

Εκπληκτικο αρθρο, το οποιο βαζει τα πραγματα στην σωστη τους βαση. Για να μην ξεχαστουν ποτε οι θυσιες των Ελληνων το 1821. Διοτι οπως ειπε ο Αναστασιος Πολυζωιδης στον Επιτροπο Μασσον, “ο εθνισμος μας ω Επιτροπε, ειναι θεμελιωμενος στα αιματα 800.000 Ελληνων, που θυσιαστηκαν στον Αγωνα. Θα ηταν καταρα Θεου, εαν εμεις το ξεχνουσαμε αυτο”. Οντως…

ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Γιάννης Γεωργιάδης 26 Μαρτίου 2020 - 23:35

Συγχαρητήρια για τη συγκριτική προσέγγιση. Θα χρειαστεί κάποτε και μια παρόμοια για τα μνημεία και τα δημοσια αφιερωματα σε σχέση με άλλα κράτη. Χτες τα κανάλια και οι σταθμοι είχαν ελάχιστα πράγματα για το 21, για το φρόνημα του , το δημοτικό του τραγούδι. Είμαστε ανάξιοι απόγονοι αυτών που θυσιάστηκαν για μας.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ