Αρχική » Κρίση του παιδαγωγικού νεοφιλελευθερισμού

Κρίση του παιδαγωγικού νεοφιλελευθερισμού

από Άρδην - Ρήξη

του Χ. Δάλκου, από το Άρδην τ. 73, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2009

Ἡ πρόσφατη ἐκκωφαντική ἔκρηξη τῆς φούσκας τοῦ οἰκονομικοῦ νεοφιλελευθερισμοῦ φαίνεται ὅτι ἐπέσπευσε τίς ἐξελίξεις καί σ’ ἕνα ἄλλο πεδίο, ὅπου ἡ κρίση ὑπέβοσκε ἐδῶ καί τοὐλάχιστον εἴκοσι χρόνια, ἀλλά οἱ πάντες, μέ πρωτεργάτες βέβαια τά κανάλια τῆς «ἐλεύθερης» ραδιοτηλοψίας, ἔκαναν πώς δέν ἀντιλαμβάνονται τί συμβαίνει. Μιλᾶμε βέβαια γιά τό μέτωπο τῆς παιδείας, στό ὁποῖο κυριάρχησε ἡ ἰδεολογία τοῦ οἰκονομικοῦ νεοφιλελευθερισμοῦ συνοψιζόμενη σέ δύο, ἀλληλοσυμπληρούμενα καί ἀλληλοτεμνόμενα προτάγματα: ἀπ’ τή μιά μεριά ἕνας ἄκρατος οἰκονομισμός, προσανατολισμένος πρός τήν κατεύθυνση ἀποκλειστικά οἰκονομικῶν / ὑλικῶν αἰτημάτων καί διευθετήσεων (πού ἀκόμα κι ὅταν διατείνεται ὅτι μεριμνᾷ γιά τό καλό τοῦ συνόλου, αὐτό τό ἀντιλαμβάνεται ὡς ἐπιμεριζόμενο στά ἐπί μέρους ἄτομα, εἴτε ἐκπαιδευτικοί εἴτε μαθητές εἶναι αὐτοί, καί ὄχι ὡς γενικώτερο ὄφελος τῆς κοινωνίας), κι ἀπ’ τήν ἄλλη μιά ἀντιρρυθμιστική ρητορεία πού ἀπεχθάνεται ὁποιαδήποτε «παρέμβαση» καί προβάλλει ὡς παιδαγωγικό της πρότυπο τήν ἀπουσία ὁποιουδήποτε φραγμοῦ (τό ἀμερικανόγλωσσο καί ἀμερικανόπνευστο «no control» τῶν κουκουλοφόρων καί τῶν κονδυλοφόρων).

Εἶναι χαρακτηριστική ἡ ἐπισήμανση τοῦ Ἄγγελου Ἐλεφάντη στό Ἐπίμετρο τῆς μετάφρασης τοῦ ἔργου τοῦ Ζάν Κλώντ Μισεά Ἡ ἐκπαίδευση τῆς ἀμάθειας, ἐκδ. Βιβλιόραμα, 2002, σ. 108: «Κυριάρχησε στίς συνειδήσεις, στίς συμπεριφορές καί στούς θεσμούς τό ἔμβλημα τοῦ Μάη τοῦ ’68, ὡς τό λειτουργικότερο ἔμβλημα τοῦ νεοφιλελευθερισμοῦ: ἀπαγορεύεται τό ἀπαγορεύειν. Καί οἱ τότε θιασῶτες του, μέ τό πέρασμα τοῦ χρόνου, μεταμορφώθηκαν σέ ἔνθερμους ἰδεολόγους καί διαχειριστές τοῦ σύγχρονου νεοφιλελεύθερου πνεύματος».

Ἡ νεοφιλελεύθερη ἰδεολογία τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ laisser faire, laisser passer, στηριζόμενου στήν ἀφελῆ (;) πίστη ὅτι μιά χωρίς στοιχειώδεις ρυθμίσεις ἐκπαίδευση θά προαγάγῃ τήν ὑπόθεση τῆς μόρφωσης ὅλων – ὁμόλογη τῆς ἀφελοῦς (;) πίστης ὅτι ἡ ἀπελευθέρωση τῶν ἀγορῶν ὁδηγεῖ στήν συλλογική εὐημερία – βρίσκει τήν χαρακτηριστική της ἔκφραση στήν ὑπό τό πρόσχημα τῆς «πάλης κατά τοῦ πνεύματος τοῦ ἀνταγωνισμοῦ» ἐπιβληθεῖσα ἀπρόσκοπτη προαγωγή στό Δημοτικό, καί στό ἰδεολόγημα τῆς «ἐλεύθερης πρόσβασης» στό Πανεπιστήμιο.

Γιά μέν τό πρῶτο ἰδεολόγημα, ὁ γράφων ἐπεσήμαινε σέ ἀνύποπτο χρόνο: «Τό ἑλληνικό σχολεῖο ὅλ’ αὐτά τά χρόνια δέν ἔκανε τίποτ’ ἄλλο ἀπ’ τό νά καλλιεργῇ ἐκεῖνο τό εἶδος ἀνευθυνότητας πού εὐδοκιμεῖ σέ περιβάλλοντα ὅπου δέν ὑπάρχουν κανόνες. Γιά ποιό πνεῦμα «ἀνταγωνισμοῦ» μποροῦμε νά μιλᾶμε ὅταν εἶναι δεδομένο στήν στοιχειώδη ἐκπαίδευση ὅτι οἱ πάντες μποροῦν ἀκώλυτα νά προάγωνται (μή λαμβανομένων μάλιστα ὑπ’ ὄψει τῶν κενῶν πού συσσωρεύονται ἀπό τάξη σέ τάξη, καί πού ἡ μή πλήρωσή τους καταδικάζει εἰδικά τά παιδιά τῶν κατωτέρων οἰκονομικά στρωμάτων στήν ἀγραμματοσύνη καί στήν ἀδυναμία κοινωνικῆς ἀνέλιξης πού μόνο ἡ στέρεη παιδεία εἶναι σέ θέση νά προσφέρῃ); Ὄχι ἀνταγωνισμός, ἀλλά οὔτε κἄν συναγωνισμός δέν ὑπάρχει στό δημοτικό, ἔτσι ὥστε σέ μιά κρίσιμη ἡλικία τά παιδιά νά ἐθίζωνται στό πνεῦμα τῆς ἰσοπεδωτικῆς ἀναξιοκρατίας πού ἀπαιτεῖ στό ὄνομα τῆς ἰσότητας (αὐτό οὔτε τό ἐπίσημο δόγμα τῆς σοσιαλιστικῆς ἀνάλογα μέ τήν προσφορά ἀνταπόδοσης δέν τό φαντάστηκε!) νά ἀμείβεται χωρίς νά (ξέρῃ νά) προσφέρῃ τίποτε.

Οἱ ὑποκριτικές –ἤ, στήν καλλίτερη περίπτωση, πεπλανημένες– κραυγές κατά τοῦ «ἀνταγωνισμοῦ» καί τῶν «ἐξετασιοκεντρικῶν» διαδικασιῶν, δέν καταφέρνουν νά κρύψουν τό γεγονός ὅτι μέ τήν κατάργηση ἀξιοκρατικῶν διαδικασιῶν ἡ κοινωνική, οἰκονομική κ.λπ. ἀνάδειξη δέν γίνεται ἐπί τῇ βάσει τῆς ἀξίας, τῶν γνώσεων καί τῶν ἱκανοτήτων, ἀλλά διά τῆς πλαγίας ὁδοῦ (συμπεριλαμβανομένων τῶν κομματικῶν / συνδικαλιστικῶν δεσμεύσεων, τῆς ὑποταγῆς στά κελεύσματα τῶν ἰσχυρῶν, κ.λπ.). Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι κατ’ ἐπιταγή τῶν συνδικαλιστῶν τῆς ΟΛΜΕ καταργήθηκε ἡ μέσῳ ἐξετάσεων καί ἐπιμόρφωσης στό Διδασκαλεῖο Μέσης Ἐκπαίδευσης ἀνάδειξη τῶν στελεχῶν τῆς Β΄θμιας Ἐκπαίδευσης. Μήπως αὐτό σημαίνει ὅτι σταμάτησε ὁ ἀνταγωνισμός; Καθόλου. Ἁπλῶς μετατέθηκε τό πεδίο δράσης ἀπό τόν χῶρο τῶν πνευματικῶν ἀξιῶν καί δραστηριοτήτων σ’ αὐτόν τῶν παντός εἴδους σκοπιμοτήτων καί δῆθεν «ἀντικειμενικῶν» κριτηρίων, μέ ἀποτέλεσμα νά προκύψῃ μιά κατάσταση πού τά βασικά της χαρακτηριστικά συνόψισε ἐδῶ καί καιρό ὁ Βάρναλης: «τὸν κάλλιον ὁ χειρότερος ἐπάτα». Κι ἄν αὐτά συμβαίνουν στόν κόσμο τῶν μεγάλων, ἔχουμε καμμιά ἀμφιβολία γιά τίς ἐκτρωματικές καταστάσεις πού εἶναι σέ θέση νά δημιουργήσῃ στόν κόσμο τῶν μικρῶν ἡ ἰσοπέδωση, ἡ ἔλλειψη ὁποιασδήποτε ἀξιολόγησης ἤ ἠθικοῦ / πνευματικοῦ κινήτρου, ἡ ἀτιμωρησία, καί τόσα ἄλλα;

Χρειάζεται ὑπερβολική δόση ἀφέλειας (ἤ ὑπο­κρισίας) γιά νά πιστεύῃ κανείς ὅτι ὁ «φύσει ἀγαθός» νέος ἄνθρωπος θά μπορῇ νά προσανατολισθῇ στήν ζωή χωρίς ἕνα στοιχειῶδες σύστημα ἀμοιβῶν καί ποινῶν: θά ἦταν σάν νά πίστευε ὅτι καταργῶντας τούς «φραγμούς» τῶν φαναριῶν καί ἀφήνοντας στήν πρωτοβουλία τῶν ὁδηγῶν τήν ρύθμιση τῆς ὁδικῆς κυκλοφορίας θά πετύχαινε τό μέγιστο ἐπιθυμητό ἀποτέλεσμα χωρίς νά παραβιάζῃ τίς ἀκριβές «ἀντιαυταρχικές» του ἀρχές. Τό χάος πού δημιουργεῖται σέ περιπτώσεις πού χαλάει ἕνας φωτεινός σηματοδότης, εἶναι ἀρκούντως ἰσχυρό ἐπιχείρημα ἐνάντια στήν (νεοφιλελεύθερη στήν οὐσία της) ἀντιαπαγορευτική ρητορεία: ὅλοι οἱ φύσει ἀγαθοί καί ἀνιδιοτελεῖς Ρωμηοί ὁρμᾶνε ποιός θά περάσῃ πρῶτος, δημιουργῶντας μιά χαοτική κατάσταση πού κύριο χαρακτηριστικό της εἶναι (παρά τίς ἑκατέρωθεν ὕβρεις καί φωνασκίες) ἡ πλήρης ἀκινησία τῶν πάντων. Σ’ αὐτήν τήν κατάσταση βρίσκεται σήμερα ἡ παιδεία μας καί οἱ φωνασκίες τῶν κατ’ ἐπάγγελμα ἀναμορφωτῶν της δέν μποροῦν πλέον νά κρύψουν τήν παταγώδη ἀποτυχία τους.» (Χ. Δάλκου, «Μικρή συνεισφορά στόν διάλογο γιά τήν παιδεία», Τετράδια πολιτικού διαλόγου έρευνας και κριτικής, τ. 50 – 51, σ. 171-172).
Παρόμοια πράγματα θά εἶχε νά πῇ κανείς καί γιά τό ἄλλο ἰδεολόγημα, αὐτό τῆς «ἐλεύθερης πρόσβασης» στά Πανεπιστήμια, πού ἄν γίνῃ ἀποδεκτό μέλλει νά δημιουργήσῃ πολύ περισσότερα ἀδιέξοδα ἀπ’ αὐτά πού φιλοδοξεῖ νά ἀποφύγῃ. Καί δέν πρόκειται βέβαια μόνο γιά τήν συσσώρευση πρωτοετῶν σέ λίγες, κατ’ ἔθος προτιμώμενες ἀπό τούς ὑποψήφιους σχολές, ἀλλά καί γιά τήν ἀνάγκη διεξαγωγῆς ἑνός εἴδους προαγωγικῶν ἀπό ἔτος σέ ἔτος ἐξετάσεων, ἄν θέλουμε νά διαφυλάξουμε στοιχειωδῶς τήν ποιότητα καί τό ἐξ αὐτῆς ἀπορρέον κῦρος τῶν σπουδῶν.

Ἀλλά ἄς ὑποθέσουμε ὅτι στά Πανεπιστήμια ἐπιβάλλεται τό εἶδος τῆς «σύρριζης» ἐλευθερίας πού ἐπαγγέλλονται οἱ νεοφιλελεύθεροι τοῦ ΣΥ.ΡΙΖ.Α, καί καταργοῦνται ὅλες οἱ ἐνδιάμεσες ἐξετάσεις, μέ ἀποτέλεσμα νά πάρῃ πτυχίο ἕνας τεράστιος ἀριθμός, π.χ. γιατρῶν. Πῶς θά ἀπορροφηθοῦν ὅλοι αὐτοί, καί μέ ποιά κριτήρια θά γίνῃ ὁ διορισμός τους; Θά ὑπάρξουν ἐπί τέλους κάποιες ἐξετάσεις τύπου ΑΣΕΠ, ἤ θά διορισθοῦν ὅλοι, δίνοντας ἔτσι τήν χαριστική βολή σέ ἕνα ἤδη ἐπιβαρημένο ἀντιπαραγωγικό σύστημα;
Ἄς ὑποθέσουμε λοιπόν καί πάλι, ὅτι οἱ νεοφιλελεύθεροι τοῦ ΣΥ.ΡΙΖ.Α βάζουν λίγο νερό στό κρασί τους καί –μέ βαρειά καρδιά εἶν’ ἀλήθεια– συναινοῦν νά ὑπάρξῃ ἕνα εἶδος ἐξετάσεων. Καί νά σου πού καταφθάνει ὁ κ. Ἀλαβάνος καί συμβουλεύει –μέ κεῖνο τό ἀρειμάνιο ἀντισυμβατικό ὕφος πού ζυγίζει τοὐλάχιστον ἑκατό κιλά «ἐπανάσταση»– τούς ἐξεταζομένους πού κατέχουν τό ἀντικείμενο νά μήν εἶναι «ἀνταγωνιστικοί», ἀλλά νά ἐπιτρέπουν στούς ἀδιάβαστους συναδέλφους τους νά ἀντιγράφουν (ὅπως τό ‘κανε μέ τούς μαθητές ἑνός σχολείου λίγο πρίν τίς ἐκλογές τοῦ 2007).

Καί πέστε μου τώρα ἐσεῖς: ἄν καταφέρουν οἱ ἀστοιχείωτοι ἀντιγραφεῖς καί περάσουν τίς ἐξετάσεις, δέν θά ἀξιοποιήσουν ἀνταγωνιστικώτατα τίς πλαστές ὑψηλές τους ἐπιδόσεις γιά νά ἐξασφαλίσουν τόν πολυπόθητο διορισμό τους στήν ἐπίζηλη θέση; Ἤ ἔχετε τήν ἀφέλεια νά πιστεύετε ὅτι θά δηλώσουν πώς ἐπειδή δέν τήν ἀξίζουν, παραιτοῦνται ἀπό τήν θέση αὐτή, πρός ὄφελος τῶν καταρτισμένων καί ἄξιων νά τήν καταλάβουν;
Τέτοια ἀφέλεια, οὔτε ὁ κ. Ἀλαβάνος δέν θά τήν εἶχε, ὁ ὁποῖος γνωρίζει πολύ καλά ὅτι τά φούμαρα περί ἀντι-ἀνταγωνιστικοῦ πνεύματος δέν ἰσχύουν στήν περίπτωση τῶν ἀντιγραφέων, ἀφοῦ ἡ ἀντιγραφή εἶναι ἐπίσης ἀνταγωνισμός, ἀλλά μέ πλάγια μέσα. Πρᾶγμα πού σημαίνει ὅτι ὅλη αὐτή ἡ κατ’ ὄνομα «ἀντισυμβατική» ρητορεία ἀποσκοπεῖ, παρουσιάζοντας τό σκατό ὡς βούτυρο, νά κολακεύσῃ καί νά ἐνισχύσῃ περαιτέρω τό οὕτως ἤ ἄλλως πλειοψηφικό παρασιτικό πνεῦμα καί ρεῦμα, εἰς βάρος τῶν ὅλο καί περισσότερο περιθωριοποιουμένων παραγωγικῶν / δημιουργικῶν δυνάμεων τοῦ τόπου.

Ὁ παρασιτισμός εἶναι τό κοινό πεδίο στό ὁποῖο συναντῶνται ὅλοι οἱ ἀρνητές τῶν ἀξιοκρατικῶν ἐξετάσεων καί τῶν ἀμερόληπτων διαδικασιῶν ἀξιολόγησης, ἀπό τούς κυβερνητικούς ἀξιωματούχους τῶν εὐνοιοκρατικῶν διορισμῶν μέχρι τούς ἀντιπολιτευόμενους κομματικούς συνδι(οι)καλιστές τῶν «ἀγωνιστικῶν» προσλήψεων καί τῶν ποικίλων, μέ τό ἀζημίωτο, διευκολύνσεων. Καί μόνο τό παράδειγμα τῶν συνδικαλιστῶν τῆς ἐκπαίδευσης, πού ἐνῷ στηλιτεύουν ὅποια πρόθεση γιά ἀξιολόγηση τῶν ἐκπαιδευτικῶν ὡς προσπάθεια χειραγώγησης τοῦ κλάδου, δέν ἔχουν κανένα ἀπολύτως πρόβλημα νά συμμετέχουν οἱ ἴδιοι στήν ἀξιολόγηση τῶν στελεχῶν τῆς ἐκπαίδευσης, δείχνει τό ποιόν αὐτοῦ τοῦ ὑποκριτικοῦ προοδευτισμοῦ, τά βαθιά παρασιτικά χαρακτηριστικά του πού, δυστυχῶς, ἔχουν διαποτίσει ὁλόκληρο τό κοινωνικό σῶμα.

Γι’ αὐτό καί μιά οὐσιαστική ἀμφισβήτηση τοῦ πνεύματος τοῦ παρασιτικοῦ νεοφιλελευθερισμοῦ δέν μπορεῖ νά ξεκινάῃ ἀπό τίς διαδικασίες εἰσαγωγῆς στά ΑΕΙ, ἀλλά ἀπό ‘κεῖ ὅπου οἰκοδομεῖται τό ἦθος τοῦ νέου ἀνθρώπου, ἀπό τήν οἰκογένεια, τό νηπιαγωγεῖο, τίς πρῶτες τάξεις τοῦ δημοτικοῦ, καί τό πρότυπο νόημα ζωῆς πού ἐγκολπώνεται τό μικρό παιδί στήν τρυφερή καί κρίσιμη ἡλικία. Ἄν, σύμφωνα μέ τά πρότυπα τοῦ παιδαγωγικοῦ νεοφιλελευθερισμοῦ, ἀπουσιάζῃ ὁποιαδήποτε ἐπισήμανση ὄχι μόνο τῶν δικαιωμάτων ἀλλά καί τῶν ὑποχρεώσεων, ἄν ἀφήνεται «ἐλεύθερη» ἡ ἀνθρώπινη φύση, χωρίς τήν παραμικρή ρυθμιστική παιδαγωγική παρέμβαση, ἄν ἀποφεύγεται ἡ μύηση στίς πνευματικές ἀξίες καί τίς «μεγάλες οὐσίες» πού κράτησαν ὄρθιο σέ δύσκολες στιγμές αὐτόν τόν τόπο, τότε δέν εἶναι νά ἀποροῦμε πού ἀργά ἀλλά σταθερά τά σχολεῖα μετατρέπονται σέ ζοῦγκλες τοῦ μαυροπίνακα καί ἡ κοινωνία σέ σκέτη ζούγκλα, μέ μόνη ρυθμιστική της ἀρχή τό παλαιό καί γνωστό homo homini lupus.

Γιατί δέν πρέπει νά μᾶς διαφεύγῃ ὅτι ἡ νεοφιλελεύθερη ρητορεία περί «ἀπελευθέρωσης» τῆς φύσης τοῦ ἀνθρώπου παραγνωρίζει τό γεγονός ὅτι «φύση» δέν εἶναι μόνο ἡ εἰδυλλιακή εἰκόνα τῶν προβάτων πού βόσκουν ἀμέριμνα στό χορτάρι, ἀλλά καί τοῦ λύκου πού τά κατασπαράζει, ὄχι μόνο ἡ «ἐλευθερία» τοῦ μικροῦ ψαριοῦ, ἀλλά καί ἡ «ἐλευθερία» τοῦ μεγάλου ψαριοῦ νά τρώῃ τό μικρό.

Ὅσο οἱ νέοι ἄνθρωποι ἐξακολουθοῦν νά γοητεύωνται ἀπό αὐτήν τήν ἀδιέξοδη «ἀντι­απαγορευτική» ρητορεία, ὅσο παρασύρωνται ἀπό εὐχάριστα στ’ αὐτιά κηρύγματα περί «ἐλευθερίας» ἄνευ ὁρίων καί ὅρων, ὅσο δέν ἀντιλαμβάνωνται ὅτι οἱ κραυγάζοντες ὑποκριτικά ὑπέρ τῆς δημόσιας παιδείας εἶναι τά παράσιτα πού λάθρα τήν ἰδιοποιοῦνται, ὅσο δέν συνειδητοποιοῦν ὅτι ἡ μόρφωση δέν δίνεται ἀλλά καταχτιέται μέ προσωπικό κόπο, λογισμό, ὄνειρο καί δημιουργία, ὅσο δέν σκύβουν μέ ἀγάπη πάνω στίς ἀνθρωπιστικές πνευματικές παραδόσεις αὐτοῦ τοῦ τόπου ἀλλά ἀρκοῦνται στά ψευδεπίχρυσα ὑποπροϊόντα ἑνός ἐν πλήρει παρακμῇ διατελοῦντος παγκόσμιου καπιταλιστικοῦ συστήματος, τίποτε ἐλπιδοφόρο δέν πρόκειται νά προκύψῃ γιά τόν τόπο, δέν πάει νά γίνουν ἑκατομμύρια «καταλήψεις», «ἀγωνιστικές κινητοποιήσεις» καί ἄλλα ἠχηρά παρόμοια.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ