Αρχική » Κυβερνοδίκτυο – Κοινωνία Πολιτών και Ηλεκτρονική Δημοκρατία

Κυβερνοδίκτυο – Κοινωνία Πολιτών και Ηλεκτρονική Δημοκρατία

από Άρδην - Ρήξη

του Γ. Καπαρού, από το Άρδην τ. 70, Ιούνιος-Ιούλιος 2008

Κοινωνία Πολιτών, η μεγάλη παραγνώριση

Στα επίπεδα του θεωρητικού λόγου και της πολιτικής πρακτικής συμπεριφοράς, οι σοσιαλφιλελεύθεροι και οι σοσιαλδημοκρατικοί φορείς έχουν αποδεχτεί, ρητά ή άρρητα, το αστικό σύστημα της εκμεταλλευτικής αγοραίας οικονομίας και της κομματικοπολιτικής αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, με την προσχηματική επιχειρηματολογία ότι η πρώτη είναι παραγωγικότερη σε σχέση με τον κεντρικά κατευθυνόμενο σχεδιασμό και η δεύτερη προτιμότερη διότι επιτρέπει την ατομική ελευθερία. Αυτές τις δύο κεντρικές παραδοχές επιχειρούν, στα πλαίσια μιας μετανεωτερικής κοινωνικής αντίληψης, να τις συσχετίσουν με τη νεφελώδη και αταξική έννοια της Κοινωνίας Πολιτών (Κ.Π.), την οποία και αναδεικνύουν σε μια κεντρική και προνομιακή πραγματικότητα αναφοράς και δράσης. Με την Κ.Π. επιχειρείται, με τρόπο χονδροειδή και αυθαίρετο, η υπέρβαση της οντολογίας της πάλης των τάξεων, των ταξικών και εθνικών συμφερόντων στις σφαίρες της κοινωνίας, της οικονομίας και του κράτους. Συνήθως εμφανίζεται με δύο βασικές συγγενικές παραλλαγές.

Η πρώτη κλασική παραλλαγή είναι αυτή που αντιλαμβάνεται την κοινωνία ως μια σχέση κυβερνώσας ελίτ και κυβερνωμένου λαού. Κατ’ αυτήν, τα υπάρχοντα ενδιάμεσα στρώματα, εφόσον συνομαδωθούν με τρόπο διακριτό, είναι δυνατόν να αναδείξουν τη διακριτή οντότητα μιας «κοινωνίας των πολιτών», η οποία θα είχε την αποστολή της απρόσκοπτης και αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος της φιλελεύθερης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας τόσο με τον έλεγχο, εκλογίκευση και μετριασμό της κατάχρησης εξουσίας και της αυθαιρεσίας των αρχόντων, όσο και με την προστασία της καθεστωτικής νομιμότητας από τις ακραίες, στασιαστικές και αποσταθεροποιητικές κινητοποιήσεις των αρχομένων.
Η δεύτερη νεώτερη παραλλαγή είναι αυτή που υποστηρίζει ότι η διάκριση μεταξύ «πολιτικής κοινωνίας» και «ιδιωτικής κοινωνίας», μεταξύ κράτους/κομμάτων και ιδιωτικής οικονομίας/αγοράς, αφήνει μια εκτεταμένη κενή περιοχή. Εδώ αναδύεται λοιπόν η «κοινωνία των πολιτών», σπονδυλωμένη κυρίως από τα δίκτυα των λεγόμενων Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (Μ.Κ.Ο.) και που, τοποθετούμενη σε μια κατ’ επίφαση και ψευδεπίγραφη αποστασιοποίηση από την κομματοκεντρική ή την αγοροκεντρική αντίληψη, έρχεται να καλύψει τον ενδιάμεσο «τρίτο χώρο».
Πίσω από τη θεωρία και πρακτική της «Κεντροαριστεράς» ή της «τριτοδρομικής Αριστεράς» υποκρύπτεται ένα στρατηγικό πρόταγμα φιλελεύθερης αστικής πολιτικής, που προτάσσει την προτεραιότητα και τη σημαντικότητα της Κ.Π., καθώς αυτή στρατεύεται κυρίως στη βασική αποδοχή της κεφαλαιοκρατικής κοινωνικής διάρθρωσης και στις ανώδυνες για το σύστημα επιδιορθωτικές, ρυθμιστικές παρεμβάσεις. Όμως, και αυτές συχνότατα διαπλέκονται με τους σχεδιασμούς αποδόμησης του ίδιου του δημόσιου χώρου, την ίδια στιγμή που σε διάφορες χώρες όπως η Ελλάδα πλείστες Μ.Κ.Ο. χρηματοδοτούνται σκανδαλωδώς από το κράτος ή από διαφόρους υπερεθνικούς οργανισμούς.

Αλλά ακόμα και όταν απουσιάζει αυτή η κρατική χρηματοδοτική εξάρτηση και παρά τον πολλαπλασιασμό και την ανάπτυξή τους στα δυτικά καπιταλιστικά κέντρα, οι Μ.Κ.Ο. δεν επέδειξαν ουδεμία αποτρεπτική λειτουργία στην προγραμματισμένη κατακρήμνιση του κοινωνικού κράτους, την αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων και την προϊούσα τριτοκοσμοποίηση στο εσωτερικό, ως αποτέλεσμα της στρατηγικής της ανταγωνιστικότητας που υποχρεώνει η νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική οικουμενίκευση. Επιπλέον, οι υποστηρικτές της Κ.Π. μπορεί ορθά να στηλιτεύουν τα «δημοκρατικά ελλείμματα» του κομματοκεντρικού πολιτικού συστήματος, όμως δεν είναι λίγες οι Μ.Κ.Ο. που η εσωτερική τους λειτουργία απέχει και από τους πιο στοιχειώδεις νομιμοποιητικούς κανόνες της πολιτικοεκλογικής εκπροσώπησης, και κάθε άλλο παρά ως δημοκρατική θα μπορούσε να αξιολογηθεί.

Μια βασική χαρακτηριστική ιδιότητα της Κ.Π. είναι πως μέσα στη χοάνη της συνωθούνται και συμπεριλαμβάνονται όχι μόνο κάποιες αυτοπροσδιοριζόμενες και αυτοχρηματοδοτούμενες οικολογικές, ανθρωπιστικές, ειρηνιστικές κ.ά. συλλογικότητες, αλλά και οι οργανώσεις εκείνες που όχι μόνον δεν ανήκουν σε κάποιον «τρίτο χώρο», αλλά η λειτουργία τους είτε διέπεται από (έστω εναλλακτικά) ιδιωτικο-οικονομικά κριτήρια, πράγμα που τις κατατάσσει στις συμπληρωματικές συνομαδώσεις της καπιταλιστικής αγοράς, είτε κινούνται στις παρυφές της κρατικής είτε της υπερεθνικής εξουσίας της ολιγαρχίας. Ένα τμήμα τους αποτελεί υποβοηθήματά της, ασκώντας δραστηριότητες κάλυψης κοινωνικών προβλημάτων και κενών, τα οποία πολλαπλασιάζει η επιβράχυνση του δημόσιου χώρου. Ένα σημαντικό της μέρος περιλαμβάνει όλα εκείνα τα δίκτυα των δημιουργημένων ή προσεταιρισμένων από την υπερεθνική ολιγαρχία Μ.Κ.Ο. με τις αδιαφανείς, αντικοινωνικές και αντεθνικές χαρακτηριστικές ιδιότητες. Ειδικότερα οι δραστηριότητες πολλών από αυτές γίνονται ιμάντες μεταβίβασης των επιδιώξεων διεθνών εξουσιαστικών καπιταλιστικών κέντρων και μηχανισμών (Λέσχη Μπίλντερμπεργκ, Ιδρύματα Ροκφέλερ, Φορντ, Σόρος, γερμανικό Ίδρυμα Φρίντριχ-Έμπερτ κ.λπ.) με σκοπό να πραγματωθούν φιλοδυτικές και αντιλαϊκές πολιτικές μεταβολές, να υποστηριχθεί η ιμπεριαλιστική επεμβατική και πολεμική δράση σε κρίσιμες ζώνες και να καλλιεργηθούν προϋποθέσεις αναδιάταξης των γεωπολιτικών χαρτών και των συνόρων. Κάτω από αυτή τη σκοπιά λοιπόν δεν κάνει καμιά εντύπωση που η συζήτηση για τη σημασία των Μ.Κ.Ο. κατείχε μια αναβαθμισμένη παρουσία στη θεματολογία της ετήσιας συνεδρίασης της Λέσχης Μπίλντεμπεργκ στο Ρόταχ-Έγκερν της Βαυαρίας, στις 5-8 Μαΐου 20051.

Στη σημερινή περίοδο των επικοινωνιακών μέσων, του διαδικτύου και της εικονικής πραγματικότητας, η σοσιαλφιλελεύθερη και σοσιαλδημοκρατική οπτική επιχειρεί να τα παρουσιάσει ως εκείνους τους κατακτημένους κόμβους της ισότιμης κοινωνικής αλληλεπίδρασης, να συγκαλύψει το γεγονός της άμεσης ή έμμεσης υπαγωγής τους στους επίσημους ιεραρχικούς εξουσιαστικούς θεσμούς, και κυρίως να δώσει φτερά στην κοινωνία πολιτών με την προβολή της στη φαντασμαγορική οθόνη της αποκαλούμενης ηλεκτρονικής δημοκρατίας. Η πιο ενθουσιώδης πλευρά της ιππεύει το άτι της υπερβολής και μιλάει για την επανάσταση των μπλογκ ή για το κίνημα των μπλόγκερ. Η αφορμή δίνεται από την ύπαρξη σήμερα γύρω στα 115 εκατομ. ιστολογίων σε διεθνές επίπεδο2 και στην Ελλάδα γύρω στις 40 χιλ., αν και θα πρέπει να συνεκτιμηθεί το γεγονός πως οι ενεργοί χρήστες είναι μόνον ένα περιορισμένο ποσοστό και κυρίως ανήκουν στα μικρομεσαία και ανώτερα εισοδηματικά στρώματα. Σε πλήρη σύμπνοια με τους φιλελεύθερους διανοούμενους, πολιτικούς και συγγραφείς, καλλιεργείται η επικίνδυνη σύγχυση πραγματικού και συμβολικού κόσμου, προβάλλεται μια παραμυθολογική, υπεραπλουστευτική και αταξική πρόσληψη και αναπαράσταση της μπλογκόσφαιρας και αποκρύπτεται η ανισοκατανομή της οικονομικής, πολιτικής και πνευματικής ισχύος, σε ομολογία με τις επιδιώξεις της υπερεθνικής ολιγαρχίας –της οποίας οι πάμπλουτοι μεγιστάνες, οι πολιτικοί, οι τεχνοκράτες και οι συντάκτες μαζεύτηκαν σε πρόσφατο ετήσιο φόρουμ του Νταβός της Ελβετίας για να «υποκλιθούν» και τούτοι, πέραν όλων των άλλων, στην εκρηκτική δύναμη των καταναλωτών, των πολιτών και των μπλόγκερ και στην ψηφιακή «νέα δημοκρατία του ίντερνετ3».

Κυβερνοδιάστημα και υλική ζωή

Ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, επιστήμονες των ΗΠΑ4 διακήρυξαν δημόσια, με τον πιο επίσημο και πομπώδη τρόπο, το όραμα ενός αυτοδύναμου πλανητικού και δημοκρατικού κυβερνοδιαστήματος, που αποτέλεσε ταυτόχρονα την επαγγελία της νέας ιστορικής εποχής της επιβολής της Οικουμενικής Κοινωνίας της Γνώσης και της Ελευθερίας, απέναντι στο Βασίλειο της Ύλης και της Ανάγκης: Κυβερνήσεις του βιομηχανικού κόσμου, κουρασμένοι γίγαντες της σάρκας και του ατσαλιού, έρχομαι από τον κυβερνοχώρο, το καινούργιο σπίτι του πνεύματος. Εκ μέρους του μέλλοντος, ζητώ από εσάς που ανήκετε στο παρελθόν να μας αφήσετε ήσυχους. Δεν είστε ευπρόσδεκτοι ανάμεσά μας. Δεν έχετε καμιά εξουσία εκεί που μαζευόμαστε. Δεν έχουμε καμιά εκλεγμένη κυβέρνηση, ούτε πρόκειται να έχουμε ποτέ, γι’ αυτό απευθύνομαι σε σας με μόνη τη δικαιοδοσία με την οποία μιλά πάντα η ελευθερία. Κηρύσσω λοιπόν ότι ο παγκόσμιος κοινωνικός χώρος που δομούμε είναι από φυσικού του ανεξάρτητος από τις τυραννίες που επιδιώκετε να μας επιβάλετε 5.


Βρισκόμαστε σε μια περίοδο όπου η δυτική μητροπολιτική αστική κοινωνία έχει ήδη πολύ ενωρίτερα επιβιβαστεί και ταξιδεύει με το μεγάλο τρένο της νεοφιλελεύθερης κεφαλαιοκρατικής παγκοσμιοποίησης, ενώ ακόμα εορτάζει μεθυσμένη τα επινίκια της αίσιας αναμέτρησης του δικού της «παραδείγματος», απέναντι στο κρατικοσοσιαλιστικό «παράδειγμα» της Ανατολής. Τώρα ήρθε να ανατάξει με εντυπωσιακές παραμυθολογικές υποστάσεις τη δική της αυτοκατανόηση κάτω από την υπόσχεση της παγκόσμιας «δημοκρατίας», την οποία θα μπορούσε να διασφαλίσει και να κατευθύνει στηριγμένη στα καινούργια λειτουργικά υπερεργαλεία της Κυβερνητικής και της γενικευμένης πληροφορικοποίησης. Προσδίδοντας αυθαίρετα μια αυθύπαρκτη νομοτελειακή δυναμική στη νέα αναδυόμενη μεγα-οντότητα του κυβερνοδικτύου, χάραζε τη γραμμή της επόμενης ιστορικής φάσης για την ανθρωπότητα, τοποθετώντας σε δεύτερη μοίρα τόσο τους αντικειμενικούς υλικούς οικονομικούς όρους της ανθρώπινης επιβίωσης (ανακαλύπτοντας τάχα την αδιαμφισβήτητη πρωτοκαθεδρία των γνωσιακών και πληροφοριακών παραγόντων) όσο και τους υποκειμενικούς όρους της ανθρώπινης ανατρεπτικής πράξης, η οποία τώρα όφειλε να παραδώσει τον αυτενεργό και μετασχηματιστικό της ρόλο σε μια καινούργια και επενδυμένη στις κυβερνομηχανές, νεοθετικιστική τελολογική ελπίδα.


Εδώ δεν θα εντοπίσουμε καμιά πρωτοτυπία. Η υλική παραγωγή και ο πλούτος των κοινωνιών μέσα στο πλαίσιο των οικουμενικών σχέσεων εκμετάλλευσης πάντοτε ενέκλειε υψηλά επίπεδα πολεμικής και πολιτικής δύναμης και βεβαίως σημαντικότατα πλεονεκτήματα τεχνογνωσίας. Και η σημασία της ισχύος και της γνώσης ήταν και είναι αποφασιστική, ακριβώς διότι επιτρέπει την αποτελεσματική πρόσβαση, οικειοποίηση και χρήση των αναγκαίων βιοτικών υλικών και ενεργειακών μέσων. Η διασφάλιση της κοινωνικής υλικής παραγωγής και αναπαραγωγής πάνω σε μια προχωρημένη βάση παραγωγικών δυνάμεων είναι εκείνη η διαρκής θεμελιακή συνθήκη ώστε συνακόλουθα να μπορεί να αποτελεί αυτή η συσσωρευμένη γνώση έναν καθοριστικότατο διαμορφωτή αυτής της διαδικασίας. Οι ΗΠΑ (κυρίως και δευτερευόντως Ε.Ε. και Ιαπωνία) μπόρεσαν να πρωτοπορήσουν στη λεγόμενη «τρίτη τεχνολογική επανάσταση» και στην ανάδειξη του κυβερνοδικτύου, διότι προηγουμένως είχαν συγκεντρώσει ένα μέγιστο μέγεθος υλικού πλεονάσματος, ενώ η πολιτικο-στρατιωτική τους δύναμη τους επέτρεπε διαρκώς να στηρίζουν και να επωφελούνται προνομιακά από το παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα της άνισης ανάπτυξης και ανταλλαγής. Εάν στο μέλλον θα συνεχιστεί αυτή η προνομιακή τους προσπέλαση και η σκανδαλώδης μονομερής οικειοποίηση τεράστιου μέρους του παγκόσμιου φυσικού και κοινωνικού υλικού πλούτου είναι πια αμφίβολο, καθώς είναι ορατή η ανταγωνιστική (βιομηχανική, εμπορική και ενεργειακή) παρουσία των νέων επεκτατικών κρατών (Κίνα, Ινδία, Ρωσία κ.ά.), που διεκδικούν για λογαριασμό τους σημαντικά μερίδια στην πλανητική κατανομή των πόρων και της ισχύος.

Μέσα στη σύγχρονη καπιταλιστική πραγματικότητα, η «επικοινωνιόσφαιρα», η δημιουργία και η διακίνηση της «πληροφορίας», έχει ανέλθει στο φενακισμένο βάθρο της ιδεοτυπικής της αυτονόμησης απέναντι στη φυσική και υλική ζωή. Αυτό γίνεται εφικτό στα πλαίσια μιας ολοκληρωτικής εμπορευματικής οικονομίας και ενός κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας όπου η παραγωγή και ανταλλαγή «σημείων» (συμβολικών-αναπαραστατικών μέσων, πληροφοριών, εικόνων, χρήματος κ.ά.) δεσπόζει απέναντι στην παραγωγή και την κυκλοφορία των υλικών αγαθών. Όμως αυτή η πλημμυρίδα «info-οικονομίας» είναι ισχυρά εξαρτημένη από την «πραγματική οικονομία» και τα συσσωρευμένα υλικά της προϊόντα, και είναι η δεύτερη που επιβάλλει για την αυτοδιαιώνισή της την επικοινωνιακή υπεραφθονία της πρώτης. Καθώς δε η πληροφορικοποίηση και το διαδίκτυο συντελούν σημαντικά στην επέκταση της αγοραίας καπιταλιστικής οικονομίας, είναι σίγουρο, πως μαζί με τούτο και ταυτόχρονα, θα επεκτείνεται η «μη-κανονικότητα» και το απρόβλεπτο στον τομέα της ανθρώπινης πράξης, αναδεικνύοντας τους νέους αποσταθεροποιητικούς (και ενδεχομένως αντισυστημικούς) παράγοντες –οι οποίοι εγκυμονούν οξύτατες κοινωνικές συγκρούσεις τόσο για την διαρκώς δυσχερέστατη αυτοεπιβίωση των νεοπληβείων του παγκόσμιου ολιγαρχικού καπιταλισμού όσο και για την ανακατανομή της πλανητικής οικονομικής, πολιτικής και πνευματικής δύναμης. Αυτή η νέα πραγματικότητα υποχρεωτικά περιλαμβάνει τους νέους εθνικούς αγώνες επανεδαφικοποίησης, και της περιφρούρησης των διαχωριστικών συνόρων, της υπεράσπισης και προβολής της εδαφικής και ιστορικής πολιτικής κυριαρχίας, στέλνοντας στα βιντεοπαίγνια της «Virtual Reality» την ψευδεπίγραφη κοσμοεικόνα ενός «ελεύθερου ορίων Παγκόσμιου Χωριού». Και ενόσω η ανθρωπότητα βρίσκεται σε «κρίσιμη καμπή», κυρίως από το γεγονός πως αυτή έχει πια εισέλθει σε μια κατάσταση όπου η πρόσβαση στα αγροτικά προϊόντα διατροφής και γενικότερα στα φυσικά, υλικά και ενεργειακά βιοτικά μέσα ύπαρξης γίνεται ζήτημα ζωής και θανάτου για δισεκατομμύρια ανθρώπινες ζωές, καθίσταται φανερό πως οι ριζικές λύσεις, αν πρόκειται διά των ταξικών αγώνων να αναζητηθούν, θα ψαχτούν πρωταρχικά εκεί, στη ζωτική σφαίρα της πραγματικής υλικής ζωής.
Μια Ιμπεριαλιστική Νέα Τάξη στα πληροφοριακά συστήματα
Όλα τα δεδομένα συνηγορούν πως το γεγονός της εφεύρεσης και αξιοποίησης από τις ΗΠΑ του διαδικτύου, της προώθησης και της οικουμενικής διάδοσης του (που προσεγγίζει σήμερα γύρω στο 1,3 δισ. χρηστών) αποτέλεσε ένα καλό και ταχύτατο όργανο για τη συμβολική και πολιτισμική επέκταση του καπιταλισμού. Η επικοινωνιακή τεχνολογία και ο κυβερνοχώρος, πέρα από τις πομφόλυγες και τα φληναφήματα περί «ηλεκτρονικής δημοκρατίας», είναι σύγχρονες μορφές δυτικής βιομηχανοποίησης και αποικιοποίησης που αναπτύχθηκαν στα πλαίσια του ύστερου καπιταλισμού. Στο διαδίκτυο φανερώνεται η όψιμη και αποτρόπαια εικόνα του αμερικανικού πολιτισμικού ιμπεριαλισμού. Οι ισχυρότερες εταιρίες του διαδικτύου με τα μεγάλα κέρδη είναι αμερικάνικες. Η συντριπτική πλειοψηφία των διεθνών ιστοχώρων έχουν βάση τις ΗΠΑ ή είναι στα αγγλικά, το χρησιμοποιούμενο λογισμικό είναι βασικά στα αγγλικά. Οι ιστομηχανές και οι ιστοχώροι από τις ΗΠΑ εξουσιάζουν τις πληροφοριακές ροές, καταδεικνύοντας την αμερικανική ψηφιακή ισχύ και ενισχύοντας την αμερικανική ομογενοποίηση σε διεθνές επίπεδο.
ΗΠΑ, αγγλική γλώσσα και δυτική κουλτούρα κυριαρχούν στον κυβερνοχώρο, αλλά Κίνα και Ιαπωνία πλησιάζουν απειλητικά. Με βάση το ρυθμό αύξησης του αριθμού χρηστών ο συνδεδεμένος με το διαδίκτυο πληθυσμός της Κίνας υπολογίζεται να ξεπεράσει αριθμητικά τις ΗΠΑ μέσα στο 2008. Οι έξι κορυφαίοι παγκόσμιοι χρήστες του Ίντερνετ είναι:

Η αποικιακή εξάπλωση της δυτικής μαζικής κουλτούρας συναρθρώνεται ηγεμονικά με τις φολκλοροποιημένες τοπικές «λαϊκές κουλτούρες», και μέσα από βαθύτατες υλικές και ψηφιακές διαπλοκές έχει αγκαλιάσει τη γεώσφαιρα, η οποία ασφυκτιά κάτω από την πίεση μιας αυξανόμενης πληθυσμιακής πυκνότητας. Μια τέτοια εξέλιξη θέτει τις απαραίτητες ιστορικές και δομικές προϋποθέσεις για την ανάδειξη, εγκαθίδρυση και επιβολή μιας οικουμενικής καπιταλιστικής κουλτούρας. Τρόποι εργασίας, συνήθειες του βίου, μορφές κατανάλωσης, ψυχαγωγία και τέρψεις, που καλλιεργούν οι υπερεθνικές εταιρίες, η τεχνική και η εικονογλώσσα των ηλεκτρονικών μέσων, όλα τούτα συμπορεύονται σε σύγκλιση με μια κουλτούρα διεθνοποιημένη. Πάνω της κινούνται δορυφορικά οι στραπατσαρισμένες ψηφίδες των εθνικών-λαϊκών πολιτιστικών καταλοίπων, μη έχοντας όμως ακόμα απολέσει την προωθητική δυναμικότητά τους στο να προσφέρουν, όταν χρειαστεί, «πνευματική τροφή» στη δράση μεγάλων κινημάτων και εφόσον άλλες συνθήκες ειδικότερες το επιβάλλουν.


Η ιμπεριαλιστική κυριαρχία γενικά, και στο διαδίκτυο ειδικά, διαμορφώνει τις συνθήκες μιας πλανητικής ψηφιακής διαίρεσης ανάμεσα στους προνομιούχους και στους αποκλεισμένους της on-line πρόσβασης, οι οποίοι εντοπίζονται κυρίως στον Τρίτο Κόσμο και στις «τριτοκοσμοποιημένες» ζώνες των μητροπόλεων. Το Δεκέμβριο του 2007 η παγκόσμια κατανομή των χρηστών Ίντερνετ ήταν:

Εκτός από τις συγκεκριμένες κάθε φορά κοινωνικές, πολιτιστικές και εκπαιδευτικές συνθήκες που αποστερούν μεγάλα τμήματα του παγκόσμιου πληθυσμού από το διαδίκτυο, το καθοριστικότερο τείχος-εμπόδιο που προβάλλει αφορά στις δραματικές οικονομικοκοινωνικές ανισότητες και την ένδεια, που είναι σύμφυτα, δομικά χαρακτηριστικά του παγκόσμιου καπιταλισμού. Όλα αυτά καθιστούν δυσπρόσιτη την απόκτηση και χρησιμοποίηση των ηλεκτρονικών υπολογιστών και του αναγκαίου λογισμικού καθώς και τη δαπάνη επικοικωνιακής σύνδεσης στο διαδίκτυο. Συνέπεια αυτής της κατάστασης είναι ένα διακριτό «ψηφιακό χάσμα» μεταξύ περιοχών, εθνών, κοινωνιών και τάξεων, ένας πλανητικός διαχωρισμός ανάμεσα σε εύπορους και άπορους πληροφοριακών μέσων και δεδομένων. Η δομική αδυναμία να προσεγγιστούν τα τεχνολογικά και επιστημονικά πληροφοριακά δεδομένα συνεπάγεται για τα περιφερειακά υποτελή κράτη μια αδυναμία στην κοινωνική εκπαίδευση και στην οικονομία, και γενικότερα μια εθνική αδυναμία. Ο διαφορετικός βαθμός δυνατοτήτων στην πρόσβαση και τη χρήση των επικοικωνιακών τεχνολογιών επιδεινώνει και αναπαράγει τις υπάρχουσες ανισότητες τόσο παγκόσμια όσο και μέσα στις κοινωνίες. Επίσης, θα πρέπει να σημειωθεί πως, ακόμα και όταν υπάρχει μια εγγυημένη διαδικτυακή προσπέλαση και παροχή πληροφοριών, αυτό απαραίτητα δεν συνεπάγεται πως κυρίαρχα υφίσταται μια πραγματική ενημέρωση και δημιουργική γνωσιακή ή ψυχαγωγική αξιοποίηση. Συχνά δεσπόζει και εδώ η αρνητική αλληλεπίδραση μεταξύ της προσφοράς αναξιόπιστων και άχρηστων «info-αγαθών» και των παθητικών καταναλωτών.

Στον κυβερνοχώρο πολλαπλασιάζονται ολοένα οι επιτηρητικοί και ελεγκτικοί μηχανισμοί και το διαδικτυακό ηλεκτρονικό «κυνήγι μαγισσών» στα πλαίσια της παγκόσμιας «αντιτρομοκρατικής σταυροφορίας». Στο όνομα της ασφάλειας υπονομεύονται όλο και σε μεγαλύτερη έκταση τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, η ελευθερία έκφρασης και η διακίνηση των ιδεών. Ευρωπαϊκή Ένωση και Ελλάδα δεν ξεφεύγουν από αυτή την εξέλιξη, το νομικό κατασταλτικό οπλοστάσιο ανανεώνεται συνεχώς, ενώ ανατίθεται επισήμως στις μυστικές υπηρεσίες η ασφυκτική παρακολούθηση του διαδικτύου. Δεν πέρασε πολύς καιρός που η νεοδημοκρατική κυβέρνηση ανέθεσε επίσημα στην ΕΥΠ μεταξύ των άλλων αρμοδιοτήτων της και την επιτήρηση του διαδικτύου, καθώς, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 του ψηφισθέντος στις 19 Φεβρ. 2008 Νομοσχεδίου, η ΕΥΠ «Ορίζεται ως η Εθνική Αρχή Αντιμετώπισης Ηλεκτρονικών Επιθέσεων», ενώ στο άρθρο 5, «Η ΕΥΠ ενεργεί ύστερα από διάταξη του εισαγγελικού λειτουργού… άρση απορρήτου επιστολών και τηλεφωνικής ή άλλης επικοινωνίας»6.
Τώρα πάλι βλέπουν τα φώτα της δημοσιότητας πληροφορίες πως η κυβέρνηση ετοιμάζει νέο νομοθετικό πλαίσιο για μεταβολή του καθεστώτος λειτουργίας των blogs. Έτσι, αποκαλύπτεται πως η ολιγαρχική πολιτική χρησιμοποιεί «το καρότο και το μαστίγιο» με το να επιλέγει από τη μια μεριά την απλόχερη αναγνώριση της «μπλογκόσφαιρας», της «ηλεκτρονικής δημοκρατίας» και την επιλεκτική αξιοποίηση ορισμένων bloggers, και από την άλλη αυτό να ακολουθείται από την εκπόνηση της «έκτακτης» νομοθεσίας (με την επίκληση της ανάγκης αντιμετώπισης των «κυβερνοεγκλημάτων») με σκοπό τον έλεγχο των διαδικτυακών αποκλινουσών συμπεριφορών και των αντισυστημικών αντιστάσεων. Οι φορείς αυτών των αντιστάσεων αντιλαμβάνονται πως, σε μια περίοδο που όλο και μεγαλύτερα τμήματα των πληθυσμών (πρωτίστως στις τεχνικά ανεπτυγμένες χώρες) έρχονται σε διαδικτυακή συνεπαφή, είναι σημαντική κάθε προσπάθεια αξιοποίησης των όποιων δυνατοτήτων του διαδικτύου ως ενός από τα στρατηγικά μέσα της ριζοσπαστικής πολιτικής για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση.
……………………………………………

  1. Daniel Estulin (http://www.counterpunch.org/estulin05272005.html)
  2. Dave Sifry (http://technorati.com/weblog/2007/04/328.html)
  3. Jackie Ashley http://www.guardian.co.uk/commentisfree/2007/jan/29/comment.politics1)
  4. George Gilder, George Keyworth, Alvin Toffler: Μανιφέστο του Κυβερνοχώρου και το Αμερικανικό Όνειρο (1994).
  5. John Perry Barlow: Η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας του Κυβερνοχώρου (1996).
  6. Βουλή των Ελλήνων – Αρχεία Νομοσχεδίου Ε.Υ.Π. (http://www.parliament.gr/ergasies/nomodetails.asp?lawid=575)

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ