
από το Άρδην τεύχος 60, Ιούλιος – Αύγουστος 2006
«Προγύμνασμα» του κληρικού Νικηφόρου Βασιλάκη (12ος αιώνας)
Το προγύμνασμα παρατίθεται μεταφρασμένο ως παράρτημα στο βιβλίο του Hans-Georg Beck Η Βυζαντινή Χιλιετία, μτφρ. Δ. κούρτοβικ, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1990, σσ. 438-439
(Ο μύθος λέει ότι η Πασιφάη, κόρη τον θεού Ήλιου,
έσμιξε με τον κρητικό ταύρο, που έστειλε ο Ποσειδώνας,
χρησιμοποιώντας μια ξύλινη αγελάδα
που κατασκεύασε ο Δαίδαλος)
Εκδ. Α. Pignani, Rivista di Studi Bizantini i Neoellenici 8/9
(1971/72), 306 κ.ε.
Τι βλέπω, ω θεοί, πόσο συγκλονίζεται η ψυχή μου! Tα μάτια μου τα θαμπώνει η εξαίσια μορφή ενός ταύρου ολοζώντανου, αφροδίσιου, αξιέραστου, σαν τον Πλούτο, θα έλεγε κανείς. Χαμογελάει γλυκά σαν την Αφροδίτη και με το εκθαμβωτικό βλέμμα του Έρωτα. Από τα μάτια του στάζει ο πόθος του έρωτα, δεν συμπεριφέρεται σαν άγριο ζώο, δεν με κοιτάζει βλοσυρά από κάτω, παρά σαν ένα παλικάρι αφιερωμένο στις Χάριτες και στην Αφροδίτη. Η γοητεία λάμπει στο πρόσωπό του και τα μάτια του ακτινοβολούν γλυκύτητα. Καταλαβαίνει από ομορφιά και τη γνωρίζει καλά, αφού και ο ίδιος είναι ωραίος. Κυρτώνοντας μια ιδέα το σβέρκο βαδίζει περήφανα, περνάει ανάμεσα στους θάμνους με χορευτικές, ρυθμικές κινήσεις. Έτσι πρέπει να έπλασε ο Δίας τον πρώτο ταύρο, όταν ο Προμηθέας έπλασε τον πρώτο άνθρωπο˙ ή μάλλον ο ίδιος ο Δίας πρέπει να μεταμορφώθηκε σε έναν τέτοιο ταύρο, όταν ξεκίνησε για να απαγάγει την Ευρώπη. Αυτός ο ταύρος έχει μια θεσπέσια αίγλη. Όταν βλέπω το φως του ήλιου στο πρόσωπό του, δεν μπορώ παρά να πιστέψω ότι είναι ένας από τους ταύρους του θεού Ήλιου και μένω κατάπληκτη. Η αστροφεγγιά στο μάτι του με κάνει να πιστεύω ότι ανήκει στον ουράνιο αστερισμό του Ταύρου. Βλέπω τα κέρατά του, ένα τέλειο ημικύκλιο, πιστή εικόνα του μισοφέγγαρου, και τότε υποψιάζομαι ότι ξέφυγε από το άρμα της Σελήνης. Ίσως μόνο αυτός από τα ζώα που σέρνουν το άρμα της αποτίναξε το ζυγό και τώρα τριγυρίζει στη γη, επιδείχνει την ομορφιά του και τη δύναμή του, ενώ το τέθριππο της θεάς κουτσαίνει κι αυτή ανατέλλει αργότερα και δύει καθυστερημένα. Ο Ενδυμίων λοιπόν και οι έρωτές του με τη Σελήνη; Άλλη ιστορία αυτή, μύθος γεννημένος από την άγνοια! Αυτός ο ταύρος είναι ένας θεός ανάμεσα στα βόδια. Στους Αιγυπτίους έχει, νομίζω, το όνομα Άπις και λατρεύεται. Και τώρα ήρθε σ’ εμάς για να αποδείξει την ακαρπία εκείνων και τη δική μας.
Έλα λοιπόν κοντά μου, εσύ, ωραιότερε από όλους τους ταύρους, έλα να ακουμπήσεις την ερωτευμένη, αγάπησε κι ένα ανθρώπινο πλάσμα! Θα βγάλω ερωτικό μυκηθμό, και θέλω εσύ να τον ανταποδώσεις. Αν δακρύσω, παρηγόρα με με έναν τρυφερό πήδο. Αν θελήσω αγκαλιά, χαμήλωσε ήμερα το κεφάλι σου, κι εγώ θα το πάρω σαν σημάδι φιλιού. […] Θα σου χαρίσω όλα τα σταροχώραφα, θα μπορείς να πηγαινοέρχεσαι ανεμπόδιστος και να χαίρεσαι ελεύθερος τη ζωή σου. Θα σου χαρίσω όλα τα κοπάδια και θα γίνεις αφέντης όλων των ταύρων του νησιού […] αρκεί να δεχτείς να μπεις μαζί μου κάτω από το ζυγό του θεού Έρωτα.
Δεν ντρέπομαι γι’ αυτή την αγάπη, σαν να ήταν αφύσικη. Και η Ευρώπη αγάπησε έναν ταύρο, και μια άλλη κοπέλα ένα άλογο˙ και, όπως στη δική μου περίπτωση, ήταν αφύσικο αυτό, έστω και αν πίσω από τον ταύρο κρυβόταν ο Δίας και πίσω από το άλογο ο Ποσειδώνας. Στο στρώμα έβγαλαν και οι δυο το προσωπείο, και τότε οι κοπέλες αναγνώρισαν τον Δία και τον Ποσειδώνα. Έτσι και τώρα, ένας θεός παίζει με μορφή ταύρου το παιχνίδι του έρωτα, αλλά το νυφικό κρεβάτι θα βάλει τέρμα σ’ αυτή τη μασκαράτα και θα φανερώσει τον εραστή.
Αλλά τι είναι αυτά που λέω; Σε ποια δίχτυα μπλέκομαι; Κανένας ταύρος δεν θα σμίξει με γυναίκα, ακόμα κι αν τον ανάγκαζε ο Έρωτας˙ θ’ αντισταθεί στο ζυγό, θα λυθεί και θα φύγει. Κατηγορώ τον Έρωτα! Πώς του ήρθε στο νου αυτό το βουκολικό παιχνίδι; Tα βάζω με την Αφροδίτη: θέλει να με ζέψει μαζί με ένα βόδι, που ανήκει σ’ άλλο ζυγό. Κακίζω και τις Χάριτες, που έδωσαν τόση χάρη σ’ ένα άλογο ζώο και επικρίνω το λογικό, που δεν μπορεί να βρει τρόπο για να ημερέψει έναν ταύρο. Τι νόημα έχει να φοράω χρυσά στολίδια, αφού ο ταύρος δεν ξέρει τη «χρυσή Αφροδίτη»; Τι καμαρώνω για την ομορφιά μου και ντύνομαι στην πορφύρα, αφού ένας ταύρος δεν νιώθει δέος μπροστά στην πορφύρα και δεν καταλαβαίνει από την ομορφιά μιας γυναίκας; Ζηλεύω την αγελάδα. Χωρίς καθόλου φτιασίδια και καλλυντικά, έχει την τύχη να έχει τέτοιον εραστή˙ χαίρεται όταν αυτός χοροπηδάει ολόγυρά της, και κάνει νάζια όταν την πλησιάζει. Ας ήμουν αγελάδα, κάτω από τον ίδιο ζυγό με τον ταύρο, στο ίδιο λιβάδι μαζί του. Τώρα όμως στέκω ανάμεσα στον Έρωτα και τη Φύση˙ εκείνος με σπρώχνει να ενωθώ με τον ταύρο, αυτή δεν το επιτρέπει. Εκείνος ανάβει μέσα μου έναν παράξενο πόθο και με τυραννάει, αυτή με τραβάει μακριά και μου αρπάζει με τη βία ό,τι θέλει να μου δώσει ο Έρωτας. Η Φύση δεν θέλει και ο Έρωτας δεν θέλει να νικήσει η Φύση.
Ποιος θα με μεταμφιέσει σε αγελάδα για ν’ ανταμώσω μ’ αυτή τη μορφή τον ταύρο; Ή πως μπορώ να μεταμορφωθώ σε αγελάδα; Η Ήρα θα μπορούσε να μου κάνει αυτή τη χάρη, όπως κι ο Δαίδαλος θα μπορούσε να πετύχει εκείνο. Η Ήρα μεταμόρφωσε την κόρη του Ίναχου σε αγελάδα, ενώ ο Δαίδαλος έφτιαξε από χαλκό έργα που ξεγελούσαν το μάτι.
Λοιπόν, καλή μου θεά, δώσε μου τώρα αυτό που έκανες κάποτε από ζήλια για την Ινώ, λυπήσου το πάθος μου! Τότε οι άνθρωποι θα σε λατρεύουν ως φύλακα και προστάτιδα γάμου, ακόμα και ανάμεσα στα βόδια. Αν όμως… Μα έλα εδώ εσύ, Δαίδαλε˙ τώρα έχεις την καλύτερη ευκαιρία να αποδείξεις πόσο πολυμήχανος καλλιτέχνης είσαι, δείξε και στον ταύρο τη μαστοριά με την οποία δουλεύεις το χαλκό, πολέμησε στο πλευρό της Αφροδίτης, βοήθησε τον Έρωτα και φτιάξε μια αγελάδα˙ κάνε την όσο μπορείς πιο όμοια με πραγματική, για να πετύχει το ομοίωμά σου το σκοπό του. Θα κυνηγήσεις τον ταύρο που εγώ δεν μπορώ να πιάσω, τον ποθητό ταύρο, τον ανέραστο. Ό,τι θα γίνει έπειτα, αυτό είναι δουλειά δική μου και του Έρωτα!