Αρχική » Περιοδικό Μανδραγόρας

Περιοδικό Μανδραγόρας

από Άρδην - Ρήξη

του Σ. Κουτρούλη, από το Άρδην τ. 59, Μάιος – Ιούνιος 2006

Ο «Μανδραγόρας» είναι ένα περιοδικό που εντυπωσιάζει με τη ζωντάνια και το εύρος των θεμάτων του. Με επάρκεια αντιμετωπίζει θέματα αισθητικής, ποίησης, δοκιμίου. Επιμελημένη είναι η γλώσσα του, το ύφος του, ο τρόπος που τυπώνεται. Ο λόγος του είναι λόγος μίας αριστεράς ζωντανής, ριζοσπαστικής και όχι στατικής.

Στο τεύχος 33 (Απρίλιος 2005) διαβάζουμε ένα εξαντλητικό αφιέρωμα στο Θωμά Γκόρπα, ένα σημαντικό ποιητή της μεταπολεμικής γενιάς, όχι τόσο προβεβλημένο όσο του άξιζε, που εκτός των άλλων παρουσιάζει ορισμένες εμφανείς αναλογίες με τον Γάλλο Ζακ Πρεβέρ. Η σύντροφος του ποιητή, Άρτεμις Θεοδωρίδου, γράφει το χρονολόγιό του, ενώ περιέχονται ορισμένα αδημοσίευτα κείμενά του, όπως ημερολογιακές εγγραφές και ένα δοκίμιο για τον Καραγκιόζη. Ο Γ. Κουβάρας σχολιάζει τον «Μεσολογγίτη ποιητή», ο Α. Μπελεζίνης γράφει για τα «ποιήματα ποιητικής του Θ. Γκόρπα», ο Γ. Κόντος σχολιάζει την αθυροστομία και την ελευθεριότητά του, ο Γ. Ι. Μπαμπασάκης μάς μεταφέρει ορισμένες προσωπικές του αναμνήσεις, ο Γ. Βέης ανάμεσα στα άλλα ισχυρίζεται ότι «ο Γκόρπας παραμένει εικονοποιός με την ανώτερη σημασία του όρου». Επίσης, γράφουν ο Δ. Δασκαλόπουλος, ο Α. Μπουφέας, ο Δ. Καράβολας, η Χρ. Σπυρέλη, ο Ε. Τζάνος, ο Β, Καλαμαράς, ο Μ. Μέσκος, ο Γ. Μπαλούρδος, ο Π. Νούτσος, ο Θ. Κωσταβάρας.

Ανάμεσα στα κείμενα του Γκόρπα διαλέγω ένα σχόλιο – ποίημα που παρουσιάζει με εξαιρετική ευκρίνεια την μεταπολεμική Ελλάδα «Εδώ λησμονημένη επαρχία, εδώ τρομερό καλοκαίρι. Νεαροί εργάτες που για πάντα χάλασαν υγεία κι ομορφιά στις αλυκές στο ράντισμα στα ρίζα και στα έργα, μόνη τους παρηγοριά έχουν τα λαϊκά τ’ αγαπημένα τους λαϊκά. Παιδιά του γυμνασίου, πεινασμένα σεξουαλικά και νευρασθενικά, προτιμούν μελοδραματικές ταινίες που τελειώνουν με γάμο στην εκκλησία, μπράβο και πολλά λεφτά. Βρίσκουν ένα μεθύσι στην πρέφα άλλο στα ματς και τη σιγουριά στην παρέα των χαφιέδων. Απόφοιτοι γυμνασίου που ξεράθηκαν προτού ανθίσουν στην ελάχιστη καρέκλα του γραφιά απόφοιτοι γυμνασίου που χορτάριασαν στο διάδρομο του γραφείου του κυρίου βουλευτή. Αξιολύπητοι φαντάροι που ήρθαν να κάνουν την άδεια στο χωριό τους. Αξιολύπητοι φοιτητές που ήρθαν να κάνουν τις διακοπές στο χωριό τους» (σελ.77).

Με ενδιαφέρον διαβάζουμε στο ίδιο τεύχος την παρουσίαση ποιητών της γενιάς του ’90 καθώς και τις εκτεταμένες κριτικές ποίησης. Παράλληλα, το τεύχος έχει ένα μικρό αφιέρωμα και έργα του εικαστικού Δημοσθένη Κοκκινίδη. Επίσης διαβάζουμε ένα κείμενο του παλαίμαχου υπερρεαλιστή Πάνου Κουτρουμπούση, μία μετάφραση ενός σύντομου διηγήματος του Κουβανού Ινφάντε. Στο αφιέρωμα στους σύγχρονους Βούλγαρους ποιητές, μαθαίνουμε για κάποιες νέες φωνές από την γειτονική μας χώρα. Τέλος διαβάζουμε την συνέντευξη του ποιητή Στάθη Κουτσούνη, που έχει εκδώσει ήδη 4 συλλογές, αρκετά πεζά, μελέτες και δοκίμια όπου επισημαίνει «ακόμη και η φαντασία αποτελεί μέρος της καθημερινότητάς μας. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί παρά η καθημερινότητα να λειτουργεί ως αφορμή γι’ αυτή τη συγγραφή» (σελ.30)

Στο τεύχος 34, το αφιέρωμα αναφέρεται στον καθηγητή της φιλοσοφίας και ενεργό αριστερό πολίτη Εύτυχη Μπιτσάκη. Εκτός από κείμενα του ίδιου του στοχαστή περιλαμβάνονται του Νικήτα Μαραγκού (Αναμνήσεις από τη φυλακή) του Jacque d’ Hondt, του Παναγιώτη Νούτσου, του Jean Claude Pecher, του Istvan Meszaros, του Michel Puty, του Ν. Γ. Αντωνίου, του Franco Selleri. Στην συζήτηση του Ε. Μπιτσάκη με τον Ανδρέα Παγουλάτο σημειώνουμε «Στα Γιούρα η μεγάλη πλειοψηφία των κρατουμένων ήταν αγρότες. Λίγοι εργάτες και αρκετοί “διανοούμενοι”. Υπήρχαν επίσης πολλοί Σλαβομακεδόνες. Φυσικά δεν υπήρχε κανείς “φυλετικός” διαχωρισμός. Οι Σλαβομακεδόνες όμως ήτανε κάπως κλειστοί, λιγομίλητοι, κι έκαναν συνήθως παρέα μεταξύ τους. Η ψυχολογία τους ήταν κατανοήσιμη, αν φανταστούμε το τι υπέφεραν από την εποχή του Μεταξά και προπαντός τότε. Τα χωριά τους είχαν καταστραφεί. Άλλοι στις φυλακές, άλλοι αντάρτες, άλλοι πρόσφυγες. Αλλά, αυτό που θέλω να πω είναι άλλο. Οι ίδιοι αποκαλούσαν τους εαυτούς τους “Μακεδόνες”. Για την ονομασία δεν φαίνεται να είχε αντίρρηση η καθοδήγηση. Προσωπικά, θεωρούσα απαράδεκτη αυτή την ονομασία, δοθέντος ότι υπήρχαν και Έλληνες Μακεδόνες και Βούλγαροι και Σέρβοι. Το “εθνικό” υπήρχε λοιπόν και τότε. Και διαιωνίζεται σήμερα ως σανίδα σωτηρίας για τους ανανήψαντες “κομμουνιστές” της FYROM και εξαιτίας της πολιτικής ατολμίας της ελληνικής εθνικοφροσύνης (σελ.52)… Τα αμφιθέατρα του Paris VI και Paris VII υπήρξαν μάρτυρες ομηρικών μαχών ανάμεσα στις διάφορες τάσεις της Αριστεράς. Θυμάμαι π.χ. τον Γιώργο Καραμπελιά, κατέβαινε ορμητικός στα αμφιθέατρα ακολουθούμενος από ομάδα θορυβούντων οπαδών. Μας “έβγαινε” από τα αριστερά! Κατέληγε πάντα “Ωραία;” Και μείς χειροκροτούσαμε ανταποδίδοντας: “Ωραία!”»(σελ. 57).

Στα εικαστικά του τεύχους υπάρχει αφιέρωμα στην Μαρία Κοκκίνου, σύντροφο του Ευτύχη Μπιτσάκη. Επίσης δημοσιεύονται ποιήματα της Χαράς Χρηστάρη, του Σωκράτη Σκαρτσή, της Κατερίνας Χρυσανθοπούλου, του Ζάχου Σιαφλέκη, του Γιώργου Τσιόγγα, του Λίνου Ιωαννίδη, του Γιώργου Πρεβεδουράκη, του Θανάση Κριτσινιώτη, του Παναγιώτη Τσακρή, του Αργύρη Σταυρόπουλου, του Θάνου Φωσκαρίνη, του Λέανδρου Πολεκάκη. Διαβάζουμε τριάντα εννέα χάι-κου του Λ. Σπυριούνη, του Γ. Πλαχούρη, του Σ. Θεριανού, του Π. Αργυρόπουλου καθώς και άλλα διηγήματα. Σημαντικές είναι οι μεταφράσεις ποιημάτων του Λουί Άραγκον και του Γκεόργκ Τράκλ, αλλά και η μελέτη του Π. Νούτσου «Για την πολιτική διάσταση στην ποίηση του Γιάννη Δάλλα».

Ένα δεύτερο μεγάλο αφιέρωμα που περιέχει το ίδιο τεύχος είναι αυτό στην ποιήτρια Βικτωρία Θεοδώρου. Η ποιήτρια ανήκει στην γενιά της Εθνικής Αντίστασης ακολουθώντας την συνήθη μεταπολεμική εξέλιξη (φυλακές, εξορίες). Δημοσιεύεται μία επιλογή από ποιήματα, συνέντευξη στον Κ. Κουλουφάκο που δημοσιεύτηκε στην Επιθεώρηση Τέχνης και επιστολή στην ποιήτρια του Γ. Ρίτσου. Επίσης υπάρχουν αρκετές μελέτες για το έργο της, που έχουν γράψει η Μ. Κέντρου-Αγαθοπούλου, ο Γ. Μανουσάκης, ο Π. Βούζης, ο Ε. Τζάνος, η Αγ. Καστρινάκη.

Το τεύχος κλείνει με πλούσια κριτική θεάτρου (Π. Απέργη, Λ. Πολενάκης), ποίησης και βιβλίου καθώς και το δοκίμιο του Α. Μπελεζίνη «O Στέφανος Ροζάνης στο 25ο Συμπόσιο Ποίησης της Πάτρας, μικρό ατόπημα, μεγάλο δίδαγμα».

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ