του Ν. Ντάσιου, από το Άρδην τ. 51, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2004
Το παγκόσμιο ενεργειακό αδιέξοδο
ΕνΩ η τιμΗ του πετρελαίου υπερβαίνει τα 50$ το βαρέλι και η πολιτική ανισορροπία στη Μέση Ανατολή φαίνεται να διατηρείται και να επεκτείνεται θέτοντας σε αμφισβήτηση τα πάγια γεωπολιτικά συμφέροντα των επανεκλεγμένων Ρεπουμπλικάνων, το πρόταγμα ενός νέου ενεργειακού υποδείγματος γίνεται πλέον καθοριστικό για τη σωτηρία του πλανήτη και για την αντιμετώπιση της διογκούμενης φτώχειας.
Σύμφωνα με όλες τις διεθνείς εκτιμήσεις, η επαναφορά της τιμής του πετρελαίου στα χαμηλά επίπεδα των 25 δολαρίων απομακρύνεται συνεχώς. Πέραν των γεγονότων στη Μ. Ανατολή, η είσοδος της Κίνας και της Ινδίας στη φάση της ταχύρρυθμης οικονομικής ανάπτυξης έχει διαμορφώσει μια σημαντική ανισορροπία στην αγορά πετρελαίου. Ειδικότερα, παρατηρείται υπερβάλλουσα ζήτηση η οποία, σε συνδυασμό με την ανασφάλεια που χαρακτηρίζει την εφοδιαστική αλυσίδα, κυρίως λόγω της κοινωνικής και της πολιτικής αναταραχής στις περιοχές όπου βρίσκονται τα μεγαλύτερα βεβαιωμένα αποθέματα, πιέζει την τιμή του πετρελαίου όλο και υψηλότερα. Το φαινόμενο επιτείνεται με τις συμφωνίες Σαουδικής Αραβίας-Ρωσίας και τη σταδιακή γεωπολιτική μεταστροφή της πρώτης πετρελαιοπαραγωγού χώρας στον κόσμο από τις ΗΠΑ προς τη Ρωσία.
Η προσδοκία ότι η τιμή του μαύρου χρυσού μπορεί να υποχωρήσει σημαντικά θα ήταν αδικαιολόγητη, ενώ δεν αποκλείεται να ανέλθει σε επίπεδα που σίγουρα θα επιβραδύνουν την οικονομική ανάπτυξη. Γι’ αυτό χρειάζεται να καταστρώσουμε εναλλακτικά σχέδια αντιμετώπισης των εξελίξεων στον ενεργειακό τομέα και στο μέτρο που επιτρέπουν οι γνωστές τεχνολογίες να δρομολογήσουμε λύσεις σταδιακής υποκατάστασης του πετρελαίου από άλλες πηγές ενέργειας.
Εναλλακτικές ενεργειακές εφαρμογές σε παγκόσμια κλίμακα
Το νέο αυτό υπόδειγμα επιταχύνεται σήμερα στο διεθνές επίπεδο με την χρήση δύο νέων τεχνολογιών.
Υβριδικοί Κινητήρες
Οι τεχνολογίες αυτές –υβριδικοί ηλεκτροκινητήρες και ανεμογεννήτριες προωθημένης κατασκευής– μας δίνουν πραγματικά την ιστορική δυνατότητα απογαλακτισμού από το πετρέλαιο. Η επέκταση της χρήσης των υβριδικών ηλεκτροκινητήρων, όπως για παράδειγμα στο Toyota Prius, θα ήταν δυνατόν να περιορίσει την παγκόσμια κατανάλωση της βενζίνης στο μισό. Η προοπτική αυτή εστιάζεται μόνο στη δημιουργία πιο αποτελεσματικών κινητήρων χωρίς να συνυπολογιστούν –όπως θα έπρεπε– παράλληλες πολιτικές: περιορισμού της χρήσης του Ι.Χ., υποκατάστασης των μετακινήσεων με μέσα μαζικής μεταφοράς και με ποδήλατο, νέος χωροταξικός σχεδιασμός κ.λπ.
Αυτή την στιγμή υπάρχουν 3 υβριδικά μοντέλα αυτοκινήτου στην αγορά: το Toyota Prius, το Honda Insight και η υβριδική έκδοση του Honda Civic. Στην ίδια κατηγορία εντάσσεται επίσης η κυκλοφορία της υβριδικής έκδοσης του Accord sedan της Honda. Επιπλέον η Ford προωθεί στην αγορά μια υβριδική εκδοχή του Escape SUV. Η General Motors θα προσφέρει μια σειρά από ανάλογα αυτοκίνητα ξεκινώντας από το Saturn VUE το 2006 ακολουθούντος του Chevy Tahoe και του Chevy Malibu. Η ίδια εταιρία –η General Motors– έχει προωθήσει 235 υβριδικά λεωφορεία στο Σηάτλ σχεδιάζοντας τη μείωση της κατανάλωσης βενζίνης κατά 60% στην πόλη αυτή. Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και άλλες πόλεις στις ΗΠΑ όπως π.χ. η Φιλαδέλφεια, το Χιούστον και το Πόρτλαντ.
Η χρήση καυσίμου υδρογόνου σε συνδυασμό με τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας ως υποκατάστατο της βενζίνης αποτελεί μια πραγματική δυνατότητα υπέρβασης της εξάρτησης από το πετρέλαιο στην αυτοκίνηση.
Αν σ’ ένα υβριδικό αυτοκίνητο προσθέσουμε έναν αναφλεκτήρα σε λειτουργία με μια δεύτερη μπαταρία που ν’ αυξάνει τη δυνατότητα αποθήκευσης της ενέργειας, οι οδηγοί θα μπορούν να καλύπτουν πολλές από τις καθημερινές τους μετακινήσεις με τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας περιορίζοντας μ’ αυτόν τον τρόπο κατά πολύ τη χρήση της βενζίνης. Η χρήση ηλεκτρικής ενέργειας μπορεί να περιορίσει κατά 20% τη χρήση βενζίνης και αν σ’ αυτό το ποσοστό συνυπολογίσουμε ένα 50% από τη χρήση καυσίμου υδρογόνου φτάνουμε σε ένα συνολικό ποσοστό περιορισμού κατά 70% στη χρήση της βενζίνης!
Βέβαια, η χρήση εναλλακτικών καυσίμων δεν είναι ο μόνος τρόπος για να περιορίσουμε την ατμοσφαιρική ρύπανση, το φαινόμενο του θερμοκηπίου και την τρύπα του όζοντος. Αλλά σε συνδυασμό με τις παραπάνω λύσεις, μπορεί να συμβάλει στη μείωση των επιπτώσεων στο περιβάλλον από την κυκλοφορία περίπου ενός δισεκατομμυρίου αυτοκινήτων σε όλη τη γη.
Ανεμογεννήτριες
Κάνοντας μια ανασκόπηση στην εξέλιξη των τεχνολογιών που αφορούν στις ανεμογεννήτριες, θα διαπιστώσουμε την ουσιαστική πρόοδο που έχει πραγματοποιηθεί από τις αρχές του 1990. Πρόοδος που συνίσταται στον σχεδιασμό ούτως ώστε να μπορούν να λειτουργούν σε πολύ χαμηλότερες ταχύτητες αέρα, να μετατρέπουν τον άνεμο σε ηλεκτρική ενέργεια πολύ πιο αποτελεσματικά και να εκμεταλλεύονται σε μεγαλύτερη κλίμακα τις αέριες μάζες.
Στα 1990 οι ανεμογεννήτριες ήταν το πολύ 120 πόδια ύψος ενώ οι σημερινές φτάνουν τα 300 πόδια. Αυτό διπλασιάζει την απόδοση της ανεμογεννήτριας δεδομένου ότι ο άνεμος στα υψηλότερα επίπεδα είναι πιο δυνατός και πιο διαρκής.
Στην Ευρώπη, η οποία έχει κάνει πολύ σημαντικά βήματα στη χρήση της αιολικής ενέργειας, τα αιολικά πάρκα εξυπηρετούν σήμερα τις ανάγκες 40 εκατ. καταναλωτών. Πέρσι η Ευρωπαϊκή Εταιρία Αιολικής Ενέργειας προέβλεψε ότι μέχρι το 2020 αυτή η πηγή ενέργειας θα καλύπτει τις ανάγκες 195 εκατ. καταναλωτών (σχεδόν του μισού πληθυσμού της Δυτικής Ευρώπης )!
Η αιολική ενέργεια επεκτείνεται πολύ γρήγορα γιατί είναι φτηνή, άφθονη, καθαρή και βρίσκεται παντού. Το δε κόστος της βρίσκεται συνεχώς σε ελεύθερη πτώση τις τελευταίες δεκαετίες. Οι πρώτες αιολικές εγκαταστάσεις στην Καλιφόρνια –όπου ξεκίνησε η βιομηχανία των ανεμογεννητριών στις αρχές του 1980– παρήγαγε ηλεκτρική ενέργεια με κόστος περίπου 0,38$ / KWh (0,3€ / KWh). Σήμερα πολλές ανεμογεννήτριες παράγουν ηλεκτρική ενέργεια με 0,04$ / KWh ( 0,032€ / KWh)! Και η τιμή αυτή συνεχώς μειώνεται.
Ένα σημαντικό έλλειμμα στην αποτελεσματική αξιοποίηση αυτών των νέων ενεργειακών πόρων είναι το δίκτυο μεταφοράς και τροφοδότησης π.χ. για το καύσιμο υδρογόνο ή για τη συσσώρευση ενέργειας, που παράγεται με τον άνεμο, στις μπαταρίες των αυτοκινήτων.
Τουλάχιστον 22 κράτη σήμερα στις ΗΠΑ έχουν αναπτύξει εμπορικές συναλλαγές για την πώληση ηλεκτρικής ενέργειας παραγόμενης από ανεμογεννήτριες. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των αγροτών συνεχώς αυξάνεται. Αγρότες χωρίς καμία επένδυση παγίου κεφαλαίου στο ενεργητικό τους εισπράττουν περί τα 2.500€ τον χρόνο από τον τοπικό οργανισμό Ηλεκτρισμού σαν ανταποδοτικά οφέλη για την τοποθέτηση μιας ανεμογεννήτριας στο κτήμα τους σε επιφάνεια γύρω στο 1τετραγωνικό μέτρο. Η ίδια επιφάνεια θα παρήγαγε σιτάρι αξίας 97€ τον χρόνο!
Η συνύπαρξη καλλιεργειών –με βιολογικό τρόπο– και παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές αποτελεί αναμφίβολα σημαντική διέξοδο για τους μικρούς καλλιεργητές που θα πλήττονται συνεχώς από τις μειωμένες επιδοτήσεις που προβλέπονται από την αναμορφωμένη ΚΑΠ. Επιπλέον, μπορεί να συντελέσει στην παραμονή αγροτών σε περιοχές που αντιμετωπίζουν κρίση στην περιφέρεια αλλά και να δημιουργήσει νέες σχέσεις κοινωνικών ομάδων που διαβιούν σε αστικά κέντρα με τους τόπους καταγωγής τους.
Τα λεφτά που δαπανώνται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με τον άνεμο στηρίζουν την τοπική οικονομία και συντελούν στην αυτόκεντρη τοπική ανάπτυξη.
Είναι προφανές πως ένα νέο ενεργειακό υπόδειγμα που στηρίζεται στο καύσιμο υδρογόνο, στον υβριδικό ηλεκτρο-κινητήρα και στη μαζική παραγωγή αιολικής ενέργειας θα σταματούσε την καταστροφική εξάρτησή μας από το πετρέλαιο και τα συναφή πολυεθνικά και εθνικά μονοπώλια. Θα συντελούσε επίσης στην αντιστροφή του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας ενώ θα έδινε τη δυνατότητα για ένα πιο αποκεντρωμένο, μικρής κλίμακας και τοπικής διάστασης αναπτυξιακό πρότυπο που θα αναζωογονούσε την ελληνική επαρχία.
Τέλος, και ίσως το πιο σημαντικό, θα μείωνε δραματικά τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου και στην αποσταθεροποίηση του κλίματος του πλανήτη μας.
Τι συμβαίνει όμως στη χώρα μας;
Η ενεργειακή εξάρτηση από το πετρέλαιο στην Ελλάδα
Η Ελλάδα αποκλίνει συνεχώς από τις προοπτικές ενεργειακής αυτονομίας και εναλλακτικών εφαρμογών. Σε πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφέρεται πως, μέχρι το 2010, η εξάρτηση της Ελλάδας από το εισαγόμενο πετρέλαιο θα φτάσει στο 75% της συνολικής εγχώριας ενεργειακής κατανάλωσης. Ποσοστό εξάρτησης ιδιαίτερα επικίνδυνο, τη στιγμή που στην υπόλοιπη Ευρώπη οι εισαγωγές ενεργειακών πρώτων υλών αντιπροσωπεύουν (κατά μέσο όρο) το 50% της συνολικής κατανάλωσης.
H Ελλάδα δαπανά ετησίως περίπου το 4% του εθνικού εισοδήματός της για τις εισαγωγές πετρελαίου, ενώ το αντίστοιχο μέσο ποσοστό στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 15 χωρών-μελών (προ της διεύρυνσης) είναι χαμηλότερο από 1,5%. Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία της στατιστικής υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ελλάδα εισήγαγε το 2001 περίπου 19,5 εκατομμύρια τόνους αργού πετρελαίου, που κόστισαν το 3,8% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (σταθερές τιμές 1995), δηλαδή περίπου 4,2 δισεκατομμύρια ευρώ.
Σύμφωνα δε με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης (European Union Energy Outlook), η συνολική κατανάλωση ενέργειας στη χώρα μας θα φτάσει τους 40,5 εκατομμύρια τόνους ισοδύναμου πετρελαίου το 2020 (από περίπου 28 εκατομμύρια που είναι σήμερα)!
Τα παραπάνω στοιχεία είναι αποκαλυπτικά για την ανορθολογική κατανάλωση ενέργειας σε μια χώρα χωρίς βαριά βιομηχανία, με το 40% της ενεργειακής κατανάλωσης να αντιστοιχεί στις μεταφορές, το 34,4% στα νοικοκυριά, το εμπόριο, τους τομείς των υπηρεσιών και της γεωργίας και μόνο ένα 25,6% στη βιομηχανία.
Θα περίμενε κανείς η Ελλάδα να είναι λιγότερο εξαρτώμενη από το εισαγόμενο πετρέλαιο. Αντιθέτως όμως, η ενεργειακή ζήτηση αυξάνεται διαρκώς.
- Οι βασικές αιτίες της εξάρτησης
Ως βασικές αιτίες αυτής της ενεργειακής σπατάλης μπορούν να θεωρηθούν: - Το χαμηλό κόστος του ηλεκτρισμού (που παράγεται κυρίως από λιγνίτη και πετρέλαιο) δεν βοηθά στην ενεργειακή ευαισθητοποίηση των πολιτών και στην προώθηση νέων τεχνολογιών εξοικονόμησης.
- Τα μέσα μαζικής μεταφοράς δεν χρησιμοποιούνται ευρέως, ο αριθμός των αυτοκινήτων πολλαπλασιάζεται (μέσα σε έναν χρόνο, από το 2002 έως το 2003, προστέθηκαν περίπου 260.000 νέα οχήματα και μάλιστα το μερίδιο αγοράς των απαιτητικών σε ενέργεια, με κυβισμό 2.000 κυβικών, διπλασιάστηκε). Το 31,7% των επιβατικών αυτοκινήτων που κυκλοφορούν σήμερα δεν είναι καταλυτικά. Επιπλέον, τα οχήματα κινούνται αργά μέσα στις πόλεις με αποτέλεσμα να καταναλώνουν περισσότερα καύσιμα.
- H μεταφορά προϊόντων γίνεται κυρίως με φορτηγά αυτοκίνητα και νταλίκες, ενώ η χρήση του σιδηροδρόμου υπολείπεται κατά πολύ εκείνης των άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
- Οι υπάρχουσες κτιριακές κατασκευές δεν έχουν σχεδιαστεί με γνώμονα την ενεργειακή απόδοση. Χαρακτηριστικό είναι πως ο πρώτος κανονισμός θερμομόνωσης κτιρίων εφαρμόστηκε το 1979, ενώ μόλις πριν από λίγα χρόνια το ΥΠΕΧΩΔΕ καθιέρωσε τον θεσμό της “ενεργειακής ταυτότητας” των κτιρίων, χωρίς ακόμη να έχει βρει ευρεία εφαρμογή.
- Ακόμη και οι νέες οικοδομές δεν εφαρμόζουν πρακτικές εξοικονόμησης ενέργειας. Αντίθετα, κατασκευάζονται γραφεία από γυαλί, το οποίο αυξάνει τις ενεργειακές ανάγκες για θέρμανση και κλιματισμό, χειμώνα – καλοκαίρι.
- Υπάρχουν αυξημένες ανάγκες άντλησης υδάτων, λόγω κακής διαχείρισης των υδάτινων πόρων, με αποτέλεσμα ο γεωργικός τομέας να αναδεικνύεται σε ιδιαίτερα ενεργοβόρο.
- Οι φοροαπαλλαγές που είχαν θεσμοθετηθεί για τη χρήση ανανεώσιμης ενέργειας ακυρώθηκαν, ενώ, αντίθετα, ως μέτρο αντιμετώπισης της σημερινής κρίσης, προτείνεται η μείωση της φορολογίας στα καύσιμα.
- Μέτρα εξοικονόμησης χωρίς εφαρμογή
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο Έλληνας καταναλώνει σήμερα 70% περισσότερη ενέργεια από τον μέσο Ευρωπαίο και η χώρα δεν ακολουθεί, ούτε στο ελάχιστο, “μέτρα απεξάρτησης” όπως αυτά που για παράδειγμα εφαρμόζονται στη Γερμανία ή την Ισπανία.
Κάνοντας μια σύγκριση με τις προαναφερόμενες χώρες και με βάση στοιχεία του 2003, προκύπτει η τεράστια διαφορά της εξάρτησης από το πετρέλαιο στη χώρα μας.
Σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (IENE), και της Τραπέζης της Ελλάδος, “το 2003 πληρώσαμε περίπου 5,3 δισ. ευρώ για εισαγωγή καυσίμων (ποσό αυξημένο κατά 13% σε σχέση με το 2002 και το οποίο αντιστοιχεί στο 23,5% του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας μας). Το 2004 υπολογίζεται ότι θα χρειαστούν πάνω από 6 δισ. ευρώ –ποσό που αντιστοιχεί στο 4% του ΑΕΠ με δεδομένη την κατακόρυφη αύξηση της τιμής του πετρελαίου”.
Περισσότερα από δύο δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως θα εξοικονομούσε η ελληνική οικονομία αν μείωνε την εξάρτηση από το πετρέλαιο στα μέσα επίπεδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Από πού μπορούμε να ξεκινήσουμε;
Συνυπολογίζοντας τις σημαντικές εναλλακτικές καινοτομίες σε διεθνές επίπεδο μπορούμε να αντιστρέψουμε τη ζοφερή ενεργειακή εικόνα της χώρας μας.
Κατ’ αρχάς μεγάλες δυνατότητες προσφέρει η υποκατάσταση του πετρελαίου από φυσικό αέριο, το οποίο υπάρχει σε μεγάλες ποσότητες σε πιο σταθερές χώρες και δεν έχει πάρει ακόμη τη θέση που του αναλογεί στον ενεργειακό χάρτη της χώρας. Σε πρώτη φάση λοιπόν θα πρέπει να επιδιωχθεί η γενίκευση της χρήσης του φυσικού αερίου, τόσο για κίνηση όσο και για θέρμανση.
Παράλληλα μεγάλες οικονομίες στην κατανάλωση πετρελαίου μπορούν να πραγματοποιηθούν μέσω μεταστροφής των προτιμήσεων των πολιτών από τα ιδιωτικά αυτοκίνητα στις μαζικές μεταφορές. Γι’ αυτό, το σιδηροδρομικό δίκτυο θα πρέπει να εκσυγχρονιστεί ταχύτατα. Οι αστικές συγκοινωνίες να αποκτήσουν αξιοπιστία και κίνηση με αέριο. Οι στόλοι των μεταφορικών μέσων να μετατραπούν στη χρήση αερίου.
Ειδικότερα για τις αστικές περιοχές, οι επιστήμονες από την Ομάδα Φυσικής Κτιριακού Περιβάλλοντος του Τμήματος Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών ζητούν δράση και ενιαία πολιτική και προτείνουν, μεταξύ άλλων, τα εξής:
- Βελτίωση του αστικού μικροκλίματος, εξάλειψη της θερμικής νησίδας, μείωση των αναγκών για κλιματισμό.
- Έμφαση στα δέντρα και το πράσινο τα οποία μειώνουν τη θερμοκρασία των πόλεων και συνεισφέρουν στην εξοικονόμηση (τα δέντρα προσφέρουν σκιασμό στα κτίρια κατά τη θερινή περίοδο, συνεισφέρουν στη μείωση του φαινομένου του θερμοκηπίου, φιλτράρουν τη ρύπανση, μειώνουν τον θόρυβο, προλαμβάνουν τη διάβρωση).
- Ενσωμάτωση παθητικών συστημάτων στο κέλυφος των κτιρίων, χρήση ενεργειακών συστημάτων υψηλής απόδοσης ώστε να μειωθεί η ενεργειακή τους κατανάλωση.
- Θεσμικά, οικονομικά και ρυθμιστικά μέτρα, ανάπτυξη και εφαρμογή ενεργειακής νομοθεσίας που θα εξασφαλίζει υψηλή ενεργειακή απόδοση και μικρή ενεργειακή κατανάλωση.
- Ενσωμάτωση του περιβαλλοντικού κόστους στην τιμή των προϊόντων και των υπηρεσιών (“πράσινος φόρος”).
- Υιοθέτηση των αρχών εξοικονόμησης ενέργειας από τους κατοίκους των πόλεων.
Σχετικά, τέλος, με το μέχρι σήμερα εκδηλωθέν επενδυτικό ενδιαφέρον για τις ΑΠΕ, καθώς και οι αντίστοιχες θετικές γνωμοδοτήσεις της Pυθμιστικής Aρχής Eνέργειας, επιτρέπουν να εκτιμηθεί το μέγεθος της ισχύος που μπορεί να εγκατασταθεί στη χώρα σε 600MW περίπου.
Tαυτόχρονα με τις παραπάνω παρεμβάσεις, θα πρέπει να επανεξετασθεί το θεσμικό πλαίσιο για την ανάπτυξη των AΠE και να προχωρήσει ένας νέος εθνικός χωροταξικός σχεδιασμός για την εγκατάσταση των μονάδων, για την απλοποίηση της σημερινής πολυδαίδαλης αδειοδοτικής διαδικασίας, καθώς επίσης και για την αναμόρφωση των κριτηρίων αξιολόγησης των επενδυτικών προτάσεων.
Tο μείζον πρόβλημα των αντιδράσεων των τοπικών κοινωνιών θα αντιμετωπιστεί με τη σύσταση ενός φορέα που θα αναλάβει την ενημέρωση των κατοίκων και την ευαισθητοποίησή τους.
Είναι προφανές πως όλα αυτά θα ήταν δυνατά στο πλαίσιο ενός νέου αναπτυξιακού υποδείγματος με ριζική αποκέντρωση, ενίσχυση της περιφέρειας, στήριξη των τοπικών οικονομιών, ορθολογική χρήση των τοπικών φυσικών πόρων, ανάταξη της παραγωγικής βάσης της χώρας. Ένα εναλλακτικό αναπτυξιακό υπόδειγμα που αποτελεί όρο επιβίωσης για τη χώρα μας. - Ο Νίκος Ντάσιος είναι Αναπτυξιακός