S. REDDY, από το Άρδην τ. 42, Ιούνιος 2003
Η μαοϊκή επανάσταση, περιορισμένη για την ώρα σε συγκεκριμένες ομοσπονδιακές πολιτείες στο κέντρο της χώρας, κερδίζει έδαφος. Οι ανησυχούντες του παρελθόντος αρχίζουν να αντιδρούν, οι «εξτρεμιστές» όμως επωφελούνται από την ευρεία λαϊκή στήριξη.
Η καταιγίδα έχει πλέον προχωρήσει πάρα πολύ για να σταματήσει, μπορούμε μάλιστα να περιμένουμε την εξάπλωσή της και σε περισσότερες πολιτείες τις οποίες ως τώρα θεωρούσαμε ασφαλείς. Πρόκειται για την αυξανόμενη επιρροή αυτών που εκθειάζουν την ένοπλη πάλη, αυτών για τους οποίους η “νέα δημοκρατική επανάσταση” θα θέσει τέλος σε όλα τα κακά της κοινωνίας. Εδώ και δύο δεκαετίες, το κράτος του Άντρα Πραντές αντιμετωπίζει μόνο του την εξάπλωση ενός φαινομένου του οποίου την ύπαρξη τα άλλα κράτη αγνοούσαν. Η “κόκκινη τρομοκρατία” εθεωρείτο ένας παραλογισμός τον οποίο το Άντρα Πραντές έπρεπε να τον αντιμετωπίσει μόνο του. Η κεντρική εξουσία αρκέστηκε στο να εξασφαλίσει οικονομική βοήθεια στο κρατίδιο, προκειμένου να εκσυγχρονίσει τα σώματα ασφαλείας αν και όλοι οι υπεύθυνοι πολιτικοί ήταν σίγουροι ότι η πηγή του προβλήματος βρισκόταν αλλού.
Σήμερα, τουλάχιστον άλλα δέκα ομοσπονδιακά κράτη έχουν αποκτήσει συναίσθηση της απειλής που συνιστούν όλες αυτές οι μαοϊκές κινήσεις. Η επαρχία Ούτταρ Πραντές αναγνώρισε με την σειρά της, κατά την διάρκεια μιας πρόσφατης συνεδρίασης υψηλών αξιωματούχων της αστυνομίας, ότι οι εξτρεμιστές έχουν εγκατασταθεί γερά στην περιοχή της και ότι είναι επείγον να ληφθούν μέτρα για την αντιμετώπισή τους. Αν και οι επαρχίες Άντρα Πραντές και Μπιχάρ παραμένουν οι πιο προβληματικές, μια σειρά από άλλες, η Τσαντισγκάρ, η Τζαρκάντ, η Μάντια Πραντές, η Μαχαράστρα και η Ορίσσα δεν είναι σε καλύτερη θέση. Οι κυβερνήσεις αυτών των κρατιδίων έχουν την τάση να αρνούνται να δουν ότι δεν έχουν να κάνουν απλά με μια δημοφιλή κίνηση διαμαρτυρίας κατά της αναποτελεσματικότητας του κρατικού μηχανισμού, αλλά ότι αντίθετα πρόκειται για αντάρτικο, για μικρές ομάδες οπλισμένων εθελοντών έτοιμες να επιτεθούν στην κρατική εξουσία. Κατ’ αυτό τον τρόπο, ο «κόκκινος διάδρομος» επεκτείνεται αργά αλλά σταθερά, φθάνοντας μέχρι τις περιοχές Καρνατάκα, Ταμίλ Ναντού, Δυτική Βεγγάλη. Σύμφωνα με τις υπηρεσίες πληροφοριών, έχει ήδη αρχίσει η επέκταση στις Κεράλα, Παντζάμπ, Δελχί, Χαριάνα. Οι τελευταίες δεν έχουν γνωρίσει ώς τώρα κάποια βίαιη επίθεση αλλά αυτό πρέπει να θεωρηθεί απλά θέμα χρόνου.
Μια προσεκτική ανάλυση δείχνει ότι, παρόλο που οι άνθρωποι παραμένουν μετριοπαθείς στις διεκδικήσεις τους, θα είναι σίγουρα έτοιμοι να στηρίξουν –σιωπηρά βέβαια– κάθε διαφορετικό σύστημα το οποίο θα μπορεί να διαχειρίζεται αποτελεσματικά τα αιτήματά τους. Αυτό εξηγεί την συνεχόμενη στήριξη –ακόμα και αν είναι αριθμητικά περιορισμένη– την οποία απολαμβάνουν τα μέλη του ένοπλου αγώνα. Μέχρι σήμερα, οι κυβερνήσεις αρκούνται στο να αντιδρούν βίαια στα προβλήματα. Αυτή την στιγμή, που τα επαναστατικά κόμματα όπως η Ένοπλη Λαϊκή Oμάδα (PWG, μαοϊκών τάσεων) γνωρίζουν τόσο μεγάλη επιτυχία, οι αρχές συνεχίζουν να πράττουν το ίδιο λάθος: δεν διακρίνουν τον κίνδυνο την κατάλληλη στιγμή, επιτρέποντας έτσι την ανάπτυξη της επαναστατικής κίνησης. Το PWG έχει καταφέρει να ενισχύσει και να εκμεταλλευτεί τις ελλείψεις των κοινωνικοπολιτικών δομών. Τα επαναστατικά κόμματα εκμεταλλεύονται κυρίως την ανικανότητα των αρχών να αντιδρούν, χρησιμοποιώντας μάλιστα τρομοκρατικές μεθόδους. Η επιτυχία τους είναι αναπόφευκτη. Ανάλογα με την περίπτωση, διαλέγουν ανάμεσα στον εκφοβισμό και την πειθώ με αποτέλεσμα ο τοπικός πληθυσμός να καταλήγει συνήθως στο να βρίσκει πιο πρακτικό το να συνεργάζεται ή να σιωπά. Η τακτική αυτή φέρνει τις αρχές μπροστά σε ένα δίλημμα. Η στυγνή καταστολή απλά θα συντελέσει στο να χάσουν την στήριξη του πληθυσμού. Από την άλλη, χωρίς καταστολή, οι άνθρωποι καταλήγουν να υποτάσσονται στους εξτρεμιστές.
Ενώ λοιπόν οι επιθέσεις και οι αντεπιθέσεις συνεχίζονται, οι αρχές προσανατολίζονται στο να διατηρήσουν την κυριαρχία τους επιστρατεύοντας αστυνομικές δυνάμεις. Η προσπάθεια αυτή γνωρίζει περιορισμένη επιτυχία, καθώς η πλειοψηφία των εξτρεμιστών περνάει στην παρανομία και εξαφανίζεται. Η κυβέρνηση της επαρχίας Άντρα Πραντές, παράλληλα με την καταστολή, πέτυχε ως ενός σημείου να κινητοποιήσει τις δημόσιες υπηρεσίες σε μια αναπτυξιακή διαδικασία. Έτσι, κατάφερε να εμποδίσει τις δραστηριότητες του PWG στην περιοχή Τέλα, αλλά από την άλλη δεν έχει καταφέρει να πάρει την πρωτοβουλία στις στρατηγικές κινήσεις του αντιπάλου, ο οποίος εγκαθίσταται σε άλλες ζώνες και επαναδραστηριοποιείται. Άραγε η παραπάνω εμπειρία θα χρησιμεύσει για τα υπόλοιπα κρατίδια ή μήπως και αυτά θα περάσουν με την σειρά τους από τον ίδιο κύκλο; Θα μπορέσουν να επωφεληθούν από την εμπειρία του Άντρα Πραντές και έτσι να επιτεθούν στα κρίσιμα προβλήματα του πληθυσμού ή θα επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους σε μια άγρια καταστολή;
Η επιρροή των μαοϊκών του Νεπάλ αποτελεί ένα επιπρόσθετο θέμα επαγρύπνησης για τις αρχές από την στιγμή που οι δύο ινδικές κινήσεις: Ένοπλη Λαϊκή Ομάδα (PWG) και το Μαοϊκό Κομμουνιστικό Κέντρο (MCC) στηρίζουν τους μαοϊστές του Κομμουνιστικού κόμματος του Νεπάλ(PCN-M). Μια επιτροπή αντιπρόσωπων και των τριών οργανώσεων έχει άλλωστε δημιουργηθεί στα σύνορα και των δύο χωρών. Το PWG και το MCC έχουν αναλάβει να συγκροτήσουν ένα κοινό μέτωπο στην Ινδία το οποίο θα μπορούσε να οδηγήσει στην εμφάνιση του περιβόητου «κόκκινου διαδρόμου», τον οποίο ονειρεύονται εδώ και πολύ καιρό, που θα συνδέει το Νεπάλ με τα δάση του Dandakaranya στο κέντρο της Ινδίας.
Μετάφραση – Γιώργος Μπομπολάκης