του Μ. Ευρυβιάδη, από το Άρδην τ. 8 Μάιος-Ιούνιος 1997
Συμπληρώθηκε ένας και πλέον χρόνος από την υπογραφή, τον περασμένο Φεβρουάριο και Μάρτιο, µιας σειράς συμφωνιών στρατιωτικού κυρίως αλλά και πολιτικοοικονομικού περιεχοµένου ανάµεσα στην Τουρκία και το Ισραήλ. Η Τουρκία, και σε µικρότερο βαθµό το Ισραήλ, προσπάθησαν να υποβαθµίσουν τις συμφωνίες και κυρίως όσες αφορούσαν στη στρατιωτική συνεργασία μεταξύ των δύο κρατών. Τις παρουσίασαν ὡς συµφωνίες ρουτίνας, που συνηθίζονται στις διµερείς διακρατικές σχέσεις. Επιπλέον, τα Υπουργεία Άμυνας και Εξωτερικών της Τουρκίας διατείνονταν ότι οἱ συµφωνίες δεν ήταν παρά το φυσικό επακόλουθο της ειρηνευτικής διαδικασίας στη Μέση Ανατολή που είχαν δροµολογήσει οι συμφωνίες του Όσλο το 1999. Παράλληλα οι δυο χώρες υποστήριζαν ότι οι συμφωνίες δε στρέφονταν εναντίον τρίτων χωρών ούτε αποσκοπούσαν στην αναπροσαρμογή, ή ακόµη και στην ανατροπή, των αμυντικών δεδοµένων στη Μέση Ανατολή και στον Περσικό Κόλπο µε τη δηµιουργία ενός άξονα Άγκυρας-Ιερουσαλήμ.
Τη θέση αυτή έσπευσαν να υιοθετήσουν, µετά από ισραηλινές διαβεβαιώσεις υψηλού επιπέδου, όπως δήλωσαν, οι κυβερνήσεις Αθήνας και Λευκωσίας. Έγινε μάλιστα αναφορά στην ύπαρξη στρατιωτικής συµφωνίας μεταξύ Ισραήλ-Ελλάδας που είχε υπογραφεί το 1994, προτού, δηλαδή, υπογραφεί η αντίστοιχη συμφωνία του Ισραήλ µε την Τουρκία και η οποία, κατά τον τότε πρέσβη του Ισραήλ στην Αθήνα, Ντάβιντ Σάσον, αλλά και σύµφωνα µε Έλληνες αξιωματούχους, ήταν πολύ πιο σηµαντική από τη συμφωνία Ισραήλ-Τουρκίας.”
Οπως ανέπτυξα σε προηγούμενη µελέτη µου, οι συμφωνίες μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας, Ιδιαίτερα οι στρατιωτικές, κάθε άλλο παρά συµφωνίες ρουτίνας αποτελούν. Αντίθετα, πρόκειται για συμφωνίες μείζονος στρατηγικής σημασίας που άπτονται των ζωτικών συµφερόντων των δυο κρατών. Αφορούν σ᾿ ένα ευρύτατο φάσμα στρατιωτικο-πολιτικής συνεργασίας το οποίο, µεταξύ άλλων, περιλαμβάνει: συνεργασίες για συμπαραγωγή προηγμένης τεχνολογίας οπλικών συστηµάτων, συμπεριλαμβανομένων πυραύλων εδάφους-αέρος και πυραύλων εδάφους-εδάφους µακρού βεληνεκούς (deep strike), συνεργασίες στον ευρύτερο τοµέα ηλεκτρονικού πολέμου (electronic intelligence warfare) και τεχνογνωσίας, κοινές αεροναυτικές ασκήσεις, συνεργασία μυστικών υπηρεσιών µε κοινή εκπαίδευση και ανορθόδοξες επιχειρήσεις εναντίον “κοινών” εχθρών, ανταλλαγές στρατιωτικών και κοινά σεμινάρια στρατιωτικο-πολιτικού περιεχοµένου.
Πρέπει ακόµη να τονισθεί ότι παράλληλα προς τις στρατιωτικές συμφωνίες συνοµολογήθηκαν και µια σειρά οικονοµικών και εμπορικών συμφωνιών, κυρίως κατά την επίσκεψη του προέδρου Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ στο Ισραήλ (11-14 Μαρτίου 1996), οι σχέσεις Τουρκίας-ἰσραήλ έχουν τεθεί σε µια βάση διαπλεκοµένων στρατηγικών και πολιτικο-οικονοµικών συμφερόντων που εµπλέκουν τις αντίστοιχες στρατιωτικές ελίτ και τα εµπορο-βιομηχανικό κατεστηµένο των δυο κρατών. Οι συµμφωνίες αυτές οδήγησαν στην αναζωπύρωση του παραδοσιακού άξονα Άγκυρας-Ιερουσαλήμ που είχε σφυρηλατηθεί επιμελώς στη δεκαετία του πενήντα. Ο άξονας αυτός είχε κορυφωθεί µε τη σύναψη μυστικής στρατιωτικής συμμαχίας, το 1958, βάσει της οποίας τα δυο κράτη συμφώνησαν, μεταξύ άλλων, ν᾿ αναλάβουν κοινή στρατιωτική δράση µε τις ευλογίες της Δύσης, σε περίπτωση που ο παναραβισµόςτου Νασέρ, έβλαπτε τα ζωτικά τους συμφέροντα.” Η Τουρκία υποβάθμισε τη συμµαχίατης µε το Ισραήλ στα τέλη της δεκαετίας του εξήντα και στη δεκαετία του εβδομήντα, για να μπορέσει ν᾿ αντιμετωπίσει την αραβική ισχύ όπως αυτή εκφράσθηκε µε το πετρελαϊκό ολιγοπώλιο. Ο άξονας όµως Τουρκίας-Ισραήλ δε σταμάτησε ποτέ να υφίσταται. Υπήρχε κι εξακολουθεί να υπάρχει µια σταθερή συνιστώσαστις σχέσεις των δυο χωρών.
Είναι ακριβώς αυτή η διαχρονικότητα σύµπλευσης και ενίοτε ταύτισης των τουρκο-ισραηλινών συμφερόντων που καθιστούν την πρόσφατη αναζωπύρωση των διμερών σχέσεων δύσκολα ανατρέψιµη και ταυτόχρονα επικίνδυνη για τον ελληνισµό. Η πολύµορφη και πολυεπίπεδη σχέση ανάµεσα στην Τουρκία και το Ισραήλ αυξάνει δραµατικάτις στρατιωτικές δυνατότητες της Τουρκίας σε ενδεχόµενο μελλοντικό πόλεμο, ενώ παράλληλα ενισχύειτην πολιτική της επιρροή στα δυτικά κέντρα αποφάσεων.»
Η διαχρονικότητα του τουρκο-ισραηλινού άξονα επιβεβαιώθηκε πανηγυρικά µετά την ανάληψη της εξουσίας από τον ισλαμιστή Ν. Ερµπακάν, τον περασμένο Ιούνιο. Γνωστός για τον αντισημιτισμό του’, ο Ερµπακάν είχε καταφερθεί µε σκληρά λόγια εναντίον της συµφωνίας. Τη χαρακτήρισε “προδοσία” απέναντι στα μουσουλµανικά κράτη και υποσχέθηκε την ακύρωσή της µόλις το κόµμα του σχημάτιζε κυβέρνηση.” Τίποτα τέτοιο βέβαια δεν έπραξε όταν ανέλαβε πρωθυπουργός υπό το συνασπισμού του Κόμματος Ευημερίας και του Κόμματος του Ορθού Δρόμου. Παρά τις προβλέψεις -και προσδοκίες- ορισμένων αναλυτών και πολιτικών στην Ελλάδα και αλλού, οι΄στρατιωτικοί που πρωτοστάτησαν στην υπογραφή των στρατιωτικών συμφωνιών υποσχέθηκαν στον Ερµπακάν ότι θα είχε την ανοχή τους ως πρωθυπουργός, εφόσον δε δημιουργούσε προσκόµµατα στην. υλοποίηση των συμφωνιών και στην ενίσχυση των σχέσεων Τουρκίας-Ισραήλ. Την επιλογή Χόπσον αναγκάσθηκε ν᾿ αποδεχθεί ο Ερµπακάν και την πρόσφερε αργότερα στους φονταµενταλιστές συνεργάτες του, όταν εκείνοι απαίτησαν την ακύρωση της συμφωνίας. Σύμφωνα µε απόλυτα εξακριβωμένες πληροφορίες, σε κλειστή συνεδρία ηγετικών στελεχών του Κόμματος της Ευημερίας ο Ερµπακάν ήταν σαφής και ὠμός: “Θέλετε να παραμείνω στην εξουσία; Αν ναι, θα πρέπει να µου επιτρέψετε ευελιξία στο θέµα του Ισραήλ. Η στάση µας έναντι της συμφωνίας είτε θα µας επιτρέψει να διοικήσουµε είτε θα µας καταστρέψει. Οι στρατιωτικοί είναι ανυποχώρητοι”.»
Μετά από ορισμένους θεατρινισµούς, που αποσκοπούσαν στη δηµιουργία εντυπώσεων στην κοινή γνώµη και ταυτόχρονα στη µερική αναθεώρηση των όρων του συμβολαίου, στόχος που τελικά επιτεύχθηκε, ο Ερµπακάν υπέγραψε στις 5 Δεκεμβρίου την τελική συμφωνία Ισραήλ-Τουρκίας, που αφορούσε στον εκσυγχρονισμό των 54 Φάντοµ (Ε-4Ε) της τουρκικής αεροπορίας από τους Ισραηλινούς. Το έργο υπολογίζεται ότι θα στοιχίσει 650-800 εκατομμύρια δολάρια και θα ολοκληρωθεί σε πέντε χρόνια. Τα πρώτα 26 Φάντοµ θα εκσυγχρονιστούν στο Ισραήλ και τα υπόλοιπα στην Τουρκία σε συνεργασία µε Ισραηλινούς. Ο εκσυγχρονισμός θα δώσει στα Φάντομ, που θεωρούνται ίσως τα πιο πετυχηµένα πολεμικά αεροπλάνα, δυνατότητες αντίστοιχες F-16 και F-Ί8 και θα επιτρέψει τη χρήση τους στην επόµενη εικοσαετία.
Πέραν της τελικής διευθέτησης για τα Φάντομµ, ο Ερµπακάν υπέγραψε στις 28 Νοεμβρίου συμπληρωματική συμφωνία, που ενισχύει και εμβαθύνει τις αρχικές συμφωνίες του προηγούμενου χρόνου και αφορά σε θέµατα στρατιωτικών συµπαραγωγών. Η πολιτική Ερµπακάν προς το Ισραήλ έχει εκπλήξει κι αυτούς ακόµη τους Ισραηλινούς, οι οποίοι γνωρίζοντας το ιστορικό του Ερμπακάν και τον αντισημιτισμό του διατηρούσαν αρκετές επιφυλάξεις προς το άτοµό του. Χαρακτηριστική είναι η. τοποθέτηση του Ισραηλινού πρωθυπουργού Β. Νετανιάχου σε συνέντευξή του στην εφηµερίδα Milliyet για τις ισραήλινο-τουρκικές σχέσεις. “Αντίθετα προς τους αρχικούς µας φόβους και ανησυχίες, σήµερα εἷµαστε εξαιρετικά ευχαριστηµένοι µε την κυβέρνηση Έρμπακάν. Πιστεύω ότι µε την κυβέρνηση των κομμάτων Ευηµερίας-Ορθού Δρόμου οι διµερείς µας σχέσεις θα συνεχίσουν να βελτιώνονται. Πριν έξι µήνες προσκάλεσα τον Ερμπακάν να επισκεφθεί το Ισραήλ. Δεν έλαβα απάντηση. Ανανεώνω την πρόσκλησή µου µέσω της Milliyet . Θέλουμε ένα διάλογο µαζί του εφ’όλης της ύλης. Να συνεργασθούμµε για την ειρήνη και την οικονομική ανάπτυξη στη Μέση Ανατολή. Θέλουμε η Τουρκία να συμμετάσχει στη διεθνή ειρηνευτική δύναμη για τη Χεβρώνα”. Παρόμοιες δηλώσεις έχουν γίνει και από Ισραηλινούς στρατιωτικούς.
Οι τουρκο-ισραηλινές σχέσεις βρίσκονται σε στάδιο πρωτοφανούς άνθησης σ᾿ όλα τα επίπεδα. Αυτό φαίνεται και από την τουριστική κίνηση και τις εμπορικές συναλλαγές ανάµεσα στα δυο κράτη, που έχουν αυξηθεί κατακόρυφα την τελευταία πενταετία. ΄Ηδη οι δυο χώρες κινούνται ταχύτατα προς τη δηµιουργία ζώνης ελεύθερου εµπορίου βάσει µιάς από τις τέσσερις οικονοµικο-εµπορικές συμφωνίες που συνοµολογήθηκαν στην ἱερουσαλήμ τον περασµένο Μάρτιο. Στις 23 του περασμένου Ιανουαρίου οι αρµόδιες επιτροπές της Μεγάλης Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης επικύρωσαν µε πρωτοφανή ταχύτητα, όπως τόνισαν οι τουρκικές εφημερίδες,” τη συμφωνία η οποία επικυρώθηκε κατά προτεραιότητα και από το Υπουργικό Συμβούλιο. Εκτός από την αύξηση του διμερούς εμπορίου η συμφωνία περιέχει διατάξεις που αναμένεται να διευκολύνουν τις συναλλαγές και τις κοινοπραξίες τουρκο-ισραηλινών επιχειρήσεων µε χώρες που χαίρουν προνοµιακής µεταχείρισης, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι πρώην Σοβιετικές δημοκρατίες.
Στη σύντομη αυτή αποτίµηση των στρατιωτικών και οικονοµικο-πολιτικών συμφωνιών Τουρκίας – Ισραήλ, ένα χρόνο µετά τη συνοµολόγησή τους, τόνισα ότι οι σχέσεις των δυο κρατών χαρακτηρίζονται από µια διαχρονικότητα που βασίζεται στη σύμπτωση ή ακόµη και στην ταύτιση των ζωτικών συμφερόντων Άγκυρας-Ιερουσαλήμ. Την πραγματικότητα αυτή επιβεβαίωσε και ο Ερµπακάν παρά τις προσωπικές του προτιμήσεις, προκαταλήψεις και θρησκευτικές πεποιθήσεις.
Την αναζωπύρωση των τουρκο-ισραηλινών σχέσεων διευκόλυνε η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, η ειρηνευτική διαδικασία στη Μέση Ανατολή και οι διακηρύξεις του Ισραήλ και των Αράβων για συνύπαρξη σ΄ ένα ευρύ σύστηµα ασφάλειας στη Μέση Ανατολή.”
Ωστόσο, τα παραπάνω δεν πρέπει να δημιουργήσουν ψευδαισθήσεις στην Ελλάδα και στην Κύπρο ότι οι τουρκο-ἴσραηλινές σχέσεις εξαρτώνται από εξωγενείς παράγοντες. Οι σχέσεις των δυο χωρών είχαν ανέκαθεν τη δική τους λογική καὶ δυναμική. Οι πρόσφατες συµφωνίες, και το παρελθόν από το οποίο πηγάζουν, τοποθετούν τις σχέσεις Άγκυρας-ἱερουσαλήμ σε ξεχωριστό επίπεδο. Από τουρκικής πλευράς η συμμαχία έχει την υποστήριξη του στρατιωτικο-κεμαλικού κατεστηµένου και της εμποροβιομηχανικής τάξης. Από πλευράς Ισραήλ η υποστήριξη είναι καθολική. Πρέπει τέλος να υπογραμµισθεί ο ρόλος των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι ΗΠΑ υποστηρίζουν και επικροτούν τον τουρκο-ισραηλινό άξονα, για τη σφυρηλάτηση του οποίου διαδραµάτισαν άλλωστε καθοριστικό ρόλο τόσο στη δεκαετία του πενήντα όσο και πρόσφατα.
Εν κατακλείδι στη σκακιέρα των διεθνών σχέσεων και στον ευαίσθητο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής ανταγωνιστές και αντίπαλοι της Τουρκίας και του Ισραήλ πρέπει να σταθµίζουν τις πράξεις τους και την εξωτερικήτους πολιτική µετην ύπαρξη του τουρκο-ισραηλινού άξονα.