Του Αντώνη Σπυρόπουλου
Θα προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε πέντε βασικές δυνάμεις (παγκοσμιοποίηση, τεχνολογία, δημογραφικά στοιχεία, περιβάλλον γεωπολιτική) που μετασχηματίζουν το παγκόσμιο επιχειρηματικό τοπίο αλλά και την συνολική εικόνα των παγκόσμιων ανακατατάξεων, μετά την περαιτέρω επιδείνωση του παγκοσμιοποιημένου οικονομικού μοντέλου, με την έλευση της πανδημίας του covid-19 και να αξιολογήσουμε πώς αυτές οι δυνάμεις διαμορφώνουν τις παγκόσμιες και περιφερειακές εξελίξεις αλλά και επηρεάζουν τη χώρα μας. Το παγκόσμιο ξέσπασμα του COVID-19 θα επιταχύνει με πολλούς τρόπους την πορεία κάθε μιας από αυτές τις τάσεις.
Παγκοσμιοποίηση: μια νέα περιφερειοποίηση κερδίζει δυναμική
Σε λίγες μόνο εβδομάδες, το COVID-19 οδήγησε δεκάδες χώρες σε όλο τον κόσμο να κλείσουν τα σύνορά τους. Ταυτόχρονα, τα πολυμερή όργανα διακυβέρνησης (ΟΗΕ, ΝΑΤΟ, UNICEF, ΠΟΥ, ΕΕ κλπ), μέχρι στιγμής, δεν κατάφεραν να συντονίσουν την αντίδραση στην πανδημία σε παγκόσμιο επίπεδο ενώ στο επίπεδο της οικονομίας τόσο η Παγκόσμια Τράπεζα όσο και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο διαδραματίζουν απλώς πυροσβεστικό ρόλο, αντλώντας κεφαλαιακά αποθέματα προς ενίσχυση της ρευστότητας και ενδυνάμωσης των εθνικών οικονομιών .
Περνάμε, λοιπόν, σε μια βαθιά μετάλλαξη του τρόπου διαμορφωσης των νέων οικονομιών. Είναι σαφές ότι η πανδημία, η οποία φρέναρε τους φρενήρεις ρυθμούς της οικονομικής έντασης κατέδειξε τα στοιχεία επισφάλειας της εξάρτησης της παγκόσμιας παραγωγής από την Κίνα και τις αλυσίδες διανομής. Με γνώμονα αυτό το γεγονός, η τάσης για αλληλεξάρτηση των εθνικών οικονομιών μέσω των γραμμών παραγωγής είναι ορατός και αναστρέψιμος.
Οι εταιρείες θα πρέπει να προσαρμόσουν τις γεωστρατηγικές τους σε τομείς όπως η διαφοροποίηση των αλυσίδων διανομής, όπως ήδη κάνουν πολλές πολυεθνικές, οι οποίες έχουν ακολουθήσει μια στρατηγική «Κίνα συν ένα», ενώ άλλες θα «επαναπατρίσουν» τις παραγωγικές τους μονάδες τουλάχιστον εκείνες υγειονομικού χαρακτήρα και όχι μόνο. Οι ανησυχίες για τη βιοασφάλεια θα επιτείνουν την περιφερειοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων.
Γενικότερα, οι αναδυόμενες αγορές πλήττονται σοβαρά από την πτώση των εξαγωγών εμπορευμάτων, εμβασμάτων και εισπράξεων από τον τουρισμό. Εν μέσω του αυξανόμενου κόστους διαχείρισης της πανδημίας, τέτοια σοκ τρεχουσών συναλλαγών θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πολιτική αναταραχή.
Τι σημαίνουν όλα αυτά για τις εταιρείες;
Ο αντίκτυπος της πανδημίας COVID-19 θα γίνει αισθητός σε ένα ευρύ φάσμα επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, όπως αλυσίδες εφοδιασμού, ανθρώπινοι πόροι, έσοδα, φήμη και συμμόρφωση. Η χαρτογράφηση αυτών των επιπτώσεων είναι ιδιαίτερα σημαντική στα γρήγορα μεταβαλλόμενα πολιτικά περιβάλλοντα που έχει δημιουργήσει η πανδημία.
Στο «τώρα», καθώς οι εταιρείες επικεντρώνονται στη συνέχεια των επιχειρήσεων, πρέπει σαφώς να παρακολουθούν την κατάσταση και να εκτιμούν τον κίνδυνο έκθεσης στον κορωνοϊό των υπαλλήλων τους και τις επιπτώσεις σε ολόκληρη την παραγωγική αλυσίδα τους.
Και ενώ το COVID-19 κυριαρχεί στα πρωτοσέλιδα και έχει θέσει σε αναστολή όλους τους μακροπρόθεσμους σχεδιασμούς επιχειρήσεων και πολιτικής, οι εταιρείες θα πρέπει να αρχίσουν να κοιτάζουν το «επόμενο» της συνέχισης των εργασιών τους και να κλιμακώσουν πρωτόκολλα ασφαλείας. Και θα πρέπει να αρχίσουν να σχεδιάζουν το «πέρα από» του νέου κόσμου που θα εμφανιστεί όταν η πανδημία θα βρίσκεται πίσω μας.
Τεχνολογία: ο παγκόσμιος ανταγωνισμός επιταχύνεται
Η τεχνολογία και η καινοτομία έχουν αποδειχθεί ζωτικής σημασίας για την επιβίωση και την επιτυχία των επιχειρήσεων. Η κρίση της πανδημίας αναγκάζει τις καθυστερημένες ψηφιακά χώρες να υιοθετήσουν πρακτικές ψηφιοποίησης των δημόσιων υπηρεσιών τους, την εξ αποστάσεως εργασία και το ηλεκτρονικό εμπόριο προκειμένου να καλύψουν τη υστέρησή τους αυτή. Τόσο οι βραχυπρόθεσμες όσο και οι μακροπρόθεσμες λύσεις για το COVID-19 θα εξαρτηθούν από την τεχνολογία ενώ παράλληλα θα επιταχυνθεί το 5ο κύμα της τεχνολογικής επανάστασης σε όλους τους τομείς της ζωής μας..
Η εθνική ασφάλεια και οι οικονομικές επιπτώσεις αυτών των αλλαγών και προκλήσεων θα επιταχύνουν και θα οξύνουν τη γεωπολιτική φύση του τεχνολογικού ανταγωνισμού.
Δημογραφικά στοιχεία: η γήρανση καταλύει την παγκόσμια εξισορρόπηση
Η πανδημία τονίζει τις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές επιπτώσεις της γήρανσης. Το δημογραφικό προφίλ μιας χώρας θα διαμορφώσει τη λειτουργικότητα και το κόστος που προκάλεσε το ξέσπασμα της επιδημίας: οι ηλικιωμένες κοινωνίες καταβάλουν υψηλότερο ανθρώπινο και οικονομικό φόρο τιμής στην ασθένεια και, ίσως, θα έχουν βραδύτερη οικονομική ανάκαμψη. Τα έθνη με μεγάλο πληθυσμό νέων που αντιμετωπίζουν υψηλή ανεργία και οικονομικούς αποκλεισμούς ως αποτέλεσμα της πανδημίας μπορεί να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για κοινωνικές αναταραχές.
Περιβάλλον
Επειδή έχει συμβάλει στην απότομη μείωση των εκπομπών αερίων στην ατμόσφαιρα, ο COVID-19 έχει μειώσει την ανησυχία εξαλείψει για το κλίμα. Εντούτοις το ζήτημα των κλιματικών αλλαγών και της πολιτικής που οφείλουμε να ακολουθήσουμε θα συνεχίσει να είναι παρόν ενώ η ίδια η πανδημία θέτει ως πρωταρχικό αίτημα την αναδιάρθρωση του παραγωγικού ενεργοβόρου μοντέλου καθώς η ίδια αφ’ εαυτής αποτελεί παράγωγό του.
Η κοινή σοφία υποστηρίζει ότι η οικονομική αβεβαιότητα και οι δυσκολίες μειώνουν την ανάγκη πρόταξης των περιβαλλοντικών ανησυχιών, αλλά οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής γνωρίζουν καλά πως η προτεραιότητα σε περισσότερο «πράσινη» ενέργεια και επενδύσεις αποτελεί μονόδρομο καθώς η απειλή νέων πιο θανατηφόρων ιών είναι προ των πυλών αν ακολουθηθεί, παγκόσμια, το ίδιο μοντέλο ανάπτυξης και παραγωγής.
Η πανδημία επιταχύνει τις θεμελιώδεις μεταβολές στην οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα –όπως η μείωση των μετακινήσεων και τα αεροπορικά ταξίδια– που μπορεί και να συνεχιστούν και μετά την υποχώρηση της κρίσης. Επιχειρήσεις και άτομα μαθαίνουν πώς να εργάζονται, να χτίζουν και να διατηρούν ομαδική εργασία, να εξυπηρετούν πελάτες και να ζουν χωρίς να χρησιμοποιούν πλέον το αεροπλάνο ενώ πολλοί μεγάλοι θεσμικοί επενδυτές παραμένουν επικεντρωμένοι στη βιωσιμότητα, ακόμη και εν μέσω της κρίσης της πανδημίας.
Γεωπολιτικές αλλαγές
Η πανδημία εκτυλίσσεται σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα και μορφές σε όλο τον κόσμο, οδηγώντας σε αποκλίνουσες οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Το COVID-19 έχει επιτείνει την επιβράδυνση της ανάπτυξης της Κίνας, αλλά το Πεκίνο έχει χρησιμοποιήσει προηγούμενες κρίσεις ως μακροπρόθεσμο πλεονέκτημα για να σχεδιάσει γεωστρατηγικές αλλαγές και μπορεί να το κάνει ξανά.
Η πανδημία επισκιάζει και τις εξελίξεις στην πολιτική των ΗΠΑ μετά τον Νοέμβριο. Μια Αμερική που έχει υποχωρήσει εμφανώς στη διεθνή σκηνή και κυρίως εμφανίζεται ως παρατηρητής στις εξελίξεις στη Μεσογειακή λεκάνη και δεν διαδραματίζει καθόλου τον ρόλο της 1ης υπερδύναμης. Περισσότερο προσπαθεί να αναδιοργανωθεί έναντι του Κινέζικου παράγοντα και να δώσει έμφαση στην αντιπαράθεση της με αυτόν.
Από την άλλη η Ρωσία εγκλωβισμένη τόσο στις επιλογές της αλλά και στην φιλοσοφία ενίσχυσης του παγκόσμιου ρόλου της μέσω του ευρασιατισμού απομακρύνεται διαρκώς από την Ευρώπη, εμφανίζεται ουδέτερη και από την άλλη υποδαυλίζει τον πανισλαμισμό με την πώληση όπλων στην Τουρκία και όχι μόνο. Ρόλος τόσο αποσταθεροποιητικός για τον πόλο ενάντια στον πανισλαμισμό όσο και αυτοχειριαστικός καθώς, τόσο η γειτνίασή της με ισλαμικές χώρες, η ύπαρξη ισλαμικού παράγοντα στο εσωτερικό και το δημογραφικό της πρόβλημα, βαθμηδόν, θα την καταστήσει υποχείριο ενός ενισχυμένου πανισλαμισμού.
Στην ΕΕ από την άλλη, παρατηρείται, όσο πουθενά αλλού, η έλλειψη πολιτικής ενοποίησης και κοινής χάραξης πολιτικής από μια «πανδημική» αντίδραση που – τουλάχιστον μέχρι στιγμής – δεν μπορεί να τη συντονίσει πολιτικά και ως εκ τούτου την καθιστά ευάλωτη γεωστρατηγικά. Η σημαντική οικονομική εξάρτηση χωρών της ΕΕ όπως η Ισπανία, Ιταλία αλλά και Γερμανία από την Τουρκία λειτουργεί ανασταλτικά στη διαμόρφωση μιας κοινής εξωτερικής πολιτικής έναντι του τουρκικού αναθεωρητισμού και του ισλαμισμού που απειλεί την Γηραιά, όνομα και χάρη, Ήπειρο.
Η μόνη μεγάλη δύναμη εντός ΕΕ που συναισθάνεται, για τους δικούς της λόγους, τον κίνδυνο αυτό είναι η Γαλλία, η οποία δρομολόγησε τόσο στο εξωτερικό γεωπολιτικές συμμαχίες όσο και στο εσωτερικό αλλαγές στην αντιμετώπιση του ισλαμικού παράγοντα. Ως φαίνεται μέχρι στιγμής αποτελεί τη μόνη ξεκάθαρη πολιτική δύναμη αντιμετώπισης του ισλαμισμού.
Η Ελλάδα ως άμεσα απειλούμενη χώρα οφείλει για να επιβιώσει να εκμεταλλευτεί την ανάγκη συγκρότησης ισχυρού γεωστρατηγικού πόλου αποτελούμενου από χώρες εντός της ΕΕ –και σίγουρα τη Γαλλία- αλλά και όχι μόνο.
Η Ελλάδα οφείλει, σε έναν αγώνα ζωής και θανάτου, να μεγιστοποιήσει τα οφέλη από την ενίσχυση του γεωπολιτικού της ρόλου μετά την Ελληνοτουρκική κρίση των τελευταίων μηνών. Με σωστά διπλωματικά βήματα, πρωτοβουλίες, διεκδικήσεις στη βάση του Διεθνούς Δικαίου αλλά και αμυντική ενίσχυση μπορεί να διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο στην πολιτική έκφραση του γεωπολιτικού αυτού πόλου, να ενισχύσει την οικονομία της και την εξωστρέφειά της, να αλλάξει, με σωστές πολιτικές, το δημογραφικό της πρόβλημα αλλά και να λύσει τα εθνικά της ζητήματα (Κυπριακό, ΑΟΖ, 12 μίλια κλπ). Αυτό προϋποθέτει μετάλλαξη του πολιτικού της προσωπικού και σίγουρα της πολιτικής φιλοσοφίας του κατευνασμού και της υποχωρητικότητας απέναντι στην τουρκική απειλή.
Για να μπορέσει να γίνει ο φαροφύλακας της ΕΕ στην επερχόμενη φουρτούνα που έρχεται, οφείλει να δείξει αποφασιστικότητα όπως έδειξε στον Έβρο και στην 35 ημερών κρίση του Reis. Και η αποφασιστικότητα αυτή σημαίνει:
- ΑΜΕΣΗ σύναψη αμυντικής συνεργασίας με τη Γαλλία.
- Ενίσχυση της αμυντικής της βιομηχανίας και των εξοπλισμών της
- Επιτάχυνση της τεχνολογικής της αναβάθμισης
- Αναμόρφωση και ενδυνάμωση του καθοριστικού πολιτισμικού της ρόλου στη διαμόρφωση του δυτικού κόσμου άρα μετασχηματισμό του εκπαιδευτικού της συστήματος με ενίσχυση της κλασικής γραμματείας, πολιτισμού και παράδοσης του ελληνισμού ως πανανθρώπινου αγαθού και όχι ως επαρχιωτικού μεταπρατικού και ομφαλοσκοπικού αναλώσιμου.
Εδώ πρέπει να επισημάνουμε πως ο ελληνισμός, στον πυρήνα της φιλοσοφίας, της τέχνης και της παράδοσης του, διαθέτει οικουμενικά χαρακτηριστικά και όχι αυτά με το οποία εκφράζεται σήμερα από το δίπολο αφενός της σοβινιστικής- εθνικιστικής ή αποστεωμένης κληρικαλικής του εκδοχής και αφετέρου της κυρίαρχης εθνοαποδομητικής σχολής του μεταπρατισμού, της εξάρτησης και του παγκοσμιοποιημένου χυλού της αριστεράς –κατεστημένης και μη.
Υπ’ αυτή την έννοια το Πέραν της Δεξιάς και Αριστεράς ερμηνεύεται ως το άλμα εμπρός και πέρα, αφενός, του στενόμυαλου ομφαλοσκοπικού και στείρου επαρχιωτισμού αλλά και αφετέρου του μιμητικού μεταπρατικού και εξαρτημένου διεθνισμού, που και οι δύο οδηγούν την Ελλάδα σε ρόλο κατευναστικό, σφαλιαροεισπράκτορα ενώ κρύβουν στον πυρήνα τους, αμφότεροι, βαθύτατο κόμπλεξ κατωτερότητας και ανημποριάς.