του Ν. Καργόπουλου, από το Άρδην τ. 18, Μάρτιος-Απρίλιος 1999
Το Συνέδριο του ΠΑΣ OK θα δεσπόζει για 2-3 μήνες στις σελίδες των εφημερίδων, τις “συζητήσεις” και “αναλύσεις” των ραδιοτηλεοπτικών μέσων διαμόρφωσης γνώμης και (αν το πετύχουν) στα πολιτικά κουτσομπολιά ανωνύμων πολιτών. Δικαιολογημένα;
Σε πρώτη προσέγγιση η απάντηση θα ήταν καταφατική. Πρόκειται για την κορυφαία εσωτερική διαδικασία του κόμματος που κυβερνά και οι διάφορες εισηγήσεις, πλατφόρμες (!), προσωπικές διαφωνίες και πρωτοφανείς αλληλοκατηγορίες (“πιθηκοειδή”, “βοοειδή” κτλ) ενδεχομένως να δίνουν την εντύπωση ότι κάτι θα μπορούσε να προκύψει ή να αποσαφηνιστεί. Όποιος, όμως, αναλογιστεί τη μέχρι τώρα πορεία του κόμματος και των στελεχών του, την πλήρη αναντιστοιχία τους με τα κοινωνικά στρώματα που (υποτίθεται) αντιπροσωπεύουν, δε θα αντιδράσει απλώς ειρωνικά για το Συνέδριο, αλλά και με οργή και θλίψη.
Όταν κληθήκαμε να γράψουμε ένα κείμενο για το Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ πραγματικά δυσκολευτήκαμε να το ξεκινήσουμε. Οι “σοβαρές” αναλύσεις για τα κόμματα απαιτούν πάντα ταξικές αναφορές. Πού να τις βρούμε; θυμηθήκαμε έναν “ειδικό” πανεπιστημιακό, που είχε πάρει τα εκλογικά αποτελέσματα του 1985, έκανε την αριθμητική του και κατέληξε ότι το ΠΑΣΟΚ εκφράζει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης!! Του έλειπαν κάποιες λεπτομέρειες και γι’ αυτό ήρθε να μας συμβουλευτεί!
Λοιπόν, ύστερα από πολλών ετών συναισθηματισμούς, βάσανα και διαψεύσεις ας βγάλουμε το συμπέρασμα, οσο δυσαρεστο κι αν είναι: τα κόμματα που κυριαρχούν σήμερα στην πολιτική μας ζωή δεν δημιουργήθηκαν για να εξυπηρετήσουν συμφέροντα ελληνικών τάξεων και στρωμάτων. Είναι τέτοιο το πλέγμα της ολόπλευρης εξάρτησης της πατρίδας μας, ώστε η αναφορά τους είναι στο εξωτερικό. Έτσι, το Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ δεν θα διαμορφώσει πολιτική. Απ’ αυτή την άποψη, γιατί να ενδιαφέρει τον Έλληνα πολίτη;
‘ Ηταν αναπόφευκτη η “μετάλλαξη”;
Οι ρίζες του ΠΑΣΟΚ βρίσκονται στα προδικτατορικά άρθρα του Α. Παπανδρέου και στη δυναμική που αναπτύχθηκε μέχρι την κήρυξη της δικτατορίας, αλλά και κατά τη διάρκειά της. Η ριζοσπαστικοποίηση μεγάλου μέρους του ελληνικού λαού δημιουργούσε ανησυχίες ανεξέλεγκτων εξελίξεων και ο Α. Παπανδρέου κρίθηκε ως ο πλέον κατάλληλος για την τιθάσευσή του (μιλάμε εκ των υστέρων, βέβαια, αφού και μεις πειστήκαμε από τον επαναστατικό του λόγο) .Έτσι, αμέσως μετά την πτώση της χούντας, υφάνθηκε το δίχτυ που εξέφρασε και συνέλαβε όλους τους πόθους των “μη προνομιούχων” Ελλήνων. Όμως, το ΠΑΣΟΚ που έτσι δημιουργήθηκε, δεν ήταν αποτέλεσμα της αυτοοργάνωσης, όπως λέχθηκε και φάνηκε, αλλά μιας οργάνωσης που θα στήριζε τη μεσσιανική προσωπικότητα του, πράγματι, χαρισματικού Α. Παπανδρέου.
Η πολιτική του ΠΑΣΟΚ μέχρι τις εκλογές του 1981 ήταν η μόνη που ανταποκρινόταν πλήρως στις απαιτήσεις της ελληνικής κοινωνίας, που έδινε τις πιο προωθημένες απαντήσεις. Σε δύο χρόνια (1980-81) η οργάνωσή του είχε απλωθεί μέχρι το τελευταίο χωριό, είχε πενταπλασιαστεί αριθμητικά, είχε αποκτήσει πολιτικά και ιδεολογικά εφόδια και μια συνείδηση, ώστε να μπορεί να παλέψει αποτελεσματικά στις αναμενόμενες (από εμάς και άλλους ανύποπτους) ρήξεις με το σύστημα. Και όμως, ακολούθησε η “μετάλλαξη”. Σήμερα, θα πούμε αναπόφευκτη, νομοτελειακή.
Η ανάληψη της διακυβέρνησης το 1981
Δεν πρέπει να υπήρξε ποτέ άλλοτε και πουθενά τέτοια πολιτική μεταλλαγή, τόσο μεγάλη διάσταση ανάμεσα στον προεκλογικό λόγο και την κυβερνητική πράξη και μάλιστα σε όλα τα κρίσιμα ιδεολογικά ζητήματα. Στις διαμαρτυρίες μας δινόταν η απάντηση ότι δεν μπορούν να γίνουν όλα αμέσως!
Η νίκη του ΠΑΣΟΚ στηρίχτηκε πρώτα στην επαγγελία της αποδέσμευσης από την ΕΟΚ. Με τη δικαιολογία ότι “το κόστος της αποχώρησης είναι μεγαλύτερο του κοστους παραμονής”, μείναμε στην ΕΟΚ. Η απομάκρυνση των βάσεων έγινε παραμονή. Το νομικό καθεστώς της εξάρτησης έμεινε ανέπαφο. Ο σοσιαλισμός και η αυτοδιαχείριση περιορίστηκαν στην ανάληψη της εκμετάλλευσης επιχειρήσεων από κομματικά και περικομματικά στελέχη. Ξεκίνησε η διαφθορά. Η λαϊκή κυριαρχία εξετράπη σε ασυδοσία των στελεχών σε κάθε δημόσια υπηρεσία, που έτσι διαλύθηκε, σε εκατοντάδες συμβούλους (πάρα πολλούς από την Αμερική) που κατέκλυσαν υπουργεία και οργανισμούς και στους διορισμούς των νέων “μελών”, που έγιναν το μοναδικό καθήκον των οργανώσεων.
Ως γραμματέας του Οργανωτικού και μέλος της Ε.Γ., ήταν αφόρητο να βλέπω ότι το κύριο μέλημα της ηγεσίας του κόμματος ήταν να παραπλανηθούν τα μέλη, οι ψηφοφόροι και ο λαός. Το φοβερότερο ήταν ότι το επέτυχε εύκολα! Ήταν η πρώτη δημόσια επαλήθευση του νεώτερου ορισμού της πολιτικής, ως της “τέχνης του να παραπλανάς το λαό”. Φυσικά παραιτήθηκα μαζί με άλλα μέλη της Επιτροπής την Άνοιξη του 1982, παραμένοντας απλώς μέλος της Κ.Ε.
Θα άξιζε κάποτε κάποιος ειδικός να αναλύσει πώς τόσο πολλοί άνθρωποι μεταμορφώθηκαν τόσο πολύ σε τόσο λίγο χρόνο. Είναι βέβαιο ότι αυτή η μεταμόρφωση δεν είναι αποτέλεσμα των αναμφισβήτητων ικανοτήτων του Α. Παπανδρέου, αλλά μιας επιστημονικά επεξεργασμένης στρατηγικής, που αξιοποίησε τη μέθη της νίκης κατά της δεξιάς, την κατάλυση του πολιτικού κατεστημένου και κυρίως τη διαφθορά. “Θα φάνε και δε θα μιλήσουν”, είπε κάποια στιγμή ο Α. Παπανδρέου. Για πρώτη φορά στα πολιτικά χρονικά της χώρας μας “νομιμοποιείται” η διαφθορά ως λογική και ως συνενοχή και περνάει στην κοινωνία με τη μέθοδο της “συγκριτικής λογικής” (οι άλλοι ήταν χειρότεροι).
Για μας θα πούμε μόνο ότι, ύστερα από 2 περίπου χρόνια εντεινόμενης εσωκομματικής πάλης και μετά την εισήγηση στην Κ,Ε. στις 31/7/83, ήρθε η διαγραφή μας από το ΠΑΣΟΚ, κάτι που ήταν και δική μας επιθυμία, αφού ήταν σαφές ότι το ΠΑΣΟΚ θα εκινείτο συνεχώς δεξιότερα.
Η μετέπειτα πορεία του ΠΑΣΟΚ ήταν η αναμενόμενη: Νταβός, Κοσκωτάς (η κορυφή του παγόβουνου), πτώση και, λόγω αντιπάλου (Μητσοτάκης) και ΜΜΕ, επάνοδος με τη σημερινή τραγική κατάληξη. Αυτά είναι λίγα λόγια για την ιστορία, αλλά το πιο σημαντικό είναι ο σημερινός ρόλος του ΠΑΣΟΚ και περισσότερο η αντιμετώπιση του πολιτικού ζητήματος στην Ελλάδα.
Το ΠΑΣΟΚ ως κυβέρνηση σήμερα
Με την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ και ιδιαίτερα μετά τις συνθήκες του Μάαστριχτ και του Αμστερνταμ και την “παγκοσμιοποίηση”, οι εθνικές κυβερνήσεις των ασθενέστερων χωρών της ΕΟΚ έχουν παραχωρήσει τις σοβαρότερες εξουσίες τους στο διευθυντήριο των Βρυξελλών. Το ΠΑΣΟΚ δηλαδή, όχι μόνο δεν εκφράζει κάποιες ελληνικές τάξεις και στρώματα, αλλά ούτε καν αποφασίζει για την κυβερνητική πολιτική. Πολιτική του αποτελούν οι “υποδείξεις” των διεθνών καπιταλιστικών οργανισμών (ΕΟΚ ΟΟΣΑ ΔΝΤ κτλ) και των Μεγάλων Δυνάμεων της Δύσης. Το παραμύθι της ΟΝΕ και οι τραγικές ιστορίες με τα Ίμια και ψ τους S-300 αρκούν.
Η κυβέρνηση Σημίτη, κατ’ εξοχήν, δεν είναι εκπρόσωπος της Ελλάδας στην ΕΟΚ αλλά εκπρόσωπος της ΕΟΚ στην Ελλάδα, είναι “οι υπάλληλοι των Βρυξελλών” (Γ. Τριάντης) και μάλιστα αυτό το είδος του δημοσίου υπαλλήλου που δεν είναι σε θέση να παρακολουθήσει τι του λέει ο πολίτης, αλλά έχει στο νου του μόνο τις εντολές των ανωτέρων του.
Αυτό το ρόλο δε μπορεί να τον παίξει κανένας άνθρωπος που έχει αξιοπρέπεια και προσωπικότητα. Τα πρόσωπα που θα διαγκωνίζονται στο Συνέδριο για την ηγεσία είναι άνθρωποι μετρίου και μικρού αναστήματος, που εκφράζουν τις διάφορες μερίδες του ξένου παράγοντα. Στα παλιότερα χρόνια είχαν ανάγκη από μια ισχυρή προσωπικότητα, όπως ο Α. Παπανδρέου, που, στα πλαίσια των δεσμεύσεών του, είχε κάποια περιθώρια να ασκήσει και δική του πολιτική, χάριν της πατρίδας του και της υστεροφημίας του, π.χ. διακριτική υποστήριξη στον κουρδικό απελευθερωτικό αγώνα. Τώρα χρειάζονται τους “τάπερμεν” (Μαλβίνα). Τα μεσαία “στελέχη” προσπαθούν ν’ αρπάξουν κονδύλια της ΕΟΚ για έργα και “μελέτες” και να ωφεληθούν από τη διαχείριση της εξουσίας. Δηλαδή, για μας τους Έλληνες, το Συνέδριο είναι μια καθαρά εσωκομματική υπόθεση, χωρίς αναφορά στην κοινωνία. Ενδιαφέρει τις ξένες εταιρείες που ανταγωνίζονται στην Ελλάδα.
Με άλλα λόγια, το ΠΑΣΟΚ δεν παίζει κάποιον ιδιαίτερο ρόλο, δεν είναι απαραίτητο σε κανέναν, δε μπορεί ούτε καν να εξαπατά. Αν υποθέσουμε ότι κάποια στιγμή εξαφανίζεται, το ρόλο του θα έπαιζαν άριστα (ίσως με αλλαγή ύφους) κυβερνήσεις του Κ. Καραμανλή, του Ν. Κωνσταντόπουλου, του Δ. Αβραμόπουλου ή οποιουδήποτε άλλου που θα μπορούσε να εκκολαφθεί σε λίγους μήνες, μια και τη δύναμή του δεν την αντλεί από το λαό, αλλά από τις ξένες πρεσβείες, το μεγάλο κεφάλαιο και τα ΜΜΕ, που διαμορφώνουν τη γνώμη των ψηφοφόρων. Τα σημερινά μέλη του ΠΑΣΟΚ θα μπορούσαν άνετα να στεγαστούν στα υπόλοιπα κόμματα. Το μόνο “προσόν” του ΠΑΣΟΚ είναι ότι ελέγχει τις συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες, αλλά με τις ιδιωτικοποιήσεις που προωθεί, μέχρι πότε;
Η εσωκομματική αντιπολίτευση δεν έχει μια άλλη πολιτική. Αν το ’96 είχε εκλεγεί ο Άκης ή ο Αρσένης ή ο Χαραλαμπόπουλος ή αν ζούσε ακόμη ο Ά Παπανδρέου, η πολιτική θα ήταν η ίδια. Οι αντιθέσεις μέσα στο ΠΑΣΟΚ δεν έχουν σχέση με ιδεολογικοπολιτικά ζητήματα. Εκφράζουν διαφορετικά κέντρα συμφερόντων ή αντιθέσεις των διαφόρων μορφών του κεφαλαίου μέσα στην ΕΟΚ και των εδώ μεσιτών του.
Επίσης κάποιοι μη υπουργοί μπορούν να εμφανίζονται πιο ευαίσθητοι σε κοινωνικά ή εθνικά θέματα, αλλά ξεχνούν αυτές τις ευαισθησίες όταν ψηφίζουν στη Βουλή ή στο εκλογικό τους τμήμα ή όταν καταλαμβάνουν υπουργικούς θώκους. Ή κάποιοι άλλοι, που συνεχώς διαφωνούν σε όλα και συνεχώς παραμένουν. Ρόλοι μοιρασμένοι, για να μη χάσει εκλογική πελατεία το ΠΑΣΟΚ Οπως είπε και ο Σάκης Πεπονής στο ΑΡΔΗΝ (τ. 14-15) 9/6/98 “όσο για την καλουμένη εσωκομματική αντιπολίτευση… προσωπικά υποστηρίζω… ότι επιβάλλεται να προχωρήσουμε σε συγκρότηση σχήματος, αυστηρά όμως μέσα στο πλαίσιο της καταστατικής κομματικής νομιμότητας. Η αντιπαράθεση επιβάλλεται. Αν δεν υπάρξει, άλλες δυνάμεις θα εκφράσουν το κενό “.
Το πολιτικό μας ζήτημα και το Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ
Σήμερα στην Ελλάδα έχει παγιωθεί ένα πολιτικό σύστημα που κινείται στα ιδεολογικά πλαίσια που χαράζει ο δυτικός καπιταλισμός, προς το συμφέρον του. Μπορεί κάποιο κόμμα κατά καιρούς να δημιουργείται ή να διαλύεται, αλλά η ουσία παραμένει. Το ΚΚΕ είναι μια “βολική”, μια ακίνδυνη αντιπολίτευση. Όσοι αρνούμαστε αυτό το σύστημα βρισκόμαστε σήμερα στο περιθώριο.
Στην πλήρη επιβολή της κυρίαρχης ιδεολογίας έχει συμβάλει η απογοήτευση από την ιστορική απάτη του ΠΑΣΟΚ και την κατάρρευση και απομυθοποίηση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού.
Η εξάρτηση και η εκμετάλλευση της Ελλάδας, η οικονομική μας διάλυση, η ανεργία και η φτώχεια, η εθνική μας ταπείνωση και η απειλή κατά των συνόρων μας, η πολιτιστική μας αλλοτρίωση και ο ατομικισμός, η διάλυση της παιδείας και της υγείας, η εγκληματικότητα εντείνονται τα τελευταία χρόνια με την “ευρωπαϊκή ολοκλήρωση” και την “παγκοσμιοποίηση”.
Σ’ όλ’ αυτά πρέπει να υπάρξει αντίδραση. Το πολιτικό μας πρόβλημα είναι ότι στην ελληνική πολιτική ζωή δεν εκφράζονται τα συμφέροντα της Ελλάδας, ότι οι “μη προνομιούχοι” δεν έχουν πολιτική έκφραση των ταξικών τους συμφερόντων, τουλάχιστον όσον αφορά στα κυρίαρχα πολιτικά κόμματα.
Πριν κλείσουμε το κείμενο αυτό με μια πρότασή μας, θέλουμε να πάρουμε θέση για κάποιες απόψεις που είναι βέβαιο ότι θα ακουστούν και στο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, που ακούγονται και από άλλους χώρους και λειτουργούν απολογητικά και εφησυχαστικά.
-Οτι δήθεν, μέσα στα πλαίσια της ΕΟΚ και του NATO ή ακολουθώντας τις οδηγίες του ΟΟΣΑ ή του ΔΝΤ, μπορούμε ν’ αποφύγουμε τα χειρότερα. Ότι δήθεν ο καπιταλισμός μπορεί να γίνει πιo ανθρώπινος. Η γνώμη μας: Τα παλιά συνθήματα δεν είναι παρωχημένα μόνο και μόνο επειδή κάποιοι από μας (δηλ. την αριστερά) αποφάσισαν (με το αζημίωτο) ν’ αλλάξουν στρατόπεδο. Σήμερα υπάρχουν πολύ περισσότερα δεδομένα που κραυγάζουν ότι η αποχώρηση από την ΕΟΚ είναι όρος επιβίωσης για την Ελλάδα και ούτε ένα δεδομένο που να μας πείθει για το αντίθετο. Βεβαίως τίποτα δεν είναι εύκολο, βεβαίως οι ραγδαίες εξελίξεις απαιτούν και νέες αναλύσεις. Αυτά, όμως, δε μπορούν να είναι πρόσχημα για συμβιβασμό, διστακτικότητα ή απάθεια.
-Ότι δήθεν ο καπιταλισμός είναι παντοδύναμος και ακατανίκητος. Η γνώμη μας: Οι δυνάστες της ανθρωπότητας (και της Ελλάδας) δεν είναι τόσο ισχυροί, όσο θέλουν να εμφανίζονται. Ο κόσμος τους είναι σε παρακμή. Οι κοινωνικές συγκρούσεις θα οξυνθούν. Νέες δυνάμεις διεκδικούν και θα καταλάβουν κυρίαρχη θέση πάνω στον πλανήτη με το δικό τους πολιτισμό. Η Ελλάδα πρέπει να συμμετάσχει σ’ αυτή την εξέλιξη ως ανεξάρτητη χώρα ία όχι ως προτεκτοράτο της Δύσης ή της Τουρκίας. Βεβαίως η εμπειρία του “υπαρκτού σοσιαλισμού” ήταν τραυματική. Αλλά τα τραύματα επουλώνονται. Η ελληνική κοινωνία (και πολλές άλλες) έχει τα πολιτιστικά και αγωνιστικά αποθέματα για το μετασχηματισμό της, με τα βασικά μέσα παραγωγής στη δική της υπηρεσία και τους πολίτες της ελεύθερους να ολοκληρώσουν την προσωπικότητά τους.
-Ότι δήθεν στα σημερινά κοινοβουλευτικά κόμματα και βεβαίως στο ΠΑΣΟΚ μπορεί να επικρατήσουν “αριστερές” ή άλλες πτέρυγες για το καλό του τόπου. Ότι δήθεν κάποιες συμμαχικές κυβερνήσεις μπορούν να ακολουθήσουν αριστερή πολιτική. Η γνώμη μας: Αυταπάτες. Η πολιτική των κυβερνήσεων Ζοσπέν και Ντ’ Αλέμα κάτι δείχνει. Λύση στο πολιτικό πρόβλημα της Ελλάδας δεν μπορεί να υπάρξει μέσα από τις σημερινές κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις κι όσες όμοιες δημιουργηθούν. Αντιθέτως, η ανάπτυξη μιας άλλης δυναμικής πρέπει και μπορεί ν’ απεγκλωβίσει δυνάμεις απ’ αυτά τα κόμματα.
Είναι γεγονός ότι, ύστερα από χρόνια σιωπής και απάθειας, το τελευταίο διάστημα, ακούγονται όλο και περισσότερες γνήσιες φωνές διαμαρτυρίας, φωνές που αρνούνται την κυρίαρχη ιδεολογία. Σημαντικοί άνθρωποι, ο καθένας ξεκινώντας από τις δικές του αγωνίες και ευαισθησίες, νοιώθουν την ανάγκη κάτι να κάνουν είτε με μια πολιτική κίνηση είτε με κάποιο περιοδικό, είτε με συγγραφικό έργο, είτε μέσω της τέχνης, είτε με τη δημοσιογραφία, είτε με τη συνδικαλιστική δράση, είτε με τη δράση σε πολιτιστικά ή οικολογικά ή αθλητικά σωματεία και κυρίως με τον τρόπο ζωής τους.
Το ζήτημα σήμερα είναι ότι ο καθένας απ’ αυτούς εκφράζεται “στη γωνιά του”. Το ΑΣΚΕ πιστεύει ότι αυτό που χρειάζεται ο τόπος είναι, όλες αυτές οι δυνάμεις, να συγκλίνουν χωρίς ηττοπάθεια, αυταπάτες και προσωπικές φιλοδοξίες, για να ξαναζωντανέψει η ελπίδα στη χώρα μας, “για να πάρουνε τα όνειρα εκδίκηση”.
* Μέλος της Ε.Ε. του Α.Σ.Κ.Ε