από το Άρδην τ. 27, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2000
Είπα πριν ότι ο Κ. Οικονόμος είχε κάποιες ομοιότητες με τον Γεννάδιο, τον πρώτο Πατριάρχη της τουρκοκρατημένης Κωνσταντινουπόλεως- ας προσθέσω ότι σύμφωνα με όσα λεει ο κ. Μπαλάνος, συνέπεσε ακριβώς να απονεμηθεί στον Οικονόμο εκκλησιαστικό αξίωμα που τελευταίος πριν από εκείνον είχε λάβει προ τετρακοσίων ετών αυτός ο Γεννάδιος… Αλλά οι ομοιότητες δεν είναι όλες έτσι επιφανειακές· ακόμη πιο βαθιά κοιτάζοντας, δεν είναι μόνο ομοιότητες χαρακτήρος, οι οποίες κιόλας θα μπορούσαν να τους συνδέσουν στην ανάμνηση μας: η ίδια βιαιότης, η ίδια τάσις προς τις ακρότητες, η ίδια τάσις προς τον πλατυασμό. Στο πρόσωπο του Κ. Οικονόμου είναι εντελώς έκδηλη η επιβίωσις του Βυζαντίου της παρακμής, με την διαφορά όμως: ότι από την πτώση του Βυζαντίου ως την Αναγέννηση -όπως λένε-της Ελλάδος, πέρασαν τετρακόσια χρόνια, τετρακόσια χρόνια κατά τα οποία εδημιουργήθηκαν ανάγκες καινούργιες, καινούργιες αντιλήψεις, έτσι που εκείνο το οποίο φαίνεται σεβαστό στον Γεννάδιο, φαίνεται μάλιστα εν πολλοίς σωτήριο, στον Κ. Οικονόμο να φαίνεται λάθος και περιττό. Άλλωστε, εις αντάλλαγμα μπορούμε να ειπούμε ότι μαζί με τις ελλείψεις που τον χαρακτηρίζουν ο Κ. Οικονόμος, ο τελευταίος Βυζαντινός κληρικός, εκληρονόμησε από το Βυζάντιο και πολλές από τις αρετές που τον ανέδειξαν και τον δικαιώνουν στα μάτια του σημερινού ιστορικού: είμαι από εκείνους που πιστεύουν ότι αυτός είχε δείξει τον σωστό δρόμο στο ζήτημα του αυτοκέφαλου της Εκκλησίας της Ελλάδος, του οποίου η δοθείσα λύση από τον Φαρμακίδη έγινε αφορμή πολλών κακών που μας κάνουν ακόμη να υποφέρουμε.
Κ. Θ. Δημαράς, απόσπασμα από το κείμενο “Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων”, 7 Ιουνίου 1936, που περιλαμβάνεται στον τόμο Σύμμικτα, Α’, Από την παιδεία στην λογοτεχνία, Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, Αθήνα 2000, σελ. 160-161.