Του Νίκου Ντάσιου
Σε μια πολύ δύσκολη εξίσωση μετατρέπεται η οικονομία για το 2021, με βασική μεταβλητή τον χρόνο επιστροφής στην «κανονικότητα». Με τα έως τώρα δεδομένα και με το πλέον αισιόδοξο σενάριο του γρήγορου και αποτελεσματικού εμβολισμού, σε συνδυασμό με την τήρηση των μέτρων και την αποτροπή τρίτου κύματος πανδημίας, η επιστροφή σε χαμηλούς ή μέτριους ρυθμούς ανάπτυξης προβλέπεται μετά το 2ο εξάμηνο του 2021 –κερδίζοντας μέρος της τουριστικής περιόδου.
Με το ΑΕΠ να οδεύει σε ιστορικό χαμηλό, στα 162 δισ. €, το ταμειακό (πρωτογενές) έλλειμμα του 2020 να ξεπερνά τα 15 δισ. € –έναντι των 7δισ. € πλεονάσματος το 2019– και το επενδυτικό κενό της τελευταίας επταετίας να φτάνει τα 130 δισ. €, η επιστροφή στα επίπεδα του 2019 δεν αναμένεται πριν το 2023! Κι αυτό γιατί μια τέτοια επιστροφή θα προϋπέθετε σωρευτικά: 45 δισ. € παραγόμενο ΑΕΠ ανά τρίμηνο, άρα τραπεζική ρευστότητα σε κεφάλαια κίνησης περί τα 30 δισ. και επενδύσεις άνω των 20 δισ. € ετησίως.
Οι ευρωπαϊκοί πόροι, αν και ιδιαίτερα σημαντικοί –προβλέπονται περί τα 11 δισ. το 2021–, δεν επαρκούν από μόνοι τους, οι δε συστημικές τράπεζες έχουν να επιλύσουν πρωτίστως τα συσσωρευμένα «κόκκινα δάνεια», παραμένοντας απολύτως εξαρτημένες από την ΕΚΤ. Οι ξένες επενδύσεις άμεσης απόδοσης όπως π.χ. στον πολυτελή τουρισμό που προτάσσει το υπ. Ανάπτυξης, καθίστανται επισφαλείς λόγω της πανδημίας, ενώ προστίθενται επιπλέον ανασταλτικοί παράγοντες, όπως η μειωμένη κατανάλωση και η γεωπολιτική αστάθεια.
Ο προϋπολογισμός του 2021 καταρτίστηκε με βασικό σενάριο τη λήξη της περιόδου των μέτρων τον Απρίλιο του 2021, θέτοντας στόχους για έσοδα ύψους 48 δισ. €, αυξημένα κατά 3,5 δισ. € για νοικοκυριά και επιχειρήσεις και του ΦΠΑ κατά 16% σε σχέση με το 2020. Όμως τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις θα κληθούν να αποπληρώσουν τα συσσωρευμένα χρέη της περιόδου της πανδημίας, που προστέθηκαν σε αυτά της περιόδου της οικονομικής κρίσης. Οι εκκρεμείς φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις του 2020 έφτασαν τα 2 δισ. €, στις οποίες προστίθενται νέες εντός του 2021. Στα 10 δισ. έχουν ανέλθει οι αναστολές των δανειακών υποχρεώσεων προς τις τράπεζες μόνο για την περίοδο της πανδημίας, στις οποίες προστίθενται τα επιστρεπτέα ποσά από τις τέσσερις φάσεις των προκαταβολών στις επιχειρήσεις, εκτινάσσοντας τα συνολικά ληξιπρόθεσμα του ιδιωτικού τομέα στα 240 δισ. € και το δημόσιο χρέος στα 338 δισ. € (208% ΑΕΠ)!
Το χρονικό ορόσημο του Μαρτίου για την έναρξη της αποπληρωμής των δανειακών υποχρεώσεων στις τράπεζες μπορεί να οδηγήσει σε «τσουνάμι» πτωχεύσεων επιχειρήσεων –με την έως τώρα εκτίμηση για κλείσιμο περί του 25% των ΜΜΕ–, εκτινάσσοντας την ανεργία σε ποσοστά που θα αγγίξουν τα ανώτατα της περιόδου των μνημονίων. Σύμφωνα με έρευνα της Intrum, οι μισοί Έλληνες είδαν τα εισοδήματά τους να μειώνονται την περίοδο του κορωνοϊού, ενώ η χώρα βρίσκεται στην κατώτερη θέση ως προς την ικανότητα των καταναλωτών να αποπληρώνουν κανονικά τους λογαριασμούς τους. Αν σε αυτό προστεθεί το ενδεχόμενο μιας μεγάλης αύξησης των τιμολογίων του ηλεκτρικού ρεύματος λόγω των νέων τιμών της εμπορικής αξίας της KWH, που προκύπτουν από την εφαρμογή του Target Model, θα αντιμετωπίσουμε ραγδαία επιδείνωση των ποσοστών ακραίας φτώχειας, αλλά και μεγάλο πλήγμα στην εγχώρια βιομηχανία.
Η κυβέρνηση επεξεργάζεται σχέδια επιδότησης των δόσεων των επιχειρηματικών δανείων για όσες επιχειρήσεις επλήγησαν την περίοδο του κορωνοϊού, κατά τα πρότυπα του «προγράμματος γέφυρα» 160 χιλ. οφειλετών στεγαστικών δανείων, τα οποία όμως θα πρέπει να εγκριθούν από τους «θεσμούς». Κρισιμότερο όμως ζήτημα θα καταστεί αυτό της στήριξης της απασχόλησης, όπου δεν επαρκεί το πρόγραμμα «Συν-εργασία», η ειδική αποζημίωση και οι 6μηνες επιδοτήσεις για τη δημιουργία 100 χιλ. θέσεων εργασίας.
Το συνολικό χρέος στον πλανήτη αυξήθηκε κατά 15 τρισ. $ το 2020, ξεπερνώντας το 365% του παγκόσμιου ΑΕΠ, δημιουργώντας μια τεράστια φούσκα στα διεθνή χρηματιστήρια και στις τράπεζες. Πέρα από τις προφανείς συνέπειες στο μοντέλο της παγκοσμιοποίησης, η μετάβαση στην κανονικότητα απαιτεί ένα νέο «Νιου Ντηλ» με παραγραφή χρεών και αναδιανομή του πλούτου προς τις λιγότερο ανταγωνιστικές χώρες και κοινωνικές ομάδες. Μια επανάληψη πρακτικών που ακολούθησαν την κατάρρευση της Λήμαν Μπράδερ για την αντιμετώπιση αναμενόμενων πληθωριστικών πιέσεων θα είχε καταστροφικές συνέπειες και νέα μνημόνια για χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος και παρασιτική δομή, όπως η δική μας. Αντίθετα απαιτούνται περιφερειακές συμμαχίες, ενίσχυση της γεωπολιτικής και αποτρεπτικής ισχύος, της χώρας σε συνδυασμό με στρατηγικές παραγωγικής ανασυγκρότησης.
Το 2021 η κυβέρνηση καλείται να τετραγωνίσει τον κύκλο: να διατηρήσει επιχειρήσεις και την απασχόληση του κυρίαρχου παρασιτισμού, σχεδιάζοντας παράλληλα το πέρασμα σ’ ένα νέο παραγωγικό και αποκεντρωμένο μοντέλο, ενισχύοντας τις όποιες θετικές ενδογενείς τάσεις στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα της τελευταίας δεκαετίας. g