Αρχική » Για το βιβλίο του Ερ. Καψωμένου

Για το βιβλίο του Ερ. Καψωμένου

από Άρδην - Ρήξη

του Λ.Βάσση, από το Άρδην τ. 45, Ιανουάριος 2004

Ο ΕΡΑΤΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΨΠΜΕΝΟΣ είναι επιστήμονας, Καθηγητής της Νεοελληνικής Φιλολογίας, με πλούσιο έργο. Είναι, όμως, και διανοούμενος, όχι κλειστού χώρου αλλά ανοιχτών πεδίων και οριζόντων, αποστρατευμένος στα ωραία και στα υψηλά της ζωής.

Οι δυο αυτές διαστάσεις είναι αλληλοπροσδιοριζόμενες. Η επιστήμη συνεισφέρει την πρώτη ύλη, που κατοχυρώνει την εγκυρότητα του στοχασμού του, ενός αναγωγικού ως προς την επιστημονική του βάση στοχασμού, κι η αξιακή ή, αν θέλετε, η ιδεολογική βάση του διανοούμενου διαποτίζει και εμπνέει τις επιστημονικές αναζητήσεις του.

Φρονώ πως το σημαντικότερο στην περίπτωσή του είναι ακριβώς αυτή η επιστημονική βάση στην οποία εδράζονται οι θεωρητικές αναγωγές και στοχαστικές αναζητήσεις του, κάτι που, ευκρινέστερα από όλο του το έργο, το διαπιστώνει κανείς στο βιβλίο του: «Αναζητώντας το χαμένο ευρωπαϊκό πολιτισμό» (Εκδόσεις Πατάκη), όπου, μέσα απ’ την ερευνητική προσέγγιση και με ενιαία ερμηνευτικά κλειδιά, αναζητά στις δομές βάθους της Νεοελληνικής ποίησης τον πυρήνα των αξιών της πολιτιστικής μας παράδοσης και ζωής.

Θα αντιπαρέλθω τον πειρασμό της αναλυτικότερης αναφοράς στον τρόπο δουλειάς του, στη μεθοδολογία της έρευνάς του δηλαδή, όχι όμως και τον μεγαλύτερο πειρασμό της αναφοράς στον συγκεκριμένο καρπό της έρευνας και του στοχασμού του, έναν εξαιρετικό για την πνευματική και την πολιτιστική μας γενικότερα ζωή, θα πρόσθετα, ιδιαίτερα εξαιρετικό και για την πολιτική μας ζωή, καρπό, σε μια εποχή όπου η πολιτική πολιτισμού στην προοπτική του 21 ου αιώνα, πολιτική πολιτισμού με ορίζοντα την Ευρώπη και τον Κόσμο, είναι απ’ τα στρατηγικότερα αιτήματα του τόπου μας.

Γιατί όμως εξαιρετικός καρπός και μάλιστα καρπός με πνευματική, πολιτιστική και ευρύτερα πολιτική σημασία και αξία; Για δυο λόγους: 0 πρώτος σχετίζεται με τη στόχευση και το χαρακτήρα αυτού του βιβλίου, με τις αγωνίες που το γέννησαν και στις οποίες απαντά σε αντιδιαστολή πάντοτε με τις στοχεύσεις της «εκσυγχρονιστικής» διανόησής μας, ο δεύτερος σχετίζεται με το περιεχόμενο του, μ’ αυτό που αντικειμενικά συνεισφέρει και που αποτελεί το κρίσιμο κριτήριο της δικαίωσής του ή όχι.

α) Ως προς τον πρώτο λόγο: έχουμε πληρώσει ακριβά τα προγονολατρικά, ελληνολατρικά και ελληνοχριστιανικά ιδεολογήματα, που επί δεκαετίες αποτέλεσαν τη βάση της «εθνικής» μας ιδεολογίας. Δεν μιλώ, προφανώς, για προγονικές, ελληνικές ή και χριστιανικές αξίες, αλλά για τις νοσηρές και ιδεολογηματικές ακρότητες τους, αδυσώπητα παγιδευτικές και επικίνδυνες ως συστατικά της παράγωγης αυτών και εξίσου νοσηρής κυρίαρχης ιδεολογίας. Χωρίς όμως να τελειώσουμε με τις επιβιώσεις, αναβιώσεις και μεταμορφώσεις αυτού του φαινομένου, που σίγουρα δεν είναι πια κυρίαρχο στη μεταπολιτευτική Ελλάδα, αρχίσαμε να ταλαιπωρούμαστε και από δια-μετρικώς αντίθετα ιδεολογήματα, που, υπό το πρόσχημα και το μανδύα ενός προοδευτικοφανούς «εκσυγχρονισμού» και «ευρωπαϊσμού», αποδομούν παν τι το ελληνικό ή το ενοχοποιούν ως αυτόχρημα εθνικιστικό, κρυπτοεθνικιστικό και τα παρόμοια.

Οι αναζητήσεις του Καψωμένου διαπερνούν το παγιδευτικό αυτό δίπολο και συνεισφέρουν στην κατάκτηση μιας λειτουργικής πολιτικής πολιτισμού, που θα αποτελέσει και τη βάση της συνολικότερης στρατηγικής του ελληνισμού στην τροχιά του 21ου αιώνα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του παγκοσμιο-ποιούμενου διεθνούς περιβάλλοντος. Στην πολύ σημαντική εισαγωγή του βιβλίου θα βρούμε και αυτά που δεν αφήνουν περιθώρια στους «νεο-εθνικόφρονες» του ultra εκσυγχρονισμού και του ultra ευρωπαϊσμού… να τον πετροβολήσουν. Αναφέρω ενδεικτικά λόγια του: «Το ζητούμενο του κοινού ευρωπαϊκού πολιτισμού μόνο ως πολυκεντρικό σύστημα συστημάτων θα μπορούσε να βρει μια καθολική αποδοχή» ή «Η ανάδειξη των ιδιαιτεροτήτων αποτελεί στόχο άμεσης προτεραιότητας… για να κατοχυρωθεί η πολλαπλότητα… και να προκύψει αβίαστα η συνεκτική ιδέα ενός ευρωπαϊκού διαφωτισμού».

β) Περνώ στο δεύτερο λόγο, στο περιεχόμενο δηλαδή του βιβλίου, προτάσσοντας δυο αναγκαίες παρατηρήσεις, συνυφασμένες με τις μεθόδους και συνακόλουθα με το επιστημονικό ήθος της έρευνάς του.

Η πρώτη: Ο Καψωμένος δεν αναζητά δικαίωση μέσα απ’ την ερευνά του κάποιων μεταφυσικών περί ελληνισμού μύθων και δοξασιών, ούτε και υποβάλλει, συνακόλουθα, τα στοιχεία της έρευνάς του στην προσαρμοστική δοκιμασία μιας εκπορευόμενης από τέτοιους μύθους και δοξασίες προκρούστιας λογικής. Αν δεν κάνω λάθος, παρ’ ότι ανασαίνει κανείς αγωνία ελληνικότητας, κάτι που μόνο επίμεμπτο δεν είναι, λείπει απ’ τ) βιβλίο του ακόμα κι ο επίμαχος αυτός όρος, που ως γνωστόν βρέθηκε στο επίκεντρο της πνευματικής αγωνίας της μεγάλης γενιάς του ’30. Οι συμπερασματικές αναγωγές του είναι η αβίαστη προέκταση των ερευνητικών διαπιστώσεων, που κι αυτές προκύπτουν, όπως ήδη προείπαμε, μέσα από κοινά ερευνητικά και ερμηνευτικά κλειδιά. Κι αυτές οι συμπερασματικές αναγωγές είναι, όπως ο ίδιος σημειώνει, «κοσμοθεωρητικές και βιωματικές επιλογές που διαμορφώνουν τις συντεταγμένες μιας δεσπόζουσας ποιητικής και πολιτισμικής παράδοσης». Είναι, θα πρόσθετα, θεμελιακές αξίες που, ως εσώτατος πυρήνας ενός λειτουργικού πολιτισμικού μοντέλου με βαθιές ρίζες στο παρελθόν, συνιστούν ορίζουσες μιας ανθεκτικής στο χρόνο πολιτισμικής σοφίας και φιλοσοφίας εξαιρετικά μάλιστα επίκαιρης, καθώς οι ορίζουσες του παγκοσμίως κυρίαρχου καταναλωτικού μοντέλου, ιδιαζόντως αλλοτριωτικού για τον άνθρωπο και εχθρικού για τη φύση, κινούνται στον αντίποδά του.

Η δεύτερη: Σχετίζεται με το ερευνητικό του πεδίο, με τη χρυσοφόρο δηλαδή πηγή του ποιητικού μας λόγου (δημοτικό τραγούδι, μεταβυζαντινή ποίηση, Σολωμός, Κάλβος. Παλαμάς, Σικελιανός, Καβάφης. Σεφέρης, Ελύτης, Λειβαδίτης και Ρίτσος), τον οποίο θεωρεί «κορυφαία έκφραση του νεοελληνικού πνευματικού πολιτισμού» και «προνομιακο πεδίο για την ανίχνευση πολιτισμικών δομών, όπου οι διάχυτες διυποκειμενικές δομές ιδεών, αξιών και προθέσεων που χαρακτηρίζουν μια κοινωνία, συλλαμβάνονται και αποδίδονται σε ένα ευκρινές συνεκτικό σύστημα». Προσθέτω απλώς πως οι συμπερασματικές αναγωγές προκύπτουν από μιαν άλλη ανάγνωση των υψηλών αισθητικών συμπυκνώσεων του ποιητικού μας λόγου, στις οποίες αβίαστα, όχι από σκοπού δηλαδή κρυσταλλώνονται και οι μεγάλες πολιτισμικές αξίες τόπων και εποχών υπάρχουσες ή κατακτώμενες απ’ τους δημιουργούς και προστιθέμενες στην πολιτισμική συνείδηση των κοινωνιών Είναι η ανάγνωση του θεωρητικού του πολιτισμού, που όταν, όπως στην περίπτωσή μας, είναι και εκ των πλέον εγκύρων αναλυτών του αισθητικού φαινομένου, μπορεί να φωτίσει το αθέατο δια γυμνού και αγυμνάστου οφθαλμού πολιτισμικό βάθος της ποιητικής δημιουργίας, εν συνειδήσει πάντοτε πως πρόκειται για μια κατεξοχήν αισθητική δημιουργία στην οποία οι άλλες, οι μη αισθητικές δηλαδή αξίες, είναι, αν μου επιτρέπεται η έκφραση, παρεμπίπτουσες, υπο την έννοια πως δεν είναι το κινούν αίτιο της. Σε κάθε περίπτωση ο ποιητικός λόγος, αυτόχρημα αισθητικός και πολιτισμικός λόγος, είναι μια απ’ τις αυθεντικότερες-πηγές αναζήτησης και ανάγνωσης της ουσίας του πολιτισμικού βάθους των κοινωνιών.

Τι κομίζει η ερευνητική και στοχαστική διείσδυσή του στο πολιτισμικό βάθος της νεοελληνικής ποιητικής μας κοίτης;

Πρώτα απ’ όλα την καίρια διαπίστωση πως στο νεοελληνικό πολιτισμικό μοντέλο ο χαρακτηριστικός ήρωας είναι αυτός που σκοτώνεται για τους άλλους κι όχι αυτός που σκοτώνει τους άλλους, αυτός που «είναι έτοιμος κάθε στιγμή να θυσιαστεί για να ζήσουν οι άλλοι, όχι να θυσιάσει τους άλλους για να ζήσει αυτός». Τη θεωρώ καίρια διαπίστωση, γιατί η στάση ζωής του ήρωα πρόμαχου, όπως τον αποκαλεί, προσδιορίζεται απ’ τα αξιακα φορτία ενός αμυντικού και αντιστασιακού μοντέλου δράσης, που εδράζεται και προσδιορίζεται απ’ την αξιακή βάση του πολιτισμικού μοντέλου του λαού μας και του τόπου μας. Είναι μια αξιακή βάση, όπως σημειώνει αλλού «της κοσμολογίας που διαμορφώνει την αντίληψη για την κοσμική ευθύνη του ανθρώπου όχι μόνο απέναντι στην κοινωνία του και την ανθρωπότητα αλλά και απέναντι στον κόσμο». Είναι αυτή η «βαθιά αίσθηση ευθύνης στην οποία θεμελιώνεται η νεοελληνική αντίληψη του προσώπου, που επιβάλλει αυτόματα και σαν αυτονόητη τη θυσία της ατομικής ζωής για χαρη της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και ελευθερίας, αξιών που υπερβαίνουν στην κοινή συνείδηση την ατομική ύπαρξη ως βιολογική αξία». Παρακάμπτοντας τις αντιπαραθετικές συγκρίσεις του χαρακτηριστικού ήρωα του πολιτισμικού μας μοντέλου με τους χαρακτηριστικούς ήρωες του κυριαρχούντος αμερικάνικου μοντέλου, τους καουμπόι και ράμπο, περιορίζομαι στο να τονίσω πως το αξιακό φορτίο του ήρωα πρόμαχου και η περί προσώπου αντίληψη συνιστούν καταστατικές ρήτρες που αναδεικνύουν την εξαιρετική διακριτότητα των ελληνικών πολιτισμικών αντιλήψεων προς τις κυρίαρχες της νεωτερικής δύσης και προπαντός προς τη χυδαία αμερικάνικη εκδοχή τους.

Οι βασικές, τώρα, συντεταγμένες του πολιτισμικού μοντέλου, οι ρήτρες του, όπως ανακεφαλαιωτικά παρατίθενται στην εισαγωγή του βιβλίου, είναι:

1 ον: η ενότητα ανθρώπου-κόσμου και η συνεπαγόμενη ισορροπία πολιτισμού-φύσης 2ον: η αρμονία πολιτισμικών-φυσικών αξιών κι η συνακόλουθη ισοτιμία φυσικών και ηθικών αξιών 3ον: η ταύτιση κάλλους-αγαθού με τις πολυσήμαντες συνεπαγωγές και τα αντίστοιχα αξιολογικά κριτήρια που επιβάλλει 4ον: η βίωση της μεσογειακής φύσης ως χώρου του κάλλους και του αγαθού, όπου εγκοσμιώνονται οι μεταφυσικές αξίες δον: η σύνθεση ορθολογισμού-μυστικισμοϋ, ή, αλλιώς, ο ελληνικός ορθός λόγος, που καθόλου δεν ταυτίζεται με τον εργαλειακό ορθολογισμό της δύσης και της νεωτερικότητας. 6ον: η αρχή της συνύπαρξης των αντιθέτων και η συνακόλουθη αναδοχή του τραγικού και του παράλογου ως στοιχείων της ζωής και

7ον: η εναρμόνιση των σχέσεων ατόμου-κοινωνίας και η συνύπαρξη ατομικών και κοινωνικών αξιών.

Δεν μπορούμε, στο μικρό αυτό κείμενο να τις αναλύσουμε ούτε, πολύ περισσότερο, να διερευνήσουμε τις αρχετυπικές τους ρίζες και την περιπέτειά τους στον ιστορικό χρόνο, πάντοτε με συνείδηση πως ούτε ο ελληνικός πολιτισμός είναι θρησκεία ούτε η ελληνικότητα αναλλοίωτο (μεταφυσικό) δόγμα. Μπορούμε όμως να προβούμε σε μια συνεπτυγμένη αξιολογική κρίση.

Καθεαυτές οι πολιτισμικές συντεταγμένες, που διαπιστώνει στην κοίτη του ποιητικού μας λόγου ο Ερατοσθένης Καψωμένος, προφανώς και δεν συνιστούν κλειστό σύστημα αξιών ή αξιακό δόγμα ζωής. Είναι αξίες, ρήτρες και συνάμα μήτρες αξιών και μήτρες πολιτισμικού ήθους. Συνθέτουν ένα ανοιχτό πολιτισμικό σύστημα και συνιστούν ύμνο στον άνθρωπο, στη φύση και στη ζωή. Προκύπτουν αλλά και απαντούν στις βαθύτερες ανάγκες του ανθρώπου, προσιδιάζουν αλλά και αναδεικνύουν τον ελεύθερο άνθρωπο. Είναι απολύτως συμβατές με όλες τις γνήσια ανθρωποκεντρικές φιλοσοφίες ζωής, που ναι μεν θέλουν τον άνθρωπο στην κορυφή της κλίμακας των αξιών, ποτέ όμως απέναντι στη φύση ως επίδοξο κατακτητή της. Είναι όμως και απολύτως ασύμβατες με τις συντεταγμένες του επικυρίαρχου στον κόσμο μας και τραγικά αδιέξοδου για την ανθρωπότητα αμερικάνικου πολιτισμικού μοντέλου, με ό,τι αυτό σημαίνει για τη σημασία τους και την αναγκαιότητά τους στην αναζήτηση διεξόδων προς το μέλλον, σ’ αυτό το κρίσιμο γύρισμα των καιρών. Θα ήταν υπερβαλλόντως και αφελώς αλαζονικό αν υπονοούσα πως αυτές οι πολιτισμικές συντεταγμένες συνιστούν λύση του πολιτισμικού προβλήματος στον κόσμο μας. Θα ήταν όμως υπερβαλλόντως και αφελώς άδικο, για να μην πω ανιστόρητο, να μην τις υπολογίζουμε ως ελληνική συνεισφορά στην κατάκτηση της λύσης. Ως ελληνική συνεισφορά στη διαμόρφωση του αυριανού πολιτισμικού προσώπου της Ευρώπης, αλλά και συνεισφορά στο να αντέξει η ανθρωπότητα τις ερπύστριες της αμερικάνικης υποκουλτούρας και να κινηθεί σε πολιτισμικές λογικές, που εκπορεύονται και απ’ την αξιακή βάση του δικού μας πολιτισμού.

Κι ως προς αυτό, το έργο του Καψωμένου ως νεοελληνιστή φιλολόγου, ως θεωρητικού του πολιτισμού και ιδιαιτέρως ως θεωρητικού του νεοελληνικού πολιτισμού, είναι εξαιρετικά σημαντικό, σε συνάρτηση πάντοτε με την κρισιμότητα της εποχής μας, το διογκούμενο πολιτιστικό μας έλλειμμα και την αποδομητική σύγχυση της παραπαίουσας μηρυκαστικής ή, επί το ευπρεπέστερον, μεταπρατικής διανόησης μας.

Βάρη, 6-11-2003

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ