Αρχική » Αμετανόητοι πλασιέ και εθνοσωτήρες

Αμετανόητοι πλασιέ και εθνοσωτήρες

από Άρδην - Ρήξη

του Α. Μιχαηλίδη, από το Άρδην τ. 47, Ιούνιος 2004

Απο την πρωτη στιγμή της μετά το ΟΧΙ εποχής, αναπτύσσεται από τους αμετανόητους πλασιέ του σχεδίου Ανάν μια περίεργη συλλογιστική, που θέλει να πείσει ότι το 76% των Ελληνοκυπρίων έκαναν εν τη αφελεία τους ένα τραγικό λάθος και πρέπει να τους δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία για να επανορθώσουν. Δίνουν διάφορες περίεργες ερμηνείες για το “όχι”, συνοδεύοντάς το με νόστιμες γαρνιτούρες για να το κάνουν πιο εύπεπτο, αλλά αρνούνται να δεχθούν, έστω και ως μικρή, την πιθανότητα να ήταν απολύτως συνειδητή και, κυρίως, επί της ουσίας, και όχι διαδικαστική, η απόφαση του λαού. Αρνούνται, δηλαδή, ότι αυτό το συντριπτικό ποσοστό, που απέρριψε τους εκτρωματικούς σχεδιασμούς τους, δεν αφήνει καμιά σκοτεινή πλευρά για την μοναδική ιστορική αλήθεια, που πρέπει να καταγραφεί: Ότι, η πολιτική που ακολουθεί η ηγεσία εδώ και τρεις δεκαετίες και το αποτέλεσμά της, όπως εμφανίστηκε με το σχέδιο Ανάν, αποδοκιμάστηκε και εξοστρακίστηκε με τον πιο δημοκρατικό τρόπο από την, κατά τα άλλα, σεβαστή λαϊκή κυριαρχία.

Με δικούς του όρους, το έθεσε και ο τέως πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, με ολοσέλιδο άρθρο του στα “Νέα” (23 Απριλίου), όταν προσπαθούσε να μας τρομοκρατήσει για το πιθανό “όχι” (κι αυτός, δυστυχώς, στρατευμένος συνειδητά στο πλευρό όλων των ξένων!). Χαρακτηριστικός και ο τίτλος του: “Το τέλος μιας στρατηγικής”. Εξηγούσε, λοιπόν, ότι αν οι Ελληνοκύπριοι απαντούσαν αρνητικά στο δημοψήφισμα, θα σήμαινε το τέλος της στρατηγικής που ακολούθησε η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια πετυχαίνοντας να διασυνδέσει “την επίλυση των προβλημάτων της περιοχής με τη διεύρυνση και τη μελλοντική πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης”. Παραλείπονται από αυτή τη λογική δύο πολύ σημαντικά στοιχεία: Ότι, τουλάχιστον για το Κυπριακό, η διασύνδεση θα ήταν σκόπιμη μόνο αν θα βοηθούσε ώστε η όποια διευθέτηση να δεχόταν τις επιδράσεις των ευρωπαϊκών αρχών και αξιών. Διαφορετικά ποιο ήταν το νόημα αυτής της στρατηγικής; Να φέρει ενώπιον του λαού μια ΟΠΟΙΑΔΗΠΟΤΕ διευθέτηση; Πάντως, εφτά μέρες πριν από την ένταξη, η στρατηγική που επικαλείται ο κ. Σημίτης, βοηθούσε μόνο τον άνευ προηγουμένου εκβιασμό των Κυπρίων και όχι το περιεχόμενο της λύσης. Γι’ αυτό εξάλλου και ουδείς από τους ξένους καλοθελητές (ούτε ο Φερχόιγκεν, ούτε ο Γουέστον και οι προϊστάμενοι του στην Ουάσιγκτον, ούτε ο Ντε Σότο) προσπάθησε να επηρεάσει θετικά έστω και την ελάχιστη ικανοποίηση των ελληνοκυπριακών αιτημάτων ώστε να πεισθούν ευκολότερα για το “ναι”, παρά μόνο εκβίαζαν και απειλούσαν…

Το δεύτερο σημαντικό, που η ηγεσία αρνείται να αντιληφθεί (στρουθοκαμηλίζοντας, φυσικά), είναι το εξής απλό και πασιφανές: Εάν το ποθητό αποτέλεσμα αυτής της στρατηγικής δεν ήταν άλλο από το σχέδιο Ανάν, φαίνεται ότι επρόκειτο για μια εντελώς πεπλανημένη στρατηγική, που κατέρρευσε παταγωδώς μόλις το αποτέλεσμά της ετέθη ενώπιον του λαού. Άρα, και σύμφωνα με τη λαϊκή εντολή, που εκφράστηκε με το δημοψήφισμα σε απόλυτο βαθμό, οι εμπνευστές και οπαδοί αυτής της στρατηγικής θα έπρεπε να ανακρούσουν πρύμνα και να κηρύξουν επισήμως “το τέλος μιας στρατηγικής” και την αρχή μιας άλλης, καθαρά ευρωπαϊκής.

Όμως, σημαντική μερίδα της κομματικής ηγεσίας, με πρώτη και καλύτερη αυτήν που περιβάλλει τον Νίκο Αναστοσιάδη (του ΔΗΣΥ ΕΝΑ, διότι τώρα υπάρχει και ΔΗΣΥ ΔΥΟ, με τον Γιαννάκη Μάτση, τον Πρόδρομο Προδρόμου και άλλους) και με βασική “τροφοδοσία” τη συμπεριφορά της ηγεσίας του Α-ΚΕΛ (μόνο στην Κύπρο ευδοκιμούν τέτοια αλλοπρόσαλλα φαινόμενα!), που είπε “όχι” για να τσιμεντώσει δήθεν το “ναι”, επιμένει στον αστείο ισχυρισμό, ότι είχε άδικο το 76% και δίκαιο το 24%. Ενώ το λογικό θα ήταν το ακριβώς αντίστροφο.

Κατανοούν ασφαλώς, κι ας μην το λένε, ότι η απόφαση του λαού ήταν ξεκάθαρη: Ψήφισε “όχι”, γνωρίζοντας ότι στο ψηφοδέλτιο υπήρχαν μόνο το ΟΧΙ και το ΝΑΙ (όπως και στην τρομοκρατική διαδικασία του Ανάν). Το “όχι μεν αλλά” ή το κυπριακό φυγόμαχον “εγιώ εντζιαι…”, υπήρχαν μόνο στους κομματικούς εγκεφάλους, που ήθελαν απλώς να περιφρουρήσουν τα κουκιά τους, κυρίως και ενόψει των ευρωεκλογών που πλησίαζαν αμείλικτα. Οι εκ των υστέρων παρερμηνείες και τα μασημένα λόγια των κομματικών αρχηγών, που αισθάνθηκαν ,πολύ έντονα αυτη τη φορά, να γίνεται χαώδης η απόσταση που τους χωρίζει από τους ψηφοφόρους, έχουν τις εξηγήσεις τους:

Η σοφία τους…

Οι ευρωεκλογές επιβάλλουν να πεισθούν οι ψηφοφόροι ότι δεν πρέπει να εγκαταλείψουν το παραδοσιακό τους μαντρί, αλλά για να πεισθούν πρέπει να αποδειχθεί ότι οι αρχηγοί του “ναι” δεν είχαν λάθος, ήταν σοφοί και χρειάζεται να τους δώσουμε την ευκαιρία να αποδείξουν τη σοφία τους. Έστω κι αν αυτό σημαίνει ότι η Κύπρος θα καταδικαστεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Αμερική, ότι διατηρεί κάποιο ασαφές αλλά αποκρουστικό φασιστικό καθεστώς που εξανάγκασε τους πολίτες να ψηφίσουν “όχι” παρά τη θέλησή τους. (Αντί να βρουν ένα τρόπο να κλείσει όπως -όπως και να ξεχαστεί αυτή η ρυπαρή σελίδα των καταγγελιών Αναστασιάδη, προσπαθούν να τις στοιχειοθετήσουν, επιδεινώνοντας την ήδη δύσκολη θέση της Κύπρου.) Φτάνουν στο σημείο, για την εξυπηρέτηση αυτής της μικρόνοιας, να πανηγυρίζουν ενθουσιασμένοι και να αγαλλιούν, ακόμα και όταν οι Βρετανοί και οι Αμερικανοί μεθοδεύουν εκδικητικές ενέργειες σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας! Δυστυχώς, για την Κύπρο, αυτό είναι τώρα το σοβαρότερο πρόβλημα. Όχι τόσο οι απειλές, που υπαγορεύονται κυρίως από τους Βρετανούς και τους Αμερικανούς, για αναβάθμιση του κατοχικού κράτους, αλλά περισσότερο το ότι η κομματική κραιπάλη (που αναβαθμίζεται τώρα. ποσοτικά, με τις ευρωπαϊκές εκλογές) και η πολιτική μωρία των ηγετών, που γεύτηκαν την αποτυχία αλλά δεν θέλουν να την παραδεχθούν, δεν επιτρέπει τους κατάλληλους χειρισμούς.

Για την αντιμετώπιση των βρετανικών σεναρίων σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, θα έπρεπε να εκ-στρατεύσει η ηγεσία (όχι μόνο η κυβέρνηση και όχι μόνο η Λευκωσία, αλλά και η Αθήνα) σε όλη την Ευρώπη και να οργανώσει στρατηγική για να αποτρέψει πιθανές ενοχλητικές εξελίξεις. Υπάρχουν και οι τρόποι (νομικοί και πολιτικοί) και η επιχειρηματολογία. Αλλά, μάλλον οι ταγοί του τόπου προτιμούν να εμφανιστούν σύντομα κάποιες αρνητικές εξελίξεις, όπως π.χ. η πραγματοποίηση της αμερικανό – βρετανικής απειλής για παράκαμψη της Κυπριακής Δημοκρατίας και απευθείας πτήσεις στο αεροδρόμιο της κατεχόμενης Κύπρου, μόνο m μόνο για να μπορέσουν μετά θριαμβευτικά να επικαλεστούν τη σοφία τους και να ξανακερδίσουν την εύνοια του λαού, που θα αντιληφθεί σχεδόν δια της βίας ότι πληρώνει συνέπειες επειδή δεν τους υπάκουσε.

Πίστη στα αποτυχημένα στερεότυπα Ο δεύτερος λόγος αφορά κυρίως την απουσία πολιτικής βούλησης και οράματος (όπως λένε και οι αυτοαποκαλούμενοι εκσυγχρονιστές της νέας τάξης) που θα δημιουργούσε συνθήκες για απεγκλωβισμό από τα στερεότυπα τριάντα χρόνων και επανασχεδιασμό στρατηγικής, που θα ανατρέψει το υφιστάμενο (και αποτυχημένο σύμφωνα με το 76% των Ελληνοκυπρίων) πλαίσιο αναζήτησης λύσης. Με σκοπό ασφαλώς, τον προσανατολισμό της όποιας διαπραγμάτευσης στην αναζήτηση ρεαλιστικής λύσης ευρωπαϊκών προδιαγραφών, που θα λαμβάνει υπόψη τις διεθνείς και τοπικές πραγματικότητες, αλλά και τη δικαιοσύνη και τη δημοκρατία και την ανεξαρτησία και τη λειτουργικότητα… Δεν περίμενε κανένας φυσικά ότι από μόνη της η ένταξη θα ανέτρεπε το έως τώρα “διαπραγματευτικό κεκτημένο” που, με όποιες παραλλαγές, θα οδηγεί πάντα στα ίδια μεταποικιακά σχέδια διευθέτησης.

Όμως, το συντριπτικό “όχι” του λαού έδωσε μια θαυμάσια ευκαιρία για γενναίες και ανατρεπτικές προοπτικές, που προϋποθέτουν όμως, για να αποδώσουν, θαρραλέους ηγετικούς χειρισμούς και όχι κλαψουρίσματα και αλληλοϋπονόμευση. Ακόμα και αν δεχθούμε ότι η επιλογή που πρέπει πια να γίνει είναι ανάμεσα στην καθαρή διχοτόμηση (και όχι τη συγκαλυμμένη του σχεδίου Ανάν) ή στη συμβίωση των δυο κοινοτήτων σε ένα πλαίσιο λειτουργικής ομοσπονδίας χωρίς επεμβατικά δικαιώματα και εγγυημένες περιπέτειες. Αλλά, πάντως, δεν μπορεί πλέον να βρίσκεται ανάμεσα στις επιλογές το σχέδιο Ανάν. Η επιμονή σε μια μεθοδευμένη επαναφορά του σχεδίου σε δεύτερο δημοψήφισμα (λες και τώρα υπάρχει η εμπειρία για να εξαπατηθούν οι πολίτες!) δείχνει απλώς την ανικανότητα μιας ηγεσίας, η οποία αποδοκιμάστηκε δια βοής, να συμπορευτεί με το λαό και τις ανησυχίες του. Αυτό βεβαίως δεν διαφέρει καθόλου από τη συμπεριφορά μειοψηφούντων φασιστοειδών, που επιβάλλονται δια της βίας στις πλειοψηφίες. Και εδώ και αλλού και πάντα, αυτά τα μειοψηφουντα φασιστοειδή πιστεύουν ότι επιτελούν εθνοσωτήριο έργο και ότι κάποτε η ιστορία θα αποδείξει πόσο δίκαιο είχαν…

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ