Αρχική » Αλ. Α. Χρύσης: Ο Μαρξ της εξέγερσης στον κήπο του Επίκουρου

Αλ. Α. Χρύσης: Ο Μαρξ της εξέγερσης στον κήπο του Επίκουρου

από Άρδην - Ρήξη

της Α. Λυδάκη, από το Άρδην τ. 48-49, Αύγουστος 2004

ΕΝΑΣ ΑΛΛΟΣ ΜΑΡΞ, παραγνωρισμένος εν πολλοίς από τους μελετητές που περιορίζονται συνήθως στην πολιτική του οικονομία, προβάλλει στο εξαιρετικό πόνημα του Αλέξανδρου Χρύση. Είναι ο επικούρειος Μαρξ, ο ρομαντικός επαναστάτης της δράσης, ο άγγελος της χαράς και της ελευθερίας που αμφισβητεί τις ουτοπικές τελεολογίες. Η άρνηση της σιδηράς νομοτέλειας και η ρήξη του στοχαστή μ’ αυτό που σήμερα θα ονομάζαμε “επιστημονισμό” χαρακτηρίζουν το νεανικό κείμενο του, όπου η επικούρεια αταραξία συναντάται με την προμηθεϊκή εξέγερση. Η διεισδυτική ματιά του Αλέξανδρου Χρύση αναδεικνύει μια φιλοσοφία ποιητική που συνδυάζει τον διαφωτιστικό λόγο με τη ρομαντική ψυχή και μας καλεί να σταθούμε κριτικά απέναντι στις “μεγάλες αφηγήσεις”, χωρίς να εξαιρούμε και τον ίδιο τον μαρξισμό.

Η διδακτορική διατριβή του εικοσαετούς Μαρξ με θέμα τη Διαφορά της δημοκρίτειας και επικούρειας φυοικής φιλοσοφίας, αποτελεί ένα έργο με ιδιαίτερη σημασία, τόσο φιλοσοφική όσο και κοινωνικοπολιτική. Στο κείμενο -ένα “κείμενο καμπής”, “κείμενο μάχης”, “κείμενο αυτοσυνειδησίας”, όπως το χαρακτηρίζει ο Α.Χ.-διαφαίνεται ο φιλοσοφικός ρεαλισμός που παίρνει τη θέση του ρομαντικού κόσμου του εφήβου, η μετάβαση από το ον στο δέον, από την ακραία ιδεαλιστική ποίηση και το όνειρο στην πραγματικότητα, “στο ζωντανό κόσμο της σκέψης, όπως είναι το δίκαιο, η πολιτεία, η φύση κι ολόκληρη η φιλοσοφία”, γράφει ο συγγραφέας. Η ρομαντική προσωπικότητα, όμως, που αναδύεται μέσα από το κείμενο δεν αποσύρεται από την πραγματικότητα, αλλά εξεγείρεται πιστεύοντας στην πραγμάτωση εκείνου που φαίνεται ανέφικτο.

Το έργο του Α.Χ. αποτελείται από την Εισαγωγή, τρία κεφάλαια και τον επίλογο.

Στην εισαγωγή ο συγγραφέας τονίζει τη σπουδαιότητα, αλλά και την αναγκαιότητα της εκ νέου ανάγνωσης του Μαρξ στον 21ο αιώνα, καθώς γεγονότα κοσμοϊστορικής σημασίας, όπως η κατάρρευση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού, άλλαξαν το ιστορικό τοπίο και παράλληλα η τελευταία δεκαετία δείχνει ότι η μαρξική και μαρξιστική σκέψη δεν έχουν ιστορικά εξουδετερωθεί. Όμως, κάτω από τις συνθήκες που διαμορφώθηκαν, όλα φαίνονται να απαιτούν μια νέα ματιά, ένα κοίταγμα από την αρχή, αφού με την αυτοκριτική και του ίδιου του σοσιαλισμού ξεκαθαρίσει το τοπίο. Σ’ αυτό στοχεύει και η κριτική παρουσίαση της διδακτορικής διατριβής του Μαρξ από τον Α.Χ.

Στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου ο συγγραφέας περιγράφει τη φοιτητική διαδρομή του Μαρξ από τον Οκτώβριο του 1835. Εδώ παρουσιάζεται ο νεαρός ποιητικός Μαρξ μέσα από την αλληλογραφία με τον πατέρα του και τα ποιήματά του, σχολιάζονται οι επιδράσεις από τον Schlegel και τη φιλοσοφία του Hegel και ανιχνεύεται η πορεία από τον ρομαντισμό και την έξαρση της ατομικότητας προς την αυτοσυνειδησία και την κριτική της θεωρίας μέσα και από τη σχέση του με τον Bauer. Ο Χρύσης ακολουθεί βήμα προς βήμα τη σκέψη του Μαρξ προσπαθώντας να αναδείξει τα σημεία και τις εσωτερικές ανάγκες που ώθησαν τον νεαρό, αδύνατο και αδύναμο Μαρξ να αποσυρθεί στο προάστιο του Βερολίνου και να εκφράσει την πρότασή του για εξέγερση και ελευθερία. Ποιητής, ερωτευμένος, μοναχικός δεν αποσύρεται βεβαίως, αλλά στρέφεται με πάθος προς τη ζωή, τη δράση και τη ρήξη προς τις εξουσιαστικές δομές του κόσμου.

Στο δεύτερο κεφάλαιο αναφαίνεται η διαφορά της χεγκελιανής φιλοσοφίας προς τη μαρξική φιλοσοφία της αυτοσυνειδησίας και σχολιάζονται οι απόψεις του Hegel για τον Επίκουρο, η ρήξη του τελευταίου προς την τελεολογική σύλληψη του κόσμου και η ανάδειξη της δυναμικής του υποκειμένου. Ο σοφός, σύμφωνα με τον Επίκουρο, είναι εκείνος που επιτυγχάνει την αταραξία ως αποτέλεσμα βαθιάς πνευματικής καλλιέργειας και ελευθερίας κυρίως από τον φόβο, τον πόθο, τον πόνο και την ταραχή.

Ο Μαρξ θεωρεί εντελώς διαφορετικές τις στάσεις ζωής που προτείνονται μέσα από τη φιλοσοφία του Δημόκριτου και του Επίκουρου. Στην προσωκρατική φιλοσοφία απουσιάζει η υποκειμενική μορφή και κυριαρχεί το γενικό με τη μορφή του νόμου, γι’ αυτό και σι σοφοί είναι απομακρυσμένοι από τον λαό. Με τον Σωκράτη, τους σοφιστές και κυρίως με τον Επίκουρο γίνεται η στροφή προς την αυτονόμηση και αναδεικνύεται η υποκειμενικότητα που δεν υποτάσσεται στην εξουσία -θεϊκή και ανθρώπινη- και διεκδικεί αναζητώντας την αλήθεια.

Ο Δημόκριτος στέκεται στην αντίπερα όχθη απ’ όπου απουσιάζει το υποκειμενικό στοιχείο. Σύμφωνα με τον Μαρξ, ο Δημόκριτος είναι ο σκεπτικιστής στοχαστής που θεωρεί την “αισθητή πραγματικότητα” υποκειμενική επίφαση του κόσμου και αναζητεί την αλήθεια στην εμπειρική γνώση. Αντίθετα, ο Επίκουρος έχει την ακλόνητη βεβαιότητα ότι με τις αισθήσεις γίνεται αντιληπτή η αλήθεια και, απορρίπτοντας την επιστημονική γνώση με την έννοια της θετικής επιστήμης, στρέφεται προς τα ενδότερα του εαυτού του. Ουσιαστικά, δηλαδή, ο Μαρξ αναδεικνύει τη διαφορά ανάμεσα στη μεθοδική ανάλυση δεδομένων του αντικειμενικού κόσμου του Δημόκριτου και τη μέθοδο και γνώση ενός τρόπου ζωής που απελευθερώνει τον άνθρωπο από τον φόβο της εξουσίας. Η αναγκαιότητα που διακρίνει το έργο του Δημόκριτου διαφέρει από την αφηρημένη δυνατότητα του υποκειμένου του Επίκουρου, το οποίο συγκρούεται με κάθε έννοια αναγκαιότητας και μοιρολατρείας. Ο Επίκουρος αποδέχεται την απόκλιση ως ελευθερία και “σπάσιμο των δεσμών της ειμαρμένης” και αρνείται την ευθυγράμμιση και την αδιαφοροποίητη ύπαρξη. Η ελευθερία όμως αναδύεται μόνο έξω από τη χρονικότητα, στη φάση της απόκλισης, της εξέγερσης, της επανάστασης, και ουσιαστικά αποτελεί συνώνυμο της επικούρειας αταραξίας.

Και η φιλοσοφία αυτή που στρέφεται στο υποκείμενο γίνεται στάση ζωής και όχι προσπάθεια ερμηνείας των φαινομένων, καταφάσκει στο εδώ και τώρα και αρνείται τη στέρηση προκειμένου να εξασφαλιστεί μια μελλοντική ουράνια λύτρωση.

Στο τρίτο κεφάλαιο ο Α.Χ. σχολιάζει την έννοια της ελευθερίας, όπως αυτή εκλαμβάνεται από τον Μαρξ μέσα από τη διατριβή του και τη συνδέει με το μεταγενέστερο μαρξιστικό έργο, θέτοντας το ερώτημα “ποίου είδους μαρξιστής επιλέγει κάποιος να είναι”. Εντούτοις ο νεαρός ρομαντικός Μαρξ ωριμάζοντας δεν αποκηρύπει τον Επίκουρο. Το επικούρειο στοιχείο δεν καταλύεται από το αριστοτελικό. Οι δρόμοι της ελευθερίας υπάρχουν πάντα. Η στιγμή ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον είναι η μόνη δική μας και αυτή οδηγεί στην εξέγερση και την ελευθερία: “Η διαλεκτική της Άρνησης που διατυπώνει ο επικούρειος Μαρξ σημαίνει θάνατο στο θάνατο που μας οδηγεί η ευθύγραμμη πτώση μας στην άβυσσο της ανάγκης, σημαίνει όμως και έρωτα, πόθο για μια νέα ζωή που γεννιέται μέσα από την ακαριαία απόκλιση και το πάθος της ανατροπής.” (σελ. 132)

Η ελευθερία είναι συμβατή μόνο με το πρότυπο της εξέγερσης, με τη στιγμή της γιορτής, το διονυσιακό μεσοδιάστημα ανάμεσα σε δύο θανάτους, γιορτή όπως εκείνες της γαλλικής Κομμούνας του 1871 και της Οκτωβριανής Επανάστασης.

Ο Μαρξ στη Διαφορά της δημοκρίτειας και επικούρειας φυσικής φιλοσοφίας ευαγγελίζεται τη δράση. Μας καλεί να σταθούμε κριτικά απέναντι στις μεγάλες αφηγήσεις, να αφήσουμε την αμφιβολία να τις υπονομεύσει και να οδηγήσει στην υποψιασμένη δράση που σημαίνει, “πριν και πάνω απ’ όλα, ένταξη σε μια δυναμική άρνησης όχι μόνο του αντιπάλου, αυτού που διακρίνουμε απέναντι μας, αλλά και του ίδιου μας του εαυτού. Ο φόβος, η αγωνία, η οδύνη, μα και η εξιδανίκευση, αυτό το βαθύτερα ‘υπαρξιακό’ σαράκι της ιδεολογίας, φωλιάζουν μέσα μας, στις δικές μας προκαταλήψεις και δεισιδαιμονίες Δεν είναι το ψέμα, δεν είναι ο θάνατος που στρέφει εναντίον μας ο εχθρός στην προσπάθειά του να κάμψει την αλήθεια μας. Είναι το εντός μας ψέμα, ο εντός μας θάνατος, που μαστίζει ‘εκ των ένδον’ τον κόσμο μας’ με τον εαυτό μας λοιπόν -ατομικό και συλλογικό- πρέπει πάνω και πρώτα απ’ όλα να αναμετρηθούμε” (σελ. 153).

Η νέα υποκειμενικότητα που προτείνει ο επικούρειος Μαρξ υποψιάζεται, τολμά να αποκλίνει και να αυτοσχεδιάσει, αρνείται τον προσχεδιασμό και καλεί για δράση εκείνους, “για τους οποίους η χαρά της ελευθερίας από την ύπαρξη δε σκιάζεται και, πολύ περισσότερο, δεν ακυρώνεται από τις αναμφισβήτητες τραγωδίες του χθες και από τις εξίσου βέβαιες καταρρεύσεις του αύριο” (σελ. 160).

Ο λόγος του Α.Χ. δείχνει ότι το έργο του Μαρξ τον αγγίζει βαθιά -ίσως γι’ αυτό η γραφή του δεν έχει καμιά σχέση με ό,τι έχουμε συνηθίσει στις μαρξιστικές αναλύσεις. Το βιβλίο διαβάζεται απνευστί και είναι ιδιαίτερα επίκαιρο στους ζοφερούς καιρούς – μια “βόλτα” στους επικούρειους κήπους μπορεί ίσως να ενθουσιάσει και να ξαναζεστάνει τις καρδιές.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ