Ιδεολογίες και ιδεοληψίες
Του Σπύρου Κουτρούλη
Ο Γιάννης Καλιόρης είναι ένας από τους καλύτερους γνώστες και χειριστές της ελληνικής γλώσσας. Παρότι από το 1971 μέχρι το 2005 υπήρξε καθηγητής στο πανεπιστήμιο Βενσέν του Παρισιού δεν έπαψε ποτέ να παρακολουθεί από κοντά τα ελληνικά πράγματα. Εμβληματικά υπήρξαν ιδιαίτερα τα κείμενά του όπου διατυπώνει την ανησυχία για τον επικείμενο αφελληνισμό της γλώσσας μας. Ανήκει στην ομάδα του φοιτητικού περιοδικού Πανσπουδαστική από το οποίο προέρχονται ο Γ. Χατζόπουλος, ο Σ. Ράμφος, ο Π. Κονδύλης, η Ι. Τσιβάκου, ο Κ. Βεργόπουλος, ο Κ. Σπαντιδάκης, ο Κ. Ψυχοπαίδης. Από τα σημαντικά δοκίμια που περιλαμβάνονται ξεχωρίζω αυτά που αρχικά δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Σημειώσεις. Το ένα αναφέρεται στον αιρετικό τροτσκιστή Α.Στίνα και τα υπόλοιπα αποτελούν διάλογο με τους πιο σοβαρούς εκπροσώπους της αντιεξουσιαστικής ιδεολογίας, όπως τον Φ. Τερζάκη και τον Γ. Λυκιαρδόπουλο.
Ο Α. Στίνας, σε αντίθεση με την 4η Διεθνή, εισηγήθηκε κατά τον Β΄ ΠΠ τον επαναστατικό ντεφαιτισμό, δηλαδή τη μετατροπή των πολέμων σε εμφυλίους ακολουθώντας πιστά την συνταγή του Λένιν κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οπότε θα χαρακτηρίσει «γεμάτο σοβινιστικό δηλητήριο» το γράμμα με το οποίο ο Ζαχαριάδης καλούσε από τη φυλακή τους κομμουνιστές να δώσουν όλες τις δυνάμεις για την απόκρουση της ιταλικής εισβολής ενώ μετά τον πόλεμο θα αποφανθεί ότι «το ΕΑΜ ήταν στην οργανωτική του διάρθρωση και στην κοινωνική του σύνθεση ό,τι ακριβώς ήταν και στην πολιτική του. Ένα εθνικιστικό κίνημα στην υπηρεσία του ιμπεριαλιστικού πολέμου» (σελ.204,205). Ο Καλιόρης απαντά, «στην προκειμένη περίπτωση αυτό σήμαινε πάλη εναντίον των ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ κ.λπ., και γενικά της απανταχού στην Ευρώπη οργανωμένης αντίστασης, και βέβαια όχι εναντίον των εγκαθέτων από τους ναζήδες κυβερνήσεων, διότι θα ήταν σαν να τα έβαζαν και με τους ίδιους τους Γερμανούς, πράγμα που θα ‘‘εξαγρίωνε’’ τον ένστολο Γερμανό προλετάριο και θα παρεμπόδιζε την αφύπνιση της ταξικής του συνείδησης. Δηλαδή δεν επρόκειτο καν για διμέτωπο αγώνα. Το ίδιο άλλωστε και με την κατά κυριολεξίαν μπουρζουαζία, οπότε γεννιέται η απορία: Ενάντια σε ποιαν ‘‘εθνική μπουρζουαζία’’ θα μπορούσαν να στραφούν, αφού οικονομία και κράτος ελέγχονταν από τους κατακτητές, που πάλι θα εθίγονταν κατ’ ανάγκη και οι ίδιοι και μάλλον θα ‘‘εξαγριώνονταν’’ περισσότερο παρά θα επαναστατούσαν εναντίον του ναζιστικού καθεστώτος που είχε υποτάξει και τη δική τους ‘‘εθνική μπουρζουαζία’’» (σελ. 208,209). Ο Στίνας δεν διέκρινε τις ουσιώδεις διαφορές ανάμεσα στον Α΄ και στον Β΄ ΠΠ που οφείλονται στην υφή της ναζιστικής ιδεολογίας από την οποία «κινδύνευαν καίρια τα ίδια τα θεμέλια του πολιτισμού» (σελ. 215). Οι Γερμανοί ήταν ανεπηρέαστοι σε κάθε διεθνιστική πρόσκληση καθώς επρόκειτο για «αφιονισμένους πολεμιστές, αδιάβροχους σε κάθε διαφορετική εμπειρία ή επιχείρημα, οι οποίοι έβλεπαν τους άλλους σαν εμπόδια και σκουπίδια που έπρεπε να σαρωθούν» (σελ. 218). Τελικά η ομάδα Στίνα «έμεινε ξεκρέμαστη και τυφλή και μοιραία το αποτέλεσμα στάθηκε ασύμπτωτο προς την πρόθεση» (σελ.226).
Ανάμεσα στα δοκίμια περιλαμβάνεται ο επικήδειος του Π. Κονδύλη, που παρά το μεγάλο συναισθηματικό βάρος της στιγμής που γράφτηκε και εκφωνήθηκε, αποτελεί μια πυκνή και ρεαλιστική αποτίμηση της προσωπικότητας και του έργου του.
Ο Γ. Καλιόρης παραμένει πάντα διαλεκτικός, ένας εραστής του λόγου και των επιχειρημάτων, ένας έμπρακτος υμνητής της ελληνικής γλώσσας. Για αυτό και οι διαφωνίες του παλαιότερα με τον Σ. Ράμφο (βλέπε ιδιαίτερα το βιβλίο του Η κοινωνία της ορθοπεταλιάς) και πιο πρόσφατα με τον Γ. Λυκιαρδόπουλο και τον Φ.Τερζάκη δεν υπήρξαν η αιτία να διαρραγούν οι φιλικές σχέσεις που διατηρεί με αυτούς τους στοχαστές.