Αρχική » «Όλες οι γυναίκες του προέδρου»

«Όλες οι γυναίκες του προέδρου»

από Άρδην - Ρήξη

JFK, μύθος και πραγματικότητα

του Κωνσταντίνου Μαυρίδη

Στις 22 Νοεμβρίου του 1963 ο Τζον Φιτζέραλντ Κένεντυ, 35ος πρόεδρος των ΗΠΑ, δολοφονήθηκε στο Ντάλας του Τέξας. Το πλήγμα ήταν μεγάλο για τις Ηνωμένες Πολιτείες και, ομολογουμένως, ο θάνατός του θρηνήθηκε υπέρ το δέον από την πλειονότητα των Αμερικανών πολιτών κι έγινε η αφορμή για να υφανθεί ο μύθος του «Κάμελοτ» και της υποτιθέμενης «χαμένης ευκαιρίας» να διορθωθούν όλα τα κακώς κείμενα της αμερικανικής κοινωνίας. Παρά ταύτα, ίσως οι σφαίρες του ή των δολοφόνων να διέσωσαν τη φήμη του προέδρου στην αιωνιότητα, καθώς τον Νοέμβρη του ‘63 ετοιμαζόταν να ξεσπάσει ένα ασύλληπτο εξωσυζυγικό σκάνδαλο ή μάλλον σκάνδαλα, που πιθανόν θα έβαζαν τέρμα στις όποιες προσπάθειες επανεκλογής στις εκλογές του 1964 και ίσως να είχαν ως αποτέλεσμα την ατιμωτική καθαίρεση του JFK, πριν τη λήξη της πρώτης θητείας του.

Για τις σχέσεις του JFK με το γυναικείο φύλο έχουν γραφεί πολλά και όχι άδικα. Ως γόνος μιας από τις πλέον πλούσιες και καλά δικτυωμένες οικογένειες των ΗΠΑ, είχε μάθει από μικρός να δοκιμάζει «όλα τα γλυκά στο μαγαζί», αλλά με μία διαφορά σε σχέση με τον πατέρα και τα αδέλφια του που είχαν πλείστες όσες εξωσυζυγικές σχέσεις. Ως άνθρωπος, δεν ήξερε και ούτε έμαθε ποτέ τι σήμαινε η λέξη όριο, ούτε ως εργένης ούτε ως παντρεμένος γερουσιαστής, ούτε και ως πρόεδρος. Έχει μείνει χαρακτηριστική η ρήση του στον εμβρόντητο Βρετανό πρωθυπουργό, Χάρολντ ΜακΜίλαν, τον Απρίλιο του ’61 πως «αν δεν έχω κάθε μέρα μια καινούργια κατάκτηση με πιάνουν τρελές ημικρανίες».

Δυστυχώς για τον JFK, μπορεί οι ημικρανίες του να ήταν ελάχιστες, αλλά τα προβλήματα υγείας του ήταν πάμπολλα και δύσκολα στην ίαση· ένα από αυτά πιθανώς εξηγεί και την εκπληκτική του υπερσεξουαλικότητα. Εκτός από υποθυρεοειδισμό, υπέρταση και χρόνιους πόνους στη μέση, ο JFK έπασχε εκ γενετής από την νόσο του Άντισον, ένα αυτοάνοσο νόσημα που προσβάλλει τα νεφρά και προκαλεί χρόνια κόπωση. Η αντιμετώπιση της συγκεκριμένης ασθένειας εκείνη την εποχή επέβαλλε γενναίες δόσεις τεστοστερόνης και κορτιζόνης που είχαν ως αποτέλεσμα την εκτόξευση της λίμπιντο του ασθενούς στη στρατόσφαιρα. Αν προσθέσεις σε όλα αυτά και το γεγονός ότι η ασθένειά του επανερχόταν με οξείς, επίπονες κρίσεις, πράγμα που τον ανάγκασε να μεταλάβει τέσσερις φορές, όταν το τέλος φάνηκε κοντά, ο JFK είχε την πεποίθηση ότι δεν θα ζούσε πολύ κι είχε αποφασίσει να τα κάνει «όλα» όσο ακόμη μπορούσε.

Το πρώτο μεγάλο σκάνδαλο στο οποίο ενεπλάκη έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια του Β΄ ΠΠ, χρόνια πριν ασχοληθεί με την πολιτική και όταν ο JFK υπηρετούσε στην Υπηρεσία Πληροφοριών του Ναυτικού, στην Ουάσιγκτον. Τότε έμπλεξε με μία παντρεμένη Δανέζα δημοσιογράφο, ονόματι Ίνγκα Άρβαντ. Ο ερωτευμένος Κέννεντυ την αποκαλούσε «Ίνγκα Μπίνγκα», αλλά το FBI την θεωρούσε κατάσκοπο των ναζί και όχι άδικα. Η Άρβαντ είχε παραστεί στον γάμο του Χέρμαν Γκέρινγκ, γνώριζε προσωπικά τον Χίτλερ και το διαμέρισμά της ήταν γεμάτο από κοριούς του FBI που κατέγραφαν τις περιπτύξεις της με τον νεαρό Κέννεντυ. Τελικά, απελάθηκε από τις ΗΠΑ και ο JFK απέφυγε την αποπομπή του από το ναυτικό μόνο μετά την παρέμβαση του πατέρα του, αλλά ο φάκελός του στο FBI συνέχισε να γεμίζει, ειδικά όταν εκλέχτηκε γερουσιαστής για την Μασαχουσέτη, το 1953.

Το 1960, με τον Κέννεντυ τζούνιορ να είναι υποψήφιος του Δημοκρατικού Κόμματος για την προεδρία, ο πατέρας του (που είχε γίνει πάμπλουτος κάνοντας λαθρεμπόριο αλκοόλ την εποχή της ποτοαπαγόρευσης) χρησιμοποίησε τις παλιές του διασυνδέσεις με τη μαφία του Σικάγου και συγκεκριμένα τον Σαμ Τζιανκάνα, για ν’ αποσπάσει την ψήφο των εργατικών σωματείων υπέρ του JFK. Το τυράκι για τους μαφιόζους ήταν να τους παραδοθεί το Λας Βέγκας για ξέπλυμα χρήματος και επενδύσεις στα καζίνο, όπου επικρατούσε ο «νόμος της ερήμου», δηλ. κανένας νόμος. Για να επισφραγιστεί η συμφωνία, ο Πατήρ Κέννεντυ έστειλε τον υιό στο Λας Βέγκας, τον Φεβρουάριο του ’60, για ολιγοήμερη ξεκούραση από την προεκλογική εκστρατεία.

Πού να ’ξερε τι έμελλε να συμβεί. Με το που προσγειώθηκε στο Λας Βέγκας, ο JFK ξεκίνησε ένα ατελείωτο πάρτυ με τους «αρουραίους» (Φρανκ Σινάτρα, Ντιν Μάρτιν, Σάμυ Ντέιβις κ.λπ.) οι οποίοι τον αποκαλούσαν χαϊδευτικά «το θρασύ μωρό». Την πρώτη κιόλας βραδιά, ο υπαρχηγός του Τζιανκάνα, Τζόνυ Ροσέλι, έριξε στο κρεβάτι του JFK την Τζούντιθ Κάμπελ, μια διαζευγμένη καλλονή από το Λος Άντζελες και ο μέλλων πρόεδρος (παντρεμένος με την Τζάκυ Μπουβιέ από το 1954) απήλαυσε όλες τις υπόλοιπες νύχτες της παραμονής του στο Λας Βέγκας στην αγκαλιά της. Προφανώς, σε αυτήν την περίπτωση, «ό,τι συνέβη στο Βέγκας, δεν έμεινε στο Βέγκας» και οι μαφιόζoι «κρατούσαν» τον JFK πριν καν γίνει πρόεδρος. Το ειδύλλιο με την Κάμπελ κράτησε μήνες (έχουν καταγραφεί πάνω από 70 τηλεφωνήματα ανάμεσα στον Λευκό Οίκο και το σπίτι του Ροσέλι που διέμενε η Κάμπελ και που παρακολουθούνταν από το FBI), μέχρι που επενέβη ο Έντγκαρ Χούβερ, χρησιμοποιώντας τα στοιχεία καταγραφής για να εκβιάσει με τη σειρά του και να σιγουρέψει τη θέση του ως διευθυντής του FBI με τη νέα κυβέρνηση.

Όσο για τον JFK, προφανώς, δεν του έκανε καμία εντύπωση το επεισόδιο μιας και, μόλις δύο μέρες μετά την παρέμβαση Χούβερ, ο πρόεδρος πετούσε για την Καλιφόρνια για να συναντηθεί με τη σούπερ σταρ του Χόλυγουντ και παρακολουθούμενη από το FBI ως φιλοκομμουνίστρια, Μέριλυν Μονρό. Όταν η συναισθηματικά ασταθής Μονρό θα βρισκόταν νεκρή στο σπίτι της, στις 5 Αυγούστου 1962, στο κομοδίνο υπήρχε ένα χαρτάκι με το προσωπικό τηλέφωνο του προέδρου στον Λευκό Οίκο. Κι άλλο πιπεράτο υλικό για τους πανταχού παρόντες κοριούς του Χούβερ. Στο ενδιάμεσο, ο αθεόφοβος JFK είχε το θράσος να συνάψει ερωτικές σχέσεις με τη νεαρή ασκούμενη στον Λευκό Οίκο, Μίμι Άλφορντ (φωτογραφία της οποίας διασώζεται καθώς ο πρόεδρος την πετάει μέσα στην πισίνα του προεδρικού μεγάρου), την Μαρλέν Ντίτριχ αλλά και με την Πάμελα Τέρνερ, εκπρόσωπο τύπου της συζύγου του, Τζάκυ Κένεντυ.

Το καλοκαίρι του ’63, με το σκάνδαλο Προφιούμο να μαίνεται στη Μεγάλη Βρετανία, δύο ονόματα εκ των εμπλεκομένων παραλίγο, κυριολεκτικά, να κάψουν τον JFK. Το πρώτο ήταν αυτό της τσεχικής καταγωγής και μάλιστα συγγενούς του προέδρου της Τσεχοσλοβακίας, Μαριάνας Νοβότνυ, η οποία είχε ισχυριστεί σε συνέντευξή της ότι, ενόσω εργαζόταν ως συνοδός στις ΗΠΑ, την εποχή που ο JFK είχε πρωτοεκλεγεί, είχε συνευρεθεί πολλάκις με τον νεοεκλεγέντα πρόεδρο και είχε αποδείξεις για τα λεγόμενά της. Το δεύτερο και το πιο επικίνδυνο ανήκε στην Έλεν Ρομέτς, την πρώην Ανατολικογερμανίδα και από το 1955 Δυτικογερμανίδα, συνοδό υψηλών προσώπων, που, μέσω του Μπόμπυ Μπέικερ, συμβούλου του Αμερικανού αντιπροέδρου Λύντον Τζόνσον, είχε προσφέρει τις υπηρεσίες της στον πρόεδρο και μάλιστα είχε λάβει τα εύσημα για τις «ικανότητές» της.

Και οι δύο κυρίες είχαν απελαθεί από τις ΗΠΑ, αλλά το σκάνδαλο σιγόβραζε υπογείως με κάποιες δεξιές εφημερίδες, συμφερόντων Χιρς, να επιθυμούν να προβούν σε αποκαλύψεις και τον υπουργό Δικαιοσύνης Ρόμπερτ Κέννεντυ να δρα ως πυροσβέστης, καταστέλλοντας πιθανές εστίες πυρός κατά του αδελφού του, αλλά και του ιδίου, νουθετώντας, απειλώντας, πληρώνοντας αδρά και τελικά συγκαλύπτοντας ένα σκάνδαλο που δεν θα ξεσπούσε ποτέ.

Τον Νοέμβριο του ’63 ο JFK θα πετούσε για το Ντάλας όπου, με τον μοναδικό της τρόπο, η τραγωδία της δολοφονίας του θα τον έκανε θρύλο και η δημόσια εικόνα του αδικοχαμένου προέδρου θα παρέμενε ηρωική και ηθική στο διηνεκές παρά το γεγονός ότι σε προσωπικό επίπεδο είχε καταργήσει κάθε ηθικό κανόνα.

Δημοσιεύθηκε στη Ρήξη Ιουλίου (#170)

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ