Αρχική » Όταν ο Στάθης Καλύβας ξεπέρασε σε εθνομηδενισμό τον Αντώνη Λιάκο

Όταν ο Στάθης Καλύβας ξεπέρασε σε εθνομηδενισμό τον Αντώνη Λιάκο

από Γιώργος Καραμπελιάς

Το παρακάτω άρθρο του Γιώργου Καραμπελιά για τον Στάθη Καλύβα και τον δεξιό εθνομηδενισμό που είναι ίδιος ή και χειρότερος από τον αριστερό, γράφτηκε πριν ακριβώς έναν χρόνο. Την προηγούμενη εβδομάδα προβλήθηκαν τα 2 πρώτα επεισόδια από το κατάπτυστο ντοκιμαντέρ του, που προβάλλεται από τον Σκάι και επιβεβαιώνει όλα όσα γράφονται στο κείμενο. Για το ντοκιμαντέρ θα επανέλθουμε σύντομα με αναλυτικά κείμενα.

Α.-Ρ.

του Γιώργου Καραμπελιά από το slpress.gr

Η υπέρβαση της παλιάς διχοτομίας μεταξύ ελληνικού έθνους και κράτους μπορεί να είχε δύο πιθανές απαντήσεις. Η μία θα ήταν η σύμπτωση επιτέλους των ελίτ και του λαϊκού σώματος γύρω από ένα πρόταγμα ανάταξης και αναβάθμισης του Ελληνισμού ως έθνους-κράτους πλέον, όπως είχε εν μέρει συμβεί από τα τέλη του 19ου αιώνα, μέχρι τη μεγάλη εθνική εξόρμηση του 1912-1920.

Η δεύτερη θα ήταν, αντίθετα, η ολοκληρωτική εγκατάλειψη του έθνους και της εθνικής διάστασης. Στην πρόσφατη ιστορία μας, ψήγματα της πρώτης απάντησης θα διαφανούν κατά την πρώτη μεταπολιτευτική περίοδο, μέχρι το 1989 περίπου, ενώ κατά τη δεύτερη μεταπολιτευτική περίοδο θα επικρατήσει συντριπτικά η δεύτερη επιλογή.

Οι ελίτ θα αναπαράγονται όχι πλέον σε σύνδεση, έστω και ανταγωνιστική με το λαϊκό σώμα, αλλά θα αναπαράγονται χωριστικά και θα απογειωθούν φαντασιακά και υλικά από την ελληνική πραγματικότητα. Για τις πολιτικές ελίτ, το ελληνικό έθνος-κράτος έχει ήδη μεταβληθεί σε μια επαρχία των Βρυξελλών και κατά συνέπεια έχει πάψει να υπάρχει ως έθνος. Αυτό εξέφραζε ιδεολογικά ο εθνομηδενισμός της πνευματικής και καλλιτεχνικής ελίτ.

Γι’ αυτό, πλέον, η αναπαραγωγή των ελίτ δεν θα γίνεται μέσω του όποιου θεσμικού, γλωσσικού, ή καταγωγικού, ή ακόμα και ταξικού διαφορισμού, αλλά μέσω της διαμόρφωσης μιας κοινής εθνομηδενιστικής “βουλγκάτας”, κυρίαρχης στα ΜΜΕ, την εκπαίδευση, τα Πανεπιστήμια, τους εκδοτικούς οίκους, τις ΜΚΟ, τον καλλιτεχνικό χώρο. Όσο για το έθνος, αυτό εκχωρείται σε μια ακαθόριστη “λαϊκιστική” πλειοψηφία που, παρά την επιμονή της στην παράδοση και τη θρησκεία, παραμένει υποτελής και εξαρτημένη από την κυρίαρχη εθνομηδενιστική ελίτ.

Καθώς λοιπόν τα παλαιά στεγανά μεταξύ έθνους και κράτους κατέρρευσαν και έθνος και λαός είχαν πλέον ταυτιστεί υλικά, η αναπαραγωγή των διαχωρισμών μεταξύ των ελίτ και του λαϊκού σώματος δεν θα μπορούσε να εκφραστεί ως αντίθεση στο εσωτερικό του έθνους, αλλά θα γίνει εξωτερική ως προς αυτό και θα μεταβληθεί σε απόρριψη του έθνους.

Ο ρόλος της αριστερής διανόησης

Γι’ αυτό και η Κατερίνα Σακελλαροπούλου θα ξιφουλκήσει στην πλέον εθνομηδενιστική εφημερίδα της χώρας, την Εφημερίδα των Συντακτών, ενάντια στην «τυραννία της πλειοψηφίας». Ακριβώς διότι οι κυρίαρχες α-εθνικές ελίτ της χώρας εκλαμβάνουν ως τυραννία την ύπαρξη του ίδιου του έθνους τους. Άλλωστε, ηγεμονικό ρόλο σε αυτή τη μετεξέλιξη θα διαδραματίσει η μεταλλαγμένη αριστερή διανόηση.

Αυτή θα μεταβάλει την παλιά δυσπιστία της Αριστεράς και των λαϊκών στρωμάτων έναντι του κράτους, καθώς και τον στρεβλό διεθνισμό της, σε απόρριψη της όποιας εθνικής διάστασης. Γι’ αυτό, εξάλλου, οι αριστεροί διανοούμενοι θα καταλάβουν την ηγεμονία σε όλα τα ιδρύματα των Τραπεζών και των εφοπλιστών (βλέπε, π.χ. ΜΙΕΤ, ίδρυμα Ωνάση, καθώς και σε όλα τα σχολεία της άρχουσας τάξης της χώρας: Κολλέγιο Αθηνών, Σχολή Μωραΐτη, κ.λπ.).

Αυτό το εγχείρημα εξελισσόταν σχετικά απρόσκοπτα, μιας και το μοντέλο του παρασιτικού εκσυγχρονισμού του Σημίτη έμοιαζε να θριαμβεύει. Οι ελληνικές ελίτ βάδιζαν απρόσκοπτα προς την πλήρη αποεθνικοποίησή τους, καθώς μάλιστα –το τερπνόν μετά του ωφελίμου– όλο και περισσότερο οι πηγές της χρηματοδότησής τους μεσολαβούνταν από τις Βρυξέλλες και τα περιβόητα ευρωπαϊκά προγράμματα.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως τις τελευταίες δεκαετίες, όταν πλέον τα μεταναστευτικά ρεύματα θα αφορούν πληθυσμούς απολύτως ασύμβατους με την ελληνική πολιτισμική ιδιοπροσωπία, το μεταναστευτικό ζήτημα θα αποκτήσει κομβικό ιδεολογικό και πολιτικό ρόλο. Οι ελληνικές εθνομηδενιστικές ελίτ της Αριστεράς και της Δεξιάς, σε συμμαχία με τη διεθνή της αποεθνικοποίησης, των ΜΚΟ και του Σόρος, θα δουν στη μετανάστευση την ευκαιρία για να “ξεφορτωθούν” επί τέλους τους ίδιους τους Έλληνες, το ίδιο το ελληνικό έθνος!Η ζωογόνος ελληνική παράδοση απέναντι στην Ελλάδα της υποτέλειας

Ζήτω η “μεγάλη αντικατάσταση”! 

Ο πατριάρχης του αριστερού ακαδημαϊκού μηδενισμού, Αντώνης Λιάκος, σε κείμενό του στη Lifo (20 Φεβρουαρίου 2020) θα υποστηρίξει πως το δημογραφικό πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί παρά μόνο μέσα από μια μεγάλη μεταναστευτική ένεση: «Μπορεί να φαίνεται αντιδημοφιλές, αλλά πρέπει να ειπωθεί κατηγορηματικά. Η Ελλάδα έχει ανάγκη τουλάχιστον ένα εκατομμύριο πρόσφυγες. Για να αντιμετωπίσει την πληθυσμιακή κατάρρευση. Εκείνο που θα έπρεπε να μας απασχολεί είναι το πώς θα τους ενσωματώσουμε… Αυτό είναι το μεγάλο ζήτημα των επόμενων χρόνων».

Εντούτοις, ένας διανοούμενος της Κεντροδεξιάς και μέλος της Επιτροπής Αγγελοπούλου για το 1821, ο Στάθης Καλύβας, θα τον ξεπεράσει προς την ίδια κατεύθυνση, διατυπώνοντας ένα συνεκτικότερο θεωρητικό σχήμα. Στις 3 Νοεμβρίου του 2019, θα υποστηρίξει πως δεν πρέπει να αγωνιζόμαστε αδίκως για να ανατάξουμε τη δημογραφία της χώρας.

«Θα πρέπει να αποδεχτούμε το γεγονός πως στην ανθρώπινη ιστορία στη μεγάλη της διάρκεια… η πληθυσμιακή καθαρότητα και σταθερότητα είναι μύθοι. Οι άνθρωποι μετακινούνται συνεχώς, είτε ειρηνικά είτε βίαια, με αποτέλεσμα ο πληθυσμός διαφόρων περιοχών να μεταλλάσσεται συνεχώς». Θα μας διαβεβαιώσει πάντως πως ακόμα και αν πάψουν να υπάρχουν οι Έλληνες, η Ελλάδα θα συνεχίσει να… κατοικείται, παρά τη «μεγάλη αντικατάσταση» που θα έχει λάβει χώρα, κυριολεκτικώς!

«Η Ελλάδα αποτελεί προνομιακό τόπο και στο κοντινό μέλλον θα τραβήξει ανθρώπους τόσο από πλούσιες χώρες που θα θέλουν να ζήσουν σ’ αυτή για την ποιότητα ζωής που μπορεί να προσφέρει, όσο και από φτωχές χώρες, οι οποίοι αναζητούν ασφάλεια και ελευθερία. Είναι, δηλαδή, εντελώς απίθανο η Ελλάδα να αδειάσει από ανθρώπους.

Θεωρώ επομένως πως εμείς, οι σημερινοί Έλληνες, έχουμε την ιστορική αποστολή, ως ένας κρίκος σε μια μακρά ανθρώπινη αλυσίδα που έζησε στον τόπο αυτόν, να μεταδώσουμε κάποιες πολύ σημαντικές αξίες μας στους ανθρώπους που θα μας διαδεχθούν στον τόπο αυτό, είτε συνδεόμαστε γονιδιακά μαζί τους είτε όχι».

Υπερθεματίζει το πολιτικό σύστημα

Ένας διανοούμενος στης Κεντροδεξιάς ξεπέρασε σε θεωρητική “τόλμη” (ή αναισχυντία αν προτιμάτε) τους αριστερούς διανοουμένους. Όμως, στο πεδίο της πολιτικής διαχείρισης, θα είναι ακόμα η Κεντροαριστερά του Γιώργου Παπανδρέου, του Καμίνη, στην Αθήνα, παρότι ο Μπακογιάννης προσπαθεί φιλότιμα να τον ξεπεράσει και η Αριστερά του Τσίπρα που θα προχωρήσουν περισσότερο στις πρακτικές της μαζικής και ταχείας ενοφθάλμισης μουσουλμανικών γκέτο στην ελληνική κοινωνία.

Άλλωστε, ο ίδιος ο Τσίπρας, τότε πρωθυπουργός, δήλωνε στη Βουλή (5 Μαρτίου 2019) σε συζήτηση για το δημογραφικό: «Αναφέρομαι στο κρίσιμο θέμα του μεταναστευτικού προβλήματος… Και πιστεύω ότι είμαστε μια χώρα που πρέπει να έχουμε εθνική υπερηφάνεια και εθνική αυτοπεποίθηση, να πιστεύουμε ότι η ενσωμάτωση ανθρώπων που έρχονται από άλλες χώρες εδώ δεν αποτελεί απειλή, αλλά αποτελεί πλούτο…

Εμείς, λοιπόν, θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για μια κοινωνία συμπεριληπτική, για μια χώρα που πρέπει να είναι πρότυπο συνύπαρξης και αλληλεγγύης, για μια χώρα που θα πρέπει να αγκαλιάζει τον πλούτο των παραδόσεων και των διαφορετικών καταγωγών, με δύο λόγια για την Ελλάδα των ανοιχτών οριζόντων…» Έτσι αυτά που ο Καλύβας αρθρώνει σε θεωρητικό πεδίο ο Τσίπρας τα προωθεί σε πολιτικό-πρακτικό.Ασταθής ισορροπία και το 2022 – Υπάρχουν γόρδιοι δεσμοί, όχι Αλέξανδρος…

Πλήρη απόσπαση από το λαϊκό σώμα

Η αναφορά του Τσίπρα δεν είναι οι Έλληνες, αλλά η «Ελλάδα των ανοικτών οριζόντων» με τις διαφορετικές καταγωγές και παραδόσεις της. Προφανώς, μια ανάλογη ιδεολογία χαρακτηρίζει όλες τις μεταμοντέρνες ελίτ της Δύσης, που επιθυμούν να εγκαταλείψουν την στενοχωρία των εθνικών κρατών και ταυτοτήτων και να μεταβληθούν σε “πολίτες του κόσμου”.

Παντού, όπως το έχουν υπέροχα παρουσιάσει οι Κρίστοφερ Λας, Κριστόφ Γκιλουΐ και Ζαν-Κλωντ Μισεά, στις δυτικές κοινωνίες οι ελίτ μετασχηματίζονται σε χωριστικές δυνάμεις, που επιδιώκουν την πλήρη απόσπασή τους από το λαϊκό σώμα. Άλλωστε, οι δικές μας ελίτ, όπως πάντα, αναπαράγονται «μουρμουρίζοντας σπασμένες σκέψεις από ξένες γλώσσες» (Γιώργος Σεφέρης, Μυθιστόρημα), πιθηκίζοντας τον Τόφλερ, την Μπάτλερ, τον Φουκώ, τον Αγκάμπεν.

Με μια “μικρή διαφορά”. Ότι εκεί πρόκειται για χώρες ισχυρές, που δεν απειλούνται στην ίδια τους την ύπαρξη όπως συμβαίνει με την Ελλάδα. Γι’ αυτό, εξάλλου, ο μεταμοντερνισμός των ελληνικών ελίτ είναι πολύ πιο ακραίος από εκείνον της Δύσης. Ο αποχωρισμός από το λαϊκό σώμα μετασχηματίζεται αναπόφευκτα σε εθνομηδενισμό, σε μια χώρα που το έθνος ο λαός και το κράτος απειλούνται στην ίδια την υπόστασή τους.

Ο θρίαμβος των εθνομηδενιστών

Εντούτοις, παρά τη ρήξη του κοινωνικού συμβολαίου μεταξύ ηγεσιών και λαϊκού σώματος, που αναδείχθηκε μέσα από την κρίση των μνημονίων και τη Συμφωνία των Πρεσπών, οι εγχώριοι εθνομηδενιστές έμοιαζαν να θριαμβεύουν, έχοντας επιτύχει να ελέγξουν τα δύο μεγαλύτερα κόμματα της χώρας.

Η Κεντροαριστερά, ήδη από την εποχή Σημίτη και Γιώργου Παπανδρέου, είχε εγκαταλείψει κάθε πατριωτική αναφορά. Η διαδικασία θα ολοκληρωθεί με την ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ ως νέου πόλου, ενός γενετικά εθνομηδενιστικού κόμματος. Παράλληλα, η εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της ΝΔ σηματοδοτούσε την επικράτηση των παγκοσμιοποιημένων τεχνοκρατικών ελίτ.

Οι ελίτ μπορούσαν λοιπόν να πανηγυρίζουν ότι είχαν διασφαλίσει “δύο στα δύο” και να επαίρονται ότι είχαν αποκτήσει την πλήρη ηγεμονία στο “σύστημα Ελλάδα”. Κυριαρχούσαν ήδη απόλυτα στον πολιτισμό, τα Πανεπιστήμια, τους εκπαιδευτικούς, τα ΜΜΕ και εφεξής στο σύνολο του πολιτικού συστήματος. Τι υψηλότερος συμβολισμός αυτής της ενότητας του πολιτικού-ιδεολογικού συστήματος από την εκλογή μιας διακηρυγμένης “αντι-εθνικίστριας” στην Προεδρία της Δημοκρατίας;

Όπως επίσης με την ανάθεση του εορτασμού των 200 χρόνων από την Επανάσταση σε μια επιτροπή του ενιαίου εθνοαποδομητισμού της Αριστεράς και της Δεξιάς, με τη Γιάννα Αγγελοπούλου, τον Στάθη Καλύβα, τον Αριστείδη Χατζή, τον Μαρκ Μαζάουερ, τον Νίκο Αλιβιζάτο, τον Αλέξη Πολίτη! Επρόκειτο για θρίαμβο, αλλά για θρίαμβο δομικά υπονομευμένο, όπως θα δούμε σε επόμενο άρθρο.

Διαβάστε επίσης:

Οι εθνομηδενιστικές ελίτ απέναντι στο έθνος

Άρδην τ. 122, κυκλοφορεί σε περίπτερα και βιβλιοπωλεία. Για έντυπες ή ηλεκτρονικές συνδρομές καλέστε στο 210-3826319 ή στείλτε ηλεκτρονικό μήνυμα στο perardin@gmail.com

Ακολουθήστε το Άρδην στο Facebook

Εγγραφείτε στο κανάλι του Άρδην στο Youtube

ΣΧΕΤΙΚΑ

2 ΣΧΟΛΙΑ

Τζούλια Λιακοπούλου 12 Ιανουαρίου 2022 - 12:42

Τα χάλια μας, τα βλέπω στα κανάλια μας…!!!

ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Σπύρος Καναβός 12 Ιανουαρίου 2022 - 21:12

Εγώ δεν ασχολούμαι με την ουσία του θέματος. Μία όμως γενική παρατήρηση ίσως δεν είναι ανώφελη. Πρέπει να σταματήσει αυτή η νοοτροπία, – σήμερα μάλιστα εν μέσω ψηφιακής εποχής – να βλέπει κάποιος τους καθηγητές πανεπιστημίων Ελλάδος ή του εξωτερικού σαν αυθεντίες. Ακούμε για τα διάσημα Πανεπιστήμια των ΗΠΑ κ.α. Όποιος πέρασε από εκεί με τα χρήματα του πατέρα του – καλά έκανε και μπράβο του, σημαίνει ότι είναι αυθεντία; Εγώ είμαι υπέρ της απελευθέρωσης της παραγωγής και διάδοσης της γνώσης, υπέρ του να υπάρχουν κρατικά μή κρατικά, και ιδιωτικά ΑΕΙ. Η ζωή αποφασίσει για τον καλύτερο.
Ειρήσθω εν παρόδω, όλοι όσοι έχουν τίτλους από το εξωτερικό, όταν πρόκειται να προωθηθεί η απελευθέρωση στη διάδοση της γνώσης, κατά κανόνα είτε συνασπίζονται κατά, είτε σιωπούν σκοπίμως. Όταν ακόμη δημιουργούνται τμήματα σε ΤΕΙ και ΑΕΙ χωρίς ανταποδοτικότητα και φορτώνονται στην πλάτη του τίμιου Έλληνα φορολογούμενου επικροτούν ή σιωπούν πάλι επιτηδείως. Έκανε κανένας καμία έρευνα να δει τι μαθητές υπήρξαν στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο – Λύκειο πολλοί πανεπιστημιακοί; Θα πει κάποιος έχει σημασία αυτό; Ναι, έχει.
Σήμερα που με την ιλιγγιώδη ταχύτητα παραγωγής και διάδοσης της γνώσης μέσω των νέων Τεχνολογιών, όπου ένας ερευνητής μπορεί να μάθει με υπερεντατική εργασία σε 5 μήνες όσα θα μάθαινε (συνήθως) από τον επιβλέποντα σε 5 έτη, τι σημασία έχει το „κύριε καθηγητά “ στην τηλεόραση κυρίως από τις κατά τα άλλα συμπαθείς παρουσιάστριες. Και για να καταλάβετε πλήρως πως σκέφτομαι: Εκτιμώ περισσότερο τους ιστορικούς in non academic way, π.χ. τους Φίλιππο Ηλιού και τον Καλαματιανό Νίκο Ζερβή από άλλους πανεπιστημιακούς ιστορικούς, εκτός των άλλων διότι ήσαν αφοσιωμένοι σε αυτό που έκαναν μακριά από την δημοσιότητα.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ