Αρχική » Για την Τράπεζα Θεμάτων των προαγωγικών εξετάσεων λυκείου

Για την Τράπεζα Θεμάτων των προαγωγικών εξετάσεων λυκείου

από Τάσος Χατζηαναστασίου

Του Τάσου Χατζηαναστασίου

Tη φετινή χρονιά, με βάση τον επίσημο προγραμματισμό του υπουργείου Παιδείας, θα εφαρμοστεί η Τράπεζα Θεμάτων στις προαγωγικές εξετάσεις στα γραπτώς εξεταζόμενα μαθήματα της Α΄ και της Β΄ Λυκείου. Δηλαδή, το 50% του τελικού διαγωνίσματος θα κληρώνεται από τα θέματα που είναι αναρτημένα στην ειδική πλατφόρμα του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής. Ο θεσμός αυτός είχε εφαρμοστεί και το 2013-2014 και είχε οδηγήσει σε υψηλά ποσοστά απόρριψης μαθητών, κυρίως στα Μαθηματικά, κι όπως καταλαβαίνει κανείς προκλήθηκε σοβαρή κρίση στον χώρο της εκπαίδευσης. Έτσι, επιλέχθηκε τελικά να μειωθεί ο πήχης της προαγωγής, προκειμένου να πέσει σε πιο ανεκτά για την ελληνική οικογένεια ποσοστά ο αριθμός των μετεξεταστέων μαθητών. Δηλαδή, αντί ν’ αξιοποιηθούν αυτά τ’ αποτελέσματα, έτσι ώστε ν’ αντιμετωπιστεί το σοβαρό μορφωτικό έλλειμμα στο ελληνικό σχολείο, το πρόβλημα κρύφτηκε κάτω από το χαλί γι’ άλλη μια φορά· το σχολείο της αμάθειας συνέχισε απτόητο το έργο του, χωρίς να ταράζει την ησυχία μαθητών, καθηγητών, γονέων και υπουργείου.
Την περσινή χρονιά, το υπουργείο επικαλέστηκε τα προβλήματα που προέκυψαν στην εκπαίδευση εξαιτίας της πανδημίας, τις δυσκολίες της τηλεκπαίδευσης κ.λπ. κι έτσι, όχι μόνο δεν εφάρμοσε την Τράπεζα Θεμάτων, αλλά ακύρωσε εντελώς τις προαγωγικές και απολυτήριες εξετάσεις. Με άλλα λόγια, ενώ διαπιστώθηκαν μορφωτικά «κενά», αποκλείστηκε κάθε δυνατότητα κάλυψής τους με επαναλήψεις, επιπλέον μαθήματα και επαναληπτικές εξετάσεις. Η ΟΛΜΕ χειροκρότησε αυτήν την επιλογή. εξάλλου, αποτελούσε και δικό της αίτημα. Στην εκπαίδευση της αμάθειας υπάρχει απόλυτη ταύτιση υπουργείου και συνδικαλιστικού κινήματος. Το ίδιο «αίτημα» υπάρχει και φέτος, με βασικά επιχειρήματα ότι η Τράπεζα Θεμάτων αποτελεί τη «λαιμητόμο», όπως χαρακτηρίζεται, η οποία δεν έχει άλλον σκοπό παρά να «κόψει» όσο γίνεται περισσότερους μαθητές και να τους οδηγήσει τελικά εκτός σχολείου, γιατί αυτό υπαγορεύει η νεοφιλελεύθερη αντίληψη για την Παιδεία και τα δημόσια αγαθά γενικότερα: να γίνονται περικοπές στον δημόσιο τομέα προς όφελος του ιδιωτικού, εις βάρος πάντοτε των ασθενέστερων στρωμάτων. Δυστυχώς, κι αυτήν τη φορά η συζήτηση περιορίζεται στο εξεταστικό σύστημα και δεν αγγίζει την ουσία του εκπαιδευτικού συστήματος: πώς τα παιδιά θα λαμβάνουν το μορφωτικό αγαθό.
Επομένως, ας μου επιτραπεί μία διαφορετική προσέγγιση.
Το να υπάρχει μία τράπεζα υλικού και ασκήσεων, ένα αποθετήριο για κοινή χρήση με ενδεικτικές απαντήσεις είναι θετικό. Αρκεί να είναι προσεγμένο, ελεγμένο, χωρίς λάθη και όντως διαβαθμισμένης δυσκολίας και χωρίς απίθανα, εκτός ύλης κ.λπ. θέματα. Σε κάθε περίπτωση, ο έλεγχος της ποιότητας της τράπεζας είναι δικαίωμα, αν όχι και υποχρέωση της εκπαιδευτικής κοινότητας, με σκοπό τη βελτίωσή της.
Ωστόσο, υπάρχει και θέμα κάλυψης της ύλης. Δεν γίνεται να σταματάει η διδασκαλία της Ιστορίας στην Α΄ τάξη στους Γράκχους και μετά η Β΄ Λυκείου να ξεκινά από τους διαδόχους του Ιουστινιανού, επειδή σε κάποια σχολεία οι εκπαιδευτικοί δεν τελειώνουν την ύλη. Η ύλη πρέπει να καλύπτεται και εάν δεν καλύπτεται, να γίνονται διορθωτικές κινήσεις: επιπλέον ώρες αν κριθεί απαραίτητο, περικοπή, ό,τι τέλος πάντων κρίνεται επωφελέστερο για τα παιδιά και για το καλύτερο μορφωτικό αποτέλεσμα. Επομένως, η απόρριψη της Τράπεζας Θεμάτων με το επιχείρημα ότι υποχρεώνει τον εκπαιδευτικό να καλύψει την ύλη, δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική. Εννοείται ότι η ύλη πρέπει να καλύπτεται.
Τελευταίο, που φαίνεται ότι απασχολεί και περισσότερο: η «λαιμητόμος», ότι η Τράπεζα Θεμάτων υπάρχει για ν’ απορρίπτονται μαθητές και στο τέλος να εκδιώκονται από το σχολείο. Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω τους ανομολόγητους καημούς της κυβέρνησης, ούτε είμαι καλός στα μαθηματικά, κάνω όμως την εξής απλή σκέψη: εφόσον στο λύκειο ο προβιβασμός δεν γίνεται κατά μάθημα (έχεις 8 στα μαθηματικά, είσαι αυτομάτως μετεξεταστέος, όπως στην εποχή μου), αλλά με βάση τον συνολικό μέσο όρο, ο οποίος, με ρύθμιση της παρούσας ηγεσίας, διαμορφώνεται και με τα «μη γραπτώς» εξεταζόμενα μαθήματα, συμπεριλαμβανομένης και της Φυσικής Αγωγής («Γυμναστική»)· αναρωτιέμαι πόσοι μαθητές –τελικά– δεν θα έχουν γενικό μέσο όρο τουλάχιστον το 10, τη «βάση». Επομένως, δεν ισχύουν όσα ίσχυαν το 2013, όταν είχε γίνει «σφαγή των νηπίων».
Έπειτα, η Τράπεζα Θεμάτων αφορά το 50% της εξέτασης. Ας πούμε ότι ένα, άντε δύο από αυτά τα θέματα είναι απαράδεκτα, πανδύσκολα, βλακώδη, «παπαγαλικά» κ.λπ. Μιλάμε δηλαδή για το 1/4 του διαγωνίσματος. Αυτό, το 1/4 του τελικού διαγωνίσματος, θα κρίνει την ετήσια συνολική επίδοση σε τέτοιο βαθμό, ώστε να έχουμε απόρριψη του μαθητή και τελικά τον εξοβελισμό του από το σχολείο; Δεν μου φαίνεται πειστικό. Κι επειδή εμείς οι διδάσκοντες το μάθημα συμπληρώνουμε το διαγώνισμα στο υπόλοιπο 50% και θα το βαθμολογήσουμε, οπότε μπορούμε να δώσουμε κι όσες διευκρινίσεις νομίζουμε, ας δούμε κι αυτήν την πλευρά: δεν έχουμε εμπιστοσύνη στην παιδαγωγική σχέση μας με τους μαθητές μας, ώστε να τους στηρίξουμε, προκειμένου να αξιολογηθούν μ’ έναν τρόπο δίκαιο και -το κυριότερο- να λάβουν το μορφωτικό αγαθό;
Θα έλεγα λοιπόν να δούμε την εφαρμογή της Τράπεζας Θεμάτων ως μία ευκαιρία ν’ αξιολογηθεί το μορφωτικό αποτέλεσμα και να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα. Γιατί, φοβάμαι, ότι εδώ πάσχουμε και ουδείς νοιάζεται γι’ αυτό: όχι στο πώς θα προάγονται τα παιδιά, αλλά στο πώς θα μαθαίνουν.

*Δρ. Ιστορίας, εκπαιδευτικός

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ