Του Γιάννη Ξένου
Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, το ζήτημα της ενότητας της αριστεράς βρισκόταν στην ημερήσια διάταξη. Μια πλειάδα προσωπικοτήτων της αριστεράς, οι περισσότεροι προερχόμενοι από την κομμουνιστική, αλλά και πολλοί από το παλιό πατριωτικό-παπανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ κόπιασαν αρκετά γι’ αυτό. Από τα μέσα εκείνης της δεκαετίας –με τη δημιουργία του ΣΥΡΙΖΑ– το αίτημα μπήκε στη φάση της υλοποίησης.
Παράλληλα με την προσπάθεια ενότητας της αριστεράς από τις άκρες του ΠΑΣΟΚ, (κυρίως μέσω του ΔΗΚΚΙ) έως τις παρυφές του ΚΚΕ, το ΠΑΣΟΚ εκείνα τα χρόνια βίωνε μια κατάσταση δύο κομμάτων στη συσκευασία του ενός. Τον Ιανουάριο του 1996, η κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ προτίμησε –με ελάχιστη διαφορά– τον Σημίτη έναντι του Τσοχατζόπουλου. Σε δημοσιεύματα της εποχής, διαβάζουμε για την «έκπληξη» του Άκη Τσοχατζόπουλου όταν έχασε. Ωστόσο, η διαμάχη των «εκσυγχρονιστών» με τους «τσοχατζοπουλικούς» δεν είχε λήξει ακόμη. Τον Ιούνιο του ίδιου έτους, στο συνέδριο για την προεδρία του κόμματος, μόνο μετά από έναν εκβιασμό ολκής (ότι «θα παρέδιδε» την πρωθυπουργία) ο Σημίτης κατάφερε να εξασφαλίσει οριακή νίκη επί του Τσοχατζόπουλου (έλαβε 2.732 ψήφους, σε σύνολο 5.124 συνέδρων).
Έκτοτε, για τα οχτώ χρόνια που ο Σημίτης παρέμεινε πρωθυπουργός, μαινόταν ένας αδυσώπητος πόλεμος μεταξύ σημιτικών και τσοχατζοπουλικών, για τον έλεγχο του κόμματος, της κυβέρνησης και του κράτους. Ο μακαρίτης Τσοχατζόπουλος, πικραμένος που δεν έγινε πρωθυπουργός, ως φυσικός διάδοχος του Ανδρέα, οργάνωσε κυριολεκτικά ένα κόμμα μέσα στο κόμμα, αμφισβητώντας σε κάθε συνέδριο την κυριαρχία των σημιτικών. Εκτός από την πολιτική διασφάλιση του ίδιου και του κύκλου του, επιδόθηκε με ζήλο και στην οικονομική τους εξασφάλιση. Η μεταπήδησή του στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας για πέντε χρόνια (1996-2001) –αμέσως μετά την Κρίση των Ιμίων– θα μείνει στην ιστορία για το κολοσσιαίο (και ταυτοχρόνως αναγκαίο) πρόγραμμα στρατιωτικών εξοπλισμών, καθώς και για τις μίζες που εισέπραξε ο ίδιος και στενοί του συνεργάτες. Σύμφωνα με το πόρισμα των εισαγγελέων που ερεύνησαν την υπόθεσή του, για την προμήθεια του ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος TOR-M1 έλαβε μίζα περισσότερα από 16 εκατ. ελβετικά φράγκα· αντίστοιχα μεγάλα ποσά έλαβε –ως μίζα– για την υπόθεση των υποβρυχίων κ.λπ., ενώ κάποιοι από το στενό του περιβάλλον, όπως ο Σμπώκος –Γενικός Διευθυντής Εξοπλισμών του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας–, αποδείχτηκε ότι ενθυλάκωσαν παρανόμως μεγάλα ποσά.
Από το 2007, κι αφού ο Τσοχατζόπουλος δεν κατάφερε να επανεκλεγεί βουλευτής, η ομάδα του αυτονομήθηκε σιγά σιγά και, αρχικώς, προσέγγισε τον Γιώργο Παπανδρέου, για να έχει την κάλυψή του. Στα χρόνια των μνημονίων και μετά την απομάκρυνση του ΓΑΠ από την πρωθυπουργία, οι τσοχατζοπουλικοί σταδιακά έφυγαν από το ΠΑΣΟΚ και κατευθύνθηκαν προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Το «δεξί χέρι» του Τσοχατζόπουλου, ο Αντώνης Κοτσακάς, και υπεύθυνος οργανωτικού στο κόμμα, μεταπήδησε στον ΣΥΡΙΖΑ με παραπλήσια καθήκοντα· το ίδιο έκανε και η Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου, την οποία γνωρίσαμε ως πουλέν του ΓΑΠ, αλλά πιο πριν ήταν στην «αυλή» του Άκη, όπου διετέλεσε και γενική γραμματέας Εμπορίου, την περίοδο που ο Τσοχατζόπουλος ήταν υπουργός Ανάπτυξης· ο Χρήστος Σπίρτζης, από άνθρωπος του Άκη στο Τεχνικό Επιμελητήριο, έγινε πρώτο βιολί στον ΣΥΡΙΖΑ· ο Βαγγέλης Χωραφάς,άλλοτε επονομαζόμενος ο «εγκέφαλος» του Άκη, ως γενικός διευθυντής του επιτελείου του υπουργού Εθνικής Άμυνας, μεταπήδησε κι αυτός στον ΣΥΡΙΖΑ, και από το παρασκήνιο χρημάτισε σύμβουλος του Αλ. Τσίπρα. Αυτές είναι μόνο μερικές από τις γνωστές περιπτώσεις, ίσως οι πιο τρανταχτές· εκατοντάδες ή χιλιάδες μεγάλα, μεσαία ή μικρά στελέχη του Τσοχατζόπουλου μεταπήδησαν στον ΣΥΡΙΖΑ, δίνοντας «σάρκα και οστά» στο όραμα της «ενότητας της αριστεράς». Με τους τσοχατζοπουλικούς πασόκους ο ΣΥΡΙΖΑ μπόρεσε να γίνει κυβέρνηση.
Με την περίπτωση του κυρίου Χωραφά αξίζει ν’ ασχοληθούμε περισσότερο, γιατί εκφράζει κι ένα άλλο επίκαιρο ιδεολογικό ρεύμα: τη «ρωσοφιλία». Η πλειονότητα της αριστεράς –από τμήματα του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι το ΚΚΕ και μεγάλα τμήματα της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς– ταυτίζεται με τους ρωσόφιλους (είτε με τη μορφή της ανοιχτής στήριξης στη ρωσική εισβολή, είτε κεκαλυμμένα, υπό το φύλλο συκής της «ουδετεροφιλίας»). Ως επικεφαλής της γεωπολιτικής ιστοσελίδας Geoeurope.org έχει δημοσιεύσει μια σειρά άρθρων που παρουσιάζουν τη ρωσική εισβολή από την οπτική του Πούτιν. Στο πρώτο από αυτά[1], που δημοσιεύθηκε την επομένη μέρα της ρωσικής εισβολής, εκτιμούσε τις επιτιθέμενες ρωσικές δυνάμεις στις 200 χιλ., οι οποίες διέθεταν τέτοια δύναμη πυρός, που θα εκμηδένιζαν την άμυνα των υποδεέστερων 126 χιλ. Ουκρανών στρατιωτών. Για τον αναλυτή, η Ουκρανία χρησιμοποιείται από τον Πούτιν για να στείλει ένα μήνυμα στη Δύση: η μεταψυχροπολεμική εποχή τελείωσε και οι δυτικές δυνάμεις δεν έχουν πια τη δυνατότητα ν’ ανταποδώσουν τα χτυπήματα. Σύμφωνα με το σκεπτικό του, αυτό φάνηκε όταν οι ΗΠΑ άφησαν αναπάντητες επιθέσεις σε βάσεις τους στο Ιράκ, ως αντίποινα στη δολοφονία Σολεϊμανί το 2020, ή κατά την αποχώρησή τους από το Αφγανιστάν πέρυσι ή με την αποχώρηση της Γαλλίας από το Μάλι. Σε δεύτερο άρθρο[2] του –τρεις εβδομάδες αργότερα– εκτιμά ότι η ουκρανική αντίσταση, «αν και αξίζει κάθε σεβασμού, φαίνεται ναείναι σποραδική και κακοσυντονισμένη». Και συνεχίζει, εκτιμώντας ότι η αποστρατιωτικοποίηση της Ουκρανίας βαίνει καλώς, αλλά η επιχείρηση «αποναζιστικοποίησης», δηλαδή η αλλαγή καθεστώτος με τη σύλληψη και την εκτέλεση του Ζελένσκι, δεν προχωρά κατά το σχέδιο. Ως προς το ΝΑΤΟ, παραμένει στη θέση ότι είναι, αν όχι «εγκεφαλικά νεκρό», τουλάχιστον μουδιασμένο και δεν πρόκειται να βοηθήσει ουσιαστικά την Ουκρανία.
Την Πρωταπριλιά –κι αφού πλέον ολοφάνερα η Ρωσία αντιμετωπίζει ανυπέρβλητα προβλήματα στο στρατιωτικό πεδίο– επανέρχεται με νέο άρθρο[3] περί πολέμου και προπαγάνδας, όπου τονίζει: «Μετά από ένα μήνα μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι η Ρωσία υπέστη μια σημαντική ήττα σε επίπεδο προπαγάνδας και ψυχολογικών επιχειρήσεων. Γιατί εδώ δεν είχε ν’ αντιμετωπίσει ουκρανικές δυνάμεις, αλλά τον τεράστιο προπαγανδιστικό μηχανισμό της Δύσης». Η Δύση, εκεί που μέχρι πριν 15 μέρες εμφανιζόταν ως «ανήμπορη» ν’ αντιδράσει, αναστήθηκε ξαφνικά και χτυπά τη Ρωσία σ’ εκείνο το πεδίο που διαθέτει ακόμα υπεροπλία: την προπαγάνδα!
Αυτά τα κείμενα συνοδεύονται και από δύο ομιλίες που έδωσε στην ημερίδα του «Δρόμου της Αριστεράς»στις 2 Απριλίου[4], καθώς και στην ημερίδα του ΚΚΕ για τα 70 χρόνια του ΝΑΤΟ[5]. Στην πρώτη ομιλία, παρουσίασε τους στρατιωτικούς στόχους της εισβολής όπως τους αναφέρει η ρωσική προπαγάνδα, αλλά και τις στρατιωτικές επιχειρήσεις της Μόσχας. Πλέον εκτιμούσε ότι οι ρωσικές δυνάμεις εισβολής αριθμούσαν γύρω στις 150 έως 180 χιλ. (από 200 χιλ. που υπολόγιζε στην έναρξη του πολέμου), ενώ οι ουκρανικές προσέγγιζαν τις 240 χιλ. άνδρες οι τακτικές (από 128 χιλ.), συν τις 500 με 600 χιλ., που είναι οι εφεδρικές δυνάμεις της Ουκρανίας· επομένως, η αναλογία είναι ένας Ρώσος προς έξι ή επτά Ουκρανούς. Παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε ο ρωσικός στρατός, ο κ. Χωραφάς ήταν ακόμα αισιόδοξος ότι το σχέδιο Νοβορώσια –δηλαδή ο στρατιωτικός έλεγχος ολόκληρης της νότιας Ουκρανίας– βρίσκεται κοντά σε υλοποιηθεί και μέσα στον επόμενο μήνα η Ρωσία θα τον επιτύγχανε· όλοι γνωρίζουμε το αποτέλεσμα: οι Ρώσοι αγκομαχούν ακόμα να κάμψουν τη γενναία αντίσταση των Ουκρανών στο Αζοφστάλ.
Στην πιο πρόσφατη ημερίδα του ΚΚΕ για το ΝΑΤΟ (τι πιο ταιριαστό σε αυτήν τη συγκυρία να κάνει κάποιος ημερίδα για το ΝΑΤΟ…), ο τόνος του γίνεται πιο δραματικός. Το ΝΑΤΟ πλέον δεν είναι με την πλάτη στον τοίχο, αλλά υπό την αμερικανική διοίκηση θ’ αντισταθμίσει την οικονομική υποβάθμιση της Δύσης έναντι της Κίνας, στρατιωτικοποιώντας ολόκληρο τον πλανήτη. Το ΝΑΤΟ ήταν αυτό που προκάλεσε τη Ρωσία να εισβάλει και τώρα θα πιέσει όλα τα γειτονικά κράτη της Ρωσίας να ενταχθούν σε αυτό (πρόκειται σαφώς για πλήρη αντιστροφή της πραγματικότητας: η Σουηδία και η Φινλανδία είναι αυτές που πιέζουν να μπουν στο ΝΑΤΟ). Στην Υπερδνειστερία, το «πολεμοκάπηλο» ΝΑΤΟ πιέζει Μολδαβούς, Ρουμάνους και Βούλγαρους ν’ ανοίξουν νέο μέτωπο εναντίον της Ρωσίας (και όχι φυσικά ο Πούτιν, όπως τον «κάρφωσε» ο Λουκασένκο), ενώ οι Πολωνοί ωθούνται από τις ΗΠΑ να στείλουν στρατεύματα στη δυτική Ουκρανία (επανάληψη πρόσφατης δήλωσης του Ρώσου Μεντβέντεφ).
Αυτό που πέτυχε ο κ. Χωραφάς είναι πράγματι εντυπωσιακό: ένωσε τον ΣΥΡΙΖΑ (ως σύμβουλος του Τσίπρα στα γεωπολιτικά ζητήματα) με την εξωκοινοβουλευτική αριστερά και το ΚΚΕ στην έμμεση(;) υπεράσπιση του Πούτιν, μια και ο πόλεμος είναι του ΝΑΤΟ!
[1] Β. Χωραφάς, «“Μπλίτσκριγκ’’: Ο κεραυνοβόλος πόλεμος επιστρέφει στην Ουκρανία».
[2] Β. Χωραφάς, «Εισβολή στην Ουκρανία: Σενάρια στην “ομίχλη του πολέμου”».
[3] Β. Χωραφάς, «Ουκρανία: Χάος, προπαγάνδα και ψυχολογικές επιχειρήσεις.
[4] «Κρίση – Πόλεμος – Ελλάδα. Νέα εποχή και ανάγκη προσανατολισμού».
[5] «70 χρόνια από την ένταξη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ…».