Από το Liberal.gr
Ένας από τους οικονομικούς πρωταγωνιστές του πλανήτη, η Γερμανία, είναι στο κατώφλι μιας αλλαγής πορείας που κάνει πολλούς να φοβούνται ότι απειλεί τη μεταπολεμική της ευημερία. Η οικονομική ατμομηχανή της Ευρώπης έχει αρχίσει να «ασθμαίνει», σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, καθώς η πρόσφατη ανατροπή στις εξαγωγές και η κατηφόρα των μετοχών προδίδουν βαθιά προβλήματα στην βιομηχανική αυτή χώρα.
Το Μάιο, η μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ έκανε περισσότερες εισαγωγές από εξαγωγές για πρώτη φορά σε τρεις δεκαετίες, χάνοντας τον τίτλο του «Exportweltmeister» δηλαδή του παγκόσμιου πρωταθλητή εξαγωγών που κατείχε από την εποχή της ένωσης της δυτικής και ανατολικής Γερμανίας.
Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Κρίστιαν Λίντνερ συνέκρινε αυτήν την εξέλιξη με την «προειδοποίηση κερδών», έναν κόκκινο συναγερμό που ενεργοποιούν οι εταιρείες όταν τα κέρδη φαίνεται ότι θα είναι απογοητευτικά.
Λίγες εβδομάδες νωρίτερα, την ημέρα που το Βερολίνο πλησίαζε στο σημείο της επιβολής δελτίου στην ενέργεια, οι μετοχής της Deutsche Bank και της Commerzbank, των κορυφαίων τραπεζών της χώρας, έπεσαν περίπου 12%.
Οι γερμανικές ρυθμιστικές αρχές αποδίδουν αυτήν την πτώση στους φόβους για την οικονομία της χώρας λόγω των μειώσεων στην παροχή ρωσικού αερίου το οποί είναι η κινητήρια δύναμη της βιομηχανίας.
«Αυτή μπορεί να είναι πράγματι η αρχή μιας πιο αδύναμης περιόδους για την Γερμανία» δηλώνει ο Αχίμ Τρούγκερ, ένας από τους επικεφαλής οικονομικούς συμβούλους της Καγκελαρίας. «Αν κάποτε αντιμετώπιζε τη Γερμανία ως πρότυπο, ίσως τώρα είναι η ώρα να έχουμε μια πιο ρεαλιστική ματιά για τις δυνάμεις και τις αδυναμίες της. Κανείς δεν είναι τέλειος», συμπλήρωσε.
Το «θαύμα» της γερμανικής οικονομίας βασίστηκε στο γεγονός ότι το νόμισμα της ήταν σταθερό, το φτηνό ρωσικό αέριο τροφοδοτούσε τη βιομηχανία της και τα συνδικάτα ήταν συνδεδεμένα με τα διοικητικά συμβούλια για τον έλεγχο των μισθών.
Όλα αυτά ενίσχυαν τις εξαγωγές τις δεκαετίες του ’80, του ’90 και του 2000, όταν έγινε η μετάβαση στο ευρώ με ισοτιμία που έκανε τις γερμανικές εξαγωγές ακόμα πιο ελκυστικές.
Στην αλλαγή του μιλένιουμ, χάρη σε μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, ξεπέρασε τη φήμη του «άρρωστου της Ευρώπης» αλλά η κρίση του κόστους διαβίωσης τώρα μπορεί αν την αρρωστήσει ξανά. Ο Γερμανός καγκελάριος, Όλαφ Σόλτς, αυτήν την εβδομάδα συναντήθηκε με τις εργατικές ομοσπονδίες και τους ηγέτες τους για να συζητήσει το πρόβλημα. Ο σοσιαλδημοκράτης είπε ότι αναβίωνε το μοντέλο συνεργασίας που είχε εγκαθιδρυθεί το 1967 όταν η Γερμανία έπεσε σε ύφεση για πρώτη φορά μετά την μεταπολεμική της άνθιση. Τώρα όμως θα είναι πιο δύσκολο να κατευνάσει τις εργατικές ενώσεις, δεδομένης της γενικής γραμμής για χαμηλούς μισθούς μέσω αφορολόγητων «μικροδουλειών» που προβλέπουν πλαφόν στο ωρομίσθιο πολλών χαμηλής ειδίκευσης εργαζομένων γύρω στα 10 ευρώ.
Οι μεταρρυθμίσεις που είχαν ως στόχο την παράκαμψη των επιδομάτων ανεργίας, τις οποίες εισηγήθηκε ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος, Γκέρχαρντ Σρέντερ, που διατηρεί στενούς δεσμούς με τον Βλαντιμίρ Πούτιν και αργότερα συνεργάστηκε με πετρελαϊκό κολοσσό της Ρωσίας, έκανε ακόμα πιο δύσκολες τις σχέσεις με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις.
Αν και η Γερμανία εμφανίζεται πιο σταθερή από την Βρετανία, η οποία βρίσκεται σε κυβερνητική κρίση, ή την Γαλλία, όπου τα κίτρινα γιλέκα διαμαρτύρονται για το κόστος διαβίωσης, οι εντάσεις σιγοβράζουν. Αυτό το δείχνει η αύξηση των απεργιών. Ενώ το 2000 δεν καταγραφόταν σχεδόν καμία, το 2015 αναλογούσαν 28 μέρες απεργίας ανά 1000 εργαζομένους ενώ πιο πρόσφατα τα συνδικάτα προειδοποίησαν για ξεσηκωμό προκειμένου να ασκήσουν πιέσεις για αυξήσεις μισθών.
«Τον είδα αυτόν τον κίνδυνο όταν άρχισε η συζήτηση για το εμπάργκο στο αέριο», σχολιάζει στο Reuters, η Μόνικα Σνάιτζερ, επίσης οικονομική σύμβουλος της κυβέρνησης που προσθέτει «ανησυχώ σοβαρά για την σταθερότητα».
Σημείο καμπής
Οι οικονομολόγοι πιστεύουν τώρα ότι η Γερμανία θα μπορούσε να εισέρχεται σ’ ένα ζοφερό κεφάλαιο. Αν και άντεξε περισσότερο από τη ζώνη του ευρώ συνολικά κατά τη διάρκεια της πανδημίας το 2020, η οικονομία της δεν ανέκαμψε τόσο ισχυρά όσο το μπλοκ το 2021 και αναμένεται να μείνει πίσω και φέτος.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ότι η Γερμανία θα αναπτυχθεί κατά 1,6% φέτος σε σύγκριση με 3,1% για τη Γαλλία και 4% για την Ισπανία. «Παγκοσμιοποίηση, αλυσίδες άμεσου εφοδιασμού και φθηνή ενέργεια από τη Ρωσία – αυτά είναι πράγματα που αλλάζουν και αλλάζουν για τα καλά», δήλωσε ο Κάρστεν Μπρζέσκι, οικονομολόγος στην ολλανδική τράπεζα ING. Αυτά τα πλεονεκτήματα βοήθησαν να γίνει η γερμανική βιομηχανία τόσο επιτυχημένη.
«Αυτό είναι ένα πραγματικό σημείο καμπής για τη Γερμανία», είπε. Ο κρίσιμος τομέας της παραγωγής μηχανημάτων της Γερμανίας, ο οποίος εξοπλίζει εργοστάσια σε όλη την Κίνα και τον κόσμο, βρίσκεται στο όριο.
Ο Ραλφ Γουίτσερς, εκτελεστικό όργανο του διοικητικού συμβουλίου της Ένωσης Βιομηχανίας Μηχανολόγων Μηχανικών. περιέγραψε το εμπορικό ισοζύγιο που έπεσε στο κόκκινο ως «προειδοποίηση». «Το ερώτημα τώρα είναι σε ποιο βαθμό οι πελάτες σε όλο τον κόσμο θα περιορίσουν τα έργα», είπε.
Η Fielmann, η γερμανική εταιρεία κατασκευής γυαλιών οράσεως που δραστηριοποιείται σε 16 χώρες, είναι απαισιόδοξη. Οι μετοχές της έχουν υποχωρήσει κατά ένα τρίτο φέτος. «Νιώθουμε την επίδραση της σημαντικής αύξησης του κόστους μεταφοράς και ενέργειας και την πίεση στις αλυσίδες εφοδιασμού», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος Μαρκ Φιλμαν.
Για χρόνια, η Γερμανία εξοικονομούσε χρήματα από τις αμυντικές δαπάνες και τις υποδομές, ενώ βοηθούσε τους εξαγωγείς διατηρώντας χαμηλούς μισθούς και εισάγοντας φθηνό φυσικό αέριο από τη Ρωσία, τονίζει ο Ραλφ Γούιτσερς, αλλά «δεν επένδυσε τα χρήματα. Αντίθετα τα χρησιμοποιούσε για να κρύψει τη διάβρωση της ευημερίας. Αυτό δεν πρόκειται να λειτουργήσει για πολύ ακόμη. Οι διχασμοί και η δυσαρέσκεια αυξάνονται».
Πηγή: Reuters