για το 1821
[Η αναφορά σε λεπτά και δευτερόλεπτα εντός παρενθέσεων (λ:δλ) αφορά στο αποθηκευμένο βίντεο της εκπομπής στον ιστότοπο του τηλεοπτικού σταθμού.]
Ακούμε από τον παρουσιαστή της εκπομπής, συγγραφέα Πέτρο Τατσόπουλο (1:12), ότι οι κάτοικοι της Πελοποννήσου ζούσαν απομονωμένοι επί τέσσερις αιώνες, υπό την «οθωμανική κυριαρχία», τόσο από τον υπόλοιπο κόσμο όσο και μεταξύ τους. Στην πραγματικότητα, οι Έλληνες της Πελοποννήσου, στο σύνολό τους, έζησαν υπό οθωμανική κυριαρχία γύρω στα 330 χρόνια (και μάλιστα με διαλείμματα ενετοκρατίας, ενώ ορισμένες περιοχές κατέχονταν μέχρι το 1715 από τους Ενετούς), ενώ οι μετακινήσεις πληθυσμών ήταν πολύ συχνό φαινόμενο, λ.χ. πληθυσμοί από τη Δ. Μακεδονία μετανάστευαν, για την αποφυγή των τουρκικών καταπιέσεων, σε ασφαλέστερα μέρη της Νοτίου Πελοποννήσου. Ακούμε (1:49) για «το έθνος της Ελλάδας» αντί για «ελληνικό έθνος»· σαν να πρόκειται για «το έθνος του σατζακίου της Τρίπολης». Ακούμε στην πρώτη εκπομπή για την «ιστορία της γένεσης ενός έθνους» (2:05). Ενώ, ακόμη και ένας Οθωμανός, ο Σουλεϋμάν Πενάχ Εφέντης, στα 1770, αποκαλεί «ελληνικές χώρες» την «Ρούμελη»/Βαλκάνια και τη «Ανατολία»/Μικρά Ασία (..Yunanca yani Rumeli ve Anatoli… γράφει). Και ενώ η (ενιαία) Θράκη καλείται Ελλάδα (das Kriechenlannd) από δυτικούς περιηγητές όπως ο Κουριπέσιτζ, το 1530, και σε αυτήν αναφέρονται κάτοικοι Έλληνες, στα 2011, ορισμένοι θεωρούν λανθασμένο να γίνεται λόγος για Έλληνες αντί για Ρωμηούς/«χριστιανούς κατοίκους της οθωμανικής Ελλάδας», και ο παρουσιαστής κάνει λόγο απλώς για «ελληνόφωνο κόσμο» (46:00) ακόμη και στα 1770. Αναρωτιέται κανείς γιατί ο όρος Τουρκοκρατία είναι λανθασμένος, με δεδομένο ότι οι Οθωμανοί συνάντησαν ισχυρή ή ασθενή αντίσταση κατά την προέλασή τους και οπωσδήποτε η εντύπωση της επέλασής τους ήταν αρνητική.
Στα καλά οθωμανικά χρόνια του 15ου και 16ου αιώνα, οι λόγιοι Ανδρόνικος Κάλλιστος, Βησσαρίωνας, Μιχαήλ Αποστόλης, Ιωάννης Γεμιστός, Ιωάννης Ατζαγιώλης, Ιανός Λάσκαρις, Μάρκος Μουσούρος, μητροπολίτης Τιμόθεος, Κύπρου Χριστόδουλος, Αχρίδας Αθανάσιος και Αχρίδας Ιωακείμ, ζητούσαν την επέμβαση των Δυτικών ώστε να εκδιωχθούν οι Τούρκοι και να απελευθερωθεί η Ελλάδα, όπως και οι πατριάρχες Μητροφάνης Γ΄, Θεόληπτος Β΄, Ιερεμίας Β΄, Νεόφυτος Β΄, Τιμόθεος Α΄, ενώ, την ίδια εποχή, ο Μονεμβασίας Μητροφάνης, Μονεμβασίας Μακάριος, Παλαιών Πατρών Γερμανός Α΄ και άλλοι κληρικοί συμμετέχουν στις επαναστάσεις. Ο Λαόνικος Χαλκοκονδύλης, αμέσως μετά την Άλωση, οραματίζεται την ίδρυση ενός νέου ελληνικού βασιλείου. Ο Θ. Ζυγομαλάς γράφει στα 1581, «Δῴη Θεός ποτε ἄνεσιν καὶ ἐλευθερίαν, τήν τε εἰς τὸ ἀρχαῖον ἀποκατάστασιν». Όμως αυτά όλα δεν υποβοηθούν την ιδέα της συνεκμετάλλευσης του Αιγαίου με την Τουρκία, ούτε την αποδοχή της ομοσπονδίας στην Κύπρο, γι’ αυτό οι υπεύθυνοι της εκπομπής πολύ καλά έκαναν και τα αποσιώπησαν, υποστηρίζοντας λίγο πολύ ότι, μέχρι το 1821, οι Έλληνες δεν σκέφτηκαν (και δεν είχαν λόγο) να αποτινάξουν την «οθωμανική κυριαρχία».
Το τι γινόταν στους δύο πρώτους αιώνες «οθωμανικής κυριαρχίας» το καταλαβαίνουμε από διάφορες επιστολές του 15ου και 16ου αιώνα. Σε επιστολή των Ελλήνων των μικρασιατικών παραλίων, το 1456, απευθυνόμενη στους ιππότες της Ρόδου, διαβάζουμε: Ημείς…έχωμεν αγανάκτησιν από τον Τούρκον, και παίρνουν τα παιδία μας και κάμνουν τα μουσουλμάνους…έχομεν μεγάλην αγανάκτησιν από τον Τούρκον, ότι να μη χάσομεν τα παιδία μας, αμή να έλθομεν εις τον τόπον σας, να ζήσομεν και να αποθάνομεν. Σε επιστολή του μητροπολίτη της τουρκοκρατούμενης Ρόδου, στα 1528, διαβάζουμε: Δεν μπορούμε να υπομείνουμε πια περισσότερο χρόνο την έσχατη σκλαβιά και την αθλιότητα, μέσα στην οποία βρισκόμαστε· δεν μπορούμε πια να ανεχθούμε να βλέπουμε τις σκληρότατες περιφρονήσεις που κάθε μέρα γίνονται σε βάρος αυτού του δυστυχισμένου και αξιοδάκρυτου λαού. Ο Θ. Ζυγομαλάς γράφει προς τον Κρούσιο, στα 1581: «…οἱ δέ, δουλείᾳ διακαρτεροῦσιν αἰσχρᾶ. Αἱ γυναῖκες ἐν ἀτιμίᾳ τῶν παίδων…ἐπιχαίρουσιν οἱ βάρβαροι τῇ ἀπωλείᾳ ἡμῶν…Τὰ νέφη δὲ τῶν ἐπισυμβαινόντων καθ’ ἡμέραν συμφορῶν…». Τον Φεβρουάριο του 1581, με επιστολή τους προς τον πάπα Γρηγόριο ΙΓ΄, οι Χιμαριώτες ζητούσαν την επέμβαση των χριστιανικών δυνάμεων : να λυτρώσεις ημάς και τα παιδιά μας όλης της Γρέτζιας, όπου καθημερινώς τα παίρνουν οι ασεβείς και τα κάνουν τουρκόπουλα. Ώστε, στα 1581, αναφέρεται η Ελλάδα-Γραικία, ενώ τότε υποτίθεται ότι δεν υπάρχουν Έλληνες, παρά μόνο «ελληνόφωνοι χριστιανοί». Στα τέλη του 16ου αιώνα, σε μια έκκληση κατοίκων της Βόρειας Ελλάδας προς τον πάπα Κλήμη Η΄, αναφέρεται …ο του Χριστού λαός, ο Θετταλίας, Ηπείρου τε και Μακεδονίας και σύμπασα εφεξής η Ελλάς και μυρίους υπέρ της πίστεως θανάτους υποστήσεται… Έμαθα, γράφει στα 1579, ο εκπρόσωπος του Δόγη της Βενετίας στην Πόλη …ότι οι χριστιανοί υπήκοοι Οθωμανοί τόσον εκείνης της χώρας ευρίσκονται τώρα εις εσχάτην απόγνωσιν και ανέκφραστον λύπην, διότι εις διάστημα 25 ημερών υπέστησαν όλας αυτάς τας ανυποφόρους επιβαρύνσεις, ήτοι να καταβάλουν το συνηθισμένον «χαράτσι», να πληρώνουν την αγγαρείαν, που ονομάζεται «αβαρίτς», διά τον εξοπλισμόν των γαλερών, να δώσουν τα παιδιά των, ίνα τα κάμουν αζαμογλάνια, να δώσουν αδιακρίτως κατοικίαν και τροφήν εις τους σπαχήδες, που συναθροίζονται δια τον κατά της Περσίας πόλεμον, [ ]· και πληρώνουν τους σπαχήδες οι κάτοικοι με ό,τι έχουν και με το αίμα των ακόμη!
Ο Βερέμης θεωρεί αστείο (8:42) να μιλάμε για σκοτάδι τετρακοσίων ετών. Θεωρεί, δηλαδή, αστείο την τρομακτική μείωση του χριστιανικού πληθυσμού λόγω του μουσουλμανικού εποικισμού, τον εξισλαμισμό των κυριότερων βαλκανικών και μικρασιατικών πόλεων, την πτώση του βιοτικού και πνευματικού επιπέδου των χριστιανών, τις «ρατσιστικές» διακρίσεις κατά των χριστιανικών πληθυσμών, την απώλεια της ανεξαρτησίας τους. Αυτά τα αστεία κυκλοφορούν στον χώρο του ΕΛΙΑΜΕΠ. Ο παρουσιαστής υποστηρίζει ότι η εικόνα που έχουμε σχηματίσει για την οθωμανική Αυτοκρατορία ανταποκρίνεται μόνο στον τελευταίο αιώνα της Τουρκοκρατίας (9:01). Υποστηρίζει ότι τον 16ο και 17ο αιώνα δεν ήταν έτσι, αιτιολογώντας το βάσει της ανάπτυξης του πληθυσμού της Στερεάς Ελλάδας στα πρώτα εκατό χρόνια από την οθωμανική κατάκτηση. Όμως, το γεγονός της κατάπαυσης των πολέμων δεν σημαίνει ότι οι Οθωμανοί δεν καταπίεζαν τους υποδουλωμένους πλέον χριστιανούς.
Με άλλα λόγια, ο παρουσιαστής και οι ιστορικοί σύμβουλοι της εκπομπής ισχυρίζονται ότι η μετέπειτα (18ος αι.) διάλυση του οθωμανικού κρατικού μηχανισμού ήταν η αιτία για την απαρχή της καταπίεσης των έως τότε ευημερούντων χριστιανικών πληθυσμών και, συνεπώς, για την απόφασή τους να επαναστατήσουν! Αλλά η καταπίεση υπήρχε και πριν τον 17ο αιώνα και ήταν επίσης αφόρητη, ανεξάρτητα από το αν προερχόταν από την κεντρική ή την τοπική οσμανική εξουσία. Ο καθηγητής Τζον Μπίντλιφ αναφέρεται στην Pax Ottomanica (11:26), κάνει λόγο για χαμηλή φορολογία και ελευθερία επενδύσεων σε έργα υποδομής κατά τα πρώτα εκατόν πενήντα έτη. Ωστόσο, μετά τη φορολογία ενός χριστιανού και ενός μουσουλμάνου, στον χριστιανό παρέμενε καθαρό μόνο το 28,5% του εισοδήματός του, ενώ στον μουσουλμάνο το 72%, δηλαδή 2,5 φορές περισσότερο (Ν. Σαρρή, Οσμανική Πραγματικότητα, τ. 2, σ. 218) .
Όσο για την αύξηση του πληθυσμού, ήταν αναμενόμενο, έπειτα από τις σφαγές των Ελλήνων κατοίκων από τους Τούρκους κατά την κατάκτηση, να μειωθεί ο πληθυσμός τόσο ώστε, συγκρινόμενος ο πληθυσμός του 15ου αι. με τον πληθυσμό οποιασδήποτε μετέπειτα ειρηνικής περιόδου, να είναι έτσι κι αλλιώς λιγότερος, αλλά αυτό προφανώς δεν είναι κατόρθωμα των Οθωμανών, αφού το δικό τους κατόρθωμα ήταν η μείωση του πληθυσμού εξαιτίας της επέλασής τους. Στα 1463, μετά από μια ήττα Βενετών και Ελλήνων στο Εξαμίλι, τα τουρκικά στρατεύματα ξεχύνονται στο εσωτερικό της Πελοποννήσου σφάζοντας, λεηλατώντας και αιχμαλωτίζοντας. Στα 1470, κατά την άλωση της Χαλκίδας, γίνονται σφαγές αόπλων αντρών και γυναικόπαιδων, διατάζεται από τον σουλτάνο η εκτέλεση κάθε αιχμαλώτου άνω των δέκα ετών και κάθε άντρα· ένας από τους υπερασπιστές της Χαλκίδας πριονίστηκε ζωντανός. Στα 1481, μετά από αποτυχημένη εξέγερση στον Μυστρά, οι Οθωμανοί λεηλατούν και καίνε τα χωριά που βρίσκουν μπροστά τους.
Στα 1500, με την κατάληψη της Μεθώνης, οι άντρες άνω των δέκα ετών σφάζονται, σύμφωνα με τον Βαρβερινό Κώδικα, και τα γυναικόπαιδα πουλιούνται σε διάφορα μέρη της Αυτοκρατορίας. Ανώνυμη πηγή, γύρω στα 1533, κάνει λόγο για τα δεινά των χριστιανών, για τις αβανίες που αποβλέπουν στον εξισλαμισμό τους, για το σκληρό παιδομάζωμα, για την επίδραση και αυτού στον εξισλαμισμό και για τους φόρους που δεν είναι τόσο ελαφροί, γιατί, εκτός από το χαράτσι που είναι ένα δουκάτο και το πληρώνει κάθε άρρενας πάνω από δεκαπέντε ετών, εκτός από τη δεκάτη στο κρασί και τα 2/15 στα δημητριακά, τους φόρους στα μικρά ζώα κ.λπ., υπάρχουν και οι έκτακτοι, που επιβάλλονται για την ετοιμασία στόλου (αγορά πίσσας, στουπιού, πανιών κ.λπ.), ή για την οργάνωση εκστρατείας, οι αγγαρείες και οι ποικίλες άλλες επιβαρύνσεις, που είναι τόσο βαρύτερες, όσο μακρύτερα από την έδρα του σουλτάνου ζουν οι χριστιανοί. Γενικά η τουρκική τυραννία, γράφει επιγραμματικά ο συντάκτης του υπομνήματος, μεταβάλλει «την μορφή του ανθρώπου, μπορεί να πει κανείς, κάνοντάς τον ν’ αλλάξει την γλώσσα, τους νόμους και τα ήθη και την ψυχή σε σκληρότητα και δίψα του αίματος». Αυτή είναι η κατά τους παρουσιαστές Pax Ottomanica των δυο πρώτων αιώνων «οθωμανικής κυριαρχίας», πριν η τελευταία εκφυλιστεί σε ένα καθεστώς ανομίας εξαιτίας του οποίου τάχα οδηγήθηκαν σε επαναστάσεις οι Έλληνες. Παντού όπου καταφθάνουν οι Οθωμανοί, Θεσσαλονίκη, Σέρρες, Κέρκυρα, Κρήτη, Κύπρος, διαπράττονται σφαγές και η χώρα ερημώνεται.
Ο παρουσιαστής (11:52) υποστηρίζει ότι η «άφιξη» (όχι η κατάκτηση) των Οθωμανών ωφέλησε τους αγρότες: Έφερε τέλος στην εκμετάλλευση από τους χριστιανούς γαιοκτήμονες των προηγούμενων αιώνων, καθώς οι παλιές αριστοκρατίες καταργούνται – είναι άγνωστο στον παρουσιαστή ότι τη θέση τους παίρνει η οθωμανική αριστοκρατία και όσοι χριστιανοί αριστοκράτες εξισλαμίζονται διατηρούν τα κτήματά τους. Όμως, με την οθωμανική κατάκτηση, ούτε οι συνθήκες παραγωγής ούτε οι συνθήκες εργασίας βελτιώθηκαν. Μάλιστα, η αφαίρεση του υπερπροϊόντος από τον καλλιεργητή κυμάνθηκε στην ίδια ποσοστιαία αναλογία με εκείνη που είχε καθιερώσει το προηγούμενο βυζαντινό καθεστώς (Ν. Σαρρή, Οσμανική πραγματικότητα, τ. 1, σ. 123). Σύμφωνα με τον Τούρκο καθηγητή Φικρέτ Αντανίρ (12:57), οι Έλληνες δεν έχασαν την ατομική τους ιδιοκτησία υπό την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ωστόσο, χριστιανοί μικροϊδιοκτήτες εξακολούθησαν να υπάρχουν σε άγονες περιοχές, ορεινές ή νησιωτικές, οι κάτοικοι των οποίων είχαν υποταχθεί με τη θέλησή τους. Αλλά κατά τους δύο πρώτους αιώνες της Τουρκοκρατίας, το μεγαλύτερο μέρος των χριστιανών ιδιοκτητών δεν ήταν ιδιοκτήτες, αλλά ένοικοι, δουλοπάροικοι, ή δούλοι που καλλιεργούσαν δημόσιες γαίες ή βακουφικές γαίες ή ακόμη και ιδιωτικές γαίες μουσουλμάνων (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. Ι΄, σ. 54). Στη Μακεδονία, μόλις στα 1860 απέκτησαν τίτλους ατομικής ιδιοκτησίας οι Έλληνες γεωργοί. Όσον αφορά τον δήθεν ελεύθερο χριστιανό γεωργό των δύο πρώτων αιώνων Τουρκοκρατίας, τυπικά δεν είχε δικαίωμα ιδιοκτησίας, αλλά μόνο γαιοχρησίας (…) [Εάν] παραμελούσε να τις καλλιεργήσει [= τις γαίες] μέσα στα προσδιορισμένα χρονικά όρια, τότε έχανε τα δικαιώματά του επάνω σ’ αυτές (ό.π., σ. 54), ενώ, σε περίπτωση που εγκατέλειπε τα χωράφια, ήταν υποχρεωμένος να πληρώσει στον τιμαριούχο βαρύ πρόστιμο, το çift bozan akşesi (…) Οι μετακινήσεις των γεωργών από τόπο σε τόπο απαγορεύονταν (…) Οι σπαχήδες είχαν το δικαίωμα μέσα σε δεκαπέντε χρόνια να υποχρεώσουν τον χωρικό να γυρίσει πίσω στα κτήματά του, ύστερα όμως από σχετική άδεια του καδή» (ό.π., σ. 54). Γύρω στα 1700, ο Φραντσέσκο Γκριμάνι γράφει ότι τα πιο προσοδοφόρα και γόνιμα εδάφη του βασιλείου τα εκμεταλλεύονταν Τούρκοι, που δεν βρίσκονταν στην ίδια κοινωνική κατάσταση με τους Έλληνες. Αυτοί ή δεν είχαν τίποτε, ή κατείχαν ένα ελάχιστο μέρος από τα πιο άγονα.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Τζον Μπίντλιφ (13:33), τον 15ο και 16ο αιώνα, υπήρχε θρησκευτική ελευθερία και ενώ μερικές εκκλησίες μετατράπηκαν σε τζαμιά, οι περισσότερες διατηρήθηκαν… ενώ χτίστηκαν και καινούργιες. Στην πραγματικότητα, το εντελώς αντίθετο συνέβη. Από τις βυζαντινές εκκλησίες της Κωνσταντινούπολης, ως τα τέλη του 18ου αιώνα, μόνο τρεις είχαν απομείνει στα χέρια των Ελλήνων (Ράνσιμαν, The Great Church in Captivity, σσ. 186-192 της αγγλικής έκδοσης) και το ίδιο συνέβαινε οπουδήποτε εγκαθίσταντο Τούρκοι, ενώ, σύμφωνα με τον Σαρρή (ό.π., τ. 2, σ. 527), η ανέγερση περικαλλών ναών σε οσμανοκρατούμενες περιοχές ουσιαστικά αρχίζει μετά το Τανζιμάτ, δηλαδή μετά το 1833· πιο πριν, τα οθωμανικά διατάγματα κατεδάφισης εκκλησιών (τα οποία δεν αναφέρουν ο παρουσιαστής και οι ιστορικοί σύμβουλοι) ήταν περισσότερα από τα διατάγματα επισκευής εκκλησιών. Η ανεξιθρησκεία των κρατούντων τελούσε υπό τον περιορισμό του μη σκανδαλισμού των πιστών του ισλάμ…η λατρεία ήταν ακώλυτη, ιδιαίτερα στα μέρη εκείνα που κατοικούνταν αποκλειστικά από χριστιανούς, ενώ η απαγόρευση ανέγερσης νέων ναών ή διατήρησης περικαλλών και μεγαλόπρεπων ευκτήριων οίκων ίσχυε περισσότερο σε περιοχές με μικρό πληθυσμό, ακριβώς γιατί θεωρούνταν «σκανδαλισμός» των μουσουλμάνων (Ν. Σαρρή, Προεπαναστατική Ελλάδα… σ. 100). Οτιδήποτε δεν υπενθύμιζε στους ραγιάδες την κατώτερη θέση τους ήταν «σκανδαλισμός» των πιστών του Ισλάμ. Στους ίδιους αιώνες, 15ο και 16ο στη Θεσσαλονίκη, μία μετά την άλλη, οι κυριότερες εκκλησίες και όχι λίγες-μερικές, όπως υποστηρίζεται, μετατράπηκαν σε τζαμιά. Με τους Οθωμανούς Τούρκους να ανέχονται τους χριστιανούς λόγω της νόμιμης (βάσει της Σαρίας) και της παράνομης (δωροδοκίες κ.λπ.) ληστείας, δεν μπορούμε να μιλάμε για θρησκευτική ανοχή. Όπως γράφει ο Τούρκος ιστορικός Τανέρ Ακσάμ: Το σύνολο της οσμανικής ιστορίας είναι ταυτόχρονα και η ιστορία των συλλογικών διώξεων και σφαγών των λοιπών θρησκευτικών μειονοτήτων (Siyasî Kültürümüzde Zulüm ve Işkence – Η τυραννία και τα βασανιστήρια στην πολιτική μας κουλτούρα, σ. 27, στο Ν. Σαρρή, Προεπαναστατική Ελλάδα…). Ήδη, στην πρώιμη Τουρκοκρατία, μόνο για ανεκτικότητα των Τούρκων δεν μπορεί να γίνεται λόγος: Οι χριστιανοί δεν μπορούσαν να κινηθούν και να εκφρασθούν ελεύθερα. Είχαν κάποιο φόβο, όταν επρόκειτο να περιγράψουν τα δεινά τους. Με μια λέξη, καταπιέζονταν. «Για τους πιστούς, ο Ορχάν σήμαινε ευσπλαχνία, για τους απίστους καταδυνάστευση», έγραφε αργότερα ο Τούρκος ιστορικός Sükrülah, σύμβουλος του Μουράτ Β΄ (1421-1451) και Μεχμέτ Β΄ (1451-1481) (Απ. Βακαλόπουλου, Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους (1204 – μέσα 15ου αιώνα), σ. 122). Φαίνεται, ότι στις αρχές, οι ολιγάριθμοι Τούρκοι, με επικεφαλής τον Σουλεϊμάν πασά, γιο του Ορχάν, προσπάθησαν να επιβάλουν με την βία την μουσουλμανική θρησκεία, για να εδραιώσουν την θέση τους. Εκείνους που αρνούνταν να την δεχθούν τους έσφαζαν και τις οικογένειές τους τις σκλάβωναν, αν πιστέψουμε τον Sükrülah. «Όπου υπήρχαν σήμαντρα, γράφει ο ίδιος παρακάτω, τα κομμάτιαζε [ο Σουλεϊμάν] και τα έριχνε στη φωτιά και κατέστρεφε τις εκκλησίες και γίνονταν τζαμιά. Στην θέση των σημάντρων ανέβαινε ο ιμάμης και οι βασιλείς της περιοχής των απίστων δέχθησαν στον σβέρκο τους το φόρο υποτέλειας» (ό.π., σ. 133). Το ότι οι Οσμανοί, σε αντίθεση με τους Δυτικούς Ιεροεξεταστές ή αποικιοκράτες της ίδιας εποχής, δεν αφάνιζαν τους αλλόδοξους, επειδή από αυτούς αποκόμιζαν πλούτο και γενίτσαρους δεν σημαίνει ότι η οσμανική πρακτική συνιστά, έστω και συγκριτικά, ανεκτικότητα· απλώς συνιστά διαφορετικό και μεθοδικότερο τρόπο εκμετάλλευσης του κατεκτημένου λαού.
Ο Βερέμης, ως αίτιο μετακίνησης επί Τουρκοκρατίας στα ορεινά (34:04), αναφέρει πρώτο την υγιεινότερη διαβίωση, ωσάν να γινόταν λόγος για φυματικούς πληθυσμούς στους οποίους ο γιατρός συνέστησε τον αέρα της εξοχής. Παραδόξως, και στα βυζαντινά χρόνια, κατά τα οποία επίσης ξεσπούσαν επιδημίες, η ορεινή Ελλάδα δεν πλημμύρισε από χωριά όπως κατά την Τουρκοκρατία. Ο Βερέμης, έπειτα (34:26), αναφέρει ως λόγο την αποφυγή των φόρων. Όμως, υποτίθεται ότι οι Οσμανοί φορολογούσαν λιγότερο τους ελληνικούς πληθυσμούς. Γιατί, αφού οι φόροι μειώθηκαν τόσο με την άφιξη των Οσμανών, ο κόσμος άρχισε να φεύγει στα βουνά για να αποφύγει την πληρωμή τους στους Οσμανούς; Και γιατί ως τρίτος λόγος θεωρείται (34:39 και 38:34) η ασφάλεια από το (οσμανικό) κράτος και τις πολλές παρεκτροπές του (ποιες άραγε;), αφού αρχικά αυτό θεωρήθηκε ότι έδωσε πρωτόγνωρη αίσθηση ασφάλειας και την Pax Ottomanica στους κατοίκους; Ο παρουσιαστής επικρίνει (7:21) την άποψη «των περισσότερων από εμάς» (σταθερή η αναφορά στις housewives) ότι οι Έλληνες κατέφευγαν στα βουνά για να επαναστατήσουν και ότι οι Οθωμανοί δεν προσέφεραν τίποτε το θετικό όντας βάρβαροι. Η καταφυγή στα βουνά, σε πρώτο στάδιο όχι για να χρησιμοποιηθούν αυτά ως επαναστατικό ορμητήριο, αλλά για να γλιτώσουν οι κάτοικοι από τους Τούρκους, δείχνει και την ποιότητα της διαβίωσής τους υπό τους Οθωμανούς.
Σε πάρα πολλά από τα 192 κλέφτικα τραγούδια της συλλογής του Πάσοβ, η αντίσταση, η άρνηση υποταγής στους Οθωμανούς και το μίσος κατά αυτών είναι κάτι παραπάνω από άμεσα αντιληπτό, είναι ο πυρήνας των τραγουδιών· δεν βρίσκουμε σε αυτά, όμως, τα ίδια αρνητικά συναισθήματα για τους χριστιανούς – όπως θα βρίσκαμε εάν υποθέταμε ότι οι Κλέφτες δεν είχαν «εθνική» «συνείδηση». Ενδεικτικά: Βάλτε φωτιά στην εκκλησιά, κάψτε τους Τούρκους μέσα, χίλια φλωριά να την χρωστώ, καινούρια να την φτιάσω (του Μπουκουβάλα)· Λεβέντες κάμετε καρδιά, σα Χριστιανοί φανήτε, Τους Τούρκους να παστρέψωμε, να πέσουνε στον τόπο (του Κώστα Μπουκουβάλα)· Να χύσωμ’ αίμα Τούρκικο, να φάνε κ’ οι κοράκοι (του Γιάννη Στάθη). Είχαν τουλάχιστον ορισμένα χαρακτηριστικά που πλησίαζαν το εθνικό συναίσθημα. Αισθάνονταν άσπονδο μίσος για τους απίστους. Λάτρευαν με απλοϊκό τρόπο την Εκκλησία τους και…καλούσαν παπάδες να ευλογήσουν τα όπλα τους (Ντ. Ντέικιν, Η ενοποίηση της Ελλάδας, σ. 42). Οι επιθέσεις τους εναντίον των περίοπτων συμβόλων της οθωμανικής εξουσίας… έκαναν τη λαϊκή φαντασία να τους θεωρεί υπερασπιστές των καταπιεσμένων Ελλήνων ραγιάδων εναντίον των μουσουλμάνων κατακτητών τους… (R. Clogg, Συνοπτική ιστορία της Ελλάδας, σ. 17). Κάποτε έκλεβαν, βασάνιζαν ή και δολοφονούσαν Έλληνες συμπατριώτες τους – πλούσιους βασικά και όχι απλούς χωρικούς. Συχνότερα όμως έκαναν επιδρομές εναντίον Τούρκων…Είχαν την υποστήριξη των απλών καταπιεσμένων ανθρώπων (J.A. Petropoulos, Πολιτική και συγκρότηση κράτους στο Ελληνικό Βασίλειο, σ. 40).
Ο Τατσόπουλος υποστηρίζει (42:02, 42:21 και 45:15-34 της συζήτησης) ότι δεν υπήρξε η Αγία Λαύρα. Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός δεν βρισκόταν στη Λαύρα στις 25/3, αλλά στην Πάτρα, και την ημέρα εκείνη όρκισε τους Πατρινούς επαναστάτες στην πλατεία Αγίου Γεωργίου (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΒ΄, σ. 86). Η «Αγία Λαύρα» υπήρξε. Όχι στις 25/3, αλλά στις 17/3: Μαρτυρίες από οικογενειακά αρχεία αγωνιστών που αναφέρουν ότι όχι μόνο αποφασίστηκε τότε στην Αγία Λαύρα η έναρξη της Επαναστάσεως, αλλά πως έγινε και ειδική δοξολογία στις 17 Μαρτίου, ημέρα εορτής του τιμωμένου εκεί Αγίου Αλεξίου, και επακολούθησε ορκωμοσία» (ό.π., σ. 82). Όσο κι αν συνιστά μύθο η άποψη ότι η επανάσταση ξεκίνησε στις 25/3, άλλο τόσο μυθοπλασία συνιστά η άποψη που αποσιωπά το ότι οι επαναστάτες (βλ. τα απομνημονεύματα του Κολοκοτρώνη) είχαν ρητά επιλέξει την 25/3 ως ημερομηνία έναρξης της επανάστασης ακριβώς επειδή ήταν η χριστιανική γιορτή του Ευαγγελισμού, ασχέτως του αν, επειδή οι Τούρκοι είχαν αντιληφθεί τα σχέδια των επαναστατών, οι τελευταίοι εξεγέρθηκαν μερικές μέρες νωρίτερα.
Κλείνοντας, κανείς μπορεί να απορήσει πώς γίνεται σε μία μόνο εκπομπή να καλύπτεται η περίοδος από τον 15ο αιώνα ως τα Ορλωφικά. Είναι πράγματι εντυπωσιακό ότι τριακόσια χρόνια περιγράφονται τόσο γρήγορα και, συχνά, με σοβαρές αποσιωπήσεις, με αρκετές ανακρίβειες και με διόλου ασήμαντες αντιφάσεις.
*Από το αφιέρωμα του Άρδην που κυκλοφορεί για την προσπάθεια του Σκάι να ξαναγράψει την ιστορία του ’21.