Της Σόνιας Μαμπρούκ*, δημοσιεύτηκε στον νέο Λόγιο Ερμή τ. 26 που κυκλοφορεί σε περίπτερα και βιβλιοπωλεία.
Το δοκίμιο Επανακατακτώντας το Ιερό (Reconquérir le sacré – εκδ. L’Observatoire), της χριστιανής Τυνήσιας δημοσιογράφου και συγγραφέως Sonia Mabrouk, συνδυάζει με δεξιοτεχνία την ενδοσκόπηση με τον βαθύτερο στοχασμό σχετικά με την απομάγευση του δυτικού πολιτισμού. Σε αυτό το δοκίμιο, η δημοσιογράφος υπερασπίζεται την επιτακτική ανάγκη να επανασυνδεθούμε με το ιερό, μια έννοια που, σύμφωνα με την ίδια, υπερβαίνει το ζήτημα της θρησκείας. Διαβάζουμε ένα απόσπασμα από το βιβλίο, που δημοσιεύθηκε στη Le Figaro (3 Μαρτίου 2023).
νέος Ερμής ο Λόγιος
Μακριά από κάθε θρησκευτική συμπαραδήλωση, το ιερό δεν έχει αποκλειστικά θρησκευτικό, και πολύ λιγότερο μυστικιστικό ή πνευματικό, χαρακτήρα. Όπως το θεωρητικοποίησε ο Εμίλ Ντυρκέμ (Émile Durkheim), ο θεμελιωτής της γαλλικής κοινωνιολογίας, τα ιερά αντικείμενα, ακόμη και αν βρίσκονται στον πυρήνα κάθε θρησκείας, δεν παραπέμπουν απαραίτητα σε μια υπερφυσική δύναμη όπως ο Θεός· μπορούν επίσης να συλληφθούν μέσα από αντικείμενα, μνημεία, σταυρούς ή σημαίες. Έτσι, το ιερό εκπροσωπεί όλα όσα δημιουργούν έναν δεσμό μέσα στην κοινωνία, έτσι ώστε και ένας άθεος να μπορεί να νιώθει και να διαπνέεται από ένα ιερό ρευστό, χωρίς να προσχωρεί σε κάποιο δόγμα.
Στον βαθμό που το ιερό είναι κάτι ουσιαστικά εσώτερο, δεν έχει κατ’ ανάγκη θρησκευτικό χαρακτήρα. Μπορεί κάλλιστα να ενδύεται έναν κοσμικό χαρακτήρα, να σαρκώνεται μέσα από την ενατένιση της φύσης, των μνημείων, των κτηρίων, των τόπων, των τελετών, των επετειακών εορτών ή ακόμη και των ασμάτων. Ωστόσο, θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι είναι δύσκολο να διαχωριστεί με στεγανά σύνορα το ιερό από το θρησκευτικό. Για αιώνες, το ιερό υπήρξε κατ’ εξοχήν θρησκευτικό. Όλα αυτά προφανώς αφήνουν ανεξίτηλα ίχνη. Είναι ουσιαστικά το έργο του Ζωρζ Μπατάιγ (Georges Bataille) και του Μισέλ Λερίς (Michel Leiris) που θα μας επιτρέψει να κατανοήσουμε το παγανιστικό ιερό έξω από το τρίπτυχο θρησκεία, πατρίδα, ηθική. Οι δύο φίλοι περιγράφουν ένα αθεϊστικό ή εμμενές ιερό, προσιτό σε όλους και παρόν στην καθημερινή μας ζωή.
Μια ανησυχητική περιθωριοποίηση
Εδώ και πάρα πολύ καιρό, στις σύγχρονες κοινωνίες μας, έχουμε περιθωριοποιήσει το ιερό σε τέτοιο βαθμό που απαγορεύουμε στον εαυτό μας να το επικαλεστεί, από φόβο ή ντροπή μήπως μας κατακρίνουν. Θα πρέπει να θέσουμε ένα τέλος σε αυτή τη θανάσιμη αποϊεροποίηση του δυτικού κόσμου. Ας πιστέψουμε ξανά σε ένα συλλογικό ιερό. Απωθήσαμε, κακώς, αυτή την έννοια, που είναι ουσιώδης για τη ζωή κάθε κοινότητας, λες και, στην ευρωπαϊκή Δύση, μας είχε απαγορευτεί το ιερό. Συγκεντρωνόμαστε πλέον μόνο γύρω από υποκατάστατα ιερού και απόλυτου, όπως, για παράδειγμα, τα μεγάλα αθλητικά γεγονότα. Ένας τελικός του Παγκοσμίου Κυπέλλου ποδοσφαίρου, όσο σημαντικός και συναρπαστικός και αν είναι, δεν μπορεί να πάρει τη θέση ενός ιερού γεγονότος. Και όμως, μόνο αυτά τα μεγάλα γεγονότα μπορούν ακόμα να μας ενώσουν για λίγο.
Αυτό είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό. Αντικαθιστούμε το ιερό με το βέβηλο. Είναι επείγον να δοθεί ένα τέλος σε αυτή την καταστροφική κίνηση. Στις ολοένα και πιο ρευστές κοινωνίες μας, είναι επιτακτική ανάγκη να επανασυνδεθούμε με μια αναζωογονημένη ιερότητα. Δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς το ιερό. Είναι ένα από τα θέματα, αν όχι το νευραλγικό θέμα, του αιώνα μας.
Επανασύνδεση με τις απαγορεύσεις και τις τελετουργίες
Ωστόσο, η αίσθηση του ιερού δεν συνιστά μια εύκολη διαδρομή. Συχνά αποτελεί πηγή απαγορεύσεων, κανόνων, συγκρούσεων, ακόμη και μεγάλης βίας. Ο Ρεζί Ντεμπρέ (Régis Debray) το ορίζει ως «κάθε τι που νομιμοποιεί τη θυσία και απαγορεύει τη ιεροσυλία». Αυτή ήταν αρχικά η μεγάλη ανακάλυψη του Ρενέ Ζιράρ (René Girard) για το πρωτόγονο ιερό ως πηγή μιας αχαλίνωτης βίας. Σήμερα, το ιερό απαιτεί μία ρήξη και μία αποδοχή αυτού που απαγορεύεται. Από αυτή την άποψη, το σύνθημα του 1968, «Απαγορεύεται το απαγορεύειν!», έκανε μεγάλη ζημιά στην κοινωνία μας, γιατί έδινε την ψευδαίσθηση ότι τίποτα δεν έπρεπε να θεωρείται ιερό και να προστατεύεται, πράγμα που είναι απολύτως λανθασμένο και κυρίως τρομερά καταστροφικό για την κουλτούρα και τον πολιτισμό μας.
Αντιθέτως, δεν υπάρχει τίποτα πιο καθησυχαστικό από το να γνωρίζει κανείς ότι υπάρχουν απαγορεύσεις και όρια που δεν πρέπει να ξεπεραστούν, διαφορετικά η ποινή θα πέσει σαν λεπίδι. Η τήρηση της απαγόρευσης φέρνει παρηγοριά, και όχι ματαιώσεις και εμπόδια, όπως θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε κάποιοι ιδεολόγοι. Το ιερό παράγει σίγουρα απαγορεύσεις και βία, αλλά όλα είναι θέμα εξεύρεσης μιας ισορροπίας. Η υπερβολική επαφή με το ιερό οδηγεί σε έναν κύκλο βίας που είναι εγγενής στην ανθρώπινη φύση. Αντιστρόφως, η επιδίωξη απομάκρυνσης από αυτό είναι συνώνυμη με το χάος και τη δυστυχία. Πρόκειται για τη σύνθετη και αμφίσημη φύση του ιερού που πρέπει να τιθασευτεί για να αποφευχθεί η αποσύνθεση. Όπως λέει ο νευροψυχίατρος Μπόρις Συρυλνίκ (Boris Cyrulnik): «Όταν η τελετουργία δεν μπορεί να καθιερωθεί, ξεσπά η βία». Ας μάθουμε λοιπόν πώς να ξαναβρούμε αυτή την αρμονία της τελετουργίας. Προς το παρόν, εξακολουθούμε να δυσπιστούμε απέναντι στο ιερό, να το αποδιώχνουμε από τη ζωή μας.
Κατά κάποιον τρόπο, έχουμε ακρωτηριαστεί από το ιερό. Αλλά όπως τα μέλη-φαντάσματα που αισθάνονται οι τραυματίες, έτσι κι εμείς νιώθουμε ότι κάτι μας λείπει.
Το ιερό δεν αγοράζεται ούτε πουλιέται
Η πρώτη μου ανάμνηση ανάγεται στην παιδική μου ηλικία. Πάντα με εντυπωσίαζε αυτό το επιβλητικό κτήριο που κατασκευάστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα. Χτισμένο σε βυζαντινό-μαυριτανικό ρυθμό και με θέα τον κόλπο της Καρχηδόνας, κοντά στην Τύνιδα, ο καθεδρικός ναός του Saint-Louis είχε πάψει να λειτουργεί ως τόπος λατρείας από το 1963. Μεταλλαγμένο σε χώρο πολιτισμού, που φιλοξενούσε αμέτρητες εκθέσεις και συναυλίες, το κτήριο διατηρούσε πάντα, στα μάτια μου, έναν άκρως μυστηριώδη χαρακτήρα. Τις λίγες φορές που μπόρεσα να παρακολουθήσω μια εκδήλωση, κάτω από τα πολλά βιτρό, διακοσμημένα με φιγούρες και αραβουργήματα, την βίωσα ως βλασφημία. Η λέξη δεν είναι καθόλου υπερβολική, τόσο πολύ ένιωθα ότι αυτός ο χώρος θα έπρεπε να περικλείει για πάντα τη μνήμη του Αγίου Λουδοβίκου, βασιλιά της Γαλλίας, ο οποίος πέθανε στην Καρχηδόνα το 1270.
Οι μουσικές συναυλίες που διεξάγονταν εκεί, όσο υπέροχες και αν ήταν, συνέβαλλαν, κατά τη γνώμη μου, στο να απομακρύνεται η ψυχή από αυτόν τον τόπο. Από την πλευρά μου, είχα μια σχεδόν σαρκική σχέση, έναν οργανικό δεσμό με αυτόν τον καθεδρικό ναό. Αυτή η προσκόλληση ξεπερνούσε κατά πολύ την απλή αισθητική ή πνευματική έλξη που μου ενέπνεε το μνημείο. Ήταν ως εάν ορισμένες σελίδες της ιστορίας της ζωής μου να ήταν χαραγμένες στις πέτρες του και στον ραβδωτό θόλο του. Αυτός ο δεσμός που με ένωνε με το κτήριο ήταν περισσότερο της καρδιάς παρά του μυαλού ή του πνεύματος…
Η ίδια εσώτερη εμπειρία εκδηλώνεται επίσης όταν, κάθε χρόνο, διεξάγονται οι τελετές της 18ης Ιουνίου στο Mont-Valérien. Σε αυτόν τον ιερό χώρο της εθνικής μνήμης, ξαναβρίσκω μια οικεία απήχηση . Όπως έγραψε ο Πασκάλ, «Δεν θα με αναζητούσες αν δεν με είχες βρει». Το ιερό που αναζητούμε, στην πραγματικότητα, βρίσκεται ήδη εντός μας. Διασχίζουμε χιλιάδες χιλιόμετρα αναζητώντας το, ενώ βρίσκεται ακριβώς εδώ, μέσα μας, σαν μια θαμμένη μνήμη που έχει σταδιακά απολιθωθεί με την πάροδο του χρόνου. Ο Άγιος Αυγουστίνος δεν είπε τίποτε το διαφορετικό στις Εξομολογήσεις του: «Αργά Σε αγάπησα, ω αρχαία και τόσο νέα Ομορφιά· αργά Σε αγάπησα. Βρισκόσουν μέσα μου και εγώ ήμουν έξω, και εκεί Σε αναζήτησα».
Η Ghriba, ο καθεδρικός ναός του Saint-Louis, τα τζαμιά από τα οποία αναδύεται το κάλεσμα του μουεζίνη, η κρύπτη του Mont Valérien, όλοι αυτοί οι χώροι που οριοθετούνται από τοίχους ή σύνορα, αντιπροσωπεύουν όλοι εδάφη από τα οποία αναδύονται θραύσματα του ιερού, του αόρατου. Αυτό το οικείο ιερό μπορεί να είναι θρησκευτικό ή κοσμικό, ακόμη και αθεϊστικό. Δεν συνδέω το ιερό με το θείο ή το υπερφυσικό, και θα έχω την ευκαιρία να το εξηγήσω αυτό σε όλα τα κεφάλαια αυτού του βιβλίου. Επομένως, αρκεί να είμαστε προσεκτικοί για να αντιληφθούμε αυτά τα θραύσματα. Δεν χρειάζεται καθόλου να πιστεύουμε για να στραφούμε στο ιερό.
Αρκεί να εισέλθουμε σε μια περιοχή εμποτισμένη με το ανέγγιχτο και το απόλυτο, όπου αυτό που είναι ιερό δεν μπορεί να εκτιμηθεί σε χρήμα, σε αντίθεση με όλα τα εμπορικά αγαθά που μας περιβάλλουν. Το ιερό δεν πουλιέται, δεν αγοράζεται, είναι αδύνατο να του δώσουμε μια ανταλλακτική αξία, πόσο μάλλον μια τιμή.
Σθένος του ισλάμ και φθίνων χριστιανισμός
Στη χώρα του ισλάμ, το σθένος του ιερού επιβεβαιώνεται μέσα από την πολιτική του αποδοχή. Ενώ οι δυτικές χώρες δολιχοδρομούν χωρίς πραγματικά να τολμούν να το οικειοποιηθούν, σε πολλές μουσουλμανικές χώρες, το ιερό, αντίθετα, γίνεται αντιληπτό ως ένα ισχυρό πολιτικό αντικείμενο. Μετατρέποντας την Αγία Σοφία και τη Μονή της Χώρας σε τζαμιά, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν επιδιώκει μόνο να τοποθετηθεί ως ηγέτης των μουσουλμάνων σε ολόκληρο τον κόσμο· ο Τούρκος ηγέτης θέλει επίσης να οικειοποιηθεί μια ιερότητα που έχει απήχηση πολύ πέρα από τους πιστούς της μουσουλμανικής θρησκείας. Η Μονή της Χώρας, ένας πρώην βυζαντινός ναός του 5ου αιώνα, ο οποίος, το 1958, μετατράπηκε σε μουσείο –και επομένως βεβηλώθηκε–, μετατράπηκε έτσι και πάλι σε τόπο λατρείας από το χέρι και τη θέληση του Ερντογάν.
Η ανασύσταση της θρησκευτικής και ιερής κληρονομιάς είναι η βάση του σχεδίου ή της εθνικής αφήγησης που θέλει να υφάνει ο Ερντογάν. Με αυτή τη μεταστροφή, επιδιώκει τη θρησκευτική και ιερή επανάστασή του, μια ουσιαστικά πολιτική επανάσταση. Ας θυμηθούμε τα λόγια που εκφώνησε ο Τούρκος πρόεδρος τη στιγμή της μετατροπής της Αγίας Σοφίας σε τζαμί. Στον πύρινο λόγο του μίλησε για ανακατάκτηση, για το έθνος, για το ιερό και για το μέλλον, προκειμένου να πάρει εκδίκηση και να θάψει οριστικά την περίοδο της δημοκρατίας του Ατατούρκ. Δηλώνοντας στην τηλεόραση, κατά τη διάρκεια της μετατροπής της Αγίας Σοφίας, ότι «η Τουρκία απαλλάχθηκε από μια ντροπή», στέλνει ένα μήνυμα προς όλους τους μουσουλμάνους, πολύ πέρα από τον τουρκικό λαό και μόνο, διαβεβαιώνοντας ότι η Ανατολή επιστρέφει και, μέσω αυτής, επιστρέφει το ισλάμ. Με τον τρόπο αυτό, ο Ερντογάν καθιστά τον εαυτό του σημαιοφόρο της νεο-οθωμανικής ανακατάκτησης, η οποία είναι ταυτόχρονα θρησκευτική, πνευματική, πολιτική και στρατιωτική.
Πότε θα αφυπνιστεί η Δύση;
Έχοντας γίνει ο ισχυρός άνδρας της Ανατολής, και επομένως του ισλάμ, ο Ερντογάν, ο οποίος ελέγχει τις στρατηγικές στρόφιγγες των μεταναστευτικών ροών, θέλει να επιβάλει τον νόμο του και την πίστη του στον χριστιανικό πολιτισμό. Από αυτή την άποψη, προσωποποιεί τη σύγκρουση των πολιτισμών, όπως τη θεωρητικοποίησε ο Σάμιουελ Χάντινγκτον. Το σχέδιό του, ελάχιστα συγκεκαλυμμένο, συνίσταται στο να σβήσει τα ίχνη της χριστιανικής παρουσίας στη σύγχρονη Τουρκία. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, ο Ερντογάν μπορεί να υπολογίζει στην αδράνεια της Δύσης.
Έχοντας από καιρό κατανοήσει ότι η δύναμη ενός πολιτισμού δεν έγκειται τόσο στην οικονομία ή τη στρατιωτική ισχύ όσο στην ένταση με την οποία είναι φορέας του αισθήματος του ιερού, ο Τούρκος πρόεδρος επενδύει κατ’ εξοχήν στην εγγενή αδυναμία της Δύσης, η οποία είναι ανίκανη να σαρκώσει μια πνευματική ανάκαμψη χωρίς να ντρέπεται γι’ αυτή. Πώς αφήσαμε τα πράγματα να γίνουν τόσο άσχημα; Πότε θα αφυπνιστεί η Δύση; Πότε θα βγούμε από αυτό το πνευματικό κώμα;
Έχουμε μια κυριολεκτικά σωματική ανάγκη να επανασυνδεθούμε με την πνευματική μας φύση. Το χρειαζόμαστε ακόμη περισσότερο επειδή το ιερό είναι ταυτόχρονα ένα όπλο που χρησιμοποιείται εναντίον μας από τους ισλαμιστές. Οι τρομοκρατικές δολοφονίες που μας έχουν πλήξει τόσο σκληρά, ξεκινώντας από εκείνες του Μοχάμεντ Μερά, ενδύονται το ιερό για να αποκρύψουν την ψυχρή μηχανική του μίσους. Είναι πράγματι η θρησκευτική και πνευματική μας αδυναμία από την οποία τρέφονται οι ισλαμιστές, προκειμένου να προτείνουν έναν ηχηρό αντίλογο που καλεί σε πόλεμο και στην καταστροφή μιας κουλτούρας και ενός πολιτισμού που στα μάτια τους βρίσκεται ήδη σε αποσύνθεση.
Με άλλα λόγια, το ιερό, ή η απουσία του ιερού στη Δύση χρησιμεύει ως η κύρια μήτρα για την ισλαμιστική προπαγάνδα, έτσι ώστε ο επόμενος κυρίαρχος πολιτισμός θα μπορούσε να είναι ο ισλαμικός, όχι τόσο εξ αιτίας του αριθμού και της δημογραφίας, όσο λόγω της πίστης σε ένα σωτήριο ιερό. Βέβαια, το ίδιο το ισλάμ βρίσκεται σε κρίση, με ισχυρές εντάσεις στο εσωτερικό του, λόγω της ισλαμιστικής γάγγραινας· ωστόσο, η μεγαλύτερη απειλή για τους πολιτισμούς παραμένει η απουσία μιας κάθετης δομής, άρα και ενός κοινού σχεδίου, που θα μας επιτρέψει να υπερβούμε τον εαυτό μας και το εγώ μας. Αυτή η ατροφία του ιερού υπονομεύει τη Δύση.
* δημοσιογράφος
μετάφραση: Χριστίνα Σταματοπούλου