Αρχική » Β. Ο Νεκτάριος Τέρπος απέναντι στους εξισλαμισμούς

Β. Ο Νεκτάριος Τέρπος απέναντι στους εξισλαμισμούς

από Γιώργος Καραμπελιάς

Εγκαινιάζουμε ένα νέο αφιέρωμα με κείμενα του Γιώργου Καραμπελιά από το βιβλίο του Εκκλησία και Γένος εν αιχμαλωσία, Εναλλακτικές Εκδόσεις.

Η αντίσταση στους έξι αιώνες της ξένης κατοχής δεν περιορίστηκε μόνο στο στρατιωτικό πεδίο (όπως είδαμε στο προηγούμενο αφιέρωμα μας, Η αντίσταση των Ελλήνων μετά το 1453), αλλά εξίσου σημαντική ήταν και στο πνευματικό πεδίο (Ορθοδοξία, γλώσσα, ιστορική συνείδηση και λαϊκή παράδοση).

του Γιώργου Καραμπελιά

Ὦ ἄν­θρω­πε, μὴ γυ­ρεύ­εις πο­τ εἰς τὴν προ­σευ­χήν σου πλοῦ­τον, μή­τε ὑ­γεί­αν, ἤ ἐκ­δί­κη­σιν τῶν ἐ­χθρῶν σου, μή­τε δό­ξαν πρό­σκαι­ρον, μο­να­χ ν ζη­τή­σῃς ἐ­κεῖ­νο, ὁ­ποῦ εἶ­ναι πρό­ξε­νον τῆς ἐ­λευ­θε­ρί­ας σου…

Νεκτάριος Τέρπος, Πίστις[1]

Παρότι η σύγκρουση με τον καθολικισμό παραμένει σφοδρότατη, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε πως η «πρωταρχική αντίθεση» παραμένει πάντα εκείνη με τους Οθωμανούς και το ισλάμ, με τα εκατομμύρια των εξισλαμισμών, το παιδομάζωμα και την εξόντωση των χριστιανικών πληθυσμών.

Η παραχώρηση «προνομίων» από την πλευρά των Οθωμανών στο ορθόδοξο μιλέτ έχει παρουσιαστεί ως μία ένδειξη της οθωμανικής μετριοπάθειας και ευμένειας έναντι των Ελλήνων. Όμως, ο Γεννάδιος θα αναλάβει την πατριαρχική έδρα διότι η πολιτική συγκυρία επέβαλλε στον Μωάμεθ μια πολιτική κατευνασμού των Ορθοδόξων απέναντι στον κίνδυνο πιθανής εξέγερσής τους, αν δεν αναγνωριζόταν η θρησκευτική τους αυτονομία: οι Έλληνες, στη συντριπτική τους πλειοψηφία «ανθενωτικοί», ίσως μεταστρέφονταν, γεγονός που θα έκανε πιθανή μια νέα Δυτική Σταυροφορία. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε, άλλωστε, ότι, στα χρόνια που ακολούθησαν την Άλωση, ο ελληνικός χώρος δεν είχε ακόμα κατακτηθεί, ο Γεώργιος Καστριώτης στην Ήπειρο θα συνεχίσει να αντιστέκεται, η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας θα πέσει το 1461, η Πελοπόννησος γύρω στο 1500, η Μυτιλήνη το 1462.

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, ο Μωάμεθ θα προωθεί –ή μάλλον θα βαυκαλίζει τους Έλληνες με– τη γραμμή της συνεργασίας Τούρκων και Ελλήνων· προκειμένου δε να εδραιώσει την αίσθηση της συνέχειας με το Βυζάντιο, θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί τα ελληνικά στις επαφές του με τη Δύση και στα επίσημα έγγραφα. Οι Οθωμανοί αισθάνονταν ακόμα σφετεριστές και επιθυμούσαν να επιβεβαιώσουν τη νομιμότητα και τη συνέχεια της εξουσίας τους, η δε κατοχύρωση των προνομίων του Πατριαρχείου ήταν ένα απαραίτητο μέτρο τακτικής για τη συντήρηση μιας τεράστιας πολυεθνικής αυτοκρατορίας. Στην ίδια κατεύθυνση, προσπαθούν να προσεταιριστούν και τους τοπικούς χριστιανούς τιμαριούχους, αφήνοντάς τους τα προνόμια και τη γη τους, ενώ, στον βαλκανικό χώρο, σε αντίθεση με τον μικρασιατικό[2], οι εξισλαμισμοί θα λάβουν επιλεκτικό χαρακτήρα. Οι διάδοχοί του όμως, όταν πλέον η κατάκτηση θα έχει εδραιωθεί, θα αφαιρέσουν αρκετά από τα προνόμια που είχαν παραχωρήσει στο Πατριαρχείο, θα καταργήσουν τη χρήση της ελληνικής στις επαφές με τους ξένους, θα γενικεύσουν τους εξισλαμισμούς, το παιδομάζωμα[3], καθώς και τους εποικισμούς από Τουρκομάνους και μουσουλμανικά φύλα. Οι τιμαριούχοι, στο εξής, θα είναι αποκλειστικά μουσουλ­μάνοι και μόνον οι Μοραΐτες πρόκριτοι, μετά την οριστική κατάληψη της Πελοποννήσου, το 1715, έπειτα από συγκρούσεις τριών αιώνων, θα διατηρήσουν ορισμένα από τα προνόμιά τους, στα πλαίσια της αρχόμενης παρακμής των Οθωμανών[4].

Απέναντι στο κύμα των εξισλαμισμών, ιδιαίτερα στη δυτική Ελλάδα, θα αντιδράσει η ορθοδοξία και ο Κοσμάς Αιτωλός θα αναδειχθεί στον πρωτεργάτη της πάλης ενάντια τους. Πρόδρομος και πνευματικός μέντοράς του –ο Κοσμάς χρησιμοποιεί συστηματικά τα κείμενά του– υπήρξε ο Μοσχοπολίτης ιερομόναχος, Νεκτάριος Τέρπος[5] (γεν. μεταξύ 1675 και 1690 και απεβίωσε μεταξύ 1740 και 1741), τόσο με τη δράση του όσο και κατ’ εξοχήν με το βιβλίο του, Βιβλιάριον, καλούμενον Πίστις,το οποίο γνώρισε 12 εκδόσεις, μεταξύ 1732 και 1818, και είχε ως κύριο αντικείμενό του την αντιμετώπιση των εξισλαμισμών και της αλλαξοπιστίας των ορθοδόξων ενώ, το 1739, εξέδωσε και δεύτερο βιβλίο, υπό τον τίτλο Ζητήματα διάφορα θεολογικά, κατ’ ερωταπόκρισιν…, του οποίου είναι γνωστές έξι εκδόσεις μέχρι το 1781, δηλαδή σε μία περίοδο 42 μόλις χρόνων. Ο Μοσχοπολίτης Νεκτάριος βρισκόταν στην καρδιά μιας περιοχής όπου πραγματοποιούνταν εκτεταμένοι εξισλαμισμοί, συχνά για οικονομικούς λόγους, κατ’ εξοχήν για την αποφυγή της καταβολής του χαρατσίου. Με την απλή και προσιτή γλώσσα του, απευθύνεται σε όλους τους πιστούς, ώστε να αντισταθούν στους εξισλαμισμούς. Διαβάζουμε στο προοίμιο του έργου:

Τὸ λοι­πὸν ἐ­τοῦ­το τὸ Βι­βλιά­ριον, τὸ ἐ­πο­νο­μα­ζό­με­νον Πί­στις, δὲν τὸ ἐ­σύν­θε­σα διὰ τοὺς σο­φοὺς καὶ γραμ­μα­τι­σμέ­νους ἀν­θρώ­πους, ἀλ­λὰ διὰ τοὺς ἀ­γραμ­μά­τους καὶ χω­ρι­κούς, ἐ­πει­δὴ εἰς ἐ­τοῦ­τα τὰ μέ­ρη τῆς Τουρ­κί­ας εὑ­ρι­σκό­με­νοι χρι­στια­νοί, πολ­λοὶ ἐ­πλα­νή­θη­καν, καὶ πλα­νοῦν­ται ἀ­πὸ ὀ­λί­γην ἀ­νάγ­κην καὶ δό­σι­μον τοῦ χα­ρα­τζί­ου, καὶ ἀρ­νοῦν­ται (φεῦ) τὸν Χρι­στόν, καὶ πα­ρα­δί­δον­ται εἰς τὰς χεῖ­ρας τοῦ δι­α­βό­λου. Τού­του χά­ριν καὶ ἐ­γώ, θεί­ῳ ζή­λῳ κι­νού­με­νος, ἠ­θέ­λη­σα νὰ τοὺς βο­η­θή­σω [ ]. Ἀ­να­γι­νώ­σκον­τες καὶ ἀ­κού­ον­τες τὰ μαρ­τύ­ρια, ὁ­ποῦ ἔ­πα­θαν οἱ ἅ­γιοι μάρ­τυ­ρες διὰ τὸν Χρι­στόν, νὰ πα­ρα­κι­νοῦν­ται καὶ αὐ­τοὶ πα­ρα­μι­κρόν, καὶ νὰ τοὺς μι­μοῦν­ται, νὰ μὴν ἀρ­νοῦν­ται τὴν Πί­στιν τους, καὶ τὸν Κύ­ριον τῆς Δό­ξης, ἀλ­λὰ νὰ ὑ­πο­φέ­ρουν εὔ­κο­λα με­τὰ πά­σης χα­ρᾶς κά­θε πε­ιρα­σμόν, καὶ τι­μω­ρί­αν διὰ τὸ ὄ­νο­μα τοῦ Χρι­στοῦ[6].

Ο Νεκτάριος, σύμφωνα με τον Ευλόγιο Κουρίλα, χρημάτισε διδάσκαλος στη σχολή της Μοσχόπολης[7] –τη μετέπειτα περιβόητη Νέα Ἀκαδήμια–, περιόδευσε δε ως ιεροκήρυκας στη σημερινή Βόρειο Ήπειρο, Βεράτι, Σπαθία και Μουζακιά, και στη Νότια Ήπειρο μέχρι την Άρτα, ως πρόδρομος του Κοσμά Αιτωλού. Οι αντι­μωαμεθανικές και αντιτουρκικές θέσεις του, εκφράζονταν και στα κηρύγματά του, που είχαν ήδη οδηγήσει και στην κακοποίησή του. Τωόντι, τα Χριστούγεννα του 1724, όταν κήρυσσε στο χωριό Τραγότι, κοντά στο Ελβασάν, παρατήρησε ότι το ακροατήριό του το αποτελούσαν εκατόν είκοσι γυναίκες και μόλις δεκαπέντε άνδρες, διότι οι υπόλοιποι είχαν αλλαξοπιστήσει, και στράφηκε, ως συνήθως, εναντίον του Μωά­μεθ, γεγονός που οδήγησε στον άγριο ξυλοδαρμό του:

Ὕ­στε­ρον δὲ τὸ ἔ­μα­θαν δύ­ο ἀ­δέλ­φια Ἀ­γα­ῥη­νοί, οἱ ὁ­ποῖ­οι ἦ­σαν σουμ­πα­σά­δες, τὸ πῶς ἐ­κή­ρυ­ξα ὁ­μο­λο­γών­τας [ ] τὸν Μω­ά­μεθ ψεύ­στην καὶ πλά­νον, καὶ ἕ­ναν πρῶ­τον μα­θη­τὴν τοῦ ἀν­τι­χρί­στου. Ἦλ­θαν καὶ μὲ ηὗ­ραν εἰς τὸ σπῆτι τοῦ Πα­πά, καὶ εἶ­χεν ὁ κα­θ’ ἕ­νας ἀ­πὸ ἕ­να κον­τό­ξυ­λον ἀ­πὸ γλα­τζι­νά, καὶ κτυ­πῶν­τες ἀ­πά­νω μου ἀ­νε­λε­ή­μο­να… Εἰς ὅ­λα τὰ μέ­ρη μὲ ἐ­βά­ρε­σαν, ἀλ­λοῦ τὸ κορ­μί μου ἐ­κοκ­κί­νι­σε, καὶ εἰς πε­ρισ­σο­τέ­ρους τό­πους ἐ­μαύ­ρι­σε, καὶ ὅ,τι ἔ­κα­μαν ἡ βεν­τού­ζαις καὶ τὰ κέ­ρα­τα, καὶ χά­ρι­τι Χρι­στοῦ ἰ­α­τρεύ­θη­κα, ὅ­μως τὸ ζερ­βόν μου μπρά­τζο ἔ­μει­νε βλαμ­μέ­νο, καὶ πο­τὲ δὲν ἠμ­πο­ρῶ νὰ ἀ­να­παυ­θῶ εἰς αὐ­τὸ τὸ μέ­ρος[8].

Ο Τέρπος, στα κείμενα και στο κήρυγμά του, χρησιμοποιεί μια βίαιη αντιτουρκική, αντιισλαμική γλώσσα, που δύσκολα συναντούμε σε κείμενα που κυκλοφορούσαν, και μάλιστα σε τέτοια έκταση, στον τουρκοκρατούμενο ελληνισμό, ενώ, όπως προα­ναφέραμε, στηλιτεύει και την κοινωνική αδικία:

Ἀ­λή­μο­νον εἰς ἐ­κεῖ­νον τὸν ἄν­θρω­πον, ὀ­ποῦ θέ­λει νὰ ἀ­πο­θά­νῃ εἰς τὴν πε­πλα­νημέ­νην θρη­σκεί­αν τοῦ πλά­νου, καὶ ἀ­πο­στά­του [ ], λέ­γω τοῦ Μω­ά­μεθ, καὶ τοῦ γαμ­βροῦ αὐ­τοῦ Ἀ­λή, οἱ ὁ­ποῖ­οι εἶναι, καὶ εὑ­ρί­σκον­ται πάν­το­τε ἐν τῷ μέ­σῳ τοῦ πυ­ρὸς τῆς κο­λά­σε­ως, ὁ­μοῦ μὲ τὸν πα­τέ­ρα τους τὸν δι­ά­βο­λον. [ ] Καὶ τὸν Μω­ά­μεθ μὲ τὸν Ἀ­λή…· τὸν μὲν Ἀ­λὴ τὸν γρά­φει ὁ Ἰ­ω­άν­νης θη­ρί­ον. Καὶ ἀ­λη­θι­νὰ θη­ρί­ον ἀ­γρι­ώ­τα­τον ἐ­στά­θη [ ]. Καὶ τὸν Μω­ά­μεθ τὸν γρά­φει ψευ­δο­προ­φή­την. Καὶ ἀ­λη­θι­νὰ ἔ­τζι ἐ­στά­θη ψεύ­στης καὶ πλά­νος, αὐ­τὸς καὶ οἱ δι­ά­δο­χοί του ἕ­ως τὴν σή­με­ρον. Καὶ τοὺς εἶ­δε ὁ Ἰ­ω­άν­νης [ ] ὁ­ποῦ καί­ον­ται, καὶ βα­σα­νί­ζον­ται εἰς τοὺς αἰ­ῶ­νας τῶν αἰ­ώ­νων, αὐ­τοί, καὶ ὅ­σοι πι­στεύ­ουν ὡς αὐ­τοί[9].

Ο Νεκτάριος, σε δεκάδες ευθείες και βίαιες επιθέσεις, επιτίθεται όχι μόνο στον Μωάμεθ, αλλά και στον ιδρυτή του σιϊτισμού, Αλή, και τον γιο του, Χουσεΐν, διότι στην Ήπειρο και την Αλβανία ήταν ισχυρή η παρουσία των σιϊτών και μπεκτασήδων μωαμεθανών, οπαδών τους. Εξάλλου, δεν περιορίζεται στην αποδοκιμασία των εξωμοσιών αλλά και σε εκείνη της «κρυπτείας» των κρυπτο­χριστιανών, εξαιρετικά εκτεταμένης εκείνη την περίοδο, την οποία θεωρούσε προθάλαμο της οριστικής απομάκρυνσης από την πάτρια θρησκεία[10].

 «Ἄλ­λοι και ἄλ­λαις, α­πὸ τὸ ἄλ­λο μέ­ρος μοῦ λέ­γουν, πὼς ὁ ἄν­δρας μου νη­στεύ­ει [ ]πη­γέ­νει την νύ­κτα εἰς τὴν Ἐκ­κλη­σί­αν καὶ με­τα­λαμ­βά­νει[] ἔρ­χε­ται ὁ Πα­πὰς τὴν νύ­κτα. [ ] Ὄ­χι, ὄ­χι, δὲν σᾶς ὠ­φε­λοῦ­νε ὅ,τι καὶ ἄν κά­μνε­τε.[ ]…θέ­λῃ τοὺς πέμ­ψῃ εἰς τὴν κό­λα­σιν νὰ φλο­γί­ζων­ται εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰ­ώ­νιον…»

Με α­γω­νί­α κα­λεί τους κλο­νι­ζό­με­νους πι­στούς:

Μὴν χω­ρι­σθῆ­τε ἀ­πὸ τὴν γε­νε­άν σας προ­και­ροῦ καὶ μὴν ἀ­φή­σε­τε τὴν ἀ­λη­θι­νὴν πί­στιν τῶν προ­πα­τό­ρων σας. Καὶ ἄν ἐ­γε­λά­σθῃς καὶ ἔ­γι­νες Τοῦρ­κος, μὴν αμ­φι­βά­λῃς ὁ ἀ­φέν­της μας Χρι­στὸς σὲ θέ­λει καὶ σὲ συγ­χω­ρᾷ. Βά­στα λοι­πὸν παί­δευ­σες, καὶ ἄν σὲ δέ­σουν μὴν πι­κραί­νε­σαι, ἄν σὲ βά­λουν εἰς φυ­λα­κὴν ἤ εἰς σί­δη­ρα καὶ εἰς τὸ τρομ­ποῦ­κι, ὑ­πό­φε­ρε χα­ρού­με­νος, κά­μνον­τας τὸν Σταυ­ρὸν σου…[11]

Ο Νεκτάριος φαίνεται να επιλύει και το ζήτημα της στάσης των ορθοδόξων συγγραφέων απέναντι στην οθωμανική κατοχή. Σύμφωνα με την ορθόδοξη αποκαλυψιακή, και όχι μόνο, γραμματεία, η αιτία της επικράτησης των Οθωμανών επί των Ελλήνων αποδίδεται στις αμαρτίες τους. Κάτι απολύτως συνεπές με τη θρησκευτική αντίληψη της τιμωρίας: ήδη, ο Θεός του Ισραήλ τιμωρεί πρωτοπλάστους και τ Εβραίους για τα παραπτώματά τους, χωρίς βέβαια να πάψει να ενδιαφέρεται γι’ αυτούς και να θεωρεί τους Εβραίους περιούσιο λαό του. Το ίδιο συμβαίνει, κατ’ αναλογία, με τους ορθόδοξους Έλληνες, οι οποίοι αντιμετωπίζουν ταλαιπωρίες και βάσανα, εξ αιτίας της απομάκρυνσής τους από τις επιταγές του Θεού. Σε καμία περίπτωση όμως ο Θεός των ορθοδόξων δεν θα ήταν δυνατόν να συνταχθεί με τους μουσουλμάνους.. [ ] Και όμως, σε σχέση με αυτό το μάλλον προφανές ζήτημα, τα τελευταία χρόνια επιχειρείται μια επιστημονικά ανιστόρητη μετάθεση, ως εάν ακόμα και μάρτυρες της ορθοδοξίας, όπως ο Κοσμάς Αιτωλός, να επιδοκιμάζουν την οθωμανική κυριαρχία. Ο Νεκτάριος, πάντως, διευκρινίζει με έμφαση:

«Μὴν τολ­μή­σῃ λοι­πὸν τι­νὰς νὰ λέ­γῃ ὅ­τι τοὺς Τούρ­κους ὁ Θε­ὸς τοὺς ἔ­δω­σε βα­σι­λεί­ας καὶ ἐ­ξου­σί­αν. Ναί, καὶ ἐ­γὼ τὸ λέ­γω, καὶ δεν τὸ ἀρ­νοῦ­μαι, μὰ διὰ κά­ποι­α σφάλ­μα­τα ὁ­ποῦ ἐ­κά­μα­μεν καὶ κά­μνο­μεν. Κα­λὲ ἄν­θρω­πε δια­τὶ γί­νε­σαι μι­κρό­ψυ­χος καὶ ὀ­λι­γό­πι­στος; Δὲν βλέ­πεις τὰ θη­ρί­α τὰ ἐ­πὶ τῆς γῆς, λέ­γω, Σκύ­λους, Λύ­κους, Τζα­κά­λους, Ἀρ­κού­δαις, Λε­ον­τά­ρια μα­νι­ο­μέ­να, Ἀ­σπί­δα φαρ­μα­κε­ρὴν καὶ κω­φήν, [ ], Ὂ­χεν­τραις πο­νη­ρό­τα­ταις, [ ] καὶ ἂλ­λα πα­ρό­μοι­α θη­ρί­α ἂ­γρια καὶ ἀ­νή­με­ρα; Τὶς τὰ ἒ­κα­μεν αὐ­τά; Βέ­βαι­α ὁ Θε­ός, διὰ τὴν πα­ρα­κο­ήν, καὶ πα­ρά­βα­σιν τοῦ πρω­το­πλά­στου Ἀ­δάμ. Τοι­ού­τη λο­γὶς εἶ­ναι καὶ οἱ Τοῦρ­κοι ἀ­πά­νω μας. Θη­ρί­α λο­γι­κά, Λύ­κοι ἀ­νή­με­ροι, Ὂ­χεν­τραις φαρ­μα­κε­ραῖς, Βα­σι­λί­σκοι βλα­πτι­κοί»[12].

Η κυριαρχία των Τούρκων ομοιάζει με εκείνη των αγρίων ζώων που δημιουργήθηκαν, «διὰ τὴν παρακοήν, καὶ παράβασιν τοῦ πρω­το­πλά­στου Ἀδάμ» και όχι διότι οι Έλληνες αποδέχονται δήθεν ευμενώς την υποδούλωσή τους!

Προβαίνει σε έντονη καταγγελία κατά των αρπάγων πλουσίων, καθώς και «τῶν ἱερέων καὶ ἀρχιερέων τῶν μὴ φυλαττόντων τὸ ἐπάγγελμα αὐτῶν». Αναφέρεται επικριτικά σε τρεις φιλότουρκους κληρικούς (ιερέα, πνευματικό και επίσκοπο): «Ἐ­ὰν ἔ­βλε­πα ἐ­ξου­σί­αν χρι­στι­α­νι­κήν, ἤ­ξευ­ρα κα­λὰ νὰ γρά­ψω, καὶ ἄλ­λα νὰ ὁ­μι­λή­σω, μὰ δὲν ἀ­πο­κο­τῶ, ὅ­τι αὐ­τοὶ οἱ τρεῖς συγ­χυ­σταὶ εἶ­ναι ἀ­κουμ­πι­σμέ­νοι εἰς τὸν Σουλ­τὰν Μεχ­μέ­τη, καὶ μὲ τὸ του­λου­πά­νι του εἶ­ναι ζω­σμέ­νοι, μο­να­χὰ ἄς σι­ω­πή­σω»[13]  ενώ «λέγουσι τινὲς ὅτι ἀφορισμὸν ἠπείλησαν πρὸς τὸν αὐτὸ ἀνα­γι­γνώσκοντα[14]».

Στον ιδεολογικό κόσμο του, μόνο οι πτωχοί και οι καταφρονεμένοι μπορούν να επιτύχουν την επιδοκιμασία του  Κυρίου.

 «Λοι­πὸν ποῖ­οι εἶ­ναι τοῦ Θε­οῦ; Οἱ πολ­λοί; Ναίσκε. Καὶ ποῖ­οι εἶναι οἱ πολ­λοὶ τοῦ Θε­οῦ; Εἶ­ναι οἱ πτω­χοί; Ναί­σκε. Τὸ λοι­πὸν οἱ πτω­χοὶ ἔ­χουν Θε­όν; Καὶ οἱ κα­κοὶ πλού­σιοι καὶ οἱ πει­σμα­τά­ρι­δες Θε­ὸν­ δὲν ἔ­χουν; Ναί, κα­θὼς εἶ­πα, ἀλ­λὰ τὸν σα­τα­νᾶν ἔ­χουν διὰ Θε­όν»[15].

Ο Νεκτάριος παρεμβαίνει και στις κοινωνικές συγκρούσεις που ελάμβαναν χώρα στη Μοσχόπολη – στις αιματηρές συγκρούσεις του 1724, οι εργάτες αντιστάθηκαν στους Τουρκαλβανούς που είχαν προσκαλέσει οι «κουμπανίες» των συντεχνιών[16]. Οι συγκρούσεις, μεταξύ των «αρχόντων», των συντεχνιών, και οι διεκδικήσεις των εργατών που ζητούσαν αύξηση των ημερομισθίων, είχαν προσλάβει ενδημικό χαρακτήρα﮲ το 1735 καταγράφεται νέα αιματοχυσία, με τη δολοφονία προεστών και μεγαλεμπόρων, μέσα στη Μονή Προδρόμου[17], από την επονομαζόμενη «θεοστυγή κομπανία», κατά την εορτή της Διακαινησίμου… Γράφει ο Τέρπος:

«Καὶ ποῖ­οι εἶ­ναι ἐ­κεῖ­νοι, ὁ­ποῦ ἔ­χουν τὸν Θε­ὸν εἰς τὰ κα­τώ­τε­ρα μέ­ρη τῆς κο­λά­σε­ως; Εἶναι ἐ­κεῖ­νοι ὁ­ποῦ γυ­ρεύ­ουν τὴν ἐ­ξου­σί­αν καὶ αὐ­θεν­τί­αν, καὶ νὰ στα­θοῦν κρι­τά­δες, χω­ρὶς νὰ τοὺς θέ­λῃ ἡ χώ­ρα καὶ ἡ πο­λι­τεί­α. Εἶ­ναι καὶ ἐ­κεῖ­νοι ὁ­ποῦ δί­δουν καὶ φουρ­τζά­ρουν ἄ­σπρα διὰ τὴν ἐ­ξου­σί­αν. [ ] Εἶ­ναι καὶ ἐ­κεῖ­νοι ὁ­ποῦ φέρ­νουν βα­σι­λι­κοὺς ἀν­θρώ­πους, καὶ ζη­μι­ώ­νουν τὴν χώ­ραν καὶ τὴν πτω­χο­λο­γί­αν. [ ] Ἐ­τοῦτοι εἶ­ναι ὅ­λοι μα­θη­ταὶ τοῦ δι­α­βό­λου, ὁποῦ πο­λε­μοῦν, καὶ ἐμ­παί­νουν λη­στρι­κῶς, καὶ γί­νον­ται ἄρ­χον­τες»[18]

Η απελευθέρωση από την οθωμανική κυριαρχία συναρτάται άμεσα με τους «πολλοὺς τοῦ Θεοῦ», τους «πτωχούς».

Ο απελευθερωτικός και ελληνοκεντρικός χαρακτήρας του κηρύγματός του υπογραμμίζεται από την προσφυγή στους αρχαίους Έλληνες: «“Ἡ καλλίτερη αρχή ὅλων τῶν πραγμάτων εἶναι ὁ θεός, μὰ ἡ κεφαλὴ ὁλονῶν τῶν ἀρετῶν εἶναι ἡ πίστις”, καθώς λέγει ὁ Ἀριστοτέλης»· «Σωκράτης ὁ φιλόσοφος, ἔστωντας νὰ ἰδῇ κάποιον πλούσιον ἀπαίδευτον, εἶπεν εἰς ἐκείνους ὁποῦ ἦτον σιμὰ του· νὰ ἴδετε τὸ χρυσὸν εἴδωλον»· επανειλημμένες αναφορές κάνει στους Αλέξανδρο, Πλούταρχο, Διογένη, Σόλωνα, Επίκτητο, Θουκυδίδη, Πίνδαρο, Ξενοφώντα, Αριστείδη, Δημόκριτο, Πυθαγόρα, Εμπεδοκλή, Λουκιανό κ.ά.[19] Τέλος, ο Βαλέτας εξαίρει επανειλημμένα τη λογοτεχνική αξία της γλώσσας του Νεκταρίου, προδρόμου του Μακρυγιάννη[20], ο οποίος γνώριζε αναμφίβολα το έργο του.

Ο Τέρπος, πριν τον Ρήγα, τον Κοραή και τον «Ανώνυμο» της Νομαρχίας, χρησιμοποιεί το βιβλίο του ως μια πολεμική μηχανή ενάντια στην τουρκική κυριαρχία, διότι βρίσκεται στην καρδιά της πάλης εναντίον των εξισλαμισμών, η δε ιδιαίτερη πατρίδα του, η Μοσχόπολη, ήταν προκεχωρημένο φυλάκιο του ελληνισμού στη Β. Ήπειρο. Η τεράστια δε διάδοση των γραπτών του μαρτυρεί και τον άμεσα αντιστασιακό χαρακτήρα της επίκλησης της ορθόδοξης πίστης. Προσφεύγει πάντα δε στην υπέρτατη έκφραση αντίστασης, τους νεομάρτυρες.


[1] Κωνσταντίνος Γαρίτσης. Ο Νεκτάριος Τέρπος και το έργο του: εισαγωγή, σχόλια, κριτική έκδοση του έργου του Πίστις, εκδ. «Ο Θεσβίτης», Θήρα 2002, σ. 454.

[2] Σπύρος Βρυώνης, Η παρακμή του Μεσαιωνικού Ελληνισμού στη Μικρά Ασία και η διαδικασία εξισλαμισμού (11ος-15ος αιώνας), ΜΙΕΤ, Αθήνα 1996· Απ. Βακαλόπουλος, «Παράγοντες φθοράς του ελληνισμού», ΙΕΕ, ΕΑ, ό.π. τ. Ι΄, σσ. 50-91.

[3] Βλ., Αναστάσιος Γούναρης, Ιστορία του παιδομαζώματος κατά την τουρκοκρατία,ΣΔΩΒ, Αθήνα 2010· Απόστολος Βακαλόπουλος, ΙΝΕ, τ. Γ΄ σσ. 363-370.

[4] Απ. Βα­κα­λό­που­λος, ΙΝΕ, τ. Γ΄, σσ. 367-370.

[5] Βλ. Γεώργιος Βαλέτας, Ο αρματωμένος λόγος: οι αντιστασιακές διδαχές του Νεκτάριου Τέρπου βγαλμένες στα 1730, Πηγή, 1971· Κ. Γαρίτσης, Ο Νεκτάριος…, ό.π.· Φώτης Βίττης, «Ο ιερομόναχος Νεκτάριος Τέρπος», ΜΦΕ, Χρονικά, τ. Στ΄, Θεσ/νίκη 1986, σσ. 50-60· Ευ. Αμοιρίδου, «Νεκτάριος Τέρπου και το έργο του Βιβλιάριον καλούμενον Πίστις», ΕΛΙΕ, ΙΔ΄, ΠΙΣ, Πρακτικά, Θεσ/νίκη 1994· Απόστ. Γλαβίνας, «Ο Μοσχοπολίτης ιερομόναχος Νεκτάριος Τέρπου, ένας οικουμενικός χριστιανός», Εικοσιπενταετηρικόν, Αφιέρωμα στον μητρ. Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως, κ. Διονύσιο, Θεσ/νίκη 1999. Κουρίλας Ευλόγιος, Η Μοσχόπολις και η Νέα Ακαδημία αυτής. Η καταγωγή των Κουτσοβλάχων και η εγγραμμάτισις της γλώσσης αυτών, 1934, σ. 8.

[6]  Κ. Γαρίτσης, Ο Νεκτάριος, ό.π., σ. 177.

19 Ευλόγιος Κουρίλας, Η Μοσχόπολις και η νέα Ακαδημία αυτής, η καταγωγή των Κουτσοβλάχων και η εγγραμάτισις της γλώσσης αυτών, Φοίνιξ, Αθήνα 1934, , σ. 8.

[8] Κ. Γαρίτσης, Ο Νεκτάριος…, ό.π., σσ. 330-331.

[9] Κ. Γαρίτσης. Ο Νεκτάριος…, ό.π., σσ. 442-443.

[10] Κ. Γαρίτσης. Ο Νεκτάριος, ό.π., σ. 327.

[11] Κ. Γαρίτσης, Ο Νεκτάριος, ό.π., σσ. 322-329.

[12] Ό.π., σσ. 345-346.                                                                    

[13] Στο έργο του, εξάλλου, αναφέρεται επικριτικά σε τρεις φιλότουρκους κληρικούς (ιερέα, πνευματικό και επίσκοπο): «Ἐ­ὰν ἔ­βλε­πα ἐ­ξου­σί­αν χρι­στι­α­νι­κήν, ἤ­ξευ­ρα κα­λὰ νὰ γρά­ψω, καὶ ἄλ­λα νὰ ὁ­μι­λή­σω, μὰ δὲν ἀ­πο­κο­τῶ, ὅ­τι αὐ­τοὶ οἱ τρεῖς συγ­χυ­σταὶ εἶ­ναι ἀ­κουμ­πι­σμέ­νοι εἰς τὸν Σουλ­τὰν Μεχ­μέ­τη, καὶ μὲ τὸ του­λου­πά­νι του εἶ­ναι ζω­σμέ­νοι, μο­να­χὰ ἄς σι­ω­πή­σω», Κ. Γαρίτσης, σ. 409.

[14] Γ. Ζαβίρας, Νέα Ελλάς, ή Ελληνικόν θέατρον,Αθήνα 1872, σσ. 503-504.

[15] Κ. Γαρίτσης, ό.π., σ. 414.

[16] Γ. Βαλέτας, Ο αρματωμένος λόγος, ό.π., σ. 20.

[17] Ιωακείμ Μαρτινιανός, Μητροπολίτης Ξάνθης, Συμβολαί εις την ιστορίαν της Μοσχοπόλεως. Α. Η ιερά Μονή του τιμίου Προδρόμου, Αθήναι 1939,σ. 55· Ιωακείμ Μαρτινιανός, Η Μοσχόπολις 1330-1930, ΕΜΣ, Θεσσαλονίκη 1957, σ. 171.

[18] Κ. Γαρίτσης, ό.π.,σ. 412-413.

[19] Ό.π., σσ. 183, 418, 451, 453, 456, 457. 487, 488, 521-524.

[20] Γ. Βαλέτας, ό.π., σσ. 22-23, κ.ε.

Ενισχύστε την προσπάθειά μας κάνοντας μια δωρεά στο Άρδην πατώντας ΕΔΩ.

Γνωρίστε τα βιβλία των Εναλλακτικών Εκδόσεων

Ακολουθήστε το Άρδην στο Facebook

Εγγραφείτε στο κανάλι του Άρδην στο Youtube

Διαβάστε και το πρώτο μέρος του αφιερώματος, Εκκλησία και Γένος εν αιχμαλωσία:

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ