Συνέντευξη του Alain Damasio που δημοσιεύτηκε στο Άρδην τχ 132, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2024
Συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας, ο Alain Damasio πέρασε έναν μήνα στην Καλιφόρνια για να υποβάλει την τεχνολογική του κριτική σε δοκιμασία. Αφηγείται το ταξίδι του και περιγράφει «την αιχμή του δόρατος του τρόπου ζωής που μας περιμένει» στο βιβλίο του, Vallée du silicium (Seuil), μια συναρπαστική συλλογή χρονικών που συνοδεύεται από ένα πρωτότυπο διήγημα επιστημονικής φαντασίας όπου μας καλεί να επανεξετάσουμε τη σχέση μας με την τεχνολογία.
Στη Silicon Valley, είχατε ποτέ την αίσθηση ότι έχετε ξεπεραστεί ως συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας;
Ναι, υπήρξαν αρκετές φορές που αισθάνθηκα ότι με είχαν ξεπεράσει: Όταν είδα εκείνα τα αυτόνομα αυτοκίνητα να κυκλοφορούν στους δρόμους του Σαν Φρανσίσκο· όταν συνάντησα έναν τριαντάρη άνδρα που φορούσε on line Ray-Bans που έβγαζαν φωτογραφίες ανοιγοκλείνοντας τα μάτια. Φορούσε μάλιστα ένα συνδεδεμένο δαχτυλίδι όπως αυτό στο βιβλίο μου Les Furtifs, οπότε πραγματικά ένιωσα ότι κατέβηκε από το μυθιστόρημά μου! Και όλα όσα είδα εκεί θα συμβούν και εδώ. Η Silicon Valley δεν είναι νησί, είναι η αιχμή του δόρατος του τρόπου ζωής που μας περιμένει. Η εξατομικευμένη τεχνητή νοημοσύνη θα είναι μια πραγματική ανθρωπολογική επανάσταση που θα αναπροσδιορίσει ριζικά τις πρακτικές μας μέσα σε πέντε χρόνια. Απλώς δεν ξέρουμε ακόμη πώς θα χρησιμοποιηθεί. Ενώ στην επιστημονική φαντασία είναι πολύ εύκολο να φανταστούμε την εμφάνιση της εξατομικευμένης ΙΑ (ΤΝ), το να γνωρίζουμε συγκεκριμένα πώς θα μεταβάλει τις σχέσεις μας με τους άλλους είναι αρκετά περίπλοκο.
Πάρτε τον γεωεντοπισμό: στις πρώτες ημέρες της κινητής τηλεφωνίας, το 1995, οι εταιρείες εκμετάλλευσης συνειδητοποίησαν ότι έπρεπε να τριγωνοποιούν τις θέσεις των πελατών τους προκειμένου να μεταδίδουν τα μηνύματά τους. Στην αρχή, ο γεωεντοπισμός ήταν απλώς μια παρενέργεια της ανάπτυξης των κινητών τηλεφώνων. Σήμερα, ωστόσο, έχει γίνει το πιο σημαντικό στοιχείο για την ανάπτυξη της Google. Το ίδιο ισχύει και για τα SMS: όταν συνειδητοποιήσαμε ότι μπορούσαμε να στείλουμε ένα μήνυμα 140 χαρακτήρων, μια εταιρεία τηλεφώνων δεν το πίστεψε. Γιατί να πληκτρολογεί κανείς μηνύματα σε ένα μικρό πληκτρολόγιο, όταν μπορεί να καλέσει απευθείας το άτομο; Κανείς δεν είχε σκεφτεί αρχικά ότι θα ήταν πολύ «πιο πρακτικό» το να μην χρειάζεται να ασχοληθείς με την ετερότητα της φωνής του άλλου και να χάνεις χρόνο μιλώντας μαζί του.
Κι όμως, κάποιες καινοτομίες δεν «πιάνουν», και δεν πιστεύετε πραγματικά στην ανάπτυξη του μετασύμπαντος. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Η εφαρμογή του μετασύμπαντος (metaverse) δημιουργεί πρακτικές αυτοαποκλεισμού από τον κόσμο, απόλυτης καταβύθισης – αυτό λειτουργεί καλά για τα παιχνίδια με δυνατότητα καταβύθισης, αλλά κανείς δεν μπορεί να ζει έτσι, συνεχώς αποκομμένος από τον έξω κόσμο. Θέλετε πραγματικά να πάτε σε μια συναυλία ή να παίξετε μπόουλινγκ στο μετασύμπαν!; Το metaverse είναι ένα κακό όνειρο του Mark Zuckerberg, ο οποίος έχει έντονη προδιάθεση στην κοινωνιοπάθεια. Ένα από τα πράγματα που έχω καταλάβει για τη Silicon Valley είναι απλό: οι τεχνολογικοί γίγαντες διαμορφώνουν τον κόσμο για να τους βολεύει. Ο Elon Musk, ο Mark Zuckerberg και ο Jeff Bezos ζουν τις βαθύτερες επιθυμίες τους ως παγκόσμιες επιθυμίες. Και μερικές φορές κάνουν λάθος. Ο μετακόσμος είναι ένα βιομηχανικό ατύχημα, όπως ο τρισδιάστατος κινηματογράφος, που κοστίζει δισεκατομμύρια δολάρια απώλειες. Η Apple έχει μια πιο ώριμη προσέγγιση, ποντάροντας στη μεικτή πραγματικότητα («mixed reality»).
Διαβάζοντάς σας, έχει κανείς την εντύπωση ότι το Σαν Φρανσίσκο κατοικείται από «κοινωνιοπαθείς»: όλοι τηλε-εργάζονται, τα γεύματά τους παραδίδονται από αυτόνομα αυτοκίνητα και ζουν σε συνθήκες εγκλεισμού. Δεν ζουν ήδη στα όρια του μετακόσμου;
Ναι, το metaverse είναι περισσότερο μια μεταφορά παρά μια τεχνική πραγματικότητα. Βρισκόμαστε ήδη στο μετασύμπαν όταν παραγγέλνουμε από το Uber Eats ή το Amazon αντί να πάμε στην πιτσαρία ή στο βιβλιοπωλείο, στο τέλος του δρόμου. Οι ηγέτες της Σίλικον Βάλεϊ δημιουργούν αυτό τον κόσμο τους, όπου εργαζόμαστε συνεχώς και βρισκόμαστε σε συνεχή ανταγωνισμό (οι νεοφυείς επιχειρήσεις έχουν ποσοστό επιτυχίας 2% στη Σίλικον Βάλεϊ), ενώ αναζητούμε συνεχώς εφαρμογές που θα μας διευκολύνουν και θα διαχειρίζονται τα πάντα γρηγορότερα και καλύτερα. Οι ηγέτες τους έχουν συχνά μπερδεμένες σχέσεις. Γι’ αυτούς, η διασύνδεση με τον κόσμο μέσω της τεχνολογίας είναι κάτι φυσικό. Θεωρούν ότι είναι σπουδαίο να είσαι κοινωνικά αποστασιοποιημένος, να χρησιμοποιείς εφαρμογές για να μιλάς με ανθρώπους, να μην πηγαίνεις κατευθείαν με μια κοπέλα σε ένα πάρτι, αλλά να τσεκάρεις προηγουμένως αν το προφίλ της είναι στο Bumble… Αυτός ο κόσμος είναι ασφαλής, αν όχι απρόσβλητος, πολύ αγγλοσαξονικός στον ατομικισμό του, αλλά δεν είναι για όλους!
Το μυθιστόρημά σας περιγράφει έναν Κατακλυσμό 2.0, όπου μια φυσική καταστροφή φέρνει τους ανθρώπους αντιμέτωπους με τα προβλήματα που δημιουργεί η τεχνολογική υποβοήθηση. Πώς εξηγείτε το γεγονός ότι όσοι αναπτύσσουν αυτά τα εργαλεία γοητεύονται από την επιβιωσιμότητα, όπως αποδεικνύεται από την κατασκευή του καταφυγίου του Μαρκ Ζούκερμπεργκ;
Πρόκειται για ένα παράδοξο που δεν θα έπρεπε να αποτελεί έκπληξη: οι ίδιοι γνωρίζουν ότι διαμορφώνουν έναν τεχνοβόρο κόσμο που έχει όλες τις πιθανότητες να οδηγήσει στην εξάντληση των μεταλλευμάτων και των ορυκτών πόρων, ωστόσο συνεχίζουν να τον αναπτύσσουν. Κατασκευάζουν ένα μετασύμπαν που καταναλώνει κολοσσιαίες ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας –χρειάζονται τεράστια υπολογιστική ισχύ για να τα λειτουργήσουν– και την ίδια στιγμή ετοιμάζουν τα καταφύγιά τους! Αυτό είναι προφανώς ηθικά καταδικαστέο. Το ίδιο ισχύει και όταν εμποδίζουν τα δικά τους παιδιά να αγγίξουν μια οθόνη πριν από την ηλικία των 10 ετών, επειδή γνωρίζουν πολύ καλά όλους τους γνωσιακούς προκαθορισμούς που εκμεταλλεύονται: ξέρουν ότι, για να εκπαιδεύσεις έξυπνα, χειραφετημένα παιδιά, δεν μπορείς να τα βάλεις μπροστά στην οθόνη πολύ νωρίς. Πρόκειται για μια καταπληκτική επίδειξη κυνισμού! Το σύστημα εξουσίας στο οποίο βρισκόμαστε είναι μοναδικό: δεν είναι μια πειθαρχική εξουσία, ούτε καν ένα σύστημα ελέγχου με την κάθετη έννοια του όρου, αλλά ένα σύστημα αυτοεξάρτησης, αυτοαποξένωσης, στο οποίο συναινούμε.
Συχνά σκεφτόμαστε τη Silicon Valley ως ένα φρέαρ καινοτομίας, αλλά όταν μιλάτε για το αυτόνομο αυτοκίνητο, λέτε ότι πρόκειται για «μια βιομηχανία χωρίς ιδέες». Δεν είναι τόσο δημιουργικοί όσο ισχυρίζονται;
Νομίζω ότι το 98% των όσων εφευρίσκονται γίνεται τυχαία. Είναι απλώς παραλλαγές και παράγωγα «επιτυχημένων» προϊόντων ή υπηρεσιών. Χαρακτηριστικά, η αποδιαμεσολάβηση με τη μορφή της Airbnb ή της Uber έχει εξαπλωθεί σε κάθε δυνατή αγορά: οι άνθρωποι νοικιάζουν το διαμέρισμά τους, το αυτοκίνητό τους, το τρυπάνι τους και μια πλατφόρμα αρθρώνει ψηφιακά αυτές τις ανταλλαγές παρασιτώντας τις. Πόσες επιχειρήσεις έχουν χτιστεί πάνω σε αυτό; Στη Silicon Valley, περιουσίες δημιουργούνται χωρίς την παραμικρή τεχνολογική καινοτομία. Ποια είναι η τεχνολογική καινοτομία του WhatsApp; Τι υπάρχει στο WhatsApp που δεν ξέραμε πώς να το κάνουμε πριν; Τίποτα. Το ίδιο ισχύει και για τις ιστοσελίδες γνωριμιών: σε ποια καινοτομία βασίζεται το Tinder; το Swipe; Είναι ένα τέχνασμα. Εκτός κι αν δούμε ως τεχνολογική καινοτομία τα ανθρώπινα όντα να βάζουν τον εαυτό τους σε καταλόγους, να αυτοεμπορευματοποιούνται και να γίνονται τα δικά τους προϊόντα στη αγορά της αποπλάνησης.
Αντιπαραβάλλετε τη θλίψη του αυτόνομου αυτοκινήτου με τον φιλικό οδηγό ταξί με τον οποίο συνομιλούμε. Σήμερα, έχουμε ήδη τον οδηγό ταξί που δεν μιλάει, που χρησιμοποιεί το GPS του, που δεν γνωρίζει την πόλη… Μήπως πρέπει να το δούμε αυτό ως μια ήπια διολίσθηση προς την αυτοματοποίηση;
Αυτό που είναι πολύ εντυπωσιακό είναι ότι ήδη ρομποτοποιούμε τις θέσεις εργασίας: ευθυγραμμίζουμε τους ανθρώπους με την αυτοματοποίηση των καθηκόντων, που μας οδηγεί αθόρυβα προς το αυτόνομο αυτοκίνητο. Όταν φτάσουμε σε αυτό το σημείο αυτοματοποιημένης συμπεριφοράς, δεν έχει νόημα να υπερασπιστούμε τους οδηγούς. Οι δουλειές έχουν προ-ρομποτοποιηθεί και είναι πλέον σκατένιες δουλειές, για να χρησιμοποιήσω τον όρο του David Graeber. Οι εργαζόμενοι υπόκεινται σε έναν αλγόριθμο στην ίδια τη δουλειά που κάνουν, και οι δουλειές τους γίνονται τόσο αδιάφορες που καταλήγουμε να είμαστε ευτυχείς για τη μηχανή που θα τους αντικαταστήσει.
Βλέπουμε την ίδια λογική με τους ταμίες των σούπερ μάρκετ που αντικαθίστανται από ρομπότ…
Πήγα σε σχολή διοίκησης επιχειρήσεων, οπότε είμαι πολύ εξοικειωμένος με αυτόν τον εξοργιστικό μηχανισμό: αναθέτουμε τις εργασίες που πρέπει να γίνουν για τον καταναλωτή, ο οποίος μεταβάλλεται σε ταμία. Θλιβερή ιδιοφυΐα του οικονομικού κυνισμού! Μπορεί να ξεκίνησε από τις τράπεζες, όπου οι πελάτες άρχισαν να συμπληρώνουν οι ίδιοι τα δελτία των επιταγών τους, αλλά στη συνέχεια διαδόθηκε ευρέως: όπου ήταν δυνατόν να ανατεθεί κάποια εργασία στον πελάτη, αυτό έγινε. Όλοι έγιναν γραφειοκράτες. Μπορούμε τώρα να δούμε τι έχει πετύχει η μεγάλη μάχη του νεοφιλελευθερισμού κατά της γραφειοκρατίας: ναι, οι εταιρείες και οι διοικήσεις έχουν περιορίσει τη γραφειοκρατία στο εσωτερικό τους, αλλά την έχουν εισαγάγει στην καθημερινή μας ζωή. Με τον ψηφιακό κόσμο, έχουμε γίνει οι γραφειοκράτες του εαυτού μας, της ίδιας μας της ζωής. Εκατόν πενήντα φορές τον χρόνο, πρέπει να συμπληρώσουμε το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας μας, σε κάθε ιστότοπο, για κάθε γεύμα. Κάποια στιγμή θα τα παρατήσουμε, γιατί θα έχουμε ένα συνδεδεμένο δαχτυλίδι, ένα μοναδικό αναγνωριστικό, που σημαίνει ότι δεν θα χρειάζεται να συμπληρώνουμε τίποτα. Αλλά τότε θα παρακολουθούμαστε πλήρως.
Κατά την άποψή μου, πρέπει να νικήσουμε τον τεχνοκαπιταλισμό στο έδαφος της υπόσχεσης και της επιθυμίας. Αν δεν βάλουμε μια ισχυρότερη, πλουσιότερη επιθυμία μπροστά από την καταναλωτική παρόρμηση, τίποτα δεν θα αλλάξει.