Αρχική » Η Αθήνα της… Γιάννας και η Ελλάδα του… Ζαγοράκη

Η Αθήνα της… Γιάννας και η Ελλάδα του… Ζαγοράκη

από admin
Πριν από οχτώ χρόνια η τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων  αποτελούσε την νέα (κίβδηλη όπως αποδείχτηκε) “Μέγάλη Ιδέα”, οι εκσυγχρονιστές πίστευαν ότι με απαρχή την Ολυμπιάδα νέες προοπτικές ανοίγοταν για τη χώρα, στην πραγματικότητα οι Ολυμπιακοί Αγώνες ήταν η αρχή του τέλος. Ένα αφιέρωμα του Άρδην (τ. 48) που κυκλοφόρησε τις παραμονές της Ολυμπιάδας προειδοποιούσε για τα δεινά που θα έφερναν.
Το εισαγωγικό κέιμενο του αφιερώματος από τη Σύνταξη του Άρδην (τ. 48, Αύγουστος 2004)

Το ότι στο Άρδην θεωρούμε την Ολυμπιάδα καταστροφική επιλογή για τον νεώτερο ελληνισμό είναι γνωστό ήδη από την εποχή της ανάληψης αυτών των αγώνων. [Βλέπε και σχετικό εκτεταμένο αφιέρωμα στο τεύχος Νο. 10, Oκτωβρίου-Νοεμβρίου 1997 όπου ήδη εκθέταμε τους λόγους αυτής της αντίθεσης.] Σήμερα, τη στιγμή της διεξαγωγής τους, θεωρούμε καθήκον μας να επανέλθουμε, όχι για να μεμψιμοιρήσουμε, αλλά για να θυμίσουμε ορισμένες βασικές και πολύ αυτονόητες αλήθειες.

Κατ’ αρχάς να ξεκινήσουμε από όσα θεωρούνται θετικά –και ίσως ορισμένα ακόμα και να είναι όντως τέτοια: Η Ελλάδα θα ακουστεί σε όλο τον κόσμο στη διάρκεια των αγώνων και αυτό το γεγονός θα ενισχύσει τη διεθνή της θέση. Πράγματι αυτό είναι το μοναδικό επιχείρημα που φαίνεται να έχει κάποια βαρύτητα [αν τίποτε δεν στραβώσει μέχρι το τέλος] και που θα πρέπει να τεθεί στη ζυγαριά μαζί με τα αρνητικά.
Το δεύτερο επιχείρημα είναι πως η Ολυμπιάδα αποτέλεσε τη μεγάλη ευκαιρία για την κατασκευή ορισμένων υποδομών στην Αθήνα που διαφορετικά δεν θα κατασκευάζονταν. Η Αθήνα θα μεταβληθεί σε έναν σημαντικό κόμβο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης στους τομείς των υπηρεσιών. Αυτό ακούμε να επαναλαμβάνεται καθημερινά και κατά κόρον ως τη σημαντικότερη θετική επίπτωση των Ολυμπιακών και μοιάζει να ηχεί θετικά, κυρίως στ’ αυτιά των Αθηναίων. Η Αθήνα, σύγχρονη πόλη, “πύλη” της Ν.Α Ευρώπης, πυρήνας έλξης τουριστών και προσέγγισης επενδύσεων, κ.ο.κ. Και το μετρό, ο προαστιακός, η Αττική Οδός, κ.λπ., είναι εδώ για να επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές. Η “σοβαρή” Καθημερινή αφιέρωσε το κυριακάτικο ένθετό της, στις 11 Ιουλίου, στις θετικές επιπτώσεις που θα έχουν οι Ολυμπιακοί για την Αθήνα στο πεδίο των πεζοδρομήσεων, των μουσείων, των πολιτιστικών υποδομών, κ.λπ.
Και όμως πρόκειται για την επίπτωση που θεωρούμε ως την πλέον αρνητική! Και της οποίας οι συνέπειες προεκτείνονται σε βάθος χρόνου και σε πεδία που συχνά δεν υποψιαζόμαστε καν.
Κατ’ αρχάς το πρώτο και προφανές: Η συσσώρευση επενδύσεων στην Αττική ενίσχυσε την ήδη τεράστια ανισότητα κέντρου και περιφέρειας. Η Αθήνα απομακρύνθηκε κι άλλο από την υπόλοιπη Ελλάδα στο πεδίο των υποδομών, του επιπέδου των υπηρεσιών, και βέβαια του πληθυσμού, μια και οι αυξημένες επενδύσεις έχουν πολλαπλασιαστικές συνέπειες στην συγκέντρωση του πληθυσμού στην Αττική. Η γνωστή μας “Αθηνοκεντρική Ελλάδα” κινδυνεύει να παραχωρήσει τη θέση της σε μια ακόμα αρνητικότερη και απόλυτα διχοτομημένη εθνική χωροταξική δομή: μια Αθήνα τμήμα του παγκοσμιοποιημένου “κέντρου” της Δύσης και μια περιφερειακή Ελλάδα βυθισμένη ακόμα περισσότερο στην “βαλκανική υπανάπτυξη” και, στην καλύτερη περίπτωση, τουριστικό θέρετρο των Αθηναίων. Η Αθήνα με την Ολυμπιάδα προσεγγίζει τα δυτικοευρωπαϊκά στάνταρντς και η υπόλοιπη Ελλάδα απομακρύνεται ακόμα περισσότερο. Η ανάλυση του Νίκου Ψυρούκη για τη διαίρεση ανάμεσα σε μια άρχουσα τάξη που εκμεταλλεύεται με αποικιακό τρόπο την ίδια της τη χώρα, ως τμήμα της παγκόσμιας μητροπολιτικής αστικής τάξης, καθώς και εκείνη του Άρδην, για την εγγενή διαίρεση ανάμεσα σε δυτικοστραφή ελίτ και λαϊκές δυνάμεις, καταγράφεται και στο χωροταξικό πεδίο, μέσα από την αντίθεση κέντρου-περιφέρειας, και αποκτά κυριολεκτικά αβυσσαλέες διαστάσεις: Η “Αθήνα” εναντίον της Ελλάδας.

Επί πλέον, ενισχύεται η παρασιτική δομή, κύρια έκφανση της οποίας αποτελεί και ο αθηναϊκός υδροκεφαλισμός. Η Αττική παρουσιάζει ήδη ένα τεράστιο έλλειμμα του ισοζυγίου ανταλλαγών (οι εξαγωγές του Λεκανοπεδίου αντιπροσωπεύουν μόλις το 15% των εισαγωγών του), σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ελλάδα και ιδιαίτερα τη Βόρεια, όπου το ισοζύγιο είναι περισσότερο ισορροπημένο. Κατά συνέπεια, η Αθήνα αποτελεί τον κατ’ εξοχήν φορέα της παρασιτικής δομής, που επιφέρει την εξάρτηση της χώρας και την υποταγή της στη Νέα Υόρκη και τα υπόλοιπα δυτικά κέντρα. Και η επίταση των χαρακτηριστικών ενός αποκλειστικού κέντρου υπηρεσιών, με ελάχιστη διασύνδεση με την εγχώρια οικονομία, μας αλυσοδένει όλο και περισσότερο στα συμφέροντα και τις βουλήσεις των αφεντικών του πλανήτη, έστω και εάν αυτά αντιστρατεύονται τα συμφέροντα της Ελλάδας, όπως συμβαίνει στην Κύπρο ή το Αιγαίο…

Χαρακτηριστική για την επιδείνωση των παρασιτικών χαρακτηριστικών της ελληνικής οικονομίας υπήρξε και η μετακίνηση της συσσώρευσης κεφαλαίου από τη βιομηχανική παραγωγή, η οποία συνεχίζει να συρρικνώνεται, προς το κατασκευαστικό κεφάλαιο που γιγαντώνεται, ιδιαίτερα με την Ολυμπιάδα. [Η μεγαλύτερη κατασκευαστική εταιρεία της χώρας το 2003, η “Άκτωρ” του γνωστού και μη εξαιρετέου κ. Μπόμπολα, είχε κύκλο εργασιών 69 εκ. ευρώ το 1998 και 860 εκ. το 2003 ενώ τα κέρδη πέρασαν από 9 εκ. ευρώ στα 113 το 2003, και το ίδιο συμβαίνει και με τις υπόλοιπες μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες].
Και στον βαθμό που οι υποδομές βελτιώνονται πρόσκαιρα (πρόσκαιρα, διότι η συσσώρευση πληθυσμού και μεταφορικών μέσων θα δημιουργήσει νέο αδιέξοδο σύντομα), διαμορφώνεται μια κατάσταση στην Αθήνα, όπου συγκροτούνται ευρέα παρασιτικά στρώματα, που αναπαράγονται μέσω της εξάρτησης και τα οποία γίνονται και οι πλέον διαπρύσιοι κήρυκές της. Αυτά τα στρώματα βρίσκονται πίσω από την “εκσυγχρονιστική” μετάλλαξη του ΠΑΣΟΚ, κυριαρχούν στα ΜΜΕ και τον αθηναϊκό Τύπο, διαμορφώνουν την πολιτιστική “ατζέντα” και παράγουν τα “events” μιας παρασιτικής πρωτεύουσας.

Και βέβαια η μόνη “ανάπτυξη” που μπορεί να περιμένει η υπόλοιπη Ελλάδα, κυρίως από τη Θεσσαλία και κάτω, είναι η μεταβολή της σε τουριστικό θέρετρο και χώρο δεύτερης κατοικίας των Αθηναίων και των Δυτικοευρωπαίων. Έτσι η Πάτρα π.χ., η σημαντικότερη πόλη της Νότιας Ελλάδας, από αυτόνομο βιομηχανικό κέντρο, μεταβάλλεται σε ένα διαμετακομιστικό κέντρο που μεταφέρει ανθρώπους και εμπορεύματα, κατ’ εξοχήν για την εξυπηρέτηση της Αθήνας, καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, ενώ τους χειμερινούς μήνες ζει στους ρυθμούς ενός “event” για την διασκέδαση των Αθηναίων, και τον παραπέρα παρασιτικό εκμαυλισμό των Πατρινών, του περιβόητου Καρναβαλιού. Κατά τα άλλα παραμένει η πρωτεύουσα της ανεργίας στη Νοτιοδυτική Ελλάδα που ζει με τις μνήμες παλαιών “μεγαλείων”. Και η επιρροή του ίδιου μοντέλου φθάνει μέχρι τον Βόλο και το Πήλιο, προς Βορράν, όπου μια βιομηχανική και παραγωγική περιοχή, από τις σημαντικότερες και αρχαιότερες της Ελλάδας, αποβιομηχανοποιείται και μεταβάλλεται σε θέρετρο των Αθηναίων.

Ενισχύεται συνεπώς και μια ακόμα διαίρεση, εκείνη ανάμεσα στη Νότια Ελλάδα, με το αδηφάγο κέντρο της Αθήνας, και τη Βόρεια με κέντρο τη Θεσσαλονίκη –από τα Γιάννενα έως την Αλεξανδρούπολη και από τα Τρίκαλα έως τη Φλώρινα – η οποία δεν απολαμβάνει καμία από τις παράπλευρες εισοδηματικές ενισχύσεις της παρασιτικής γιγάντωσης της Αθήνας, όπως συμβαίνει με τον Νότο, αλλά εισπράττει μόνον τις αρνητικές επιπτώσεις της. Η Ολυμπιάδα, ενισχύοντας για μια ακόμα φορά τις υποδομές στην Αθήνα και τον Νότο, διεύρυνε το χάσμα και την αντίθεση Βορρά-Νότου και εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους για το μέλλον. Η Βόρεια Ελλάδα κινδυνεύει, στο βαθμό που δεν ενισχυθεί η εσωτερική οικονομική και κοινωνική συνοχή, να εισέλθει σε ένα φαύλο κύκλο απομάκρυνσης από την υπόλοιπη χώρα. Κατ’ αρχήν να μεγεθυνθεί η εισροή ξένων πληθυσμών από τις γειτονικές χώρες, και να συνδεθεί με τα Βαλκάνια, με “αυτόνομο” τρόπο, χωρίς μια ενιαία εθνική στρατηγική. [Και η απόπειρα της εκκλησιαστικής αυτονόμησης των “Νέων Χωρών” αποτελεί ένα ισχυρό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση]. Ως αντίδραση δε σε μια τέτοια εξέλιξη θα ενισχυθούν οι ξενόφοβες, λαϊκιστικές δυνάμεις: Το φαινόμενο Τσενάϊ στη Μηχανιώνα, τα ποσοστά των ψήφων του Παναγιώτη Ψωμιάδη στη Θεσσαλονίκη και του ΛΑΟΣ στις πρόσφατες Ευρωεκλογές στη Βόρεια Ελλάδα, είναι ορισμένες από τις ενδείξεις των διεργασιών που επιτελούνται στο συλλογικό υποσυνείδητο των ανθρώπων. Αντί λοιπόν να μεταφερθεί το κέντρο βάρους των επενδύσεων και να ενισχυθεί πληθυσμιακά η Βόρεια Ελλάδα, αντί να μεταφερθεί ένα μέρος των ελίτ, των ΜΜΕ και του δημόσιου τομέα προς βορράν, η Ολυμπιάδα –με όλες τις παράπλευρες και πολλαπλασιαστικές συνέπειές της– έκανε το ακριβώς αντίθετο, απομάκρυνε ακόμα περισσότερο τον Βορρά από τον Νότο. Εν κατακλείδι, η Ολυμπιάδα κατέφερε ήδη ένα ισχυρότατο πλήγμα στην εθνική συνοχή της χώρας και αυτή παραμένει η κυριότερη αρνητική συνέπειά της.
Αλλά ο πλήρης κατάλογος των αρνητικών επιπτώσεων είναι χωρίς τέλος:
Είναι σε όλους πλέον γνωστές οι μυθικές διαστάσεις των υπερβάσεων του κόστους που θα πλησιάσει τα 10 δισεκατομμύρια ευρώοι ακριβότεροι Ολυμπιακοί της ιστορίας– τα οποία θα κληθούν να πληρώσουν βέβαια οι φτωχότερες κοινωνικές τάξεις, μέσα από περικοπές, φορολογία, μέτρα λιτότητας κ.λπ. Το γεγονός πως υπουργοί της παρούσας κυβέρνησης, και μάλιστα των οικονομικών υπουργείων, αναρωτιούνται δημοσίως για το εάν θα έπρεπε η Ελλάδα να αναλάβει τους Ολυμπιακούς, μας προϊδεάζει για το πόσο αλμυρός θα είναι ο λογαριασμός που θα ακολουθήσει.
Η ανάληψη και η περαίωση των Ολυμπιακών αποτέλεσε μία από τις βασικές συνιστώσες της στροφής της ελληνικής πολιτικής προς τον Ατλαντισμό, ιδιαίτερα μετά την 11η Σεπτεμβρίου του 2001. Οι εκβιασμοί προς την Ελλάδα, για να μπορέσει “να κρατήσει” την Ολυμπιάδα, ενίσχυσαν την “ελληνοτουρκική φιλία”, τη λογική της εκποίησης της Κύπρου, την υποταγή στην παγκόσμια “αντι”- τρομοκρατική εκστρατεία των Αμερικανών, την ευθυγράμμιση με το δυτικό στρατόπεδο σε αποφασιστικούς τομείς της διεθνούς πολιτικής. Και προφανώς εσωτερικοποίησε και στην Ελλάδα την αντιτρομοκρατία, με τους δύο τρομονόμους, τις συλλήψεις και την πραγματοποίηση αντιτρομοκρατικών δικών με κραυγαλέες παραβιάσεις των δημοκρατικών δικαιωμάτων κ.ο.κ., φθάνοντας, τέλος, στο υπερμέγεθες πρόγραμμα ασφάλειας με τις κάμερες σε όλες τις γωνιές της Αθήνας, την γενικευμένη αστυνόμευση, τον αποκλεισμό τεράστιων περιοχών. Όλα αυτά δεν παραπέμπουν σε αγώνες και παιγνίδι αλλά σε μία τεράστια πολεμική κινητοποίηση της Δύσης, στο συμβολικό πεδίο, κατεξοχήν εναντίον του Ισλάμ, την οποία αναλαμβάνει να διεκπεραιώσει, ως μη όφειλε, η Ελλάδα, που είναι παραδοσιακά φίλη των Αράβων και βρίσκεται γεωστρατηγικά μέσα στο μάτι του κυκλώνα.
Η οικολογική διάσταση των συνεπειών αποτελεί από μόνη της ένα κολοσσιαίο αρνητικό κεφάλαιο. Η μεταβολή των παραθαλάσσιων περιοχών, στον Πειραιά, τη Γλυφάδα, την Καλλιθέα, σε επίκεντρο τεράστιων κατασκευαστικών έργων, αντί της ανάπτυξης μητροπολιτικών πάρκων στο Ελληνικό και το Γουδί, η σκανδαλώδης καταστροφή του Σχοινιά με το κωπηλατοδρόμιο στη θέση της μάχης του Μαραθώνα, το μπάζωμα και η οικοπεδοποίηση τεράστιων εκτάσεων στα Μεσόγεια, αποτελούν κάποιες μόνο από τις παράπλευρες οικολογικές επιπτώσεις της Ολυμπιάδας, οι οποίες θα διαμορφώσουν το αστικό τοπίο ολόκληρης της Ελλάδας για δεκαετίες και θα επιδεινώσουν την ήδη διαταραγμένη ισορροπία της περιοχής. Αποφασιστικής σημασίας για το μέλλον της χώρας αποτελεί το “άνοιγμα” των Μεσογείων και η διασύνδεση τους με τα παράλια, έως το Σούνιο και το Λαύριο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η Αθήνα, η οποία εμποδιζόταν στην πάρα πέρα επέκτασή της από τους ορεινούς όγκους του Υμηττού και της Πάρνηθας, αποκτά πλέον τη δυνατότητα “να καταλάβει” και την υπόλοιπη Αττική, να τσιμεντοποιήσει τους τελευταίους πνεύμονες της, και να αποκτήσει τα μεγέθη που θα της επιτρέψουν να απορροφήσει ολόκληρη την… υπόλοιπη Ελλάδα. Οι δε ευτυχείς Αθηναίοι γιωταχήδες που φουλάρουν στην “Αττική Οδό”, πρέπει να γνωρίζουν πως σε ελάχιστα χρόνια θα ζουν ένα μόνιμο και εφιαλτικό μποτιλιάρισμα και πως το μπάζωμα των Μεσογείων θα επιφέρει πάρα πέρα υποβάθμιση της ποιότητας ζωής τους.
Σε ότι αφορά στην καθ’ αυτό αθλητική πλευρά των αγώνων η Ολυμπιάδα της Αθήνας δεν πραγματοποίησε καμία τομή και λειτουργεί όπως οι προηγούμενες, στην κατεύθυνση της ενίσχυσης του εμπορευματικοποιημένου αθλητισμού και του ντόπινγκ – που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την ειδυλλιακή εικόνα των αρχαίων Ολυμπιακών και του αθλητισμού ως άθλησης και άμιλλας. Σε μία εποχή που καταγγέλλονται παγκοσμίως οι επιπτώσεις και οι συνέπειες του φαρμακευτικού αθλητισμού, αντί η Ελλάδα να αναλάβει μια εκστρατεία για την επιστροφή του αθλητισμού στην άμιλλα και το ερασιτεχνικό πνεύμα, και τουλάχιστον να έδινε ένα τέτοιο μήνυμα παγκοσμίως, καλύπτει με το κύρος της Ολυμπίας μια τεράστια φαρμακευτική και εμπορική επιχείρηση.
Όσο, τέλος, για την περιβόητη πολιτιστική Ολυμπιάδα, στην οποία αναφέρεται και το άρθρο του Δημήτρη Ρόκου, δεν έμεινε τίποτε άλλο εκτός από το ανοσιούργημα του Outlook και τις καλλιτεχνικές φρουτοβασίες, το αποτρόπαιο κιτς της Μόσχας, τις αρπαχτές των ημετέρων και τις δημόσιες σχέσεις του Βενιζέλου, σε αντίθεση με όλη την μικρομέγαλη προπαγάνδα για τον “Πολιτισμό των Πολιτισμών” και άλλα ηχηρά παρόμοια.
Επειδή κατανοούμε πως υπάρχουν και ορισμένες θετικές πλευρές, δηλαδή η επιφανειακή και πρόσκαιρη ενίσχυση της διεθνούς εικόνας της Ελλάδας μέσα στο υπαρκτό διεθνές πλαίσιο, όπως τονίσαμε στην αρχή, θέλουμε όλα να τα βάλουμε στη ζυγαριά. Και θα είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε ακόμα και παραχωρήσεις στις αρχές μας, γύρω από τον αθλητισμό, εάν ενισχυόταν τουλάχιστον οι υποδομές της χώρας, εάν έστω δεν επρόκειτο για την Ολυμπιάδα της Αθήνας, αλλά για την Ολυμπιάδα της Ελλάδας και προπαντός της Θεσσαλονίκης ή της Ολυμπίας. Δυστυχώς όμως τα αρνητικά υπερτερούν συντριπτικά. Δεν υπάρχει καμία σύγκριση με το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου, με το οποίο συχνά επιχειρούνται συγκρίσεις και όπου οι θετικές πλευρές πλεονεκτούσαν συντριπτικά των αρνητικών. Η Ολυμπιάδα ανεδείχθη σε “Μεγάλη Ιδέα” της Ελλάδας και υπήρξε μια ιδέα στη λάθος κατεύθυνση, αντί να επιλεγεί μια “Μεγάλη Ιδέα” προς την ενίσχυση της συνοχής της χώρας, όπως θα ήταν η αποκέντρωση και ο αναπροσανατολισμός του κέντρου βάρους της χώρας προς τα βόρεια και τα Βαλκάνια.

Στο αφιέρωμα του περιοδικού γράφουν ο Γιώργος Βασιλακόπουλος, ο Δημήτρης Ρόκκος, ο Γιώργος Ρακκάς, ο Πάνος Τότσικας, ενώ δημοσιεύουμε κείμενο της “Καμπάνιας Αντί -2004” καθώς και εκτεταμένο απόσπασμα για το ντόπινγκ από σχετικό βιβλίο που μας έστειλε ο Παναγιώτης Σίμιτσεκ.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ