Αρχική » Η άνοδος του Κ. Σημίτη, το τέλος του παπανδρεϊσμού και η ιστορική έκλειψη του ΠΑΣΟΚ, Άρδην τ. 3

Η άνοδος του Κ. Σημίτη, το τέλος του παπανδρεϊσμού και η ιστορική έκλειψη του ΠΑΣΟΚ, Άρδην τ. 3

από admin

Η άνοδος του Κώστα Σημίτη το τέλος του παπανδρεϊαμού και η ιστορική έκλειψη του

Άσχετα με την πιθανή έκβαση της μάχης του Συνεδρίου στο ΠΑΣΟΚ, για την οποία δεν μπορούμε να κάνουμε προβλέψεις αυτή τη στιγμή (μέσα Μαΐου), εντυπωσια­κή παραμένει η κινητοποίηση δυ­νάμεων εσωτερικών και εξωτερι­κών, υπέρ της εκλογής Σημίτη, που εμφανίζεται να απολαμβάνει την προνομιακή υποστήριξη των περιβόητων διαπλεκόμενων συμ­φερόντων. Η προσπάθεια αυτών των δυνάμεων επικεντρώνεται αυ­τή τη στιγμή στην ολοκλήρωση της σημαντικής νίκης που επέτυχαν με την εκλογή του Κώστα Σημίτη στη θέση του πρωθυπουργού, με την οριστική άλωση και της κομματι­κής ιεραρχίας και γραφειοκρα­τίας του ΠΑΣΟΚ, πράγμα που ισοδυναμεί και με την έκλειψη του ΠΑΣΟΚ ως κόμματος σημα­τοδότη της μεταπολίτευσης.

Η επιλογή του Κώστα Σημίτη στη θέση του πρωθυπουργού ση­ματοδότησε ήδη το οριστικό τέλος του Παπανδρεϊσμού και ανοίγει το δρόμο για:

  1. Την οριστική μετεξέλιξη του ΠΑΣΟΚ σε ένα “κανονικό” σoσιαλδημοκρατικό κόμμα της κα­πιταλιστικής διαχείρισης. Το ΠΑ­ΣΟΚ παύει πλέον να αποτελεί μια πολιτικο-κοινωνική ιδιομορφία. Τουλάχιστον στις βασικές του συ­νιστώσες.
  2. Την ολοκληρωτική επικρά­τηση στο πολιτικό σύστημα της Ελλάδας της ‘γραμμής των Βρυξελλών‘, που εκφράζεται από τα τρία κόμματα, Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ, Συ­νασπισμό και την ενίσχυση της τάσης που θεωρεί αναπόφευκτη τη σταδιακή μεταβολή της Ελλάδας σε τουρκικό προτεκτοράτο.
  3. Την νίκη των επιχειρημα­τιών, των στελεχών και των γιά­πηδων, του μηχανισμού της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης, των βαρώνων των Μedia, έναντι της κομματικής γραφειοκρατίας, των παραδοσιακών μικροαστικών στρωμάτων, των εργατών, δηλαδή της ΠΑΣΟΚικής συμμαχίας της μεταπολίτευσης.
  4. Την αρχή μιας νέας κοινω­νικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στις ελίτ και τα λαϊκά στρώματα.

Α. Το τέλος του ΠΑΣΟΚ

Το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν ένα οποιο­δήποτε κόμμα. Υπήρξε ένα κόμμα εξαιρετικά ιδιόμορφο. Αποτέλεσε τη συνισταμένη στο πολιτικό πε­δίο της παλιάς ΕΑΜικής αριστε­ράς, δυνάμεων της νέας αριστε­ράς, της μετά το ’68 και το Βιετ­νάμ, και του παλιού Βενιζελογενή χώρου. Εξέφραζε ταυτόχρονα τα ρεύματα της κοινωνικής αμφισβή­τησης και της διαχείρισης. Τέλος, αποτελούσε μια ευρύτατη κοινω­νική συμμαχία δυνάμεων, που άρ­χιζε από νεόπλουτα στρώματα της αστικής τάξης και έφτανε έως την πλειοψηφία των εργατών και των αγροτών. Το κέντρο βάρους αυτής της κοινωνικής συμμαχίας το α­ποτελούσαν οι μικρομεσαίοι, το δίδυμο που εκφραζόταν από την συχνά “θερμή” συμμαχία συνδι­καλιστών και κομματικού μηχανι­σμού. Η ετερόκλητη φύση αυτής της συμμαχίας συνιστούσε εν τέ­λει και το δυναμισμό της, μια και επέτρεπε στο ΠΑΣΟΚ να είναι πολυσυλλεκτικό και πολυδύναμο.

Η μεταπολίτευση αποτέλεσε μια περίοδο όπου οι εσωτερικές κοινωνικές δυνάμεις διέθεταν μια πρωτοφανή αυτονομία (σχετική πάντα) απέναντι στο διεθνές σύ­στημα και όπου τα κατώτερα κοι­νωνικά στρώματα βρέθηκαν σε συνθήκες θετικής γι’ αυτά αναδια­νομής του πλούτου και της εξου­σίας. Οι ΗΠΑ λύγιζαν κάτω από το βάρος του πολέμου του Βιετ­νάμ, ο απόηχος των μεγάλων κοι­νωνικών κινημάτων της δεκαετίας του ’60 ωθούσε προς την διεύρυν­ση του κράτους πρόνοιας, ενώ ο Τρίτος Κόσμος σήκωνε κεφάλι μετά τον Αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1973 και το Βιετνάμ.

Τέλος στην Ελλάδα, μετά την ήττα στην Κύπρο η παραδοσιακή δεξιά και το εμφυλιοπολεμικό κα­θεστώς κατέρρεαν: Νομιμοποίηση του ΚΚΕ, κατάργηση του πιστο­ποιητικού κοινωνικών φρονημά­των, επέκταση των κοινωνικών ασφαλίσεων, γενίκευση του συν­δικαλισμού, κατάργηση της βασι­λείας, περιορισμός των μεγάλων οικονομικών συγκροτημάτων -χα­ρακτηριστική ήταν η σύγκρουση Καραμανλή-Ανδρεάδη.

Το ΠΑΣΟΚ αναδύεται ως ο μεγάλος αναμορφωτής της ελλη­νικής πολιτικής ζωής και η Αρι­στερά, στη μια ή την άλλη εκδοχή της, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, φτάνει στην εξουσία. Η Ελλάδα υψώνει την ετερόδοξη φωνή της απέναντι στη Δύση σε πάμπολλες ευκαιρίες και ο Καραμανλής επι­χειρεί ακόμα και έξοδο από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ.

Η Ελλάδα μπαίνει στη μετα­πολίτευση μετά από μια μακρά περίοδο οικονομικής συσσώρευ­σης και ανάπτυξης, η οποία επέ­τρεπε μια σχετικά άνετη αναδια­νομή του εισοδήματος προς όφε­λος των λαϊκών στρωμάτων, ανα­διανομή που θα διαρκέσει ολό­κληρη την δεκαετία 1974-1984.

Σε αυτή την περίοδο διαμορ­φώθηκε και το στυλ ΠΑΣΟΚ, δηλαδή αυτό το κράμα εύκολου και σχετικά ανέξοδου ριζοσπα­στισμού (η λέξη αγωνιστής κινδύνεψε να χάσει κάθε νόημα), λεξιλαγνείας (με τυπικό παράδειγμα τον Λαλιώτη) και εν τέλει ατολ­μίας -στην πράξη- που θα χαρα­κτηρίσει το ΠΑΣΟΚ αλλά και ολόκληρη τη μεταπολίτευση. Ο Ανδρέας Παπανδρέου θα αποτε­λέσει την συνισταμένη αυτών των τάσεων, θα εκφράσει την απελευ­θέρωση του καταπιεσμένου Έλληνα μικροαστού -απελευθέρωση πολιτική, οικονομική και γιατί όχι και σεξουαλική- που βέβαια παρά τα μεγάλα λόγια ξέρει και να φυλάγεται από τις κακοτοπιές.

Η επόμενη δεκαετία, 1984-1995, θα εκφράσει το μακρόσυρτο ψυχορράγημα αυτής της πρώτης περιόδου της γενικευμένης ευφο­ρίας. Η σχετική αυτονομία του ελληνικού πολιτικού και κοινωνι­κού σχηματισμού εξανεμίζεται. Ο δανεισμός, η αποβιομηχάνιση, η μεταφορά του οικονομικού κέ­ντρου βάρους από την Αθήνα στις Βρυξέλλες, και η παράλληλη κα­τάρρευση του κράτους πρόνοιας σε παγκόσμιο επίπεδο με την άνο­δο του φιλελευθερισμού, τέλος η θανάσιμη αγωνία του ανατολικού σοσιαλισμού, μεταβάλλουν ριζικά τη συγκυρία. Η εξάρτηση αντικαθιστά την αυτονομία. Πλέον δεν είναι η ώρα του βυθίσατε το Χόρα, αλλά του Νταβός.

Στην πρώτη φάση από το 1984 έως το 1989, το στυλ ΠΑΣΟΚ μεταβάλλεται πλέον σε ανοικτή διγλωσσία. Ωστόσο παρά τη φθο­ρά και την εξάντληση, παρά τη σταδιακή αλλαγή της κοινωνικής υπόστασης του στελεχικού δυνα­μικού που μεταβάλλεται σε στοι­χείο των κυρίαρχων ελίτ, παρά τα σκάνδαλα, τον Κοσκωτά, τα αλλε­πάλληλα σταθεροποιητικά προ­γράμματα, κάτι θα συνεχίσει να υπάρχει ακόμα από την ανορθο­λογική φύση του ΠΑΣΟΚ. Είναι το περιβόητο “Τσοβόλα δώστα όλα”.

Όμως το σκάνδαλο Κοσκωτά και οι συνέπειές του θα ολοκλη­ρώσουν το ξεδόντιασμα του πα­ραδοσιακού ΠΑΣΟΚ και του Πα­πανδρέου. Γι’ αυτό και η νέα κυβέρνηση Παπανδρέου στη δε­καετία του ’90 θα είναι η πιο πειθήνια κυβέρνηση της μεταπο­λιτευτικής περιόδου. Πειθήνια στις βουλές των Αμερικάνων και προπαντός στα κάθε είδους ιδιω­τικά συμφέροντα που συμφύρονται και διαπλέκονται με τα ΜΜΕ. Πλέον όλοι οι εργολάβοι- ιδιοκτήτες νέμονται ένα μέρος από την πίττα και μόνο οι ελά­χιστοι ριγμένοι -αλά Κουρή- δια­μαρτύρονται και φωνασκούν… Η κυβέρνηση Παπανδρέου με αιχμή της τους αγαπημένους του ιδιωτι­κού κεφαλαίου και των Βρυξελ­λών, τύπου Παπαντωνίου, με τον Αμερικάνο πρεσβευτή στη θέση πραίτωρα, είναι στο εξής μια ξεδοντιασμένη κυβέρνηση και τα σκάνδαλά της δεν είναι πλέον ενοχλητικά. Όσο για τα εθνικά θέματα, θα τα “διπλώσει” με απoκορύφωμα την άρση του βέτο για την τελωνειακή ένωση της Τουρ­κίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Οι ιδιομορφίες του ΠΑΣΟΚ βέβαια δεν θα αρθούν όλες. Κάτι θα μένει από το παλιό τριτοκοσμι­κό σκηνικό. Και αυτό θα είναι οι βίλες, το περιβάλλον, η ελληνική έκδοση της ‘Iζαμπελίτας’, η προ­στασία των κομματικών από τον Παπανδρέου, κλπ. κλπ. Έτσι τα μεγάλα συμφέροντα είχαν πλέον ένα πειθήνιο ΠΑΣΟΚ απέναντι τους, μόνο που εξακολουθούσε να διαθέτει ένα κέντρο εξουσίας που αποτελούσε, έστω και ως καρικατούρα ή ως ανάμνηση, μια επιβίωση του παρελθόντος, δηλα­δή της παντοδυναμίας του πολιτι­κού που σφράγισε τη μεταπολί­τευση. Και η νέα εποχή απαιτούσε κάτι πολύ πιο ριζοσπαστικό, την εξαφάνιση δηλαδή κάθε πολιτι­κής ιδιαιτερότητας στη σχέση κεφαλαίου-κοινωνίας και στη σχέση Δύσης-ελληνικού κοινωνικού σχη­ματισμού. Απαιτούσε μια κυβέρ­νηση, μια πολιτική εξουσία χωρίς ιδιαίτερο ανάστημα, μια εξουσία διαχειριστών, με μειωμένο το ρό­λο των κομματικών μηχανισμών, όπου το ρόλο της διαμεσολάβησης και εκπροσώπησης των συμφερό­ντων του κεφαλαίου δεν θα παί­ζουν πλέον αυτά τα υπολείμματα της μεταπολίτευσης, οι κομματι­κοί μηχανισμοί, αλλά τα Μedia.

Και αυτή η επιβίωση του πα­ρελθόντος έγινε πρόδηλη τους τελευταίους μήνες του 1995, με την ανάδειξη της Δήμητρας σε παράκεντρο εξουσίας, που δια­σφάλιζε θέσεις, μίζες και συμβό­λαια και διεκδικούσε προεξάρ­χουσα θέση στην πολιτική εξουσία… Και ο Παπανδρέου μόνος του, ή μάλλον το περιβάλλον του, θα δώσει στον Σημίτη την ευκαι­ρία της ζωής του. Θα τον μεταβά­λει από μειοψηφία του κόμματος και της κοινοβουλευτικής ομάδας σε πλειοψηφία, όπως ήταν ήδη πλειοψηφία στα ΜΜΕ, στο χρη­ματιστήριο, και τους ορθόφρονες και καλώς σκεπτομένους ευρωπαϊστές.

Το γάντζωμα του περιβάλλο­ντος στην εξουσία θα οδηγήσει το εκκρεμές στο άλλο άκρο, στην εκλογή του αντι-Παπανδρέου στην πρωθυπουργία.

Β. Η οριστική επικράτηση των Βρυξελλών.

Η νίκη του Σημίτη και των εκσυγ­χρονιστών θα σηματοδοτήσει την πλήρη επικράτηση των Βρυξελ­λών στην Ελλάδα. Πλέον ολοκληρώνεται και η μεταπολίτευση ως μετάβαση από ένα έθνος-κράτος πελάτη της Δύσης σε μια επαρχία του γερμανογαλλικού ευρωπαϊ­κού οικοδομήματος. Έστω και αν, όπως θα δούμε παρακάτω, αυτή η ολοκλήρωση αποτελεί εν πολλοίς και την αφετηρία για την ανάπτυξη δυνάμεων άρνησης αυ­τής της οργανικής ενσωμάτωσης.

Ενώ τα τελευταία χρόνια, και ιδιαίτερα μετά την κατάρρευση του ανατολικού στρατοπέδου και την ανάδειξη της Τουρκίας σε περιφερειάρχη, η Ελλάδα παραγκωνίζεται και αναδεικνύεται η ετερότητά της ως πρoς τη Δύση, ωστόσο το οικονομικό-πολιτικό κατεστημένο, τρέμοντας μια πιθα­νή αποτυχία της ενσωμάτωσης, προσπαθεί να επιταχύνει τους ρυθμούς της ένταξης. Πρόκειται για την χρυσή ευκαιρία των δυτικοευρωπαϊστών. Ο ‘ανατολικός παράγων’, η Ρωσία, βρίσκεται στην εντατική, η Σερβία κείτεται ηττημένη. Το Ισραήλ κυριαρχεί επί των Παλαιστινίων. Κατά συ­νέπεια ακόμα και οποιαδήποτε υπόνοια σχετικής αυτονομίας από τη Δύση φαντάζει ως τυχο­διωκτισμός. Πρέπει να επιταχυν­θεί η πάση θυσία ενσωμάτωση στη

Δυτική Ευρώπη, όποιο και αν είναι το τίμημα, υποταγή στην Τουρκία, αποδοχή των τετελεσμέ­νων στην Κύπρο, υποχώρηση στα Βαλκάνια και λιτότητα, επίταση των ανισοτήτων, επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων στο εσωτερικό.

Το ευρωπαϊστικό μέτωπο μοιάζει πανίσχυρο. Μέσω της α­ναδιανομής του εισοδήματος στο εσωτερικό της Ελλάδας, που απο­τελούν οι ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, οι κολοσσιαίες εισαγωγές, ο τουρισμός, ο δανεισμός κεφα­λαίων κλπ., διαμορφώνεται ένα μέτωπο των ελίτ και του κεφα­λαίου υπέρ της ενσωμάτωσης, μέ­τωπο που πολιτικά εκφράζεται με την κατίσχυση των ευρωπαϊστικών κομμάτων και των αντίστοι­χων τάσεων στο εσωτερικό των κομμάτων. Στη Νέα Δημοκρατία η “εθνικιστική” τάση Σαμαρά θα αποχωρήσει, στο Συνασπισμό οι χωρίς κανένα ενδοιασμό ευρωπαϊ­στές, τύπου Παπαγιαννάκη, θα κυριαρχήσουν, παρά τη σχετική ενδοκομματική ισχύ του αριστε­ρού ρεύματος. Στο ΠΑΣΟΚ, με την εκλογή Σημίτη, η διαδικασία θα ολοκληρωθεί. Ο πλέον ‘ευρω- παϊστής’ πολιτικός του ΠΑΣΟΚ, που ήδη από τα τέλη της δεκα­ετίας του 70 μιλούσε για την “Ευρώπη των λαών”, σε αντίθεση με τα Αντι-ΕΟΚικά συνθήματα του Παπανδρέου, θα έλθει στην εξουσία.

Γ. Από την πολιτική στη διαχείριση

Με το μακρόσυρτο και κωμικο­τραγικό σήριαλ της εξόδου του Παπανδρέου από το προσκήνιο που διήρκεσε μερικούς μήνες, από τη γελοία φιέστα της Πάτμου έως την περιπέτεια του Ωνασείου, ολοκληρώθηκε η τελευταία(;) πρά­ξη της μακρόχρονης και οδυνηρής διαδικασίας του τέλους του παπανδρεϊσμού και παρεμπιπτόντως της μεταπολίτευσης.

Σε όλη αυτή την περίοδο, και ιδιαίτερα μέχρι το 1985, η πολιτι­κή αποτελούσε τη βασιλική οδό προς την εξουσία και η αυτονομία της ίσως δεν είχε προηγούμενο, τουλάχιστον τα τελευταία 50 χρό­νια. Ο δρόμος της κοινωνικής ανόδου δεν περνούσε πλέον από την επιχειρηματική δραστηριότη­τα αλλά από την πολιτική. Οι γόνοι τόσο της άρχουσας τάξης, όσο και των λαϊκών στρωμάτων συνωστίζονταν στις πολιτικές νε­ολαίες, ουσιαστικό προθάλαμο μιας καριέρας στα μονοπάτια της εξουσίας. Γιατί σε μια εποχή διόγκωσης του δημόσιου τομέα, κρατικοποιήσεων και συρρίκνω­σης του ιδιωτικού, ακόμα και οι μάνατζερ περνούσαν μέσα από τα κόμματα. Για να εισέλθει κανείς στο διδακτικό προσωπικό του Πα­νεπιστημίου, εκτός από διανοού­μενος, έπρεπε (κυρίως) να είναι και μέλος ή πελάτης κάποιου κόμματος. Οι συγκρούσεις των πολιτικών αρχηγών στη Βουλή αποτελούσαν το σόου με την με­γαλύτερη ακροαματικότητα στην τηλεόραση, ενώ οι τραγουδιστές και λοιποί λαϊκοί καλλιτέχνες συ­νωθούνταν στα κομματικά φεστι­βάλ για να φτιάξουν κοινό. Οι δημοσιογράφοι στρατοπέδευαν στα κομματικά γραφεία.

Αυτός ο ηγεμονικός ρόλος της πολιτικής αντικατόπτριζε δύο θε­μελιώδη γεγονότα. Πρώτον, τον πραγματικό ανταγωνισμό των πο­λιτικών κομμάτων ως προς τα κοινωνικά συμφέροντα τα οποία εκπροσωπούσαν, και δεύτερο -ίσως ουσιαστικότερο- τη μεγάλη δυνατότητα απασχόλησης που προσέφεραν τα πολιτικά κόμματα ως διαχειριστές ενός διευρυνόμε­νου κράτους. Αρκεί να αναλογι­στούμε πως στη διάρκεια της με­ταπολίτευσης η απασχόληση στον ευρύτερο δημόσιο τομέα υπερδιπλασιάζεται…

Tα πολιτικά κόμματα και η πολιτική ήταν ηγεμονικά στην Ελλάδα. Γι’ αυτό και όλα τα κοινωνικά κινήματα -εργατικό, νεολαιίστικο- που προσπαθούν να αποκτήσουν μια κάποια αυτο­νομία από την πολιτική και τα κόμματα, αποτυχαίνουν και μαζί τους και όλες οι εξωθεσμικές ή επαναστατικές απόψεις και οργα­νώσεις.

Όμως από τα μέσα της δεκα­ετίας του ’80 η ισχύς του ενοποι­ημένου πλέον πολιτικού προσωπι­κού αδυνατίζει. Η αδυναμία διο­ρισμών και διεύρυνσης της κρατικής σφαίρας μειώνει τον διαμεσο­λαβητικό ρόλο του πολιτικού συ­στήματος. Και βέβαια, πάνω από όλα, βρίσκεται η απώλεια του ρόλου του ρυθμιστή της οικονομι­κής ζωής από το έθνος-κράτος. Η σύγκρουση που αναδεικνύεται με το σκάνδαλο Κοσκωτά, η πτώση του Παπανδρέου και η δίκη στο Ειδικό Δικαστήριο σηματοδότησε την αλλαγή φρουράς στην κορυφή των μηχανισμών εξουσίας. Οι πολιτικοί χάνουν την πρωτοκαθε­δρία ή τουλάχιστον υποχρεώνο­νται να παραχωρήσουν μεγάλο μέρος της σε εργολάβους-ιδιοκτήτες των ΜΜΕ και τους υπαλλή­λους τους δημοσιογράφους… Το ’89 δεν σηματοδοτείται μόνο από το σκάνδαλο Κοσκωτά, αλλά και από την παράλληλη ανάδειξη των ιδιωτικών ραδιοσταθμών και τη­λεοράσεων σε νέο ισχυρό πόλο εξουσίας. Η πολιτική αποδεικνύ­εται πλέον ένα πουκάμισο αδεια­νό.

Ο γηραλέος Παπανδρέου θα διασωθεί, αφού έλαβε το μάθημά του, από τα ίδια τα μέσα που προς στιγμήν σήκωσαν ένα μέρος του πέπλου του διεφθαρμένου πολιτι­κού συστήματος. Και βέβαια έξι χρόνια μετά, θα αντικατασταθεί όχι από τη… Δήμητρα αλλά από έναν εκλεκτό των επιχειρηματιών, των Βρυξελλών, των… συνδικαλι­στών και των βιομηχάνων. Ο Μη­τσοτάκης, που θα πιστέψει ότι έχει μεγάλα περιθώρια αυτονο­μίας, ή τουλάχιστον μεγαλύτερα από αυτά που είναι πλέον επιτρε­πτά στους πολιτικούς, θα εκδιωχθεί από μια συμμαχία Κόκκαλη, Λαμπράκη, Αλαφούζου, Τεγόπουλου, Μπόμπολα, ακόμα και του ίδιου του Ελεύθερου Τύπου, και στη θέση του θα αναδειχθεί ένας απόλυτα αρεστός, αν όχι υποχεί­ριος των νέων μηχανισμών εξου­σίας. Στην ίδια την Αριστερά θα αναδειχθούν από το εκδοτικό κα­τεστημένο άτομα της αρεσκείας του στην ηγεσία. Δαμανάκη, Κωσταντόπουλος και άλλοι Παπαγιαννάκηδες θα επιβληθούν μέσω του πολιτικού μάρκετιν και της στήριξης των συγκροτημάτων. Τί πιο χαρακτηριστικό για τη νέα εποχή από την ρήση του Μητσο­τάκη, ενός πρωθυπουργού της Δε­ξιάς, “Με έρριξαν τα οργανωμένα συμφέροντα”!

Οι πολιτικοί γίνονται όλο και πιο ασήμαντοι, όλο και πιο ανή­μποροι, όσο περισσότερο μοιά­ζουν μεταξύ τους και εκφέρουν εν τέλει τον ίδιο λόγο. Το ποδό­σφαιρο, το μπάσκετ και τα πορνοσώου παρουσιάζουν πλέον μεγα­λύτερο ενδιαφέρον για το φιλοθε­άμον κοινό.

Από το δεύτερο μισό της δεκα­ετίας του ’80 και ιδίως στα ’90 η πολιτική θεωρείται αναξιόπιστη, γιατί έπαψε να προσφέρει αίγλη και δύναμη. Σήμερα ανθυποκονδυλοφόροι του χθες ταπεινώνουν βουλευτές και υπουργούς στις αί­θουσες αναμονής των τηλεοράσε­ων, ενώ σπανίως πια οι γόνοι και οι συγγενείς των πολιτικών συνε­χίζουν την παράδοση της οικογέ­νειας. Προτιμούν να γίνουν δημο­σιογράφοι ή τηλεπαρουσιαστές. Η πολιτική, το κοινοβούλιο και πό­σο μάλλον η κινητοποίηση, η δια­δήλωση, αποτελούν ξεπερασμέ­νους θεσμούς, αντικείμενο λοιδωρίας και περίγελου. Η εκλογή του πιο αποτυχημένου Έλληνα πολι­τικού στη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας, ακριβώς γιατί ήταν αποτυχημένος, αντανακλά το μέ­γεθος της έκπτωσης της πολιτικής και των πολιτικών. Και βέβαια το επιστέγασμα θα είναι η εκλογή του πιο άχρωμου πολιτικού του ΠΑΣΟΚ στη θέση του πρωθυ­πουργού.

Δ. Η ανάδειξη ενός νέου ανταγωνισμού

Επί πολλά χρόνια ευαγγελιζόμα­στε το τέλος της μεταπολίτευσης. Το τέλος δηλαδή μιας εποχής διγλωσσίας, ημιμέτρων και μεσο­βέζικων λύσεων. Και ο κατ’ εξο­χήν φορέας αυτού του πνεύματος, ενός δηλαδή φραστικού και συμπεριφορικού ριζοσπαστισμού, υ­πήρξε το ΠΑΣΟΚ. Μια από τις βασικές αιτίες αυτής της ιδιαιτε­ρότητας θα την βρούμε στον τρό­πο με τον οποίο έπεσε η δικτατο­ρία, εξ αιτίας του πραξικοπήμα­τος και της εισβολής στην Κύπρο, και όχι μιας εσωτερικής εξέγερ­σης. Το Πολυτεχνείο απομόνωσε τη χούντα χωρίς όμως να μπορέσει να την ανατρέψει. Η αλλαγή του καθεστώτος ήλθε σε μεγάλο βαθμό από τα πάνω, δηλαδή την τραγω­δία της Κύπρου.

Αυτή η περίοδος όμως έχει εξαντληθεί. Δεν υπάρχουν ούτε τα οικονομικά ούτε τα πολιτικά περιθώρια της διγλωσσίας. Η λι­τότητα δεν μπορεί να βαφτίζεται κοινωνική πολιτική, ούτε η εθνική συρρίκνωση εθνικά υπερήφανη πολιτική. Ο Σημίτης δεν μπορεί να ενδυθεί τα ρούχα και τη γλώσ­σα του Παπανδρέου. Προπαντός δεν μπορεί να συνεχίζει να εκφρά­ζει τα κουρέλια της παλιάς συμμα­χίας των μικρομεσαίων. Η νέα κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ είναι πλέον μια κυβέρνηση διαχείρισης, στο πνεύμα αλλά και το γράμμα του κεφαλαίου, των Βρυξελλών και των Αμερικάνων.

Κατά συνέπεια και ο κοινωνι­κός και πολιτικός ανταγωνισμός απελευθερώνεται από την διγλωσ­σία. Τα στρατόπεδα μπορούν να γίνουν περισσότερο εμφανή. Ό­ταν ο Τσοβόλας υποστηρίζει πως το ιστορικό ΠΑΣΟΚ έχει πάψει να υπάρχει έχει απόλυτα δίκαιο. Και η συνέχεια θα οδηγήσει υποχρε­ωτικά σε διευκρίνηση των στρα­τοπέδων, των απόψεων, των πολιτικών. Είναι πεποίθηση μας πως σταδιακά θα αρχίσει να συγκρο­τείται σε όλες τις πλευρές του πολιτικού φάσματος ένα αντίπαλο δέος, ιδιαίτερα δε προς τα αριστε­ρά του κυρίαρχου πολιτικού συ­στήματος.

Αυτό το αντίπαλο δέος θα στηριχτεί μεταξύ άλλων:

1. Στην κοινωνική πόλωση που επιταχύνεται από την επιμονή στην πολιτική της σύγκλισης. Η ελληνική κοινωνία, μετά από μια περίοδο άμβλυνσης των κοινωνι­κών ανισοτήτων, 1974-1988, περ­νάει σε μια εποχή εκ νέου διεύ­ρυνσης τους. Η κυβέρνηση Σημί­τη, ως εντολοδόχος των Βρυξελ­λών και του κεφαλαίου, θα επιτεί­νει τις κοινωνικές ανισότητες, την ανεργία, χωρίς πλέον να διαθέτει το φύλλο συκής της παραδοσια­κής παπανδρεϊκής διγλωσσίας.

2. Στην ανάδειξη εναλλακτι­κών λύσεων στην μονοδιάστατη ευρωπαϊστική κατεύθυνση, στον τομέα της οικονομίας και του πολιτισμού. Οι μόνες εξαγωγές μας που διευρύνονται είναι εκεί­νες προς τις Βαλκανικές χώρες και τη Μέση Ανατολή, ενώ το ποσο­στό των ανταλλαγών μας με την Ευρωπαϊκή Ένωση αρχίζει για πρώτη φορά να μειώνεται, μετά από πολλά χρόνια, παρά την οργανική ένταξή μας σε αυτήν. Ταυτόχρονα, στο πολιτιστικό πε­δίο, τη μουσική, τη λογοτεχνία, παρουσιάζεται μια αντεπίθεση της εγχώριας πολιτιστικής παρά­δοσης έναντι της δυτικοστραφούς επικέντρωσης της διανόησης.

3. Στη σταδιακή διαμόρφωση νέων πολιτικών μορφωμάτων. Η αρχή ρήξης του ευρωπαϊστικού μονοδρόμου σηματοδοτείται με την ανάπτυξη των περιθωριακών κομμάτων, Πολιτικής Άνοιξης, ΚΚΕ, ΔΗΚΚΙ, κομμάτων που με τον ένα ή άλλο τρόπο αντιπαρατίθενται στην ηγεμονική πολιτική της σύγκλισης, της λιτότητας, της υποταγής στο τουρκο-ευρωπαϊκό dictat. Στη συνέχεια θα αναπτυ­χθούν προφανώς και νέα πολιτικο-κοινωνικά μορφώματα προς την ίδια κατεύθυνση. Η εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων, την ο­ποία σηματοδότησε η πολιτική της κυβέρνησης Σημίτη έναντι της Τουρκίας, δεν μπορεί παρά να δυσκολέψει την φιλοδυτική στρατηγική του ελληνικού κατε­στημένου. Το αφασικό εθνικά κοινωνικο-πολιτικό κατεστημένο της μεταπολίτευσης τρίζει από όλες τις πλευρές και σύντομα θα εκρα­γεί, έστω εάν, για να γίνει κάτι τέτοιο, υποχρεωθούμε να περά­σουμε από το πικρό ποτάμι της εθνικής ήττας και της ταπείνωσης, όπως συνέβη με την Ίμια.

4.  Στην σταδιακή αλλαγή της διεθνούς συγκυρίας. Η εξέγερση των εργατών και των φοιτητών στη Γαλλία σηματοδοτεί την α­παρχή της κρίσης του Μάαστριχτ με παρέμβαση των ίδιων των εργαζομένων. Στην Ανατολική Ευρώπη τα εκλογικά αποτελέσμα­τα σημαίνουν την αρχή του τέλους της κοινωνικής διάλυσης που έφε­ρε το 1989 με τον τρόπο που έγινε. Τέλος η συγκρότηση των Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου των Ζαπατίστας στο Μεξικό προοιω­νίζει την εμφάνιση ενός νέου τύ­που απελευθερωτικών κινημάτων. Η διεθνής συγκυρία της ανόδου του νεοφιλελευθερισμού και της αφασίας των κοινωνικών κινημά­των δεν πρόκειται να διαρκέσει αιωνίως.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ