Η πολιτική, ως τέχνη του κυβερνάν αλλά και του αντιστέκεσθαι, όχι μόνο χάνει την αίγλη της στο τέλος του εικοστού αιώνα , όχι μόνο αποδείχθηκε εντελώς ανίκανη να προτείνει εναλλακτικές λύσεις στα ολοέν σωρευόμενα προβλήματα του ανθρώπου, αλλά αφήνει κι ένα τεράστιο κενό τόσο στο στοχασμό και τα δικαιώματα του πολίτη, όσο και -κυρίως- στην εσωτερική αγωνία του στην ορμέμφυτη ανάγκη του να επικοινωνήσει με τον άλλο.
Ο μοντέρνος άνθρωπος, που μας κληροδότησε η απουσία του πολιτικού λόγου από τις λύσεις, δημιούργησε έναν άνθρωπο ξένο μέσα σ’ έναν κόσμο χωρίς σημεία και αναφορές, σ’ έναν κόσμο έντρομο, ανασφαλή, όπου ο καθείς προσπαθεί απλώς να επιβιώσει. Πολιτικός λόγος εδώ και δεκαετίες, σημαίνει εμφάνιση των προσώπων που τον εκφέρουν στα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας τα οποία ασκούν πλέον την όποια εξουσία ως εκ της φύσεως αυτών περισσότερο και όχι από την ικανότητα τινών να τα χρησιμοποιούν για την προβολή τους. Η πολιτική, για να υπάρξει, έχει ανάγκη την Αγορά, εκεί όπου η όσμωσις των πολιτών γεννάει στιγμές οριοθέτησης αλλά και ελευθερίας. Την αρχαία Πνύκα την βλέπουμε σήμερα στην τηλοψία* άλλως, η παραγωγή πολιτικής επισυμβαίνει ερήμην των «χειριστών» αυτής* ο πολίτης ήγουν δεν συμμετέχει στην κατασκευή ή στην δημιουργία δημοκρατίας. Ο άνθρωπος ως πολίτης ή ως ομάδα, δεν εκπροσωπείται πλέον στην Αγορά, οι αποφάσεις για την βελτίωση της ζωής του δεν λαμβάνονται από τον ίδιο.
Η αμφισβήτηση προς την εξουσία, ως αντιπολίτευση ή ως εξέγερση ή τελική ρήξη αποδυναμώθηκε και γελοιοποιήθηκε όσο εκφράστηκε από τον υπαρκτό σοσιαλισμό. Διανοούμενοι της αμφισβήτησης αυτής, ζώντας μέσα στην οίηση της ηδονής που τους πόριζε η δική τους «πνευματική» δύναμη λοιδορήθηκαν, ακόμη και διώχθηκαν προτροπάδην, όχι τόσο από τους κρατικούς μηχανισμούς, μηχανισμούς δηλαδή τους οποίους επιβουλεύονταν, όσο από το κορμί το ίδιο της κοινωνίας του οποίου υποτίθεται ήταν η κεφαλή.
Έτσι μ’ έναν αστείο όσο και προκλητικό τρόπο, τυχάρπαστοι, αδαείς, ανώριμοι και αφελείς επικράτησαν στο χώρο της τηλοψίας* αν όχι ως εναλλακτική λύση τουλάχιστον ως καινοφανείς κήρυκες της ατομικότητας. Αφού δηλαδή το σύνθημα «ελευθερία, ισότητα, αδελφότητα» ότι δεν είχε εφαρμογήν τινά ο καθείς -διεκήρυξε ο μηχανισμός της τηλοψίας- είναι ελεύθερος να επιδιώξει την προσωπική του επιτυχία χωρίς δε ίχνος αιδούς. Και ούτως επράχθη.
Κατά έναν παράδοξο (;) τρόπο η άθλια τηλοψία έρχεται να νομιμοποιήσει τον πολιτικό κατακερματισμό* όχι μόνο αυτό, αλλά -επιπροσθέτως- να τον ερμηνεύσει! Ομοιόμορφες και ομοιοστατικές πληροφορίες διαχέονται ποταμηδόν, μέσα σε μια συγκλονιστική διαφημιστική καταιγίδα και παντελή έλλειψη σεβασμού προς την ετερότητα και τις πολιτισμικές αξίες. Η γλώσσα, η ιστορική μνήμη και η παράδοση οβελίστηκαν και ευτελίστηκαν* η νέα πραγματικότητα δεν είναι τί άλλο παρά μια οιονεί ιντερνέτια επικοινωνία για λίγους και μια στροφή προς παγκοσμιοποίηση της εθνικής κουλτούρας, ένα αχαλίνωτο εκδυτικισμό ή εξαμερικανισμό.
Παρακολουθώντας ένα οποιοδήποτε ελληνικό κανάλι, δεν αναγνωρίζει κάποιος εάν όσα βλέπει συμβαίνουν στη χώρα του* θα μπορούσαν να είναι σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα, και αυτό ήταν η επιδίωξη αλλά και το αίτημα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ή του Μάαστριχτ: η απώλεια των πολιτισμικών αξιών και εθνικών ιδιαιτεροτήτων του κάθε κράτους ώστε να υπάρξει αρμονική καθοδήγηση στην εκμετάλλευση της ενέργειας, της οικονομίας, του ψυχισμού των απανταχού «πολιτών».
Ιδού όμως -στο λυκαυγές της τρίτης χιλιετίας- η ανθρωπότης φαίνεται ν’ αποτινάσσει τον λήθαργο, εκείνο που την αρήγει στην πράξη αυτή, να ξεφύγει επιτέλους από τον νήδυμον της, δεν είναι κάποιος μετανεωτερικός λόγος* είναι ο πολιτισμός, το DNA δηλαδή κάθε πολίτη με το παρελθόν του, την ιστορία του, και ίσως τον τόπο του. Κυρίως όμως με τη γλώσσα του, με τους ποιητές του. Η πολιτισμική αναδίπλωση ενός έθνους φοβίζει όσους παίρνουν τις αποφάσεις γιατί το έθνος αποκτά έτσι αυτογνωσία* η επιστροφή στις ρίζες δεν είναι ένας αφελής ρομαντισμός ή επικίνδυνος εθνικισμός είναι η πλέον επαναστατική πράξη αντίστασηςστην επαπειλώμενη μια ομοιοστασία, άρα ανυπαρξία.
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι, πριν από την κατάρρευση του σοσιαλισμού, τα εθνικά συστήματα δεν προσδιόριζαν τις πολιτισμικές τους καταβολές* προείχε η (τυφλή) προσπάθεια εγκαθίδρυσης του σοσιαλισμού που θα έλυνε, ως δια μαγείας, όλα τα προβλήματα. Τώρα που η προσπάθεια εγκαταλείφθηκε αναδύεται ο όντως πλούτος του κάθε εθνικού συστήματος που δεν είναι παρά ο
πολιτισμός. Βεβαίως τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας (η χρήση του όρου επικοινωνία είναι ένα ξόρκι* ενημέρωση, στείρα, μονομερής και χυδαία είναι κατάλληλος όρος) δεν είναι ικανά να αντιληφθούν τις εσωτερικές διεργασίες του πολιτισμού* οι αρχισυντάκτες και οι διευθυντές ειδήσεων δεν αξιολογούν θέματα που άπτονται μιας πολιτιστικής δραστηριότητας, δεν τα ιεραρχούν στο δελτίο τους* μόνο εάν δεν μπορούν να καλύψουν το δελτίο τους με ανούσιες δηλώσεις πολιτικού ή με σφαγμένα κορμιά και σπασμένες από τον πόνο ψυχές τα εντάσσουν, ως τελευταία είδηση πάντοτε.
Η πολιτισμική ανάπτυξη αντιστέκεται στην άλογη οικονομική ανάπτυξη του πλανήτη δεν προσαρμόζεται στα σχέδια των ειδημόνων να επιβάλουν παγκόσμιους αναπτυξιακούς κανόνες. Ήδη σε τούτη τη χώρα, που άλλοι τη θέλουν στη Δύση κι άλλοι στην Ανατολή, χωρίς ταυτότητα δηλαδή, έχει αρχίσει να διαφαίνεται η πολιτισμική αντίσταση. Όντας ανοιχτό πέλαγος και σταυροδρόμι πολιτισμών διεκδικεί την ουσία της ταυτότητάς της που βεβαίως είναι παγκόσμια * τί μεγαλύτερη απόδειξη από την τρισχιλιετή και πλέον ύπαρξή της μεγαλειώδους γλώσσας της; Η γλώσσα είναι αυτή που μπορεί ν’ αντισταθεί στην παγκόσμια φετιχιστική κουλτούρα και στην, δήθεν ορθολογική, πολιτισμική ισοπέδωση.
Δεν είναι βεβαίως μόνο η γλώσσα η μόνη μορφή αντίστασης, αλλά ο λόγος, ο πολιτισμικός λόγος, ο οποίος ουδεμίαν σχέση έχει με τη χρήση που του επιφυλάχθηκε από τον Καρτέσιο και τους μετέπειτα. Ο ορθός λόγος, στον οποίο στηρίχθηκε ο δυτικός πολιτισμός οδήγησε σε εγκλήματα* γιατί είναι έγκλημα ο ίδιος όταν εκλαμβάνεται κατ’ αυτόν τον τρόπο* όταν του αφαιρούνται τα πολυτιμότερα στοιχεία του: το νοείν και ο θυμός. Τα δύο τούτα αιμάσσοντα χαρακτηριστικά του αναβιώνουν σήμερα στη χώρα και ιερουργούν όχι στα ΜΜΕ βεβαίως* δρουν, λεπτουργώς δε, σε μικρές ομάδες με υπεροχή και ειλικρινή δυναμική. Και οσημέραι αρθρώνουν το περίγραμμα εντός του οποίου θα «συνομιλήσουν» με την εξουσία. Είναι νωρίς ακόμη να εξαγάγουμε αποτελέσματα διότι δεν έχουν αποκρυσταλλώσει μια καθολική αντίσταση* η άρνηση πηγάζει κυρίως από την αμφισβητησιακή ατομική στάση απέναντι στο ομοιογίγνεσθαι της ανθρωπότητας. Από τη φανερή δηλαδή έλλειψη αξιοκρατίας και κοινωνικής δικαιοσύνης, από το αδιέξοδο των συλλογικών μορφών οργάνωσης, από την αποσάθρωση δηλαδή των πολιτικών κομμάτων.
Η άρθρωση αυτού του περιγράμματος δεν είναι ηθική στάση ζωής, γιατί και η ηθική είναι εξουσία όταν οριοθετεί κανόνες* είναι μια ηθική αντίσταση, ένα χρέος απέναντι στη ζωή, στην ελεύθερη ανάσα, ένας σεβασμός στο νόημα που έχει απωλέσθη, ένας επαναπροσδιορισμός της επικοινωνίας, μια άρνηση στον εξεικονισμό της ζωής μας ως βιωματικών όντων.
Το σπάραγμα αυτό αντίστασης των πολιτών είναι ανώφελο να νομίζουμε ότι μπορεί να εισακουσθεί από την «ευαισθησία» των ΜΜΕ διότι ακόμη είναι εν τη γενέσει του και άρα αλυσκελές σε ό,τι αφορά τη γνωστοποίηση του ή την εμβέλειά του. Όσο όμως οι πολίτες απομακρύνονται από την αναπαράσταση της ζωής τους, όσο παίρνουν οι ίδιοι τα ηνία της τύχης τους στα χέρια τους, όσο θ’ αποκτούν τον πολιτισμικό λόγο, τον όντως λόγο, τόσο τα Μέσα θα αποσαρκώνονται από τη στίλβη τους και τόσο οι φορείς τους που συνυπάρχουν εν ταυτώ (πολιτικοί, επιχειρηματίες, δικαστές, παιδεία, κράτος, εκκλησία) θ’ αποδυναμώνονται και θα κατρακυλούν στην ευτέλεια και τελικά στην απόρριψη τους εκ μέρους της κοινωνίας των πολιτών.
Η ανάληψη της διαχείρισης των δικών τους υποθέσεων (αναβάθμιση τοπικής αυτοδιοίκησης, περιφερειακά θέατρα, τοπικός Τύπος, περιοδικά, κινηματογραφικές λέσχες, τόποι συναντήσεων μακριά από τις κάμερες), οι νέες δηλαδή πολιτισμικές μορφές οργάνωσης της κοινωνίας λαμβάνονται εντούτις υπ’όψιν από τους διαχειριστές των κρατικών πόρων και τους εκμαυλιστές της ανθρώπινης αξιοπρέπειας που δρουν στον χώρο των Μέσων Επικοινωνίας.
Γιατί όσο οι αποκλεισμένοι θα πληθύνονται, είτε από την κοινωνική ανισότητα είτε από τη συνειδητή αυτοοργάνωσή τους, τόσο οι διαχειριστές θα χάνουν το εύρος της εξουσίας τους και άλλο τόσο θα σμικρύνεται η περίμετρος της «διαμοιραστικής πίττας».
Ο μύθος έτσι του «πλανητικού χωρών» καταρρέει* επικράτησε κατά τις τελευταίες δεκαετίες μόνο και μόνο επειδή αρνηθήκαμε τις αστείρευτες τις αστείρευτες πηγές του πολιτισμού μας, δεν ενοραματιστήκαμε με κριτήριο την προοπτική του και την ταυτίσή του με τον άνθρωπο και τις αιώνιες αξίες του, την είναι θετικές και αρνητικές ταυτοχρόνως. Αλλά ο άνθρωπος ζει και υπάρχει μέσα απ’ αυτές τις υπέροχες αντιφάσεις* δεν γεννήθηκε για να υπακούει σε προκρούστειους νόμους που διαχωρίζουν το καλό από το κακό. Σέβεται βέβαια την κανονιστική δομή της κοινωνίας στο μέτρο όμως που και αυτή μεριμνά για μια, οιονεί έστω, ίση αντιμετώπιση των μελών της.
Και, προφανώς, έχει επέλθει το πλήρωμα του χρόνου για να ανακοινωθούν τα αποτελέσματα της σχέσης μεταξύ φαντασιακού και πραγματικού στον σύγχρονο πολιτισμό όπως αυτός διαμορφώνεται από τα Μέσα Ενημέρωσης. Ο πολιτισμός αυτός, η σκέψη του, αδυνατεί να δει την πλήθουσα πολυσημία της αναζήτησης των κοινωνιών, είναι σφιχτά εναγκαλισμένος από τα γρανάζια της ratio, που συν τω χρόνω όμως οξειδώνονται και γίνονται αφορμή για οργισμένη αντίδραση του καθενός που επιθυμεί πλέον να υψώσει τη δική του φωνή στην ομογενοποίηση. Ο όλβιος ναρκισσισμός ενιών σήπεται στην ίδια την υλοφροσύνη τους* όσοι ενστερνίζονται την Αριστερά, ως ολιστική όμως θεωρία και όχι ως μανιχαϊκό ντετερμινισμό, καλούνται να αποτινάξουν την ευμάρεια στην οποία έχουν περιέλθει και να υποστείλουν την οιηματική τους θέση-απολυτότητα απέναντι στην καθοδήγηση των μαζών. Το εμβάπτισμα στον πολιτισμό ή στην παράδοση είναι η πλέον επαναστατική πράξη* δεν υποκρύπτει φανατισμούς ή εθνικισμούς ή απομονωτισμούς, παρά το γεγονός ότι και ο ίδιος -ισμός είναι. Η θεσμολαγνεία μπορεί να είναι μια πίστη στη δημοκρατία και ο θεσμός απόρροια πολιτισμού, όμως οι πολιτισμικές καταβολές έχουν στηριχθεί στη βαρβαρότητα* καλό θα ήταν να μην ξεχνάμε ότι η πολιτική εμφανίστηκε στον πλανήτη πολύ αργότερα από τον πολιτισμό.
Τα Μέσα Επικοινωνίας μπορεί να μην παράγουν πολιτισμό ή να γεννούν υποπροϊόντα υποπολιτισμού, ωστόσο αργά ή γρήγορα θα υποκύψουν στον πολιτισμικό λόγο* στην ισχύ την ανιδιοτελή της ποίησης.
Η κατακλείς από έναν ποιητή, μέγιστον φορέα πολιτισμού.
«@ Ω πόποι, @ω δειλόν θνητων γένος, @ω δυσάνολβον, τοίων {εκ τ[ [ερίδων {εκ τε στοναχων [εγένεσθε».
[ Εμπεδοκλης