Συγγραφέας: Δημήτρης Δημαλέξης
Οι εκλογές που πραγματοποιήθηκαν σε πρώτη φάση την 26η του περασμένου Μαΐου, μόνον κατ’ ευφημισμό δύνανται να θεωρηθούν ως τέτοιες, γιατί στην ουσία πρόκειται περί ενός εκλογικού πραξικοπήματος και μάλιστα προαναγγελθέντος και προσχεδιασμένου, ως την παραμικρή του λεπτομέρεια.
Το πραξικόπημα τούτο ανέλαβε βέβαια να το εκτελέσει ο κ. Μπερίσα, χρησιμοποιών τον κρατικό μηχανισμό, τον οποίο πλήρως ελέγχει, αλλά και το παρακράτος, ως και την αλβανική μαφία, παράγοντες οι οποίοι παίζουν σημαντικό ρόλο στην νέα αλβανική εποχή και τους οποίους αν δεν ελέγχει πλήρως, εντούτοις έχει την δυνατότητα να τους χρησιμοποιεί σ’ αυτή την φάση γιατί αλληλεξαρτούνται και κατά συνέπεια αλληλοεξυπερετούνται.
Θα ήταν όμως, τουλάχιστον αφελές να πιστεύει κανείς ότι η προετοιμασία του σχεδίου του εν λόγω πραξικοπήματος ήταν του κ. Μπερίσα και των επιτελών του, ως είναι επίσης αφελές να πιστεύει κανείς, ότι τούτος δια των ίδιων του δυνάμεων έχει καταστεί ο ισχυρός άντρας της Αλβανίας…
Όλοι εργάζονται δια τον Μπερίσα
…Οι ΗΠΑ φρόντισαν να καταπείσουν τον αλβανικό λαό, ότι τούτος αποτελεί τον «εκλεκτό» και επομένως την μόνη τους επιλογή. Έτσι φρόντισαν να τον επενδύσουν με το ανάλογο κύρος -προσκλήσεις από Ευρωπαϊκές χώρες, αλλά κυρίως με αυτήν από τις ΗΠΑ, σύσκεψη υπουργών άμυνας των χωρών της Νότιας Βαλκανικής(;), εις ην συμμετείχαν αυτός της Ιταλίας και βεβαίως ο υπουργός άμυνας των ΗΠΑ* υπόσχεση εκ των ΗΠΑ για οικονομική ενίσχυση εξ 150 εκατ. δολλαρίων* ανάληψη εξ Ελλάδος της κατασκευής και του εξοπλισμού ενός στρατιωτικού νοσοκομείου στα Τίρανα, καθόν χρόνον μάλιστα που ετούτη επιδεικνύει καταφανώς την αδιαφορία της τόσο για το Βορειοηπειρωτικό ζήτημα, όσο και για τον ελληνισμό της Βορείου Ηπείρου, για να μην πούμε την σαφή, τη σαφέστατη πρόθεση να απαγκιστρωθεί από τούτο-* πρόκειται για μερικές από τις σχεδιασμένες ενέργειες που αποσκοπούσαν στην εδραίωση της ιδέας ότι ο κ. Μπερίσα αποτελεί μονόδρομο στις επιλογές του αλβανικού λαού.
Αφ’ ετέρου δε θέλησαν να καταπείσουν την κοινή γνώμη και ιδιαίτερα αυτήν της Αλβανίας, ότι μακριά από τον Μπερίσα καιροφυλακτεί το χάος, υπό την μορφή του σοσιαλιστικού κόμματος -το μόνο που μπορούσε ν’ αμφισβητήσει την εξουσία- το οποίο υπό δημοκρατικό μανδύα επιχειρεί να υφαρπάξει την ψήφο, προκειμένου να επανεγκαθιδρύσει το χοτζικό καθεστώς. Αυτή η πολιτική θέτει και εν αμφιβόλω τις προθέσεις μερίδας της ελληνικής κοινότητας της Βορείου Ηπείρου, η οποία τάχα είχε την πρόθεση να δημιουργήσει θερμά επεισόδια και να οδηγήσει Αλβανία και Ελλάδα σε περιπέτειες, πράγμα που οδήγησε εν πρώτοις στην περίφημη «δίκη» των στελεχών της Ομόνοιας στα Τίρανα και ακολούθως στην σκευωρία του ΜΑΒΗ, με το επεισόδιο της Επισκοπής και εν συνεχεία με την σύλληψη των υποτιθέμενων μαχητών της αυτής οργάνωσης.
Η ελληνική πολιτική
Αυτά θα αποτελέσουν και το άλλοθι των ελληνικών πολιτικών προκειμένου να εφαρμόσουν την νέα πολιτική περί την Αλβανία, πολιτική η οποία υπαγορεύθηκε από τα γνωστά διεθνή κέντρα και εφαρμόστηκε και εφαρμόζεται με πλήρη συνέπεια αρχής γενομένης υπό την διαχείριση, ως υπουργού επί των εξωτερικών του κ. Παπακωνσταντίνου και ακολουθούντος του κ. Παπούλια -τούτος δεν είχε καμιά δυσκολία να εφαρμόσει μια τέτοια πολιτική, αφού και στο παρελθόν είχε αποδείξει τις προθέσεις του, αλλά και τις επιδιώξεις του, όσον αφορά στην Αλβανία και το βορειοηπειρωτικό ζήτημα.
Βεβαίως και ο νυν υπουργός κ. Πάγκαλος εις ουδέν φαίνεται διαφοροποιούμενος, αποδεικνύων και τούτος, ότι η Ελλάς αποτελεί τον πλέον νομοταγή «εταίρο» -υποτελή του Ατλαντικού Διευθυντηρίου και οπωσδήποτε εκείνον που δεν προτίθεται να παρεμβάλει οποιοδήποτε εμπόδιο κατά την άσκηση αυτής της πολιτικής, αλλά αντιθέτως είναι αποφασισμένη να την προωθήσει, ασχέτως εάν στρέφεται καταδήλως εναντίον των εθνικών συμφερόντων.
Μέσα στα πλαίσια της πολιτικής αυτής θα πρέπει να αναζητηθεί και η εξήγηση της θέσεως σε «καραντίνα» των βορειοηπειρωτικών οργανώσεων- πλην βεβαίως αυτή της Ομονοίας, ως και του κόμματος ΕΑΔ, τα οποία ελέγχονται πλήρως -ως και το αναιτιολόγητο, κατά τα άλλα, ταξίδι του προέδρου της ελληνικής Δημοκρατίας στα Τίρανα, ένα ταξίδι το οποίο ουδέν προσέφερε,
όχι μόνον στην ελληνική κοινότητα, αφού κανένα των χρονιζόντων προβλημάτων δεν επιλύθηκε -ούτε καν ετέθη προς συζήτηση, αλλά ούτε και οι ελληνοαλβανικές σχέσεις εις ουδέν προωθήθηκαν. Έτσι εκείνο που παρέμεινε ήταν να προστεθεί και το ελληνικό βάρος, ώστε να μην αφεθεί τίποτε στην τύχη, προκειμένου να μην τεθεί εν κινδύνω το ολιγαρχικό καθεστώς του κ. Μπερίσα.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να αναζητήσει κανείς την ερμηνεία και της συνέντευξης και του μορφωτικού ακολούθου της ελληνικής Πρεσβείας των Τιράνων κ. Καραμούτσου, ως και ολόκληρης της σειράς δημοσιευμάτων που είδαν το φως της δημοσιότητας τον τελευταίο καιρό στον ελληνικό τύπο, με όσα φαιδρά και ευτράπελα τούτα περιείχαν, εν τη εννοία να διασπείρουν την σύγχυση στο βορειοηπειρωτικό λαό και να τον καταπείσουν ότι είναι προτιμότερο να επιλέξουν την ασφαλή σταθερότητα που τους παρείχε ο κ. Μπερίσα, έστω και εάν τούτος παρουσιάζεται ήκιστα ενδοτικός προς τα δίκαια αιτήματά του από την ανίκανη ηγεσία της Ομόνοιας και των υποψηφίων της ΕΑΔ, οίτινες ήτο δυνατόν να τους οδηγήσουν σε περιπέτειες, χάριν ιδιοτέλειας!
Βεβαίως, εδώ θα πρέπει να τονιστεί το γεγονός ότι τόσο η ηγεσία της Ομονοίας, όσο και αυτή της ΕΑΔ με την έλλειψη σαφούς πολιτικής και την σε ευρεία έκταση εντύπωση ότι άγονται και φέρονται το μεν από την κυβέρνηση των Τιράνων, το δε από το ελλ. Υπουργείο των εξωτερικών, δεν χαίρουν καμιάς εκτίμησης στην συνείδηση του βορειοηπειρωτικού ελληνισμού και αν παρείχαν την ψήφο σε αυτούς, θα έπρατταν τούτο μόνο και μόνο για να εκφράσουν την εθνική των ιδιαιτερότητα και όχι επειδή ανέμεναν τίποτε το ουσιαστικό από την ενδεχόμενη είσοδο ορισμένων εξ αυτών στο αλβανικό κοινοβούλιο.
Έτσι για πολλούς η προτροπή να καταψηφιστούν οι υποψήφιοι της ΕΑΔαπετέλεσε την άριστη δικαιολογία, όχι βεβαίως για να μεταβούν στην Αλβανία -αυτοί που ευρίσκονται στην Ελλάδα- και να υπερψηφίσουν το κόμμα του κ. Μπερίσα, ως προετρέποντο, αλλά να απόσχουν των εκλογών, οι οποίες ούτως ή άλλως ουδέν επρόκειτο να προσφέρουν στην υπόθεση της ελληνικής κοινότητας.
Εάν δε, εδώ γίνει αναφορά και σε ένα άλλο γεγονός αυτό δηλαδή της εκκλήσεως μας προς τα ελληνικά κόμματα να διευκολύνουν την μετάβαση των βορειοηπειρωτών ψηφοφόρων προς την Αλβανία, προκειμένου να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα και συνάμα καθήκον και της μετά πολλών επαίνων απορρίψεως τούτης, με την ήκιστα πειστική δικαιολογία, ότι τούτο θα αποτελούσε παρέμβαση στα εσωτερικά άλλης χώρας, αντιλαμβάνεται και ο πλέον ανυποψίαστος περί τα τεκταινόμενα στο βορειοηπειρωτικό, ότι και το 10% περίπου που μετέβη για να ψηφίσει είναι μεγάλο ποσοστό.
Το εκλογικό πραξικόπημα
Όμως, όλη όσα ανωτέρω ανεφέρθησαν δεν θεωρήθηκαν αρκετά προς εξασφάλιση της επιτυχίας της κυβερνώσας αλβανικής ολιγαρχίας και προς τούτοις ο γενικός σχεδιασμός προέβλεπε δύο ακόμη παράγοντες που έμελλε να παίξουν καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση του αποτελέσματος.
Οι παράγοντες αυτοί ήσαν αφενός η τρομοκρατία καθ’ όλην την προεκλογική περίοδο και η οποία επιβλήθηκε από το ίδιο το κράτος , αλλά και το οργανωμένο παρακράτος με θαυμαστή συνεργασία, που αποδεικνύει ότι το ένα και το άλλο είναι και αυτό και αφετέρου η ευρείας κλίμακας νοθεία η οποία επισυνέβη στις κάλπες, κατά τα σχέδια.
Έτσι παρατηρήθηκε το γεγονός: α) η είσοδος του ψηφοφόρου να γίνεται συνοδεία αστυνομικού
β) να ρίπτονται ψηφοδέλτια στην κάλπη δι’ αντιπροσώπου -όπου βεβαίως τούτο εξυπηρετούσε
γ) να συντάσσονται την τελευταία στιγμή κατάλογοι των όσων απουσίαζαν στην Ελλάδα και να ρίπτονται στην κάλπη ψηφοδέλτια από τα μέλη της εφορευτικής επιτροπής, η οποία ήταν συγκροτημένη από άτομα της απολύτου εμπιστοσύνης και δ) να αποκλείονται ψηφοφόροι για αστείους τυπικούς λόγους.
Δεν γνωρίζουμε, βεβαίως, εάν η νοθεία υπερέβη άλλες παρόμοιες και αλλού, αλλά είναι βέβαιο ότι ο κ. Μπερίσα δεν διαφέρει ως προς τον ρόλο του από αυτόν του Μάρκος ή του Ντιεμ ως επίσης και ότι οι εκλογές της Αλβανίας δεν απέλιπαν σε τίποτε εκείνων των Φιλιππίνων της περασμένης εικοσαετίας και πάντων των ολοκληρωτικών καθεστώτων, τα οποία επιχειρούσαν μέσω της δήθεν λαϊκής έκφρασης να ενδυθούν τον επενδύτη της δημοκρατίας, ως συνέβαινε και παρ’ ημίν με τις φαρσοκωμωδίες των περίφημων «δημοψηφισμάτων» της στρατιωτικής δικτατορίας.
Ο κ. Μπερίσα, πολύ πριν ολοκληρωθεί η ψηφοφορία και η εκλογική διαδικασία στο σύνολο της, έσπευσε με έπαρση να θριαμβολογήσει περί του αποτελέσματος. Υπερφίαλος και αναιδής ως συμβαίνει με πάντα επηρμένο δεν είχε καν την υπομονή να αναμείνει επί ολίγες ώρες πριν ανέβει την κλίμακα προς τον έβδομο ουρανό του. Αλλά και το παρακράτος και η αλβανική μαφία τον ακολούθησαν σε μια ηλίθια επίδειξη της «παντοδυναμίας» των, δίχως να αντιλαμβάνονται ότι δυνατόν αυτή τους η αίσθηση να αποτελεί και την αχίλλειο πτέρνα τους, διότι κάπως έτσι μπορεί να απολησμονήσουν ποίος πράγματι είναι ο ισχυρός και ποίος κρατεί και κινεί τα νήματα.
Εκείνο πάντως που προκαλεί εντύπωση δεν είναι ο κ. Μπερίσα και οι συν αυτώ με την συμπεριφορά τους, αλλά ο έξω κόσμος ο οποίος έσπευσε μεν να παρατηρήσει τις ακρότητες και τις παρατυπίες που συνόδευσαν τις αλβανικές εκλογές, ενώ συγχρόνως άφηνε να εννοηθεί ότι ήταν κάτι που δεν το ανέμενε (!).
Όσο βέβαια για τη δήλωση του κ. Παπούλια, ότι δηλαδή δεν θα πρέπει να βγάλουμε γρήγορα συμπεράσματα περί των όσων καταγγέλοντο από όλες τις πλευρές και από πάσα κατεύθυνση, ας εξαγάγει ο καθείς τα συμπεράσματά του περί του ανδρός που κατηύθυνε την «ελληνική» εξωτερική πολιτική και που «δυστυχώς» θέλει εαυτόν ευρισκόμενον εν αναμονή προκειμένου να παίξει τον ίδιο ρόλο ή έτι σημαντικότερο!
Προοπτικές
Συμπερασματικά, οι αλβανικές εκλογές κατάδειξαν ότι ο αμερικανικός παράγοντας επιθυμεί και μέχρι σήμερα δύναται να καθορίζει τα πάντα στην περιοχή, κατά το δοκούν.
Ακόμη, ότι η ΕΕ απέχει πάρα πολύ από την ημέρα -και είναι άδηλο εάν αυτή θα έρθει ποτέ- κατά την οποία θα παίξει δικό της και όχι υπαγορευμένο ρόλο.
Η Ελλάδα αδυνατεί να ξεφύγει από τα σύνδρομά της και την μοιρολατρεία που την διακατέχει μεταπολεμικά.
Η Αλβανία, ή μάλλον οι περιενδεδυμένες με την απόλυτη δύναμη αφέντες της και με τη δεδηλωμένη έπαρση που τους διακρίνει και το όραμα της μεγάλης Αλβανίας με το οποίο φαίνεται να είναι διαποτισμένες, θεωρούμε ότι θα υπερεκτιμήσουν τις δυνάμεις και τις δυνατότητές τους, ώστε να επιχειρήσουν νέα αναταραχή στην Βαλκανική με απρόβλεπτες συνέπειες. Λαμβανομένης δε υπόψη της αστάθειας που υπάρχει στον ευρύτερο χώρο, φαίνεται ότι οι πολύ λεπτές ισορροπίες που παρέχουν, σήμερα, την εύθραυστη σταθερότητα στην περιοχή, πρόκειται σύντομα να ανατραπούν και η εντύπωση ότι ο αμερικανικός παράγοντας καθορίζει τα πάντα δεν φαίνεται να ευσταθεί.
΄Ενας ακόμη παράγοντας ο οποίος ιδιαιτέρως θα πρέπει να επισημανθεί είναι εκείνος της «μαφίας» εν τη εννοία του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος, ο οποίος έχει εξεύρει πλέον πρόσφορο έδαφος στην Αλβανία του κ. Μπερίσα. Είναι πλέον κοινό μυστικό ότι ένα μεγάλο τμήμα του διακινούμενου εμπορίου ναρκωτικών και λαθραίας μεταφοράς όπλων διαμετακομίζονται μέσω Αλβανίας και τούτο αποτελεί μεγίστης σημασίας χώρο για την ασφαλή διακίνηση των «εμπορευμάτων» αυτών. Εάν εδώ τονιστεί ότι η αλβανική τράπεζα δέχεται καταθέσεις με επιτόκια που υπερβαίνουν κατά πολύ το 30% αντιλαμβάνεται και ο πλέον αδαής, ότι στην Αλβανία σήμερα λειτουργεί το μεγαλύτερο ίσως πλυντήριο βρώμικου χρήματος και ούτως πως τεκμηριώνεται η προρρηθείσα άποψή μας, ότι δηλαδή τα πράγματα σε αυτή τη χώρα και κατ’ επέκταση στον ευρύτερο χώρο δεν ελέγχονται ή δεν θα ελέγχονται πλήρως από την Αμερική διότι οι οικονομικές δυνάμεις που ευρίσκονται πίσω έχει αποδειχτεί ότι έχουν υπερκεράσει τις πολιτικές και εν πολλοίς οι πρώτες κατευθύνουν τις δεύτερες.
Κλείνοντας δε, να σημειώσουμε τα απαισιόδοξα μηνύματα που έρχονται πανταχόθεν για τον ελληνισμό της Βορείου Ηπείρου, ο οποίος δεν δύναται να υπερβεί τις εγγενείς αδυναμίες του και ο οποίος δεν κατέστη ικανός να αναδείξει μια ανεκτώς κατάλληλη ηγεσία πράγμα που τον κάνει να άγεται και να φέρεται εν πλήρη συγχύσει, μια σύγχυση που την επιτείνει η αβελτηρία αφενός και η σκοπιμότητα αφετέρου του ελληνικού πολιτικού κόσμου, αλλά και το κλίμα αβεβαιότητας και η ραστώνη της ελληνικής κοινωνίας, εντός της οποίας υποτίθεται ότι ήλθε για να αναβαπτιστεί και να ανακτήσει τις απολεσθείσες δυνάμεις του.