Αρχική » Το μετεκλογικό σκηνικό και η αριστερά

Το μετεκλογικό σκηνικό και η αριστερά

από Άρδην - Ρήξη

Συγγραφέας: Παναγιώτης Λαφαζάνης

Άρδην τ. 05

(Αθήνα 23-10-’96)

Στην πολιτική, ως γνωστόν, ακόμα και οι πιο διεισδυτικές προβλέψεις σπανίως κατορθώνουν ν’ αποτυπώσουν απολύτως τις εξελίξεις στην περίπτωση μας όλα, σχεδόν, τα σχέδια των κυρίαρχων κύκλων τόσο σχετικά με τις εκλογές όσο και για τη μετεκλογική πορεία της χώρας, απεδείχθησαν διάτρητα. Ενώ «πήγαιναν για μαλλί», μάλλον, «βγαίνουν κουρεμένοι». Ενώ ήταν έτοιμοι να πανηγυρίσουν, βλέπουν, αιφνιδίως, να έρχονται δυσκολίες, να χρειάζεται να λύσουν γόρδιους δεσμούς και τους ορίζοντες να συννεφιάζουν.

***

Όλοι σχεδόν, οι κυρίαρχοι κύκλοι, εντός αλλά και εκτός Ελλάδας, πίεσαν και πίεσαν αφόρητα για πρόωρες εκλογές «εξπρές» στη χώρα μας. Πίστευαν ότι μέσω αυτών, ο «εκλεκτός» τους, κ. Κ. Σημίτης θα πετύχαινε, με τον αέρα του «εκσυγχρονισμού» και του «καινούργιου», μια σαρωτική νίκη η οποία θα του έλυνε τα χέρια για να υλοποιήσει ανενόχλητος τις δεσμεύσεις του. Να επιβάλλει από τη μια «θεραπεία σοκ» στην ελληνική οικονομία και στη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία, προκειμένου να προσεγγιστούν σε μια δεύτερη φάση τα περίφημα κριτήρια ονομαστικής σύγκλισης του Μάαστριχτ, ενώ από την άλλη να δρομολογήσει με τη μεσολάβηση των ΗΠΑ λύσεις που θα ουδετεροποιήσουν το Αιγαίο και θα διχοτομήσουν ουσιαστικώς την Κύπρο.

Οι ίδιοι κύκλοι επιθυμούσαν και επεδίωκαν την ήττα της ΝΔ, πιστεύοντας ότι αυτή δεν θα είχε γενικότερες αρνητικές παρενέργειες στο πολιτικό σκηνικό. Αντιθέτως, θεωρούσαν ότι αυτή η ήττα θ’ άνοιγε γρήγορα το δρόμο στην εκπαραθύρωση του κ. Έβερτ, ο οποίος στο μεταξύ είχε εξελιχθεί, περίπου, σε «ταραξία», «αριστεριστή» και «λαϊκιστή», στην αντικατάστασή του από ηγέτη Μητσοτακικού κλίματος. Χαράς ευαγγέλια, λοιπόν! Οι «εκσυγχρονιστές» με τον κ. Κ. Σημίτη στο ΠΑΣΟΚ, οι «μητσοτακικοί» στη ΝΔ! Ποιός θα μπορούσε να φανταστεί πιο εξαίσια παρέα για να οδηγήσει την Ελλάδα ανεπίστρεπτα στη «νέα εποχή» των αγορών, των εκποιήσεων, των επιχειρήσεων και της οσφυοκαμψίας; Από την άλλη πλευρά οι κρατούντες θεωρούσαν ότι τα εκβιαστικά διλήμματα και μια σειρά άλλοι παράγοντες θα ασκούσαν αφόρητη πίεση στα μικρότερα κόμματα, ενώ όσα απ’ αυτά θα διάβαιναν το κατώφλι του 3%, θα τα κατάφερναν με τη ψυχή στο στόμα και έτσι αδύναμα, θα ήσαν ευάλωτα μετεκλογικά για αλατοπίπερο στη «σούπα» της κεντροαριστεράς! Ήδη είχαν ανοιχτεί και οι σαμπάνιες προκειμένου να γιορτασθεί η επιτυχία!

***

Τίποτα, όμως, δεν πήγε καλά στους σχεδιασμούς. Όπως τίποτα, σχεδόν, από τις μετεκλογικές εξελίξεις δε παρακολουθεί το «σχέδιο».

Η ΝΔ πράγματι έχασε τις εκλογές. Κράτησε, όμως. Δεν κατέρρευσε. Και η διαφορά της από το ΠΑΣΟΚ ήταν σχετικά μικρή. Το κυριότερο ο κ. Έβερτ δεν εκπαραθυρώθηκε παρά την ολομέτωπη προσπάθεια όλων των κύκλων της «μιντιοκρατίας». Η πρώτη απόπειρα απέτυχε. Η «μάχη» θα συνεχισθεί αμείωτη μέχρι και το Συνέδριο της ΝΔ. Τα ίδια συμφέροντα που, σχεδόν, επέβαλαν τον κ. Σημίτη στην Προεδρία του ΠΑΣΟΚ, επιθυμούν διακαώς την άνοδο ηγέτη Μητσοτακικής επιρροής στη ΝΔ. Όσο κι αν φαίνεται παράδοξο μια «λαϊκή» δεξιά, μαζί και ακροδεξιά, θεωρείται επικίνδυνη από τις ελίτ σ’ αυτήν την περίοδο. Χαλάει τη νεοφιλελεύθερη συναινετική τούρτα. Αν μέχρι και το Συνέδριο η ΝΔ δεν επιλέξει πρόεδρο νεοφιλελεύθερης αιχμαλωσίας τότε είναι, μάλλον, βέβαιο ότι οδηγείτα σε διάσπαση. Το γεγονός θ’ αλλάξει ριζικά το πολιτικό σκηνικό και αναγκαστικά τον εκλογικό νόμο. Ο πάλαι ποτέ δικομματισμός κινδυνεύει να γίνει θρύψαλα. Οι προεκτάσεις στην εύθραυστη ενότητα του ΠΑΣΟΚ θα είναι σοβαρές. Η παλιά «σιγουριά» θα έχει χαθεί δίνοντας τη θέση της στη ρευστότητα, την ανασφάλεια, τον κατακερματισμό και την όξυνση της πολιτικής κρίσης των κατεστημένων χώρων. Στο μεταξύ η μόνη υπαρκτή αντιπολίτευση, ορατή ελπίδα και σημείο αναφοράς για το λαό θα παραμένει η αριστερά όλων των αποχρώσεων.

***

Η μεγάλη νίκη την οποία επιδίωκε ο κ. Κ. Σημίτης και η «εκσυγχρονιστική» ομάδα του ΠΑΣΟΚ, μετατράπηκε σε «πύρρειο νίκη». Ήδη αυτήν την εκτίμηση την αναπαρήγαγαν πολλά στελέχη του ΠΑΣΟΚ στην πρόσφατη Σύνοδο της Κ.Ε. Έχουμε μια κυβέρνηση με τη μικρότερη λαϊκή στήριξη (41,5%) από τη μεταπολίτευση, την ώρα που ο τόπος αντιμετωπίζει τα πιο εκρηκτικά προβλήματα, κυβέρνηση αδυναμίας και ουσιαστικής λαϊκής μειοψηφίας. Ο κ. Κ. Σημίτης αντί να λύσει τα χέρια του, μάλλον, φόρεσε αδιόρατες χειροπέδες και περιέπλεξε τη θέση του. Κατ’ αρχάς ενώ ο κ. Κ. Σημίτης πίστευε ότι μετά τις εκλογές, νικητής και τροπαιούχος, θα συνέτριβε οριστικά την εσωκομματική του αντιπολίτευση, την τροφοδότησε. Αν και αυτή η αντιπολίτευση είναι εντελώς αδιαμόρφωτη, ετερόκλητη, αντιφατική και χωρίς αξιόπιστη ηγεσία, δεν σημαίνει ότι είναι και λιγότερο επικίνδυνη. Είναι η πρώτη φορά που κυβέρνηση, πρόσφατα εκλεγμένη, αντιμετωπίζει από την πρώτη στιγμή εντονότατη εσωτερική διαμαρτυρία. Δεν υπήρξε ψηφοφορία στη Βουλή που να μην εκδηλώθηκε εσωτερική ανταρσία προς την «εκσυγχρονιστική» ομάδα του κ. Κ. Σημίτη και τις επιλογές της, ενώ στην Κεντρική Επιτροπή οι φωνές που αμφισβήτησαν ευθέως τον «εκσυγχρονιστικό» μονόδρομο του Μάαστριχτ ήταν για πρώτη φορά εντυπωσιακές! Η κρίση στο ΠΑΣΟΚ δεν τελείωσε με τις εκλογές, μάλλον πέρασε σε νέα και ίσως πιο ενδιαφέρουσα φάση και η οποία θα παροξύνεται στην πορεία. Από την άλλη ο κ. Κ. Σημίτης βλέπει με βαθιά ανησυχία την τύχη των προειλημμένων επιλογών του. Το εκλογικό αποτέλεσμα αφήνει μετέωρους τους εκσυγχρονιστές, αυξάνει τις εσωτερικές τριβές τους, την διάθεση πλήρους ελέγχου των πάντων για την εξασφάλιση της επιβίωσης και δεν τους επιτρέπει άνεση κινήσεων. Ασφαλώς τα οικονομικά μέτρα που θα ληφθούν, όπως θα δείξει και ο προϋπολογισμός, θα συνιστούν στην ουσία μια νέα επώδυνη αφαίμαξη των λαϊκών στρωμάτων. Ωστόσο ο κ. Σημίτης θα πρέπει να συνυπολογίζει σοβαρά πλέον τις αντιδράσεις τόσο στο εσωτερικό του κόμματός του, τις αντιδράσεις , έστω και αποδυναμωμένες, μιας «λαϊκής» δεξιάς και κυρίως την αντεπίθεση από την αριστερά η οποία πλέον έχει καταστεί «επικίνδυνη» διότι μπορεί ν’ απορροφήσει περαιτέρω τη διογκούμενη δυσαρέσκεια. Οι «εκσυγχρονιστές» από δω και μπρος είναι υποχρεωμένοι να ζουν με το «άγχος» των επερχόμενων κοινωνικών αγώνων και ίσως της επερχόμενης κοινωνικής έκρηξης. Η κυριαρχία μιας άθλιας εκσυγχρονιστικής ομάδας στις κορυφές των συνδικάτων και της ΓΣΕΕ όλο και πιο δύσκολα θα μπορεί να λειτουργεί ως ασπίδα στην κοινωνική διαμαρτυρία.

Γι’ αυτό η ανενόχλητη φυγή προς τους στόχους του Μάαστριχτ, που «οραματίζεται» ο «εκσυγχρονιστής», θα προχωρά μέσα από τρομακτικά εμπόδια, δυσκολίες, ελιγμούς και βήματα σημειωτόν που θα καθιστούν όλο και πιο αδιέξοδη την ήδη αδιέξοδη επιλογή. Ταυτόχρονα, οι λύσεις πακέτο για Αιγαίο και Κύπρο που ήδη ήταν περίπου προετοιμασμένες να προχωρήσουν στο όνομα της «σταθερότητας» μετά τις αμερικάνικες εκλογές, θα βαίνουν για τους ίδιους λόγους κακήν κακώς. Οι πιέσεις προς αυτήν την κατεύθυνση θα γίνονται όλο και πιο αφόρητες, την ίδια ώρα που οι εσωτερικές αντιστάσεις θα πυκνώνουν. Εκείνα που σίγουρα θα απομείνουν είναι η κούρσα των τρισ. στους εξοπλισμούς και μια μορφή του «ενιαίου αμυντικού δόγματος» προκειμένου, μεσοπρόθεσμα τουλάχιστον, να προετοιμάζουν το έδαφος της προέλασης της νέας «αμερικανο-τουρκικής» τάξης πραγμάτων στο Αιγαίο και την Κύπρο.

Στο μεταξύ οι «εκσυγχρονιστές» θ’ αναζητούν έσχατο καταφύγιο στα πιο στενά παραδοσιακά συμφέροντα που τους στήριξαν, εξαργυρώνοντας περαιτέρω τ’ ανεξόφλητα γραμμάτια. Ο ανεκδιήγητος διορισμός του κ. Στ. Ψυχάρη ως διοικητή του Αγίου Όρους και η άρον-άρον, αδιαφανής εκχώρηση των ψηφιακών του ΟΤΕ στον κ. Σ. Κόκκαλη ήταν, όχι τυχαία, τα πρώτα εκσυγχρονιστικά και «κεντροαριστερά» δείγματα κυβερνητικής γραφής! Καμία κυβέρνηση της μεταπολίτευσης δεν θα είχε τολμήσει, έστω να τα διανοηθεί. Όμως, η κυβέρνηση του «νέου» ΠΑΣΟΚ οδεύει για να σπάσει όλα τα ρεκόρ «ελεγχόμενης, διαπλεκόμενης, δεδομένης και δοτής» εξουσίας υπαλλήλων διεκπεραιωτών. Αν συνεχίσουν, έτσι, και δεν υπάρχει λόγος να το αμφισβητήσουμε, η κυβέρνηση Σημίτη θ’ απολέσει πολύ γρήγορα και τα τελευταία ενεργητικά λαϊκά στηρίγματα που δόθηκαν δανεικά στις εκλογές και οι «εκσυγχρονιστές» μας μπορεί να έχουν κακό, πολύ κακό, πολιτικό τέλος.

***

Ο πραγματικός νικητής των εκλογών, ανέλπιστα, ίσως, για τους περισσότερους, υπήρξε η Αριστερά, η Αριστερά σ’ όλες τις αποχρώσεις της. Οι μετεκλογικές εξελίξεις, δείχνουν, επίσης, ότι η Αριστερά αναδεικνύεται στα μάτια των πλατιών λαϊκών στρωμάτων ως η μόνη υπαρκτή και ουσιαστική αντιπολίτευση απέναντι στο σοσιαλφιλελευθερισμό του «εκσυγχρονιστικού» ΠΑΣΟΚ. Όσοι βιάστηκαν να προφητεύσουν το τέλος της Αριστεράς και των ανατρεπτικών ιδεών, μάλλον, πρέπει να αισθάνονται βαθύτατα απογοητευμένοι. Η Αριστερά παρά την κρίση της, παρά το γεγονός ότι ακόμα δεν εμπνέει, ανακάμπτει παντού στην Ευρώπη. Ένα μεγάλο, λίγο πολύ αυθόρμητο, κοινωνικοταξικό ρεύμα την τροφοδοτεί και την φέρνει ξανά στο προσκήνιο. Η ανασύνταξη και η επαναθεμελίωση της Αριστεράς που θα επαναπροσδιορίσει τη στρατηγική και την εικόνα της ως σύγχρονης ανατρεπτικής δύναμης, γίνεται όλο και πιο επίκαιρη. Αυτή η ανασύνταξη και επαναθεμελίωση δεν θα γίνει εν κενώ, δεν θα προκύψει μόνο από θεωρητικές αναζητήσεις, απόλυτα αναγκαίες, αλλά θα προχωρήσει εν θερμώ, μέσα στην πολιτική διαπάλη και στο έδαφος των κοινωνικοταξικών αντιπαραθέσεων. Αυτή είναι η πρόκληση με την οποία θ’ αναμετρηθούν τόσο ο ΣΥΝ, όσο και με άλλους όρους το ΚΚΕ αλλά και το ΔΗΚΚΙ. Τα κεντροαριστερά σενάρια καταρρέουν από τις ίδιες τις εξελίξεις.

Η κρίση στην κατεστημένη πολιτική θα παίρνει οργιώδεις διαστάσεις. Το έδαφος της ανασύνταξης της Αριστεράς είναι ο διάλογος και η κοινή δράση σε πρώτη φάση όλων των δυνάμεων της και κυρίως το κοινωνικό πεδίο. Η κρίση των νεοφιλελεύθερων στρατηγικών, κεντροδεξιάς ή κεντροαριστερής απόκλισης είναι δεδομένη. τα αδιέξοδα εκρηκτικά. Η «παθητική» πολιτική και εκλογική αντίθεση, αν προσλάβει διαστάσεις κοινωνικών αγώνων, θα δώσει στις πολιτικές εξελίξεις μια ριζικά διάφορη τροπή. Οι διεργασίες και ανακατατάξεις σε επίπεδο πολιτικών συσχετισμών στο βαθμό που θα συνδυαστούν με την κοινωνική κινητοποίηση θα θέσουν πολύ γρήγορα και με νέους ρεαλιστικούς όρους στο επίκεντρο το θέμα μιας αριστερής προοδευτικής εναλλακτικής απάντησης για την Ελλάδα και γενικότερα την Ευρώπη. Η Αριστερά οφείλει να αναμετρηθεί με τις κυρίαρχες λογικές όχι μόνο στην πολιτική κορυφών αλλά κυρίως στην πολιτική του δρόμου και των κοινωνικών αγώνων. Το «τέλος της ιστορίας» δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η αρχή για να ξαναγραφεί μια άλλη ιστορία που θα αφορά την αλλαγή, με νέους πολύ πιο δημοκρατικούς και ριζοσπαστικούς όρους, των κοινωνιών της εκμετάλλευσης της αγοράς, των κοινωνικών ανισοτήτων, της φτώχειας και της περιβαλλοντικής καταστροφής. Και η αρχή είναι το ήμισυ του παντός…

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ