Από την 6η Πανελλήνια Συνάντηση του Άρδην που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2010
του Γώργου Καραμπελιά από το Αρδην τ. 82
Α. Το διεθνές πλαίσιο και η ελληνική κρίση
Ζούμε μια μεγάλη μετάβαση από τη δυτική ηγεμονία σε μια νέα παγκόσμια πολυπολική πραγματικότητα. Η Δύση –και κατ’ εξοχήν οι λαϊκές της τάξεις– «πρέπει να φτωχύνει» για να μπορεί να ανταγωνιστεί και να «εξισωθεί» εισοδηματικά με την αναδυόμενη Ανατολή, στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης. Δηλαδή, η «παγκοσμιοποίηση», την οποία προώθησαν οι δυτικές νεο-φιλελεύθερες πολιτικές από τη δεκαετία του 1980 και μετά για να αντιμετωπίσουν την μεγάλη κρίση που είχαν προκαλέσει οι κοινωνικοί αγώνες της δεκαετίας του 1960 και του 1970, εξαντλήθηκε και μεταβλήθηκε σε μπούμερανγκ.
Τωόντι, για να αντιμετωπίσουν την κοινωνική «ακαμψία», ο ρηγκανισμός και ο θατσερισμός εγκαινίασαν μια πρακτική «εξαγωγής» της εργασίας σε χώρες με φτηνό εργατικό δυναμικό, πρακτική που γενικεύτηκε μετά το 1990 με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και του σοσιαλιστικού στρατοπέδου. Πλέον, η βιομηχανική παραγωγή μεταφέρεται κατ’ εξοχήν στην Ασία και η Δύση ειδικεύεται στις χρηματοπιστωτικές «φούσκες». Σε τέτοιο βαθμό «πέτυχε» αυτή η στρατηγική ώστε κατέληξε στο αντίθετό της. Η Δύση απώλεσε την οικονομική πρωτοκαθεδρία και, για να μπορέσει πλέον να ανταγωνιστεί τον Φρανκεστάϊν που δημιούργησε, είναι υποχρεωμένη «να προσαρμόσει προς τα κάτω» την οικονομική και κοινωνική της μηχανική. Οι μισθοί της και οι κοινωνικές της παροχές θα πρέπει να συρρικνωθούν, τείνοντας προς εκείνες των νέων ανταγωνιστών της.
Και ανάμεσα στις χώρες της Δύσης, η Ελλάδα, η οποία και δεν ανήκει οργανικά στον δυτικό κόσμο αλλά συμμετέχει σε αυτόν με τη μορφή της «παρασιτικής απόφυσης», είναι από εκείνες που θα πληρώσουν πολύ πιο ακριβά και οδυνηρά αυτή την κρίση.
Επομένως αυξάνεται ο κίνδυνος της σύνθλιψης ανάμεσα σε μια Δύση που «μαζεύει τα λουριά», γιατί δεν έχει πλέον άλλα περιθώρια, και την Ανατολή που αναδύεται, όχι μόνο με την Κίνα και την Ινδία, αλλά και την Τουρκία. Οι συνθήκες είναι ανάλογες με εκείνες του 1204-1453. Η Δύση μας απορρίπτει σταδιακώς και η Ανατολή ετοιμάζεται να μας «καταπιεί» και πάλι. Και όχι μόνο με την μορφή μιας επιθετικής και νεοθωμανικής Τουρκίας από τα «έξω», αλλά και μέσα από την εσωτερική πληθυσμιακή αλλοίωση του τελευταίου υπολείμματος του ελληνισμού, των δύο ελληνικών κρατών, της Κύπρου και της Ελλάδας. Ήδη η Κύπρος περιλαμβάνει έναν υψηλό αριθμό μουσουλμανικού τουρκικού πληθυσμού, που ξεπερνάει τις 500.000, όταν οι Τουρκοκύπριοι φτάνουν μόλις τις 100.000. Παράλληλα, στην Ελλάδα, η εκτεταμένη μετανάστευση και είσοδος μουσουλμανικών πληθυσμών, στον βαθμό που επιβεβαιώνεται και συνεχίζεται, θα αποτελέσει μεσοπρόθεσμα όχημα για επίταση της τουρκικής διείσδυσης και της συγκρότησης μεσοπρόθεσμα τουρκικού μειονοτικού κόμματος.
Η «συνάντηση» του ελληνισμού με το Ισλάμ μπορεί να είναι δημιουργική για τους δύο πολιτισμούς, στον βαθμό που αναπτύσσονται στον ιδιαίτερο γεωγραφικό και πολιτισμικό χώρο τους και ανταλλάσσουν στοιχεία μεταξύ τους, διαφορετικά αποκτά χαρακτήρα επιβολής του ενός πάνω στον άλλο και, στην συγκεκριμένη περίπτωση, οδηγεί στην εξάλειψη του πλέον αδύναμου δημογραφικά και πληθυσμιακά, δηλαδή του ελληνικού στοιχείου. Η ελληνική Οικουμένη απώλεσε από το αραβικό Ισλάμ την συριακή και αραβική της πτέρυγα. Εν συνεχεία, έχασε από το τουρκικό Ισλάμ τη Μικρά Ασία, και την Κωνσταντινούπολη με την Ανατολική Θράκη. Σήμερα, έχει απομείνει μόνον η ελλαδική χερσόνησος και τα νησιά. Δεν έχουμε άλλο περιθώριο συρρίκνωσης. Ο ελληνισμός, για πρώτη φορά σε τέτοιο βαθμό στην ιστορική του διαδρομή, κινδυνεύει κυριολεκτικώς με αποσύνθεση και εξαφάνιση.
Απέναντι σε αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα, δεν υπάρχει άλλη πολιτική διέξοδος από την στήριξη στις δικές μας δυνάμεις, κατ’ αρχάς, και εν συνεχεία και δευτερογενώς και στη συμμαχία με τα Βαλκάνια, τη Ρωσία και την ορθόδοξη Ευρώπη. Προπαντός στις δικές μας δυνάμεις. Αυτό κατ’ αρχάς σημαίνει μια εσωτερική οικονομική και κοινωνική επανάσταση που θα περιθωριοποιήσει για πρώτη φορά τις μεταπρατικές ελίτ –την μεταπρατική αστική τάξη αλλά και τους ιδεολογικούς εκφραστές του μετραπρατισμού καθώς και τα κοινωνικά στρώματα που συνδέονται γενετικά με τον παρασιτισμό– και θα φέρει στο προσκήνιο τις πατριωτικές και ενδογενείς κοινωνικές δυνάμεις, κυρίως τους εργάτες, τους αγρότες, τους εργαζόμενους στους παραγωγικούς κλάδους των υπηρεσιών, τους αυτοαπασχολούμενους, αλλά και εκείνα τα –έστω ελάχιστα– τμήματα της «εθνικής αστικής τάξης». Και, προφανώς, η καθολική κρίση του παρασιτικού μοντέλου που ζούμε, θα «απελευθερώσει» πολλούς ανθρώπους και κοινωνικές δυνάμεις από τα αρπάγια του παρασιτισμού.
Μια εσωτερική επανάσταση που θα αφυπνίσει τις υπνώττουσες ή, στην καλύτερη περίπτωση, αποπροσανατολισμένες δυνάμεις της κοινωνίας μας. Εκεί εξάλλου εντοπίζεται το μεγάλο πρόβλημα. Οι Έλληνες, στην πλειοψηφία τους, δεν έχουν συνείδηση των διακυβευμάτων αλλά είναι βυθισμένοι στον συβαριτισμό, τον αποπροσανατολισμό, τη χαύνωση, την αμάθεια, τον κυκεώνα μιας αφόρητης καθημερινότητας, την αποσύνθεση των αξιών και της ταυτότητάς τους. Γι’ αυτό ακριβώς είναι σαν «ζαλισμένα κοτόπουλα» και γι’ αυτό ακριβώς ανέχτηκαν την άνοδο του δόλιου βλάκα στην εξουσία.
Β. Μια τεράστια κοινωνική μηχανική ανατρέπει το πολιτικό σκηνικό
Η Ελλάδα βιώνει –τηρούμενων των αναλογιών– μια οικονομική και κοινωνική κρίση που συγκρίνεται μόνο με εκείνη του Μεσοπολέμου ή της Κατοχής. Δεν μπαίνει σε κρίση απλώς το μεταπολιτευτικό μοντέλο ανάπτυξης αλλά το ίδιο το μεταπολεμικό μοντέλο, με απρόβλεπτες αλλά και προβλεπτές εξελίξεις
Στο οικονομικό πεδίο, οδηγούμαστε πιθανώς σε εκδίωξη από την Ευρωζώνη ή ακόμα και την Ευρωπαϊκή Ένωση και πιθανότατα σε πτώχευση.
Ποιες είναι οι πιθανές προτάσεις διεξόδου από την κρίση;
Η πρώτη είναι μια ανεδαφική, όπως έχουμε καταδείξει πολλές φορές, πρόταση αυτοχειριασμού μας δια της κηρύξεως της χώρας σε πτώχευση, με δική μας πρωτοβουλία, η οποία θα είχε ανυπολόγιστες αρνητικές συνέπειες για μια χώρα υψηλής εξάρτησης από τις διεθνείς αγορές και διεθνείς οργανισμούς, και προπαντός θα καταρράκωνε πλήρως το κύρος της χώρας στον άμεσο βαλκανικό περίγυρό μας, με απροσμέτρητες συνέπειες για τις σχέσεις μας με την Τουρκία. Μια τέτοια πρόταση θα μπορούσε να στηριχτεί μόνον εφόσον και εάν η Ελλάδα βρεθεί όντως εκτός Ευρωζώνης και ΕΕ, μετά από την γερμανική πίεση, πράγμα που δεν είναι καθόλου απίθανο. Σε αυτή την περίπτωση και μόνο θα μπορούσε και θα έπρεπε να κηρυχθεί στάση πληρωμών με συνολική αναδιαπραγμάτευση του χρέους.
Εμείς θα θέλαμε μια αποδέσμευση από το μνημόνιο, παράλληλα με την καταστροφή του παρασιτικού μοντέλου. Μια τέτοια αποδέσμευση θα πρέπει να έχει ως πρώτη πράξη την άμεση αναδιαπραγμάτευση του χρέους, με μείωση του συνολικού του ύψους («κούρεμα»), και επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής, με άμεση διακοπή κάθε νέου περιοριστικού μέτρου. Σε μια τέτοια κατεύθυνση, η Ελλάδα θα έπρεπε να δημιουργήσει συμμαχίες στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τη Νότια Ευρώπη, και να ανοιχτεί αποφασιστικά σε οικονομική «συμμαχία» με την Κίνα, τη Ρωσία, και ορισμένες Αραβικές χώρες.
Οι προβλεπτές συνέπειες της οικονομικής κατάρρευσης της χώρας είναι η εκπτώχευση των μεσοστρωμάτων και η εξαθλίωση μέρους των λαϊκών στρωμάτων στο οικονομικό πεδίο, η συγκέντρωση της ιδιοκτησίας και του πλούτου σε ξένα χέρια και σε έναν μειωμένο αριθμό ολιγαρχών στο εσωτερικό. Υπ’ αυτές τις συνθήκες, οι μεσοστρωματικές γέφυρες τις οποίες διαμόρφωνε στη διάρκεια της μεταπολίτευσης το ΠΑΣΟΚ, και –στο ιδεολογικό πεδίο–, κατ΄ εξοχήν η μεσοστρωματική, δήθεν «ριζοσπαστική» Αριστερά, θα εξασθενίσουν δραματικά.
Επί πλέον, η εξουσία θα απομακρυνθεί ακόμα περισσότερο από την «κοινωνία των πολιτών». Οι ελίτ –πολιτικοί, δημοσιογράφοι, καθεστωτικοί διανοούμενοι– θα αποκτήσουν όλο και περισσότερο χαρακτηριστικά κούϊσλινγκ και κατοχικών δυνάμεων, έχοντας απολέσει, έστω πρόσκαιρα, τη δυνατότητα διείσδυσης στις λαϊκές μάζες, πέρα από τους μηχανισμούς καταστολής – ιδεολογικής ή αστυνομικο-θεσμικής. Χαρακτηριστικές είναι οι μεταρρυθμίσεις τύπου Καλλικράτη κ.λπ.
Εξ ου και η γενικευμένη κρίση των κομμάτων.
Το ΛΑΟΣ μπαίνει σε μια περίοδο παρατεταμένης κρίσης που οδηγεί σίγουρα σε διάσπαση, ακόμα και σε πιθανή διάλυση, διότι εκλήθη η κλάση του κ. Καρατζαφέρη από τους εντολοδόχους του. Έτσι, τη στιγμή που η ακροδεξιά φιλοδοξούσε να εκφράσει την κοινωνική αγανάκτηση για την εκρηκτική λαθρομετανάστευση και την οικονομική κρίση, το –ανταγωνιστικό κατά τα άλλα– δίπολο Καρατζαφέρη-Βορίδη την χαντακώνει, μια και την ρυμουλκεί προς τον αστικό φιλελεύθερο χώρο. [Το ΛΑΟΣ απεδείχθη ότι δεν αποτελεί ένα κόμμα «εξεγερμένων μικροαστών» αλλά κατευθύνεται από μεγαλοαστούς, λαμόγια και παραμένει βαθιά υποταγμένο στα κελεύσματα των ξένων και δη υπερατλαντικών δυνάμεων.] Έτσι απειλείται με μια διπλή διάσπαση. Από τη μία πλευρά ο Βορίδης θα κατευθυνθεί πιθανότατα προς το κόμμα της Μπακογιάννη, ενώ η ακροδεξιά πτέρυγα θα προσπαθήσει να συγκροτήσει ένα «αυθεντικό» ακροδεξιό κίνημα με ή χωρίς τη Χρυσή Αυγή.
Η Νέα Δημοκρατία, σε βαθύτατη κρίση και σύγχυση, διαπερνάται από αντίθετα και αντιφατικά ρεύματα, από τα μεγαλοαστικά και προδοτικά, μέχρι τη λαϊκή Δεξιά του Μανόλη. Χαρακτηριστικά, της σύγχυσης ο τρόπος που αντιμετώπισε τον Καλλικράτη, της δημοτικές εκλογές, το Μνημόνιο, τους φορτηγατζήδες. Δυστυχώς δεν υπάρχει εθνική αστική τάξη στην Ελλάδα συγκροτημένη, ώστε να την εκφράσει ένα αστικό κόμμα Σαμαρά, υπάρχουν όμως μικροαστικά και μικροϊδιοκτητικά στρώματα με τα οποία μπορεί να συνδεθεί. Βέβαια, είναι άδηλο εάν θα αντέξει σε μια τέτοια κατεύθυνση και δεν θα υποκύψει στις σειρήνες της συγκυβέρνησης. Εξάλλου έρχεται και το «Κόμμα της Ντόρας» να βάλει τα πράγματα στη θέση τους. Ή το κόμμα Σαμαρά θα απομακρυνθεί από την σούπα της σημερινής Νέας Δημοκρατίας και θα «χαρίσει» στην Ντόρα την πιο ξενόδουλη και νεο-φιλελεύθερη πτέρυγά της, τραβώντας προς μια περισσότερο πατριωτική κατεύθυνση, ή θα προσπαθήσει να διαιωνίσει τη μεσοβέζικη στρατηγική, οδηγούμενο σε απραξία και υποταγή.
Το ΠΑΣΟΚ, επιχειρεί τη συστηματική καταστροφή της παραδοσιακής κοινωνικής του βάσης, την αντικατάστασή της από ένα στρώμα ημέτερων και την κατάκτηση της συναίνεσης των επιχειρηματιών, δηλαδή να κάνει αυτό τη βρώμικη δουλειά της διάλυσης κοινωνικών ομάδων, που το ίδιο στήριξε και γιγάντωσε στο παρελθόν, καθώς και συμπεριφορών που χρονολογούνται από τη μεταπολίτευση. Ο εκκαπιταλισμός των κοινωνικών και οικονομικών σχέσεων είναι το νέο του πρόταγμα και αυτό θα πασχίσει να εφαρμόσει την επόμενη περίοδο, έστω και με τίμημα την απώλεια της λαϊκής συναίνεσης. Γι’ αυτό, το νέο ύφος της εξουσίας είναι η φράου Τρέμη και ο εκφασισμός των θεσμών. Οι κούϊσλινγκ βρίσκονται ήδη στην εξουσία.
Επειδή το ΠΑΣΟΚ στηρίζεται ακόμα στη δύναμη της αδράνειας και το σοκ που έχουν προκαλέσει τα μέτρα, χρησιμοποιεί τον αιφνιδιασμό έτσι ώστε να προκαταλάβει κάθε πιθανή εναλλακτική πρόταση. Στηρίζεται στην ακηδία και την ανικανότητα των αντιπάλων του που για την ώρα στέλνουν την πλειοψηφία των διαμαρτυρομένων στην αποχή, στο «λευκό», στην απόρριψη.
Παράλληλα, παίζεται και το εναλλακτικό σενάριο μιας μελλοντικής ανανέωσης και αναστήλωσης του παλιού «σοσιαλιστικού» ΠΑΣΟΚ. Με την ίδια παλιά συνταγή. Μητρόπουλος, Δημαράς, Λιβάνης, «Επίκαιρα», Χωραφάς, με ολίγη από Τσίπρα. Όμως, σε συνθήκες βαθιάς κρίσης του μοντέλου παραγωγής και αναπαραγωγής, δεν αρκούν οι παλιές καλές συνταγές αναδιανεμητικού χαρακτήρα, αλλά πρέπει να αμφισβητηθεί στην καρδιά του το ίδιο το μοντέλο της εξάρτησης. Έτσι, οι συνταγές Βεργόπουλου, Κοτζιά κ.ά. μπορεί να είναι συμπαθητικές και να συγκροτούν έναν χώρο ευνοϊκό για μια αναβάθμιση των πατριωτικών απόψεων, δεν μπορούν όμως να δημιουργήσουν πραγματικές συνθήκες μιας επιστροφής στο παρελθόν.
Όσο για την, εκτός ΚΚΕ, Αριστερά, το κόμμα της παγκοσμιοποίησης και της δυτικόστροφης λογικής, βρίσκεται σε αθεράπευτη κρίση και αποσύνθεση, η οποία και θα επιταθεί. Η τριχοτόμηση ίσως δεν αποδειχτεί ικανή να χωρέσει τις διαφορετικές της πτέρυγές. Το πιο ακραία δυτικόστροφο κίνημα της ελληνικής ιστορίας, ο «Δεκέμβρης του 2008», ένα μηδενιστικό κίνημα που συγκροτήθηκε από κοινού από τα πιο προνομιούχα μεσοαστικά στρώματα και το λούμπεν των Εξαρχείων, αποτέλεσε το κύκνειο άσμα και το προανάκρουσμα μιας καθολικής και γενικευμένης κρίσης της οικονομίας, της ιδεολογίας, της κοινωνίας, που μας οδήγησε στην πτώχευση και το μνημόνιο. Και αυτό, ακόμα και αν δεν το έχουν συνειδητοποιήσει τα άτομα και οι ομάδες, το αισθάνονται πλέον στην αδυναμία τους να συγκροτήσουν όχι μόνο μια αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση, αλλά ακόμα και να πραγματοποιήσουν μια αξιόπιστη ανάλυση. Η πτώχευση, το Μνημόνιο, η κατάρρευση, ήταν κάτι εντελώς έξω από τις προοπτικές τους, από τη λογική του απρόσκοπτου καταναλωτισμού και του ευρωπαϊσμού τους. Και το ίδιο συμβαίνει και με τον αναρχικό αντιεξουσιαστικό χώρο ο οποίος βρέθηκε από το Μπρούκλιν και τους Μαύρους Πάνθηρες που φαντασίωνε στον Άγιο Παντελεήμονα των εξαθλιωμένων Αφγανών.
Το ΚΚΕ, ένα κόμμα εργολάβων και επαγγελματικών στελεχών ως προς το στελεχιακό του δυναμικό και την ηγεσία του, αγκιστρωμένο όμως σε ένα μέρος των λαϊκών στρωμάτων, μαθημένο στη μεταπολίτευση να διεκδικεί, με το αζημίωτο και εκ του ασφαλούς πάντα, το «κάτι παραπάνω», θα βρεθεί και αυτό μπροστά σε ανυπέρβλητα ιδεολογικά και πολιτικά αδιέξοδα. Ιδιαίτερα μπροστά στο μεταναστατευτικό ζήτημα, που θα πλήξει την ίδια την κοινωνική του βάση, και στην όξυνση των εθνικών θεμάτων Χαρακτηριστική είναι η τραγελαφική του δήλωση για τις δηλώσεις του Χριστόφια περί εισβολής της Ελλάδας στην Κύπρο:
Ο γενικότερος θόρυβος που σηκώνει ο αστικός τύπος και οι τοποθετήσεις τόσο του πρωθυπουργού και προέδρου του ΠΑΣΟΚ, όσο και της ΝΔ, σχετικά με τις δηλώσεις του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Δ. Χριστόφια στην Ουάσινγκτον, για τις ευθύνες των 3 “εγγυητριών δυνάμεων” στο Κυπριακό, έρχονται να ανακυκλώσουν και στη χώρα μας μια συκοφαντική επίθεση κατά του ΑΚΕΛ και του Προέδρου της Κύπρου.
Στην πραγματικότητα, όλοι γνωρίζουν πως το πραξικόπημα της Χούντας των Αθηνών, που ανέτρεψε τον Μακάριο, έβαλε μπροστά την τουρκική στρατιωτική μηχανή, η οποία με την αμέριστη αγγλοαμερικανική υποστήριξη προώθησε τα σχέδια της κατοχής και διχοτόμησης της Κύπρου από την Τουρκία, μια χώρα – μέλος του ΝΑΤΟ.
Το ερώτημα είναι: Γιατί τη δεδομένη χρονική στιγμή ξετυλίγεται αυτή η εκστρατεία διαστρέβλωσης σε βάρος του Προέδρου Δ. Χριστόφια και του ΑΚΕΛ; Γιατί ενοχλούνται τόσο πολύ οι πολιτικές δυνάμεις του “ευρωμονόδρομου” στη χώρα μας όταν καταδεικνύονται οι ευθύνες των λεγόμενων “εγγυητριών δυνάμεων”; Έχει αυτό να κάνει με την υποστήριξή τους στο σχέδιο Ανάν και σε παραλλαγές του, που προβλέπουν με τον ένα ή άλλο τρόπο την επαναφορά του καθεστώτος των “εγγυητριών δυνάμεων”; (Ανακοίνωση του ΚΚΕ, 1η Οκτωβρίου 2010).
Πόσο θα μπορεί με τέτοιους τραγέλαφους να καλύπτει την ανυπαρξία πολιτικών θέσεων; Και υπέρ του «τουρκικού λαού» και κατά της συνεκμετάλλευσης του Αιγαίου και υπέρ των λαθρομεταναστών και υπέρ της αποστολής τους στο εξωτερικό, κ.ο.κ. Και στο βαθμό που η αντιμνημονιακή του πολιτική θα το ενισχύει σε ποσοστά και αποδοχή, τόσο πιο δύσκολη θα γίνεται η διαχείριση του ιδεολογικού και πολιτικού του κενού. Το ΚΚΕ, αν «παραμεγαλώσει», θα κινδυνεύσει και πάλι να διασπαστεί!
Γ. Μια νέα συγκυρία
Η μετατροπή της σχέσης με τη Δύση σε σχέση ανοικτού ανταγωνισμού και υποταγής, μετά την παράλληλη και ταυτόχρονη ενίσχυση της νεο-οθωμανικής Τουρκίας, θα τείνει να μετασχηματίσει σε βάθος όλα τα πολιτικά και κοινωνικά υποκείμενα. Η πλειοψηφία του ελληνικού λαού θα στραφεί προς μια περισσότερο πατριωτική και εθνοτική κατεύθυνση, τόσο στην οικονομική πολιτική, όσο και στα κοινωνικά, πολιτισμικά και εξωτερικά θέματα, την ίδια στιγμή που τα κυρίαρχα ιδεολογικά και πολιτικά ρεύματα των ελίτ κάθε είδους θα στρέφονται ακόμα πιο έντονα και επίμονα προς την ανοικτή υποταγή και τον εθνομηδενισμό. Με τη διαφορά ότι το μειοψηφικό παγκοσμιοποιητικό στρατόπεδο διαθέτει την πολιτική, κοινωνική, επικοινωνιακή και ιδεολογική ηγεμονία. Γι’ αυτό και το πολιτικό και ιδεολογικό κενό θα γίνει πολύ οξύτερο και θα τείνει άμεσα να παραγάγει μορφές πολιτικών ιδεολογιών και πολιτικών συσσωματώσεων χωρίς σοβαρότητα (βλέπε Χρυσή Αυγή από τη μια πλευρά και διάφορα ακροαριστερά «μέτωπα» από την άλλη ή ποικίλες πρωτοβουλίες «κομμάτων», «κινημάτων» κ.λπ.) που θα επιχειρούν να καλύψουν αυτό το τεράστιο πολιτικό κενό.
Σε αυτές τις συνθήκες, είμαστε υποχρεωμένοι να ενισχύσουμε την ιδεολογική και πολιτική μας παρέμβαση, προς όλες τις κατευθύνσεις του εθνοτικού, πατριωτικού, «αντιμνημονιακού» χώρου και ταυτόχρονα να εργαζόμαστε με σοβαρότητα, ώστε, αν όλα βαδίσουν κατ’ ευχήν, να προχωρήσουμε μεσοπρόθεσμα προς την συγκρότηση ενός πολιτικού πόλου.