Αρχική » Κρίση και προοπτικές

Κρίση και προοπτικές

από Άρδην - Ρήξη

Συγγραφέας: Γιώργος Παπαγιαννόπουλος

Άρδην τ. 07

Η χώρα σε κρίση

Σήμερα η χώρα διέρχεται σοβαρή περίοδο κρίσης σε όλα τα επίπεδα. Η έκτασή της είναι τέτοια που οδηγεί μεγάλα τμήματα του λαού στη σύγχυση, την αδιαφορία, την αμφισβήτηση και υπάρχει φόβος, εάν δεν αναστραφεί η σημερινή πολιτική, να προχωρήσει στην ηττοπάθεια, πράγμα επικίνδυνο για την πορεία και συνοχή του λαού αυτή τη στιγμή που τα εσωτερικά του προβλήματα είναι οξυμένα και τα εθνικά μέτωπα βρίσκονται σε εξέλιξη.

Στο επίπεδο των θεσμών και της πολιτικής η κρίση εμφανίζεται με την μορφή της αναξιοπιστίας και της διαφθοράς. Δημιουργείται κλίμα αναδιάταξης των πολιτικών δυνάμεων στον τόπο που δεν έχει να κάνει με μια υγιή αντίδραση της κοινωνίας και ανάδειξη πολιτικών λύσεων αλλά με λυσσώδη διαπάλη μηχανισμών που εκφράζουν διαπλοκή μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων, εσωτερικών και εξωτερικών.

Είναι παγκοίνως γνωστή και παραδεδειγμένη η βαθιά πολυποίκιλη κρίση που αγκαλιάζει εδώ και χρόνια την κοινωνία μας. Η επικράτηση μιας ανερμάτιστης οικονομικής πολιτικής, η έλλειψη σταθερών και συστατικών παραγωγικών επενδύσεων, το υπέρογκο και ασφυκτικό δημόσιο χρέος και η πίεση που διαμορφώνουν τα αυστηρά πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την σύγκλιση των οικονομιών, έχουν δημιουργήσει πολλαπλά αδιέξοδα στην ελληνική οικονομία και συσσωρευμένες εκρηκτικές καταστάσεις στην ελληνική κοινωνία. Το πολιτικό μας σύστημα πάσχει. Λαϊκίστικες πρακτικές, πελατειακές σχέσεις και «ουδέτερες» τεχνοκρατικές αντιλήψεις διαχείρισης τείνουν να προσδιορίσουν το περιεχόμενο της σύγχρονης ελληνικής πολιτείας. Η κοινωνική και πολιτική ζωή διαποτίζεται από φαινόμενα διαχωρισμού και αυταρχισμού. Οι ακραίες υποκειμενικές επιλογές και συμπεριφορές των πολιτιστικών υποπροϊόντων τείνουν να γίνουν μέτρο και πρότυπο σε μια κοινωνία που δείχνει να χάνει την μνήμη και την προοπτική της.

Οι αξίες του ανθρωπισμού και της κοινωνικής αλληλεγγύης αντιμετωπίζονται συνεχώς με έντονο κυνισμό. Η κοινωνική δικαιοσύνη και ο προσδιορισμός του πολίτη σε πυρήνα της κοινωνικής ζωής θεωρούνται παρωχημένες αξίες. Η διατήρηση της γλωσσικής και εθνικής ταυτότητας, ταυτισμένη με το πιο απόλυτο δημοκρατικό δικαίωμα, το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης ενός λαού χλευάζονται ως εθνικισμός και επαρχιωτισμός. Οι άκαμπτες τεχνοκρατικές αντιλήψεις για ανάπτυξη, η θεοποίηση της ατομικής πρωτοβουλίας και η πρόταξη «ουδέτερων» εκσυγχρονιστικών θεσμών αποτελούν την πανάκεια του κυρίαρχου μεταπρατικού ρεύματος χωρίς κανείς εκ των εκφραστών του να μπαίνει στον κόπο να ρωτήσει απλά, γιατί, ποιος και για ποιον.

Η προσπάθεια αναστροφής της πικρής αυτής πραγματικότητας δεν είναι κάτι που αφορά κάποιους τρίτους. Είναι ζήτημα που αφορά «πρώτιστα» κάθε άνθρωπο που ζει καθημερινά το φασισμό του θεάματος, την αγριότητα του καταναλωτισμού, τον πολιτικό αμοραλισμό, την ήττα των ιδεών της αλληλεγγύης και του ανθρωπισμού. Όπως λοιπόν ο καθένας ως πολίτης οφείλει να αγωνίζεται ενάντια στην λογική του ολοκληρωτισμού, του ομοιομορφισμού και της ισοπέδωσης, διεκδικώντας την κοινωνική, πολιτισμική και ατομική του ταυτότητα, το δικαίωμα αλλά και την ελευθερία να είναι διαφορετικός, έτσι και σαν μέρος του ευρύτερου συνόλου δικαιούται να διεκδικεί και να αγωνίζεται για την εθνική του ταυτότητα και την κοινωνική προκοπή του τόπου και του λαού του.

Ελλάδα και περίγυρος

Την Ελλάδα η παγκόσμια νέα τάξη πραγμάτων και η κατάρρευση του στρατοπέδου του «υπαρκτού σοσιαλισμού» το 1989, την βρήκε απροετοίμαστη με μεγάλα και διαχρονικά εθνικά προβλήματα των οποίων η λύση βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό στη βούληση των διευθυντηρίων. Τούτο συμβαίνει επειδή η Ελλάδα δεν είχε διαμορφώσει εθνική εξωτερική πολιτική με κύρια στοιχεία την μονιμότητα, την ενιαία και αρραγή γραμμή. Αντιθέτως, βρίσκονταν σε αναζήτηση μιας εξωτερικής πολιτικής που πέρναγε μέσα από ευκαιριακές συμμαχίες στο εξωτερικό.

Στο εσωτερικό αντί να επιδιώξουν την συναίνεση τουλάχιστον των πολιτικών δυνάμεων, θριαμβολογούσαν για τυχόν επί μέρους επιτυχίες οι οποίες στο χρόνο δεν είχαν πολιτικό και πρακτικό αντίκρυσμα και υπολογίζοντας το πολιτικό και κομματικό κόστος δεν τολμούσαν να εφαρμόσουν ούτε την δική τους πολιτική. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν η εξωτερική μας πολιτική να περνάει περιόδους σύγχυσης, αβεβαιότητας και να δέχεται πλήγματα.

Η Ελλάδα είναι το μοναδικό μέλος της Ε.Ε. στο βαλκανικό χώρο μέχρι σήμερα. Με το δεδομένο ότι η διεύρυνση της Ε.Ε. προς ανατολάς παραπέμπεται στο αβέβαιο μέλλον, η χώρα μας έχει ένα «προνομιακό» χρονικό διάστημα κατά την διάρκεια του οποίου αν λειτουργήσει ως «γέφυρα» μεταξύ Ε.Ε. και των υπολοίπων βαλκανικών χωρών μπορεί να προωθήσει ιδιαίτερους στόχους στην περιοχή προς το συμφέρον όλων των Βαλκανικών λαών. Παράλληλα προστατεύει μ’ αυτό τον τρόπο και τα συμφέροντα του ελληνισμού στη μείζονα περιοχή και ειδικότερα της ελληνικής εθνικής μειονότητας στην Αλβανία.

Στα Βαλκάνια εντείνεται ο ανταγωνισμός μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων της Ε.Ε. και των ΗΠΑ για την επικυριαρχία στην περιοχή. Η Ελλάδα, κυρίως, χάρη στην «ιδιωτική πρωτοβουλία» ήτοι στις βορειοελλαδικές επιχειρήσεις, κινείται για να καλύψει ένα μέρος του παρατηρούμενου κενού σε όλη τη Βαλκανική, «επιστρέφει» σε ένα χώρο οικείο μέχρι τον προηγούμενο αιώνα έστω και με την λογική του εύκολου κέρδους. Εν τούτοις αυτές οι κινήσεις δεν εντάσσονται σε ένα πλαίσιο στρατηγικής. Από την άλλη εντείνεται ο ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός και στο χώρο της Βαλκανικής.

Ανταγωνισμός που τείνει να προσλάβει μεγάλες διαστάσεις καθώς προστίθενται καθημερινά και νέα προβλήματα. Ανταγωνισμός που μπορεί να οδηγήσει σε σύγκρουση, με πιθανό σενάριο κατά τους δυτικούς αναλυτές αυτό της ολιγοήμερης Ελληνοτουρκικής σύρραξης.

Πιθανό αποτέλεσμα -και επιθυμία των δυτικών δυνάμεων- μια ελληνοτουρκική συμφωνία πακέτο για Αιγαίο-Κύπρο υπό την εγγύηση των ΗΠΑ. Το πολυδιασπασμένο εσωτερικό μέτωπο στην Ελλάδα που βρίσκεται σε κατάσταση κρίσης και διαπάλης μηχανισμών, χωρίς αρχές και ιδεολογία, βοηθά αυτό το πιθανό αποτέλεσμα.

Δυστυχώς μια πρόβα πολύ κοντά σ’ αυτό το σενάριο ζήσαμε στο τέλος του περσινού Ιανουαρίου με τις βραχονησίδες Ίμια.

Το δόγμα «ακεραιότητας» το οποίο έχει υιοθετήσει η δύση για το στρατοκρατικό πολυεθνικό σύμφυρμα της Τουρκίας, ιστορικά έχει αποδειχθεί βασικός πυλώνας της ύπαρξης του τουρκικού κράτους. Στο έδαφος αυτής της πραγματικότητας η τουρκική πολιτική είχε σαν βασικό της στοιχείο την διαπραγμάτευση της στρατηγικής της χρησιμότητας για τις μεγάλες δυνάμεις ώστε να διευρύνει τα οφέλη της διασφαλίζοντας παράλληλα την εξωτερική μη παρέμβαση, ανοχή και πολλές φορές στήριξη στους οποιουσδήποτε γενοκτονικούς εσωτερικούς χειρισμούς της.

Με αυτόν τον τρόπο η αναζήτηση στις μεταψυχροπολεμικές συνθήκες σοβαρού ρόλου στον στρατηγικό σχεδιασμό των μεγάλων δυνάμεων γίνεται για το τουρκικό κράτος ταυτόσημο ζήτημα για την ίδια την ύπαρξή του.

Η ταύτιση στρατηγικών συμφερόντων των ΗΠΑ-Τουρκίας για μια ολιγοήμερη σύρραξη Ελλάδας-Τουρκίας δημιουργεί έναν άμεσα τεράστιο κίνδυνο για το λαό και τη χώρα μας. Η αποκάλυψη της φύσης μιας τέτοιας σοβαρής πιθανότητας στον ελληνικό λαό είναι εθνικό και κοινωνικό καθήκον. Η αντιμετώπιση της εσωτερικής πολιτικής κατάστασης υπό το πρίσμα εκτός των άλλων και του σημερινού κινδύνου θέτει άμεσα καθήκοντα στις πατριωτικές και δημοκρατικές δυνάμεις του τόπου. Κάθε υποχώρηση από το Ενιαίο Αμυντικό δόγμα και το ισοδύναμο τετελεσμένο εγκυμονεί κινδύνους για την Ελλάδα και την Κύπρο.

Σύγχρονες απαντήσεις -Αντίσταση στην παρακμή

Πρόσφατα έχουν γίνει αντιληπτά οργανωμένα ρεύματα αντίστασης σε όλα τα πεδία της κρίσης τα οποία όμως φαίνεται ότι χρειάζονται κάποιο χρόνο για να αρθρωθούν σε ένα συνολικότερο υγιή λόγο αντίστασης στο φαινόμενο της εκμετάλλευσης της σήψης και της παρακμής.

Σήμερα είναι αναγκαίος ο προσδιορισμός αρχών και στόχων. Μόνιμα σταθερή αξία έχουν οι ιδέες της συμμετοχικής κοινωνικής και πολιτικής δημοκρατίας τόσο για τα κόμματα που την επικαλούνται όσο και για ολόκληρη την ελληνική κοινωνία.

Η συμμετοχική δημοκρατία με κοινωνικό περιεχόμενο στον οικονομικό, κοινωνικό, πολιτικό, οικολογικό και πολιτισμικό τομέα, αποτελούν όραμα και πρακτική. Η αναγκαιότητα του εκσυγχρονισμού που όλοι διακηρύττουν, αποκτά σ’ αυτά τα πλαίσια ουσιαστικό περιεχόμενο, αλλιώς καταλήγει σε μια μοντέρνα έκφραση και εξελικτική αναβαθμισμένη μορφή της κρατούσας κατάστασης πραγμάτων.

Στην αυγή του 21ού αιώνα μπροστά στις νέες προκλήσεις σε επίπεδο κοινωνίας, στην εποχή της τεχνολογικής επανάστασης, της κοινωνίας της πληροφορίας και της οπτικοακουστικής κυριαρχίας οφείλουμε να απαντήσουμε με τρόπο σύγχρονο, πειστικό και αποφασιστικό, χωρίς να ξεφεύγουμε από την ριζοσπαστική μας οπτική.

Μπροστά στη λογική της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων, της παντοκρατορίας της οικονομίας της αγοράς και του τυχαίου-μοναδικού επικυρίαρχου ρόλου των ΗΠΑ (με την βοήθεια των δυνατών της Ε.Ε. και της Ιαπωνίας) οφείλουμε να αναδείξουμε την αναγκαιότητα ενός κόσμ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ